(1997) 2 ΑΑΔ 355
[*355]14 Oκτωβρίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
PATRICIA DIANA JONES,
Eφεσείουσα,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Eφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Aρ. 6188)
Aλλοδαποί — Παραμονή στη Δημοκρατία της Κύπρου μετά τη λήξη σχετικής προσωρινής άδειας παραμονής, κατά παράβαση των Άρθρων 19(1)(λ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε με τους Ν. 2/72, 54/76 και 50/88.
Aλλοδαποί — Διεξαγωγή επαγγέλματος χωρίς τη γραπτή άδεια του Ανώτερου Λειτουργού Μεταναστεύσεως κατά παράβαση των Άρθρων 19(1)(κ) του Νόμου και του Κανονισμού 14(1)(3)(4) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 (ΚΔΠ 242/72).
Λέξεις και Φράσεις — “Alien” του Aliens and Immigration Law, Κεφ. 105.
Λέξεις και Φράσεις — “Ημεδαπός Κύπριος” στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικό) Νόμο του 1972, Ν. 2/72, Άρθρο 2(β).
Ερμηνεία νόμων — Νόμοι ισχύοντες κατά την ημέρα ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος — Σύνταγμα, Άρθρο 188.1 — Εφαρμοστέες αρχές ως προς την ερμηνεία τους.
Απόδειξη — Παραδεκτά γεγονότα — Δηλώνονται στο πρωτόδικο Δικαστήριο βάσει των προνοιών του Άρθρου 19 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9, όπως τροποποιήθηκε.
Η εφεσείουσα γεννήθηκε στην Αγγλία και είναι βρεττανή υπήκοος. Ήλθε στην Κύπρο το 1985 και έκτοτε πηγαινοερχόταν. Για τελευταία φορά έφυγε από την Κύπρο στις 19.4.94 και επέστρεψε την επομένη [*356]που της δόθηκε άδεια προσωρινής διαμονής μέχρι 19.7.94 ως επισκέπτρια. Η άδεια αυτή έληξε στις 20.7.94 και δεν ανανεώθηκε. Στις 20.4.94, πήγε για μια μέρα στην Ελλάδα όπου συνήψε γάμο με Κύπριο πολίτη. Η εφεσείουσα δε διέμενε με το σύζυγό της για χρονική περίοδο τουλάχιστο ενός έτους που προβλέπεται στο Άρθρο 2(β) του Ν. 2/72, που αντικαθιστά τον ορισμό “ημεδαπός Κύπριος” “native of the Colony”, ως προϋπόθεση για να θεωρηθεί “ημεδαπός Κύπριος”.
Το θέμα που εγείρεται στην παρούσα υπόθεση και που καθορίζει την τύχη της, εντοπίζεται στον ορισμό του “alien” στον Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105, ορισμός ο οποίος δεν τροποποιήθηκε με τους τροποποιητικούς νόμους του Κεφ. 105. Η λέξη “alien”, σε ελληνική μετάφραση “αλλοδαπός” στο Κεφ. 105, σημαίνει πρόσωπο το οποίο δεν είναι βρεττανός υπήκοος ή πολίτης της Ιρλανδικής Δημοκρατίας ή ημεδαπός της Δημοκρατίας”.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η εφεσείουσα είναι αλλοδαπή.
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση ότι, εφόσον ο ορισμός δεν άλλαξε παρά την τροποποίηση του βασικού Νόμου τρεις φορές, το Δικαστήριο έχει καθήκον να εφαρμόσει το καθαρό γράμμα του Νόμου, δυνάμει του οποίου η εφεσείουσα ως βρεττανή υπήκοος δεν είναι αλλοδαπή.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Το κείμενο της μετάφρασης στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας του Αγγλικού κειμένου των Νόμων, που ίσχυαν κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, δεν παράγει από την ημερομηνία της δημοσίευσης της, νέο νομοθέτημα. Επομένως ισχύουν οι διατάξεις του Άρθρου 188.1 του Συντάγματος το οποίο προνοεί ότι οι ισχύοντες κατά την ημέρα της ενάρξεως του Συντάγματος νόμοι, θα ερμηνεύονται και θα εφαρμόζονται προσαρμοζόμενοι προς το Σύνταγμα. Ως εκ τούτου ο όρος “αλλοδαπός” του Κεφ. 105 αναφέρεται σε πρόσωπα που δεν είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτοί ορίζονται στο Άρθρο 2 του Συντάγματος. Η εφεσείουσα είναι αλλοδαπή, εφόσον δεν είναι πολίτης της Kυπριακής Δημοκρατίας. Δεν έχει επίσης την ιδιότητα του ημεδαπού Κύπριου, ως αλλοδαπή σύζυγος πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί δε διέμενε με το σύζυγό της για διάστημα τουλάχιστον ενός έτους, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 2(β) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικού) Νόμου 2/72.
Η έφεση απορρίπτεται.
[*357]Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης από την Patricia Diana Jones η οποία βρέθηκε ένοχη στις 29 Φεβρουαρίου, 1996 από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Φωτίου, A.E.Δ.) (Ποινική Yπόθεση Aρ. 6166/95) στις κατηγορίες της παραμονής στη Δημοκρατία της Kύπρου μετά τη λήξη της προσωρινής άδειας παραμονής, κατά παράβαση των Άρθρων 19(1)(λ) του περί Aλλοδαπών και Mεταναστεύσεως Nόμου Kεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε με τους N.2/72, 54/76 και 50/88) και της διεξαγωγής επαγγέλματος χωρίς τη γραπτή άδεια του Aνώτερου Λειτουργού Mετανάστευσης κατά παράβαση των Άρθρων 19(1)(κ) του Nόμου και του Kανονισμού 14(1)(3)(4) των περί Aλλοδαπών και Mεταναστεύσεως Kανονισμών του 1972(KΔΠ 242/72).
E. Πουργουρίδης, για την Eφεσείουσα.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
NIKHTAΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα αντιμετώπισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δύο κατηγορίες:
(α) παραμονή στη Δημοκρατία της Κύπρου μετά τη λήξη σχετικής προσωρινής άδειας παραμονής, που της δόθηκε από τον Ανώτερο Λειτουργό Μετανάστευσης, κατά παράβαση των άρθρων 19(1)(λ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105 (όπως τροποποιήθηκε με τους Ν.2/72, 54/76 και 50/88)
και
(β) διεξαγωγή επαγγέλματος χωρίς τη γραπτή άδεια του Ανώτερου Λειτουργού Μετανάστευσης, κατά παράβαση των άρθρων 19(1)(κ) του Νόμου και του Κανονισμού 14(1)(3)(4) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 (ΚΔΠ 242/72).
Τα παραδεκτά γεγονότα της υπόθεσης δηλώθηκαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο, βάσει των προνοιών του άρθρου 19 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ.9, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 86/86. [*358]Πρόσθετα των παραδεκτών γεγονότων, η κατηγορούσα αρχή κάλεσε ως μάρτυρα τον αστυφύλακα Γ.Σαββίδη, για να αποδείξει πως η εφεσείουσα εργαζόταν σε ένα μπαρ, όπου την είδε να σερβίρει ποτά σε πελάτες. Είναι βολετό στο σημείο αυτό να επιληφθούμε ενός δευτερεύοντος στην υπόθεση ζητήματος, που αφορά τη 2ην κατηγορία, και που ήγειρε ο δικηγόρος της εφεσείουσας, ώστε να μείνει το επίκεντρο της εισήγησής του, που έχει καθαρά νομική βάση. Πρότεινε ο συνήγορος πως το δικάσαν Δικαστήριο έκαμε λάθος, αναφέροντας στην απόφασή του πως όλα τα γεγονότα της υπόθεσης ήσαν παραδεκτά, στη δήλωση που έγινε ενώπιόν του, γιατί η εφεσείουσα δεν παραδέκτηκε πως διεξήγε επάγγελμα.
Ο ισχυρισμός αυτός, του συνηγόρου της εφεσείουσας, δεν είναι ορθός. Το Δικαστήριο στην απόφασή του, που εξέδωσε μετά το πέρας της προσαγωγής της μαρτυρίας για την κατηγορούσα αρχή, και με την οποία η εφεσείουσα κλήθηκε σε απολογία, αναφέρει ρητά πως η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής βασιζόταν στα παραδεκτά γεγονότα και τη μαρτυρία του αστυφύλακα Γ.Σαββίδη. Η συναφής δε εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας ενώπιόν μας πως, εν πάση περιπτώσει, η μαρτυρία του αστυφύλακα, που όπως είπαμε είδε την εφεσείουσα να σερβίρει ποτά σε πελάτες, δεν ήταν ικανοποιητική για να αποδείξει πως διεξήγε επάγγελμα, δεν ευσταθεί. Κρίνουμε πως ορθά το Δικαστήριο βασίστηκε σ’ αυτή τη μαρτυρία, από την οποία αβίαστα εξάγεται το συμπέρασμα πως η εφεσείουσα εργαζόταν.
Προχωρούμε να ασχοληθούμε με την πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας, αφού παραθέσουμε τα αναγκαία γεγονότα. Η εφεσείουσα είναι βρεττανή υπήκοος, γεννήθηκε στην Αγγλία στις 4.1.46. Στην Κύπρο ήλθε για πρώτη φορά στις 18.5.85, έκτοτε πηγαινοερχόταν. Για τελευταία φορά έφυγε από την Κύπρο στις 19.4.94, για να πάει στην Ελλάδα, από όπου επέστρεψε την επομένη 20.4.94, ημερομηνία που της δόθηκε άδεια προσωρινής διαμονής μέχρι 19.7.94, ως επισκέπτρια. Από τις 20.7.94 που έληξε η άδεια προσωρινής διαμονής της, και δεν ανανεώθηκε, η εφεσείουσα συνέχισε να διαμένει στην Κύπρο. Στις 20.4.94, όταν πήγε για μια μέρα στην Ελλάδα, συνήψε γάμο εκεί με κάποιο Γιώργο Προξένου, Κύπριο πολίτη. Είναι επίσης παραδεκτό πως η εφεσείουσα δε διέμενε με το σύζυγο της για χρονική περίοδο τουλάχιστο ενός έτους, που προβλέπεται στο άρθρο 2(β) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικού) Νόμου του 1972, Ν.2/72, που αντικαθιστά τον ορισμό “ημεδαπός Κύπριος” “native of the Colony”, ως προϋπόθεση για να θεωρηθεί “ημεδαπός Κύπριος”. Το [*359]άρθρο έχει ως ακολούθως:
“2. ............................................................................................................
“‘ημεδαπός Κύπριος’ σημαίνει:-
(α) πολίτη της Δημοκρατίας
(β) αλλοδαπή σύζυγο πολίτη της Δημοκρατίας, που δεν τελεί σε χωρισμό από το σύζυγό της δυνάμει απόφασης αρμοδίου δικαστηρίου και η οποία διαμένει με αυτόν για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο του ενός έτους. Νοείται ότι θα θεωρείται ως ‘ημεδαπός Κύπριος’ και κάθε αλλοδαπή σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας η οποία συνέζησε με αυτόν για περίοδο μικρότερη του ενός έτους, αν ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης ήθελε, υπό τις ειδικές συνθήκες οποιασδήποτε συγκεκριμένης περίπτωσης, κρίνει τούτο εύλογο.
Ο συνήγορος της εφεσείουσας υπέβαλε στο πρωτόδικο Δικαστήριο και ενώπιόν μας, πως η εφεσείουσα, ως βρεττανή υπήκοος, έχει μια ιδιάζουσα θεσμική υπόσταση γιατί, σύμφωνα με τον περί Αλλοδαπών Νόμο, δεν είναι αλλοδαπή. Δέχεται όμως συνάμα πως μήτε πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι δυνατό να θεωρηθεί. Έτσι, συνεχίζει η πρόταση του συνήγορου, η εφεσείουσα δικαιούται να εισέρχεται και να διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία χωρίς οποιεσδήποτε διατυπώσεις.
Η αλλόκοτη, αλλά ενδιαφέρουσα εισήγηση του συνήγορου, βασίζεται στον ορισμό “alien” του Alien’s and Immigration Law, Κεφ.105, που έχει ως εξής:
“‘alien’ means a person who is not a British subject or a citizen of the Irish Republic or a native of the Colony”;
“‘αλλοδαπός’ σημαίνει πρόσωπο το οποίο δεν είναι Βρεττανός υπήκοος ή πολίτης της Ιρλανδικής Δημοκρατίας ή ημεδαπός της Δημοκρατίας.”
(Κατά περίεργο τρόπο η μόνη λέξη που δεν αποδίδεται στη μετάφραση με ακρίβεια είναι “Colony” που αποδίδεται, νομικά ορθά βέβαια, ως “Δημοκρατία”, ενώ όλοι οι υπόλοιποι ορισμοί του άρθρου δε μεταφέρονται στην ισχύουσα νομική πραγματικότητα).
[*360]Ο δικηγόρος της εφεσείουσας παρατηρεί πως στους τροποποιητικούς Νόμους του Κεφ.105, δηλαδή τους Ν. 2/72, 54/76 και 50/88, δεν τροποποιείται ο ορισμός “alien”, ο οποίος και ως εκ τούτου παραμένει ως έχει. Κατά συνέπεια, προτείνει ο συνήγορος, εφόσον η εφεσείουσα είναι βρεττανή υπήκοος δεν είναι αλλοδαπός. Ομολογεί, και δικαίως, πως η εισήγηση του ακούεται παράξενα, με την έννοια ότι δεν είναι δυνατόν οι πολίτες της Μεγάλης Βρεττανίας και της Ιρλανδικής Δημοκρατίας να μη θεωρούνται αλλοδαποί στην Κυπριακή Δημοκρατία. Εισηγείται όμως πως, εφόσον ο νομοθέτης, μολονότι τροποποίησε τρεις φορές το Νόμο και δεν άλλαξε τον ορισμό αυτό, το Δικαστήριο έχει καθήκον να εφαρμόσει το καθαρό γράμμα του Νόμου.
Πριν από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης είχε δημοσιευθεί και η αυθεντική Ελληνική μετάφραση του Κεφ.105 (δες Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ.3036, 26.1.96), στην οποία ο ορισμός “alien” μεταφράζεται: “αλλοδαπός” σημαίνει πρόσωπο το οποίο δεν είναι Βρεττανός υπήκοος ή πολίτης της Ιρλανδικής Δημοκρατίας ή ημεδαπός της Δημοκρατίας. Σύμφωνα δε, με τους περί Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμους 1988 έως 1994 και τον περί Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας (Ερμηνευτικό) Νόμο του 1993, η μετάφραση στην Ελληνική του κειμένου του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, κατατέθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων και εγκρίθηκε, όπως προβλέπεται στους πιο πάνω Νόμους.
Έχουμε τη γνώμη πως το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιμετώπισε πολύ ορθά την πιο πάνω εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας, και συμφωνούμε με τη νομική άποψη που εξέφρασε. Το κείμενο της μετάφρασης στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας του Αγγλικού κειμένου των Νόμων, που ίσχυαν κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, δεν παράγει, από την ημερομηνία της δημοσίευσης της, νέο νομοθέτημα, αποτελεί απλώς την αυθεντική μετάφραση του Αγγλικού κειμένου του νόμου τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας. Ισχύουν επομένως οι διατάξεις του άρθρου 188.1 του Συντάγματος που προβλέπουν τα εξής:
“1. Τηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος και των ακολουθουσών διατάξεων του παρόντος άρθρου, πας κατά την ημερομηνία της ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος ισχύων νόμος θέλει εξακολουθήσει να ισχύη κατά την ρηθείσα ημερομηνίαν και μετ’ αυτήν, μέχρις ου τροποποιηθή, δια μεταβολής, προσθήκης ή καταργήσεως δι’οιουδήποτε νόμου ή κοινοτικού τοιούτου ψηφιζομένου κατά το Σύνταγμα, από δε της ημερομηνίας ταύτης [*361]θα ερμηνεύηται και θα εφαρμόζηται προσαρμοζόμενος, καθ’ ο μέτρον είναι αναγκαίον, προς το Σύνταγμα.”
Συνεπώς, ο ορισμός “αλλοδαπός”, που απαντά στο Κεφ.105, αναφέρεται σε πρόσωπα που δεν είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2 του Συντάγματος. Η εφεσείουσα είναι αλλοδαπή, εφόσον δεν είναι πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν έχει επίσης την ιδιότητα του ημεδαπού Κύπριου, ως αλλοδαπή σύζυγος πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί δε διέμενε με το σύζυγο της για διάστημα τουλάχιστο ενός έτους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2(β) του τροποποιητικού νόμου 2/72, που αναφέρουμε πιο πάνω. Η άδεια παραμονής που της δόθηκε ίσχυε για περίοδο 3 μηνών, από τις 20.4.94 που τέλεσε το γάμο της. Η απόφαση αυτή του Ανώτερου Λειτουργού Μεταναστεύσεως, που είναι διοικητική πράξη, δεν προσβλήθηκε με προσφυγή, βάσει των διατάξεων του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Κατά τη διάρκεια της ενώπιον μας διαδικασίας, ακροθιγώς έγινε αναφορά και σε συνταγματικές πρόνοιες, που δεν αποτέλεσαν όμως καθόλου αντικείμενο συζήτησης πρωτοδίκως, μήτε και ενώπιόν μας, στο βαθμό που να δημιουργείται η ανάγκη εξέτασης της συνταγματικότητας του σχετικού νομοθετήματος.
Κρίνουμε πως η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή, και η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο