Mιχαήλ Λουκάς ν. Aστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 577

(1999) 2 ΑΑΔ 577

[*577]25 Νοεμβρίου, 1999

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΛΟΥΚΑΣ ΜΙΧΑΗΛ,

Eφεσείων,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Eφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Aρ. 6645)

 

Ποινή — Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και κατά παράβαση του Άρθρου 4(1)(α) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77), όπως τροποποιήθηκε — Εισαγωγή και Κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Β΄ με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77), όπως τροποποιήθηκε, και κατά παράβαση του Άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Εφεσείων νεαρός ηλικίας 25 ετών, ενεπλάκη στην υπόθεση της εισαγωγής των ναρκωτικών από επιτήδεια άτομα που εκμεταλλεύτηκαν τη δική του αφέλεια — Παροχή πληροφοριών που οδήγησαν στη σύλληψη συνεργού του — Παραδοχή τόσο στις διωκτικές αρχές καθώς και ενώπιον του Κακουργιοδικείου — Επιβολή ποινών φυλάκισης 2½ ετών σε κάθε μια από τις κατηγορίες 1 και 3, και 5½ ετών για τις κατηγορίες 2 και 4 — Δεν κρίθηκαν έκδηλα υπερβολικές.

Ποινή — Επιμέτρηση — Ναρκωτικά — Ενδείκνυται η εφαρμογή της δικής μας νομολογίας γιατί στον τομέα της επιμέτρησης της ποινής οι ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες μιας χώρας είναι το δεσπόζον κριτήριο.

Ποινή — Επιμέτρηση — Μετριαστικοί παράγοντες — Η παραδοχή κατηγορουμένου, ως μετριαστικός παράγων, είναι ήσσονος σημασίας όταν αυτός συνελήφθη επ’ αυτοφόρω.

Ποινή — Εξατομίκευση — Αποτρεπτική ποινή — Δεν πρέπει να εξουδετερώνει την αποτρεπτικότητα της ποινής αναφορικά με αδικήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά.

Ποινή — Ναρκωτικά — Αυξητική τάση του εγκλήματος — Αντιμετωπί[*578]ζεται ανάλογα από τα Δικαστήρια με την αύξηση των ποινών.

Ο εφεσείων συνελήφθη επ’ αυτοφόρω στο αεροδρόμιο Λάρνακας, αφού, μετά από έλεγχο στις βαλίτσες του βρέθηκαν κρυμμένα τα ναρκωτικά.

Παραδέχθηκε την διάπραξη των αδικημάτων και έδωσε πληροφορίες που οδήγησαν στη σύλληψη συνεργού του.

Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος των κατηγοριών που αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις και του επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 2½ ετών σε κάθε μια απο τις κατηγορίες 1 και 3, και 5½ ετών στις κατηγορίες 2 και 4.  Εφεσίβαλε τις ποινές του ως έκδηλα υπερβολικές.  Ο συνήγορος του υποστήριξε ότι το Κακουργιοδικείο δεν εφάρμοσε, καθώς είχε καθήκον, τις κατευθυντήριες γραμμές του Αγγλικού Εφετείου στην υπόθεση R. v. Aramah αναφορικά με τις ποινές που επιβάλλουν τα Αγγλικά Δικαστήρια.  Σύμφωνα με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα έπρεπε να επιβληθεί ποινή 3 ετών.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Παρόλον ότι η Αγγλική νομολογία είναι σεβαστή και ενίοτε βοηθητική, η εφαρμογή της δικής μας νομολογίας, η οποία είναι πλούσια αναφορικά με εγκλήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά, ενδείκνυται γιατί στον τομέα της επιμέτρησης της ποινής, οι ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα είναι το δεσπόζον κριτήριο.

2.  Η αυξητική τάση του εγκλήματος θα έχει την ανάλογη αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια, με την ανύψωση των ποινών.  Οι επιβληθείσες ποινές δεν εμπίπτουν στο oρθό νόημα του όρου “έκδηλα υπερβολική”.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

R. v. Aramah [1982] 4 Cr. App. R.(s) 407,

Celik κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 391,

Firat v. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 402,

Gholi v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30.

[*579]Έφεση εναντίον ποινής.

Έφεση εναντίον της ποινής από το Λουκά Mιχαήλ, ο οποίος στις 23 Δεκεμβρίου 1998, βρέθηκε ένοχος από το Kακουργιοδικείο Λάρνακας (Ποινική Yπόθεση Aρ. 13407/98) στις κατηγορίες:

α) συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, β) εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως B, γ) κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως B και δ) κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως B, με σκοπό την προμήθειά του, κατά παράβαση του N. 29/77 και του Ποινικού Kώδικα, Kεφ. 154, και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών.

Χρ. Πουργουρίδης, για τον Eφεσείοντα.

Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χρίστος Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Ο εφεσείων αντιμετώπισε μαζί με άλλο πρόσωπο ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου, που συνεδρίαζε στη Λάρνακα, τις πιο κάτω τέσσερις κατηγορίες.

«1.  Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 και κατά παράβαση του άρθρου 4(1)(α) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 67/83 και 20(1)/92.

2.  Εισαγωγή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Β κατά παράβαση των άρθρων 4(1)(α), 30 και 31 του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 67/83 και 20(1)/92 και κατά παράβαση του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154.

3.  Κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Β κατά παράβαση των άρθρων 6(1)(2), 30 και 31 του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 67/83 και 20(1)/92 και κατά παράβαση του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154.

[*580]4.  Κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα κατά παράβαση των άρθρων 6(3), 5(1), 30 και 31 του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 67/83 και 20(1)/92 και κατά παράβαση του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154.

Ο εφεσείων παραδέχτηκε τις κατηγορίες και το Δικαστήριο, αφού άκουσε τα γεγονότα όπως εκτέθηκαν από το δικηγόρο της Δημοκρατίας και την αγόρευση του δικηγόρου του για την επιμέτρηση της ποινής, επέβαλε σ’ αυτόν φυλάκιση ύψους, για την κάθε μια από τις κατηγορίες 1 και 3, 2.1/2 χρόνια και για τη 2η και 4η, 5 χρόνια.

Ο εφεσείων θεώρησε την ποινή που του επιβλήθηκε έκδηλα υπερβολική, και με την υπό συζήτηση έφεση επιδιώκει τη μείωση της ώστε να καταστεί, όπως εισηγείται ο δικηγόρος του, η αρμόζουσα.

Η επιχειρηματολογία του δικηγόρου του εφεσείοντα επικεντρώθηκε σε δυο βασικές εισηγήσεις. Πρότεινε (α) πως το Κακουργιοδικείο δεν εφήρμοσε, καθώς είχε καθήκον, τις κατευθυντήριες γραμμές που έθεσε το Αγγλικό Εφετείο στην υπόθεση R. v. Aramah [1982] 4 Cr.App.R.(s) 407 αναφορικά με τις ποινές που αναμένεται να επιβάλλουν τα Αγγλικά Δικαστήρια.  Πράγματι, το Αγγλικό Δικαστήριο στην πιο πάνω υπόθεση, και προτού ασχοληθεί με τα ιδιαίτερα περιστατικά της, είπε τα εξής:

«But before we deal with the particular case, it may be of assistance if we make some general observations about the level of sentences for drug offences, since our list, as will have been observed is entirely composed of such crimes».

Προχωρεί δε, στη συνέχεια, και αναφέρεται στις δυο γνωστές τάξεις ναρκωτικών.  «Α» και «Β», για τις οποίες και ανάλογα με την ποσότητα που αφορά η κατηγορία, καθορίζεται η πρέπουσα και αναμενόμενη  ποινή. 

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα εισηγήθηκε πως, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές στην πιο πάνω υπόθεση, θα έπρεπε να επιβληθεί και η ανάλογη ποινή, που είναι 3 χρόνια.  Δέχθηκε βέβαια πως στην Αγγλία η μέγιστη προβλεπόμενη ποινή για ανάλογα εγκλήματα είναι 14 χρόνια, ενώ στη χώρα μας φυλάκιση δια βίου.

[*581]Η δεύτερη εισήγηση του δικηγόρου είναι ότι,  και σύμφωνα με τη δική μας νομολογία, η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα είναι υπερβολική.  Έκανε δε ειδική αναφορά στις υποθέσεις Sabri Sabri Celik και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 391 και Moustapha Kemal Firat ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 402, όπου είχε επιβληθεί στους κατηγορούμενους ποινή φυλάκισης 6 ετών, για κατοχή ρητίνης κάνναβης βάρους 1.232 κιλά, με σκοπό την εμπορία. Και στις δυο πιο πάνω υποθέσεις πρέπει να παρατηρήσουμε πως οι ποινές επιβλήθηκαν από το Κακουργιοδικείο και επικυρώθηκαν, μετά από έφεση των καταδικασθέντων, από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα αναφέρθηκε επίσης και στα υπόλοιπα ελαφρυντικά στοιχεία που, κατά την άποψη του, επίσης συνηγορούσαν στην επιβολή πολύ χαμηλότερης ποινής φυλάκισης.  Είπε συγκεκριμένα, και αυτά που ακολουθούν είναι η πραγματικότητα, πως ο εφεσείων είναι νεαρός, 25 χρόνων, και ενεπλάκη στην υπόθεση της εισαγωγής των ναρκωτικών από άτομα επιτήδεια που εκμεταλλεύθηκαν τη δική του αφέλεια.  Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός πως ο εφεσείων παραδέκτηκε αμέσως τη διάπραξη των εγκλημάτων, τόσο στις διωκτικές αρχές καθώς και ενώπιον του Κακουργιοδικείου.  Έδωσε δε πληροφορίες που οδήγησαν στη σύλληψη συνεργού του.  Βεβαίως, να σημειώσουμε εδώ, πως ο εφεσείων συνελήφθη επ’ αυτοφόρω στο αεροδρόμιο Λάρνακας, αφού, μετά από έλεγχο στις βαλίτσες του, βρέθηκαν κρυμμένα τα ναρκωτικά.

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας υποστήριξε πως η επιβληθείσα ποινή όχι μόνο δεν είναι έκδηλα υπερβολική αλλά μπορεί να χαρακτηριστεί και επιεικής.  Αρκέστηκε να αναφερθεί στην υπόθεση του Εφετείου μας, Zahra Ali Gholi ν. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 30  και να υιοθετήσει αυτά που ειπώθηκαν στην απόφαση, για να επισημάνει μάλιστα πως η ποσότητα που αφορούσε στην πιο πάνω υπόθεση ήταν πολύ μικρότερη της παρούσας, 1623.85, και μολονότι η  εφεσείουσα ήταν οικοκυρά 53 χρόνων, παντρεμένη και μητέρα 9 παιδιών, το Εφετείο έκρινε πως η επιβληθείσα από το Κακουργιοδικείο ποινή της πενταετούς φυλάκισης για παρόμοιες κατηγορίες, δεν ήταν υπερβολική.

Ομολογουμένως, η μόνη διαφορά που υπάρχει μεταξύ της υπόθεσης Zahra Ali Gholi και της παρούσας είναι πως, στην πρώτη η κατηγορούμενη δεν είχε παραδεχθεί τις κατηγορίες και βρέθηκε ένοχη μετά από ακροαματική διαδικασία, ενώ εδώ, όπως ήδη είπαμε, ο εφεσείων παραδέχθηκε αμέσως τις κατηγορίες. Συνελήφθη [*582]όμως κάτω από τις συνθήκες που περιγράψαμε πιο πάνω.

Θα ήταν κοπιαστική και άσκοπη επανάλειψη, αν ξαναλέγαμε αυτά που συχνά επισημαίνουν τα Δικαστήρια αναφορικά με τα εγκλήματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά.  Η δική μας νομολογία πάνω στο ζήτημα είναι πλούσια, και μολονότι και αυτή άλλων Δικαστηρίων, με το ίδιο σύστημα και φιλοσοφία δικαίου, είναι σεβαστή, και ενίοτε βοηθητική, η εφαρμογή της δικής μας νομολογίας ενδείκνυται γιατί στον τομέα της επιμέτρησης της ποινής οι ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα είναι το δεσπόζον κριτήριο.  Στην υπόθεση Zahra Ali Gholi το Εφετείο καταλήγοντας στην απόφαση του είπε τα εξής:

«Τα δικαστήρια της Κύπρου όπως και σχεδόν κάθε πολιτισμένης χώρας, επιβάλλουν ποινές προορισμένες να αποθαρρύνουν την εισαγωγή, κατοχή και διάθεση ναρκωτικών. Τα ναρκωτικά πλήττουν και συχνά ανεπανόρθωτα είναι μάλιστα που πλήττουν την υλική και ηθική ευημερία του ανθρώπου.  Ο αποτρεπτικός χαρακτήτας των ποινών, ο οποίος πρέπει να αντανακλάται και από το ύψος τους, αποτελεί το κύριο γνώρισμα τους. Οι προσωπικές περιστάσεις και τα ιδιαίτερα προβλήματα αδικοπραγούντων σε αυτού του είδους των υποθέσεων λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη.  Και η εξατομίκευση έχει τη θέση της.  Αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας.  Βλ. Παυλίδης και Άλλος ν. Αστυνομίας (1996) 2 A.A.Δ. 220.  Η πείρα καταδείχνει ότι οι έμποροι ναρκωτικών συχνά επιλέγουν άτομα αδύναμα ή άτομα με ειδικά προβλήματα για τη μεταφορά ναρκωτικών. Η κατανόηση αυτών των αδυναμιών και προβλημάτων δεν μπορεί να επιδράσει κατά τρόπο που να εξασθενίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.»  (Νικολάου, Δ.)

Έχουμε τη γνώμη πως οι επιβληθείσες ποινές δεν εμπίπτουν στο ορθό νόημα του όρου «έκδηλα υπερβολική».  Επισημαίνουμε επίσης πως η αυξητική τάση του εγκλήματος θα έχει και την ανάλογη αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια, με την ανύψωση δηλαδή των ποινών.  Η έφεση απορρίπτεται.

H έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο