Mαρκίδης Σοφοκλής ν. Διευθυντή Tμήματος Eσωτερικών Προσόδων (1999) 2 ΑΑΔ 598

(1999) 2 ΑΑΔ 598

[*598]30 Nοεμβρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ,

Eφεσείων,

v.

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,

Eφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6089)

 

Ποινική Δικονομία — Κατηγορητήριο — Σφάλμα στην έκθεση του αδικήματος ή των λεπτομερειών στο κατηγορητήριο, δεν το καθιστά άκυρο εκτός εάν ο κατηγορούμενος παραπλανήθηκε λόγω του λάθους αυτού — Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, Άρθρο 39 (επιφύλαξη).

Ποινικός Κώδικας — Αυτουργοί — Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Oι εμπλεκόμενοι σε αδίκημα, περιλαμβανομένων και των συνεργών σ’ αυτό, μπορεί να διωχθούν ως αυτουργοί — Διευθυντής εταιρείας μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός για παραλείψεις της.

Ο εφεσείων, ένας εκ των διευθυντών της εταιρείας Kemek Transport Ltd, κρίθηκε ένοχος μαζί με την εταιρεία σε πέντε κατηγορίες για παραλείψεις της τελευταίας να υποβάλει δηλώσεις εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1987-1991, και σε έκτη κατηγορία για παράλειψη υποβολής λογαριασμών την ίδια περίοδο.  Το κατηγορητήριο δεν ανέφερε το Άρθρο 12 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Ν. 4/78 το οποίο διαγράφει τις εν λόγω υποχρεώσεις.

Ο εφεσείων προσβάλλει την καταδικαστική απόφαση για τους ακόλουθους λόγους:

1.  Παραβίαση του δικαιϊκού αξιώματος nullum crimen nulla poena sine legae - κανένα έγκλημα, καμιά ποινή χωρίς νόμο.

2.  Κακή στοιχειοθέτηση του κατηγορητηρίου λόγω παράλειψης συμπερίληψης στην έκθεση του αδικήματος του Άρθρου 12 του Ν. 4/78.

[*599]3.      Το Δικαστήριο εσφαλμένα έλαβε υπόψη το Άρθρο 141 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 χωρίς να γίνεται αναφορά σ’ αυτό στη διατύπωση των κατηγοριών.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δεν υπάρχει συσχέτιση του κανόνα που αναφέρεται στην παράγραφο 1) ανωτέρω με το νομοθετικό πλαίσιο της καταδίκης του εφεσείοντος.

2.  Η κατηγορία εναντίον του εφεσείοντος θεμελιώνεται στις διατάξεις του Άρθρου 20 του Κεφ. 154, η οποία εξομοιώνει τη συνεργία με την αυτουργία, στην προκείμενη περίπτωση την παράλειψη της εταιρείας να υποβάλει τις προβλεπόμενες από το νόμο δηλώσεις και προβλεπόμενους λογαριασμούς.  Το Άρθρο 42 του Κεφ. 155, ρητά προβλέπει ότι συνεργός μπορεί να κατηγορηθεί ως αυτουργός.  Το Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα ρητά προβλέπει ότι κάθε ένας ο οποίος εμπλέκεται στο αδίκημα, περιλαμβανομένων και των συνεργών σ’ αυτό, μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός.

     Η μη συμπερίληψη του Άρθρου 12 του Ν. 4/78 στην έκθεση των αδικημάτων δεν προκάλεσε οποιεσδήποτε δυσμενείς επιπτώσεις στη διαμόρφωση και προβολή της υπεράσπισης του κατηγορουμένου.

3.  Ο λόγος έφεσης 3) στερείται ερείσματος εφόσον όπως διευκρινίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο οι πρόνοιες του Άρθρου 141 του Κεφ. 113 είναι άσχετες με τις κατηγορίες.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Fourri v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152,

Constantinides v. Republic (1978) 2 C.L.R. 337,

Fashions v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 451,

Ανδρέας Σ. Κοιλιάρης Λτδ ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1998) 2 A.A.Δ. 194,

Ch. Zakakiotis (Disco) Ltd v. Kalavas & Associates Ltd κ.ά. (1999) 2 A.A.Δ. 523,

[*600]Ajini κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319.

Έφεση εναντίον Kαταδίκης.

Έφεση εναντίον της καταδίκης από το Σοφοκλή Mαρκίδη, ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 30 Nοεμβρίου 1995, από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, (Ποινική Yπόθεση Aρ. 6230/94) στις κατηγορίες παράλειψης υποβολής δηλώσεων εισοδήματος και λογαριασμών για τα φορολογικά έτη 1987-1991, δυνάμει των περί Bεβαιώσεως και Eισπράξεως Φόρων Nόμων του 1978-1991.

K. Xατζηνικολάου, για τον Eφεσείοντα.

A. Mαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Eισαγγελέα, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Αποτέλεσε παραδεκτό γεγονός ότι ο εφεσείων ήταν ένας των διευθυντών της εταιρείας Kemek Transport Ltd., με την οποία συγκατηγορήθηκε σε πέντε κατηγορίες για παραλείψεις της τελευταίας να υποβάλει δηλώσεις εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1987-1991, και σε έκτη κατηγορία για  παράλειψη υποβολής λογαριασμών την ίδια περίοδο.

Οι κατηγορίες βασίστηκαν στα άρθρα του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμους του 1978 έως 1991, που καθορίζουν την υποχρέωση φυσικών και νομικών προσώπων να υποβάλουν τις σχετικές δηλώσεις και λογαριασμούς, (άρθρο 5, στην πρώτη ενότητα κατηγοριών, και άρθρα 20(3) και 27 στη δεύτερη), και του άρθρου του νόμου που καθιστά κολάσιμες τις παραλείψεις (άρθρο 50).  Επίσης, θεμελιώνονται στο άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, το οποίο προσδιορίζει τα άτομα τα οποία ενέχονται στη διάπραξη αδικήματος  περιλαμβανομένων των συνεργών.

Η μαρτυρία κατέδειξε, και το δικαστήριο αποδέκτηκε, ότι η εταιρεία είναι ένοχη των παραλείψεων που της αποδίδονται.  Ένοχο έκρινε και τον εφεσείοντα λόγω της ευθύνης του ως διευθυντή της εταιρείας, στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών της. Οι υποχρεώσεις αυτές διαγράφονται στο άρθρο 12 του Ν.4/78, νομική διάταξη στην οποία δεν έγινε αναφορά στο κατηγορητήριο.  Το Δικαστήριο έκρινε την παράλειψη επουσιώδη και πέραν τούτου χω[*601]ρίς καμιά συνέπεια στην υπεράσπιση του εφεσείοντος.  Ούτε έγινε εισήγηση ότι η παράλειψη παρενέβαλε οποιαδήποτε δυσχέρεια στη διαμόρφωση ή προβολή της υπεράσπισής του. Θέση του εφεσείοντος υπήρξε ότι, εφόσον δεν έγινε αναφορά στο άρθρο 12 η κατηγορία (count) κατέστη εκ προοιμίου ακροσφαλής και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να θέσει το βάθρο για την καταδίκη του,  εισήγηση η οποία δεν έγινε αποδεκτή.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο παραπέμπει στην απόφασή του στην επιφύλαξη που τίθεται στο άρθρο 39 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, που διέπει τον καταρτισμό του κατηγορητηρίου, και η οποία ορίζει ότι σφάλμα στην έκθεση του αδικήματος ή των λεπτομερειών του δεν αποστερεί το κατηγορητήριο κύρους, εκτός εάν καταδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος παραπλανήθηκε από το λάθος, που δεν συνέβηκε σ’ αυτή την υπόθεση.  Όχι μόνο ο εφεσείων δεν παραπλανήθηκε αλλά ούτε έγινε εισήγηση για τέτοια πλάνη.

Ο εφεσείων προσβάλλει την καταδικαστική απόφαση για τους ακολούθους τρεις λόγους, οι οποίοι συμπυκνώνονται στον ίδιο λόγο έφεσης.

(α) Παραβίαση του δικαιϊκού αξιώματος nullum crimen nulla poena sine legae  - κανένα έγκλημα, καμιά ποινή χωρίς νόμο.  Πρόκειται για θεμελιακή αρχή δικαίου η οποία ενσωματώνεται στις διατάξεις του Άρθρου 12.1 του Συντάγματος. Δυσκολευόμεθα να συσχετίσουμε τον κανόνα αυτό με το νομοθετικό πλαίσιο της καταδίκης του εφεσείοντος. Όπως έχουμε αναφέρει οι πράξεις ή παραλείψεις για τις οποίες καταδικάστηκε ο εφεσείων καθίστανται αξιόποινες από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Ν. 4/78.  Η επίκληση του κανόνα συναρτάται, ως συνάγεται, με την παράλειψη της κατηγορούσας αρχής να περιλάβει στην έκθεση των κατηγοριών το άρθρο 12 του Ν.4/78, το οποίο προσδιορίζει τις ευθύνες των Διευθυντών για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της εταιρείας.  Όπως προκύπτει από τη διατύπωση της έφεσης και όπως συνάγεται από το κείμενο του λόγου έφεσης, το κενό συναρτάται με ό,τι διακρίνουμε ως το δεύτερο λόγο έφεσης.

(β)  Κακή στοιχειοθέτηση του κατηγορητηρίου λόγω παράλειψης συμπερίληψης στην έκθεση του αδικήματος του άρθρου 12 του Ν.4/78.  Η παράλειψη συμπερίληψης οποιουδήποτε άρθρου του νόμου σχετικού προς τη στοιχειοθέτηση και οριοθέτηση του αδικήματος δεν επάγεται την ακυρότητα της κατηγορίας όπως ρητά ορίζεται  από την επιφύλαξη του άρθρου 39 του Κεφ. 155.  Μόνο όπου εμφαίνεται ότι ο κατηγορούμενος παραπλανήθηκε από το λάθος [*602]στη διατύπωση της κατηγορίας δικαιολογείται τέτοιο συμπέρασμα.  Στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται αναφορά σε σειρά αποφάσεων διαφωτιστικών για την ερμηνεία της σχετικής επιφύλαξης. (Βλ. Fourri v. The Republic (1980) 2 C.L.R. 152· Constantinides v. The Republic (1978) 2 C.L.R. 337· Begonia Fashions v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 451.)  Σχετική επί του προκειμένου είναι και η πρόσφατη απόφαση του Εφετείου που δόθηκε από τον Ηλιάδη, Δ., στην Ανδρέας Σ. Κοιλιάρης Λτδ., ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1998) 2 A.A.Δ. 194..

Η κατηγορία εναντίον του εφεσείοντος θεμελιώνεται στις διατάξεις του άρθρου 20 του Κεφ. 154 η οποία εξομοιώνει τη συνεργία με την αυτουργία, στην προκείμενη περίπτωση την παράλειψη της εταιρείας να υποβάλει τις προβλεπόμενες από το νόμο δηλώσεις και προβλεπόμενους λογαριασμούς. Το άρθρο 42 του Κεφ. 155,  ρητά προβλέπει  ότι συνεργός μπορεί να κατηγορηθεί ως αυτουργός. Στην πρόσφατη απόφασή μας Ch. Zakakiotis (Disco) Ltd. ν. Kalavas & Associates Ltd. κ.ά. (1999) 2 A.A.Δ. 523, εξηγείται ότι το Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα ρητά προβλέπει ότι ο κάθε ένας, ο οποίος εμπλέκεται στο αδίκημα, περιλαμβανομένων και των συνεργών σ’ αυτό, μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός. (Επί του ιδίου θέματος  βλ. Ajini κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319.) 

Χωρίς να αποφασίζουμε ότι η συμπερίληψη του άρθρου 12 του Ν.4/78 στην έκθεση των αδικημάτων ήταν ως θέμα ορθής διατύπωσης του κατηγορητηρίου απαραίτητη, η μή συμπερίληψή του δεν είχε οποιεσδήποτε δυσμενείς επιπτώσεις στη διαμόρφωση και προβολή της υπεράσπισης του εφεσείοντος (κατηγορουμένου), διαπίστωση που θέτει τέρμα στην περαιτέρω εξέταση του θέματος.

(γ) Το Δικαστήριο εσφαλμένα έλαβε υπόψη το άρθρο 141 του περί Εταιρειών Νόμου, (Κεφ. 113), χωρίς να γίνεται αναφορά σ’ αυτό στη διατύπωση των κατηγοριών.  Αυτός ο λόγος έφεσης στερείται ερείσματος εφόσον όπως διευκρινίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο οι πρόνοιες του προμνημονευθέντος άρθρου είναι άσχετες με τις κατηγορίες.  Αφορούν, όπως εξηγεί το Δικαστήριο, την ευθύνη των διευθυντών για την τήρηση των λογαριασμών εταιρείας, που δεν ήταν το αντικείμενο των κατηγοριών.

Διαπιστώνουμε ότι η έφεση είναι αβάσιμη και ως εκ τούτου υπόκειται σε απόρριψη.  Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο