POLYCARPOS IOANNIDES ν. THE POLICE (1973) 2 CLR 125

(1973) 2 CLR 125

1973 July 27

[*125]

 

[ΔΙΚΑΣΤΑΙ: ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ, Πρόεδρος,

ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΗΣ, Λ. ΛΟΪΖΟΥ, Α. ΛΟΪΖΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δικασταί]

ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

κατά

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεσις υπ’ αρ.3479).

Δίκαιον της ανάγκης — Επίκλησις και εφαρμογή του "δικαίου της ανάγκης" -Επιτρεπταί πράξεις κατά παρέκκλισιν εκ των διατάξεων του Συντάγματος - The Attorney-General v. Ibrahim and Others, 1964 C.L.R. 195 - βλ. και κατωτέρω.

Πρόεδρος της Δημοκρατίας - Εγκατάστασις αυτού - Διαβεβαίωσις πίστεως - Άρθρον 42 τον Συντάγματος — Η εν τη πράξει λειτουργία του Συντάγματος εν τη ολότητί τον κατέστη εξ αντικειμένου αδύνατος λόγω της επικρατούσης εν τη Νήσω ανωμάλου καταστάσεως - Διαβεβαίωσις πίστεως δυνάμει του άρθρου 42 του Συντάγματος δοθείσα ουχί κατά πλήρη συμμόρφωσιν προς το κείμενον το διαλαμβανόμενον εν τω άρθρω τούτω — Πλην όμως εκ της τοιαύτης εκτροπής ουδαμώς συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι ο Αρχηγός της Πολιτείας εις ον αναφέρεται το άρθρον 46/4 του Ποινικού Κώδικος περί εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας (βλ. κατωτέρω).

Βουλή των Αντιπροσώπων - Πενταετής αυτής θησεία λήγουσα κατ’ Αύγουστον του 1965 — Παράτασις δι’ απλού νόμου της θητείας ταύτης - Η διεξαγωγή Βουλευτικών εκλογών κατέστη ανέφικτος λόγω της από του 1963 συνεχιζόμενης ανωμαλίας εν Κύπρω - Εγκύρως όθεν εγένετο η προρηθείσα παράτασις και δη κατ' επίκλησιν και βάσει του "δικαίον της ανάγκης" - Κατά την περίοδον δε της τοιαύτης παρατάσεως η Βουλή δύναται αρμοδίως και εγκύρως να ασκή την νομοθετικήν εξουσίαν και τούτο ουχί μόνον εις επείγουσας και εξαιρετικάς περιπτώσεις αλλά, γενικώς, κατά τον αυτόν τρόπον και την αυτήν έκτασιν ως και [*126] προ της τοιαύτης παρατάσεως — Όθεν αρμοδίως εθεσπίσθη το 1967 ο περί Ποινικού Κώδικος (Τροποποιητικός) Νόμος, 1967 (Νόμος 5/1967) δια του οποίου προσετέθη εις τον Ποινικόν Κώδικα το προδιαληφθέν άρθρον 46Α περί εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας (βλ. και κατωτέρω).

Εξύβρισις του Προέδρου της Δημοκρατίας - Άρθρον 46Α του Ποινικού Κώδικος, Κεφάλαιον 154, ως τούτο εθεσπίσθη δια του προδιαληφθέντος Τροποποιητικού Νόμου 5/1967 - Ουδεμία ειδική πρόθεσις (πέραν της προθέσεως προς διάπραξιν του οικείου αδικήματος) απαιτείται δια την στοιχειοθέτησα του εν λόγω αδικήματος της εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας —Εσφαλμένη, όθεν, είναι η άποψις καθ' ην δια την υπόστασιν του αδικήματος τούτου δέον να υφίσταται πάντοτε πρόθεσις παρεμβάσεως εις τα καθήκοντα του Αρχηγού του Κράτους υπό την ιδιότητα αυτού ως Προέδρου της Δημοκρατίας.

Εξύβρισις του Προέδρου της Δημοκρατίας - Άρθρον 46Α του Ποινικού Κώδικος, Κεφάλαιον 154 — Εγκύρως το άρθρον τούτο εθεσπίσθη δια του προρηθέντος Τροποποιητικού Νόμου 5/1967 - βλ. ανωτέρω.

Εξύβρισις του Προέδρου της Δημοκρατίας - Ποινή τριμήνου φυλακίσεως επιβληθείσα υπό του πρωτοδίκου Δικαστηρίου - Ελαττούται κατ' έφεσιν εις ποινήν φυλακίσεως εξ μόνον εβδομάδων - Και τούτο εν όψει των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντος και προ παντός της προβεβηκυίας ηλικίας αυτού (70 ετών) - Επομένως η έφεσις του εφεσείοντος κατά της επιβληθείσης υπό του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ποινής γίνεται δεκτή - Απορριπτομένης της εφέσεως αυτού κατά της καταδικαστικής ετυμηγορίας του εν λόγω Δικαστηρίου.

Συνταγματικόν Δίκαιον - «Δίκαιον της ανάγκης» - Επίκλησις και εφαρμογή του «δικαίου της ανάγκης» - Επιτρεπτή εις περιπτώσεις τινάς η εκτροπή εκ των διατάξεων του Συντάγματος βάσει του «δικαίου της ανάγκης» — βλ. και ανωτέρω.

Συνταγματικόν Δίκαιον - Πρόεδρος της Δημοκρατίας - Εγκατάστασις του Προέδρου - Διαβεβαίωσις πίστεως εις το Σύνταγμα και τους Νόμους - Άρθρον 42 τον Συντάγματος - Παρέκκλισις εκ του κειμένου της διαβεβαιώσεως ως τούτο διαλαμβάνεται εις το εν λόγω άρθρον 42 - Διαβεβαίωσις πίστεως εις τους εκάστοτε ισχύοντας Νόμους άνευ οιασδήποτε αναφοράς εις το Σύνταγμα — Τοιαύτη εκτροπή εκ του κειμένου ουδαμώς επηρεάζει την νομικήν θέσιν και κατάστασιν του Προέδρου της Δημοκρατίας.

[*127]

Δι' αποφάσεως του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ο εφεσείων ευρέθη ένοχος του πλημμελήματος της εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά παράβασιν του άρθρου 46Α του Ποινικού Κώδικος ως ούτος ετροποποιήθη διά του περί Ποινικού Κώδικος (Τροποποιητικού) Νόμου, 1967 (Νόμος υπ' αρ. 5/1967) και κατεδικάσθη εις τρίμηνον φυλάκισιν. Ο εφεσείων υπέβαλε την παρούσαν έφεσιν στρεφομένην εναντίον της ως άνω ετυμηγορίας του πρωτοδίκου δικαστηρίου ως επίσης και εναντίον της υπό τούτου επιβληθείσης ποινής φυλακίσεως.

Εκ μέρους του εφεσείοντος προεβλήθησαν προ του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μεταξύ άλλων, οι εξής ισχυρισμοί:

 

(1) Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δι' εξύβρισιν του οποίου ο εφεσείων κατεδικάσθη, δεν είναι δικαίω ο Αρχηγός της Πολιτείας, καθ' ότι την 28ην Φεβρουαρίου 1973, κατά την τελετήν της εγκαταστάσεώς του υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων συμφώνως προς το άρθρον 42 του Συντάγματος, ούτος παρέλειψε να παράσχη την διαβεβαίωσιν πίστεως εις το Σύνταγμα ως διαλαμβάνει το εν λόγω άρθρον, περιορισθείς εις την διαβεβαίωσιν πίστεως μόνον εις τους εκάστοτε ισχύοντας Νόμους.

(2) Ο προδιαληφθείς Τροποποιητικός Νόμος του Ποινικού Κώδικος υπ' αρ. 5 του 1967 είναι άκυρος και ανενεργός επειδή εθεσπίσθη υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων μετά την λήξιν, κατ' Αύγουστον του 1965, της πενταετούς αυτής θητείας και κατά την διάρκειαν παρατάσεως της θητείας της μη συναδούσης προς το Σύνταγμα.

(3) Εν πάση περιπτώσει η εν λόγω παράτασις της θητείας της Βουλής δεν ηδύνατο να δικαιολογηθή βάσει του «δικαίου της ανάγκης», όχι μόνον διότι η τοιαύτη παράτασις δεν ήτο το επιτρεπτόν, υπό τας περιστάσεις, μέτρον επί τω τέλει να διασφαλισθή η συνέχισις της ενασκήσεως της νομοθετικής εξουσίας μετά την λήξιν της κανονικής πενταετούς θητείας της Βουλής ως προείρηται, αλλά και διότι δεν υφίσταντο αί προϋποθέσεις αίτινες ηδύναντο να δικαιολογήσωσι προσφυγήν εις το « δίκαιον της ανάγκης». Ειδικώτερον, αφ' ης στιγμής η κανονική πενταετής θητεία της Βουλής εξέπνευσε, το «δίκαιον της ανάγκης» θα ηδύνατο το πολύ να δικαιολογήση την υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ανάληψιν του νομοθετικού έργου της Βουλής και την θέσπισιν Νόμων διά Διαταγμάτων του Συμβουλίου τούτου.

 [*128] (4) Εν πάση περιπτώσει το προρηθέν άρθρον 46Α του Ποινικού Κώδικος, εν τη ορθή αυτού ερμηνεία, προϋποθέτει ειδικήν πρόθεσιν παρά τω αυτουργώ, και δη την πρόθεσιν επεμβάσεως εις τα καθήκοντα του Αρχηγού της Πολιτείας υπό την ιδιότητα αυτού ως Προέδρου της Δημοκρατίας.

Επομένως, εφ' όσον εις την προκειμένην υπόθεσιν ελλείπει τοιαύτη ειδική πρόθεσις, κακώς το Πρωτόδικον Δικαστήριον απεφήνατο ότι ο εφεσείων διέπραξε το αδίκημα της εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας περί ου το άρθρον 46Α του Ποινικού Κώδικος, ως τούτο εθεσπίσθη δια του Τροποποιητικού Νόμου υπ' άρ. 5 του 1967 (βλ. ανωτέρω).

Το Ανώτατον Δικαστήριον, άπορρίψαν τα ως άνω επιχειρήματα, επεβεβαίωσε την καθ' ης η έφεσις ετυμηγορίαν του Πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Καθ' όσον όμως άφορα εις την έφεσιν κατά της επιβληθείσης ποινής της τριμήνου φυλακίσεως, το Ανώτατον Δικαστήριον μετά δισταγμού απεφάνθη ότι η εν λόγω ποινή, καίτοι ορθώς επεβλήθη, θα έπρεπε εν τούτοις να συντμηθή εις φυλάκισιν εξ μόνον εβδομάδων, και τούτο εν όψει των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντος, ιδιαιτέρως δε εν όψει της προβεβηκυίας ηλικίας αύτου. Και ούτω τελικώς η κατά της ποινής έφεσις εγένετο δεκτή, της περιόδου της φυλακίσεως ελαττωθείσης ως προείρηται.

Τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως εκτίθενται αρκούντως εν τη αποφάσει του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. κατωτέρω), διά της οποίας η μεν έφεσις κατά της καταδικαστικής ετυμηγορίας του Πρωτοδίκου Δικαστηρίου απερρίφθη, αλλ' η έφεσις κατά της επιβληθείσης ποινής εγένετο δεκτή.

Υποθέσεις παρατεθείσαι:

The Attorney-General v. Ibrahim and Others, 1964 C.L.R. 195.

Έφεσις κατά της καταδίκης και ποινής.

Έφεσις υπό του Πολυκάρπου Ιωαννίδη κατά της καταδίκης και τριμήνου ποινής φυλακίσεως επιβληθείσης υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Φρ. Κολώτας, Ε.Δ.) κατά την 23ην Ιουνίου, 1973 (υπόθεσις υπ' αρ. 7529/73) διά το αδίκημα της εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας ως Αρχηγού της Πολιτείας κατά παράβασιν του άρθρου 46(A) του Ποινικού Κώδικος, [*129] ως ούτος ετροποποιήθη υπό του περί Ποινικού Κώδικος (Τροποποιητικού) Νόμου του 1967 (Νόμος 5/67).

 

Λ. Παπαφιλίππου και Ε. Κιττής, διά τον Εφεσείοντα.

Λ. Λουκαΐδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, διά την Εφεσίβλητον.

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ, Πρ.: Ο εφεσείων κατεδικάσθη υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την 23ην Ιουνίου 1973, εις τρίμηνον φυλάκισιν, ευρεθείς ένοχος του αδικήματος εξυβρίσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας, ως Αρχηγού της Πολιτείας, κατά παράβασιν του άρθρου 46(A) του Ποινικού Κώδικος (Κεφ. 154), ως ούτος ετροποποιήθη υπό του περί Ποινικού Κώδικος (Τροποποιητικού) Νόμου του 1967 (Νόμος 5/1967).

Η παρούσα έφεσις εγένετο και κατά της καταδίκης του εφεσείοντος και κατά της ποινής ήτις επεβλήθη εις αυτόν.

Εκ μέρους του εφεσείοντος προεβλήθη ο ισχυρισμός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δι' εξύβρισιν του οποίου κατεδικάσθη ο εφεσείων, δεν είναι νομίμως ο Αρχηγός της Πολιτείας διότι την 28ην Φεβρουαρίου 1973, κατά την τελετήν της εγκαταστάσεώς του υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, συμφώνως προς το άρθρον 42 του Συντάγματος, δεν διεβεβαίωσε πίστιν εις το Σύνταγμα αλλά μόνον εις τους Νόμους.

Οι συνήγοροι του εφεσείοντος ισχυρίσθησαν, περαιτέρω, ότι ο Νόμος 5/1967 είναι άκυρος διότι εθεσπίσθη υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων μετά την λήξιν, κατά Αύγουστον του 1965, της πενταετούς περιόδου δι' ην αύτη εξελέγη, και κατά την διάρκειαν παρατάσεως της θητείας της μη συναδούσης προς το Σύνταγμα. Υπεστηρίχθη, επίσης, ότι η παράτασις της θητείας της Βουλής δεν ηδύνατο να δικαιολογηθή δυνάμει του «δικαίου της ανάγκης», όχι μόνον διότι δεν ήτο αύτη το επιτρεπτόν, υπό τας περιστάσεις, μέτρον διά την διασφάλισιν της συνεχίσεως της ενασκήσεως της νομοθετικής εξουσίας μετά την λήξιν της κανονικής θητείας της Βουλής, αλλά και διότι δεν υφίσταντο αι προϋποθέσεις αι δικαιολογούσαι προσφυγήν εις το «δίκαιον της ανάγκης». Προεβλήθη δε, διαζευκτικώς, και το επιχείρημα ότι, εν πάση περιπτώσει, η Βουλή ηδύνατο, διαρκούσης της παραταθείσης θητείας της, να νομοθέτη μόνον εν σχέσει προς επειγούσης φύσεως και απροβλέπτους περιστάσεις και ότι ο Νόμος 5/1967 δεν εθεσπίσθη προς αντιμετώπισιν τοιούτων περιστάσεων.

 

[*130]

Το ότι, και διατί, δύναται, εν όψει ιδίως της φύσεως του Συντάγματός μας, να γίνη επίκλησις του «δικαίου της ανάγκης» διά σκοπούς αντιμετωπίσεως απροβλέπτων εξαιρετικών περιστάσεων, μη δυναμένων να αντιμετωπισθώσιν εντός των πλαισίων των συναφών συνταγματικών προνοιών, ανεπτύχθη διεξοδικώς εις τας υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου εκδοθείσας αποφάσεις εις την υπόθεσιν Γενικός Εισαγγελεύς της Δημοκρατίας κατά Μουσταφά Ιμπραχήμ και άλλων, 1964 Α.Α.Δ. 195. ο δε εφεσείων δεν αμφισβητεί την ούτω καθιερωθείσαν νομικήν θέσιν.

Κατόπιν σταθμίσεως όλων των συναφών δεδομένων κατελήξαμεν εις το συμπέρασμα ότι η από του 1963 συνεχιζομένη ανωμαλία εν Κύπρω, λόγω της οποίας δεν ηδύναντο να διεξαχθώσι βουλευτικαί εκλογαί, κατέστησε δυνατήν και επιβεβλημένην την, διά της προσφυγής εις το «δίκαιον της ανάγκης», παράτασιν της θητείας της Βουλής των Αντιπροσώπων, διά προσωρινών νομοθετικών μέτρων, και ούτω εξησφαλίσθη η συνέχισις της ασκήσεως πλήρως της νομοθετικής εξουσίας κατά πάντα ουσιώδη, εν σχέσει προς την παρούσαν υπόθεσιν, χρόνον. Αι προτάσεις νόμων περί παρατάσεως, ως άνω, της θητείας της Βουλής εισήγοντο εκάστοτε ενώπιον της πρωτοβουλία του Υπουργικού Συμβουλίου.

Εν όψει, δε, συν άλλοις, της δομής της Πολιτείας, ήτις βασίζεται επί της αρχής του διαχωρισμού των Εξουσιών, δεν δυνάμεθα να συμφωνήσωμεν μετά των συνηγόρων του εφεσείοντος ότι το «δίκαιον της ανάγκης» εδικαιολόγει μόνον την, μετά την λήξιν της κανονικής θητείας της Βουλής, ανάληψιν του έργου της υπό του Υπουργικού Συμβουλίου και την θέσπισιν νόμων διά διαταγμάτων τούτου.

Της παρατάσεως της θητείας της Βουλής ούσης εγκύρου υπό τας περιστάσεις, η νομοθετική εξουσία ηδύνατο να ασκηθή υπ' αυτής ουχί μόνον εις επειγούσας και εξαιρετικάς περιπτώσεις, αλλά ως και προ της παρατάσεως, και ως εκ τούτου ουδέν κώλυμα υφίστατο διά την θέσπισιν του Νόμου 5/1967.

Ωσαύτως ευρίσκομεν ότι η εν σχέσει προς την εγκατάστασιν του Προέδρου της Δημοκρατίας δοθείσα διαβεβαίωσις κατ' ανάγκην εδόθη υπό τροποποιημένην μορφήν δεδομένου ότι ήτο εξ αντικειμένου αδύνατος η εν τη πράξει λειτουργία του Συντάγματος εν τη ολότητί του, ως εκ της υφισταμένης ανωμαλίας. Εν πάση δε περιπτώσει δεν δυνάμεθα να αποδεχθώμεν ότι η υπό τας τοιαύτας συνθήκας ευνόητος παρέκκλισις εκ του κειμένου της εν τω άρθρω 42 του Συντάγματος καθοριζομένης διαβεβαιώσεως δύναται να οδηγήση εις το συμπέρασμα ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας [*131] δεν είναι ο Αρχηγός της Πολιτείας εις ον αναφέρεται το άρθρον 46Α του Ποινικού Κώδικος.

Το τοιούτον άρθρον αποτελεί ιδιοτύπου φύσεως πρόνοιαν της οποίας τα πλαίσια είναι ίσως ευρύτερα εκείνων των αντιστοίχων προνοιών εν Ελλάδι και εν Γαλλία, εις τας οποίας εγένετο αναφορά, κατά την διάρκειαν της ακροάσεως της παρούσης εφέσεως, υπό των συνηγόρων των δύο πλευρών. Η κατά την γνώμην μας ορθή ερμηνεία του κειμένου του άρθρου 46Α δεν προϋποθέτει την ύπαρξιν οιασδήποτε προθέσεως άλλης ή εκείνης της προς διάπραξιν του οικείου αδικήματος, και, εν προκειμένω, δεν αποδεχόμεθα την εισήγησιν των συνηγόρων του εφεσείοντος ότι το αδίκημα τούτο διαπράττεται τότε μόνον όταν υφίσταται πρόθεσις παρεμβάσεως εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων του Αρχηγού του Κράτους υπό την ιδιότητά του ως Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ως δε ορθώς ετόνισεν ο πρωτοδίκως εκδικάσας την υπόθεσιν δικαστής ή δριμεία κριτική δημοσίων πράξεων πολιτικών ανδρών δεν αποκλείεται μεν υπό του ως άνω άρθρου 46Α, αλλά εις την παρούσαν περίπτωσιν το κείμενον του υπό κρίσιν δημοσιεύματος του εφεσείοντος υπερβαίνει τα ακραία όρια της τοιαύτης κριτικής και αποτελεί εξύβρισιν εν τη έννοια του άρθρου τούτου.

Δεδομένου δε ότι ο εφεσείων ουδόλως ηρνήθη την πατρότητα του τοιούτου δημοσιεύματος ευρίσκομεν ότι ορθώς ούτος κατεδικάσθη και η έφεσις καθ' όσον αφορά εις την ενοχήν του απορρίπτεται.

Εν σχέσει προς το θέμα της επιβληθείσης ποινής είμεθα της γνώμης ότι αν και έκαστος, ανεξαρτήτως των πολιτικών του πεποιθήσεων, έχη το δικαίωμα να εκφράζη δημοσίως τας απόψεις του, εν τούτοις δέον να τυγχάνουν σεβασμού τα υπό των νόμων καθοριζόμενα πλαίσια και ότι δεν είναι νοητόν να μη θεωρήται ως σοβαρόν αδίκημα η εξύβρισις του Αρχηγού της Πολιτείας. Ειδικώς δε, υπό το φώς των περιστάσεων της υποθέσεως, και εν όψει ιδίως του περιεχομένου του υποδίκου δημοσιεύματος, ορθώς επεβλήθη ποινή φυλακίσεως εις τον εφεσείοντα. Αφ' ετέρου αι προσωπικαί περιστάσεις του εφεσείοντος, ιδίως δε το γεγονός ότι είναι ηλικίας εβδομήκοντα ετών, μας ωδήγησαν, ουχί άνευ δυσκολίας τινος, εις το συμπέρασμα ότι ποινή στερητική της ελευθερίας του, έστω και μικροτέρας διαρκείας εκείνης της επιβληθείσης τριμήνου φυλακίσεως, ήτο ίσως αρκετή προς κολασμόν της εις την παρούσαν υπόθεσιν παρανομίας και διά τούτο απεφασίσαμεν να μειώσωμεν την ποινήν του εφεσείοντος εις εξ εβδομάδων φυλάκισιν από της ή μέρας της καταδίκης του.

 

 [*132]

This is an English translation of the Greek text appearing at pp. 125-131, ante.

“Law of necessity”-Resort to, and application of, the “law of necessity”-Acts done by deviation from the provisions of the Constitution-The Attorney-General v. Ibrahim and Others, 1964 C.L.R. 195.

President of the Republic-Investiture of-Affirmation-Article 42 of the Constitution-Operation in practice of the Constitution in its totality, became impossible due to the existing anomalous situation-Affirmation of faith wider Article 42 given in an adapted form-But such deviation from the text of the affirmation provided by aforesaid Article 42 cannot, in the circumstances, support the conclusion that the President of the Republic is not the Head of State to whom section 46A of the Criminal Code, Cap.154 (dealing with the offence of insulting the President of the Republic) is referring (infra).

House of Representatives-Prolongation by statute (Law) of its five years’ term of office after the expiration of such term in August, 1965-Considering that, due to the anomalous situation prevailing in Cyprus since 1963, holding of parliamentary elections became impossible-Such prolongation must be said to have been properly and validly effected by statute (i.e. by Law) on the basis of “the law of necessity”-And during the period of such prolongation the House of Representatives is empowered to exercise legislative powers not only in case of urgent and unforeseen circumstances, but, generally, in the same manner and to the same extent as before the aforesaid prolongation of its terms of office-It follows that the Criminal Code (Amendment) Law, 1967 (Law 5/1967), introducing said section .46A of the Criminal Code regarding the offence of insulting the President of the Republic, has been properly and validly enacted (infra).

Insulting the President of the Republic-Section 46A of the Criminal Code, Cap. 154, as enacted by the aforesaid Criminal Code (Amendment) Law, 1967 (Law 5/1967)-It does not envisage the existence of any specific intent other than the intent to commit the offence in question-It is, therefore, not correct to say that such offence is committed only when there exists an intention to interfere with the performance of the duties of the Head of State in his capacity as the President of the Republic.

Insulting the President of the Republic-Section 46A of the Criminal [*133] Code, Cap.154 (as enacted by said Law5/1967)-Validly enacted-Cf. supra.

Insulting the President of the Republic-Sentence of three months’ imprisonment imposed by the trial Court-In view, however, of the personal circumstances of the Appellant (particularly his advanced age-70 years) a lesser term (six weeks’ imprisonment) seems more appropriate-Sentence reduced accordingly to run as from the date of conviction-Appeal against sentence allowed-Appeal against conviction dismissed.

Constitutional Law-” Law of necessity”-Resort to, and application of “the law of necessity”-Deviation from the provisions of the Constitution, permissible in certain circumstances on the basis of said law of necessity.

Constitutional Law-President of the Republic-Investiture of-Affirmation of faith to the Constitution and the laws-Article 42 of the Constitution-Deviation from the text of such affirmation as it appears in said Article 42-Affirmation of faith to the laws in force for the time being, without any reference to the Constitution-Such deviation does not affect the position and legal status of the President of the Republic.

The Appellant was convicted by the District Court of Nicosia of the offence of insulting the President of the Republic contrary to section 46(A) of the Criminal Code, Cap. 154, as amended by the Criminal Code (Amendment) Law, 1967 (Law No. 5 of 1967) and sentenced to three months’ imprisonment The Appellant took the present appeal both against conviction and sentence.

It was argued on behalf of the Appellant that:

(1) The President of the Republic is not, lawfully, the Head of State, because on February 28, 1973, when he was invested by the House of Representatives in accordance with Article 42 of the Constitution, he did not affirm faith to the Constitution, but only to the Laws.

(2) The aforesaid Law No. 5 of 1967 (supra) establishing the offence of which the Appellant was convicted, is invalid as it was enacted after the expiration (in August 1965) of its normal term of office of five years, and during a period of prolongation by statute of such term which prolongation [*134] was effected contrary to, and in a manner incompatible with, the Constitution.

(3)In any event, such prolongation could not be justified on the basis of the law of necessity, not only because it was not the proper measure, under the circumstances, for ensuring the continuation of the exercise of the legislative power after the expiry of the normal term of office of the House of Representatives, but, also, because there did not exist the preconditions justifying resort to the “law of necessity”. More particularly, after the expiry of the normal term’ of office of the ‘House of Representatives, the argument went on, the “law of necessity” could, if at all, justify only the assumption of its ‘task by the Council of Ministers and the enactment of Laws by means of Orders of the said Council.

(4) In any event, the said section 46A of the Criminal Code, Cap.154, (supra). envisages a specific, intent, namely an intent to interfere with the performance of the duties of the Head of State in his capacity as the President of the Republic and the relevant offence cannot, therefore, be committed unless there exists such an intent; and in the absence of any such intent in the present case the trial Court wrongly convicted the Appellant.

The Supreme Court rejecting each one of the said grounds of appeal, upheld the conviction and dismissed the appeal against conviction. Regarding the appeal against the sentence of three months’ imprisonment, the, Court held that, although such sentence was correctly imposed by the trial Court, it should, however, be reduced to a lesser term (six weeks’ imprisonment) due to considerations personal ‘to the Appellant, particularly his old age.

The facts of the sufficiently appear in the judgment of the Court, dismissing the appeal against conviction, but allowing the appeal against sentence.

Cases referred to:

The Attorney-General v. Ibrahim and Others, 1964 C.L.R. 195.

Appeal against conviction and sentence.

Appeal against conviction and sentence by Polycarpos Ioannides [*135] who was convicted on the 23rd June, 1973 at the District Court of Nicosia (Criminal Case No. 7529/73) on one count of the offence of insulting the President of the Republic, in his capacity as Head of the State contrary to section 46(A) of the Criminal Code, Cap.154 as amended by the Criminal Code (Amendment) Law, 1967 (Law 5/67) and was sentenced by Colotas, D.J. to three months’ imprisonment.

L. Papaphilippou with E. Kittis, for the Appellant.

L. Loucaides, Senior Counsel of the Republic, for the Respondent.

The following judgment was delivered by:-

TRIANTAFYLLIDES, P.: The Appellant was convicted, by the District Court of Nicosia, on June 23, 1973, to three months’ imprisonment, on having been found guilty of the offence of insulting, contrary to section 46(A) of the Criminal Code (Cap.154), as amended by the Criminal Code (Amendment) Law, 1967 (Law 5/67), the President of the Republic, in his capacity as Head of the State.

The present appeal was filed by the Appellant both against his conviction and the sentence passed upon him.

It was contended on behalf of the Appellant that the President of the Republic, whom the Appellant was found to have insulted, is not, lawfully, the Head of the State, because on February 28, 1973, when he was invested by the House of Representatives, in accordance with Article 42 of the Constitution, he did not affirm faith to the Constitution, but only to the Laws.

Counsel for the Appellant argued, further, that Law 5/67 is invalid as it was enacted by the House of Representatives after the expiration, in August 1965, of its normal term of office of five years, and during a period of prolongation of such term which had been, allegedly, effected in a manner incompatible with the Constitution.

It has been submitted, too, that such prolongation could not be justified on the basis of the “law of necessity”, not only because it was not the proper, under the circumstances, measure for ensuring the continuation of the exercise of the legislative power after the expiry of the normal term of office of the House of Representatives, but, also, because there did not exist the preconditions justifying resort to the “law of necessity”. [*136]

It has, moreover, been put forward, in the alternative, that, in any case, the House of Representatives, during its prolonged term of office, could have legislated only in cases of urgent and unforeseen circumstances and that Law 5/67 was not enacted to meet such a situation.

That, and why, especially in view of the nature of our Constitution, it is possible to resort to the “law of necessity” in cases of exceptional circumstances, which cannot be faced within the framework of the relevant constitutional provisions, has been expounded extensively in the judgments delivered by the Supreme Court in the case of The Attorney-General of the Republic v. Mustafa Ibrahim and Others, 1964 C.LR. 195; and the Appellant does not dispute that this principle is well settled.

After weighing all relevant considerations we have reached the conclusion that the anomalous situation which existed in Cyprus since 1963, and due to which parliamentary elections could not, be held, did render it possible and indispensable to prolong, on the basis of the “law of necessity” the term of office of the House of Representatives, by means of temporary legislative measures; and, thus, there was secured the continuation of the exercise, in all respects, of the legislative power, at all times material to the present case. The bills for the laws prolonging, from time to time, the term of office of the House of Representatives were introduced, each time, on the initiative of the Council of Ministers.

In view, inter alia, of the structure of our State, which is based on the principle of the Separation of Powers, we cannot agree with counsel for the Appellant that after the expiry of the normal term of office of the House of Representatives the law of necessity” could justify only the assumption of its task by the Council of Ministers and the enactment of Laws by means of Orders of the Council.

The prolongation of the term of office of the House of Representatives, having been, in the circumstances, properly effected, its legislative powers could be exercised not only in case of urgent and unforeseen circumstances, but, in the same manner as before such prolongation, and, therefore, no obstacle existed to the enactment of Law 5/67.

Likewise, we find that the affirmation given by the President of the Republic at his investiture had to be given in an adapted [*137] form, in view of the fact that the operation in practice of the Constitution in its totality was impossible due to the existing anomalous situation; and, in any case, we could not accept that, in the circumstances, such a readily appreciated deviation from the text of the affirmation prescribed by Article 42 of the Constitution should lead to the conclusion that the President of the Republic is not the Head of the State to whom section46A of the Criminal Code refers.

This section is a provision of a special nature, the scope of which is probably wider than that of corresponding provisions in Greece and France, to which reference was made in the course of the hearing of the present appeal by counsel on both sides. In our opinion it cannot be said, on a correct interpretation of section 46A, that it envisages the existence of any specific intent other than an intent to commit the offence in question; and, in this respect, we cannot uphold the submission of counsel for the Appellant that such offence is committed only when there exists an intention to interfere with the performance of the duties of the Head of the State in his capacity as the President of the Republic.

As was correctly stressed by the trial Judge, section 46A does not exclude severe criticism of public acts of political personalities, but in the present instance the text of the sub judice article of the Appellant exceeds the extreme limits of such criticism and constitutes an “insult” in the sense of this section.

Thus, as the Appellant has by no means denied writing the article concerned, we find that he was rightly convicted, and so his appeal against conviction has to be dismissed.

Regarding the question of the sentence which was passed upon him, we are of the opinion that though everyone, independently of his political beliefs, has a right to express publicly his views, nevertheless the limits laid down by law in this connection should be observed, and it is not possible not to treat as a serious offence an insult against the Head of the State; in particular, in view of the circumstances of the present case and, especially of the contents of the sub judice article, we think that a sentence of imprisonment was correctly imposed on the Appellant. On the other hand, considerations personal to the Appellant and, particularly the fact that he is seventy years old, have led us, not without some difficulty, to the conclusion that a sentence depriving him of his liberty, but for a [*138] shorter period than that of the three months’ imprisonment which was imposed on him, was perhaps adequate for the purpose of punishing the violation of the law in the present case, and for this reason We have decided to reduce the sentence passed on the Appellant to one of six weeks imprisonment as from the date of his conviction.

Appeal against conviction dismissed.

Appeal against sentence allowed.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο