Λεμής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 340

(1989) 2 ΑΑΔ 340

[*340] 20 Νοεμβρίου, 1989

(ΠΙΚΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στές)

ΒΛΑΤΗΣ ΑΔΜΗΤΟΥ ΛΕΜΗΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 5105).

Ποινή — Ανθρωποκτονία κατά παράβαση του Άρθρου 205 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Το θύμα ήταν η μητέρα του δράστη — Ο δράστης έχει ψυχιατρικό ιστορικό — Έπασχε κατά την τέλεση του εγκλήματος από αρνητισμό, σύγχυση στις σκέψεις του, συναισθηματική απάθεια, ιδέες καταδίωξης και παρανοϊκού περιεχομένου — Αρχές, που διέπουν την επιβολή ποινής σε περιπτώσεις όπως αυτές — Ποινή φυλακίσεως 8 ετών — Υπό τις περιστάσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική.

Ποινή — Ανθρωποκτονία — Μειωμένη ευθύνη δράστη λόγω ψυχιατρικών διαταραχών — Αρχές, που διέπουν την επιβολή ποινής — Η έκταση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

Ποινή — Πρόσωπα μειωμένης ευθύνης λόγω ψυχιατρικών διαταραχών — Δεν υπάρχει στην Κύπρο ποινή κράτησης σε νοσοκομείο — Η τυχόν κράτηση βάσει των Περί Διανοητικών Ασθενών Νόμου δεν είναι ποινή.

Ο Εφεσείων διέπραξε μητροκτονία. Η ψυχική του κατάσταση κατά τον χρόνο τελέσεως του εγκλήματος δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί ως ταραγμένη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάνθηκε: [*341]

 (1) Η επιμέτρηση της ποινής σε περιπτώσεις όπως αυτή εξαρτάται από το βαθμό ευθύνης του δράστη, το πόσο επικίνδυνος είναι στη κοινωνία και για πόση χρονική διάρκεια προβλέπεται να είναι επικίνδυνος. Έτσι με βάση τα κριτήρια αυτά μπορεί η ποινή να κυμαίνεται από διάταγμα κηδεμονίας μέχρι ισόβια φυλάκιση.

(2)Στη συγκεκριμένη υπόθεση το Κακουργιοδικείο εξέτασε σε βάθος την ψυχική κατάσταση του εφεσείοντα και τις προσωπικές του συνθήκες και προχώρησε στα αναγκαία ευρήματα σχετικά με τον βαθμό ευθύνης του, που τον βρήκε πάρα πολύ μειωμένο, αλλ' όχι αμελητέο, με την ανάγκη να συνεχίσει να είναι υπό ιατρική παρακολούθηση και με την απρόβλεπτη διάρκεια του χρόνου, που απαιτείται, ώστε να παύσει να είναι επικίνδυνος για την κοινωνία.

(3) Εν όψει των ανωτέρω σωστά επιλέγηκε η ποινή της φυλάκισης. Δεν υπάρχει στην περίπτωση αυτή περιθώριο επεμβάσεως σχετικά με την διάρκεια της.

Η έφεση απορρίπτεται.

Αναφερόμενες αποφάσεις:

R. v. Chambers [1983] Crim. L.R. 688.

Έφεση εναντίον ποινής.

Έφεση εναντίον της ποινής από τον Βλάτη Άδμητου Λεμή ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 24 Ιανουαρίου, 1989 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού (Αριθμός Ποινικής Υποθέσεως 28618/88) στην κατηγορία ανθρωποκτονίας κατά παράβαση του άρθρου 205 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποιήθηκε από τον Νόμο 3/62) και καταδικάστηκε από τον Πρ. Επ. Δικ. Κωνσταντινίδη, τον προσωρινό Αν. Επ. Δικ. Σταυρινίδη και τον Επ. Δικ. Νικολάτο, σε φυλάκιση 8 χρόνων.

Χρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

Α. Μ. Αγγελίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη. ΠΙΚΗΣ Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Παπαδόπουλο.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον της ποινής που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού για ανθρωποκτονία κατά τις διατάξεις του Άρθρου 205 του Ποινικού Κώδικα, όπως τροποποιή[*342]θηκε από τον Περί Ποινικού Κώδικα (Τροποποιητικό) Νόμο 1962 (Νόμο 3/62).

Αρχικά ο εφεσείων είχε κατηγορηθεί για φόνο εκ προμελέτης αλλά κατά την έναρξη της δίκης ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε όπως αντικαταστήσει την κατηγορία για φόνο εκ προμελέτης με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας λόγω των περιστατικών της υπόθεσης και του ψυχοπαθούς ιστορικού του εφεσείοντα.

Με την έφεση του επιδιώκεται η μείωση της χρονικής διάρκειας της φυλάκισης του των 8 χρόνων που του επιβλήθηκε ή/και η επιβολή άλλου είδους τιμωρίας, όπως η έκδοση Διατάγματος Κηδεμονίας.

Οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται η μείωση της ποινής, σχετίζονται αποκλειστικά με το ψυχιατρικό ιστορικό του εφεσείοντα.

Ο εφεσείοντας, ηλικίας 28 χρονών, μετά τις γυμνασιακές του σπουδές πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να φοιτήσει σε Πανεπιστήμιο. Εκεί εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά τα ψυχολογικά του προβλήματα. Διέκοψε τις σπουδές του και επέστρεψε στην Κύπρο όπου υποβλήθηκε σε ψυχιατρικές εξετάσεις. Έκαμε μιά προσπάθεια να συνεχίσει τις σπουδές του στην Αγγλία αλλά χωρίς επιτυχία. Επέστρεψε στην Κύπρο όπου υποβλήθηκε σε νέες θεραπείες. Οι γονείς του δε φείσθηκαν κόπων ή εξόδων στην προσπάθεια του να του παράσχουν το καλύτερο που διέθετε η ιατρική επιστήμη. Τον έστειλαν στην Ελβετία, στη Νότια Αφρική και σε αριθμό Κυπρίων γιατρών για εξέταση και θεραπεία.

Ο εφεσείων, από το 1986 που εκδηλώθηκαν τα πρώτα συμπτώματα ως τις 28.5.87 που διέπραξε το φοβερό έγκλημα της μητροκτονίας, περιγράφεται από αριθμό ιατρών ως άνθρωπος που βασανιζόταν από παρανοϊκές ιδέες. Ανέπτυξε αισθήματα εχθρότητας προς τους γονείς του στους οποίους απέδιδε ευθύνες για την κατεστραμμένη, όπως την αντιλαμβανόταν, ζωή του. Παρουσίαζε μεγάλο αρνητισμό, είχε σύγχυση στις σκέψεις του, συναισθηματική απάθεια και άλλα συμπτώματα υπό τη μορφή ιδεών καταδίωξης και γενικά παρανοϊκού περιεχομένου.

Ο εφεσείων με δική του ομολογία περιέγραψε το συγκλονιστικό έγκλημα του. Πως σε ένα ξέσπασμα που ένοιωθε [*343] τόσο καταπιεσμένος από τους γονείς του αποφάσισε να σκοτώσει τη μάνα του. Πήρε από το σπίτι του ένα μεγάλο μαχαίρι, πήγε στο σπίτι των γονιών του και μόλις άνοιξε την πόρτα η μάνα του άρχισε να την κτυπά. Αυτή αντιστάθηκε και δεν τα κατάφερε. Άρχισε να φωνάζει βοήθεια, αλλά την έσυρε στην κουζίνα όπου μετά από πάλη, την έριξε στο πάτωμα. Εκεί άρπαξε ένα εργαλείο που καθαρίζουν τα κιτρόμηλα για γλυκό και της το κάρφωσε στο στήθος και την άφησε ακίνητη.

Ο κ. Πουργουρίδης εισηγήθηκε πως η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα είναι έκδηλα υπερβολική, έχοντας υπόψη τις προσωπικές του συνθήκες και ιδιαίτερα τη ψυχολογική του κατάσταση. Εισηγήθηκε επίσης πως η περίπτωση του εφεσείοντα πρέπει να εξατομικευθεί απόλυτα και ότι δικαιολογείται η υιοθέτηση από το Εφετείο νέας προσέγγισης στην επιμέτρηση της ποινής σε περιπτώσεις ψυχολογικά διαταραγμένων προσώπων, όπου η ευθύνη τους κατά τη διάπραξη του εγκλήματος είναι μειωμένη, όπως του εφεσείοντα. Ο κ. Πουργουρίδης δέχθηκε πως με την υπάρχουσα Νομολογία το Κακουργιοδικείο αφού εξέτασε σε βάθος την υπόθεση και μελέτησε όλα τα στοιχεία που την περιβάλλουν, δεν μπορούσε να υιοθετήσει άλλη γραμμή από εκείνη της φυλάκισης, και στην πραγματικότητα δέχθηκε πως το Κακουργιοδικείο ήταν δεσμευμένο, κατά κάποιο τρόπο, από την υπάρχουσα Νομολογία να επιβάλει την ποινή που επέβαλε. Αλλά εισηγήθηκε πως η προσέγγιση των Δικαστηρίων μέχρι σήμερα σε ψυχικά διαταραγμένες προσωπικότητες, πρέπει να αλλάξει και να υιοθετηθεί η γραμμή των αγγλικών Δικαστηρίων, όπως διατυπώνεται στην υπόθεση R. v. ChambersI1983] Crim. L.R. 688. Επίσης εισηγήθηκε πως η αγγλική προσέγγιση σε παρομοίας φύσεως υποθέσεις, όπως διαφαίνεται από το Mental Health Act 1983, ss. 37 και 41, όπου το Δικαστήριο έχει δικαίωμα να εκ-δόσει Hospital Order, Διαταγή Κράτησης σε Νοσοκομείο ή Ψυχιατρείο, πρέπει να υιοθετηθεί και από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Η βάση της επιχειρηματολογίας του κ. Πουργουρίδη έγκειται στο ότι εφόσον ο εφεσείων είναι ψυχικά ασθενής και υποβάλλεται σε θεραπεία ενώ είναι στη φυλακή, είναι ενδεχόμενο να αποθεραπευτεί και να μη μπορεί να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο προτού εκπνεύσει η ποινή του. Ενώ, εάν [*344] εκδίδετο ένα Διάταγμα Κηδεμονίας ή/και Κράτησης σε Νοσοκομείο ή Ψυχιατρείο, με την αποθεράπευση του θα μπορούσε να ενταχθεί μέσα στο κοινωνικό σύνολο, χωρίς να είναι υπόχρεος να εκτίσει ποινή φυλακίσεως μετά την αποθεράπευσή του. Εν πάση περιπτώσει, κατά τον κ. Πουργουρίδη, η ποινή των 8 χρόνων είναι έκδηλα υπερβολική και εάν ακόμη το Εφετείο δεν υιοθετήσει την εισήγηση του για Διάταγμα Κηδεμονίας, η περίοδος φυλακίσεως πρέπει να μειωθεί.

Η αγγλική καθοδηγητική απόφαση του Αρχιδικαστή Lord Lane στην υπόθεση Chambers (ανωτέρω), που εισηγήθη ο κ. Πουργουρίδης ότι πρέπει να ακολουθηθεί και στην Κύπρο, αναφέρει πως ο Δικαστής σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, όπου υπάρχει θέμα μειωμένης ευθύνης, έχει πολλές επιλογές και υιοθέτηση οποιασδήποτε από αυτές, εξαρτάται από το υλικό που υπάρχει ενώπιον του. Εάν τα ψυχιατρικά πιστοποιητικά συστήνουν και δικαιολογούν και δεν υπάρχουν αντίθετες ενδείξεις, τότε ο Δικαστής μπορεί να εκδόσει Διάταγμα Κράτησης σε Νοσοκομείο. Όταν τέτοια Διαταγή δεν συστήνεται ή δεν είναι η πρέπουσα και ο ένοχος αποτελεί κίνδυνο στο κοινό για απροσδιόριστο χρόνο, τότε η ορθή ποινή κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ποινή ισόβιας κάθειρξης. Εάν η μαρτυρία υποδεικνύει ότι η ευθύνη του εφεσείοντα για τις πράξεις του ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό μειωμένη, ώστε ο βαθμός της ποινικής του ευθύνης να είναι ελάχιστος, τότε ο Δικαστής μπορεί να επιδείξει περισσότερη επιείκεια. Νοουμένου ότι δεν υπάρχει κίνδυνος επαναλήψεως της βίας, συνήθως θα είναι δυνατό να δοθεί στον εφεσείοντα η ελευθερία του, πιθανώς με Διάταγμα Κηδεμονίας. Σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει βάση για Διάταγμα Κρατήσεως σε Νοσοκομείο, αλλά όπου ο βαθμός της ευθύνης του εφεσείοντα δεν είναι ελάχιστος, τότε ο Δικαστής μπορεί να επιβάλει ποινή φυλακίσεως, η διάρκεια της οποίας θα εξαρτάται από δύο παράγοντες, πρώτο, η εκτίμηση του Δικαστού ως προς το βαθμό ευθύνης του εφεσείοντα για τις πράξεις του και δεύτερο, η άποψη του ως προς την περίοδο για την οποία ο εφεσείοντας θα εξακολουθούσε να ήταν επικίνδυνος εις το δημόσιο.

Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, υποστήριξε την απόφαση του Κακουργιοδικείου και εισηγήθη[*345]κε πως το Κακουργιοδικείο εξέτασε με τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια και εις βάθος το Νόμο και τη Νομολογία, έλαβε υπόψη του τόσο τα ιατρικά πιστοποιητικά, όσο και τις άλλες προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα και επέβαλε την ποινή φυλακίσεως των 8 χρόνων η οποία είναι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις.

Πρέπει να πούμε, εις απάντηση της εισήγησης του κ. Πουργουρίδη για Διάταγμα Κράτησης σε Νοσοκομείο, όσο ενδιαφέρουσα και να είναι η εισήγησή του, δεν υπάρχει ανάλογη Νομοθεσία στην Κύπρο ώστε το Δικαστήριο να εξετάσει τέτοιο ενδεχόμενο. Η μόνη υπάρχουσα Νομοθεσία για ψυχικά ασθενείς, είναι ο Περί Διανοητικώς Ασθενών Νόμος όπου, εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί πως κάποιος είναι διανοητικά ασθενής, διατάσσεται η κράτηση του σε Ψυχιατρικό Ίδρυμα, όπως έχει στην πραγματικότητα εκδοθεί τέτοιο διάταγμα για τον εφεσείοντα, όπως ανεφέρθη στο Δικαστήριο, μετά τη διάπραξη του εγκλήματος. Η κράτηση όμως κάποιου με βάση τον πιο πάνω Νόμο, δεν έχει καμιά σχέση με ποινική ευθύνη και τιμωρία για διάπραξη οποιουδήποτε εγκλήματος, αλλά το μοναδικό κριτήριο είναι η αποθεραπεία του αρρώστου.

Όπως διαφαίνεται και στην υπόθεση Chambers, η επιμέτρηση της ποινής εξαρτάται από το βαθμό ευθύνης του εφεσείοντα, το ποσό επικίνδυνος μπορεί να είναι στην κοινωνία και για πόση χρονική περίοδο μπορεί να είναι επικίνδυνος. Με βάση αυτά τα κριτήρια μπορούν να επιβληθούν ποινές από Διάταγμα Κηδεμονίας μέχρι ισοβίων δεσμών. Αυτά τα κριτήρια νομίζουμε ότι έχουν ενσωματωθεί σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε υποθέσεις ανθρωποκτονίας όπου ο βαθμός ευθύνης του εφεσείοντα είναι μειωμένος εξ αιτίας ψυχολογικών προβλημάτων.

Έχουμε διεξέλθει με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή τις εισηγήσεις του κ. Πουργουρίδη αλλά δεν συμφωνούμε ότι η ποινή των 8 χρόνων που έχει επιβληθεί στον εφεσείοντα από το Κακουργιοδικείο είναι υπερβολική. Το Κακουργιοδικείο εξέτασε με τη μεγαλύτερη δυνατή λεπτομέρεια και εις βάθος τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα, την κατάσταση της υγείας του, όπως διεφάνη μέσω της μαρτυρίας τριών ψυχιάτρων και δέχθηκε σε σύνοψη τη μαρτυρία του γιατρού Μέση. Το σχετικό απόσπασμα του Κακουργιοδικείου αναφέρει: [*346]

«Ο γιατρός Χρ. Μέσης ανάφερε ότι, παρόλο ότι η τωρινή κατάσταση του κατηγορούμενου δεν εγκυμονεί άμεσους κινδύνους εφ' όσον βεβαίως θα βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση ψυχιάτρου και κάτω από συνεχή θεραπεία και παρόλο ότι, κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι κίνδυνοι για το κοινό ή για τον ίδιο τον κατηγορούμενο είναι μικροί, δεν ήθελε να δώσει την εντύπωση ότι μπορεί να γίνει με μεγάλη επιτυχία πρόβλεψη των πιθανοτήτων επικινδυνότητας ή εγκληματικής συμπεριφοράς ατόμων που πάσχουν από τις ψυχιατρικές διαταραχές από τις οποίες πάσχει ο κατηγορούμενος. Πρόσθεσε ο γιατρός Χρ. Μέσης οτι έχει αποδειχθεί αδυναμία των ψυχιάτρων να προβαίνουν σε τέτοιου είδους προβλέψεις στις περιπτώσεις ασθενών που πάσχουν από ψυχώσεις.»

Τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, τα οποία είναι πλήρως δικαιολογημένα από την ενώπιον του μαρτυρία, είναι πως,

(α) ο βαθμός ευθύνης του εφεσείοντα κατά το χρόνο διάπραξης του εγκλήματος ήταν παρά πολύ μειωμένος αλλά όχι αμελητέος ή μηδαμινός,

(β) παρά την αισθητή καλυτέρευση της κατάστασης του εφεσείοντα, είναι αναγκαίο όπως ο εφεσείων συνεχίσει να βρίσκεται υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση και θεραπεία, και

(γ) απορρίπτοντας την εισήγηση πως ο εφεσείων έπαυσε να είναι επικίνδυνος, δέχεται πως ο χρόνος που χρειάζεται για να μην είναι επικίνδυνος στην κοινωνία είναι απρόβλεπτος σε άτομα που πάσχουν από ψυχιατρικές διαταραχές, όπως ο εφεσείων.

Είμαστε της γνώμης πως το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψη του, στο πλαίσιο της Κυπριακής Νομοθεσίας, όλα εκείνα τα συστατικά στοιχεία τα οποία έπρεπε να εκτιμήσει, όπως αναφέρονται πιο πάνω, δηλαδή, το βαθμό ευθύνης του εφεσείοντα κατά τη διάπραξη του αδικήματος, το πόσο επικίνδυνος είναι εις το κοινό, το πότε προβλέπεται να παύσει να είναι επικίνδυνος, την προστασία του κοινού, τη φύση του αδικήματος και τη σοβαρότητα του, και επέβαλε την ποινή φυλάκισης των 8 χρόνων. [*347]

Η ευθύνη για τη επιβολή της ποινής είναι κατ' εξοχήν έργο του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το Εφετείο μπορεί να επέμβει μόνο όταν η ποινή κρίνεται έκδηλα υπερβολική ή βασικά λανθασμένη. Συμφωνούμε με την προσέγγιση του Κακουργιοδικείου ως προς το είδος της ποινής που έπρεπε να επιβληθεί, δηλαδή, ποινή φυλάκισης. Ταυτόχρονα, διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει περιθώριο να επέμβουμε ως προς τον καθορισμό της διάρκειας της.

Πριν καταλήξουμε, θέλουμε να επισημάνουμε ότι η μεταχείριση παραβατών με ψυχολογικά προβλήματα ή διαταραγμένη προσωπικότητα, πρέπει και στην Κύπρο να απασχολήσει τις αρχές προς το σκοπό διεύρυνσης των μέσων τα οποία παρέχονται στο Ποινικό Δικαστήριο για την τιμωρία και αναμόρφωση των παραβατών.

Η έφεση απορρίπτεται. Η ποινή της φυλάκισης των 8 χρόνων που επιβλήθηκε από το Κακουργιοδικείο, επικυρώνεται.

Η Έφεση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο