ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI v. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤH ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 10/2/2023 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΥΠ’ ΑΡ. 7386/22, Πολιτική Αίτηση Αρ. 31/2023, 7/4/2023

ECLI:CY:AD:2023:D144

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ           i-justice

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ  

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 31/2023)

 

 

7 Απριλίου, 2023

 

 

[Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΊ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤH ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 10/2/2023 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΥΠ’ ΑΡ. 7386/22 ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΙΑΤΑΧΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΗ/ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ ΑΝΑΛΟΓΗ ΜΕ ΤΑ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ

---------

 

Γ. Χατζηχάννα (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα

 

Eλ. Γεωργίου (κα) με Κ. Κουππαρή (κα) για τους καθ’ ων η αίτηση

………….

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.Μετά τη δοθείσα άδεια στις 16/3/2023 καταχωρήθηκε η κρινόμενη διά κλήσεως αίτηση με την οποίαν επιζητείται η «έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari για το σκοπό ακύρωσης της διαταγής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας ημερ. 10/2/2023, που εκδόθηκε στα πλαίσια της προσφυγής υπ’ αρ. 7386/2022 και με την οποίαν διατάχθηκαν οι καθ’ ων η αίτηση να προχωρήσουν ιατρική/ψυχολογική εξέταση της Αιτήτριας ανάλογη με τα ισχύοντα στο Άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου.”

 

Ένταλμα certiorari εκδίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο ως κατάλοιπο εξουσίας, όπου ο αιτητής ικανοποιεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και συζητήσιμο θέμα κατά τα αποφασισθέντα στην Αναφορικά με την Bank of Cyprus Public Company Ltd, Πολ. Έφ. 12/21 ημερ. 6/4/2021 και στην πάγια επί του θέματος νομολογία.

 

Ακόμη όμως και να υπάρχει συζητήσιμο θέμα, δεν δίδεται άδεια εάν υπάρχει πρόσφορο άλλο ένδικο μέσο.

 

H χρήση του εντάλματος certiorari γίνεται και σε περιπτώσεις ύπαρξης πρόδηλης νομικής πλάνης (error of law appearing on the face of the record).  Αναφέρεται στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη ¨Προνομιακά Εντάλματα» σελ. 118 με παραπομπή στην υπόθεση R. v. Northumberland Compensation Appeal Tribunal, Ex parte Shaw (1952) 1 All E.R. 122, πως:

 

«…..It exists to correct an error of law where revealed on the face of an order or decision or irregularity, or absence of, or excess of, jurisdiction where shown.  The control is exercised by removing an order or decision, and then by quashing it.”

 

Τα γεγονότα που πλαισιώνουν την υπόθεση και οδήγησαν στην καταχώρηση της παρούσας Αίτησης, έχουν συνοπτικά ως ακολούθως:

 

Ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) καταχωρήθηκε η προσφυγή υπ’ αρ. 7386/2022, Αιτήτρια στην οποία είναι η M. M., στο εξής για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, καθ’ ης η αίτηση.  Στις 6/2/2023, ημερομηνίαν κατά την οποίαν ήταν ορισμένη, δόθηκαν οδηγίες για καταχώρηση ένστασης εκ μέρους τoυ καθ’ ου η αίτηση, Αιτητή στην παρούσα διαδικασία, σε ενδιάμεση αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας και η υπόθεση ορίστηκε γι’ ακρόαση στις 8/3/2023.

 

Στις 10/2/2023 η υπόθεση τέθηκε εκτάκτως ενώπιον του ΔΔΔΠ, μετά από προφορικό αίτημα της συνηγόρου της καθ’ ης η αίτηση,  για παραπομπή της σε ψυχολόγο.  Το ΔΔΔΠ επιλήφθηκε του αιτήματος, αφού κλήθηκε και εμφανίστηκε εκ μέρους του Αιτητή, άλλος δικηγόρος από εκείνο που χειριζόταν την υπόθεση, και ο οποίος έτυχε να βρίσκεται στην αίθουσα του Δικαστηρίου και διέταξε τον Αιτητή να προχωρήσει σε ιατρική/ψυχολογική εξέταση της καθ’ ης η αίτηση, ανάλογη με τα ισχύοντα στο ‘Αρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ο Αιτητής προέβαλε με τη μονομερή Αίτηση και προβάλλει πως το ΔΔΔΠ ενήργησε εκτός των ορίων της δικαιοδοσίας του και κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, αφού δεν του δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί και ενστεί.

 

Το πρακτικό του ΔΔΔΠ με το οποίο εδόθη το επίδικο διάταγμα αναφέρει:

 

«Δικαστήριο:  Η υπόθεση τίθεται σήμερα εκτάκτως ενώπιον μου, γιατί η συνήγορος της αιτήτριας υποστηρίζει ότι η αιτήτρια ως θύμα βιασμού, λανθασμένως έχει κριθεί αναξιόπιστη, καθώς αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα.  Με βάση τα ενώπιόν του δεδομένα, το Δικαστήριο δίνει τις ακόλουθες οδηγίες.  Πρώτον, θα αναστείλει προσωρινά την εκδίκαση της υπόθεσης και θα ζητήσει από τους Καθ’ ων η αίτηση να προχωρήσουν σε ψυχολογική-ιατρική εξέταση της αιτήτριας, η οποία βρίσκεται υπό κράτηση, ενδεχομένως να αποτελεί ευάλωτο πρόσωπο και η προσφυγή της πρέπει να εξεταστεί με ταχύτητα καθώς βρίσκεται και υπό κράτηση.  Το δεδομένο αυτό ενδέχεται να επηρεάζει και το μέτρο της κράτησης, το οποίο ωστόσο δεν είναι επίδικο εν προκειμένω.  Επειδή το ζήτημα της αξιοπιστίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας θα κριθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, καθώς το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει την αίτηση ασύλου της Αιτήτριας εξ υπαρχής και ex nunc, θεωρεί σκόπιμο για το βέλτιστο συμφέρον της δικαιοσύνης, να δοθούν οι εν λόγω οδηγίες στους καθ’ ων η αίτηση.  Η ψυχική και η σωματική κατάσταση της Αιτήτριας μπορούν να διαγνωστούν μόνο κατόπιν σχετικών επιστημονικών μεθόδων, γιατί πρόκειται για επιστημονικής φύσεως γνώση που δεν κατέχει το Δικαστήριο.  Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Αιτήτριας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εξέτασης της αίτησης της για διεθνή προστασία και από τη διάγνωση της κατάστασής της ως εν δυνάμει ευάλωτου προσώπου εξαρτάται εάν είναι πράγματι ικανή να εκθέσει με συνοχή τις θέσεις της και σε ποιο βαθμό (βλ. EASO Practical Guide: Evidence Assessories.  Λαμβάνοντας υπόψη τα ανθρώπινα δικαιώματα και κυρίως το δικαίωμα της αιτήτριας στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11, εδάφιο 6 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου και λαμβάνοντας υπόψη και τους διαδικαστικούς κανονισμούς του παρόντος Δικαστηρίου και ειδικά τον διαδικαστικό κανονισμό 8, σε συνάρτηση με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, αναφορικά με τον χειρισμό και τις συνθήκες των προσώπων που είναι ευάλωτα, διατάσσονται οι Καθ’ ων η αίτηση να προχωρήσουν στη συγκεκριμένη ιατρική/ψυχολογική εξέταση της Αιτήτριας ανάλογη με τα ισχύοντα στο άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου, προκειμένου να διαγνωστεί η ψυχολογική και σωματική κατάσταση της Αιτήτριας και ειδικότερα η ικανότητά της να εκθέτει παρελθόντα γεγονότα.  Αναμένεται να έχουν ενημερώσει σχετικά με τις ενέργειες που λήφθηκαν μέχρι τις 20/2/23, το Δικαστήριο.»

 

Η διά κλήσεως Αίτηση επιδόθηκε στη συνήγορο της καθ’ ης η αίτηση (Αιτήτρια στην προσφυγή 7386/2022), η οποία ενίσταται στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, εγείροντας διάφορους λόγους όπως, μεταξύ άλλων, απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων από τον Αιτητή κατά την καταχώρηση της μονομερούς Αίτησης επί τη βάσει της οποίας εξασφαλίστηκε η άδεια.

 

Προς επίρρωση του λόγου τούτου, επικαλείται το γεγονός της μη αποκάλυψης του ερυθρού 12 ημερ 13/10/2022, στο οποίο το ΔΔΔΠ βασίστηκε για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Το κυανούν 12, το οποίο επισυνάφθηκε ως τεκμ. 2 στην ένορκη δήλωση, η οποία συνοδεύει την ένσταση, είναι η τελευταία σελίδα της συνέντευξης της καθ’ ης η αίτηση με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, επί της οποίας υπάρχει χειρόγραφη σημείωση της λειτουργού με την οποία προτείνει όπως η καθ’ ης η αίτηση εξεταστεί από ψυχολόγο.

 

Ο Αιτητής δεν αμφισβητεί την ύπαρξη της σημείωσης και την γενομένη από τη Λειτουργό σύσταση, πλην όμως διατείνεται πως το εν λόγω έγγραφο ουδεμία σχέση έχει με τα επίδικα θέματα που απασχολούν την παρούσα διαδικασία.  Εισηγείται επίσης πως το εν λόγω έγγραφο δεν δίδει δικαιοδοσία στο κατώτερο Δικαστήριο για έκδοση του επίδικου διατάγματος. 

 

Συμφωνώ με όσα ο Αιτητής αναφέρει.  Το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας έκδοσης προνομιακού εντάλματος, εξετάζει τη νομιμότητα της πρωτόδικης κρίσης καθώς και τη δικαιοδοσία προς έκδοση της.  Η ύπαρξη εγγράφου της Διοίκησης αποτελεί υλικό το οποίο θα συνυπολογιστεί κατά την εξέταση της προσφυγής και όχι έγγραφο το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο για έκδοση προνομιακού εντάλματος.  Συνεπώς η αποκάλυψη του, δεν θα συνέβαλλε στη διαμόρφωση της απόφασης για παραχώρηση ή μη άδειας για καταχώρηση διά κλήσεως αίτησης για έκδοση εντάλματος τύπου certiorari.

 

Επεκτείνοντας τη σκέψη της η συνήγορος της καθ’ ης η Αίτηση, εισηγείται πως το κατώτερο Δικαστήριο, προέβη στην έκδοση του επίδικου διατάγματος, ενόψει του κατεπείγοντος του θέματος, βασιζόμενο στη σύσταση της Λειτουργού, την οποία και ενεργοποίησε.

 

Έχω μελετήσει τα γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν τη βάση έκδοσης της επίδικης απόφασης και όσα οι συνήγοροι κατέγραψαν στις αγορεύσεις του και ανέπτυξαν προφορικά κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση.

 

Έχοντας υπόψη ότι τα όρια της δικαιοδοσίας ή αρμοδιότητας του Δικαστηρίου καθορίζονται από το Νόμο ο οποίος καθιδρύει το Δικαστήριο και ότι δικαιοδοσία πρέπει να υπάρχει πριν την έκδοση της απόφασης (Λαυρέντης Α. Δημητρίου, Αιτήσεις αρ. 39/1988 και 40/1988 (1990) 1 ΑΑΔ 256) όπως επίσης πως το πρακτικό της απόφασης του ΔΔΔΠ εξετάζεται και, αν υπάρχει υπέρβαση δικαιοδοσίας ή πρόδηλη πλάνη νόμου, τότε η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, εξετάζω την επίδικη απόφαση σε συνάρτηση με τη δικαιοδοτική βάση την οποίαν το ΔΔΔΠ επικαλέστηκε.

 

Το Άρθρο 11(6) του Ν. 73(Ι)/2018 αναφέρει:

     «11(6) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας δύναται να διατάζει διοικητική αρχή όπως του απαντήσει ερώτημα σχετικό προς το εξεταζόμενο επίδικο θέμα εντός καθοριζόμενης από το δικαστήριο προθεσμίας.»

 

Ενώ ο Καν. 8 των Κανονισμών 3/19 προνοεί πως:

 

«Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τις διαδικασίες και εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις.»

 

Προκύπτουν από τα ανωτέρω πως οι εν λόγω Κανονισμοί ρυθμίζουν τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου καθώς και την εξουσία που αυτό έχει να απευθύνει ερωτήματα σε αρμόδιες αρχές, όπως π.χ. να να πληροφορηθεί γιατί δεν υπέβαλαν την καθ’ ης η αίτηση σε ψυχολογική εξέταση ή να πληροφορηθεί το αποτέλεσμα αυτής και να ζητήσει την προσκόμιση του, αφού αυτή η εξέταση αποτελεί ιατρική μαρτυρία.

 

Το Άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου προνοεί υπό τον τίτλο «Ιατρική και ψυχολογική εξέταση αιτητή» πως:

 

«15.-(1) Όταν ο αρμόδιος λειτουργός κρίνει σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) και το εδάφιο (3) του άρθρου 16 και τα εδάφια (3) έως (5) του άρθρου 18, και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του αιτητή, παραπέμπει τον αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, όσον αφορά-

(α) Ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και

(β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας.

(2) Η ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), διενεργείται δημοσία δαπάνη από κατάλληλα εκπαιδευμένους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και τα αποτελέσματά της υποβάλλονται στην Υπηρεσία Ασύλου το ταχύτερο δυνατό.»

 

Με το ανωτέρω Άρθρο παρέχονται αρμοδιότητες και διακριτική ευχέρεια στο Διοικητικό Λειτουργό να παραπέμψει σε τέτοιους είδους εξέταση έναν Αιτητή, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει, με σκοπό την υποβοήθηση στη λήψη απόφασης επί του εξεταζόμενου αιτήματος.

 

Είναι εμφανές από τα ανωτέρω πως το ΔΔΔΠ ενήργησε εκτός των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του.  Η ύπαρξη κατεπείγοντος ζητήματος, δεν μπορούσε να του προσδώσει δικαιοδοσία η οποία έχει ανατεθεί σε άλλα όργανα του Κράτους.  Ούτε μπορεί να λεχθεί ότι αντλεί δικαιοδοσία από Διοικητικούς Λειτουργούς, όπως εισηγήθηκε η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση.  Θα μπορούσε να απευθύνει ερώτημα, ως ο Κανονισμός 11(6) προνοεί για να πληροφορηθεί για τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν οι διοικητικοί λειτουργοί ή σε εκείνες που παρέλειψαν να προβούν και τα αποτελέσματα της τυχόν ψυχολογικής εξέτασης στην οποίαν η καθ’ ης η αίτηση έχει υποβληθεί.

 

Ο ισχυρισμός της καθ’ ης αίτηση ότι το κατώτερο Δικαστήριο ζήτησε στην ουσία συμμόρφωση της λειτουργού με την εντολή για παραπομπή σε εξέταση δεν ευσταθεί, αφού από το ανωτέρω καταγραφέν πρακτικό, αναδεικνύεται η έκδοση διαταγής του Δικαστηρίου προς τον Αιτητή να προχωρήσει «στην ιατρική/ψυχολογική εξέταση της Αιτήτριας ανάλογη με τα ισχύοντα στο Άρθρο 15 του περι Προσφύγων Νόμου…..».

 

Είναι εμφανές από το εκτεθέν ανωτέρω πρακτικό πως το ΔΔΔΠ δεν βασίστηκε ούτε στο Κυανούν 12/τεκμ. 2 ένορκη δήλωση ένστασης αλλά ούτε στην εισήγηση της λειτουργού, αλλά εξέδωσε το επίδικο διάταγμα/οδηγίες επικαλούμενο τα άρθρα τα οποία έχουν εξεταστεί ανωτέρω.

 

Ενόψει της κρίσης περί έλλειψης δικαιοδοσίας/εξουσίας και πλάνης περί το Νόμο, η οποία καθιστά άκυρη την έκδοση του επίδικου διατάγματος, παρέλκει η εξέταση του λόγου περί παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

 

Συνεπώς εκδίδεται διάταγμα ως η Αίτηση.

 

                                                               Δ. Σωκράτους, Δ.

 

 

/ΚΑς

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο