Hλία Θεόδωρος ν. Aστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 283

(1998) 2 ΑΑΔ 283

[*283]24 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΗΛΙΑ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6436)

 

Καταφρόνηση Δικαστηρίου — Δυνάμει του Άρθρου 44(1)(α)(β) των περί Δικαστηρίων Νόμων 1960-1998 — Ενεργοποιεί αφ’ εαυτής τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εξασφαλίσει την ομαλή και απρόσκοπτη εξέλιξη της διαδικασίας με την άμεση τιμωρία του παρεκτρεπομένου.

Ποινή — Καταφρόνηση Δικαστηρίου — Παραμερισμός της επιβληθείσας ποινής προστίμου £100 λόγω υπέρβασης του ανώτατου όριου που προβλέπει ο νόμος — Σε τέτοια περίπτωση ο καθορισμός της ποινής επαφίεται πρωτογενώς στην κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Ο εφεσείων, που ήταν κατηγορούμενος σε ποινική υπόθεση για πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης και οπλοφορίας προς διέγερση τρόμου, κρίθηκε ένοχος για καταφρόνηση του Δικαστηρίου, όταν φωνασκούσε από το εδώλιο, αμφισβητώντας μάρτυρα της Κατηγορούσης Αρχής ο οποίος αντεξεταζόταν από το συνήγορό του και αγνόησε τις υποδείξεις του Δικαστηρίου να συμπεριφέρεται ευπρεπώς και να σταματήσει να παρενοχλεί την ομαλή λειτουργία της διαδικασίας. Παραδέχθηκε ενοχή και απολογήθηκε. Προς μετριασμό της ποινής, ζήτησε να ληφθεί υπόψη η ηλικία του, ήταν 66 χρονών και η συναισθηματική φόρτιση στην οποία βρισκόταν, λόγω της άγνοιάς του ως προς την έκβαση της υπόθεσης η οποία εκκρεμούσε για δύο περίπου χρόνια. Το Δικαστήριο του επέβαλε £100 πρόστιμο.

Η έφεση στρέφεται κατά της καταδίκης και της ποινής.  Οι λόγοι που προβλήθηκαν ήταν, αναφορικά με την καταδίκη, ότι ο εφεσείων δεν είχε αντιληφθεί την έννοια των όρων “ασέβεια” και “περιφρό[*284]νηση” που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο εφιστώντας την προσοχή του στον κίνδυνο να τιμωρηθεί για τη συμπεριφορά του, και αναφορικά με την ποινή, ότι αυτή υπερέβαινε το ανώτατο όριο που προβλέπει ο νόμος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο λόγος έφεσης, αναφορικά με την καταδίκη, δεν ευσταθεί.  Από μία απλή ανάγνωση του πρακτικού του Δικαστηρίου προκύπτει ξεκάθαρα ότι η αντίδραση του εφεσείοντα ήταν εσκεμμένη, με πνεύμα ανταγωνισμού προς το Δικαστήριο και πλήρους περιφρόνησης της διαδικασίας.

2.  Σύμφωνα με το Άρθρο 44(2) των Περί Δικαστηρίων Νόμων 1960-1998 σε συνδυασμό με το Άρθρο 3 του Περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Νόμου του 1987 (Νόμος 166/87), η ανώτατη ποινή προστίμου η οποία μπορούσε να επιβληθεί στον εφεσείοντα ήταν £75. Ως εκ τούτου, η επιβληθείσα ποινή προστίμου £100 αντικαθίσταται με ποινή προστίμου £75.

Η έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται. Η έφεση κατά της ποινής επιτρέπεται. Η ποινή παραμερίζεται και αντικαθίσταται με πρόστιμο £75.

Aναφερόμενες Υποθέσεις:

Mantis v. Police (1979) 2 C.L.R. 125,

Morris v. Crown Office [1970] 2 Q.B. 114,

Rex v. Hill [1986] Crim. L.R. 457,

Powell [1993] The Times, 3 June 1993,

Γεωργίου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525,

Χριστοδούλου και Άλλη v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 1.

Έφεση εναντίον Kαταδίκης και Ποινής.

Έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής από το Θεόδωρο Hλία, ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 15 Δεκεμβρίου, 1997, από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Ποινική Yπόθεση Αρ. [*285]34746/95) στην κατηγορία καταφρόνησης Δικαστηρίου και καταδικάστηκε από Σταυρινίδη, Α.Ε.Δ., σε ποινή προστίμου £100.

Ε. Χειμώνας, για τον Εφεσείοντα.

Σ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:- Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Γαβριηλίδης.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της καταδίκης και της ποινής που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για καταφρόνηση Δικαστηρίου.

Τα γεγονότα που αποτέλεσαν το υπόβαθρο της καταδίκης είναι απλά. Στις 15/12/1997 ο εφεσείων ήταν κατηγορούμενος σε ποινική υπόθεση πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης και οπλοφορίας προς διέγερση τρόμου. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, και ενώ μάρτυρας της Κατηγορούσης Αρχής αντεξεταζόταν από το συνήγορό του, ο εφεσείων, αμφισβητώντας το μάρτυρα, άρχισε να φωνασκεί από το εδώλιο λέγοντας “δεν του χτύπησα τρεις φορές, αυτός με χτύπησε”. Σε υπόδειξη του Δικαστηρίου ότι πρέπει να τηρήσει σιγή, διαφορετικά η συμπεριφορά του δυνατόν να θεωρηθεί ότι υποδηλοί ασέβεια και περιφρόνηση προς το Δικαστήριο, ο εφεσείων, απευθυνόμενος αυτή τη φορά προς το Δικαστήριο, συνέχισε να φωνασκεί μεγαλοφώνως, λέγοντας “είμαι αθώος, είναι σκευωρία, βάλτε με φυλακή”.  Κατόπιν τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η όλη στάση του εφεσείοντα συνιστούσε ασέβεια και περιφρόνηση προς το Δικαστήριο, γιατί αγνόησε τις υποδείξεις που του έγιναν να σταματήσει να παρενοχλεί την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας. Αφού του δόθηκε η ευκαιρία να ετοιμάσει την υπεράσπισή του, ο εφεσείων παραδέχτηκε ενοχή και απολογήθηκε. Προς μετριασμό της ποινής, ζήτησε να ληφθεί υπόψη η ηλικία του, ήταν 66 χρονών, και η συναισθηματική φόρτιση στην οποία βρισκόταν, λόγω της άγνοιάς του ως προς την έκβαση της υπόθεσης η οποία εκκρεμούσε για δύο περίπου χρόνια. Ακολούθως το Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό τις περιστάσεις, η πρέπουσα ποινή ήταν εκείνη του προστίμου και επέβαλε στον εφεσείοντα £100.- πρόστιμο.

Οι λόγοι έφεσης που προβάλλονται κατά της καταδίκης είναι ότι η συμπεριφορά του εφεσείοντα δε συνιστούσε εσκεμμένη αντίδραση κατά του Δικαστηρίου, και ότι, εν πάση περιπτώσει, ο εφε[*286]σείων, ο οποίος είναι απόφοιτος Δημοτικού, δεν μπορούσε να αντιληφθεί, και όντως δεν αντιλήφθηκε, την έννοια των όρων “ασέβεια” και “περιφρόνηση” που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο εφιστώντας την προσοχή του στον κίνδυνο να τιμωρηθεί για τη συμπεριφορά του.  Κατά το συνήγορό του, ο εφεσείων εξέλαβε τις υποδείξεις του Δικαστηρίου ως ερώτηση η οποία του υποβλήθηκε από το Δικαστήριο σε σχέση με εκείνο το οποίο είχε πει προηγουμένως, ότι δηλαδή δε χτύπησε αλλά, αντίθετα, χτυπήθηκε.

Δεν είναι ανάγκη να λεχθούν πολλά για να διαφανεί ότι οι πιο πάνω λόγοι έφεσης δεν ευσταθούν.  Αρκεί να σημειωθεί ότι, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο τότε συνήγορος του εφεσείοντα ούτε το εσκεμμένο της αντίδρασής του αμφισβήτησε ούτε τη συμπεριφορά του απέδωσε σε παρανόηση. Αφού παραδέχτηκε την ενοχή του πελάτη του, ζήτησε απλώς την επιείκεια του Δικαστηρίου για τους λόγους που πρόβαλε. Εξάλλου, από μία απλή ανάγνωση του σχετικού πρακτικού του Δικαστηρίου προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο εφεσείων είχε αντιληφθεί πλήρως τις υποδείξεις του Δικαστηρίου και αποφάσισε να αντιδράσει με πνεύμα ανταγωνισμού προς το Δικαστήριο και πλήρους περιφρόνησης της διαδικασίας. Τέτοια συμπεριφορά αποτελεί αναμφίβολα “καταφρόνηση Δικαστηρίου” βάσει του άρθρου 44(1)(α)(β) των Περί Δικαστηρίων Νόμων 1960 έως 1998 και ενεργοποιεί αφ’ εαυτής τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εξασφαλίσει την ομαλή και απρόσκοπτη εξέλιξη της διαδικασίας με την άμεση τιμωρία του παρεκτρεπόμενου. (Βλ., μεταξύ άλλων, Mantis v. Police (1979) 2 C.L.R. 125, Morris v. Crown Office [1970] 2 Q.B. 114, Rex v. Hill [1986] Crim. L. R. 457, και Rex Powell [1993] The Times, 3 June 1993 - όπου ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος για καταφρόνηση του Δικαστηρίου επειδή η συμπεριφορά του συνιστούσε παρενόχληση του ενόρκου.)

Αναφορικά με την ποινή που επιβλήθηκε, αυτή προσβάλλεται ως υπερβαίνουσα το ανώτατο όριο που προβλέπει ο νόμος.  Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 44(2) των Περί Δικαστηρίων Νόμων 1960 έως 1998 σε συνδυασμό με τό άρθρο 3 του Περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Νόμου του 1987 (Νόμος 166/87), η ανώτατη ποινή προστίμου η οποία μπορούσε να επιβληθεί στον εφεσείοντα ήταν £75.-. Στην υπόθεση Γεωργίου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, κρίθηκε ότι όπου η ποινή θεωρείται ως έκδηλα υπερβολική, ο καθορισμός της επαφίεται πρωτογενώς στην κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που επιβάλλεται ο παραμερισμός της λόγω υπέρβασης του ανώτατου ορίου που προβλέπει ο νόμος. (Βλ. επίσης Χριστοδούλου και Άλλη v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 1.)

[*287]Η έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται.

Η έφεση κατά της ποινής επιτρέπεται.

Η ποινή παραμερίζεται.

Λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα της υπόθεσης, θεωρούμε ότι η πρέπουσα ποινή είναι £75.- πρόστιμο, ποινή την οποία και επιβάλλουμε.

H έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται. H έφεση κατά της ποινής επιτρέπεται. H ποινή παραμερίζεται και αντικαθίσταται με πρόστιμο £75.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο