Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 211

(1991) 2 ΑΑΔ 211

[*211] 26 Απριλίου, 1991

[ ΠΙΚΗΣ, ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στές]

ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΕΤΡΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ,

Εφεσείων,

 ν.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 5361).

Κατοχή ελεγχομένου ναρκωτικού φαρμάκου κατά παράβαση των διατάξεων του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77).

Σύνταγμα, άρθρο 12.4 — Τεκμήριο αθωώτητος που κατοχυρώνεται από το άρθρο 12.4 του Συντάγματος — Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε ερμηνεία του άρθρου 32 (3) (β) (ι) του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77) που θα αφαιρούσε από την κατηγορούσα αρχή την υποχρέωση να αποδείξει γνώση του περιεχομένου της τσάντας.

Λέξεις και Φράσεις — "Κατοχή" — Στην έννοια του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/ 77).

Ευρήματα πρωτογενών γεγονότων — Ρόλος του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην ανεύρεση και προσδιορισμό τέτοιων ευρημάτων.

Απόδειξη — Περιστατική μαρτυρία — Αξία και ρόλος της περιστατικής μαρτυρίας.

Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155, άρθρο 145 (1) παρ. (β) — Εξουσίαι του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με τον καθορισμό εφέσεων εναντίον καταδίκης.

Ο Εφεσείων και ο συγκατηγορούμενος του προσέγγισαν με τα αυτοκίνητα τους σημείο φύλαξης ναρκωτικών δίπλα στο κράσπεδο δρόμου που οδηγούσε έξω από τη Λεμεσό. Ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα ανέσυρε το δέμα των ναρκωτικών από τον τόπο που εφυλάσσετο και το παράδωσε στον εφεσείοντα. Όταν ο εφεσείων κατευθύνετο προς το αυτοκίνητο του με το δέμα στο χέρι, έκαμαν την εμφάνισή τους οι αστυνομικοί που είχαν θέσει τη σκηνή υπό παρακολούθηση κατόπιν σχετικών πληροφοριών. Τότε ο εφεσείων έριξε κάτω το δέμα με τα ναρκωτικά που κρατούσε. [*212]

Το Κακουργιοδικείο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα ότι η παρουσία του ήταν συμπτωματική στη σκηνή και ότι δεν γνώριζε το περιεχόμενο του δέματος και τον έκρινε ένοχο με βάση την περιστατική μαρτυρία που στοιχειοθετούσε και την γνώση του ως προς το περιεχόμενο του δέματος. Επίσης έκρινε ως άμεσα ενοχοποιητικό στοιχείο κάποια δήλωση του συγκατηγορούμενου προς τον εφεσείοντα αναφορικά με την αναγκαιότητα της παρουσίας του εφεσείοντα στη σκηνή που έγινε προτού οι συγκατηγορούμενοι κατευθυνθούν στο τόπο φύλαξης των ναρκωτικών. Η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν φυλάκιση δυο χρόνων.

Η έφεση εστρέφετο εναντίον της καταδίκης και αφορούσε τα πιο κάτω δύο ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου:

1) Η δήλωση του συγκατηγορούμενου αναφορικά με την παρουσία του εφεσείοντα στη σκηνή δεν συνδέθηκε με οποιαδήποτε άλλη προηγούμενη συνομιλία ή ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των που δυνατό να αποδυνάμωνε την αποδεικτική της αξία ή τα συμπεράσματα που θα μπορούσαν να προκύψουν από αυτή.

2) Το δέμα ρίφθηκε κάτω μετά τη γνωστοποίηση της παρουσίας της Αστυνομίας στη σκηνή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

Α)  Υπό Πική, Δ.:

1. Έστω και αν απομονώνονταν και αποκλείονταν τα πιο πάνω ευρήματα ο εφεσείων πάλι θα κρινόταν ένοχος.

2. Η περιστατική μαρτυρία είναι τόσο δυνατή που δεν θα άφηνε αμφιβολία σ' οποιοδήποτε δικαστήριο αναφορικά με το σκοπό της επίσκεψης στη σκηνή και τη γνώση του περιεχομένου του δέματος και φανερώνει μαρτυρία ενοχής του εφεσείοντα στη διάπραξη του εγκλήματος.

3. Η μαρτυρία του εφεσείοντα αναφορικά με τη δημιουργία σ' αυτόν αμφιβολιών μετά την παραλαβή του δέματος χωρίς καμμιά διαμαρτυρία, είναι αναξιόπιστη.

4. Το περιεχόμενο της συνομιλίας των δραστών πριν την ανά-συρση του δέματος μπορούσε με ευχέρεια να εξακριβωθεί από τα αστυνομικά όργανα που βρίσκονταν πλησιέστερα προς τους δράστες.

5. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εύλογα θα μπορούσε να προβεί στα δύο ευρήματα με βάση την αποδεκτή μαρτυρία.

6. Ο ρόλος του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην ανεύρεση και προσδιορισμό των πρωτογενών γεγονότων είναι κυριαρχικός και δεν αφήνει πεδίο για παραμερισμό οποιουδήποτε από τα δύο ευρή[*213]ματα πάνω στα οποία βασίστηκε η παρούσα έφεση.

 Β)  Υπό Πογιατζή, Δ.

1. Ένα από τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι η γνώση εκ μέρους του εφεσείοντα ως προς το περιεχόμενο της τσάντας που παραδέχεται ότι κρατούσε στα χέρια του.

2. Η κατηγορούσα αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κατά τρόπο θετικό τη γνώση ότι η τσάντα περιείχε ναρκωτικά.

3. Η δημιουργία πραγματικής αμφιβολίας αναφορικά με τη γνώση του περιεχομένου της τσάντας κατά τον ουσιώδη χρόνο θα σήμαινε αποτυχία της κατηγορούσας αρχής να αποδείξει την κατοχή των ναρκωτικών μέσα στην έννοια του Νόμου.

 

4. Τα προσβαλλόμενα ευρήματα του Κακουργιοδικείου δικαιολογούνται απόλυτα από την προσαχθείσα αξιόπιστη μαρτυρία, το δε συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων γνώριζε το πραγματικό περιεχόμενο της τσάντας δεν βασιζόταν μόνο πάνω σ' αυτά τα δύο ευρήματα αλλά και σε πολλά άλλα ευρήματα αναφορικά με τη συμπεριφορά του εφεσείοντα.

5. Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος να ασκηθεί η κατ' έφεση δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για ανατροπή των προσβαλλομένων ευρημάτων.

6. Κατά συνέπεια και αν ακόμα υποτεθεί ότι δικαιολογείται η ανατροπή των δύο προσβαλλομένων ευρημάτων η υπόθεση αυτή αποτελεί κλασσικό παράδειγμα εφαρμογής της επιφύλαξης της παραγράφου (β) του άρθρου 145 (1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

Γ)  Υπό Χρυσοστομή, Δ.:

Η έφεση θα απορριπτόταν εν πάση περιπτώσει δεδομένου ότι δεν προσβλήθηκε η αξιοπιστία της μαρτυρίας των μαρτύρων πάνω στην οποία βασίζονταν τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Η έφεση απορρίπτεται.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Fourndes v. Republic (1986) 2 C.L.R. 73;

Oueiss v. Republic (1987) 2 C.L.R. 49.

 Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση εναντίον της καταδίκης από τον Ιάκωβο Πέτρου [*214] Ιακώβου ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 26 Οκτωβρίου, 1990 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 14113/90) στην κατηγορία κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 6 (1) (2), 24 (1), 30 και 31 του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου, 1977 (Νόμος 29/77) και καταδικάστηκε από τους Κωνσταντινίδη Π.Ε.Δ., Ερωτοκρί-του και Παμπαλλή, Επαρχιακούς Δικαστές σε φυλάκιση 2 ετών.

Κ. Σαβεριάδης και Χρ. Χατζηλοΐζου, για τον Εφεσείοντα.

Ρ. Γαβριηλίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.

ΠΙΚΗΣ Δ.: Έχουμε καταλήξει ότι η έφεση δεν ευσταθεί και για το λόγο αυτό δεν κρίνουμε αναγκαίο να ακούσουμε το δικηγόρο της Δημοκρατίας. Θα προχωρήσουμε στην έκδοση των αποφάσεων μας με συνοπτική αναφορά στους λόγους που οδηγούν στην απόρριψη της έφεσης. Το τελικό κείμενο της απόφασης αναμένεται ότι θα είναι έτοιμο σε λίγες μέρες.

ΠΙΚΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων καταδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου (ναρκωτικών) κατά παράβαση των διατάξεων του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77) και τιμωρήθηκε με φυλάκιση δύο ετών.

Με την έφεση προσβάλλει την καταδίκη του σε σχέση με δύο ευρήματα του δικαστηρίου τα οποία καθιστούν, κατά την εισήγηση του, την ετυμηγορία του Κακουργιοδικείου ακροσφαλή ή την αφήνουν έκθετη σε υποβόσκουσες αμφιβολίες (lurking doubts) και την αποστερούν από τη βεβαιότητα που πρέπει να περιβάλλει εύρημα ενοχής. Δεν αμφισβητείται ότι ο εφεσείων είχε στη φυσική του κατοχή την απαγορευμένη ουσία στην οποία θα αναφερόμεθα ως τα ναρκωτικά ή τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου δι[*215]καστηρίου.

Τα δυο ευρήματα τα οποία προσβάλλονται ως ανυπόστατα και γύρω από τα οποία περιστρέφεται η έφεση είναι:

(α) Το περιεχόμενο συνομιλίας του εφεσείοντα με το συνεργό του, συγκατηγορούμενο στο Κακουργιοδικείο, κατά το χρόνο στάθμευσης των οχημάτων των δυο συγκατηγορουμένων στον τόπο όπου ήσαν κρυμμένα τα ναρκωτικά πριν την παραλαβή τους, και

(β) Τον ακριβή χρόνο απόρριψης (που πέταξε) του δέματος που περιείχε τα ναρκωτικά. Σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, αυτό επεσυνέβη μετά τη γνωστοποίηση της παρουσίας των αστυνομικών που τελούσαν σε επιφυλακή στη σκηνή του εγκλήματος και την ρίψη πυροβολισμών στον αέρα για να καταδηλώσουν την αποφασιστικότητα της Αστυνομίας να ανακόψει τους δράστες.

Για να γίνει ευνόητο το πλαίσιο και αντικείμενο της έφεσης πρέπει να γίνει αναφορά στα γεγονότα που προηγήθηκαν της σύλληψης του εφεσείοντα και του συγκατηγορουμένου του και κυρίως στις συνθήκες προσέγγισης του τόπου όπου εφυλάττοντο τα ναρκωτικά και της περισυλλογής τους.

Κατόπιν πληροφορίας ότι σε σημείο δρόμου ο οποίος οδηγεί έξω από τη Λεμεσό, και συγκεκριμένα σε χάνδακα δίπλα στο κράσπεδο του δρόμου, εφυλάττοντο ναρκωτικά, τα οποία οι δράστες θα περισυνέλεγαν κατά τις νυκτερινές ώρες, η αστυνομία έθεσε τη σκηνή υπό παρακολούθηση και έστησε καρτέρι προς σύλληψη των επίδοξων κατόχων των ναρκωτικών. Ομάδα αστυνομικών υπό την καθοδήγηση του Υπαστυνόμου Παπαγεωργίου κατέλαβε στρατηγικές θέσεις στη γύρω περιοχή εν αναμονή των δραστών. Προηγουμένως εντόπισαν τα ναρκωτικά τα οποία ήσαν κρυμμένα στο χαντάκι περιτυλιγμένα σε δέμα μέσα σε πλαστική τσάντα. Η σκηνή φωτιζόταν σε βαθμό που επέτρεπε την παρακολούθηση των κινήσεων κάθε [*216] υπόπτου που θα προσέγγιζε την περιοχή. Πέρασε πολλή ώρα χωρίς να σημειωθεί καμιά ύποπτη κίνηση στην σκηνή. Ύποπτες κινήσεις επισημάνθηκαν στις 2.00 μ.μ. όταν σταμάτησαν δύο αυτοκίνητα, το ένα πίσω από το άλλο, στην πλευρά του δρόμου όπου ήσαν κρυμμένα τα ναρκωτικά. Οι οδηγοί κατέβηκαν από τα αυτοκίνητα τους συγχρόνως, γεγονός που υποδήλωνε την κοινή πρόθεση και σχεδιασμό, και κατευθύνθηκαν προς τον τόπο απόκρυψης των ναρκωτικών. Προσέγγισαν το σημείο φύλαξης των ναρκωτικών οπόταν ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα έσκυψε και ανέσυρε το δέμα με τα ναρκωτικά από το χαντάκι, πράξη που αποκαλύπτει γνώση του τόπου απόκρυψης τους. Μετά την ανάσυρση του δέματος, ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα το παρέδωσε σ' αυτόν χωρίς να διαμηφθεί οτιδήποτε άλλο μεταξύ τους. Ο εφεσείων με το δέμα στο χέρι κατευθυνόταν προς το αυτοκίνητο του όταν οι αστυνομικοί με αναφωνήματα γνωστοποίησαν την παρουσία τους και με πυροβολισμούς στο αέρα σήμαναν την αποφασιστικότητα τους να συλλάβουν τους δράστες. Ο εφεσείων απέρριψε το δέμα που κρατούσε, γεγονός που κρίθηκε από το Κακουργιοδικείο ότι καταμαρτυρούσε γνώση του περιεχομένου του.

Εκτός από τα πιo πάνω στοιχεία περιστατικής μαρτυρίας (Για την αξία και συνέπειες της περιστατικής μαρτυρίας βλ. μεταξύ άλλων Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R. 73, και Oueiss v. Republic (1987) 2 C.L.R. 49) και τη γνώση που τείνουν να στοιχειοθετήσουν ως προς το περιεχόμενο του δέματος που είχαν στην κατοχή τους το δικαστήριο έκρινε ως άμεσα ενοχοποιητικό και ένα άλλο στοιχείο, τούτο: Δήλωση του συγκατηγορουμένου του εφεσείοντα προς αυτό προτού κατευθυνθούν προς το σημείο φύλαξης των ναρκωτικών, την ακόλουθη: "Εν εν ανάγκη να έρτεις τζαι εσύ". Το γεγονός ότι έγινε η δήλωση αυτή δεν αμφισβητείται, ούτε ότι αφεαυτής τείνει να καταδείξει προσυνεννόηση μεταξύ των δυο φαινομενικά συνεργών στο έγκλημα η γνώση για το τί αναζητούσαν. Ότι προσβάλλεται είναι το εύρημα του δικαστηρίου ότι δεν προηγήθηκε οποιαδήποτε άλλη ανταλλαγή μεταξύ των δυο πριν τη δήλωση αυτή, γεγονός που θα αποδυνάμωνε την [*217] αποδεικτική αξία της δήλωσης ή τα συμπεράσματα που θα μπορούσαν να εξαχθούν από αυτή.

Ο άλλος λόγος της έφεσης αφορά το εύρημα του δικαστηρίου ότι το δέμα απορρίφθηκε μετά τη γνωστοποίηση της παρουσίας της Αστυνομίας στη σκηνή. Η εισήγηση του εφεσείοντα είναι ότι λαμβάνοντας υπόψη το πεδίο ορατότητας των αστυνομικών δε μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ότι η τσάντα απορρίφθηκε πριν την ανακοίνωση της παρουσίας της Αστυνομίας, όπως ισχυρίστηκε ο εφεσείων. Η εκδοχή του εφεσείοντα ως προς τους λόγους παρουσίας του στη σκηνή, συμπτωματική όπως ισχυρίστηκε, και την άγνοια του για το περιεχόμενο του δέματος το οποίο παράλαβε απορρίφθηκε από το Κακουργιοδικείο και το σχετικό μέρος της απόφασης δεν προσβάλλεται.

Συνεπώς ότι θα μας απασχολήσει είναι η εγκυρότητα των δυο λόγων της έφεσης και αν ευσταθούν οι επιπτώσεις τους στην καταδίκη. Αρχίζουμε με τη διαπίστωση ότι απομόνωση και αποκλεισμός των δυο υπό κρίση ευρημάτων δε θα είχε οποιεσδήποτε επιπτώσεις στο εύρημα ενοχής του εφεσείοντα. Η περιστατική μαρτυρία όπως την έχουμε συνοψίσει για την παρουσία των δυο δραστών στη σκηνή, η κίνηση τους προς τον τόπο απόκρυψης των ναρκωτικών και μετέπειτα η ανάληψη κατοχής παρέχουν συντριπτική μαρτυρία ενοχής του εφεσείοντα που δεν θα άφηνε αμφιβολία σε οποιοδήποτε δικαστήριο αναφορικά με το σκοπό της επίσκεψης του στη σκηνή και τη γνώση για το περιεχόμενο του δέματος. Περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη την αποδεκτή μαρτυρία το δικαστήριο εύλογα θα μπορούσε να προβεί και στα δυο ευρήματα τα οποία αμφισβητήθηκαν. Το πεδίο ορατότητας των αστυνομικών τους επέτρεπε να προσδιορίσουν το χρόνο απόρριψης του δέματος. Η εξήγηση του εφεσείοντα, ισχνή στην καλύτερη των περιπτώσεων, ότι άρχισαν να του δημιουργούνται αμφιβολίες μετά την παραλαβή χωρίς διαμαρτυρία του δέματος, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη. Ως προς το περιεχόμενο της μαρτυρίας των αστυνομικών οργάνων για τη συνομιλία των δυο δραστών που προηγήθηκε της ανάσυρσης του δέματος είναι γεγονός ότι οι Βοηθοί του κ. Παπα[*218]γεωργίου βρίσκονταν λόγω της θέσης τους πλησιέστερα προς τους δράστες και ευχερέστερα μπορούσαν να εξακριβώσουν το περιεχόμενο των μεταξύ τους διαμηφθέντων.

Έχοντας υπόψη τον κυριαρχικό ρόλο του πρωτόδικου δικαστηρίου στην ανεύρεση και προσδιορισμό των πρωτογενών γεγονότων δεν υπάρχει πεδίο για τον παραμερισμό οποιουδήποτε από τα δυο ευρήματα τα οποία έχουν αμφισβητηθεί με την παρούσα έφεση.

ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ: Συμφωνώ τόσο με το αποτέλεσμα όσο και με το σκεπτικό της απόφασης που μόλις έχει απαγγείλει ο αδελφός Δικαστής Πικής. Θα ήθελα εντούτοις να προσθέσω μερικά πράγματα που μαρτυρούν και συνθέτουν τη δική μου ιδιαίτερη προσέγγιση στα θέματα που έχουν εγερθεί στην παρούσα έφεση, τα οποία εξετάζω σε συσχετισμό με το βάρος της αποδείξεως. Πλείστα από τα ουσιώδη γεγονότα δεν έχουν αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση, εκτίθενται δε με την αναγκαία επάρκεια στην απόφαση του κ. Πική και δεν προτίθεμαι, ως εκ τούτου, να τα επαναλάβω.

Εκείνο που θέλω να τονίσω ιδιαίτερα είναι ότι η γνώση εκ μέρους του εφεσείοντα ως προς το πραγματικό περιεχόμενο της τσάντας που παραδέχεται ότι κρατούσε στα χέρια του, αποτελεί ένα από τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος για το οποίο το Κακουργιοδικείο τον είχε καταδικάσει με την υπό έφεση απόφασή του· ότι το τεκμήριο της αθωότητας που κατοχυρώνεται με το άρθρο 12.4 του Συντάγματος δεν επιτρέπει οποιαδήποτε ερμηνεία του άρθρου 32 (3) (β) (ι)* του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και

*("32(3) Εν τη εκδικάσει οιουδήποτε αδικήματος δια το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται, ίνα καταδικασθή ο κατηγορούμενος δέον όπως η κατηγορία αποδείξη ότι ουσία τις ή προϊόν τι σχετιζόμενον με το προσαπτόμενον αδίκημα ήτο το ελεγχόμενον φάρμακον όπερ η κατηγορία ισχυρίζεται και αποδεικνύεται ότι η εν λόγω ουσία ή προϊόν ήτο τω όντι το εν λόγω ελεγχόμενον φάρμακον-

(α) …………………………………..

(β) απαλλάσσεται του αδικήματος-

(ι) εάν αποδείξη ότι δεν είχε γνώσιν ή υποψίαν ή λόγον να υποπτεύηται ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήχο ελεγχόμενον φάρμακον") [*219]

Ψυχοτρόπων Οσιων Νόμου του 1977 (Νόμος αρ. 29 του 1977) η οποία θα αφαιρούσε την υποχρέωση από την κατηγορούσα αρχή να αποδείξει κατά τρόπο θετικό ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι η τσάντα που κατείχε περιείχε ναρκωτικά και θα επέβαλλε σ' αυτόν την υποχρέωση να αποδείξει την έλλειψη της απαραίτητης αυτής γνώσης· και ότι σε υποθέσεις όπως η παρούσα "κατοχή" εν τη εννοία του Νόμου σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόχρονη γνώση της φύσεως του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής.

Ο βασικός ισχυρισμός του εφεσείοντα στην παρούσα υπόθεση ήταν πάντοτε ότι ο ίδιος παρέλαβε την τσάντα χωρίς να γνωρίζει ή να υποψιάζεται ότι περιείχε ναρκωτικά και ότι από την ώρα της παραλαβής της δεν είχε ευκαιρία να εξακριβώσει το πραγματικό της περιεχόμενο νωρίτερα από τη στιγμή που αυτόβουλα την πέταξε στο δρόμο θέτοντας έτσι τέρμα στο φυσικό έλεγχο που ασκούσε πάνω σ' αυτή. Ο εφεσείων δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι ο ισχυρισμός του αυτός είναι αληθής και βάσιμος. Είναι αρκετή η δημιουργία πραγματικής αμφιβολίας κατά πόσο γνώριζε κατά τον ουσιώδη χρόνο το περιεχόμενο της τσάντας. Η δημιουγία τέτοιας αμφιβολίας σημαίνει αποτυχία της κατηγορούσας αρχής να αποδείξει ότι ο φυσικός έλεγχος της τσάντας από τον εφεσείοντα συνιστά "κατοχή" των ναρκωτικών εν τη εννοία του Νόμου.

Η ύπαρξη της απαραίτητης γνώσης δεν είναι κάτι που συνήθως αποδεικνύεται με άμεση μαρτυρία. Κατά κανόνα συμπεραίνεται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Στην παρούσα υπόθεση το εύρημα του Κα-κουργιοδικείου ήταν ότι ο εφεσείων γνώριζε ότι η τσάντα που μετέφερε περιείχε ναρκωτικά. Ο εφεσείων αμφισβητεί το εύρημα αυτό επειδή, κατά την εισήγησή του, βασίζεται πάνω σε δυο επί μέρους ευρήματα αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία λέγει ότι είναι ακροσφαλή. Τα δυο αυτά ευρήματα αναφέρονται στη συμπεριφορά του στη σκηνή του εγκλήματος. Το πρώτο αφορά τη φράση "εν ανάγκη να έρτεις τζ'εσύ" που ο συγκατηγορούμενος του είπε στον εφεσείοντα μόλις βγήκαν από τα αυ[*220]τοκίνητά τους, χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε άλλη συνομιλία μεταξύ τους. Το δεύτερο αφορά το χρόνο που ο εφεσείων πέταξε την τσάντα. Το Κακουργιοδικείο είπε ότι το γεγονός αυτό έγινε μετά που η αστυνομία γνωστοποίησε την παρουσία της στη σκηνή, ενώ η εκδοχή του εφε-σείοντα ήταν ότι έγινε πριν η αστυνομία γνωστοποιήσει την παρουσία της. Η θέση του εφεσείοντα είναι ότι τα δυο αυτά επί μέρους ευρήματα καθιστούν αναπόφευχτο το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο ίδιος γνώριζε ότι η τσάντα που κρατούσε περιείχε ναρκωτικά. Σε περίπτωση όμως που κριθούν ακροσφαλή και ανατραπούν, το συμπέρασμα για τη γνώση του περιεχομένου της τσάντας παραμένει χωρίς πραγματικό υπόβαθρο και στήριγμα και θα πρέπει επίσης να ανατραπεί ως αυθαίρετο συμπαρασύροντας σε ακύρωση και την καταδίκη του.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο εφεσείων δεν προσβάλλει τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων που κατέθεσαν ενώπιον του περιλαμβανομένου του εφεσείοντα. Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτά οι μάρτυρες κατηγορίας κρίθηκαν απόλυτα αξιόπιστοι ενώ ο εφεσείων κρίθηκε αναξιόπιστος μάρτυρας του οποίου η μαρτυρία σκοπό είχε την παραπλάνηση του Δικαστηρίου.

Τα προσβαλλόμενα ευρήματα του Κακουργιοδικείου δικαιολογούνται απόλυτα από την προσαχθείσα αξιόπιστη μαρτυρία και δεν έχουμε πεισθεί ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος να τα ανατρέψουμε κατά την άσκηση της κατ' έφεση δικαιοδοσίας μας. Θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων γνώριζε το πραγματικό περιεχόμενο της τσάντας δε βασίστηκε μόνο πάνω στα δυο ευρήματα που ο εφεσείων μας ζήτησε να ανατρέψουμε. Το Κακουργιοδικείο έκαμε και άλλα ευρήματα αναφορικά με τη συμπεριφορά του εφεσείοντα στα οποία έχει αναφερθεί ο αδελφός Δικαστής Πικής, από τα οποία αναπόφευχτα εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο εφεσείων είχε την απαιτούμενη γνώση του πραγματικού περιεχομένου της τσάντας που κρατούσε στα χέρια του. Επομένως, και αν ακόμα υποθέσουμε ότι [*221] δικαιολογείται η ανατροπή των δυο προσβαλλόμενων ευρημάτων, η υπόθεση αυτή αποτελεί κλασσικό παράδειγμα εφαρμογής της επιφύλαξης της παραγράφου (β) του άρθρου 145 (1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ: Συμφωνώ με όσα λέχθηκαν από τους αδελφούς Δικαστές Πική και Πογιατζή και θα ήθελα να προσθέσω μόνο τούτο: δεδομένου ότι δεν προσβλήθηκε η αξιοπιστία των μαρτύρων επί της μαρτυρίας των οποίων το Δικαστήριο βάσισε τα ευρήματα του, η έφεση δεν μπορούσε να επιτύχει εν πάση περιπτώσει.

Η έφεση απορρίπτεται.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο