Ζαφίροβα Άνκα ν. Aστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 284

(2000) 2 ΑΑΔ 284

[*284]16 Μαΐου, 2000

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΚΑ ΖΑΦΙΡΟΒΑ,

Εφεσείουσα,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 6931)

――――――――――――

Διάταγμα προσωποκράτησης ― Κριτήριο για έκδοση του διατάγματος είναι το εύλογο της υπόνοιας για ανάμειξη του υπόπτου στο έγκλημα.

Η εφεσείουσα προσβάλλει το διάταγμα οκταήμερης προσωποκράτησης της από το Δικαστήριο, για διερεύνηση του αδικήματος της κλοπής από αντιπρόσωπο, αδίκημα που διαγράφεται από το Άρθρο 270 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Υπεβλήθη εκ μέρους της εφεσείουσας ο ισχυρισμός ότι τα γεγονότα, τα οποία τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, δεν αποκάλυπταν τη διάπραξη αδικήματος εκ μέρους της.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Στο στάδιο της προσωποκράτησης δεν αξιολογείται η αποδεικτική αξία των στοιχείων στη διάθεση της Αστυνομίας ή η δραστικότητά τους.  Κριτήριο για έκδοση του διατάγματος είναι το εύλογο της υπόνοιας για ανάμειξη του υπόπτου στο έγκλημα.  Η υπόνοια είναι εύλογη, εφόσον η μαρτυρία στη διάθεση της Αστυνομίας τείνει, κατά λογική προέκταση, να συνδέσει τον ύποπτο με τη διάπραξη του αδικήματος, όπως είναι η προκείμενη υπόθεση.

2.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο ορθά διαπίστωσε ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις για την κράτηση της εφεσείουσας για ολόκληρο το διάταγμα των οκτώ ημερών, λαμβανομένου υπόψη του εκτεταμένου των ανακρίσεων, που ήταν αναγκαίες, ενόψει και της διερεύ[*285]νησης γεγονότων που εξελίχθηκαν εκτός Κύπρου.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 551,

Stamataris a.o. v. Police (1983) 2 C.L.R. 107,

Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 160,

Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495.

Έφεση εναντίον Διατάγματος Προσωποκράτησης.

Έφεση από την Άνκα Ζαφίροβα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Ιντιάνος, Α.Ε.Δ.), ημερομηνίας 10/5/2000, με την οποία εγκρίθηκε το αίτημα για προφυλάκισή της για περίοδο 8 ημερών, προς διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων για διερεύνηση του αδικήματος της κλοπής από αντιπρόσωπο δυνάμει του Άρθρου 270 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Μ. Κυπριανού με Ν. Κληρίδη και Ν. Παπανικολάου για την Εφεσείουσα.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η εφεσείουσα και δεύτερος ύποπτος τέθηκαν υπό κράτηση από την Αστυνομία, με την υπόνοια ότι ενέχονται σε αδίκημα κλοπής από αντιπρόσωπο, αδίκημα που διαγράφεται από το Άρθρο 270 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154.

Μετά από αίτηση της Αστυνομίας, το Επαρχιακό Δικαστήριο διέταξε την οκταήμερη κράτηση των υπόπτων, την οποία θεώρησε αναγκαία, χάριν της διενέργειας των αστυνομικών ανακρίσεων.

[*286]

Τα στοιχεία, τα οποία συνέλεξε η Αστυνομία, έτειναν να καταδείξουν ότι:-

(α) Οι δύο ύποπτοι ήταν συνέταιροι.

(β) Ποσό $100.000,00 ενεχειρίσθη από τον παραπονούμενο, επιχειρηματία από την Κένυα, στο δεύτερο ύποπτο, προς το σκοπό εξασφάλισης από τράπεζα ή χρηματοδοτικό οργανισμό του Πακιστάν εγγύησης δανείου $5.000.000,00, που η Λαϊκή Τράπεζα της Κύπρου είχε συμφωνήσει, υπό τον όρο της εγγύησης, να παράσχει στον παραπονούμενο.

(γ) Οι δύο ύποπτοι μετέβησαν στο Πακιστάν, προς εκπλή-ρωση της αποστολής. Επέστρεψαν χωρίς να εξασφαλίσουν την εγγύηση και χωρίς να δώσουν πίσω τα χρήματα.

(δ) Όταν επέστρεψαν στην Κύπρο (οι δύο ύποπτοι), ισχυρί-στηκαν ότι εκπλήρωσαν την αποστολή, πλην η τράπεζα, την οποία κατονόμασαν ως ούσα έτοιμη να παράσχει την εγγύηση, δήλωσε άγνοια περί του θέματος, σε επικοινωνία που είχε μαζί της η Λαϊκή Τράπεζα. 

Όταν διεφάνη ότι, παρά την αποτυχία της αποστολής τους, δεν επεστράφη το ποσό των $100.000,00, ο έτερος των υπόπτων, με γραπτή βεβαίωση, η οποία επιμαρτυρείται και από την εφεσείουσα, αναγνώρισε την οφειλή προς τον παραπονούμενο και ανέλαβε να επιστρέψει το ποσό, που, ως υπάρχει υπόνοια, οι δύο εταίροι οικειοποιήθηκαν.

Ο κ. Κυπριανού υπέβαλε, εκ μέρους της εφεσείουσας, ότι τα γεγονότα, τα οποία τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, δεν αποκαλύπτουν τη διάπραξη αδικήματος εκ μέρους της εφεσείουσας. Εν πάση περιπτώσει, και ενδείξεις να υπάρχουν περί τούτου, τα γεγονότα είναι τόσο αόριστα, ώστε να αναιρείται κάθε έρεισμα για την κράτησή της. Προς τούτο, επικαλέστηκε την πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στη Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 551. Στην υπόθεση εκείνη διατάχθηκε η ακύρωση δεύτερου διατάγματος κράτησης του υπόπτου για δεκασμό δημόσιου λειτουργού και άλλα συναφή αδικήματα, για το λόγο ότι η μαρτυρία, η οποία είχε προσαχθεί σχετικά με την ανάμειξή του, ήταν «γενική και αόριστη αναφορικά με τα αδικήματα, τα οποία και δεν συγκεκριμενοποιού[*287]νταν». Περί της αοριστίας της σχετικής μαρτυρίας, είχε συμφωνήσει και η δικηγόρος της Δημοκρατίας, η οποία εκπροσώπησε το Γενικό Εισαγγελέα.

Η Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας, (ανωτέρω), δε μεταβάλλει, ούτε έγινε εισήγηση περί τούτου, τα κριτήρια για την έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης. Η απόφαση στη Νικολαΐδης συναρτάται άμεσα με τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου για τη φύση της μαρτυρίας, που τέθηκε σ’ εκείνη την υπόθεση προς υποστήριξη του αιτήματος προσωποκράτησης, και τον αόριστο χαρακτήρα της.

Στην προκείμενη περίπτωση, η μαρτυρία, που τέθηκε προς υποστήριξη του αιτήματος αναφορικά με την εφεσείουσα, ήταν σαφής. Αυτή εντοπίζεται στη σχέση μεταξύ των δύο υπόπτων, τη σύσταση, την οποία η εφεσείουσα παρείχε στον παραπονούμενο, για την ανάθεση στο συνέταιρό της του εγχειρήματος εξασφάλισης του δανείου, και την κοινή τους εξόρμηση στο Πακιστάν, με τα επακόλουθά της.

Στο στάδιο της προσωποκράτησης δεν αξιολογείται, ως είναι θεμελιωμένο, η μαρτυρία. Όπως υποδεικνύεται στη Stamataris and Another v. Police (1983) 2 C.L.R. 107 και επαναλαμβάνεται στη Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 160, στο στάδιο της προσωποκράτησης δεν αξιολογείται η αποδεικτική αξία των στοιχείων στη διάθεση της Αστυνομίας ή η δραστικότητά τους - (βλ., επίσης, Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495). Τα κρίσιμα ερωτήματα εστιάζονται στο γνήσιο των υπονοιών της Αστυνομίας και στο εύλογό τους, υπό το φως των στοιχείων που έχουν συλλεγεί. Η υπόνοια είναι εύλογη, εφόσον η μαρτυρία στη διάθεση της Αστυνομίας τείνει, κατά λογική προέκταση, να συνδέσει τον ύποπτο με τη διάπραξη του αδικήματος. ως η περίπτωση στην προκείμενη υπόθεση.

Το τρίτο ερώτημα αφορά την αναγκαιότητα της κράτησης, προς διεκπεραίωση των αστυνομικών ανακρίσεων, και το δικαιολογημένο της χρονικής διάρκειάς της.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις για την κράτηση της εφεσείουσας και του ετέρου υπόπτου για ολόκληρο το χρονικό διάστημα των οκτώ ημερών, λαμβανομένου υπόψη του εκτεταμένου των ανακρίσεων, που ήταν αναγκαίες, ενόψει και της διερεύνησης γεγονότων που εξελίχθηκαν εκτός Κύ[*288]πρου, διαπίστωση στην οποία βάσιμα θα μπορούσε να αχθεί το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Καταλήγουμε ότι δεν υφίσταται λόγος, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επέμβασή μας στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο