Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Aνδρέα Παύλου (1997) 2 ΑΑΔ 170

(1997) 2 ΑΑΔ 170

[*170]13 Ιουνίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΥΛΟΥ,

Eφεσιβλήτου.

(Ποινικές Εφέσεις Aρ. 6303, 6304)

 

Ποινή — Ανεπάρκεια — Παράνομη είσοδος σε κατοικία και άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας κατά παράβαση των Άρθρων 280, 151 και 35 του Ποινικού Kώδικα, Κεφ. 154 — Λευκό ποινικό μητρώο — Συγχώρεση από τις παραπονούμενες — Διαταραγμένη προσωπικότητα — Ηδονοβλεπτικές τάσεις — Χρήση αλκοόλ — Παραδοχή — Επιβολή προστίμου ΛΚ300.- και εγγύηση ΛΚ5.000,- για δύο χρόνια τήρησης του Νόμου και των Κανονισμών — Κρίθηκε έκδηλα ανεπαρκής και αντικαταστάθηκε με συντρέχουσες ποινές άμεσης φυλάκισης τεσσάρων μηνών.

Ποινή — Επιμέτρηση — Αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου η ανεπάρκεια της ποινής καταφαίνεται ως αντικειμενικό γεγονός.

Ποινή — Αποτρεπτικότητα — Άσεμνος επίθεση — Το γεγονός ότι ένα αδίκημα δεν είναι διαδεδομένο (prevalent) δε μειώνει τη σοβαρότητά του ούτε δικαιολογεί χαλάρωση στην αντιμετώπισή του, εκτός, στο βαθμό που η αποτρεπτικότητα έχει ως λόγο την καταστολή αδικημάτων τα οποία βρίσκονται σε έξαρση.

Ο εφεσίβλητος, εισήλθε διαδοχικά στις κατοικίες της Μαρίας Κυπριανού και της Allison Coast και εισχώρησε στα υπνοδωμάτιά τους με σκοπό να τις ενοχλήσει.  Τα αδικήματα διαπράχθηκαν σε προχωρημένη ώρα της νύκτας.  Στην πρώτη περίπτωση προσέγγισε το κρεβάτι όπου εκοιμάτο η παραπονούμενη και άρχισε να θωπεύει το στήθος της.  Στη δεύτερη περίπτωση εισέβαλε στο σπίτι της παραπονουμένης και προσέγγισε το υπνοδωμάτιό της.

Τα δύο εγκληματικά επεισόδια αποτέλεσαν το αντικείμενο δύο ξε[*171]χωριστών κατηγορητηρίων.  Το Δικαστήριο εξέδωσε ξεχωριστές αποφάσεις καταδικάζοντας τον κατηγορούμενο και επιβάλλοντας την πιο πάνω ποινή στην υπόθεση της Μαρίας Κυπριανού.  Στην υπόθεση της Alisson Coast καταδικάσθηκε στην ίδια εγγύηση και υπό τους ίδιους όρους όπως στη δεύτερη κατηγορία στην προηγούμενη υπόθεση.

Οι παρούσες εφέσεις στρέφονται εναντίον των ποινών ως έκδηλα ανεπαρκών.

Το Εφετείο επέτρεψε την έφεση αρ. 6303 και αποφάνθηκε ότι:

Η σοβαρότητα του εγκλήματος μεγεθύνεται λόγω της άσεμνης επίθεσης εις βάρος της παραπονουμένης, και εγκλήματα άσεμνης επίθεσης τυγχάνουν αυστηρής αντιμετώπισης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο υπερτίμησε την αξία των μετριαστικών παραγόντων που προβλήθηκαν υπέρ του εφεσίβλητου.

Το γεγονός ότι τα διαπραχθέντα αδικήματα δεν είναι διαδεδομένα (prevalent) δε μειώνει τη σοβαρότητα τους ούτε δικαιολογεί χαλάρωση στην αντιμετώπισή τους.

Η έφεση αρ. 6303 επιτρέπεται.  Η έφεση  αρ. 6304 απορρίπτεται.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Protopapas v. Police, 1962 C.L.R. 27,

Γενικός Εισαγγελέας v. Τέλλα (1991) 2 Α.Α.Δ. 71,

Antoniades v. Police (1988) 2 C.L.R. 146,

Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,

Γεωργίου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525.

Eφέσεις για Aνεπάρκεια Ποινής.

Eφέσεις από το Γενικό Eισαγγελέα για ανεπάρκεια των ποινών που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο ο οποίος, στις 26 Φεβρουαρίου, 1997, βρέθηκε ένοχος από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Ποινικές Yποθέσεις Aρ. 22523/96 και 22524/96) στις κατηγορίες της παράνομης εισόδου σε κατοικία (Άρθρο 280, Kεφ. 154) και της άσε[*172]μνης επίθεσης εναντίον γυναίκας (Άρθρα 157 και35, Kεφ. 154) στην πρώτη υπόθεση και της παράνομης εισόδου σε κατοικία στη δεύτερη υπόθεση και καταδικάστηκε από Bλαδιμήρου, E.Δ., σε σχέση με την πρώτη υπόθεση, σε πρόστιμο £300 στην πρώτη κατηγορία και εγγύηση £5.000 για δύο χρόνια “να τηρεί το Nόμο και τους Kανονισμούς” στη δεύτερη κατηγορία και σε σχέση με τη δεύτερη υπόθεση στην ίδια εγγύηση και υπό τους ίδιους όρους όπως στη δεύτερη κατηγορία της πρώτης υπόθεσης.

Ε. Παπακυριακού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Eφεσείοντα.

Ε. Πουργουρίδης, για τον Eφεσίβλητο.

ΔIKAΣTHPIO: Tην ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Ο Ανδρέας Παύλου, ο εφεσίβλητος, σε προχωρημένες ώρες της ίδιας νύχτας, εισήλθε διαδοχικά στις κατοικίες της Μαρίας Κυπριανού και της Alisson Coast και εισχώρησε στα υπνοδωμάτιά τους με πρόθεση να τις ενοχλήσει. Στην πρώτη περίπτωση προσέγγισε το κρεβάτι όπου εκοιμάτο η παραπονούμενη και άρχισε να θωπεύει το στήθος της.  Η παραπονούμενη αφυπνίστηκε.  Οι φωνές της αφύπνισαν αφενός, το σύζυγο της και αφετέρου, έτρεψαν σε φυγή τον εφεσίβλητο.  Η καταδίωξή του από το σύζυγο απέβη άκαρπος.  Διέφυγε.

Συνέχισε όμως, ο εφεσίβλητος τη δράση του στην ίδια περιοχή, εισβάλλοντας στο σπίτι της δεύτερης παραπονούμενης, Alisson Coast. Έγινε αντιληπτός όταν προσέγγισε το υπνοδωμάτιό της, γεγονός το οποίο τον έτρεψε, για δεύτερη φορά, σε φυγή.  Συνελήφθη από την Αστυνομία, μετά το παράπονο του ζεύγους  Κυπριανού, ενώ διακινείτο ακόμα στην περιοχή.  Αναγνωρίστηκε από τα θύματα ως ο δράστης και παραδέχτηκε ενοχή.

Τα δύο εγκληματικά επεισόδια αποτέλεσαν το αντικείμενο δύο ξεχωριστών κατηγορητηρίων.

Στο πρώτο κατηγορητήριο εκτέθηκαν οι κατηγορίες για το πρώτο επεισόδιο, παράνομη είσοδος σε κατοικία, (άρθρο 280, Κεφ. 154), και άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, (άρθρα 151 και 35, Κεφ. 154), και στο δεύτερο, η κατηγορία για το δεύτερο επεισόδιο, παράνομη είσοδος στην κατοικία της παραπονουμένης κατά παράβαση του σχετικού άρθρου του Ποινικού Κώδικα.

[*173]

Οι υποθέσεις άχθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου την ίδια μέρα.  Αίτημα του εφεσίβλητου, η κατηγορία που αποτέλεσε το αντικείμενο του δευτέρου κατηγορητηρίου να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής για τα αδικήματα του πρώτου κατηγορητηρίου, δεν έγινε δεχτό από την κατηγορούσα αρχή.  Εσφαλμένα κατά την κρίση μας, ιδιαίτερα, ενόψει της χρονικής και ουσιαστικής συνάφειας μεταξύ των κατηγοριών.

Το Δικαστήριο άκουσε τα γεγονότα των δύο υποθέσεων συγχρόνως, εξέδωσε όμως ξεχωριστές αποφάσεις οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο των δύο εφέσεων που υποβλήθηκαν από το Γενικό Εισαγγελέα, κατά της ποινής, η οποία προσβάλλεται ως καταφανώς ανεπαρκής (Ποινικές Εφέσεις αρ. 6303 και 6304).  Στην υπόθεση της Μαρίας Κυπριανού, την πρώτη υπόθεση, ο εφεσίβλητος  καταδικάστηκε σε πρόστιμο £300 στην πρώτη κατηγορία, και εγγύηση £5,000 για δύο χρόνια “να τηρεί το Νόμο και τους Κανονισμούς”, στη δεύτερη κατηγορία.

Στην υπόθεση της Αlisson Coast, καταδικάστηκε σε επάλληλη εγγύηση για το ίδιο ποσό και υπό τους ιδίους όρους, ως και στη δεύτερη κατηγορία, στην προηγούμενη υπόθεση.

Σύμφωνα με τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως διατυπώθηκε από την κα Παπακυριακού δικηγόρο της Δημοκρατίας, η οποία τον εκπροσώπησε, οι ποινές οι οποίες επιβλήθηκαν στον εφεσίβλητο, σε κάθε μια από τις δυο υποθέσεις, είναι καταφανώς ανεπαρκείς.  Αναγνώρισε, ότι ήταν σφάλμα εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής να προβάλει ένσταση στο αίτημα για συνεκτίμηση της κατηγορίας, σε σχέση με το δεύτερο επεισόδιο, στο πλαίσιο επιβολής ποινής, για τα αδικήματα που αφορούσαν το πρώτο επεισόδιο. Το θέμα δεν αποτελεί αντικείμενο της έφεσης γι’ αυτό δεν θα επεκταθούμε σε τούτο.  Θα κρίνουμε όμως, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, τις δύο υποθέσεις παράλληλα λαμβάνοντας υπόψη την ουσιαστική συνάφεια μεταξύ των αδικημάτων που τις συνθέτουν.

Τα γεγονότα και στις δύο υποθέσεις, εισηγήθηκε η κα Παπακυριακού, είναι εξαιρετικά σοβαρά, τόσο, ώστε να καθιστούν την ποινή η οποία επιβλήθηκε έκδηλα ανεπαρκή.  Η ποινή δεν αντανακλά τη σοβαρότητα των αδικημάτων, όπως διαγράφεται από τα γεγονότα που τη στοιχειοθετούν, κρινόμενη, κάτω από το φακό της σοβαρότητας που αποδίδει σ’ αυτά ο νομοθέτης.  Εκτός των άλλων, υπέδειξε η δικηγόρος της Δημοκρατίας, η αυθαίρετη είσοδος στην κατοικία άλλου πλήττει το απαραβίαστο της κατοικίας που κατοχυρώ[*174]νεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου κάτω από το Άρθρο 16 του Συντάγματος.  Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τις οποίες επικαλέστηκε, τείνει να υποστηρίξει ότι η φυλάκιση είναι η αρμόζουσα ποινή για σοβαρά αδικήματα παράνομης εισόδου σε κατοικία άλλου με εγκληματική πρόθεση.  (Βλ. Andreas Georghiou Protopapas v. The Police (1962) C.L.R. 27Γενικός Εισαγγελέας ν. Τέλλα (1991) 2 Α.Α.Δ. 71.)

Στην προκείμενη περίπτωση, η σοβαρότητα του εγκλήματος μεγεθύνεται λόγω της άσεμνης επίθεσης  που επακολούθησε σε βάρος της παραπονούμενης, κάτω από τις συνθήκες που έχουμε περιγράψει.  Και εγκλήματα άσεμνης επίθεσης τυγχάνουν αυστηρής αντιμετώπισης.  (Βλ. Αntoniades v. Police (1988) 2 C.L.R. 146.)

To Δικαστήριο έκρινε τον εφεσίβλητο επιεικώς λόγω των προσωπικών του συνθηκών.  Διέπραξε, όπως αναφέρει, τα αδικήματα κάτω από το “κράτος αρρωστημένης νοητικής κατάστασης”. Η κλινική ψυχολόγος, η οποία εξέτασε τον εφεσίβλητο δύο περίπου μήνες πριν η υπόθεση αχθεί στο Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι ο εφεσίβλητος το εύρισκε δύσκολο να ελέγξει τις “ηδονοβλεπτικές του τάσεις”.  Το αλκοόλ, αναφέρει στην έκθεσή της, στη χρήση του οποίου κατέφευγε ο εφεσίβλητος, ενίοτε τον εξωθούσε στην εκδήλωση των τάσεών του και άλλοτε τις απέτρεπε.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε στην αγόρευσή του προς μετριασμό της ποινής ότι κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ο εφεσίβλητος τελούσε υπό την επίρροια του αλκοόλ.  Το Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση αυτή χωρίς την προσαγωγή μαρτυρίας προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού.  Αυτή η προσέγγιση του Δικαστηρίου, δεν αποτελεί  αντικείμενο της έφεσης.  Γι’ αυτό και δεν θα σχολιάσουμε την ορθότητά της.

Η έκθεση της Κοινωνικής Λειτουργού παρουσιάζει τον εφεσίβλητο να υποφέρει από αισθήματα απόρριψης κυρίως, λόγω της αντίθεσης των γονέων της συζύγου του στο γάμο τους  και γενικά στο άτομό του.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου αναγνώρισε τη σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος τολμώντας, όπως ανέφερε, να πει ότι η φυλάκιση ήταν η αρμόζουσα ποινή, η οποία ενδεχομένως έπρεπε να είχε επιβληθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεν δικαιολογείται όμως, υποστήριξε, υιοθέτηση αυτού του μέτρου τιμωρίας σήμερα, ενόψει της ψυχοθεραπείας της οποίας έτυχε ο εφεσίβλητος, που είχε ως αποτέλεσμα  την απαλλαγή του από τη φθο[*175]ροποιό επίδραση του αλκοόλ. Ο εφεσίβλητος έχει αναμορφωθεί έτσι ώστε η φυλάκιση να καθίσταται ανάρμοστο μέτρο για την τιμωρία του.

Η σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος είναι δύσκολο να υπερτονιστεί.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπιστώνει ότι τα αδικήματα τα οποία διέπραξε δεν είναι διαδεδομένα (prevalent).  Αυτό, δε μειώνει τη σοβαρότητά τους ούτε δικαιολογεί χαλάρωση στην αντιμετώπιση τους εκτός, στο βαθμό που η αποτρεπτικότητα έχει ως λόγο την καταστολή αδικημάτων τα οποία βρίσκονται σε έξαρση.

Ο καθορισμός της ποινής αποτελεί έργο του πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Παρέχεται πεδίο για επέμβαση, από το Εφετείο, μόνο όπου η ανεπάρκεια της ποινής καταφαίνεται ως αντικειμενικό γεγονός.  (Βλ. Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525.)

Εφόσον διαπιστωθεί ότι η ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής και αποφασίζεται ο παραμερισμός της, καθίσταται έργο του Εφετείου ο καθορισμός της ποινής.  (Βλ. Γεωργίου ανωτέρω.)

Τα αδικήματα τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος είναι εξαιρετικά σοβαρά. Δυσκολευόμεθα να φανταστούμε σοβαρότερες περιπτώσεις παράνομης εισόδου σε κατοικία και άσεμνης επίθεσης σε ένοικό της από την περίπτωση της Μαρίας Κυπριανού.  Η ίδια σοβαρότητα χαρακτηρίζει και την παράνομη είσοδο στην κατοικία της Alisson Coast.  Η αρμόζουσα ποινή είναι η πολύμηνη φυλάκιση.  Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου, περιλαμβανομένου του λευκού ποινικού του μητρώου και της συγχώρεσης που έτυχε από τις παραπονούμενες, δικαιολογούν μετριασμό της ποινής σε σχετικά βραχεία ποινή φυλάκισης· όχι όμως διαφορετικό τρόπο μεταχείρισης.

Κρίνουμε ως πρέπουσα ποινή την ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών. Στην Ποινική υπόθεση αρ. 22523/96 (το αντικείμενο της Έφεσης αρ. 6303), ο κατηγορούμενος (εφεσίβλητος), καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών σε κάθε μια από τις δύο κατηγορίες.  Οι ποινές θα συντρέχουν.

Στην Ποινική υπόθεση αρ. 22524/96 (το αντικείμενο της Έφεσης αρ. 6304),  δε θα επέμβουμε στην ποινή και θα απορρίψουμε την έφεση.

Η Έφεση αρ. 6303 επιτρέπεται, οι επιβληθείσες ποινές παραμε[*176]ρίζονται και υποκαθίστανται με την ποινή φυλάκισης η οποία καθορίζεται ανωτέρω.  Η ποινή φυλάκισης θα ισχύσει από σήμερα.  Η Έφεση αρ. 6304 απορρίπτεται.

Η έφεση αρ. 6303 επιτρέπεται. Η έφεση αρ. 6304 απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο