ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ A.G. PAPHITIS & CO, LLC v. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑΣ 03.07.2023, Πολιτική Αίτηση Αρ. 112/2023, 22/9/2023

ECLI:CY:AD:2023:D297

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ                                                          

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 112/2023)

 

 

22 Σεπτεμβρίου, 2023

 

[ΔΑΥΙΔ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΌΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ  ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ A.G. PAPHITIS & CO, LLC, ΛΕΩΦ. ΣΠΥΡΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ 84, 4004, ΛΕΜΕΣΟΣ, ΓΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑΣ 03.07.2023 ΠΟΥ ΕΠΕΒΑΛΕ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΤΡΙΑ ΠΟΙΝΗ, ΗΤΟΙ ΠΡΟΣΤΙΜΟ €20.000 (ΕΙΚΟΣΙ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΕΥΡΩ), Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΤΡΙΑ ΤΗΝ 20.07.2023 ΜΑΖΙ ΜΕ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 14.07.2023 ΠΟΥ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 24.10.2022 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΝΟΜΟ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ, Ν. 188(Ι)/2007 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

................

 

        Μ. Κωνσταντίνου (κα), για τους Αιτητές.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

        ΔΑΥΙΔ, Δ.: Mε την υπό συζήτηση αίτηση, την οποία οι Αιτητές προωθούν μονομερώς, επιζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παρατείνεται ο χρόνος για την καταχώριση αίτησης για άδεια για καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, ως προνοείται στον Κανονισμό 5(1) του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2018, για περίοδο επτά (7) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος. Αίτημα που οι Αιτητές επέλεξαν να προωθήσουν μέσω του Έντυπου Αρ. 33 [Αίτηση (πριν από την έγερση Απαίτησης)] ως αυτό προβλέπεται στο Παράρτημα Α των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 και το οποίο συνοδεύει ένορκη δήλωση της Αμαλίας Ιωάννου, ασκούμενης δικηγόρου στο Δικηγορικό Οίκο Α.Γ. Παφίτης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., ως προβλέπεται στο Έντυπο Αρ. 53 του Παραρτήματος Α των ως άνω Κανονισμών.

 

        Τα γεγονότα επί των οποίων εδράζεται η ως άνω αίτηση, ως προκύπτουν και αναδύονται από την ένορκη δήλωση της Αμαλίας Ιωάννου, είναι ότι ο Δικηγορικός Οίκος των Αιτητών, εναντίον του οποίου καταχωρήθηκε κατηγορητήριο από το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου (Υπόθεση αρ. 6/2022), στις 24.10.22 κρίθηκε ένοχος κατηγοριών οι οποίες αφορούσαν παραβιάσεις του περί Παρεμποδίσεως και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου 188(Ι)/2007 και παραβίαση οδηγίας του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου για το ίδιο θέμα. Απόφαση που κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 17.11.2022, και επιδόθηκε στους τελευταίους, στις 19.12.2022. Σε συνέχεια των πιο πάνω, με απόφαση του Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ημερομηνίας 03.07.2023, η οποία επιδόθηκε στους Αιτητές στις 20.07.2023 μέσω συνοδευτικής επιστολής, ημερομηνίας 14.07.2023, επιβλήθηκε στους Αιτητές σχετική ποινή. Υπολογίζοντας οι τελευταίοι την προβλεπόμενη προθεσμία των 45 ημερών από τις 20.07.2023, ημερομηνία που προκρίνουν ότι έλαβαν κατά τον πιο πάνω τρόπο γνώση της απόφασης της ποινής που τους επιβλήθηκε, επιχείρησαν την τελευταία ημέρα που μπορούσε αυτή εμπρόθεσμα να καταχωρηθεί, ήτοι στις 04.09.2023, να καταχωρήσουν αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την ακύρωση της εν λόγω απόφασης. Ωστόσο, στις 05.09.2023, οι Αιτητές πληροφορήθηκαν από το Πρωτοκολλητείο ότι η καταχώριση της εν λόγω αίτησης απορρίφθηκε, ενόψει της καταχώρισης της στο Μητρώο των Πρωτογενών Αιτήσεων αντί στο Μητρώο των Πολιτικών Αιτήσεων.

        Στο πλαίσιο της προσπάθειας να δικαιολογηθεί η παρέλευση της προβλεπόμενης στον ως άνω Κανονισμό προθεσμίας και η εξασφάλιση του αιτούμενου διατάγματος παράτασης χρόνου για την καταχώριση αίτησης για άδεια για καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προκρίνεται από την πλευρά των αιτητών πως η διαδικασία αμφισβήτησης της απόφασης, ημερομηνίας 03.07.2023, δεν ήταν ξεκάθαρη. Προς τούτο, (παραπέμποντας στο άρθρο 59(6Α) του Ν.188(Ι)/2007) σημειώνεται πως ενώ στο σχετικό νόμο προνοείται Προσφυγή, το Διοικητικό Δικαστήριο με απόφαση του, ημερομηνίας 24.07.23, σε υπόθεση του είδους, αποφάσισε ότι απόφαση ως η επίδικη δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί με το μέτρο της Προσφυγής, εφόσον δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη και εφόσον προερχόταν από συλλογικό όργανο μη δημόσιου δικαίου. Οι Αιτητές, οι οποίοι μελετούσαν το ενδεχόμενο Προσφυγής εξέταζαν ταυτόχρονα και άλλα ένδικα μέσα προς το σκοπό προσβολής της απόφασης ημερομηνίας 03.07.2023. Ανάμεσα σε αυτά και το ενδεχόμενο ελέγχου της ως άνω απόφασης μέσω διαδικασίας Certiorari, διαδικασία όμως που η δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση απέκλεισε. Τελικά, έχοντας υπόψη και την ως άνω εκδοθείσα απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου αποφάσισαν να καταχωρήσουν Έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, πράγμα το οποίο και έκαναν την 01.09.2023, η οποία και έγινε αποδεκτή για καταχώριση στις 05.09.2023, μέσω της εφαρμογής i-justice (Έφεση Αρ. 2/2023). Στις 02.09.2023, μέσω άρθρου στην εφημερίδα «Πολίτης» γινόταν κατανοητό από τους Αιτητές ότι μια τέτοια απόφαση θα μπορούσε να ελεγχθεί με διαδικασία Certiorari. Αυτός ήταν ο λόγος που ετοιμάστηκε και στις 04.09.2023 καταχωρήθηκε σχετική αίτηση για εξασφάλιση άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, πλην όμως σε λάθος τμήμα του Πρωτοκολλητείου. Πληροφορούμενοι την απόρριψη της ως άνω αίτησης, οι Αιτητές προχώρησαν σε καταχώριση αίτησης παράτασης χρόνου στις 05.09.2023, την οποία όμως, ενόψει του γεγονότος ότι προωθήθηκε σύμφωνα με τον τύπο Αίτησης και ένορκης δήλωσης που προβλεπόταν στους «παλαιούς θεσμούς πολιτικής δικονομίας», την απέσυραν άνευ βλάβης στις 8.9.2023, για να ακολουθήσει στη συνέχεια η καταχώριση της υπό συζήτηση αίτησης στη βάση των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας όπως αυτοί ισχύουν από τον Ιούλιο 2023.

 

        Είναι ορθό, δίκαιο και προς το συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης, προκρίνεται καταληκτικά από την πλευρά των αιτητών, να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, υποδεικνύοντας ότι η μη εμπρόθεσμη καταχώριση της Αίτησης οφείλεται σε καλόπιστο λάθος και αβλεψία, χωρίς πρόθεση οι δικηγόροι των Αιτητών να παραγνωρίσουν ή να αγνοήσουν ή να επιδείξουν ασέβεια προς το Ανώτατο Δικαστήριο και τους Κανονισμούς του. Τυχόν έγκριση της υπό συζήτηση Αίτησης, υποστηρίζουν, δεν θα προκαλέσει οποιαδήποτε ζημιά στην άλλη πλευρά ενώ θα αποφευχθούν αχρείαστα έξοδα.

Ζήτημα που κατά προτεραιότητα απασχολεί στην παρούσα αποτελεί το μέσο που οι Αιτητές μετήλθαν για την προώθηση του αιτήματός τους. Ως έχει ήδη σημειωθεί, η Αίτηση προωθείται σύμφωνα με τα Έντυπα Αρ. 33 και 53 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας ως ισχύουν από τον Ιούλιο 2023. Ωστόσο, ως ρητά διακηρύσσεται τούτο στο Μέρος 2 των ως άνω Κανονισμών, υπό τον τίτλο «Εφαρμογή και Ερμηνεία των Κανονισμών», οι ως άνω Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας δεν φαίνεται να τυγχάνουν εφαρμογής σε διαδικασίες ως η υπό συζήτηση, ενώπιων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ειδικότερα στο Μέρος 2.1 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 προβλέπεται:

 

«2.1 Εφαρμογή των κανονισμών

 

(1)       Οι παρόντες κανονισμοί εφαρμόζονται σε όλες τις διαδικασίες των Επαρχιακών Δικαστηρίων κατά την άσκηση της πολιτικής δικαιοδοσίας τους.

 (2)    Εκτός από την περίπτωση που οποιαδήποτε νομοθεσία ή κανονισμός προβλέπει διαφορετικά, οι παρόντες κανονισμοί δεν εφαρμόζονται σε διαδικασίες ενώπιον άλλων δικαστηρίων ή σε διαδικασίες ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, όταν αυτό δεν ασκεί πολιτική δικαιοδοσία.»

 

 

 

Ομοίως, το Μέρος 60 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, υπό τον τίτλο «Παλιές δικαστικές διευθετήσεις», ειδικότερα ο Κανονισμός 60.1(3) προβλέπει ότι:

 

«Οι παρόντες κανονισμοί δεν εφαρμόζονται σε σχέση με ειδικές διαδικασίες ή ειδικές δικαιοδοσίες για τις οποίες ισχύουν συγκεκριμένοι διαδικαστικοί κανονισμοί, οι οποίοι προβλέπονται από συγκεκριμένο νόμο ή κανονισμό. Νοείται ότι στο βαθμό που ο συγκεκριμένος νόμος ή κανονισμός παραπέμπει στην, ή επιτρέπει την, εφαρμογή των εκάστοτε κανονισμών πολιτικής δικονομίας, τότε εφαρμόζονται οι παρόντες κανονισμοί στο βαθμό που προβλέπεται.»

 

Παρεμβάλλεται ότι ο περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός 2018, μέσω του οποίου ρυθμίζεται η διαδικασία που αφορά τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση ενταλμάτων προνομιακής φύσης, παραπέμπει σε εφαρμογή των «Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας» μόνο για το ειδικότερο ζήτημα της επίδοσης της Αίτησης, όπου υποδεικνύεται ότι η δια κλήσεως αίτηση «επιδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις για επίδοση όπως προβλέπεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας» (Κανονισμός 8). Ταυτόχρονα, ο ως άνω Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018, παραπέμπει σε ειδικότερα έντυπα καθορίζοντας με λεπτομέρεια το περιεχόμενο τους, (Τύπος Α έως Ε) τα οποία θα πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά την εφαρμογή του ειδικότερου αυτού Διαδικαστικού Κανονισμού.

 

 

Ενόψει των πιο πάνω, η επιλογή των Αιτητών να προωθήσουν το υπό συζήτηση αίτημα τους, μετερχόμενοι τα Έντυπα αρ. 33 και 53 ως προνοείται και προβλέπονται τούτα στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023, δεν φαίνεται να ήταν η ενδεδειγμένη. Παρά την ως άνω κατάληξη του Δικαστηρίου, έχοντας κατά νου ότι στον περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσίας Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, δεν προβλέπεται ειδικός τύπος αίτησης του είδους, ήτοι για την επέκταση της προθεσμίας που αναφέρεται στον Κανονισμό 5 (1), ενώ η υπό συζήτηση αίτηση, (ως αυτή τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου) φαίνεται να περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για την προώθηση και εξέταση της στοιχεία, χωρίς παράλληλα να επηρεάζονται τα δικαιώματα οποιουδήποτε τρίτου, αποτελεί κατάληξη του Δικαστηρίου ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση, η πιο πάνω εξέλιξη δεν επιβάλλει, μονοδρομικά, τον αποκλεισμό και την απόρριψη της αίτησης από αυτό το πρώιμο στάδιο. Η διάσωση του διαβήματος κατά τον πιο πάνω τρόπο, φαίνεται άλλωστε να συνάδει, όχι μόνο με τον Πρωταρχικό σκοπό των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανώτατου Δικαστηρίου του 2023, ως διακηρύσσεται στον Κ.3, της διασφάλισης δηλαδή του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο κατά τρόπο δίκαιο και αποτελεσματικό και της ερμηνείας των Κανονισμών κατά τον ίδιο τρόπο προς αποφυγή αχρείαστων διαδικασιών σε σχέση με διαδικαστικά θέματα, αλλά και την σαφή υπόδειξη πως παράλειψη διαδίκου να συμμορφωθεί με τους Κανονισμούς δεν καθιστά τη διαδικασία άκυρη ή ακυρώσιμη και ότι το Δικαστήριο, σε περίπτωση τέτοιας μη συμμόρφωσης, μπορεί να δώσει οποιεσδήποτε οδηγίες θεωρεί κατάλληλες υπό τις περιστάσεις Κ.8(1) και (2).

 

        Ο περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσίας Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018, ειδικότερα ο Κανονισμός 5, κάτω από τον τίτλο ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ, προβλέπει ότι:

 

«(1) Αίτηση για Άδεια καταχωρείται το συντομότερο από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης.

 

(2) Το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία που αναφέρεται στην Παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμποδίζουν τον Αιτητή να καταχωρίσει την Αίτηση του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.»

 

       

        Ο πιο πάνω Κανονισμός καταγράφει την δυνατότητα παράτασης του χρόνου των 45 ημερών που ο ίδιος τάσσει από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης, στην περίπτωση που καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν την καταχώριση σχετικής αίτησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

 

        Ως προς το ζήτημα των «εξαιρετικών περιστάσεων» και πως η έννοια του όρου θα πρέπει να προσλαμβάνεται και να συνεκτιμάται σε περιπτώσεις του είδους, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Manuel Pulher, Πολιτική Έφεση Αρ. 404/2009, ημερ. 10.12.2020, υπέδειξε ότι :

 

«Με δεδομένη τη φύση της διαδικασίας του Certiorari, οι «εξαιρετικές περιστάσεις», που αναφέρονται στον Κ.5, όπως προκύπτει από τη χρήση της λέξης «εξαιρετικές», πρέπει να είναι υφιστάμενες περιστάσεις, οι οποίες παρεμποδίζουν τον αιτητή από του να αποταθεί έγκαιρα στο Δικαστήριο προς διεκδίκηση θεραπείας. Ο λόγος που επιζητείται παράταση, δυνάμει του Κ.5, θα πρέπει, αντικειμενικά κρινόμενος, να αποτελεί έναν ιδιαίτερο, πέραν του συνηθισμένου, λόγο που δεν επέτρεψε στον αιτητή να αποταθεί στο Δικαστήριο για προνομιακή θεραπεία, εντός του χρόνου που προβλέπεται από τον Κανονισμό και το συμφέρον της δικαιοσύνης να απαιτεί την επέκταση του χρόνου.»

 

 

Παρεμβάλλεται, επί του συζητούμενου, η υπόδειξη στην Απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του Τσικουρή και Άλλου, Πολ. Αιτ. 217/20, ημερ. 30.12.20, πως το τι μπορεί να αποτελέσει «εξαιρετική περίσταση» δεν μπορεί παρά να κρίνεται κατά περίπτωση και στη βάση των γεγονότων και συνθηκών της εκάστοτε υπό συζήτηση υπόθεσης.

 

Η θέση των Αιτητών ότι η αφετηρία για τον υπολογισμό της χρονικής περιόδου των 45 ημερών που προνοείται στον Κανονισμό 5(1) θα πρέπει να θεωρηθεί ουσιαστικά η ημερομηνία επίδοσης της απόφασης στις 20.7.2023, κατά τον απόλυτο τουλάχιστο τρόπο που προκρίνεται από την πλευρά τον τελευταίων, δεν φαίνεται να μπορεί να υιοθετηθεί. Η επισήμανση, ανάμεσα σε άλλα, στην Μ.Α. Christodoulou Investments Ltd v. Αδελφοί Ανδρέου και Σταύρου Χρίστου (Έμποροι) Λτδ, Πολ. Εφ. Αρ. 280/2021, ημερ. 8.2.2023, ECLI:CY:AD:2023:D48, πως «ό,τι είναι σημαντικό για σκοπούς προθεσμίας είναι πως ο χρόνος προς καταχώριση αίτησης για παροχή άδειας αρχίζει, όπως διαλαμβάνει, ο ειδικός περί τούτου κανονισμός 5(1), από την ημερομηνία έκδοσης της προβαλλόμενης πράξης», δεν μπορεί να αγνοηθεί. Εξακολουθεί τούτο να αποτελεί ζήτημα πραγματικών γεγονότων ως αυτά περιβάλλουν την εκάστοτε υπό συζήτηση περίπτωση. Γεγονός παραμένει πως η ανυπαίτια άγνοια της ύπαρξης της απόφασης, θα ήταν δυνατόν, νοουμένου ότι ο Αιτητής δεν θα μπορούσε να μάθει για την ύπαρξη της νωρίτερα ασκώντας εύλογη επιμέλεια, να ικανοποιήσει την πρόνοια του Κανονισμού 5(2), καταδεικνύοντας εξαιρετικές περιστάσεις που εμπόδισαν την καταχώριση της αίτησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. (Βλ. Αναφορικά με την Αίτηση των Αντρέας Δημητριάδης & Σία ΔΕΠΕ κ.α., Πολ. Αίτ. 196/2021, ημερ. 8.10.21).

 

 

Στρέφοντας την προσοχή στα ουσιαστικότερα των ζητημάτων που απασχολούν στην παρούσα, δεν διαλανθάνει της προσοχής ότι η υπό συζήτηση Αίτηση καταχωρίστηκε στις 11.09.2023, εξήντα εννέα (69) ημέρες μετά την έκδοση της απόφασης, ημερομηνίας 3.7.2023. Ακόμα και στην περίπτωση που οι Αιτητές δεν μπορούσαν να γνωρίζουν για την ύπαρξη της απόφασης ημερομηνίας 03.07.2023 νωρίτερα από τις 20.7.2023 - ημερομηνία που ως προκρίνεται επιδόθηκε στους ίδιους η εν λόγω απόφαση με συνοδευτική επιστολή ημερομηνίας 14.7.2023 - ασκώντας προς τούτο εύλογη και αναμενόμενη υπό τις περιστάσεις επιμέλεια, με δεδομένο ότι γνώριζαν ήδη για το γεγονός ότι κρίθηκαν ένοχοι σχετικών κατηγοριών, μέσω επιστολής ημερομηνίας 17.11.2022 η οποία τους επιδόθηκε στις 19.12.2022, και πάλι η προβλεπόμενη στο σχετικό Κανονισμό προθεσμία παρήλθε, κατά τρόπο που το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υφίστανται «εξαιρετικές περιστάσεις» που δικαιολογούν την αιτούμενη επέκταση της. Εξαιρετικές περιστάσεις, ως έχει ήδη επισημανθεί, που όχι μόνο θα πρέπει να ήταν υπαρκτές αλλά και να παρεμπόδιζαν τους Αιτητές από την καταχώριση της αίτησης τους εντός της προθεσμίας. Ως δε έχει σημειωθεί στην υπόθεση Pulher (ανωτέρω), στις περιπτώσεις που ο αιτητής: «έλαβε έγκαιρα γνώση της διαδικασίας σε βάρος του, η παράλειψή του να ενεργήσει άμεσα προς επιδίωξη θεραπείας, εναποθέτει στον αιτητή επιπρόσθετο βάρος να πείσει ότι ο λόγος που προβάλλει είναι τέτοιος που αποτελεί ένα σοβαρό πρόσκομμα στην επιδίωξη προνομιακής θεραπείας, έτσι ώστε το συμφέρον της δικαιοσύνης να εξυπηρετείται με την επέκταση του χρόνου.»

 

        Σύμφωνα με τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό συζήτηση περίπτωση, ως αυτά τέθηκαν υπόψιν του Δικαστηρίου από την πλευρά των Αιτητών, μετά την έκδοση της σχετικής απόφασης στις 03.07.2023 και την επίδοσή της στους Αιτητές στις 20.7.2023, οι τελευταίοι, παρουσιάζονται να αξιολογούν και να μελετούν την κατάσταση πραγμάτων, εξετάζοντας διάφορα ένδικα μέσα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για να προσβάλουν την υπό συζήτηση σε βάρος τους εκδοθείσα απόφαση. Μεταξύ αυτών και τη δυνατότητα δρομολόγησης διαδικασίας έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari, την οποία και απέκλεισαν. Λαμβάνοντας επίσης υπόψιν, μεταξύ άλλων, σχετική με το ζήτημα απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 24.07.2023, αποφάσισαν τελικά να εφεσιβάλουν την ως άνω απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου στις 05.09.2023 (Έφεση Αρ. 2/2013). Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι η απόφαση των αιτητών να μην προωθήσουν διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος, μεταξύ άλλων ένδικων μέσων, ήταν αποτέλεσμα μελέτης εκ μέρους τους. Οι τελευταίοι, αξιολογώντας κατά τον πιο πάνω τρόπο το ζήτημα, αποφάσισαν ότι η καταχώρηση έφεσης αποτελούσε «το καλύτερο ένδικο μέσο» αμφισβήτησης της απόφασης της ως άνω εποπτικής αρχής. Τούτο, ως γίνεται κατανοητό, παρά το γεγονός ότι ήδη από τις 02.09.2023, είχε τεθεί υπόψη τους και το αναφερόμενο άρθρο της Εφημερίδας «Πολίτης», σύμφωνα με το οποίο η απόφαση θα μπορούσε να ελεγχθεί μέσω προνομιακού εντάλματος Certiorari, διαδικασία την οποία, εν πάση περιπτώσει «η δικηγόρος η οποία χειριζόταν την υπόθεση αρχικά απέκλεισε για άλλους λόγους».

 

        Με κάθε σεβασμό, η πιο πάνω εξέλιξη γεγονότων, δεν φαίνεται να αποκαλύπτει «εξαιρετικές περιστάσεις» ως η έννοια του όρου περιλαμβάνεται στον σχετικό Κανονισμό, οι οποίες, παράλληλα, να εμπόδιζαν τους Αιτητές να απευθυνθούν έγκαιρα στο Δικαστήριο προς διεκδίκηση της συγκεκριμένης θεραπείας. Αντίθετα, η πλευρά των Αιτητών συνειδητά και αξιολογώντας κάθε στοιχείο και λεπτομέρεια, μεταξύ άλλων και τη δυνατότητα καταχώρισης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, την οποία και απέκλεισε, αποφάσισε να δρομολογήσει έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης, διάβημα που ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου από την ευπαίδευτο δικηγόρο των αιτητών, εξακολουθεί να εκκρεμεί, εξέλιξη που με δεδομένη τη φύση των προνομιακών ενταλμάτων του είδους, θα μπορούσε δυνητικά να επιδράσει στην παραχώρηση ή μη άδειας για καταχώρηση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari.

        Αναπόδραστη κατάληξη των ως άνω είναι ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                                                             Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο