Σκούλλου Αυγουστίνος ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 87

(2000) 2 ΑΑΔ 87

[*87]17 Φεβρουαρίου, 2000

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΣΚΟΥΛΛΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6757)

――――――――――――

Κατασκοπεία ― Καταγραφή πληροφοριών, προοριζόμενων να είναι χρήσιμες σε άλλο κράτος ― Συλλογή πληροφοριών για τον ίδιο σκοπό ― Ποία τα συστατικά στοιχεία του εγκλήματος της κατασκοπείας ― Άρθρο 50Γ του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Δημιουργία μαχητού τεκμηρίου ― Τόσο η φύση του τεκμηρίου όσο και το βάρος για κλονισμό του δεν πρέπει να υπονομεύουν το τεκμήριο της αθωότητας ― Πότε η δημιουργία μαχητού τεκμηρίου μπορεί να συμβιβασθεί με το τεκμήριο αθωότητας.

Ο εφεσείων συνελήφθη ενώ επρόκειτο να περάσει στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχή της Κύπρου για να επισκεφθεί μέλη της οικογένειάς του στο χωριό Κορμακίτη. Στην κατοχή του είχε σημείωμα με λεπτομέρειες για τη διάρθρωση των στρατιωτικών δυνάμεων, τον εξοπλισμό της Εθνικής Φρουράς και τις αντιδράσεις του κοινού για την ακύρωση αγοράς οπλικού συστήματος. Σε καταθέσεις του στην Αστυνομία αποκάλυψε ότι ήταν σε επαφή με μέλος των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, που δρουν στην κατεχόμενη περιοχή, στο οποίο παρείχε πληροφορίες για στρατιωτικά και άλλα θέματα με αντάλλαγμα διευκολύνσεων στις διακινήσεις και δραστηριότητες του στην κατεχόμενη περιοχή καθώς και χρηματικών ποσών, όχι μεγάλου ύψους.

Ο εφεσείων υποστήριξε ότι οι επαφές του με τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες ήταν σε γνώση των αρχών ασφαλείας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ή ότι γίνονταν σε συνεννόηση με αυτές. Επίσης ότι οι πληροφορίες που παρείχε ήταν άνευ σημασίας.

[*88]Το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο και στις δύο κατηγορίες και του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τεσσάρων ετών σε κάθε κατηγορία.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την καταδίκη του προβάλλοντας έξι λόγους έφεσης, οι τρεις από τους οποίους στρέφονται κατά των ευρημάτων του Δικαστηρίου τα οποία ο εφεσείων προσέβαλε ως τρωτά, υπό το φως της μαρτυρίας. Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης σχετίζονται με τα συμπεράσματα που εξήγαγε το Κακουργιοδικείο από τα ευρήματά του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του, συνοψίζει περιεκτικά το σύνολο της μαρτυρίας, προσδιορίζει με ακρίβεια τα επίδικα θέματα, υπό το φως των ουσιωδών πτυχών της μαρτυρίας και απαντά με την ίδια ακρίβεια.

2.  Η άμεση μαρτυρία για τις κινήσεις του εφεσείοντος, ήταν συμπερασματική για την πορεία που ακολουθούσε, τις δυνατότητες που του παρέχονταν για κατόπτευση του στρατοπέδου στο Μαθιάτη, από όπου συνέλεγε πληροφορίες, καθώς και για την απουσία οποιασδήποτε κυνηγετικής δραστηριότητας εκ μέρους του.

3.  Το εδάφιο (2) του Άρθρου 50Γ δημιουργεί μαχητό τεκμήριο για την ύπαρξη προθέσεων, το οποίο μπορεί να κλονισθεί από τον κατηγορούμενο με τη μαρτυρία που προσάγει. Τόσο η φύση του τεκμηρίου όσο και το βάρος για τον κλονισμό του πρέπει να είναι τέτοια που να μην αντιστρατεύονται το τεκμήριο της αθωότητας που κατοχυρώνεται από το ΄Αρθρο 12.4 του Συντάγματος καθώς και το Άρθρο 6(2) της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την Προάσπισιν των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Ν. 39/62).

4.  Κάτω από τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, το Κακουργιοδικείο εύλογα μπορούσε να προβεί στις διαπιστώσεις του ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη κατηγορία.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Rex v. M. T.L.R., Vol. XXXII – 1915-1916, No. 1,

[*89]Chandler v. Director of Public Prosecutions [1964] A.C. 763,

Salabiaku v. France [1988] 13 EHRR 379,

H. v. UK App No 15023/89 (4 April 1990, unreported),

Bates v. UK App No 26280/95 (16 January 1996, unreported),

R. v. DPP, ex p Kebeline [1999] 4 All E.R. 801.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από τον Αυγουστίνο Σκούλλου εναντίον της καταδίκης του από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας (Αρέστης, Π.Ε.Δ., Παναγή, Α.Ε.Δ., Δημητριάδου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 2235/99), με την οποία βρέθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες κατασκοπείας, για καταγραφή πληροφοριών, προοριζομένων να είναι χρήσιμες σε άλλο κράτος και για συλλογή πληροφοριών για τον ίδιο σκοπό, κατά παράβαση του Άρθρου 50Γ του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Στ. Στυλιανού, για τον Εφεσείοντα.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Το Κακουργιοδικείο καταδίκασε τον εφεσείοντα σε δύο κατηγορίες κατασκοπείας:-

Η πρώτη για την καταγραφή πληροφοριών, προοριζόμενων να είναι χρήσιμες σε άλλο κράτος· και

Η δεύτερη για τη συλλογή πληροφοριών για τον ίδιο σκοπό.

Και οι δύο κατηγορίες βασίζονται στο Άρθρο 50Γ του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154, το οποίο στοιχειοθετεί το αδίκημα της κατασκοπείας, έγκλημα τιμωρητέο με φυλάκιση δέκα ετών.  Ο εφεσείων τιμωρήθηκε με συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τεσσάρων ετών σε κάθε κατηγορία.

[*90]Με την έφεση, προσβάλλεται η καταδίκη του εφεσείοντος.  Προβάλλονται έξι λόγοι έφεσης, οι τρεις από τους οποίους στρέφονται κατά των ευρημάτων του Δικαστηρίου, τρωτών, κατά τον εφεσείοντα, υπό το φως της μαρτυρίας.

Κατά το χρόνο της σύλληψής του, ο εφεσείων επρόκειτο να περάσει στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχή της Κύπρου, όπως συνήθιζε να πράττει κάθε εβδομάδα για επισκέψεις στο χωριό του, τον Κορμακίτη, όπου κατοικούν μέλη της οικογένειάς του. Στην κατοχή του είχε σημείωμα, περιέχον λεπτομέρειες για τη διάρθρωση των στρατιωτικών δυνάμεων, τον εξοπλισμό της Εθνικής Φρουράς και τις αντιδράσεις του κοινού σε απόφαση για την ακύρωση αγοράς οπλικού συστήματος. Όπως ο ίδιος αποκάλυψε σε καταθέσεις του στην Αστυνομία, ήταν σε επαφή με μέλος των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, που δρουν στην κατεχόμενη περιοχή, στο οποίο παρείχε πληροφορίες για στρατιωτικά και άλλα θέματα ενδιαφέροντος στις τουρκικές αρχές, με αντάλλαγμα την παροχή σ’ αυτό διευκολύνσεων στις διακινήσεις και δραστηριότητές του στην κατεχόμενη περιοχή, καθώς και χρηματικών ποσών, όχι μεγάλου ύψους. Μετά από αξιολόγηση της εκατέρωθεν δοθείσας μαρτυρίας, το Κακουργιοδικείο απέρριψε ισχυρισμούς του εφεσείοντος - ότι οι επαφές του με τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες ήταν σε γνώση των αρχών ασφαλείας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ή ότι γίνονταν σε συνεννόηση με αυτές. Ο ίδιος υποστήριξε, και σ’ αυτό θεμελίωσε, εν μέρει, την υπεράσπισή του, ότι οι πληροφορίες, τις οποίες παρείχε, ήταν άνευ σημασίας. επρόκειτο, κατά τους ισχυρισμούς του, για θέματα παγκοίνως γνωστά, η αποκάλυψη των οποίων δε θα μπορούσε να βλάψει την Κυπριακή Δημοκρατία, κάτι που δεν ήταν στις προθέσεις του.  Το ίδιο το σημείωμα, έκρινε το Κακουργιοδικείο,  που αποτέλεσε το θεμέλιο της πρώτης κατηγορίας, περιέχει λεπτομέρειες για στρατιωτικά και άλλα ζητήματα, η γνωστοποίηση των οποίων σε άλλη χώρα δε θα μπορούσε, παρά να είναι ζημιογόνος για την Κυπριακή Δημοκρατία.

Η δεύτερη κατηγορία θεμελιώνεται σε πράξεις συλλογής πληροφοριών από στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς στο Μαθιάτη. 

Η μαρτυρία αποκάλυψε και το Δικαστήριο δέχτηκε ότι, σε τέσσερις περιπτώσεις, ο εφεσείων εδιακινείτο κοντά και γύρω από το στρατόπεδο, με τρόπο που μπορούσε να συνταυτιστεί μόνο με κατόπτευση του στρατοπέδου. Οι επισκέψεις έγιναν κατά την περίοδο του κυνηγίου. Οι κυνηγετικοί περίπατοι αποτελούσαν, κατά [*91]την Κατηγορούσα Αρχή, προκάλυμμα για απόκρυψη των πραγματικών του σκοπών, που ήταν η συλλογή πληροφοριών προς διοχέτευσή τους στους Τούρκους. Αξιοσημείωτο είναι ότι, κατά τις εξορμήσεις του, σε καμιά κυνηγετική δραστηριότητα δεν επιδιδόταν. Τούτου δοθέντος, και λαμβανομένης υπόψη της δράσης του στην παροχή πληροφοριών στους Τούρκους, το Δικαστήριο συμπέρανε ότι ο σκοπός των επισκέψεών του ήταν η συλλογή πληροφοριών, οι οποίες και συνελέγησαν προς το σκοπό γνωστοποίησής τους σε άλλο κράτος, την Τουρκία. Το Κακουργιοδικείο κατέληξε ότι οι πράξεις του εφεσείοντος ήταν επιβλαβείς για την Κυπριακή Δημοκρατία, γεγονός που αποκαλύπτεται και από το ενδιαφέρον των τουρκικών υπηρεσιών να εξασφαλίσουν τις πληροφορίες, προς ίδιο όφελος.

Το Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από την απόφαση του αγγλικού εφετείου στη Rex v. M. T.L.R., Vol. XXXII - 1915-1916, No. 1, ερμηνευτικής του Κανονισμού 18 των περί Αμύνης της Επικρατείας (Ενοποιητικών) Κανονισμών του 1914 - (Defence of the Realm (Consolidation) Regulations 1914, γενομένων κάτω από τον περί Αμύνης της Επικρατείας (Ενοποιητικό) Νόμο του 1914 - (Defence of the Realm (Consolidation) Act 1914)), οι σκοποί και το κείμενο του οποίου προσομοιάζουν προς το αντικείμενο του Άρθρου 50Γ του Ποινικού Κώδικα, αποφάσισε ότι είναι αδιάφορο αν οι πληροφορίες, που αποτελούσαν το αντικείμενο της κατηγορίας, -

(α)   ήταν αληθείς ή ψευδείς· ή

(β)   ήταν, αφ’ εαυτών, χρήσιμες  στη χώρα που δόθηκαν, κάτι που θα ήταν αδύνατο να αποκαλυφθεί χωρίς γνώση των πληροφοριών που κατέχουν οι Τούρκοι.

Το κρίσιμο ερώτημα έγκειται στην πρόθεση του δράστη, η οποία διαπιστώνεται ως γεγονός, υπό το φως του συνόλου της μαρτυρίας, συγκείμενης στην παροχή των πληροφοριών σε άλλο κράτος, την Τουρκία.

Στην απόφαση του Κακουργιοδικείου γίνεται, επίσης, αναφορά στην Chandler v. Director of Public Prosecutions [1964] A.C. 763, στην οποία υπογραμμίζεται η σημασία της πρόθεσης του δράστη, σε αντιδιαστολή προς τα κίνητρα για τις ενέργειές του, που είναι άσχετα, αφ’ εαυτών.

[*92]Η απόφαση στην Chandler v. Director of Public Prosecutions, (ανωτέρω), αποκαλύπτει ότι το κρίσιμο ερώτημα περιστρέφεται γύρω από την πρόθεση του δράστη, σε συνάρτηση με το επιβλαβές της πράξης για την άμυνα της χώρας.

Οι έξι λόγοι έφεσης είναι οι ακόλουθοι:-

«α)   Η αξιολόγηση της μαρτυρίας των μαρτύρων κατηγορίας από το Κακουργιοδικείο έγινε μονόπλευρα και/ή το δικαστήριο εξέτασε μόνο το μέρος της μαρτυρίας το οποίο ενοχοποιούσε τον κατηγορούμενο παραμερίζοντας και/ή αγνοώντας την μαρτυρία που ήτο και είναι ικανή να τον αθώωνε.

β) Το Δικαστήριο αξιολόγησε και/ή έλαβε υπ’όψιν όλη τη μαρτυρία - καταθέσεις των Κ. Μιαμυλιώτη και Χρ. Χριστοφόρου μόνο όσο αφορούσε το μέρος που ενοχοποιούσε τον κατηγορούμενο αγνοώντας ότι το υπόλοιπο μέρος της μαρτυρίας ήτο αντίθετο και/ή ικανό να τον αθωώσει.

γ)  Δεν επαρουσιάσθη μαρτυρία που να καταδεικνύει τι είδους πληροφορίες δόθηκαν και ποίες, ούτε τι αξία, διότι απλά και μόνο παρουσιάσθη μαρτυρία ότι δόθηκαν πληροφορίες. Κατά συνέπεια δεν μπορούσε το δικαστήριο να εξεύρη ένοχο τον κατηγορούμενο για κάτι για το οποίο δεν είχε ενώπιον του στοιχεία και μαρτυρία που να ενοχοποιεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τον κατηγορούμενο.

δ) Το δικαστήριο λανθασμένα εσυμπέρανε και/ή χωρίς καμία μαρτυρία προς τούτο έκρινε ότι ο κατηγορούμενος συνέλεγε πληροφορίες από τα στρατόπεδα Μαθιάτη την στιγμή που ο ίδιος ο μάρτυρας κατηγορίας κ. Κώστας Μιαμυλιώτης κατέθεσε περί του αντιθέτου.

ε)  Όσο αφορά το μέρος της κατηγορίας περί του κατά πόσον οι πληροφορίες επί του εγγράφου που ανεβρέθη στην κατοχή του κατηγορούμενου ήτο χρήσιμες ή όχι για την άλλη πλευρά και πάλιν η δοθείσα μαρτυρία δεν ήτο σαφώς καταφατική και κατηγορηματική, ήτο διφορούμενη και μάλιστα η μαρτυρία του κ.Χριστόφορου Χριστοφόρου ήτο τέτοια που χωρίς αμφιβολία θα έπρεπε να μετρήσει υπέρ του κατηγορουμένου και ν’ αθωωθεί.

[*93]ζ)        Γενικά η όλη μαρτυρία που δόθηκε είχε τόσα κενά και/ή ήτο τοσούτο αντιφατική που θα έπρεπε να οδηγήσει το δικαστήριο σε αθωωτική απόφασιν και όχι καταδικαστική.»

Οι λόγοι έφεσης α, β και ζ (νοείται στ) αναφέρονται στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, πλημμελούς, κατά τον εφεσείοντα, και ανυπόστατης, αναφορικά με πτυχές της μαρτυρίας των μαρτύρων κατηγορίας Κ. Μιαμηλιώτη και Χρ. Χριστοφόρου. Δεν έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο το μέρος της μαρτυρίας τους, που έτεινε να στηρίξει την αθωότητά του. Τα κενά, τα οποία προβάλλονται, δεν προσδιορίζονται στην έφεση, ούτε  δόθηκαν λεπτομέρειες γι’ αυτά στην αγόρευση του δικηγόρου του εφεσείοντος. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο μέρος της μαρτυρίας του μάρτυρα κατηγορίας Χριστοφόρου, ο οποίος κατέθεσε αναφορικά με το στρατόπεδο, τη διάταξή του και τη φύλαξη αντικειμένων σ’ αυτό, καθώς και τις δυνατότητες ορατότητας που παρέχονται για τη θέαση στρατιωτικού υλικού, το οποίο φυλάττεται σ’ αυτό. Αναφορά έγινε, επίσης, στο μέρος της μαρτυρίας του κ. Μιαμηλιώτη, σχετικά με τη δυνατότητα που παρέχεται σε πρόσωπα, που ευρίσκονται έξω από το στρατόπεδο, να δουν τι φυλάττεται μέσα σ’ αυτό.

Θεώρηση της απόφασης του Κακουργιοδικείου αποκαλύπτει ότι συνοψίζεται περιεκτικά το σύνολο της μαρτυρίας, προσδιορίζονται με ακρίβεια τα επίδικα θέματα, υπό το φως των ουσιωδών πτυχών της μαρτυρίας, και απαντούνται με την ίδια ακρίβεια.

Ο δικηγόρος του εφεσείοντος παραπονέθηκε, επίσης, ότι λεπτομέρειες της παρακολούθησης του κατηγορουμένου από ομάδα αστυνομικών, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με ασύρματο, αποτελούν εξ ακοής μαρτυρία. Το πρώτο, το οποίο πρέπει να επισημάνουμε, αναφορικά με αυτό τον ισχυρισμό, είναι ότι δεν αποτελεί λόγο έφεσης η εισαγωγή εξ ακοής μαρτυρίας. Δε θα περιοριστούμε, όμως, σ’ αυτή τη διαπίστωση. Η άμεση μαρτυρία, που δόθηκε για τις κινήσεις του εφεσείοντος, ήταν συμπερασματική για την πορεία που ακουλουθούσε, τις δυνατότητες που του παρέχονταν για κατόπτευση του στρατοπέδου καθώς και την απουσία οποιασδήποτε κυνηγετικής δραστηριότητας εκ μέρους του. Η προσχηματική επίδοση στο κυνήγι είναι, ταυτόχρονα, ενδεικτική της ύπαρξης αλλότριου σκοπού.

Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης - οι λόγοι γ, δ και ε - σχετίζονται με τα συμπεράσματα που εξήγαγε το Κακουργιοδικείο από τα ευρήματά του. Ο δικηγόρος του εφεσείοντος υπέβαλε ότι το περιεχόμενο [*94]του σημειώματος - (Τεκμήριο 6 - τέσσερις σελίδες) - δεν μπορούσε να αποβεί επιβλαβές για την Κυπριακή Δημοκρατία, με μόνη, ίσως, εξαίρεση τις πληροφορίες, σχετικά με τις αντιδράσεις του κοινού στην ακύρωση αγοράς οπλικού συστήματος και με τα ερωτηματικά που γεννήθηκαν για την ετοιμότητα της Ελλάδας να έλθει αρωγός στην άμυνα της Κύπρου.

Στην απάντησή του, ο κ. Χριστοφόρου υπέβαλε ότι οι κινήσεις του εφεσείοντος, γύρω και κοντά στο στρατόπεδο, είναι, αφ’ εαυτών, αποκαλυπτικές των προθέσεών του. Ωσαύτως, υπογράμμισε ότι οι πληροφορίες για στρατιωτικά θέματα, οι οποίες περιέχονται στο σημείωμα, που ανευρέθη στην κατοχή του εφεσείοντος - (Τεκμήριο 6), δεν αναπαράγουν πληροφορίες που αποτέλεσαν το αντικείμενο δημοσιευμάτων, ως ο ισχυρισμός του. Οι πληροφορίες είχαν να κάμουν με τη στρατιωτική διάταξη, τον οπλισμό της Εθνικής Φρουράς και, γενικά, με την άμυνα της Κύπρου. Αυτά υπήρξαν τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου και προς αυτά συναρτάται η καταδίκη του εφεσείοντος.

Το Άρθρο 50(Γ) του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154, προβλέπει:-

«50Γ. - (1) Όποιος για οποιοδήποτε σκοπό επιβλαβή για την ασφάλεια ή τα συμφέροντα της Δημοκρατίας προμηθεύεται, λαμβάνει, συλλέγει, καταγράφει, δημοσιεύει, διαβιβάζει ή ανακοινώνει σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο οποιοδήποτε μυστικό επίσημο κώδικα ή μυστική συνθηματική λέξη ή οποιοδήποτε σχέδιο, τύπο, σημείωμα, αντικείμενο ή άλλο έγγραφο ή πληροφορία, η οποία είναι προορισμένη ή δύναται ή αποσκοπεί στο να είναι άμεσα ή έμμεσα χρήσιμη σε οποιοδήποτε άλλο κράτος, είναι ένοχος κακουργήματος και τιμωρείται με φυλάκιση 10 χρόνων.

(2) Σε οποιαδήποτε ποινική δίωξη με βάση το άρθρο αυτό συμπεραίνεται, μέχρι απόδειξης του αντίθετου, ότι η πράξη που συνιστά το αδίκημα ή η παράλειψη έγινε με επιβλαβή σκοπό για την ασφάλεια ή τα συμφέροντα της Δημοκρατίας -

(α)          αν από τα περιστατικά της υπόθεσης ή της συμπεριφοράς ή του γνωστού χαρακτήρα του κατηγορούμενου, όπως αυτός αποδείχτηκε, προκύπτει ότι ο σκοπός ήταν επιβλαβής για τα συμφέροντα ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας·

(β)          αν οποιοσδήποτε μυστικός επίσημος κώδικας ή μυστική συν[*95]θηματική λέξη ή οποιοδήποτε σχέδιο, τύπος, σημείωμα, αντικείμενο ή άλλο έγγραφο ή πληροφορία λήφθηκε, συντάχτηκε ή καταγράφηκε από πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο για αυτό όχι σύμφωνα με τους όρους και την έκταση της εξουσιοδότησής του, ή δημοσιεύτηκε, διαβιβάστηκε ή ανακοινώθηκε σε πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο για αυτό ή όχι σύμφωνα με τον εξουσιοδοτημένο τρόπο.»

Τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι:-

(α) Η διενέργεια (από πρόσωπο) οποιωνδήποτε από τις πράξεις που προσδιορίζονται στο νόμο, μεταξύ των οποίων η καταγραφή - (πρώτη κατηγορία) - και η συλλογή - (δεύτερη κατηγορία) - πληροφοριών, οι οποίες άμεσα ή έμμεσα είναι χρήσιμες σε άλλο κράτος και η καταγραφή ή συλλογή τους  για το σκοπό αυτό.

(β) Ο σκοπός, για τον οποίο γίνεται η απαγορευμένη πράξη, πρέπει να καταφαίνεται επιβλαβής για την ασφάλεια ή τα συμφέροντα της Δημοκρατίας. Το κριτήριο καθορισμού του επιβλαβούς της πράξης για τη Δημοκρατία δε συναρτάται με τις εκτιμήσεις του δράστη αλλά με το, εξ αντικειμένου, επιβλαβές της πράξης για τη Δημοκρατία. Με άλλα λόγια, το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν ο δράστης θεωρεί την πράξη του επιβλαβή αλλά αν, όντως αυτή κρίνεται επιβλαβής.

Τα συστατικά στοιχεία του εγκλήματος της κατασκοπείας, αποτιμούμενα σε αλληλουχία, υποδηλώνουν ότι ο σκοπός, για τον οποίο γίνεται η καθοριζόμενη από το νόμο πράξη, πρέπει να είναι επιβλαβής για τη Δημοκρατία ή τα συμφέροντά της, όχι κατά την υποκειμενική κρίση του δράστη αλλά εξ’ αντικειμένου. Το υποκειμενικό στοιχείο, το οποίο πρέπει να διαπιστωθεί ως γεγονός, είναι τούτο, ότι ο κατηγορούμενος εσκόπευε να προβεί στην απαγορευμένη ενέργεια. Έχει δε αυτό το χαρακτηριστικό η πράξη του, εφόσον η καθοριζόμενη ενέργεια προορίζεται, ή δύναται, ή αποσκοπεί άμεσα ή έμμεσα να αποβεί χρήσιμη σε άλλο κράτος.

Το κρίσιμο ερώτημα, σε κάθε περίπτωση, είναι εάν η απαγορευμένη πράξη προώρισται να είναι χρήσιμη, όχι αν θα είναι όντως χρήσιμη για το άλλο κράτος.

Το εδάφιο (2) του Άρθρου 50Γ δημιουργεί, επί τη αποδείξει ορισμένων γεγονότων, μαχητό τεκμήριο για την ύπαρξη προθέσεων, το [*96]οποίο, βέβαια, μπορεί να κλονισθεί από τον κατηγορούμενο, με τη μαρτυρία που προσάγει.  Τόσο η φύση του τεκμηρίου που γεννάται όσο και το βάρος για τον κλονισμό του πρέπει να είναι τέτοια,  που να μην αντιστρατεύονται και να μην υπονομεύουν το τεκμήριο της  αθωότητος, που κατοχυρώνεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου από το Άρθρο 12.4 του Συντάγματος καθώς και το Άρθρο  6(2) της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την Προάσπισιν των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών - (Ν. 39/62).

Η δημιουργία μαχητών τεκμηρίων, ως προς τις προθέσεις και ενέργειες του κατηγορουμένου, καθώς και η εναπόθεση οποιουδήποτε αποδεικτικού βάρους στον κατηγορούμενο πρέπει να είναι συμβατά με το τεκμήριο της αθωότητος. Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζει ότι δεν αποκλείεται, εκ προοιμίου, η καθιέρωση από το νόμο μαχητών τεκμηρίων ή η εναπόθεση αποδεικτικού βάρους στον κατηγορούμενο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά περιορίζονται σε λογικά πλαίσια, τα οποία δεν αντιμάχονται το τεκμήριο της αθωότητος του κατηγορουμένου - (βλ., μεταξύ άλλων, Salabiaku v. France [1988] 13 EHRR 379· H. v. UK App No 15023/89 (4 April 1990, unreported)· Bates v. UK App No 26280/95 (16 January 1996, unreported).

Αναφορά στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γίνεται στην πολύ πρόσφατη απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής της Βουλής των Λόρδων στην R. v. DPP, ex p Kebeline [1999] 4 All E.R. 801.

Άποψή μας είναι ότι η δημιουργία μαχητού τεκμηρίου μπορεί να συμβιβασθεί με το θεμελιώδες τεκμήριο της αθωότητος, εφόσον  -

(α) τα συμπεράσματα, τα οποία προκύπτουν από την απόδειξη γεγονότων, συναρτώνται άμεσα και αποτελούν φυσιολογικό επακόλουθο των γεγονότων αυτών. οπόταν, με την καθιέρωσή τους, ιχνηλατείται αυτό που φυσιολογικά προκύπτει και όχι ανεξάρτητο μη τεκμηριωθέν γεγονός·

(β) το αποδεικτικό βάρος, το οποίο εναποτίθεται στον κατηγορούμενο για την απόσεισή τους (των επίμαχων συμπερασμάτων), δεν εκτείνεται πέραν της δημιουργίας λογικής αμφιβολίας για την ύπαρξη των φυσιολογικών επακόλουθων· και

[*97]

(γ) το βάρος απόδειξης της κατηγορίας - (το αποδεικτικό βάρος) - παραμένει στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης και δε μετατίθεται, με τη δημιουργία μαχητού τεκμηρίου, οποιοδήποτε μέρος του.

Στην προκείμενη περίπτωση, τα ευρήματα του Δικαστηρίου, σχετικά με τη δράση του εφεσείοντος και την παροχή πληροφοριών σε όργανα των μυστικών υπηρεσιών άλλου κράτους - της Τουρκίας - είναι αποκαλυπτικά των προθέσεών του τόσο ως προς το σκοπό για τον οποίο καταγράφηκαν οι πληροφορίες, οι οποίες περιέχονται στο Τεκμήριο 6, όσο και ως προς το σκοπό για τον οποίο ο εφεσείων κατόπτευε το στρατόπεδο στο Μαθιάτη.  Η προσέγγισή του στο στρατόπεδο, η διακίνησή του δίπλα και πέριξ αυτού και ο τρόπος διακίνησής του απέβλεπαν στη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων συλλογής πληροφοριών, σκοπός ο οποίος βεβαιώνεται από τη συστηματική παροχή πληροφοριών στρατιωτικού περιεχομένου σε πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας. Η συνταύτιση των επισκέψεων του εφεσείοντος στην περιοχή με την κυνηγετική περίοδο, χωρίς να έχει το κυνήγι θήρας κατά νου, υποδηλώνει ότι σκοπός των επισκέψεών του δεν ήταν εκείνος τον οποίο ήθελε να εμφανίσει αλλά άλλος, συνδυασμένος με απόκρυφες προθέσεις, που η συνάφειά του με τις μυστικές υπηρεσίες της Τουρκίας τείνει να αποκαλύψει. Κάτω από αυτά τα δεδομένα, το Κακουργιοδικείο εύλογα μπορούσε να διαπιστώσει, όπως και διαπίστωσε, ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη κατηγορία.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο