(1994) 2 ΑΑΔ 29
[*29] 24 Μαρτίου, 1994
[ΚΟΥΡΡΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (Αρ. 1),
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 5803).
Έφεση — Αίτηση για παροχή άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας κατά την ακρόαση έφεσης — Εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου — Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155 άρθρο 46(β) και (γ) — Ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960 (Ν. 4/60) άρθρο 25(3) — Αρχές που εφαρμόζονται.
Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα άρθρο 30 — Κατοχύρωση δικαιώματος για ακριβοδίκαιη δίκη.
Ανθρώπινα Δικαιώματα — Δικαίωμα για ακριβοδίκαιη δίκη — Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που κυρώθηκε με τον ομώνυμο Νόμο 39/ 62.
Η εφεσείουσα καταχώρησε την πιο πάνω αίτηση για να υποστηρίξει τον λόγο έφεσης σύμφωνα με τον οποίο επηρεάστηκε δυσμενώς το δικαίωμα της για ακριβοδίκαιη δίκη λόγω "έντονης, εκτεταμένης, επιθετικής, ανακριβούς και παραπλανητικής δημοσιότητας των μαζικών μέσων ενημέρωσης", κατά παράβαση του άρθρου 30 του Συντάγματος και του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που κυρώθηκε από τον ομώνυμο Νόμο 39/62.
Στην ένορκη δήλωση της η εφεσείουσα ανέφερε ότι τα σημαντικότερα γεγονότα στα οποία βασίζεται ο πιο πάνω λόγος έφεσης της συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δίκης της ενώ ήταν πλήρως απασχολημένη με την υπεράσπιση της και ότι δεν περιήλθαν στη γνώση της πριν από την απόφαση του Κακουργιοδικείου.
Η πλειονότητα των δημοσιευμάτων αφορούσε περίοδο πριν την έναρξη της δίκης. Μόνο ένα δημοσιεύθηκε λίγες μέρες πριν την απόφαση του Κακουργιοδικείου και αφού συμπληρώθηκαν οι τελικές αγορεύσεις. Συγκεκριμένα το δημοσίευμα αυτό έγινε στις 7/8/1993. [*30] Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να δικαιολογείται η παροχή άδειας για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας, απέρριψε την αίτηση και αποφάνθηκε ότι:
1. Η παροχή άδειας για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου αποτελεί μέτρο εξαιρετικό.
2. Η εξήγηση της εφεσείουσας ως προς τον λόγο για τον οποίο δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τα δημοσιεύματα καταρρίπτεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Εφετείου.
3. Η απλή δήλωση πως η μαρτυρία δεν περιήλθε σε γνώση του αιτητή δεν αρκεί. Εκείνο που έχει σημασία είναι το αντικειμενικά διαθέσιμο της μαρτυρίας και η δυνατότητα εντοπισμού της με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
4. Στην πρώτη από τις αγγλικές υποθέσεις, τις οποίες επικαλέσθηκε ο δικηγόρος της εφεσείουσας οι δηλώσεις προήλθαν από πρόσωπα ιδιαιτέρου κύρους και αναφέρονταν σε θέμα υψίστης σημασίας στη δίκη ενώ στη δεύτερη έγιναν επανειλημμένες δημοσιεύσεις κατά τη διάρκεια της δίκης που έφθαναν μέχρι του σημείου παραποίησης των γεγονότων και της μαρτυρίας και της απροσχημάτιστης παρουσίασης των κατηγορουμένων ως των δολοφόνων σε μια υπόθεση έντονης αμφισβήτησης ως προς τα συμπεράσματα που ήταν δυνατόν να εξαχθούν από περιστατική μαρτυρία.
5. Η προτεινόμενη μαρτυρία υπήρχε κατά το χρόνο της δίκης και θα μπορούσε να εντοπισθεί και να προσαχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου με ελάχιστη δυνατή επιμέλεια.
6. Το δημοσίευμα της 7/8/1993 δεν ήταν δυνατό να έχει οποιαδήποτε επίδραση πάνω στην απόφαση του Κακουργιοδικείου ακόμα και αν το θέμα προσεγγίζετο πάνω στη βάση των σχετικών αγγλικών υποθέσεων.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Simadhiakos v The Police (1961) CLR 64·
P. I. Kolias ν The Police (1963) 1 CLR 52·
Petri ν The Police (1968) 2 CLR 40·
Arestidou ν The Police (1973) 2 CLR 244·
Zevedheos ν The Republic (1978) 2 CLR 47·
Constantinides ν The Republic (1977) 2 CLR 337·
[*31]
Athinis v The Republic (1989) 2 CLR 214·
Αγαπίου ν Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 396·
R v McCann [1991] Or. App. R. 239·
R ν Michelle Ann Taylor & Lisa Jane Taylor. Αποφάσεις ημερ. 10.6.1993.
Αίτηση.
Αίτηση από την εφεσείουσα προς παροχή άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας για να μπορέσει να υποστηρίξει το λόγο της έφεσης σύμφωνα με τον οποίο επηρεάστηκε δυσμενώς το δικαίωμα της για ακριβοδίκαιη δίκη.
Α. Ευτυχίου και Χρ. Παπανδρέου (χα), για την εφεσείουσα.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:Η εφεσείουσα καταχώρισε αίτηση προς παροχή άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας για να μπορέσει να υποστηρίξει το λόγο έφεσης σύμφωνα με τον οποίο επηρεάστηκε δυσμενώς το δικαίωμα της για ακριβοδίκαιη δίκη κατά παράβαση του άρθρου 30 του Συντάγματος και του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που κυρώθηκε με τον ομώνυμο Νόμο 39/62. Ο επηρεασμός φέρεται να ήταν το αποτέλεσμα "έντονης, εκτεταμένης, επιθετικής, ανακριβούς και παραπλανητικής δημοσιότητας που προέβησαν τα μαζικά μέσα ενημέρωσης" και η αίτηση στοχεύει στην απόδειξη της ενώπιον του Εφετείου.
Η αίτηση στηρίχτηκε στις διατάξεις του άρθρου 46(β) και (γ) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και του άρθρου 25 (3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 4/60) που αναφέρονται στην εξουσία του Ανωτά[*32]του Δικαστηρίου προς ακρόαση περαιτέρω μαρτυρίας και προωθήθηκε με αναφορά στη νομολογία ως προς τις αρχές που διέπουν την άσκηση της. (Βλ. Simadhiakos ν. The Police (1961) CLR 64, P.L Kolias v. The Police (1963) 1 CLR 52, Petri v. The Police (1968) 2 CLR 40, Arestidou v. The Police (1973) 2 CLR 244, Zevedheos v. The Republic (1978) 2 CLR 47, Constantinides v. The Republic (1977) 2 CLR 337, Athinis v. The Republic (1989) 2 CLR 214, Αγαπίου v. Δημοκρατία (1989) 2 Α.Α.Δ. 396).
Η νομοθεσία δεν απέβλεψε σε απαλλαγή από την υποχρέωση προσαγωγής κάθε διαθέσιμης σχετικής μαρτυρίας κατά τη δίκη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η παροχή άδειας για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου αποτελεί μέτρο εξαιρετικό. Δικαιολογείται μόνο όταν συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις:
(α) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(β) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφαστιστικής σημασίας.
(γ) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.
Το μόνο ζήτημα που συζητήθηκε ενώπιον μας, στο οποίο και θα περιοριστούμε, αναφέρεται στο κατά πόσο συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις. Η εφεσείουσα, με προφανή στόχο τη θεμελίωση της πρώτης προϋπόθεσης, πρόβαλε με την ένορκη δηλωσή της τον ακόλουθο ισχυρισμό:
"Τα σημαντικότερα από τα πιο πάνω γεγονότα πάνω στα οποία κυρίως βασίζεται ο πιο πάνω λόγος Έφεσης [*33] μου, συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δίκης μου ενώ ήμουν πλήρως απασχολημένη με την υπεράσπιση μου και δεν μπόρεσα να παρακολουθήσω κατά τον χρόνο που συνέβησαν και εξελίχθησαν αυτά."
Προστίθεται σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση της πως τα δημοσιεύματα δεν περιήλθαν
"εντελώς και πλήρως από την αρχή υπόψη εμέ και των δικηγόρων μου πριν από την έκδοση της απόφασης του κακουργιοδικείου"
Η ημερομηνία του κάθε ενός από τα δημοσιεύματα αναφέρεται στην αίτηση. Ενώπιον μας τέθηκαν, για τους σκοπούς του διαδικαστικού ζητήματος που εγείρεται, σχετικά αποκόμματα εφημερίδων και περιοδικών. Κατά το κατηγορητήριο τα αδικήματα διεπράχθησαν στις 30 Ιανουαρίου 1993. Η δίκη άρχισε στις 5 Ιουλίου 1993 και συμπληρώθηκε στις 6 Αυγούστου 1993. Η απόφαση του Κακουργιοδικείου εκδόθηκε στις 12 Αυγούστου 1993 και επιβλήθηκε ποινή την επομένη. Ούτε ένα από τα κείμενα δεν δημοσιεύθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης. Η πλειονότητα τους δημοσιεύτηκε μεταξύ της 1ης και 7ης Φεβρουαρίου 1993. Ένα δημοσιεύθηκε στις 7 Αυγούστου 1993 αφού συμπληρώθηκαν οι τελικές αγορεύσεις. Η εξήγηση της εφεσείουσας ως προς το λόγο για τον οποίο δεν μπόρεσε να τα παρακολουθήσει "κατά το χρόνο που συνέβησαν και εξελίχθησαν", καταρρίπτεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας.
Ανεξάρτητα όμως από αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν είναι αρκετή η απλή δήλωση πως η μαρτυρία δεν περιήλθε σε γνώση του αιτητή και των δικηγόρων του· ακόμα και όταν υπάρχουν λόγοι που δείχνουν πως η δήλωση είναι αληθινή. Εκείνο που έχει σημασία είναι το αντικειμενικά διαθέσιμο της μαρτυρίας και η δυνατότητα εντοπισμού της με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας. Στην υπόθεση Αγαπίου ν. Δημοκρατία (ανωτέρω) υποβλήθηκε όμοιο αίτημα προς θεμελίωση του αναγκαίου υπόβαθρου για την υποστήριξη ταυτόσημου λόγου έφεσης. Για λόγους στους [*34] οποίους θα αναφερθούμε, το αίτημα απερρίφθη. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας, ενώ επικαλέστηκε τις αρχές που υιοθετήθηκαν στην πιο πάνω υπόθεση, εισηγήθηκε πως η παρούσα υπόθεση διακρίνεται γιατί, αντίθετα προς ό,τι συνέβη εκεί, εδώ έχουν συγκεκριμενοποιηθεί τα δημοσιεύματα των οποίων επιδιώκεται η απόδειξη. Αυτή η τοποθέτηση θα πρέπει να εκληφθεί ότι σημαίνει εγκατάλειψη του μέρους της αίτησης που αναφέρεται σε εντελώς απροσδιόριστη μαρτυρία ως προς "στοιχεία και/ή πληροφορίες τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών εκπομπών". Άλλωστε ενώπιον μας διευκρινίστηκε πως η σχετική μαρτυρία περιορίζεται σε μερικά από τα κείμενα που κατατέθησαν για τους σκοπούς της αίτησης. Όμως, δεν ήταν μόνο για εκείνο το λόγο που απορρίφθηκε το αίτημα στην υπόθεση Αγαπίου. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του δικαστή Γ.Μ. Πική είναι χαρακτηριστικό:
"Στην προκείμενη περίπτωση η μαρτυρία, όπως είναι παραδεκτό, όχι μόνο ήταν διαθέσιμη αλλά και θέμα κοινής γνώσης. Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν ήταν γνωστή στο δικηγόρο του εφεσείοντα ο οποίος τον εκπροσωπεί στην έφεση αλλά αν ήταν αντικειμενικά διαθέσιμη και μπορούσε να εντοπιστεί και να κατατεθεί από την υπεράσπιση κατά το χρόνο της διεξαγωγής της δίκης".
Ισχύουν τα ίδια και ως προς την παρούσα υπόθεση. Και αν παραγνωρίζαμε την αντίφαση που υποδείξαμε, θα λέγαμε πως η μαρτυρία που αδιαμφισβήτητα υπήρχε κατά το χρόνο της δίκης θα μπορούσε, εφόσον επιδεικνυόταν ελάχιστη επιμέλεια, να εντοπιστεί και να προσαχθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Επομένως, ως προς αυτή τη μαρτυρία, το αίτημα θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς να χρειάζεται να εξετάσουμε αν συντρέχουν οι υπόλοιπες προϋποθέσεις.
Όπως σημειώσαμε, ένα από τα κείμενα δημοσιεύτηκε μετά από τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας. Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής εισηγήθηκε πως, ούτως ή άλλως, αυτή η μαρτυρία θα ήταν άσχετη γιατί δεν [*35] θα μπορούσε να είχε οποιαδήποτε επίδραση πάνω στο αποτέλεσμα της δίκης η οποία στην Κύπρο διεξάγεται ενώπιον δικαστών και όχι, όπως στην Αγγλία, ενώπιον ενόρκων. Η αντίθετη άποψη του δικηγόρου της εφεσείου-σας στηρίχθηκε βασικά σε δυο αγγλικές υποθέσεις. Τις R. v. McCann [1991] Cr. App. R. 239 και R. v. Michelle Ann Taylor and Lisa Jane Taylor Ποινικές Εφέσεις 4807/92 και 4088/92 ημερομηνίας 10 Ιουνίου 1993 (η τελευταία δεν δημοσιεύθηκε ακόμα αλλά μας δόθηκε αντίγραφο). Και στις δύο ακυρώθηκε η καταδίκη ενόψει της αναγνώρισης σοβαρού ενδεχομένου να είχε επηρεαστεί η ετυμηγορία των ενόρκων από δημοσιεύματα και δηλώσεις που είδαν το φως ευρείας δημοσιότητας. Υποστήριξε ο κ. Ευτυχίου πως η αρχή που τέθηκε ισχύει και εδώ ενόψει και του άρθρου 30 του Συντάγματος που κατοχυρώνει, μεταξύ άλλων, το θεμελιώδες δικαίωμα για ανεπηρέαστη ακροαματική διαδικασία ενώπιον αμερόληπτου δικαστηρίου, παρά το ότι στην Κύπρο η δίκη δεν διεξάγεται ενώπιον ενόρκων.
Η περίπτωση δεν είναι κατάλληλη για απόφανση ως προς το ιδιαιτέρως σοβαρό ζήτημα αν το εχέγγυο της διεξαγωγής της δίκης στην Κύπρο ενώπιον δικαστών εξουδετερώνει ή απομακρύνει τον κίνδυνο που αναγνωρίστηκε στο πλαίσιο διαφορετικού δικαστικού συστήματος, να μην ήταν δίκαιη η δίκη εξ αιτίας δημοσιευμάτων. Το δημοσίευμα της 7 Αυγούστου 1993 είχε τίτλο "Πολύωρες αγορεύσεις έγιναν χθες. Την Τρίτη το Κακουργιοδικείο θα επιβάλει ποινή στη Μάρτιν". Είναι ανυπόγραφο και πρέπει να αποδοθεί σε ανταποκριτή της εφημερίδας. Ο τίτλος δεν απέδιδε την πραγματικότητα. Την Τρίτη θα εκδιδόταν η απόφαση του Κακουργιοδικείου ως προς την ενοχή ή την αθωότητα της εφεσείουσας. Στο κείμενο όμως που τον ακολουθεί, τα πράγματα τοποθετούνται σωστά και παρατίθενται αποσπάσματα από την αγόρευση του κ. Ευτυχίου ως προς τους λόγους για τους οποίους η εφεσείουσα θα έπρεπε να αθωωθεί.
Οι αποφάσεις στις δυο αγγλικές υποθέσεις δεν στηρίχθηκαν απλώς στη διαπίστωση της δημοσίευσης κειμένων [*37] ή δηλώσεων που ήταν άπρεπα, λανθασμένα ή ανεπίτρεπτα. Στην υπόθεση McCain προήλθαν από πρόσωπα ιδιαίτερου κύρους. Ορισμένες από υπουργό που κατά το κατηγορητήριο ήταν ο στόχος της συνωμοσίας που αποδιδόταν στους κατηγορούμενους και άλλες από το Λόρδο Denning, πρώην Πρόεδρο (Master of the Rolls) του Αγγλικού Εφετείου και εξέχουσα νομική φυσιογνωμία. Οι δηλώσεις αναφέρονταν σε θέμα ύψιστης σημασίας στη δίκη. Οι κατηγορούμενοι άσκησαν το δικαίωμα τους της σιωπής και επέλεξαν να μην δώσουν μαρτυρία. Οι δηλώσεις ήταν έντονες και δεν άφηναν περιθώριο για εναλλακτική προσέγγιση ως προς το νόημα τους. Σε τελική ανάλυση υποστηρίχτηκε με τις δηλώσεις πως είναι ο ένοχος και όχι ο αθώος που ασκεί το δικαίωμα της σιωπής. Οι δηλώσεις έγιναν όταν η δίκη είχε φθάσει στο πιό κρίσιμο της σημείο. Στην υπόθεση Taylor, κατά τη διάρκεια της δίκης έγιναν επανειλημμένες δημοσιεύσεις που προπηλάκιζαν και λοιδορούσαν τις κατηγορούμενες και που έφθασαν μέχρι του σημείου της παραποίησης των γεγονότων και της μαρτυρίας και της απροσχημάτιστης παρουσίασης των κατηγορουμένων ως των δολοφόνων σε μια υπόθεση έντονης αμφισβήτησης ως προς τα συμπεράσματα που ήταν δυνατό να εξαχθούν από περιστατική μαρτυρία η οποία, μάλιστα, σύμφωνα με παράλληλη διαπίστωση του Εφετείου, αλλοιώθηκε με χειρισμούς της αστυνομίας.
Και στην περίπτωση που θα προσεγγίζαμε το ζήτημα πάνω στη βάση των αγγλικών υποθέσεων που αναφέρθηκαν, θα ήταν αδιανόητο να θεωρηθεί ότι ήταν δυνατό να είχε οποιαδήποτε επίδραση πάνω στην απόφαση του Κα-κουργιοδικείου δημοσίευμα του είδους, του περιεχομένου και της προέλευσης εκείνου της 7ης Αυγούστου 1993.
Η διαπίστωση της ανυπαρξίας οποιασδήποτε πιθανότητας να έχει το δημοσίευμα της 7 Αυγούστου 1993 επίδραση πάνω στο αποτέλεσμα της δίκης, οδηγεί στην απόρριψη του αιτήματος και ως προς αυτό. Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο