ECLI:CY:AD:2022:D457
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 165/2022)
24 Noεμβρίου, 2022
[Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡ. 23/6/22 ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΙΤΡΑΠΗΚΕ Η ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΩΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 16/6/78 ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 74/2022(ι) ΚΑΙ ΗΜΕΡ. 14/4/22 ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΑΝΤΩΝΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΝΑΓΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 86/15 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ
---------
Ρ. Καραμανή (κα) για Χρ. Ιωάννου ΔΕΠΕ, για την Aιτήτρια
Πολ. Σελίπας για Γενικό Εισαγγελέα,
Στ. Βασιλειάδη για Σ. Σωφρονίου, για τον καθ’ ου η αίτηση 2
Καμιά εμφάνιση, για τον καθ’ ου η αίτηση 3
………….
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.: Μετά από σχετική άδεια που δόθηκε στα πλαίσια μονομερούς αίτησης καταχωρήθηκε η παρούσα, με την οποία επιδιώκεται «έκδοση εντάλματος certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο για το σκοπό ακύρωσης του Διατάγματος που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ημερ. 23/6/2022 με το οποίο επιτράπηκε η εκπρόθεσμη κατάθεση του πωλητήριου εγγράφου ημερ. 16/6/1978 στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης με αριθμό 74/2022…»
To εν λόγω πωλητήριο έγγραφο αφορά το κατάστημα αρ. 16 (τώρα αρ. 55) στο Block D του συγκροτήματος «Sun Sea Complex» στον Αγ. Τύχωνα Λεμεσού το οποίο ανηγέρθη επί των τεμαχίων αρ.εγγραφής 8505, 8487 και 8838 τεμ. 244/1, 230 και 228 με τα σημερινά κτηματολογικά στοιχεία αρ. εγγραφής 0/13052, Φ/Σχ. 0/2-211-342 τμήμα 4 τεμ. 271. Πωλήτρια εταιρεία ήταν A. Pieris Hotels Ltd, στο εξής η «εταιρεία».
Οι λόγοι για τους οποίους επιζητείται η ακύρωση εκτίθενται τόσο στην έκθεση γεγονότων όσο και στην ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την αίτηση και υποβάλλουν μεταξύ άλλων πως:
. Λανθασμένα και πεπλανημένα το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε το προσβαλλόμενο διάταγμα ημερ. 23/6/2022,
. Με το εν λόγω διάταγμα επιτράπηκε η εκπρόθεσμη κατά σαράντα τέσσερα (44) έτη κατάθεση του πωλητηρίου εγγράφου χωρίς το Επαρχιακό Δικαστήριο να προβληματιστεί, κατά πόσο, στο μεσολαβήσαν διάστημα, διαφοροποιήθηκε η νομική κατάσταση του επιδίκου κτήματος. Η Αιτήτρια διατηρεί εμπράγματα βάρη επί του επιδίκου ακινήτου και συγκεκριμένα έντεκα υποθήκες για εξασφάλιση πιστωτικών λογαριασμών (λεπτομέρειες των οποίων παρέχονται) και ουδέποτε κλήθηκε στη διαδικασία ή ενημερώθηκε για την ύπαρξη τους.
. Το διάταγμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας αφού ο κατ’ ισχυρισμόν αγοραστής παραδέχθηκε ρητά ότι πρόθεση του ήταν να προχωρήσει με τη διαδικασία σύμφωνα με το Μέρος VIB του Ν. 9/65, όπως και έπραξε.
Τυχόν έγκριση της αίτησης στην ανωτέρω διαδικασία θα έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των υποθηκών με τις οποίες βαρύνεται το ακίνητο.
. Παραβιάζονται οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης εφόσον εκδόθηκε διάταγμα εναντίον ακίνητης περιουσίας υπό εκκαθάριση εταιρείας χωρίς προηγουμένως να έχει ληφθεί άδεια από το αρμόδιο Δικαστήριο και δίδοντας πλεονέκτημα στον κατ’ ισχυρισμό αγοραστή και συγκεκριμένα τη δυνατότητα, με εκ των υστέρων κατάθεση, να αποκτήσει το αντικείμενο της αγοραπωλησίας με τον ιδιοκτήτη – πωλητή να απωλέσει το ακίνητο, ελεύθερο παντός εμπραγμάτου βάρους και κατά προτεραιότητα των λοιπών πιστωτών.
Αναφέρεται περαιτέρω πως ενώ το πωλητήριο έγγραφο φέρει ημερομηνία 16/6/1978, ωστόσο οι παραστάσεις της πωλήτριας εταιρείας προς την Αιτήτρια, το 2008, όταν θα ελάμβανε πιστωτικές διευκολύνσεις ήταν ότι το επίδικο ακίνητο ήταν ιδιοκτησία της και ουδέποτε προέβηκε στην πώληση της.
Ένσταση στη χορήγηση του αιτούμενου διατάγματος έφερε ο καθ’ ου η αίτηση 2, διαχειριστής της περιουσίας του αγοραστή του ακινήτου ενώ ο καθ’ ου η αίτηση 1 δήλωσε ότι δεν θα φέρει ένσταση και θα ακολουθήσει και συμμορφωθεί με το οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Ο καθ’ ου η αίτηση 3 δεν έλαβε μέρος και δεν εμφανίστηκε παρ’ ότι κλήθηκε στη διαδικασία.
Η ένσταση προβάλλει κυρίως μεταξύ άλλων λόγων, ότι η Αιτήτρια προκειμένου να εξασφαλίσουν την άδεια για καταχώρηση της αίτησης διά κλήσεως για έκδοση διατάγματος certiorari απέκρυψαν σημαντικά στοιχεία και γεγονότα όπως ότι το επίδικο κατάστημα του καθ’ ου η αίτηση 2 δεν βαρύνεται με υποθήκη.
Προβάλλει επίσης πως ψευδώς παρουσίασαν τεκμήρια και στοιχεία ούτως ώστε να καλύψουν την απουσία δικαιώματος τους κατά του καθ’ ου η αίτηση 2, τόσο για τη μη ύπαρξη νόμιμης αξίωσης τους κατά καθ’ ου η αίτηση όσο και κατά της «καθ’ όλα νόμιμα και ορθά εκδοθείσας προσβαλλόμενης απόφασης και/ή διατάγματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία ορθά προέβλεψε και διευκρίνισε ότι το συγκεκριμένο διάταγμα του, δεν θα επηρεάσει προγενέστερες του αξιώσεις, υποθήκες κ.λ.π. Συνεχίζει δε ο λόγος ένστασης, ο οποίος αποτέλεσε και μέρος της επιχειρηματολογίας του συνηγόρου του καθ’ ου η αίτηση 2, πως η πρόβλεψη και η διευκρίνιση αυτή, θέτει εκποδών κάθε αξίωση ή επιφύλαξη της Αιτήτριας και τους «αφόπλισε» από του να δικαιούνται να αιτηθούν όσα τώρα με την παρούσα αίτηση τους αξιώνουν και εν γένει λανθασμένα και αβάσιμα εκθέτουν προς υποστήριξη της θνησιγενούς, όπως τη χαρακτηρίζουν αίτησης τους, την οποία και θεωρούν και πρόωρη.
Τα γεγονότα τα οποία περιβάλλουν την υπόθεση προσφέρονται με την ένορκη δήλωση του καθ’ ου η αίτηση 2, υπό την αναφερόμενη ως άνω ιδιότητα του.
Περιγράφει την πορεία της διαχείρισης της περιουσίας του Γ. Παναγή, την οποία ανέλαβε μετά το θάνατο της προηγούμενης διαχειρίστριας, υπογραμμίζοντας πως το μόνο περιουσιακό στοιχείο το οποίο απέμεινε ήταν τα δύο καταστήματα τα οποία αγόρασε από την εταιρεία Pieris.
Είχαν συναντήσει διαχρονικά, πλείστα όσα προβλήματα και αντιρρήσεις από τον διαχειριστή της Pieris κ. Κώστα Φραντζή, καθ’ ου η αίτηση 3, ο οποίος πρόσφατα, στην προβληθείσα αξίωση του διαχειριστή να τους μεταβιβάσει τα δύο καταστήματα ζήτησε, ως δήθεν οφειλόμενο, το εξωφρενικό ποσό των €120.000.
Ευρισκόμενοι προ αδιεξόδου, ζήτησαν και έλαβαν νομική συμβουλή, ως αποτέλεσμα της οποίας κατέθεσαν τη Γενική Αίτηση 74/22, δυνάμει της οποίας εξεδόθη το προσβαλλόμενο διάταγμα για την εκπρόθεσμη κατάσταση του πωλητηρίου εγγράφου. Μετά την εξασφάλιση του διατάγματος προχώρησαν με τη διαδικασία που προσφέρεται από το Νόμο για τους εγκλωβισμένους αγοραστές.
Θεωρεί πως, όπως ο καθένας αγοραστής που αγοράζει ακίνητο έχει δικαίωμα να το καταχωρήσει στο Κτηματολόγιο και ουδείς έχει δικαίωμα να ενστεί. Αποτελεί τη θέση τους πως η Αιτήτρια έχει δικαίωμα να ενστεί και προβάλει τις θέσεις της, στη διαδικασία την οποία ήδη ξεκίνησαν για προστασία εγκλωβισμένου αγοραστή, όπως δηλαδή προσφέρεται από το Μέρος VIB του περί Mεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο, Ν. 9/65.
Εν πρώτοις πρέπει να σημειωθεί πως ουδέν προσφέρθηκε για υποστήριξη ή διευκρίνηση του λόγου ένστασης περί παρουσίασης εκ μέρους των αιτητών ψευδών στοιχείων και τεκμηρίων. Το προβληθέν επιχείρημα τους, πως το εκδοθέν προσβαλλόμενο διάταγμα προέβλεψε πως η κατάθεση του δεν θα επηρεάσει προγενέστερες υποθήκες, δεν προσφέρει περαιτέρω, από όση ο Νόμος προσφέρει προστασία, για η σειρά εγγραφής εμπραγμάτων βαρών. Πλην όμως δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός πως τυχόν επιτυχία στην αίτηση δυνάμει του Μέρους VIB του Ν. 9/65 θα έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της υποθήκης, δεδομένου πως εκείνο ακριβώς που επιτυγχάνεται με το ρηθέν μέρος του Νόμου είναι η επ’ ονόματι του αγοραστή εγραφή του ακινήτου ελεύθερου εμπράγματου βάρους.
Ούτε η θέση του καθ’ ου, πως η Αιτήτρια μπορεί να εμφανιστεί στην αίτηση εγκλωβισμένου αγοραστή και να προβάλει τις θέσεις της, αποτελεί λόγο αποδοχής της ένστασης αφού η καταχώρηση της συγκεκριμένης αίτησης, έχει ως υπόβαθρο την κατάθεση του πωλητηρίου εγγράφου, τη νομιμότητα της οποίας η Αιτήτρια αμφισβητεί.
Η Αιτήτρια είχεν ήδη εγγράψει υποθήκες το 2008 επ’ ονόματι των ακινήτων της «εταιρείας», προς εξασφάλιση πιστωτικών διευκολύνσεων τις οποίες η εταιρεία έλαβε. Ουδείς λόγος έγινε ή εδόθη πληροφόρηση προς την Αιτήτρια για πώληση ακινήτου προς τρίτον, εδώ του καθ’ ου η αίτηση. Οι υποθήκες αυτές εκάλυπταν όλα τα ακίνητα περιλαμβανομένου του επίδικου καταστήματος, όπως προκύπτει τόσο από την ειδοποίηση τύπου «Ι» την οποίαν η Αιτήτρια εξέδωσεν και απέστειλεν προς την εταιρεία Pieris στην οποίαν γίνεται αναφορά στο επίδικο ακίνητο (τεκμ. 7 αίτησης) όσο και στο τεκμ. 6 της ειδοποίησης την οποίαν το Κτηματολόγιο απέστειλε στους αιτητές ως ενυπόθηκων δανειστών, ενημερώνοντας τους για την εκπρόθεσμη καταχώρηση του πωλητηρίου στην οποίαν περιγράφονται οι υποθήκες που βαρύνουν το επίδικο κατάστημα του οποίου δίδουν πλήρη στοιχεία.
Είναι σημαντικό να τονιστεί, πως ενώ συνήφθησαν υποθήκες το 2008 χωρίς αναφορά σε πωλήσεις ακινήτων, ενώ εστάλη στις 23/6/2021 στον εκκαθαριστή της εταιρείας ειδοποίηση τύπου “Ι” για την πρόθεση εκποίησης του επίδικου ακινήτου και ενώ εδόθη η μεταγενέστερη ειδοποίηση Τύπου «ΙΒ» στις 25/8/2021 ωστόσο, εμφανίζεται μόλις στις 23/6/22, το πωλητήριο έγγραφο ημερ. 16/6/78 του οποίου εζητήθη η εκπρόθεσμη κατάθεση.
Είναι ορθή η θέση της Αιτήτριας πως η, κατά σαράντα τέσσερα (44) χρόνια μετά τον φερόμενο καταρτισμό του, έγκριση εκπρόθεσμης κατάθεσης, χωρίς κανένα έλεγχο η εξέταση τυχόν αλλαγής της νομικής του κατάστασης και χωρίς τη δυνατότητα να ακουστούν τυχόν ενυπόθηκοι πιστωτές καταστρατηγεί τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.
Κρίνεται ως απόλυτα σχετικό με όσα στην παρούσα αίτηση συζητείται το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Bank of Cyprus Public Company Ltd, Πολ. Έφεση 68/2019 ημερ. 8/5/2020, ECLI:CY:AD:2020:A144, με την οποία ανατράπηκε η πρωτόδικη κρίση άρνησης παραχώρησης άδειας για καταχώρηση διά κλήσεως αίτησης certiorari.
“Έχουμε εξετάσει την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της επιχειρηματολογίας που ανέπτυξε ενώπιον μας η ευπαίδευτος συνήγορος της Τράπεζας. Διαμορφώσαμε την άποψη ότι, υπό τα περιστατικά της υπόθεσης η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η Τράπεζα δεν απέδειξε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Τούτο γιατί, ναι μεν το άρθρο 12[1] του Νόμου αποβλέπει στην προστασία αγοραστή ακινήτου και ναι μεν στις πρόνοιες του εν λόγω άρθρου απουσιάζει ρητή πρόνοια για επίδοση της αίτησης για κατάθεση στο Κτηματολόγιο σύμβασης «σε οποιοδήποτε χρόνο» σε καθορισμένα πρόσωπα, αλλά δεν μπορεί κατά την άποψή μας να αγνοηθεί το γεγονός ότι η διαδικασία που προνοείται στο υπό αναφορά άρθρο έχει ως αντικείμενο ακίνητη περιουσία. Με αυτό ως δεδομένο θεωρούμε ότι θα έπρεπε να απασχολήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά πόσο η μη συνένωση στην αίτηση της Τράπεζας - η οποία είχε εγγράψει στα επίδικα κτήματα πρώτη υποθήκη σε χρόνο που αυτά ήταν ελεύθερα παντός εμπράγματου βάρους ή άλλης επιβάρυνσης - ενδεχομένως να καθιστούσε τη διαδικασία θνησιγενή και άκυρη λόγω του ότι η ίδια δεν είχε συνενωθεί ως διάδικος στη διαδικασία. Υπενθυμίζουμε επί του προκειμένου ότι κατά πάγια νομολογία (Ηadjipetrou v. Petsoloukas (1965) 1 CLR 83, HjiSavva and Others v. Loizou (1982) 1 CLR 218, Τιτινίδου ν. Ρεσιάντ (1993) 1 ΑΑΔ 429, Γεωργιάδου ν. Γεωργιάδη (1999) 1 ΑΑΔ 1210 και Κωνσταντίνου κα ν. Διευθυντή Κτηματολογίου (2012) 1 ΑΑΔ 1990, σε διαδικασίες που έχουν ως αντικείμενο ακίνητη ιδιοκτησία επιβάλλεται να συνενώνονται ως διάδικοι όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, κάτι που στην υπό εξέταση περίπτωση δεν έγινε. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το κατώτερο Δικαστήριο επέτρεψε την εκπρόθεσμη κατά 26 χρόνια κατάθεση του πωλητηρίου ημερ. 31.10.1991, χωρίς να προβληματιστεί κατά πόσο στο μεσολαβήσαν υπέρμετρα μεγάλο χρονικό διάστημα ενδεχομένως η νομική κατάσταση των επίδικων κτημάτων να είχε διαφοροποιηθεί. Κατά συνέπεια θεωρούμε ότι το κατώτερο Δικαστήριο, εκδίδοντας το διάταγμα ημερ. 27.11.2017 χωρίς να βεβαιωθεί ότι στα επίδικα ακίνητα δεν υπήρχαν εγγεγραμμένα εμπράγματα δικαιώματα άλλων προσώπων, φαίνεται να ενήργησε καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας και περαιτέρω φαίνεται να παραβίασε το δικαίωμα της φυσικής δικαιοσύνης τρίτων προσώπων - εδώ της Τράπεζας - να ακουστούν ως προς το όλο ζήτημα.»
Όπως και στην ανωτέρω υπόθεση έτσι και στην προκείμενη περίπτωση η Αιτήτρια είναι ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ως εμπράγματος δικαιούχος Υποθηκών επί του ακινήτου και δεν έλαβε γνώση για τη διαδικασία της Γενικής Αίτησης υπ’ αρ. 74/2022 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ώστε να δυνηθεί να εκθέσει τις θέσεις και αντιτάξει τα επιχειρήματα της τα οποία να δικαιολογούν την άρνηση κατάθεσης μετά από το τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα των 44 ετών της σύμβασης αγοραπωλησίας ακινήτου, της οποίας η νομική κατάσταση έχει ουσιωδώς διαφοροποιηθεί.
Κρίνεται επομένως πως στην παρούσα περίπτωση το Επαρχιακό Δικαστήριο εκδίδοντας το προσβαλλόμενο διάταγμα χωρίς να βεβαιωθεί εάν επί του επίδικου ακινήτου υπήρχαν εγγεγραμμένα εμπράγματα βάρη τα οποία επηρέαζαν τα δικαιώματα τρίτων προσώπων την εκδοχή των οποίων δεν άκουσε, ενήργησε καθ’ υπέρβαση εξουσίας και κατά παράβαση του δικαιώματος της φυσικής δικαιοσύνης της Αιτήτριας να ακουστεί ως προς το ζήτημα της έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος το οποίο επέτρεπε την εκπρόθεσμη καταχώρηση του αγοραπωλητηρίου εγγράφου.
Συνακόλουθα η Αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται προνομιακό ένταλμα της φύσεως certiorari, με το οποίο ακυρώνεται το Διάταγμα ημερ. 23/6/2022. Επιδικάζονται έξοδα €1.500 υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του καθ’ ου η αίτηση 2.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Κασ
[1] Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν σχετικής αίτησης, να επιτρέψει την κατάθεση σύμβασης ή την έγερση αγωγής για ειδική εκτέλεση για συμβάσεις οι οποίες παραμένουν σε ισχύ και συνομολογήθηκαν σε οποιοδήποτε χρόνο, έστω και αν έχει παρέλθει η προβλεπόμενη για το σκοπό αυτό χρονική περίοδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή η προθεσμία κατάθεσης τους σύμφωνα με τις διατάξεις του καταργηθέντα με τον παρόντα Νόμο περί Πώλησης Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόμου, ανάλογα με την περίπτωση, όταν κρίνει τούτο δίκαιο και εύλογο για την προστασία του αγοραστή».
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο