Ford κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1996) 2 ΑΑΔ 85

(1996) 2 ΑΑΔ 85

[*85] 4 Απριλίου, 1996

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ALAN CARL FORD ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ' ης η Αίτηση.

(Ποινική Αίτηση Αρ. 1/96).

Αίτηση για εξασφάλιση άδειας παράτασης χρόνου για καταχώρηση ειδοποίησης έφεσης — Η παράταση δικαιολογείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες προκύπτει ουσιαστική αδυναμία — Άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

Η υποβολή του αιτήματος για παράταση 20 ημερών υποβλήθηκε έγκαιρα, προτού εκπνεύσει η προβλεπόμενη προθεσμία. Οι λόγοι που προβλήθηκαν ήταν: (α) η εγγενής δυσκολία της υπόθεσης σε συνάρτηση με το ότι δεν δόθηκε στους αιτητές η απόφαση που αποτελείτο από 170 σελίδες για μελέτη και (β) η ανάγκη συνεννόησης με τους αρμοδίους στην Αγγλία δεδομένου ότι οι αιτητές ήταν Άγγλοι και ετύγχαναν νομικής αρωγής από τη Βρεττανική Κυβέρνηση.

Το Εφετείο έκρινε ότι οι λόγοι που προβλήθηκαν αποτελούσαν καλή αιτία εντός της νομολογημένης έννοιας του Άρθρου 134 του Κεφ. 155 και ως εκ τούτου ενέκρινε την αίτηση.

Η αίτηση εγκρίνεται.

Υπόθεση που αναφέρθηκε:

Menwer (1990) 2 Α.Α.Δ. 145

Αίτηση για παράταση χρόνου.

Αίτηση από τους αιτητές για παράταση χρόνου, βάσει του Άρθρου 134 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 [*86] προκειμένου να καταχωρίσουν έφεση στην Ποινική Υπόθεση Αρ. 5861/94 η οποία εκδικάσθηκε από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας.

Χρ. Πουργουρίδης, για τους Αιτητές.

Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Οι αιτητές ζητούν παράταση χρόνου προκειμένου να ασκήσουν έφεση. Το άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο εξουσία να παρατείνει το χρόνο εντός του οποίου δύναται να καταχωρηθεί ειδοποίηση έφεσης, υπό την προϋπόθεση ότι αποκαλύπτεται καλή αιτία. Αυτή η προϋπόθεση έχει ερμηνευθεί να σημαίνει ότι η παράταση δικαιολογείται σε μόνο εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες προέκυψε ουσιαστική αδυναμία. Αυτό δεν μπορεί να είναι παρά μόνο σπάνια: βλ. Menwer (1990) 2 Α.Α.Δ. 245, στην οποία έγινε εκτενής αναφορά στη νομολογία.

Στην προκείμενη περίπτωση είναι αξιοσημείωτο το ότι οι αιτητές κινήθηκαν με σπουδή, υποβάλλοντας το αίτημά τους προτού εκπνεύσει η προβλεπόμενη προθεσμία. Έτσι, όχι μόνο εκδηλώνεται έγκαιρα η βούλησή τους να εφεσιβάλουν καταδίκη και ποινή, αλλά και παρέχεται έρεισμα για την άποψη την οποία προωθούν, ότι αντικειμενικές δυσχέρειες τους στερούν τη δυνατότητα να διατυπώσουν εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, λόγους έφεσης με την επάρκεια που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες τους.

Οι δυσχέρειες εξειδικεύονται στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την αίτηση. Είναι κυρίως οι εξής: (α) Η εγγενής δυσκολία της υπόθεσης σε συνάρτηση με το ότι η απόφαση με την οποία βρέθηκαν οι αιτητές ένοχοι και η οποία αποτελείται από 170 σελίδες δεν τους έχει ακόμα δοθεί για μελέτη. Αυτό το δεύτερο σκέλος από μόνο του δεν θα επαρκούσε. Αποκτά όμως σημασία κατά τη σύζευξή του με το πρώτο, (β) Δεδομένου ότι οι αιτητές είναι Άγγλοι που τυγχάνουν νομικής αρωγής από τη Βρεττανική Κυβέρνηση, είναι αναγκαίος ο χρόνος για συνεννόηση με τους εκεί αρμοδίους. Οι είκοσι επιπλέον ημέρες που ζητούνται ως παράταση, λαμβάνουν υπόψη τις εορτές του Πάσχα των Καθολικών και έπειτα των Ορθοδόξων. [*87]

Κρίνουμε ότι τα όσα προβάλλονται συνθέτουν καλή αιτία εντός της νομολογημένης έννοιας του άρθρου 134 του Νόμου και δικαιολογούν την αιτούμενη παράταση. Ορθά ήταν που η Δημοκρατία δεν αντιτάχθηκε.

Η αίτηση εγκρίνεται. Παρέχεται άδεια για παράταση 20 ημερών από σήμερα. Και εκδίδεται διάταγμα ανάλογα.

Η αίτηση εγκρίνεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο