Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Σίμου Xαραλάμπους (1997) 2 ΑΑΔ 431

(1997) 2 ΑΑΔ 431

[*431]16 Δεκεμβρίου, 1997

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΣΙΜΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

Εφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6418)

 

Διάταγμα προσωποκράτησης — Διακριτική ευχέρεια — Εφαρμοστέο κριτήριο, για έκδοση του διατάγματος, είναι η διασφάλιση της παρουσίας του κατηγορουμένου στη δίκη — Η απόλυσή του στην παρούσα υπόθεση οφειλόταν σε λανθασμένη αποτίμηση στοιχείων και σε σφάλμα αρχής — Ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η απόφαση το πρωτόδικου Δικαστηρίου για την απόλυση του κατηγορουμένου μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης, παρά τη διαπίστωση ότι η μαρτυρία θα ήταν ενδεχόμενα επαρκής σε σχέση με την πιθανότητα καταδίκης του και την παράλειψή του να παρουσιαστεί στην πρώτη δικάσιμο.  Ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε δύο κατηγορίες απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες και άλλες δύο για απειλή βιαιοπραγίας.

Το Εφετείο ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και αποφάνθηκε ότι δικαιολογείται η παρέμβασή του στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Κακουργιοδικείου, ενόψει της εσφαλμένης αποτίμησης των σχετικών στοιχείων και επίσης του σφάλματος αρχής στην οποία υπέπεσε.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και διατάσσεται η προφυλάκιση του εφεσιβλήτου.

Η έφεση επιτρέπεται.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Βασιλείου v. Δημοκρατίας (1997)  2 A.A.Δ. 7,

[*432]Κωνσταντινίδης v. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 109.

Έφεση.

Έφεση από το Γενικό Eισαγγελέα της Δημοκρατίας, κατά της απόφασης του Mόνιμου Kακουργιοδικείου Λάρνακας, (Xατζηχαμπής, Π.E.Δ., Kολατσή, A.E.Δ. και Γιασεμής, E.Δ.) (Ποιν. Yπόθεση Aρ. 5964/97) ημερομηνίας 20 Nοεμβρίου, 1997 για απόλυση μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης του Σίμου Xαραλάμπους, ο οποίος αντιμετώπιζε δύο κατηγορίες απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες, αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 14 χρόνια και δύο κατηγορίες για απειλή βιαιοπραγίας, αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 3 χρόνια.

Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Eφεσείοντα.

Γ. Ιωάννου, για τον Eφεσίβλητο.

(ex tempore)

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Τα κριτήρια τα οποία έχει διαμορφώσει η νομολογία αναφορικά με την απόλυση υποδίκων μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης κατατείνουν σε ένα:  να διασφαλιστεί η παρουσία του κατηγορουμένου στη δίκη (βλ. Ποιν. Έφ. 6248 Κλεάνθης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, ημ. 10/1/97 και Ποιν. Έφ. 6315 Κώστας Ε. Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας, ημ. 6/5/97).

Στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο εφεσίβλητος αντιμετωπίζει σοβαρής μορφής εγκλήματα - και όντως είναι.  Έχουμε δύο κατηγορίες απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες, αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 14 χρόνια και άλλες δύο για απειλή βιαιοπραγίας.  Η κύρωση γι’ αυτές είναι τριετής φυλάκιση κατ’ ανώτατο όριο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε ακόμα μια σημαντική διαπίστωση αναφορικά με τη μαρτυρία.  Σε σχέση με την πιθανότητα καταδίκης. Επεσήμανε πως “θα ήταν ενδεχόμενα επαρκής για τους παρόντες σκοπούς”.  Επίσης είχε υπόψη του ότι ο εφεσίβλητος δεν παρουσιάστηκε κατά την πρώτη δικάσιμο.  Και κατασχέθηκε ολόκληρο το ποσό της εγγύησής του, το οποίο αργότερα περιορίστηκε σε £50.

Έχουμε εξετάσει με προσοχή και περίσκεψη τους λόγους οι οποίοι είχαν προβληθεί τότε και τώρα για την παράλειψη αυτή.  Ο [*433]κ. Ιωάννου ανέφερε ότι ο εφεσίβλητος φοβήθηκε και συγχύστηκε όταν αυτός πληροφορήθηκε, απ’ ότι διέρρευσε, πως υπήρχε πρόθεση να ζητηθεί η κράτησή του μέχρι τη δίκη.  Οι φήμες τον πανικόβαλαν με αποτέλεσμα να καταφύγει στην κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών και να έχει “αντικειμενική αδυναμία” να παραστεί.  Ας σημειωθεί ότι δεν προσκομίστηκε καμιά ιατρική μαρτυρία σε σχέση με τον τελευταίο αυτό ισχυρισμό.  Όλα τα πιο πάνω δείχνουν και προδιαγράφουν με τον εντονότερο τρόπο, σε οποιοδήποτε αντικειμενικό παρατηρητή, το σαφή κίνδυνο να μην εμφανιστεί ο εφεσίβλητος. Η όλη υπόθεση βοά.  Έχει λεχθεί εκ μέρους του εφεσιβλήτου ότι οικειοθελώς είχε εμφανιστεί στην Αστυνομία δύο μέρες μετά τη δικάσιμο και μάλιστα το Κακουργιοδικείο το εξέλαβε σαν δείγμα καλής θέλησης.  Παραγνώρισε ωστόσο ότι εκκρεμούσε εναντίον του διάταγμα σύλληψης, το οποίο το ίδιο είχε εκδώσει.

Με όλα αυτά τα δεδομένα είναι ειλικρινά ακατανόητη η παρατήρηση του Κακουργιοδικείου ότι το Δικαστήριο πρέπει να “μην είναι ελαφρά τη καρδία που αποφασίζει την κράτηση κατηγορούμενου προσώπου ...”  Εδώ συνέτρεχαν όλες οι σημαντικές προϋποθέσεις που επέβαλλαν την κράτηση.  Ασφαλώς τα πρωτόδικα Δικαστήρια ασκούν διακριτική ευχέρεια στα θέματα αυτά.  Είναι γεγονός ότι η αρχή την οποία έχουμε εγκρίνει είναι ότι δύσκολα ή μόνο για ουσιαστικούς λόγους δικαιολογείται παρέμβαση στην άσκηση της διακριτικής αυτής εξουσίας.  Είναι φανερό όμως ότι εδώ έγινε πέρα για πέρα λανθασμένη αποτίμηση των στοιχείων.  Και ταυτόχρονα το Δικαστήριο υπέπεσε και σε σφάλμα αρχής.

Για τους λόγους αυτούς έχουμε καθήκο να επέμβουμε.  Παραμερίζουμε την πρωτόδικη απόφαση και διατάσσουμε την προφυλάκιση του εφεσιβλήτου.

H έφεση επιτρέπεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο