Γεωργίου Aνδρέας ν. Aστυνομίας (1997) 2 ΑΑΔ 439

(1997) 2 ΑΑΔ 439

[*439]19 Δεκεμβρίου, 1997

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Eφεσείων,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6333)

 

Πλάνη — Επίθεση που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη, κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Ακύρωση της καταδίκης λόγω πλάνης και επίσης λόγω θεμελίωσης της καταδικαστικής ετυμηγορίας πάνω σε λανθασμένη προϋπόθεση.

Μαρτυρία — Αξιοπιστία μαρτύρων — Μόνο η αξιόπιστη μαρτυρία είναι αποδεκτή — Τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός εάν είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη μαρτυρία ως αξιόπιστη.

Μαρτυρία — Ιατρική μαρτυρία — Αποτελεί και πραγματική μαρτυρία η οποία συνιστά αξιόπιστο βοήθημα για την κρίση της αξιοπιστίας των μαρτύρων σε δίκη αναφορικά με τη διάπραξη αδικημάτων επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης.

Ο εφεσείων, προσβάλλει με την παρούσα έφεση την καταδίκη του για το αδίκημα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης.

Λόγοι έφεσης:

Η καταδίκη βασίζεται σε αντιφατική μαρτυρία.

Η διαπίστωση για πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης αντιστρατεύεται την ιατρική μαρτυρία.

[*440]Το Εφετείο αποδέκτηκε την έφεση με βάση τον λόγο 2 της έφεσης και αποφάνθηκε ότι:

Η προσθήκη από το πρωτόδικο Δικαστήριο της φράσης “περίπου της ίδιας ημέρας”, αναφορικά με τα τραύματα του παραπονουμένου στη μαρτυρία της ιατρού, (M.K.3) μπορεί να ερμηνευθεί ότι τα τραύματα μπορούσαν να είχαν προκληθεί και πριν από την ημερομηνία της ιατρικής εξέτασης.  Επομένως το πρωτόδικο Δικαστήριο τελούσε κάτω από την πλάνη ότι υπήρχε ενώπιόν του μαρτυρία ότι τα τραύματα ήταν δυνατόν να είχαν προκληθεί κατά τις ημέρες που προηγήθηκαν της εν λόγω εξέτασης.  Η φράση που χρησιμοποίησε η ιατρός ότι “τα τραύματα ήταν πρόσφατα” αξιολογούμενη υπό το φως της ερώτησης που υποβλήθηκε, δεν έχει την ίδια εμβέλεια με τη φράση που χρησιμοποιήθηκε από το Δικαστήριο.

Η έφεση επιτρέπεται και για τον πρόσθετο και ανεξάρτητο λόγο ότι η πρωτόδικη απόφαση έχει θεμελιωθεί πάνω στην εσφαλμένη διαπίστωση ότι ο εφεσείων δεν αμφισβήτησε το θέμα των τραυμάτων ή ότι αυτά προξενήθηκαν από οποιαδήποτε άλλη αιτία.

Η έφεση επιτρέπεται.  Η καταδίκη ακυρώνεται.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Μουζάκης v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 220,

Katsiamalis v. Republic (1980) 2 C.L.R. 107,

Kolarski v. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 205,

Παρμαξής v. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 224,

Σοφοκλή v. Λεωνίδου (1993) 1 Α.Α.Δ. 1003,

Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 51.

Έφεση εναντίον Kαταδίκης.

Έφεση εναντίον της καταδίκης από τον Aνδρέα Γεωργίου ο οποίος στις 31 Mαρτίου, 1997 βρέθηκε ένοχος από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Σταυρινίδης, A.E.Δ.) (Yπόθεση Aρ. 29027/94) στην κατηγορία της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Kώδικα, [*441]Kεφ. 154.

Χρ. Χ” Λοΐζου, για τον Eφεσείοντα.

Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.:  Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, μετά από ακροαματική διαδικασία, πάνω σε μια κατηγορία για τη διάπραξη του αδικήματος της επίθεσης που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη, κατά παράβαση του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της καταδίκης. Ο εφεσείων διατείνεται ότι η καταδίκη ήταν εσφαλμένη για δύο κυρίως λόγους:

(α)   Η “καταδίκη βασίστηκε στις μαρτυρίες των μαρτύρων κατηγορίας 1 και 2 που βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους σε ουσιώδη σημεία και/ή είναι αντιφατικές και/ή αόριστες και κατά συνέπεια ανασφαλείς και αναξιόπιστες”.

(β)   Η “διαπίστωση και/ή συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείοντας προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη στον παραπονούμενο αντιστρατεύεται και/ή έρχεται σε αντίθεση με την ιατρική μαρτυρία της κυβερνητικής γιατρού, Μ.Κ.3.  Δεν υπήρχε επαρκής μαρτυρία που να αποδεικνύει ότι προκλήθηκε στις 9.8.94 πραγματική σωματική βλάβη στον παραπονούμενο, αλλά αντίθετα από την μαρτυρία της κυβερνητικής γιατρού Μ.Κ.3 απεκλείετο τέτοια βλάβη να προκλήθηκε στον παραπονούμενο στις 9.8.94 που συνέβηκε το ισχυριζόμενο αδίκημα”.

Αναπτύσσοντας τον πρώτο λόγο εφέσεως ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αναφέρθηκε στην μαρτυρία του παραπονούμενου (Μ.Κ.1) και της συζύγου του (Μ.Κ.2).  Μας παρέπεμψε κυρίως σε αντιφάσεις - όπως τις απεκάλεσε - ανάμεσα στην ένορκη μαρτυρία τους και στις καταθέσεις που έδωσαν στην Αστυνομία.

Είναι νομολογημένο ότι τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός εάν είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη [*442]μαρτυρία ως αξιόπιστη (Βλ. Μουζάκης ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 220, Katsiamalis v. Republic (1980) 2 C.L.R. 107, Kolarski v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 6128/30.6.97 και Παρμαξής ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 6266/7.7.97).

Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τις αντιφάσεις στις οποίες μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος. Έχουμε διαπιστώσει ότι δεν πρόκειται για αντιφάσεις ουσιαστικής φύσεως αλλά για αντιφάσεις οι οποίες σχετίζονται με επουσιώδη θέματα. Δε συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με το μόνο επίδικο θέμα στην υπόθεση - την επίθεση και την πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης.  Για τους λόγους αυτούς θεωρούμε ότι δεν είναι τέτοιας μορφής ώστε να οδηγούν σε συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη μαρτυρία των Μ.Κ.1 και 2 ως αξιόπιστη.  Ακολουθεί πως ο πρώτος λόγος έφεσης δεν  μπορεί να πετύχει.

Εξέταση του δεύτερου λόγου έφεσης καθιστά αναγκαία την αναφορά στην ιατρική μαρτυρία.

Το επίδικο επεισόδιο έλαβε χώραν την 9.8.94.  Ο παραπονούμενος επισκέφθηκε το Νοσοκομείο για ιατρική εξέταση στις 12.8.94.  Η ιατρός που τον εξέτασε διαπίστωσε “αιμάτωμα και ερύθρημα στον αριστερό αντιβραχίονα, και δύο μικρές εκδορές στην αριστερή παλάμη”. Στη διάρκεια της αντεξέτασης και στην ερώτηση “αυτά τα τραύματα τα οποία περιγράψατε που είχε το πρόσωπο αυτό μπορείτε να μας πείτε αν ήταν πρόσφατα της μέρας;” η ιατρός (Μ.Κ.3) απάντησε: “Ναί ήταν πρόσφατα”.  Δεν έγινε οποιαδήποτε προσπάθεια για περαιτέρω διευκρίνιση της απάντησης.

Κατά το στάδιο της ανάλυσης της ενώπιόν του μαρτυρίας το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε αναφορά - όπως ήταν φυσικό - και στη μαρτυρία της ιατρού (Μ.Κ.3).  Σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο η ιατρός “περιγράφοντας τα τραύματα του παραπονούμενου ανάφερε ότι ήσαν πρόσφατα και περίπου της ίδιας ημέρας”.  Σημειώνουμε ότι η ιατρός δεν είχε ποτέ κάμει αναφορά στα όσα υπογραμμίζονται πιο πάνω και τα οποία της αποδίδει το πρωτόδικο δικαστήριο.

Μετά την ανάλυση της μαρτυρίας το πρωτόδικο δικαστήριο προχώρησε στην αξιολόγησή της.  Δέχθηκε τη μαρτυρία των μαρτύρων κατηγορίας και απέρριψε εκείνη της υπεράσπισης.  Σαν αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας το πρωτόδικο δικαστήριο βρήκε ότι το πρωΐ της 9.8.94, μετά από λογομαχία, ο εφεσείων επιτέθηκε και τραυμάτισε τον παραπονούμενο “χρησιμοποιόντας μια σιδερένια [*443]σχάρα η οποία ήταν δίπλα στη μηχανή.  Ο δε παραπονούμενος τραυματίσθηκε στην αριστερή παλάμη και στα δάκτυλα τα οποία τραύματα βρήκε κατά την εξέτασή της η ιατρός Δημητρίου”. Στη συνέχεια το πρωτόδικο δικαστήριο πρόσθεσε:

“Θα πρέπει να τονισθεί ότι και εάν δεχόμουν στο σημείο αυτό την εκδοχή της υπεράσπισης ότι τα τραύματα δεν ήσαν πρόσφατα και δεν ήσαν αποτέλεσμα του συμβάντος της 9.8.94 η μαρτυρία που υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου και την οποία έχω αποδεχθεί καλύπτει απλή επίθεση εκ μέρους του κατηγορουμένου.  Όμως, όπως έχω προαναφέρει, η γιατρός κατάθεσε ότι τα τραύματα του παραπονούμενου ήσαν πρόσφατα, περίπου της ίδιας ημέρας και φαίνεται ότι υπάρχει μια διαφορά αναφορικά προς τον χρόνο που έγινε αυτό το γεγονός όμως δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα ότι δεν είναι ο κατηγορούμενος ο οποίος τον τραυμάτισε και θα πρέπει να σημειωθεί ότι ουδέποτε αμφισβητήθηκε από πλευράς της υπεράσπισης το θέμα των τραυμάτων του παραπονούμενου ή ότι αυτά προξενήθηκαν από οποιαδήποτε άλλη αιτία.”

Σημειώνουμε και πάλι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο απέδωσε στην ιατρό (Μ.Κ.3) τα όσα υπογραμμίζονται πιο πάνω.  Υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου δύο διϊστάμενες εκδοχές.  Η ιατρική μαρτυρία σε τέτοιες υποθέσεις είναι πολύ ζωτικής σημασίας. Αποτελεί και πραγματική μαρτυρία η οποία συνιστά αξιόπιστο βοήθημα και σταθερό οδηγό για την κρίση της αξιοπιστίας των μαρτύρων (Βλ. Σοφοκλή ν. Λεωνίδου (1993) 1 Α.Α.Δ. 1003, 1010, Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 51).

Η προσθήκη της φράσης “περίπου της ίδιας ημέρας” προσδίδει μια διαφορετική χροιά στη μαρτυρία της ιατρού (Μ.Κ.3). Η υπεράσπιση είχε υποβάλει στον παραπονούμενο ότι ο εφεσείων δεν τον είχε κτυπήσει και δεν του είχε προκαλέσει οποιαδήποτε σωματική βλάβη (βλ. σελ. 9 και 13 των πρακτικών).  Ενόψει αυτής της θέσης της υπεράσπισης η ηλικία των τραυμάτων, τα οποία διαπίστωσε η ιατρός (Μ.Κ.3) τρεις μέρες μετά την ισχυριζόμενη πρόκληση, αποτελούσε ένα σημαντικό στοιχείο στη διαδικασία αξιολόγησης της εκδοχής της μαρτυρίας του παραπονουμένου.  Η προσθήκη της πιο πάνω φράσης στην μαρτυρία της ιατρού την φέρει να λέγει ότι τα τραύματα μπορούσαν να είχαν προκληθεί και πριν από την ημερομηνία εξέτασης.  Η φράση “περίπου της ίδιας ημέρας” σίγουρα μπορεί να ερμηνευθεί ότι περιλαμβάνει και την προηγούμενη ή προηγούμενες μέρες.  Επομένως το πρωτόδικο δικαστήριο τελούσε κάτω από την πλάνη ότι υπήρχε ενώπιόν του μαρτυρία ότι τα τραύματα [*444]ήταν δυνατόν να είχαν προκληθεί κατά τις ημέρες που είχαν προηγηθεί της ιατρικής εξέτασης.  Τέτοια μαρτυρία, όπως έχει ήδη επισημανθεί, δεν υπήρχε.  Η φράση “Ναί ήταν πρόσφατα” που είχε χρησιμοποιήσει η ιατρός, αξιολογούμενη και υπό το φως της ερώτησης η οποία είχε υποβληθεί, δεν έχει την ίδια εμβέλεια με τη φράση που έχει χρησιμοποιηθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο.  Η πιο πάνω πλάνη καθιστά το βάθρο πάνω στο οποίο έχει θεμελιωθεί η καταδικαστική ετυμηγορία ακροσφαλές με αποτέλεσμα να οδηγεί στον παραμερισμό της.

Υπάρχει και άλλος λόγος ο οποίος οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα.  Όπως φαίνεται στο πιο πάνω απόσπασμα ένας από τους λόγους που οδήγησαν στο εύρημα ενοχής του εφεσείοντα ήταν ότι ο τελευταίος ουδέποτε αμφισβήτησε “το θέμα των τραυμάτων ή ότι αυτά προξενήθηκαν από οποιαδήποτε άλλη αιτία”. Έχουμε ήδη επισημάνει ότι η υπεράσπιση είχε υποβάλει στον παραπονούμενο ότι ο εφεσείων δεν τον είχε κτυπήσει και δεν του είχε προκαλέσει οποιαδήποτε σωματική βλάβη.  Αυτή η θέση της υπεράσπισης σίγουρα εξυπακούει ότι οι κακώσεις που είχε διαπιστώσει η ιατρός δεν οφείλονταν σε ενέργειες του εφεσείοντα, αλλά σε άλλη αιτία. Ακολουθεί πως η καταδικαστική ετυμηγορία έχει θεμελιωθεί πάνω σε λανθασμένη προϋπόθεση και επομένως υπάρχει πρόσθετος και ανεξάρτητος λόγος παραμερισμού της.

Η έφεση επιτρέπεται.  Η καταδίκη ακυρώνεται.

Η έφεση επιτρέπεται.  Η καταδίκη ακυρώνεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο