Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Bασίλη Bασιλείου (2003) 2 ΑΑΔ 21

(2003) 2 ΑΑΔ 21

[*21]27 Ιανουαρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7312)

 

Ποινή ― Επιβολή ποινής φυλάκισης και επί τη αναστολή της, ποινή προστίμου ― Αντίκειται προς το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος, ότι κανένας δεν τιμωρείται εκ δευτέρου για την ίδια πράξη.

Ποινή ― Αναστολή ποινής φυλάκισης ― Είναι δικαιολογημένη μόνο εφόσο συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ― Ποίες περιστάσεις θεωρούνται εξαιρετικές.

Ποινή ― Συνδυασμός ποινής φυλάκισης με ποινή προστίμου ― Είναι παραδεκτός και μπορεί να επιβληθεί ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο αναστολής της ποινής φυλάκισης.

Έφεση ― Έφεση εναντίον ποινής ― Εξουσία Ανωτάτου Δικαστηρίου να αυξήσει, να μειώσει ή να τροποποιήσει την ποινή ― Το ενιαίο της ποινής, ως η τιμωρία του παραβάτη, θα καθιστούσε αδύνατη την αποσπασματική θεώρησή της.

Ποινική Δικονομία ― Πολλαπλότητα κατηγορίας ― Οδήγησε σε ακύρωση της καταδικαστικής απόφασης.

Στην υπόθεση αυτή ο εφεσίβλητος διώχθηκε για καλλιέργεια φυτού κάνναβης, κατοχή 0,454 γραμμαρίων κάνναβης και χρήση κάνναβης κατά την περίοδο μεταξύ 1985 και 2000.  Κρίθηκε ένοχος και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης οχτώ, πέντε και πέντε μηνών αντίστοιχα. Το Δικαστήριο ανέστειλε την έκτιση της ποινής για περίοδο τριών ετών λόγω των προσωπικών του συνθηκών και του επέβαλε ποινές προστίμου ως εξής:

[*22]           £800 στην 1η κατηγορία

     £400 στην 2η κατηγορία

     £300 στην 3η κατηγορία

Διατάχθηκε επίσης να καταβάλει £18 έξοδα.

Ο Γενικός Εισαγγελέας εφεσίβαλε την ποινή ως ανεπαρκή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση με βάση τις νομικές αρχές που προκύπτουν από τις πιο πάνω περιληπτικές σημειώσεις, και προσθέτοντας ότι τα περιστατικά του εφεσίβλητου, ο οποίος είναι πατέρας τεσσάρων ανηλίκων τέκνων, σε συνδυασμό με το γεγονός της απεξάρτησής του, ή σοβαρής προσπάθειας απεξάρτησής του από τα ναρκωτικά, παρέχει το στίγμα του επαναπροσαναλοτισμού του καταδικασθέντος στο επωφελές έργο της ζωής και της οικογένειας. Τα περιστατικά παρουσιάζουν ιδιάζοντα χαρακτήρα ο οποίος δικαιολογεί την αναστολή της ποινής.

Η έφεση επέτυχε μερικώς. Το μέρος της ποινής που αφορά το πρόστιμο παραμερίσθηκε. Η καταδίκη στην τρίτη κατηγορία ακυρώθηκε. Η έφεση κατά της ποινής απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240,

Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1999) 2 Α.Α.Δ. 583,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη κ.ά. (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 617,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Στυλιανού (2001) 2 Α.Α.Δ. 55,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου, Ποινική Έφεση αρ. 7253 ημερ. 3.10.2002,

R. v. Sara Jane Smith [2002] 2 Cr. App. R. (S.) 61 (258),

Γενικός Εισαγγελέας ν. Σατανά κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ. 257,

Koukos v. Police (1986) 2 C.L.R. 1,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303,

[*23]Michael Antoni Afxenti “Iroas” v. Republic (1966) 2 C.L.R. 116,

Attorney-General v. Neophytos Nicola Vasiliotis alias Kaizer and Another (1967) 2 C.L.R. 20.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 5214/01) ημερ. 15/5/02, με την οποία επέβαλε στον κατηγορούμενο, ο οποίος βρέθηκε ένοχος κατόπιν παραδοχής σε τρία αδικήματα για (α) την καλλιέργεια φυτού καννάβεως (β) την κατοχή της προαναφερθείσας ποσότητας καννάβεως και (γ) τη χρήση καννάβεως (κάπνισμα) κατά την περίοδο μεταξύ 1985 και 2000, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης οχτώ, πέντε και πέντε μηνών αντίστοιχα στα τρία αδικήματα, αλλά ανέστειλε την έκτιση της ποινής λόγω των προσωπικών του συνθηκών για περίοδο τριών ετών και επέβαλε σ’ αυτόν ποινές προστίμου, ως ποινών έκδηλα ανεπαρκών.

Ελ. Παπαγαπίου Χρίστου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.

Αλ. Σαουρής, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Στην κατοχή του εφεσίβλητου ανευρέθηκε μικρή ποσότητα καννάβεως, 0.454 γραμμάρια. Ο ίδιος αποκάλυψε στην αστυνομία ότι είναι χρήστης ναρκωτικών και ότι διατηρεί στην κατοικία του φυτό καννάβεως απ’ όπου προμηθεύεται την ύλη για την ικανοποίηση της έξης του.  Εθίστηκε στη χρήση ναρκωτικών, όπως ο εφεσίβλητος αποκάλυψε από νεαρής ηλικίας, από το 1985, δηλαδή αφ’ ότου ήταν δεκατεσσάρων ετών, συνήθεια η οποία του έγινε έξη κατά τα δεκαπέντε χρόνια που προηγήθηκαν της σύλληψης του - το Μάϊο του 2000 – είκοσι εννέα ετών σήμερα. Ο εφεσίβλητος είναι έγγαμος και πατέρας τεσσάρων ανήλικων τέκνων. Διώχθηκε για, (α) την καλλιέργεια φυτού καννάβεως, (β) την κατοχή της προαναφερθείσας ποσότητας καννάβεως, και (γ) τη χρήση καννάβεως (κάπνισμα) κατά την περίοδο μεταξύ 1985 και 2000. Η τελευταία κατηγορία δεν αναφέρεται σε λεπτομέρειες του αδικήματος, είναι δε εμφανώς ελαττωματική λόγω πολλαπλότητας. 

[*24]Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού συνεκτίμησε τα περιστατικά του εγκλήματος και τις προσωπικές συνθήκες  του εφεσίβλητου, τον καταδίκασε σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης οχτώ, πέντε, και πέντε μηνών αντίστοιχα στα τρία αδικήματα, τη διάπραξη των οποίων παραδέχτηκε και για τα οποία κρίθηκε ένοχος.  Παρεπόμενα της καταδίκης του εφεσίβλητου σε φυλάκιση το Δικαστήριο ανέστειλε την έκτιση της ποινής του λόγω των προσωπικών του συνθηκών, πρωτίστως λόγω των ευθυνών και καθηκόντων του προς τα τέσσερα ανήλικα παιδιά του. 

Αφού ανέστειλε την ποινή φυλάκισης για την προβλεπόμενη από το νόμο περίοδο των τριών ετών, το πρωτόδικο Δικαστήριο, με το σκεπτικό που ακολουθεί, επέβαλε πρόσθετες ποινές προστίμου στον κατηγορούμενο:

«Λόγω του ότι οι ποινές της φυλάκισης έχουν ανασταλεί το δικαστήριο θα επιβάλει ποινές προστίμου ως εξής:

£800 πρόστιμο στην 1η κατηγορία

£400 πρόστιμο στην 2η κατηγορία

£300 πρόστιμο στην 3η κατηγορία

Επίσης να πληρώσει £18 έξοδα

Τα τεκμήρια κατάσχονται.»

Ο Γενικός Εισαγγελέας με έφεσή του προσβάλλει την ποινή ως ανεπαρκή. Η ανεπάρκεια προκύπτει, ως η θέση του, από την αναστολή της ποινής χωρίς να συντρέχουν οι «...προϋποθέσεις που τίθενται νομολογιακά και νομοθετικά ως προς τις εξαιρετικές περιστάσεις, ώστε να δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος αναστολής».

Η κυρία Παπαγαπίου-Χρίστου η οποία εκπροσώπησε το Γενικό Εισαγγελέα υπέβαλε ότι δεν συνέτρεχαν, στην προκείμενη περίπτωση, οι εξαιρετικές περιστάσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αναστολή της ποινής φυλάκισης. Το Άρθρο 3(2) του περί της Υφ’ όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972 (Ν.95/1972), όπως τροποποιήθηκε από το Ν.41(1)/97, προβλέπει ότι διάταγμα αναστολής ποινής φυλάκισης μπορεί να εκδοθεί εφόσον «... δικαιολογείται από τις εξαιρετικές περιστάσεις της υπόθεσης ή τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου.».    Ποίες περιστάσεις έχουν αυτό το χαρακτήρα εξετάστηκε στην Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240. Ο όρος «εξαιρετικές» αντιδιαστέλλεται προς τον όρο «συνήθεις». Υποδεικνύεται εξ αρχής ότι είναι ανώφελο, αν όχι αδύνατο, να προσδιοριστούν εξαντλητικά, στο πλαίσιο επιβολής της ποινής, οι περιστάσεις που ανταποκρίνονται στο χαρακτηρισμό «εξαιρετικές». Κοινό παρονομαστή αποτελεί το ασύνηθες των περιστάσεων και ο ιδιάζων χαρακτήρας τους.  Αναφέρεται:

«Οι περιστάσεις πρέπει να είναι ασυνήθεις και να προσιδιάζουν είτε στα περιστατικά της υπόθεσης, ή στις περιστάσεις του παραβάτη, ή σε συνδυασμό των δύο.»

Η προσέγγιση στην Παγιαβλάς υιοθετήθηκε και σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων.  (Βλ. Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1999) 2 Α.Α.Δ. 583, Γενικού Εισαγγελέα ν. Πεγειώτη κ.ά. (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 617.)

Η εισήγηση του εφεσείοντος είναι ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν συνέτρεχαν οι εξαιρετικές περιστάσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αναστολή της ποινής φυλάκισης.  Έγινε αναφορά σε σειρά δικαστικών αποφάσεων, πρόσθετα προς εκείνες τις οποίες μνημονεύσαμε, διαφωτιστικές για τα χαρακτηριστικά των περιστατικών και περιστάσεων, που μπορεί να χαρακτηριστούν, ως εξαιρετικές. (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Στυλιανού (2001) 2 Α.Α.Δ. 55· Γενικός Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ν. Γεωργίου,  Ποινική Έφεση αρ. 7253 – 3.10.2002· και στην απόφαση του Αγγλικού Εφετείου, R. v. Sara Jane Smith [2002] 2 Cr. App.R. (S.) 61 (258).)

O κ. Σαουρής υποστήριξε, εκ μέρους του εφεσίβλητου, την αναστολή της ποινής, επικαλούμενος τις προσωπικές του συνθήκες, το γεγονός ότι δεν βαρύνεται με προηγούμενα για τη χρήση ναρκωτικών* και τις ιδιομορφίες των περιστάσεων του. Μια από αυτές πρέπει να επισημάνουμε, είναι ότι έπαυσε να είναι χρήστης ναρκωτικών, γεγονός για το οποίο υπήρχαν ορισμένες ενδείξεις, όπως δήλωσε στο πρωτόδικο Δικαστήριο· πράγμα το οποίο δεν αμφισβητήθηκε. Δήλωσε στο Δικαστήριο ότι για περίοδο εννέα μηνών που προηγήθηκε της καταδίκης του έπαυσε να είναι χρήστης ναρκωτικών. Η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας έφερε σε φως ότι ετύγχανε ψυχολογικής στήριξης, κατά περιόδους, και ότι ήταν προσηλωμένος στην οικογένεια του, η υποστήριξη της οποίας φαίνεται ότι κατέστη το κύριο μέλημα της ζωής του. Οι δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες μεγάλωσε και η δυσχέρεια προσαρμογής του σε νέες εργασίες, (είναι ανειδίκευτος εργάτης), συνέβαλαν στα πολλά [*26]προβλήματα που αντιμετώπισε.  Η οικογένεια του είναι ως φαίνεται το παν για τον ίδιο.

Το προέχον στοιχείο από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ότι του επιβλήθηκαν κατ’ ουσία δύο ποινές. Ποινή φυλάκισης και επί τη αναστολή της, ποινή προστίμου. Αυτό προσκρούει, κατά πρώτο, στην αρχή που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος, ότι κανένας δεν τιμωρείται εκ δευτέρου για την ίδια πράξη. Είναι παραδεκτός ο συνδυασμός ποινής φυλάκισης με πρόστιμο. (Βλ. μεταξύ άλλων Thomas, "Principles of Sentencing", Δεύτερη Έκδοση· Γενικός Εισαγγελέας ν. Σατανά κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ. 257.) Παρεπόμενα η ποινή φυλάκισης μπορεί να ανασταλεί εφόσον συντρέχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. (Βλ. μεταξύ άλλων Koukos v. The Police (1986) 2 C.L.R. 1· Γεν. Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303.) Το δικαιολογημένο της ποινής φυλάκισης όπως και ο συνδυασμός ποινής φυλάκισης και ποινής προστίμου αποφασίζονται ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο αναστολής της ποινής φυλάκισης.

Το άρθρο 145(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ορίζει και η νομολογία βεβαιώνει, ότι σε έφεση κατά της ποινής παρέχεται εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο, να αυξήσει, να μειώσει, ή να τροποποιήσει την ποινή. (Βλ. Michael Antoni Afxenti "Iroas" v. The Republic (1966) 2 C.L.R. 116· Attorney-General of the Republic v. Neophytos Nicola Vasiliotis alias Kaizer and Another (1967) 2 C.L.R. 20.). Η εξουσία του Δικαστηρίου δεν περιορίζεται από το συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο επιζητείται ο παραμερισμός, η αντικατάσταση, ή η τροποποίηση της ποινής. Το ενιαίο της ποινής, ως η τιμωρία του παραβάτη, θα καθιστούσε αδύνατη την αποσπασματική θεώρησή της.

Η πρώτη μας διαπίστωση είναι, ότι η ποινή προστίμου πρέπει να παραμεριστεί ως αντινομική προς το θεμελιώδες δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος. Άλλωστε ο συνδυασμός φυλάκισης με τόσο βαρύ πρόστιμο, που επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο χωρίς καμιά αναφορά στις οικονομικές του δυνατότητες θα καθιστούσε την ποινή πασιφανώς υπερβολική.

Η τρίτη κατηγορία στερείται στοιχειοθέτησης· δεν αναφέρει ούτε το χρόνο ούτε τον τόπο του αδικήματος, στο βαθμό δε που αποδίδει εγκληματική δράση συλλήβδην για την περίοδο των δεκαπέντε ετών  πάσχει από πολλαπλότητα.

Η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης στον εφεσίβλητο εμφαίνεται [*27]ως αυστηρή υπό το φως των περιστατικών που περιβάλλουν το αδίκημα, όχι όμως υπέρμετρη ώστε να δικαιολογείται η επέμβασή μας.

Το γεγονός και μόνο ότι ο εφεσίβλητος είναι πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών, παράγοντας προς τον οποίο συναρτάται η αναστολή της ποινής, δεν δικαιολογεί αφ’ εαυτού τη ληφθείσα απόφαση.  προσλαμβάνουν όμως τα περιστατικά του παραβάτη ιδιαιτερότητα εάν συνδυαστεί αυτό το γεγονός μ’ εκείνο της απεξάρτησής του, ή σοβαρής προσπάθειας απεξάρτησής του από τα ναρκωτικά, συνδυασμός που παρέχει το στίγμα του επαναπροσανατολισμού του καταδικασθέντος στο επωφελές έργο της ζωής και της οικογένειας. Τοιουτοτρόπως τα περιστατικά του εφεσίβλητου παρουσιάζουν ιδιάζοντα χαρακτήρα ο οποίος δικαιολογεί την αναστολή της ποινής.

Το μέρος της ποινής που αφορά το πρόστιμο παραμερίζεται. Η καταδίκη στην τρίτη κατηγορία ακυρώνεται. Η έφεση κατά της ποινής απορρίπτεται.

Η Έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Το μέρος της ποινής που αφορά το πρόστιμο παραμερίζεται. Η καταδίκη στην τρίτη κατηγορία ακυρώνεται. Η έφεση κατά της ποινής απορρίφθηκε.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο