Διευθυντής Tμήματος Eπιθεώρησης Eργασίας ν. Σίμου Xρυσοστόμουκαι Άλλων (2002) 2 ΑΑΔ 575

(2002) 2 ΑΑΔ 575

[*575]22 Νοεμβρίου, 2002

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

(Ποινική Έφεση Αρ. 7316)

ΔΙΕΥΘΥΝΤHΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΣΙΜΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 7317)

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

GLS CONSTRUCTIONS LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Πoινικές Εφέσεις Αρ. 7316, 7317)

 

Ποινή ― Ασφάλεια Εργοδοτουμένων ― Διάπραξη αδικημάτων κατά παράβαση των Άρθρων 2, 13(2)(δ), 34(2), 53(1)(4) και 7 του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996 (Ν. 89(Ι)/96) ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Μεταμέλεια ― Επιβολή προστίμου £30 σε κάθε μια από τέσσερις κατηγορίες ― Οι ποινές κρίθηκαν έκδηλα ανεπαρκείς και αυξήθηκαν κατ’ έφεση σε £300 πρόστιμο στην κάθε μια από τις κατηγορίες.

Ποινή ― Ανεπάρκεια ― Σε έφεση για ανεπάρκεια ποινής το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει όπου είναι φανερό ότι η επιβληθείσα ποινή δεν ικανοποιεί τους σκοπούς του νόμου, δεν ενεργεί ως αποτρεπτική για τους άλλους και δεν προστατεύει το κοινό.

Ποινή ― Αποτρεπτική ποινή ― Τα Δικαστήρια πρέπει να επιβάλλουν [*576]αποτρεπτικές ποινές σε υποθέσεις που αφορούν αδικήματα κατά της ασφάλειας των εργαζομένων.

Η εφεσίβλητη στην έφεση 7317, η οποία είχε αναλάβει την ανέγερση πολυκατοικίας στη Λεμεσό παραδέχθηκε ενοχή πάνω σε δύο κατηγορίες που αφορούν παραβάσεις του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996 (Ν.89(Ι)/96). Η κατηγορία 1 αναφέρεται σε παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων, ενώ η κατηγορία 3 αφορά παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων.

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 1 ενώ η εφεσίβλητη εταιρεία «ήταν εργοδότης και ανέλαβε την εκτέλεση οικοδομικών έργων παρέλειψε να τοποθετήσει περίφραξη ικανοποιητικής αντοχής στα ανοίγματα του ανελκυστήρα στο ισόγειο και στον 1ο όροφο εκθέτοντας με αυτό τον τρόπο εργοδοτούμενα άτομα στον κίνδυνο να πέσουν από ύψος 5 και 10 μέτρων περίπου αντίστοιχα και να τραυματιστούν». Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 3 η εφεσίβλητη εταιρεία «παρέλειψε να προστατεύσει με κατάλληλο κιγκλίδωμα ή άλλη μέθοδο την εσωτερική κυκλική σκάλα που ήταν χώρος εργασίας και χρησιμοποιείτο από εργοδοτούμενα της άτομα εκθέτοντας τα με αυτό τον τρόπο σε κίνδυνο πτώσης και τραυματισμού».

Τις ίδιες κατηγορίες παραδέχθηκε και ο εφεσίβλητος στην Έφεση 7316, ο οποίος είναι ο Διευθυντής της Εφεσίβλητης, με τη διαφορά ότι στις λεπτομέρειες του αδικήματος του καταλογίζουν ότι ενώ ήταν Διευθυντής της εφεσίβλητης εταιρείας διευκόλυνε από αμέλεια του την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών χωρίς να τοποθετηθούν οι περιφράξεις που αναφέρονται στην κατηγορία 1 και το κιγκλίδωμα που αναφέρεται στην κατηγορία 3.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε πρόστιμο £30 στον κάθε ένα από τους δύο εφεσίβλητους για την κάθε μια από τις κατηγορίες – σύνολο £120. Έλαβε υπόψη το λευκό τους ποινικό μητρώο και την απολογία τους, καθώς και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπράχθηκαν τα αδικήματα, σύμφωνα με τις οποίες υπήρχαν κιγκλιδώματα στο ανσανσέρ και στις σκάλες αλλά είχαν αφαιρεθεί για να γίνουν κάποιες εργασίες και όσοι «δούλευαν στο εργοτάξιο είχαν προειδοποιηθεί για την αφαίρεση και τους είχαν δοθεί οδηγίες να μην πλησιάσουν τα σημεία εκείνα εκτός αν υπήρχε εργασία». Έλαβε επίσης υπόψη ότι δεν είχε δημιουργηθεί οποιοσδήποτε τραυματισμός.

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας εφεσίβαλε τις πιο πά[*577]νω ποινές ως έκδηλα ανεπαρκείς.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου στο θέμα της ποινής και αφού τόνισε ότι δεν δόθηκε η δέουσα βαρύτητα στη σοβαρότητα και τη φύση των αδικημάτων, ενώ αντίθετα υπερεκτιμήθηκαν οι μετριαστικοί παράγοντες, παραμέρισε τις επιβληθείσες ποινές και τις αντικατέστησε με πρόστιμο £300 στην κάθε μια από τις τέσσερις κατηγορίες.

Οι εφέσεις επιτράπηκαν.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αστυνομία Λεμεσού ν. Toorac Fashion Ltd κ.ά. (1993) 2 Α.Α.Δ. 117,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Εταιρείας Bisco Ltd κ.ά. (1991) 2 Α.Α.Δ. 16,

Γενικός Εισαγγελέας  κ.ά. ν. Πότση κ.ά. (2000) 2 Α.Α.Δ. 252,

Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,

Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Παύλου (1997) 2 Α.Α.Δ. 170,

Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342,

Βραχίμης ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 527,

Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264,

Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9,

Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 129,

Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632,

Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας ν. Βάσου Μαρκίδη Εστέϊτς κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 340,

Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Sedora Enterprises Ltd κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 332,

[*578]Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Πάφου ν. Aristo Developers Ltd κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ. 63,

Μεταλλικά Ηρακλής Μιχαηλίδη Λτδ κ.ά. ν. Επαρχακού Λειτουργού Εργασίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 119,

Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Πάφου ν. Κώστα Κυριάκου & Υιοί Λτδ κ.ά. (1995) 2 Α.Α.Δ. 290,

Peppis Company Ltd κ.ά. ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 272,

Γενικός Εισαγγελέας ν. P. Pastellis Engineering Works Ltd κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 90,

Petros Kimonas & Nicos Kofteros Construction Ltd v. Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 310,

Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Εργοληπτικές Επιχειρήσεις Π. Γιατρός Λτδ (1996) 2 Α.Α.Δ. 7.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 32851/2001), ημερομηνίας 27/5/2002, με την οποία στην εφεσίβλητη εταιρεία (Ποινική Έφεση Αρ. 7317), η οποία βρέθηκε ένοχη, κατόπιν παραδοχής, σε δύο κατηγορίες ( οι κατηγορίες 1 και 3) που αφορούν παραβάσεις του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996 (Ν.89(I)/96, δηλαδή (κατηγορία 1) για παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων κατά παράβαση των Άρθρων 2, 13(2)(δ), 34(2), 53(1) και (4) του πιο πάνω Νόμου και (κατηγορία 3) παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων κατά παράβαση των Άρθρων 2, 13(2)(δ), 34(2), 53(1)(4) και (7) του πιο πάνω Νόμου και στον εφεσίβλητο διευθυντή της εταιρείας (Ποινική Έφεση 7316) ο οποίος βρέθηκε ένοχος, κατόπιν παραδοχής, στις ίδιες κατηγορίες, ότι διευκόλυνε από αμέλεια του την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών χωρίς να τοποθετηθούν οι περιφράξεις που αναφέρονται στην κατηγορία 1 και το κιγκλίδωμα που αναφέρεται στην κατηγορία 3, επιβλήθηκε ποινή προστίμου £30 στον κάθε ένα από αυτούς για την κάθε μία από τις κατηγορίες, ως ποινής έκδηλα ανεπαρκούς.

[*579]Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ με Γ. Αργυρού, για τον Εφεσείοντα.

Στ. Χριστοφή για Α. Τόκα, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη στην Έφεση 7317 ανέλαβε την ανέγερση πολυκατοικίας στη Λεμεσό. Ο εφεσίβλητος στην Έφεση 7316 είναι ο Διευθυντής της. Η εφεσίβλητη έχει παραδεχθεί ενοχή πάνω σε δύο κατηγορίες (οι κατηγορίες 1 και 3) που αφορούν παραβάσεις του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996 (Ν. 89(Ι)/96). Η κατηγορία 1 αναφέρεται σε παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων κατά παράβαση των Άρθρων 2, 13(2) (δ), 34(2), 53(1) και (4) του πιο πάνω Νόμου 89(Ι)/96. Η κατηγορία 3 αφορά παράλειψη τοποθέτησης περίφραξης για την προστασία έναντι πτώσης από ύψος πέραν των δύο μέτρων κατά παράβαση των Άρθρων 2, 13(2) (δ), 34(2), 53(1) (4) και (7) του πιο πάνω Νόμου. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 1 ενώ η εφεσίβλητη εταιρεία «ήταν εργοδότης και ανέλαβε την εκτέλεση οικοδομικών έργων παρέλειψε να τοποθετήσει περίφραξη ικανοποιητικής αντοχής στα ανοίγματα του ανελκυστήρα στο ισόγειο και στον 1ο όροφο εκθέτοντας με αυτόν τον τρόπο εργοδοτούμενα άτομα στον κίνδυνο να πέσουν από ύψος 5 και 10 μέτρων περίπου αντίστοιχα και να τραυματιστούν». Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 3 η εφεσίβλητη εταιρεία «παρέλειψε να προστατεύσει με κατάλληλο κιγκλίδωμα ή άλλην μέθοδο την εσωτερική κυκλική σκάλα που ήταν χώρος εργασίας και χρησιμοποιείτο από εργοδοτούμενα της άτομα εκθέτοντας τα με αυτό τον τρόπο σε κίνδυνο πτώσης και τραυματισμού».

Τις ίδιες κατηγορίες (οι κατηγορίες 2 και 4) έχει παραδεχθεί και ο εφεσίβλητος με τη διαφορά ότι στις λεπτομέρειες του αδικήματος του καταλογίζουν ότι ενώ ήταν Διευθυντής της εφεσίβλητης εταιρείας διευκόλυνε από αμέλεια του την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών χωρίς να τοποθετηθούν οι περιφράξεις που αναφέρονται στην κατηγορία 1 και το κιγκλίδωμα που αναφέρεται στην κατηγορία 3.

Τα πιο πάνω αδικήματα διαπιστώθηκαν από επιθεωρητή εργασίας όταν επισκέφθηκε την υπό ανέγερση πολυκατοικία για [*580]προληπτικό έλεγχο. ότι στο ασανσέρ δεν υπήρχε περίφραξη, δηλαδή τα προστατευτικά κιγκλιδώματα και ότι η σκάλα δεν είχε το κατάλληλο προστατευτικό κιγκλίδωμα.

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε πρόστιμο £30 στον κάθε ένα από τους δύο εφεσίβλητους για την κάθε μια από τις κατηγορίες – σύνολο £120. Έλαβε υπόψη το «λευκό τους μητρώο και την απολογία τους η οποία έχει εκφραστεί μέσω του συνηγόρου τους Διαπίστωσε προς το Δικαστήριο». Έλαβε, επίσης, υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπράχθηκαν τα αδικήματα σύμφωνα με τις οποίες υπήρχαν κιγκλιδώματα στο ασανσέρ και στις σκάλες αλλά είχαν αφαιρεθεί για να γίνουν κάποιες εργασίες και όσοι «δούλευαν στο εργοτάξιο είχαν προειδοποιηθεί για την αφαίρεση και τους είχαν δοθεί οδηγίες να μην πλησιάσουν τα σημεία εκείνα εκτός αν υπήρχε εργασία». Τέλος έλαβε υπόψη ότι δεν είχε δημιουργηθεί οποιοσδήποτε τραυματισμός.

Η έφεση.

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έχει εφεσιβάλει τις πιο πάνω ποινές. Ισχυρίζεται ότι είναι έκδηλα ανεπαρκείς «λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης, της σοβαρότητας των αδικημάτων και των προβλεπόμενων υπό του Νόμου συναφών ποινών».

Έχει νομολογηθεί ότι ο προσδορισμός της ποινής και η επιμέτρηση του ύψους της αποτελούν πρωταρχική ευθύνη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει, αν η ποινή είναι πρόδηλα ανεπαρκής τιμωρία για τους κατηγορουμένους, δεν ικανοποιεί τους σκοπούς του Νόμου, δεν ενεργεί ως αποτρεπτική για άλλους και δεν προστατεύει το κοινό (Αστυνομία Λεμεσού ν. Toorac Fashion Ltd κ.ά. (1993) 2 Α.Α.Δ. 117, 121, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Εταιρεία Bisco Ltd κ.ά. (1991) 2 Α.Α.Δ. 16, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.ά. ν. Πότση κ.ά. (2000) 2 A.A.Δ. 252). Η ανεπάρκεια της ποινής πρέπει να καταφαίνεται ως αντικειμενικό γεγονός (Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Παύλου (1997) 2 Α.Α.Δ. 170, 175, Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342 και Βραχίμης ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 527).

Η σοβαρότητα που προσδίδεται στο αδίκημα από το νομοθέτη, όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής συνιστά ένα από τους παράγοντες που συνθέτουν την σοβαρότητα του αδικήματος. [*581]Το στοιχείο αυτό λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής και συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης, τόσο για την επιλογή του τύπου της ποινής όσο και για τον καθορισμό της έκτασής της (Βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264, 270 - Βλ. και Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9, Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 129 και Βραχίμης (πιο πάνω)). Όπως τέθηκε στην Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632 “το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το Νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή”.

Έπεται πως ένας από τους παράγοντες που θα ληφθεί υπόψη κατά την θεώρηση της επίδικης ποινής είναι η προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή. Αυτός ο παράγοντας θα συνεκτιμηθεί με τους άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την επιμέτρηση της ποινής.

Τονίζουμε ότι για τα επίδικα αδικήματα ο Νόμος προβλέπει πρόστιμο «που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και τις δύο ποινές».

Η ανάγκη για αυστηρή αντιμετώπιση αδικημάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια στους χώρους εργασίας έχει τονιστεί επανειλημμένα (βλ. Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας ν. Βάσου Μαρκίδη Εστέϊτς κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 340, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας ν. Γενεθλής Λτδ (1992) 2 Α.Α.Δ. 373, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας ν. Μ.Γ. Μακροσέλλης Λτδ (1992) 2 Α.Α.Δ. 328, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Sedora Enterprises Ltd κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 332, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Εργοληπτικών Επιχειρήσεων Π. Γιατρός Λτδ (1996) 2 Α.Α.Δ. 7, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Πάφου ν. Aristo Developers Ltd κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ. 63, Μεταλλικά Ηρακλής Μιχαηλίδη Λτδ κ.ά. ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 119, Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Πάφου ν. Κώστα Κυριάκου & Υιοί Λτδ κ.ά. (1995) 2 Α.Α.Δ. 290).

Στην Sedora (πιο πάνω) τονίστηκε ότι αποτρεπτικές ποινές μπορεί και πρέπει να επιβάλλονται για αδικήματα που δυνατό να επηρεάσουν ή αποτελούν κίνδυνο στην άνεση και την υγεία του κοινού. Αναφορικά με τη φύση του αδικήματος λέχθηκαν τα εξής (βλ. σελ. 337):

“Η υποχρέωση διατήρησης συνθηκών ασφάλειας σε εργοστάσια και άλλους χώρους που απασχολούνται άνθρωποι, δεν είναι μόνο μια υποχρέωση που πηγάζει από το Νόμο, είναι μια προέ[*582]κταση διεθνών υποχρεώσεων που αναλήφθηκαν από τη Δημοκρατία κάτω από το άρθρο 3 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, κάτω από τον οποίο μια συμβαλλόμενη χώρα αναλαμβάνει όχι μόνο τη θέσπιση κανονισμών για συνθήκες ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων στον τόπο εργασίας αλλά και την περαιτέρω υποχρέωση της εφαρμογής τους με μέτρα για την αποτελεσματική εποπτεία της συμμόρφωσης προς τις ανειλημμένες αυτές υποχρεώσεις.

Η αποτελεσματική εποπτεία συνεπάγεται την εφαρμογή των Νόμων και των Κανονισμών και, όπου απαιτείται, την ποινική δίωξη και τον εξαναγκασμό των παραβατών προς συμμόρφωση προς αυτούς. Επομένως και τα δικαστήρια έχουν καθήκον να προσεγγίζουν τα θέματα αυτά, ανάλογα βέβαια με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, με τη δέουσα σοβαρότητα χάριν της επίτευξης των σκοπών του Νόμου που, πέραν των ανθρωπιστικών στόχων, αποτρέπει τη μείωση της παραγωγικότητας και την αποφυγή ασκόπων οικονομικών επιβαρύνσεων λόγω τραυματισμού, επηρεασμού της υγείας και θανάτου.»

(Βλ. και Peppis Company Ltd κ.ά. ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 272: «Τα αδικήματα άπτονται της ασφάλειας των εργοδοτουμένων, τομέας στον οποίο η κοινωνία επιδεικνύει αυξανόμενη ευαισθησία λόγω σεβασμού προς την ανθρώπινη ζωή και υγεία»).

Στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. P. Pastellis Engineering Works Ltd κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 90, σε σχέση με παραβάσεις του πιο πάνω Νόμου 89(Ι)/96, το Πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε ποινές προστίμου £150, £100 και £150, στην εταιρεία και £150 και £150 στο Διευθυντή της σχέση με κάθε κατηγορία. Το Εφετείο έκρινε ότι οι πιο πάνω ποινές ήταν έκδηλα ανεπαρκείς και επέβαλε ποινές προστίμου £500, £400 και £500 στην εταιρεία και ποινές προστίμου £500 και £500 στο Διευθυντή της. Σημειώνουμε ότι στην πιο πάνω υπόθεση είχε σημειωθεί τραυματισμός εργοδοτουμένου της εταιρείας.

Στην Petros Kimonas & Nicos Kofteros Construction Ltd v. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 310, σχετικά με παραβάσεις του πιο πάνω Νόμου 89(Ι)/96, το Πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε ποινές προστίμου £700, στην κάθε μια από 4 κατηγορίες και £600 και £300 σε άλλες δύο κατηγορίες – σύνολο £3700. Το Εφετείο υπέδειξε πως οι κατηγορίες ήταν πολύ σοβαρές. Η κάθε μια συνιστούσε ξεχωριστό κίνδυνο για τους εργαζόμενους και μέ[*583]χρι της ημέρας που το Δικαστήριο επελήφθη της υπόθεσης δεν υπήρξε συμμόρφωση προς τις εκ του Νόμου απορρέουσες υποχρεώσεις της εταιρείας. Επεκύρωσε τις πιο πάνω ποινές παρόλο ότι τις θεώρησε αυστηρές γιατί έκρινε πως δεν εμπίπτουν μέσα στα όρια της έκδηλα υπερβολικής ποινής.

Ο νομοθέτης έχει μεριμνήσει για την επιβολή των πιο πάνω αυστηρών ποινών με στόχο την αποτροπή ατυχημάτων τα οποία έχουν σαν αποτέλεσμα πολλές φορές την απώλεια ζωής ή σοβαρούς τραυματισμούς. Στόχος του νομοθέτη είναι η πρόληψη των ατυχημάτων στους χώρους εργασίας. Επομένως το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί οποιοσδήποτε τραυματισμός δεν αποτελούσε παράγοντα ο οποίος μπορούσε να οδηγήσει στις επίδικες ποινές (βλ. και Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Εργοληπτικές Επιχειρήσεις Π. Γιατρός Λτδ (1996) 2 Α.Α.Δ. 7, 10).

Επιεικής μεταχείριση με το δικαιολογητικό ότι δεν έχει σημειωθεί τραυματισμός ισοδυναμεί με εξουδετέρωση των σκοπών του Νόμου ο οποίος εις ένα και μόνο αποβλέπει, στην πρόληψη των ατυχημάτων.

Στην παρούσα υπόθεση έχουμε την άποψη πως δεν έχει δοθεί η δέουσα βαρύτητα στη σοβαρότητα και τη φύση των αδικημάτων. Έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα στο λευκό μητρώο των εφεσιβλήτων, στη μεταμέλεια τους και στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων. Παρόλο ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες συνιστούν μετριαστικούς παράγοντες δεν μπορούν με κανένα τρόπο να οδηγούν σε τόση μεγάλη μείωση της ποινής.

Αφού ελάβαμε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων, όπως αντανακλάται από την ποινή που προβλέπει ο Νόμος, σε συνάρτηση με τη φύση των αδικημάτων, θεωρούμε ότι οι ποινές που έχουν επιβληθεί είναι έκδηλα ανεπαρκείς. Πρέπει, επομένως, να παραμερισθούν και αντικατασταθούν με τις πιο κάτω ποινές:

Εφεσίβλητος στην Έφεση 7316 να πληρώσει £300 πρόστιμο στην κάθε μια από τις κατηγορίες 2 και 4.

Εφεσίβλητη στην Έφεση 7317 να πληρώσει £300 πρόστιμο στην κάθε μια από τις κατηγορίες 1 και 3.

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν ως ανωτέρω.

Οι εφέσεις επιτρέπονται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο