Aστυνομία ν. Φοίβου Aντώνη Hσαΐα άλλως Mπλάκκη (1997) 2 ΑΑΔ 177

(1997) 2 ΑΑΔ 177

[*177]18 Ιουνίου, 1997

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΦΟΙΒΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΗΣΑΪΑ ΑΛΛΩΣ ΜΠΛΑΚΚΗ,

Eφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6180)

 

Απόδειξη — Μαρτυρία — Διαδικασία voir dire — Η απόδειξη σχετικού στοιχείου πρέπει να αποδεικνύεται κατά τους ισχύοντες κανόνες του δικαίου της απόδειξης — Δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να προσφεύγει σε υλικό που αφορά την κύρια δίκη, αλλά να κρίνει το θέμα της δεκτικότητας, σύμφωνα με τη μαρτυρία που προσκομίστηκε.

Ο εφεσίβλητος-κατηγορούμενος, που αντιμετώπιζε κατηγορία παράνομης κατοχής ναρκωτικών, απαλλάγηκε χωρίς να κληθεί σε απολογία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με ενδιάμεση απόφασή του σε δίκη εντός δίκης κατά την ακροαματική διαδικασία, απέκλεισε μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής, λόγω του ότι προερχόταν από παράνομη έρευνα του διαμερίσματος του εφεσίβλητου.  Το εύρημα του πρωτόδικου δικαστή ήταν ότι, η έρευνα έγινε σε χρόνο που δεν υπήρχε σε ισχύ ένταλμα έρευνας και ως εκ τούτου τα ανευρεθέντα στο διαμέρισμα δεν μπορούσαν να αποτελέσουν νόμιμη μαρτυρία και να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό στοιχείο εναντίον του.

Στην έφεση, η δικηγόρος της Δημοκρατίας, υπέβαλε ότι η χρήση του πρακτικού του βασικού μάρτυρα κατηγορίας πάνω στην οποία στηρίκτηκε η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου - σύμφωνα με το οποίο η Αστυνομία βρισκόταν στο διαμέρισμα του εφεσίβλητου δύο περίπου ώρες πριν την έκδοση του εντάλματος - δεν μπορούσε να εξομοιωθεί ή να αντικαταστήσει τη ζωντανή μαρτυρία, στέρησε την κατηγορούσα αρχή του δικαιώματος αντεξέτασης και κατέστησε την όλη διαδικασία ελαττωματική.

[*178]Το Εφετείο επέτρεψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

Δεν είναι επιτρεπτό να προσφεύγει το Δικαστήριο σε υλικό που αφορά την κύρια δίκη στη διαδικασία voir dire, λόγω του ότι η κύρια μαρτυρία δεν έχει ακόμη ούτε είναι θεμιτό να αξιολογηθεί στο στάδιο αυτό, ούτε οι μαρτυρίες έχουν αποκρυσταλλωθεί ή συμπληρωθεί. Η διαδικασία voir dire έχει την αυτοτέλειά της, υπό την έννοια ότι αποτελεί το μέσο για να εξακριβωθεί κατά πόσο συγκεκριμένη μαρτυρία είναι νομικά αποδεκτή.  Η διαδικασία που ακολούθησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην παρούσα υπόθεση δεν υποστηρίζεται από το Nόμο ή τη νομολογία.

Η έφεση επιτρέπεται. Η εκκαλούμενη απόφαση ακυρώνεται. Διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή.

Έφεση.

Έφεση από την Aστυνομία εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Ποινική Yπόθεση Aρ. 3134/94) ημερομηνίας 28 Mαρτίου, 1996 με την οποία ο Σταυρινίδης A.E.Δ., απάλλαξε τον κατηγορούμενο, Φοίβο Aντώνη Hσαΐα, που αντιμετώπιζε την κατηγορία της παράνομης κατοχής ναρκωτικής ουσίας.

Μ. Παμπαλλή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσείουσα.

Λ. Γεωργίου και Λ. Θεοφάνους, για τον Eφεσίβλητο.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Ο εφεσίβλητος - κατηγορούμενος αντιμετώπισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου κατηγορία παράνομης κατοχής ναρκωτικής ουσίας.  Και απαλλάγηκε χωρίς να κληθεί σε απολογία. Στην πρώτη δίκη εντός δίκης, που είχε διεξαχθεί κατά την ακροαματική διαδικασία, το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάνθηκε με ενδιάμεση απόφασή του, πως η έρευνα του διαμερίσματος του εφεσίβλητου ήταν παράνομη.  Γιαυτό και δεν επέτρεψε την προσκομιδή ως τεκμηρίου τενεκεδένιου δοχείου που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κατηγορούσας αρχής, βρέθηκε σε ερμάρι του διαμερίσματος του εφεσίβλητου και περιείχε το παράνομο υλικό.

Το αποτέλεσμα ήταν καθοριστικό για την εξέλιξη και το αποτέ[*179]λεσμα της δίκης.  Με έρεισμα τον παράνομο και αντισυνταγματικό τρόπο, όπως έκρινε το δικαστήριο, που έγινε η έρευνα αποκλείστηκαν και άλλες μαρτυρίες που, κατά την κατηγορούσα αρχή, έτειναν να θεμελιώσουν ή τεκμηρίωναν την προσαφθείσα κατηγορία.  Μπορούν να αναφερθούν ως παραδείγματα η μαρτυρία χημικού του Κρατικού Χημείου αναφορικά με το περιεχόμενο του δοχείου.  Και επίσης η κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ο εφεσίβλητος. Η αιτία αποκλεισμού σε όλες τις περιπτώσεις ήταν το έκνομο της έρευνας που αποφασίστηκε ενωρίς στη διαδικασία στην πρώτη δίκη εντός δίκης.  Έτσι εξανεμίστηκε κάθε υπόβαθρο που θα μπορούσε να στηρίξει ακόμη και εκ πρώτης όψεως υπόθεση.

Μπορούμε να καταγράψουμε τι ακριβώς συνέβη πολύ σύντομα.   Κατά τη διαδικασία voir dire κατέθεσαν, για την κατηγορία, δύο αστυνομικοί μάρτυρες, τους οποίους αντέκρουσε ο εφεσίβλητος, που έδωσε ο ίδιος ένορκη μαρτυρία.  Περαιτέρω ο εφεσίβλητος κάλεσε την υπεύθυνη υπάλληλο του Ποινικού Πρωτοκολλητείου, που κατέθεσε ως τεκμήριο τα πρακτικά της μαρτυρίας στην κύρια δίκη του Μ.Κ.2 Γιάννη Σάββα.  Πρέπει να λεχθεί ότι το ένταλμα σύλληψης εκδόθηκε στις 10.50 το πρωΐ της ημέρας που πραγματοποιήθηκε η αστυνομική έρευνα.  Η υπόθεση της κατηγορίας ήταν ότι η έρευνα άρχισε στις 11.10 π.μ. όταν, δηλαδή, η αστυνομία είχε ήδη εξασφαλίσει το ένταλμα.  Ενώ η άλλη εκδοχή ήταν ότι η έρευνα συντελέστηκε προτού ληφθεί το ένταλμα.

Το κρίσιμο εύρημα του πρωτόδικου δικαστή ήταν ότι η αστυνομία έφθασε στο διαμέρισμα μεταξύ 8.30-9.00 το πρωΐ και όχι κατά το χρόνο που ισχυρίστηκαν οι μάρτυρές της. Ουσιαστικά το συμπέρασμα του δικαστηρίου ήταν ότι η έρευνα έγινε σε χρόνο που δεν υπήρχε σε ισχύ ένταλμα έρευνας.  Επομένως, όπως έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο, ό,τι ανευρέθηκε δεν μπορούσε να αποτελέσει νόμιμη μαρτυρία και να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο.

Το σχετικό απόσπασμα της ενδιάμεσης απόφασης δεν αφήνει αμφιβολία ότι η μαρτυρία, που περιέχει το παραπάνω πρακτικό, ήταν το μόνο θεμέλιό της.  Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε το σχετικό απόσπασμα:

“Τη μαρτυρία της πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής την απορρίπτω γιατί η μαρτυρία των δεν ήταν σταθερή και εκ μέρους των μαρτύρων έγινε προσπάθεια να αποκρύψουν τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, η δε μαρτυρία τους αυτή βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τη μαρτυρία του βασικού μάρτυρα κατηγορίας Γιάννη Σάββα (Μ.Κ.2) η οποία περιέχεται στα πρακτικά που [*180]έχουν κατατεθεί ως τεκμήριο και στα οποία εμφαντικά ο μάρτυρας αυτός λέει ότι συνήθιζε να πηγαίνει στα διαμερίσματά του πάντοτε πριν τις 9.00 το πρωΐ και εις την επίσκεψή του στις 24/11/1993 στα διαμερίσματά του όταν πήγε εκεί που ήταν πριν τις 9.00 οι αστυνομικοί βρίσκονταν εκεί, ενώ η μαρτυρία της κατηγορούσας Αρχής ήτο ότι η ώρα επίσκεψης ήταν η ώρα 11.10 πρωϊνή.”

Η δικηγόρος της Δημοκρατίας υπέβαλε ότι η χρήση του πρακτικού της μαρτυρίας του Μ.Κ.2 ήταν διαβλητή σε σημείο που η απαλλακτική απόφαση πρέπει να παραμερισθεί.  Κατά την άποψή της η παρουσίαση του πρακτικού δεν μπορεί υπό τις συνθήκες αυτές να εξομοιωθεί ή να αντικαταστήσει τη ζωντανή μαρτυρία.  Η κλήση και παρουσία του Μ.Κ.2, εφόσον η υπεράσπιση έκρινε ουσιαστική τη μαρτυρία του, ήταν απαραίτητη για να δώσει μαρτυρία στη δίκη εντός δίκης με τον ενδεδειγμένο τρόπο, δηλαδή, viva voce.  Η παρουσίαση των πρακτικών στέρησε την κατηγορούσα αρχή του δικαιώματος αντεξέτασης και κατέστησε την όλη διαδικασία ελαττωματική.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου ανέφερε πως νόμιμα το δικαστήριο στηρίχθηκε στο πρακτικό της μαρτυρίας.  Δεν ήταν απαραίτητο να καταθέσει δια ζώσης ο μάρτυρας γιατί ουσιαστικά επρόκειτο για αναντίλεκτη μαρτυρία αμοιβαία αποδεκτή.  Η μαρτυρία είχε προκύψει κατά την αντεξέταση και έχει ως εξής:

“Ε.  Μήπως θυμάσαι τι ώρα ήλθε η αστυνομία στο συγκρότημα σου τη μέρα που ερευνήθη το σπίτι του κατηγορούμενου;

Α.   Συνήθως στη δουλειά πάω η ώρα 8.00 το πρωΐ αλλά είναι ανθρώπινο να πήγαινα και 9.00 αλλά όταν πήγα η αστυνομία βρισκόταν εκεί.”

Για να υποστηρίξει την άποψή του ο κ. Γεωργίου αναφέρθηκε σε ενδιάμεση απόφαση του Μόνιμου Κακουργιοδικείου αρ. 4/93 Δημοκρατία ν. Δημήτρη Κυπριανίδη κ.α. ημερ. 5/11/93, η οποία όμως διακρίνεται από την παρούσα διότι επρόκειτο για γεγονότα που είχαν συμφωνηθεί για τους σκοπούς της υπόθεσης εκείνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αποδείξεως (Τροποποιητικού) Νόμου του 1986 (αρ. 86/86).

Η διαδικασία που ακολούθησε στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο δε βρίσκει κανένα έρεισμα είτε νομοθετικό είτε νομολογιακό.  Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να γίνει χρήση [*181]της μαρτυρίας της κύριας δίκης στη διαδικασία  voir dire.  Η τελευταία διαδικασία έχει την αυτοτέλειά της, υπό την έννοια ότι αποτελεί το μέσο για να εξακριβωθεί κατά πόσον συγκεκριμένη μαρτυρία είναι νομικά αποδεκτή.  Οτιδήποτε σχετικό πρέπει να αποδεικνύεται κατά τους ισχύοντες κανόνες του δικαίου της απόδειξης.  Το δικαστήριο κρίνει το θέμα της δεκτικότητας, σύμφωνα με τη μαρτυρία που προσκομίστηκε. Δεν είναι επιτρεπτό να προσφύγει σε υλικό που αφορά την κύρια δίκη. Ένας λόγος γιαυτό είναι ότι η κύρια μαρτυρία δεν έχει ακόμη ούτε είναι θεμιτό να τύχει αξιολόγησης στο στάδιο αυτό. Ένας άλλος είναι ότι οι μαρτυρίες δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί ή συμπληρωθεί.

Την άποψη μας αυτή ενισχύει το παρακάτω απόσπασμα από τον Archbold Criminal Pleading, Evidence & Practice, 42η έκδοση στη σελ. 1095:

“The prosecution is not permitted to lead, as part of its case, evidence of what the accused said on the voir dire, whether the judge had excluded or admitted the challenged statement.”

H έφεση επιτρέπεται. Η εκκαλούμενη απόφαση ακυρώνεται.  Διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης, που θα γίνει από άλλο δικαστή.

Η έφεση επιτρέπεται. H εκκαλούμενη απόφαση ακυρώνεται. Διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο