ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ BORIS MINTHS κ.α., Αρ. Αίτησης 24/2023, 15/3/2023

ECLI:CY:AD:2023:D88

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

i-justice

Αρ. Αίτησης 24/2023

 

 

 15 Μαρτίου 2023

 

 

[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤON ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) BORIS MINTHS (2) DMITRY MΙΝΤΗS ΚΑΙ (3) ΕΛΕΝΑ ΑΤΑΜΟΒΙΤΣ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 22.02.2023 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 3180/2018 ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 14/1960 ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦ.6

 

-------------------------------------

 

 

 

 

 Μ. Παναγίδης με Ο. Καΐλη, για Χαβιαράς & Φιλίππου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.

-------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

   ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.Oι Aιτητές ζητούν άδεια για να καταχωρίσουν αίτηση με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση της Ενδιάμεσης Απόφασης ημερ.22.2.2023, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, το κατώτερο Δικαστήριο, στα πλαίσια της αγωγής αρ.3180/2018, στην οποία ήταν οι Εναγόμενοι 4-6. 

 

Την 24.3.2020 στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής, κατόπιν ακρόασης, εκδόθηκε διάταγμα που απαγόρευε σε όλους τους Εναγόμενους τη μεταφορά, διάθεση, διαχείριση ή μείωση των περιουσιακών τους στοιχείων μέχρι συγκεκριμένου ποσού και περιλάμβανε υποβοηθητικά διατάγματα αποκάλυψης περιουσιακών στοιχείων.  Η  απόφαση ημερ.24.3.2020 εφεσιβλήθηκε από τους Αιτητές και την Εναγόμενη 7 και η έφεση εκκρεμεί.

 

Την 22.2.2023, στα πλαίσια αίτησης του Ενάγοντα ημερ.25.9.2020, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας στην οποία οι Αιτητές εκπροσωπούνταν από τους νυν δικηγόρους τους, το κατώτερο Δικαστήριο, εξέδωσε την υπό έλεγχο Ενδιάμεση Απόφαση, που συνίστατο σε:

«Διάταγμα του Δικαστηρίου που να απαγορεύει και/ή εμποδίζει τους Εναγόμενους/Καθ΄ων η Αίτηση 4, 5 και 6 από του να υπερασπιστούν την αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο και/ή να ακουστούν στη διαδικασία και/ή να προωθούν και/ή να προωθήσουν οποιαδήποτε άλλη διαδικασία και/ή διάβημα στην υπόθεση με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο μέχρις ότου αυτοί συμμορφωθούν πλήρως με το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 24/03/2020 και/ή μέχρι νεότερων οδηγιών του Δικαστηρίου.»

 

 

  Κατά την εκδίκαση της αίτησης ημερ.22.2.2023 δεν αμφισβητήθηκε ότι οι Αιτητές γνώριζαν για την έκδοση του διατάγματος ημερ.24.3.2020 που, όπως προειπώθηκε, είχε εκδοθεί inter partes.  Ούτε ότι δεν καταχώρισαν ένορκη δήλωση αποκάλυψης των περιουσιακών τους στοιχείων, όπως το διάταγμα τους διάτασσε.  Αδιαμφισβήτητο ήταν επίσης ότι το διάταγμα ουδέποτε τους είχε επιδοθεί. 

 

Το κατώτερο Δικαστήριο διέκρινε την ενώπιον του διαδικασία από τη διαδικασία για τιμωρία λόγω παρακοής διατάγματος.  Ανέφερε πως ό,τι επιδίωκε ο Ενάγοντας ήταν την έκδοση διατάγματος τύπου «unless order» και όχι την τιμωρία των Αιτητών δυνάμει του Άρθρου 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/1960, όπως έχει τροποποιηθεί, και σε αυτή τη βάση, έκρινε ότι το γεγονός ότι το διάταγμα ημερ.24.3.2020 δεν τους είχε επιδοθεί δεν είχε βαρύνουσα σημασία.  Στη συνέχεια ανέφερε ότι θεωρούσε ότι δεν υπήρχε άλλος αποτελεσματικός τρόπος να διασφαλιστεί η υπακοή των Αιτητών στο διάταγμα ημερ.24.3.2020 και προχώρησε στην έκδοση του υπό έλεγχο διατάγματος.

 

Είναι η θέση των Αιτητών ότι δεν μπορούσε να εκδοθεί διάταγμα τύπου «unless order» εναντίον τους, χωρίς να έχει προηγηθεί η επίδοση του διατάγματος στο οποίο δεν υπήρχε συμμόρφωση.  Πάντα κατά τη θέση τους, υπάρχει προφανές νομικό σφάλμα και ελάττωμα στο φάκελο της διαδικασίας.  Επικαλούνται ακόμα ότι το υπό έλεγχο διάταγμα παραβιάζει τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης καθότι οι Αιτητές δεν μπορούν να υπερασπιστούν τους εαυτούς στους στην εναντίον τους αγωγή.

 

   Θέμα παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης δεν εγείρεται.  Το διάταγμα εκδόθηκε inter partes με τους Αιτητές να εκπροσωπούνται από τους δικηγόρους τους.  Τέτοια διατάγματα, που στερούν το δικαίωμα ακρόασης σε διάδικο μπορούν να εκδοθούν.  Και εφόσον εκδοθούν σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στη νομολογία δεν θεωρούνται ότι παραβιάζουν τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, παρά το αποτέλεσμα που έχουν.

 

    Το ερώτημα είναι κάτω από ποιες περιστάσεις μπορεί η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να ασκηθεί ώστε να απαγορεύσει σε διάδικο να ακουστεί σε διαδικασία στην οποία έχει ενδιαφέρον, με αναφορά στο ζήτημα της μη συμμόρφωσης του με διάταγμα του δικαστηρίου που εκδόθηκε εναντίον του.  Το γεγονός της μη συμμόρφωσης σε συνδυασμό με γνώση της ύπαρξης του διατάγματος, όπως εν προκειμένω, είναι αρκετό για να εξεταστεί το ενδεχόμενο τέτοιας απαγόρευσης ή χρειάζεται να έχει προηγηθεί η επίδοση του διατάγματος όπως προβλέπεται στη Δ.42Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ώστε, εξ αντικειμένου, να μπορεί να υπάρχει παρακοή του διατάγματος, έστω και αν δεν έχει ακόμα αποφανθεί το δικαστήριο ότι υπήρξε παρακοή;

 

    Αυτό που επικαλούνται οι Αιτητές είναι ότι εσφαλμένα το κατώτερο Δικαστήριο δεν συσχέτισε τη διαδικασία έκδοσης «unless order» με τη διαδικασία της παρακοής και ουσιαστικά αγνόησε την προϋπόθεση προσωπικής επίδοσης για ενεργοποίηση της διαδικασίας της παρακοής.  Το πλαίσιο που οι ίδιοι οι Αιτητές θέτουν την υπόθεση τους είναι σε εσφαλμένη θεώρηση της διαδικασίας και ότι το κατώτερο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά το γεγονός ότι δεν υπήρξε επίδοση του διατάγματος.  Σε κανένα σημείο της Αίτησης τους δεν προσεγγίζουν το ζήτημα ως ζήτημα δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου.  Η κατάλληλη διαδικασία για να κριθεί το εγειρόμενο ζήτημα της ορθότητας της Ενδιάμεσης Απόφασης ημερ.22.2.2023 είναι η έφεση.

 

Υποστηρίζουν, ωστόσο, οι Αιτητές ότι δεν παρέχεται άλλο ένδικο μέσο στη διάθεση τους καθότι δεν δύνανται να λάβουν οποιαδήποτε μέτρα στην αγωγή.  Κατά την εισήγηση τους, το υπό έλεγχο διάταγμα τους απαγορεύει από του να εφεσιβάλουν την Ενδιάμεση Απόφαση ημερ.22.2.2023.

 

Είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι το υπό έλεγχο διάταγμα δεν είχε τέτοια εμβέλεια.  Το λεκτικό του «…να προωθήσουν οποιαδήποτε άλλη διαδικασία και/ή διάβημα στην υπόθεση με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο», με σαφή αναφορά στον αριθμό και τίτλο, περιορίζει την απαγόρευση στην ίδια την αγωγή.  Τούτου δοθέντος, παρενθετικά αναφέρεται ότι θα ήταν εντελώς απαράδεχτο για ένα πρωτόδικο δικαστήριο να απαγορεύσει τον έλεγχο της ορθότητας της απόφασης του από το εφετείο ή και της νομιμότητας της από το Ανώτατο Δικαστήριο.  Επομένως, το ένδικο μέσο της έφεσης ήταν στη διάθεση των Αιτητών για να προσβάλουν την ορθότητα της επίδικης Ενδιάμεσης Απόφασης και να επιτύχουν την ακύρωση του διατάγματος ημερ.24.3.2020.  Και όταν το ζήτημα είναι επείγουσας φύσης και συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, μπορεί να ζητηθεί η επίσπευση της ακρόασης της έφεσης προς εξυπηρέτηση της δικαιοσύνης.

 

    Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προνοµιακών ενταλµάτων δεν είναι υποκατάστατη της δικαιοδοσίας της έφεσης, ούτε µπορεί να χρησιµοποιείται ως έφεση υπό µεταµφίεση (Πατσαλίδης (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 1350, Καμηλάρης (2013) 1Β Α.Α.Δ. 1001, 1006).

Επομένως η από μέρους των Αιτητών προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της έκδοσης προνομιακού εντάλματος, που αποτελεί την εφεδρεία της δικαιοδοσίας και το κατάλοιπο των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και που ασκείται κατά προνόμιο, δεν δικαιολογείται (Αναφορικά με το Διάταγμα ημερ.7.4.2017, Πολ. Αίτ.74/2017, ημερ.20.6.2017, ECLI:CY:AD:2017:D228).

 

    Κατά συνέπεια, η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                                           Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο