GEORGHIOS HJINICOLAOU ν. THE POLICE (1976) 2 CLR 63

(1976) 2 CLR 63

1976 March 2

[*63]

ΔΙΚΑΣΤΑΙ: (Λ. ΛΟΙΖOΥ, Α, ΛΟIΖΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ)

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Eφεσείων,

Κατά

 ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητου.

 (Ποινική Έφεσις υπ’ αρ. 3687).

2 Μαρτίου 1976

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Ποινικόν Δίκαιον Ποινή - Τρίμηνος φυλάκισης δια το αδίκημα της δημοσίας προκλήσεως των κατοίκων εις βιαιοπραγίας εναντίον αλλήλων - Άρθρον 51Α(Ι) τον Ποινικού Κωδικός, Κεφ. 154 ως του το ετροποποιήθη υπό τον Νόμον 59 τον 1974 - Το θέμα της ποινής πρωτίστως θέμα τον Πρωτοδίκου δικαστηρίον - Πότε δύναται να επέμβη το Ανώτατον Δικαστηρίον - Προηγουμέναι καταδίκαι εφεσείοντος - Σημασία αυτών εις την επιμέτρησιν της ποινής —Υπό τας περιστάσεις επιβληθείσα ποινή δεν είναι τοιαύτη ώστε να δικαιολογήται επέμβασις εκ μέρους του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Δικαίωμα ελευθέρας εκφράσεως - Επιφυλάξεις και περιορισμοί - Άρθρον 19 τον Συντάγματος και Ευρωπαϊκή Σύμβασις δια την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Έφεσις κατά ποινής.

Έφεσις υπό του Γεωργίου Χατζή Νικολάου κατά της τριμήνου ποινής φυλακίσεως της επιβληθείσης υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Ποινική Υπόθεσις υπ' αρ. 29813/73) δια το αδίκημα της δημοσίας προκλήσεως των κατοίκων εις βιαιοπραγίας εναντίον αλλήλων κατά παράβασιν του άρθρου 51(A)(1) του Ποινικού Κώδικος, Κεφ. 154 (ως ετροποποιήθη υπό του Νόμου 59/74).

Α. Ευτυχίου και Κ. Χατζή Νικολάου, δια τον εφεσείοντα.

Γλ. Μιχαηλίδης δια την Δημοκρατίαν.

Απόφασις*

 

2 Μαρτίου 1976

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Λ. ΛΟΙΖΟΥ, Δ.: Διά της παρούσης εφέσεως ο εφεσείων προσβάλλει την ποινήν τριμήνου φυλακίσεως επιβληθείσης εις αυτόν υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας την 9ην Φεβρου[*64]αρίου 1976, αφού παρεδέχθη ενοχήν δια το αδίκημα της δημοσίας προκλήσεως των κατοίκων εις βιαιοπραγίας εναντίον αλλήλων κατά παράβασιν του άρθρου 51 Α(Ι) του Ποινικού Κώδικος, Κεφ. 154, ως τούτο ετροποποιήθη Υπό του άρθρου 2 του περί Ποινικού Κώδικος (Τροποποιητικού) Νόμου του 1974 (Νόμος 59/74).

 

To εν λόγω αδίκημα διεπράχθη υπό του εφεσείοντος, υπό την Ιδιότητα του ως του κατά νόμον υπευθύνου της εφημερίδος «Μεσημβρινή» διά δημοσιεύσεως άρθρου εις αυτήν, την 1ην Οκτωβρίου 1975, υπό τον τίτλον «ΟΛΑ ΓΗΣ ΜΑΔΙΑΜ», το οποίον ετέθη ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου ως τεκμήριον 1.

Εν σχέσει προς το ίδιον αδίκημα προσήφθη επίσης κατηγορία εναντίον της Εκδοτικής Εταιρείας «ΕΛΛΗΝΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΛΑΥΞ ΛΤΔ» Ιδιοκτήτριας της ρηθείσης εφημερίδος.

Εις το κατηγορητήριον υπήρχον αρχικώς τρεις κατηγορίαι, αλλά όταν οι κατηγορούμενοι παρεδέχθησαν ενοχήν εις την πρώτην κατηγορίαν ή κατηγορούσα αρχή δεν προσήγαγε μαρτυρίαν εν σχέσει προς τας άλλας δύο και ούτω οι κατηγορούμενοι απηλλάγησαν των εν λόγω κατηγοριών.

Οι λόγοι της παρούσης εφέσεως ως ούτοι εκτίθενται εις την ειδοποίησιν εφέσεως και ανεπτύχθησαν υπό του συνηγόρου του εφεσείοντος είναι:

(α) Λαμβανομένων υπ' όψιν των προσωπικών συνθηκών του εφεσείοντος ως και των περιστατικών της υποθέσεως η επιβληθείσα υπό του πρωτοδίκου δικαστηρίου ποινή είναι προδήλως υπερβολική και

(β) Το πρωτόδικον δικαστήριον εσφαλμένως απέρριψε αίτησιν της υπερασπίσεως όπως προσαγάγη μαρτυρίαν προς τον σκοπόν μετριασμού της ποινής.

Ως έχει επανειλημμένως αναφερθή εις προηγουμένας αποφάσεις το θέμα της ποινής είναι πρωτίστως θέμα του πρωτοδίκου δικαστηρίου και το Δικαστήριον τούτο, δικαιολογείται να επέμβη μόνον οσάκις ικανοποιηθή ότι η ποινή είναι είτε καταφανώς υπερβολική είτε προδήλως ανεπαρκής ή εσφαλμένη από απόψεως νομικής αρχής.

Δέον όπως τονισθή ότι το Δικαστήριον τούτο αποδίδει ιδιαιτέραν σημασίαν εις την παρούσαν υπόθεσιν καθότι αύτη αφορά το δικαίωμα της ελευθερίας της εκφράσεως, ένα των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου τα οποία αναγνωρίζονται και διασφαλίζονται υπό του άρθρου 19 του Συντάγματος ως επίσής και

 

της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία Ισχύει εις την Κύπρον δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 169 του Συντάγματος, κατόπιν της ψηφίσεως, υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, του Περί Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικού) Νόμου του 1962 (Νόμος 39/62). Αλλά και εις τας προνοίας του Συντάγματος και της Συμβάσεως υπάρχουν ωρισμέναι επιφυλάξεις και περιορισμοί και πολύ ορθά, κατά την γνώμην μας, διότι ενώ ουδείς δύναται να αμφιβάλλη ότι το δικαίωμα της ελευθερίας της εκφράσεως είναι μία, θα ελέγαμεν, ευλογία, και ένα χαρακτηριστικόν οιασδήποτε πολιτισμένης κοινωνίας και δημοκρατικής χώρας, εν τούτοις δέον όπως μη παραγνωρίζωνται και οι λόγοι δι' ους το δικαίωμα τούτο δύναται να υπαχθή διά νόμου εις ώρισμένους περιορισμούς και κυρώσεις αποτελούντας αναγκαία μέτρα διά την προστασίαν της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων του πολίτου, την εθνικήν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την παρεμπόδισιν της κοινολογήσεως εμπιστευτικών πληροφοριών, την διασφάλισιν του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής έξουσίας και τούτο προς τον σκοπόν διατηρήσεως ενός λογικού Ισοζυγίου μεταξύ του δικαιώματος εις την ελευθερίαν εκφράσεως και των συνεπαγομένων καθηκόντων και ευθυνών του πολίτου.

2 Μαρτίου 1976

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

 

Η σχετική νομοθετική διάταξις επί της οποίας εστηρίχθη η κατηγορία είναι μεν περιοριστική του δικαιώματος της ελευθερίας της εκφράσεως, δεν υπάρχει όμως εισήγησις ή ισχυρισμός ότι δεν εμπίπτει εντός των επιτρεπομένων περιορισμών.

 

 

 

Κατά την διάρκειαν της αγορεύσεως του ενώπιο του πρωτοδίκου δικαστηρίου και ενώπιον μας σήμερον εν σχέσει προς το θέμα της ποινής ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος δεν αμφισβήτησε ότι μερικά αποσπάσματα του εν λόγω δημοσιεύματος αντιβαίνουν πράγματι προς τας προνοίας του νόμου· και εκείνο το όποιον παραμένει να αποφασισθή είναι κατά πόσον, λαμβανομένων υπ' όψιν όλων των περιστατικών της υποθέσεως, η επιβληθείσα ποινή φυλακίσεως είναι καταφανώς υπερβολική.

 

 

 

Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος έθεσε ωρισμένους λόγους προς υποστήριξιν της εισηγήσεως του αυτής και ετόνισε ότι ο εφεσείων δεν επροσχεδίασε το συμπέρασμα το οποίον εξάγεται εκ του εν λόγω δημοσιεύματος, και ότι τούτο ήτο απόρροια βεβιασμένων ενεργειών και συνετάχθη υπό το κράτος ψυχολογικής εντάσεως εν όψει των συνθηκών υπό τας οποίας ενήργει τότε ο εφεσείων και εν όψει δημοσιευμάτων εις άλλας εφημερίδας. Ωσαύτως εισηγήθη ότι το πρωτόδικον [*66] δικαστήριον έδωσε μεγάλην

 

 


2 Μαρτίου 1976

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

βαρύτητα εις τας προηγούμενας καταδίκας του εφεσείοντος.

Ο εφεσείων βαρύνεται με τρείς προηγούμενος καταδίκας. Η πρώτη ήτο τον Ιούνιον του 1973 ότε κατεδικάσθη δια το αδίκημα της δημοσιεύσεως ψευδών ειδήσεων κατά παράβασιν του άρθρου 50 του Ποινικού Κώδικος, εν σχέσει προς το όποιον του επεβλήθη ποινή προστίμου £200 και εγγυήσεως £500 δια τρία χρόνια. Εις την ιδίαν υπόθεσιν ελήφθη υπ' όψιν κατηγορία δια στασιαστικήν δημοσίευσιν κατά παράβασιν των άρθρων 47(6) και 48 του Ποινικού Κωδικός. Ή δευτέρα προηγουμένη καταδίκη του ήτο τον Οκτώβριον του ιδίου έτους ότε ο εφεσείων κατεδικάσθη πάλιν διά το αδίκημα της δημοσιεύσεως ψευδών ειδήσεων κατά παράβασιν του άρθρου 50 του Ποινικού Κώδικος εν σχέσει προς το όποιον του επεβλήθη πρόστιμον £60, η δε τρίτη καταδίκη ήτο τον Σεπτέμβριον του 1975 ότε κατεδικάσθη διά το αδίκημα της παρεμβάσεως εις άστυνομικήν έρευναν κατά παράβασιν των άρθρων 122(β) και 20 του Ποινικού Κώδικος, εν σχέσει προς το όποιον του επεβλήθη ποινή εγγυήσεως £500 διά τρία χρόνια. Εις την τρίτην αυτην περίπτωσιν ελήφθη υπ' όψιν και άλλη υπόθεσις διά καταφρόνησιν του δικαστηρίου. Βεβαίως η ποινή η οποία έπιβάλλεται διά μίαν υπόθεσιν είναι ποινή διά παράβασιν του νόμου εις την υπόθεσιν εκείνην και ουδείς δύναται να τιμωρηθή εκ δευτέρου εν σχέσει προς το ιδίον αδίκημα, αλλά αι προηγουμέναι καταδίκαι είναι στοιχειόν το όποιον έχει βαρύνουσαν σημασίαν διά την επιμέτρησιν της ποινής και δέον όπως λαμβάνεται υπ' όψιν υπό του Δικαστηρίου, διότι αποτελούν ένδειξιν της στάσεως και του σεβασμού του κατηγορουμένου προς τους νόμους της πολιτείας.

 

"Όσον αφορά το θέμα της απορρίψεως υπό του πρωτοδίκου δικαστηρίου της αιτήσεως περί προσαγωγής μαρτυρίας υπό του εφεσείοντος προς τον σκοπόν μετριασμού της ποινής, επειδή κατέστη σαφές εις το Δικαστήριον, εκ των πρακτικών της υποθέσεως, ότι η αγόρευσις του συνηγόρου του εφεσείοντος εκάλυψε κατ' ουσίαν την μαρτυρίαν την οποίαν ήθελε να προσαγάγη και τούτο άνευ ουδεμίας ενστάσεως ή αμφισβητήσεως εκ μέρους της κατηγορούσης αρχής, ευρίσκομεν ότι ορθώς το δικαστήριον εθεώρησεν ότι δεν υπήρχεν ανάγκη προσαγωγής τοιαύτης μαρτυρίας.

Εν όψει όλων των τεθέντων ενώπιον μας στοιχείων κατελήξαμεν εις το συμπέρασμα ότι, υπό τας περιστάσεις, η επιβληθείσα υπό του πρωτοδίκου δικαστηρίου ποινή δεν είναι τοιαύτη ώστε να δικαιολογήται η επέμβασις εκ μέρους μας εις την παρούσαν υπόθεσιν και ως εκ τούτου η έφεσις απορρίπτεται.

 

 

Thisis an English translation of the judgment in Greek appearing at pp. 63-66 ante.

Criminal Law—Sentence—Three months' imprisonment for publicly encouraging violence on the part of the inhabitants—Section 51 A(1) of the Criminal Code, Cap. 154 (as amended by Law 59 of 1914)—Sentence primarily a matter for the trial Court—Principles on which Court of Appeal will interfere with a sentence imposed by a trial Court—Previous convictions—Importance of, in measuring sentence—In the circumstances sentence imposed not such as to justify intervention by Court of Appeal;

Right to freedom of expression—Formalities, conditions or restrictions to—Article 19 of the Constitution and European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms.

Appeal against sentence.

Appeal against sentence by Georghios Hjinicolaou who was convicted on the 9th June, 1976 at the District Court of Nicosia (Criminal Case No. 29813/75) on one count of the offence of publicly encouraging violence on the part of the inhabitants, contrary to section 51(A)(1) of the Criminal Code, Cap. 154 (as amended by Law 59/74) and was sentenced by Demetriades, P.D.C. to three months’ imprisonment.

A. Eftychiou with C. Hadjinicolaou, for the appellant.

Gl. Michaelides, for the respondents.

The following judgment was delivered by:-

L. LOIZOU, J.: By the present appeal the appellant attacks the sentence of three months’ imprisonment imposed on him by the District Court of Nicosia on the 9th February, 1976, after he had pleaded guilty to the offence of publicly encouraging violence on the part of the inhabitants contrary to s. 51A(1) of the Criminal Code, Cap. 154, as amended by s. 2 of the Criminal Code (Amendment) Law, 1974 (Law 59/74).

The aforesaid offence was committed by the appellant, in his capacity as the person responsible under the law for the newspaper “Messimbrini”, by the publication of an article therein, 35 on the 1st October 1975, under the title “OLA GHIS MADIAM” which was put before the trial Court as exhibit 1.

Regarding the same offence a charge was also preferred against the Publishing Company “GREEK PUBLICATIONS GLAFX LTD.”, the owner of the aforementioned newspaper.[*68] In the indictment there were originally three charges, but when the accused pleaded guilty to the first charge the prosecution did not offer evidence with regard to the other two and the accused were thus discharged of the aforesaid charges.

The grounds of the present appeal as they were set out in the notice of appeal and argued by counsel for the appellant are:-

(a)Taking into consideration the personal circumstances of the appellant and the circumstances of the case, the sentence imposed by the trial Court is manifestly excessive and

(b)The trial Court erroneously refused an application by the defence to adduce evidence in mitigation of sentence.

As it had been repeatedly stated in previous judgments, the question of sentence is primarily a matter for the trial Court and this Court can only interfere if satisfied that the sentence is either manifestly excessive or manifestly inadequate or wrong in principle.

It should be stressed that this Court attaches special importance to the present case because it concerns the right of freedom of expression, one of the fundamental rights of the subject which are recognized and safeguarded by article 19 of the Constitution as well as by the European Convention for the protection of Human Rights, which is effective in Cyprus byvirtue of the provisions of article 169 of the Constitution, after the enactment, by the House of Representatives, of the European Convention for the protection of Human Rights (Ratification) Law, 1962 (Law 39/62). But even in the provisions of the Constitution and the Convention, there are certain formalities, conditions and restrictions and very rightly so, in our view, because although nobody can doubt that the right of expression is, we should say, a blessing, and a characteristic of every civilized community and democratic country the reasons for which this right may be placed, by law, under certain restrictions and penalties constituting necessary measures for the protection of the reputation or rights of the citizen, the national security, the promotion of order and prevention of crime, the prevention of the disclosure of information received in confidence and the maintenance of the authority and impartiality of the judiciary should, nevertheless, be not disregarded, and this for the purpose [*69] of preservation of a fair balance between the right of freedom of expression and the resulting duties and responsibilities of the citizen.

The relevant provision of the law on which the charge was based is on the one hand restrictive of the right of freedom of expression, but there is, however, on the other hand, no submission or contention that it does not fall within the permitted restrictions.

In the course of his address before the trial Court and today before us, on the question of sentence, learned counsel for the appellant has not disputed that certain parts of the relevant publication actually contravene the provisions of the law; and what remains to be decided is whether, taking into account all the circumstances of the case, the sentence of imprisonment imposed is manifestly excessive.

Learned counsel for the appellant has put before this Court certain grounds in support of this submission of his and stressed that the appellant had not designed beforehand the conclusion resulting from the relevant publication and that this was the result of hasty actions and was written under psychological stress in view of the circumstances under which the appellant was then acting and in view also of publications in other newspapers. He also submitted that the trial Court attached much weight to the previous convictions of the appellant.

The appellant is burdened with three previous convictions. The first was in June 1973 when he was convicted of the offence of publishing false news contrary to section 50 of the Criminal Code, in respect of which he was sentenced to, a fine of £200 and bound over in the sum of £500 for three years. In the same case a count for a seditious publication contrary to sections47(6) and 48 of the Criminal Code was also taken into consideration. His second previous conviction was in October of the same year when the appellant was again convicted of the offence of publishing false news contrary to section 50 of the Criminal Code and was sentenced to a fine of £60; and the third conviction was in September 1975 when he was convicted of the offence of interfering with police investigations contrary to sections 122(b) and 20 of the Criminal Code, and was bound over in the sum of £500 for three years. In this third case another case concerning contempt of Court was also taken into consideration. The sentence imposed in a case is certainly a [*70] sentence for violation of the law in that case and nobody can be punished for a second time for the same offence; but previous convictions constitute an element which is of great importance in measuring punishment and should be taken into consideration by the Court, because they constitute an indication of the attitude and respect of the accused towards the laws of the State.

With regard to the rejection by the trial Court of the application for adducing evidence by the appellant in mitigation of sentence, since it has been made clear to the Court from the record of the case, that the address of counsel for the appellant has covered in effect the evidence which he wanted to adduce and this without any objection or dispute on the part of the prosecution, we find that the Court has rightly considered that there was no need for adducing such evidence.

In the light of all the material put before us we arrived at the conclusion that, in the circumstances, the sentence imposed by the trial Court is not such as to justify our intervention in the present case and the appeal is therefore dismissed.

Appeal dismissed.



*  An English translation of this judgment appears ar pp. 67-70 post.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο