Petrosyan Spartak ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 90

(2003) 2 ΑΑΔ 90

[*90]25 Φεβρουαρίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

SPARTAK PETROSYAN,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσιβλήτης.

(Πoινική Έφεση Αρ. 7353)

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία συναυτουργού ― Σεξουαλικά αδικήματα ―Ενισχυτική μαρτυρία και ορθή προειδοποίηση ― Καταδίκη εφεσείοντος στηριζόμενη στη μαρτυρία συναυτουργού χωρίς ενισχυτική μαρτυρία ― Το Δικαστήριο δεν έδωσε στον εαυτό του την καθορισμένη από τη νομολογία προειδοποίηση ότι θα ήταν διατεθειμένο να καταδικάσει τον εφεσείοντα με βάση τη μαρτυρία του συναυτουργού στα αδικήματα τα οποία αντιμετώπιζε ― Ακύρωση της καταδίκης κατά πλειοψηφία.

Απόδειξη ―Συναυτουργοί ― Αποζείν από κέρδη πορνείας ― Κατά πόσο η πόρνη είναι συναυτουργός του κατηγορουμένου που αντιμετωπίζει κατηγορία για αποζείν από τα κέρδη πορνείας.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την καταδίκη του στην κατηγορία συνωμοσίας για διάπραξη πλημμελήματος το οποίο αφορούσε την εκμετάλλευση πορνών καθώς και στις κατηγορίες εκμετάλλευσης πορνών ήτοι δύο Ουκρανών γυναικών (Μ.Κ. 1 και Μ.Κ. 2), κατά παράβαση των αντίστοιχων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντος Π. Παντελή, (Μ.Κ. 3) παραδέχθηκε ενοχή στην κοινή κατηγορία εκμετάλλευσης της Μ.Κ. 1 οπότε αναστάληκαν οι άλλες κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Τη μαρτυρία του Μ.Κ. 3, ως μαρτυρία συναυτουργού, το Δικαστήριο την αποδέχθηκε στην ολότητά της.

Μάρτυρας τον οποίο κάλεσε η υπεράσπιση κατέθεσε ότι σε συνομιλία τους ο συναυτουργός παραδέχθηκε πως πιέστηκε από την Αστυνομία η οποία του πρόσφερε ανταλλάγματα, για να καταθέσει ψευδώς εναντίον του εφεσείοντος. Το Δικαστήριο έκρινε την μαρτυρία [*91]του εν λόγω μάρτυρα άσχετη με την ουσία της υπόθεσης.

Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του συναυτουργού, την οποία το Δικαστήριο αποδέχθηκε ανεπιφύλαχτα, το Δικαστήριο ανέφερε πως θα έπρεπε, επειδή ακριβώς επρόκειτο περί μαρτυρίας συναυτουργού, να την προσεγγίσει «με τη δέουσα επιφύλαξη».  Ανέφερε επίσης ότι «η μαρτυρία του ελέγχεται και ενισχύεται σε μεγάλο μέρος από τη μαρτυρία των Μ.Κ. 1 & 2».

Ο δικηγόρος του εφεσείοντος υποστήριξε ότι, σύμφωνα με τα λεχθέντα στην υπόθεση John Steward [1986] 83 Cr. App. R. 327, η πόρνη είναι συναυτουργός του κατηγορουμένου που κατηγορείται για αποζείν από τα κέρδη πορνείας και επομένως η μαρτυρία των ΜΚ1 και ΜΚ2 να αντικρυσθεί σε αυτό το πρίσμα.  Υποστήριξε επίσης ότι λόγω της ιδιότητας τους, ως πόρνες, οι ΜΚ1 και ΜΚ2 δεν έπρεπε να γίνουν πιστευτές από το Δικαστήριο.

Αποφασίστηκε ότι:

Α. Υπό Νικολάου, Δ., συμφωνούντος και του Χατζηχαμπή, Δ.:

1. Η μαρτυρία του μάρτυρα υπεράσπισης δεν ήταν άσχετη με την υπόθεση.

2. Το Δικαστήριο δεν εξειδίκευσε, ως ώφειλε, σε ποια πτυχή της ήταν που ενισχύετο η μαρτυρία του συναυτουργού Μ.Κ.3 και από ποιο μέρος της μαρτυρίας των δύο γυναικών. Λόγω της ανεπαρκούς αυτοκαθοδήγησης αλλά και, ανεξάρτητα από αυτήν, λόγω της μη εξειδίκευσης και συγκεκριμενοποίησης της θεωρηθείσας ως ενίσχυσης, η μαρτυρία του συναυτουργού δεν μετρά.

3. Η μαρτυρία των δύο γυναικών, των Μ.Κ. 1 και Μ.Κ. 2, δεν παρέχει έρεισμα για τα ευρήματα, που κατά το Δικαστήριο, στοιχειοθετούσαν τις κατηγορίες. Το Δικαστήριο δεν συζήτησε ούτε αποτέλεσε το αιτιολογικό έρεισμα της καταδίκης το κατά πόσο με βάση τη δική τους μαρτυρία ως προς τις διάφορες περιπτώσεις επικοινωνίας τους με τον εφεσείοντα εστοιχειοθετείτο το αδίκημα της συνωμοσίας και το κατά πόσο με τα όποια χρήματα που πληρώθηκαν σ’ αυτόν αποδεικνύετο ότι αποζούσε από τα κέρδη πορνείας. Έπεται ότι η καταδίκη του εφεσείοντος δεν μπορεί να υποστηριχθεί.

Β. Υπό Αρτεμίδη, Δ.:

[*92]1.   Η μαρτυρία των δύο γυναικών ΜΚ1 και ΜΚ2, που ήλθαν στην Κύπρο για να επιδοθούν, βάσει σχεδίου, στην πορνεία και η οποία έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, απέδειξε τις κατηγορίες εναντίον του εφεσείοντος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

2. Η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας ως σύνολο, και το σχεδίασμα της δομής της απόφασης του, μολονότι μη ικανοποιητικό, εν τούτοις αναδύεται σ’ αυτή η ορθή προσέγγιση του Δικαστή στα νομικά σημεία της υπόθεσης και στην αξιολόγηση της μαρτυρίας.

3. Οι εισηγήσεις του δικηγόρου του εφεσείοντος ότι: α) η πόρνη είναι συναυτουργός και β) οι πόρνες λόγω της ιδιότητάς τους, ως πόρνες, δεν έπρεπε να γίνουν πιστευτές από το Δικαστήριο, δεν ευσταθούν. Η υπόθεση Steward που επικαλέσθηκε ο δικηγόρος προς υποστήριξη του α) ανωτέρω διαφοροποιείται από την παρούσα υπόθεση. Αναφορικά με την εισήγηση β) ανωτέρω, η αξιοπιστία μάρτυρα δεν κρίνεται από την όποια ιδιότητα, κοινωνική υπόσταση ή επαγγελματική του ενασχόληση αλλά από το σεβασμό και προσήλωση του στην αλήθεια κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του ενώπιον του Δικαστηρίου.

Η έφεση επιτράπηκε κατά πλειοψηφία.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Stewart [1986] 83 Cr. App. R. 327,

Charitonos and others v. Republic (1971) 2 C.L.R. 40.

Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.

Έφεση από τον κατηγορούμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπ. Αρ. 13725/01) με την οποία, στις 19/9/02, ο εφεσείων βρέθηκε κατόπιν δίκης ένοχος σε κατηγορία συνωμοσίας για διάπραξη πλημμελήματος το οποίο αφορούσε στην εκμεττάλλευση πορνών, όπως και σε δύο σχετικές προς αυτήν κατηγορίες εκμετάλλευσης πορνών, ήτοι δύο Ουκρανών γυναικών, κατά παράβαση των αντίστοιχων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, και καταδικάστηκε στις 26/9/02 σε φυλάκιση εννέα μηνών.

Χρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

[*93]Α.Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α’, για τον Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση της πλειοψηφίας του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Νικολάου. Με αυτή συμφωνεί και ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής. Εγώ καταλήγω σε διαφορετικό αποτέλεσμα.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε κατόπιν δίκης ένοχος σε κατηγορία συνωμοσίας για διάπραξη πλημμελήματος το οποίο αφορούσε στην εκμετάλλευση πορνών, όπως και σε δύο σχετικές προς αυτήν κατηγορίες εκμετάλλευσης πορνών, ήτοι δύο Ουκρανών γυναικών (Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2), κατά παράβαση των αντίστοιχων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Στη βάση της μαρτυρίας τόσο του συγκατηγορουμένου Π. Παντελή, (Μ.Κ. 3) ο οποίος στη διάρκεια της δίκης παραδέχθηκε ενοχή στην κοινή κατηγορία  εκμετάλλευσης της Μ.Κ.1 – οπότε αναστάληκαν άλλες κατηγορίες που αντιμετώπιζε, περιλαμβανομένης της κοινής κατηγορίας για συνωμοσία, και του επιβλήθηκε αμέσως ποινή αφού δήλωσε πρόθεση να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας – όσο και των δύο Ουκρανών γυναικών, το Δικαστήριο προέβη σε ευρήματα ως εξής:

«Ο κατηγορούμενος συμφώνησε με τον Μ.Κ. 3, Παντελή Παντελάκη να του φέρει κοπέλες και ο δεύτερος να τις πουλά.  Μέσα στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας βρέθηκαν και οι δύο τους την προηγούμενη της άφιξης των κοπέλων για να δει ο κατηγορούμενος το διαμέρισμα του Παντελή στο οποίο ήθελε ο κατηγορούμενος να μένουν οι κοπέλες. Στις 13.7.01 ήρθαν οι κοπέλες στο αεροδρόμιο Λάρνακας και ο κατηγορούμενος καθώς και ο Μ.Κ.3 πήγαν στο αεροδρόμιο για να τις παραλάβουν. Ενώ ο Μ.Κ. 3 ήθελε να πάρει μια κοπέλα, με την προτροπή του κατηγορουμένου πήρε και δεύτερη και ακολούθως μετά από συνθήκες που εξήγησε ο ίδιος πήρε και τρίτη. Ο Μ.Κ.3 μετέφερε τις τρεις κοπέλες στο διαμέρισμα που επιθεώρησε ο κατηγορούμενος την προηγούμενη και σε λίγο έφθασε και ο κατηγορούμενος με άλλο πρόσωπο ο οποίος εκτελούσε χρέη διερμηνέα. Ο κατηγορούμενος ρώτησε τις κοπέλες αν ήξεραν τι θα κάμνουν, δηλαδή τι δουλειά θα κάμνουν και του είπαν ναι, μίλησαν για τη δουλειά που θα έκαμναν, δηλαδή σεξ επί πληρωμή και ότι θα επιστρέψουν τα λεφτά των εισιτηρίων. Ο Μ.Κ.3 αφού πήγε σπίτι και έφερε λεφτά, βγήκε μαζί με τον κατηγορούμενο και το διερμηνέα στο [*94]διάδρομο, για να μην τους δουν οι κοπέλες, και έδωσε στον κατηγορούμενο Λ.Κ. 800.- και παρέμεινε υπόλοιπο Λ.Κ. 100.-. Το συνολικό ποσό των Λ.Κ. 900.- αντιπροσώπευε την αμοιβή του κατηγορουμένου για τις τρεις κοπέλες, Λ.Κ. 300.- η κάθε μια. Ο Μ.Κ. 3 έδωσε τις Λ.Κ. 100 στον κατηγορούμενο σε άλλη ημερομηνία.  Από την ίδια μέρα, το βράδυ συγκεκριμένα, οι κοπέλες στρώθηκαν στη δουλειά. Βρήκαν τον πρώτο πελάτη, τους τον βρήκε ο Παντελής, πήγαν σε συγκεκριμένο μέρος, έκαμαν σεξ με τον πελάτη και πληρώθηκαν συγκεκριμένο ποσό, η μια Λ.Κ. 30.- και η άλλη Λ.Κ. 40.- και τα μοίρασαν με τον Παντελή. Αυτό επαναλαμβάνετο τις επόμενες μέρες, δηλαδή τους έβρισκε πελάτες ο Παντελάκης και μοίραζαν το ποσό που εισέπρατταν από τον πελάτη για το σεξ που έκαμναν. Μετά από τέσσερις μέρες από την άφιξή τους η Μ.Κ. 1 μεταφέρθη στη Λευκωσία για να συνεχίσει τη δουλειά της. Πήγε με 20 πελάτες περίπου. Τις εισπράξεις τις μοίρασε στον κατηγορούμενο και στον Παντελάκη. Έδωσε Λ.Κ. 140.- στον κατηγορούμενο και Λ.Κ. 60.- στον Παντελή.»

Εν συνεχεία το Δικαστήριο, εξετάζοντας το κατά πόσο στοιχειοθετήθηκαν οι κατηγορίες, εξήγησε ότι οι λόγοι για την καταφατική επί τούτου απάντηση συνίσταντο στο ότι:

α) Για μεν την κατηγορία συνωμοσίας:

«Ο Μ.Κ. 3 εν γνώσει του ζούσε μερικώς από τα κέρδη πορνείας. Έβρισκε πελάτη στις Μ.Κ.1 και 2 για να κάμουν σεξ επί πληρωμή, έκαμναν σεξ, εισέπρατταν συγκεκριμένο ποσό και το μοίραζαν με τον Μ.Κ.3 Παντελή. Ο Μ.Κ.3 συνωμότησε στη διάπραξη του αδικήματος με τον κατηγορούμενο. Συμφώνησε με τον κατηγορούμενο να του φέρει τις κοπέλες, Μ.Κ.1 και 2 στην Κύπρο για να κάμνουν σεξ επί πληρωμή, όπως και έγινε και για την υπηρεσία του αυτή που προσέφερε ο κατηγορούμενος στον Μ.Κ.3 πληρώθηκε Λ.Κ. 300 για την κάθε κοπέλα.»

β) Για δε τις κατηγορίες εκμετάλλευσης:

«Σύμφωνα με τη μαρτυρία ο κατηγορούμενος εισέπραξε το ποσό των Λ.Κ. 900.-, δηλαδή Λ.Κ.300.- για την κάθε κοπέλα, από τον Μ.Κ. 3, για το ότι του έφερε τις κοπέλες για να κάμνουν τη συγκεκριμένη δουλειά.

Μάλιστα ο κατηγορούμενος για να βεβαιωθεί ότι γνώριζαν οι κοπέλες το σκοπό που ήρθαν στην Κύπρο τις ρώτησε στο διαμέρισμα που πήγαν την πρώτη μέρα της άφιξής τους στο νησί, [*95]στις 13.7.01, εάν ήξεραν τι δουλειά θα έκαμναν, δηλαδή σεξ επί πληρωμή. Το ποσό που εισέπραξε ο κατηγορούμενος είχε άμεση σχέση με το επάγγελμα που θα ασκούσαν οι Μ.Κ.1 και 2. Ήταν ουσιαστικά προμήθεια ή αμοιβή για να φέρει τις κοπέλες στην Κύπρο για λογαριασμό του Μ.Κ.3 για να ασκούν το συγκεκριμένο επάγγελμα.»

Παραθέσαμε εκτενώς μέρος του κειμένου της απόφασης για να δείξουμε ότι το Δικαστήριο συνέδεσε και τις τρεις κατηγορίες με το ποσό των £900, εκφράζοντάς το αφενός ως την αμοιβή του εφεσείοντος βάσει της συμφωνίας που αποτελούσε τη συνωμοσία, και αφετέρου ως το οικονομικό όφελος για την εκμετάλλευση των δύο γυναικών, χωρίς να περιλαμβάνεται στο σκεπτικό της στοιχειοθέτησης οποιουδήποτε αδικήματος και το ποσό των £140 που η Μ.Κ.1 έδωσε στον εφεσείοντα. Το τι θεωρήθηκαν πρωτοδίκως ως τα στοιχεία που συνέθεταν τις κατηγορίες αποκτά σημασία ενόψει του διαχωρισμού στον οποίο, καθώς θα εξηγήσουμε, θα πρέπει να προβούμε μεταξύ της μαρτυρίας του συναυτουργού Π. Παντελή και της μαρτυρίας των δύο γυναικών.

Τη μαρτυρία του συναυτουργού το Δικαστήριο την αποδέχθηκε στην ολότητά της με την εξήγηση ότι:

«Ο μάρτυρας ήταν σταθερός στις απαντήσεις του και γενικά μου άφησε την εντύπωση ότι είναι μάρτυρας της αλήθειας.»

Μάρτυρας τον οποίο κάλεσε η υπεράσπιση κατέθεσε ότι σε συνομιλία τους ο συναυτουργός παραδέχθηκε πως πιέστηκε από την αστυνομία, η οποία του πρόσφερε και ανταλλάγματα, για να καταθέσει ψευδώς εναντίον του εφεσείοντος. Το ακόλουθο απόσπασμα συνοψίζει την ουσία της εκτενούς επί του θέματος μαρτυρίας του:

«Είπε ότι η Αστυνομία έχει υποσχεθεί στον δικηγόρο του εάν καταθέσει εναντίον του Σπάρτακ θα γλιτώσει από την υπόθεση και θα του διούσαν άδεια για μπυραρία και είχε ακόμα ένα πρόβλημα με την Αστυνομία μετά από αυτή την υπόθεση, ξυλοδαρμού, εν να κλείσουν και αυτή την υπόθεση.  Και όταν τον ερώτησα πως μπορεί να καταθέσει κάτι που δεν έχει συμβεί μου απάντησε ότι αυτό ζητά η Αστυνομία από εμένα να καταθέσω.»

Το μόνο που το Δικαστήριο ανέφερε σε σχέση με τη μαρτυρία αυτή ήταν τα εξής:

«Η μαρτυρία του μάρτυρα υπεράσπισης Ovanes Ovanesian [*96]βρίσκω ότι είναι άσχετη με την ουσία της υπόθεσης.»

Άσχετη όμως δεν ήταν. Έπειτα, κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του συναυτουργού, την οποία το Δικαστήριο αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα, το Δικαστήριο ανέφερε πως θα έπρεπε, επειδή ακριβώς επρόκειτο περί μαρτυρίας συναυτουργού, να την προσεγγίσει «με τη δέουσα επιφύλαξη». Παραθέτουμε το σχετικό μέρος:

«Αναμφίβολα ο Μ.Κ. 3 λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω, αλλά και της μαρτυρίας του, είναι συναυτουργός και η μαρτυρία του θα κριθεί και αξιολογηθεί ως μαρτυρία συναυτουργού. Το Δικαστήριο προειδοποιά τον εαυτό του για το γεγονός ότι η μαρτυρία αυτή προέρχεται από συναυτουργό.  Το Δικαστήριο θα προσεγγίσει την μαρτυρία του συναυτουργού με τη δέουσα επιφύλαξη.»

Αυτή η προσέγγιση του Δικαστηρίου δεν ανταποκρίνεται σε ό,τι απαιτεί η νομολογία ως την αναγκαία αυτοκαθοδήγηση αναφορικά με τον κίνδυνο στήριξης καταδίκης χωρίς ενίσχυση της άλλως αξιόπιστης μαρτυρίας του συναυτουργού από άλλη μαρτυρία. Δεν χρειάζεται εκτενής αναφορά στη σαφή επί τούτου νομολογία. Αρκεί το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Αγγλικού Εφετείου στην υπόθεση John Stewart [1986] 83 Cr. App.R. 327 στην οποία μας παρέπεμψε ο συνήγορος του εφεσείοντος, όπου τονίζεται ότι σε περιπτώσεις – όπως εδώ – συναυτουργών, καθίσταται απαραίτητη η «πλήρης» προειδοποίηση:

«There are undoubtedly indications in the reported cases that the law has already gone at least as far as it need go to protect the accused by making an accomplice direction on corroboration an invariable rule.  We have had this very much in mind, as well as the need not to limit the freedom of the trial judge to adapt his direction to the circumstances of the individual case. Even so, and even without the benefit of authority, we would conclude that a reminder of the reasons which an accomplice may have for giving false evidence, and an accurate statement  of the reasons which Anita had for such conduct, coupled with an injunction to look at her evidence “with considerable care” did fall short of a decisive warning (however expressed) that if they convicted on the basis of her evidence they were in danger of convicting an innocent man. 

Whatever hesitations we have felt in arriving at this conclusion are dispelled by decisions of this Court which show [*97]the exhortations to use “great” or “particular” or “the utmost” care are not enough: see Holland (supra); Price (1968) 52 Cr.App.R. 295; [1968] 2 All E.R. 282; Riley (1980) 70 Cr.App.R.1.  Moreover, in Bagshaw, Holmes and Starkey (1984) 78 Cr.App.R. 163; [1984] 1 W.L.R. 477 and Whittaker [1985] 1 All E.R. 673, there were the most elaborate discussions of whether, in relation to a category of witnesses with which we are not here concerned, it was mandatory to give the “full” warning, or whether something similar to the direction given in the present case would suffice.  The whole of the debate would have been unnecessary if the latter formula had been understood as conveying the same warning as the “full” direction, albeit in different language.

Thus, so far as concerned the evidence of Anita, we hold that  there was a material misdirection ……”

Το Δικαστήριο στην προκείμενη περίπτωση δεν ανέφερε ότι θα ήταν διατεθειμένο να καταδικάσει με βάση τη μαρτυρία του συναυτουργού χωρίς ενίσχυση. Που είχε βέβαια το δικαίωμα  να το έπραττε εφόσον το συζητούσε. Ούτε και ρητώς ανέφερε ότι θεωρούσε πως χρειαζόταν να αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία.  Αφού το Δικαστήριο κατέληξε ότι ο μάρτυρας είπε την αλήθεια, πρόσθεσε ότι:

«Η μαρτυρία του ελέγχεται και αυτή ενισχύεται σε μεγάλο μέρος της από την μαρτυρία των Μ.Κ.1 & 2.»

Σε ποια όμως πτυχή της ήταν που ενισχύετο η μαρτυρία του συναυτουργού και από ποιο μέρος της μαρτυρίας των δύο γυναικών, το Δικαστήριο δεν εξειδίκευσε  ενώ όφειλε να το έπραττε. Λόγω λοιπόν της ανεπαρκούς αυτοκαθοδήγησης αλλά και, ανεξάρτητα από αυτήν, λόγω της μη εξειδίκευσης και συγκεκριμενοποίησης της θεωρηθείσας ως ενίσχυσης, η μαρτυρία του συναυτουργού δεν μετρά.

Απομένει επομένως ως μαρτυρία εναντίον του εφεσείοντος η μαρτυρία των δύο γυναικών. Και το ζήτημα πια είναι το κατά πόσο αυτή παρέχει έρεισμα για τα ευρήματα που κατά το Δικαστήριο στοιχειοθετούσαν τις κατηγορίες. Η μαρτυρία και των δύο γυναικών εμφανίζει την ίδια στην ουσία εικόνα αναφορικά με ό,τι αντιλήφθηκαν ως τον ρόλο του εφεσείοντος. Θα συνοψίσουμε τη μαρτυρία της Μ.Κ.1 και εν συνεχεία θα αναφερθούμε σε μόνο μέρος της μαρτυρίας της Μ.Κ.2, αφού αυτή μετέδωσε [*98]την ίδια στην ουσία εικόνα.

Η πρώτη άκουσε από φίλη της στην Ουκρανία για τη δυνατότητα εκπόρνευσης στην Κύπρο, και επέδειξε ενδιαφέρον, οπότε η φίλη της ανέλαβε να προωθήσει το θέμα μέσω κάποιου κ. Βαλώτια ο οποίος θα προέβαινε στις πρακτικές διευθετήσεις περιλαμβανομένης και της εξασφάλισης εισιτηρίου. Της το έδωσε ο ίδιος στο αεροδρόμιο της Σιφερούπολης μαζί με ποσό $1.000 για να το δείξει κατά τον έλεγχο στο αεροδρόμιο Λάρνακας.  Ταξίδευσε και εκείνος με την ίδια πτήση και στο αεροδρόμιο Λάρνακας, αφού μερίμνησε για την είσοδό της στην Κύπρο, της ζήτησε όταν εισήλθαν  και του  επέστρεψε τα χρήματα. Η φίλη της από την Ουκρανία την είχε ήδη πληροφορήσει πως κατά την άφιξή της θα τη συναντούσε  κάποιος κ. Σπάρτακ. Αυτό είναι το όνομα του εφεσείοντος. Την προσήγγισε όμως, όπως και άλλες Ουκρανές που ήλθαν με τη συγκεκριμένη πτήση στην Κύπρο για τον ίδιο σκοπό, ο Μ.Κ.3 ο οποίος τις μετέφερε σε διαμέρισμα στη Λάρνακα. Τον εφεσείοντα τον είδε στο αεροδρόμιο αλλά δεν μίλησαν. Παρεμβάλλουμε εδώ ότι στην άλλη μάρτυρα (Μ.Κ.2), καθώς εκείνη κατέθεσε, ο εφεσείων της συστήθηκε. Μετέβη εντός ολίγου και ο εφεσείων στο διαμέρισμα. Εκεί τις ρώτησε αν ήξεραν με τι θα ασχολούνταν εδώ στην Κύπρο, του απάντησαν καταφατικά και τους είπε ότι θα πρέπει να επιστρέψουν τα χρήματα που ανέρχονταν σε $700 για το εισιτήριό τους. Η μάρτυρας επιδόθηκε στο σκοπό για τον οποίο επισκέφθηκε την Κύπρο και μοίραζε τις εισπράξεις με τον Μ.Κ.3 ο οποίος την έφερνε σε επαφή με τους πελάτες. Παρέμεινε η μάρτυρας για τέσσερεις ημέρες στη Λάρνακα και ύστερα συνέχισε για άλλες τέσσερεις στη Λευκωσία όπου την πήρε ο Μ.Κ.3 σε διαμέρισμα που της διέθεσε. Στη Λευκωσία την επισκέφθηκε την τέταρτη ημέρα στο διαμέρισμα ο εφεσείων στην παρουσία του Μ.Κ.3. Τα χρήματα που η μάρτυρας εισέπραξε από την εκεί εκπόρνευσή της τα έδωσε στον εφεσείοντα και  στον Μ.Κ.3: £140 στον πρώτο και £60 στο δεύτερο. Εξήγησε αντεξεταζόμενη πως τα χρήματα στον εφεσείοντα τα έδωσε για το εισιτήριό της. Σχετικά είναι τα ακόλουθα αποσπάσματα:

«Ε. Επομένως στον Βαλώτια ή στην τουριστική εταιρεία χρωστούσες την αξία των εισιτηρίων που ήταν να έρθεις στην Κύπρο που σου έδωσε ο Βαλώτια.

 Α.  Ναι.

 Ε.  Και  επομένως δεν είναι προσωπικά στον Σπάρτακ που χρωστούσες αυτά τα λεφτά για τα εισιτήρια επειδή ο Σπάρτακ δεν τα πλήρωσε.

 Α.  Επαναλάβετε.

[*99] Ε.       Συμφωνείς μαζί μου ότι δεν είναι στον Σπάρτακ που χρωστούσες την τιμή αγοράς των εισιτηρίων;

 Α.  Έπρεπε να πληρώσω, να δώσω τα λεφτά πίσω για το εισιτήριο.

 Ε.  Ναι αλλά δεν είναι στον Σπάρτακ που χρωστούσες.

 Α.  (Η μάρτυρας γελά). Εγώ πήρα τα λεφτά, τα έδωσα  στον Σπάρτακ για το εισιτήριο. Τώρα τι έκαμαν μεταξύ τους δεν ξέρω.

       ................................................................................................

 Ε.  Συμφωνείς μαζί μου ότι ήδη γνώριζες ότι θα συναντούσες τον Σπάρτακ για να του δώσεις λεφτά για την αξία των εισιτηρίων.

 Α.  Ναι.»

Σε σχέση με το θέμα του εισιτηρίου ανέφερε και τα εξής που διαμείφθηκαν μεταξύ της και του εφεσείοντος στο διαμέρισμα στη Λάρνακα, χωρίς όμως να διευκρινίζεται πότε ακριβώς:

«Ε. Μέσα σε τούτο το χρονικό διάστημα ξαναείδες τον 1ον κατηγορούμενο;

 Α.  Τον είδα λίγο πριν πάω Λευκωσία.

 Ε.  Πού τον είδες;

 Α.  Στο διαμέρισμα.

 Ε.  Στην Λάρνακα φαντάζομαι.

 Α.  Ναι.

 Ε.  Ήξερες ότι θα ερχόταν;

 Α.  Δεν θυμάμαι.

 Ε.  Μιλήσατε που ήρθε ο κ. Σπάρτακ την πρώτη φορά;

 Α.  Ναι μιλήσαμε.

 Ε.  Για εν τα θέμα;

 Α.  Ότι πρέπει να αλλάξουμε το εισιτήριο, ότι δεν έχει αεροπλάνο σε δύο εβδομάδες.

 Ε.  Αλλάξατε το εισιτήριο;

 Α.  Του το έδωσα το εισιτήριο μου.

 Ε.  Άλλη φορά τον ξαναείδες;

 Α.   Όχι.»

Ως προς τη μαρτυρία τώρα της Μ.Κ.2 ξεχωρίζουμε ως πιο σημαντικό το ακόλουθο απόσπασμα που αφορά στην πληρωμή του εισιτηρίου:

«Ε. Πως του απάντησες του 1ου κατηγορούμενου όταν σε ρώτησε, ξέρεις τι θα κάμνεις στην Κύπρο; Τι του είπες δηλαδή;

[*100] Α.    Ναι.

 Ε.  Και είχες πει ότι επιπλέον σου είπε ο 1ος κατηγορούμενος για κάτι λεφτά αν δεν απατώμαι;

 Α.  Ήξερα ότι έπρεπε να του δώσω λεφτά για το εισιτήριο.

 Ε.  Πως το ήξερες τούτο;

 Α.  Το ήξερα από την Ουκρανία αυτό, ότι έπρεπε να δώσω τα λεφτά για το εισιτήριο.

 Ε.  Έδωσες λεφτά στον 1ον κατηγορούμενο;

 Α.  Έδωσα ένα μέρος των λεφτών, όχι όμως σε αυτόν προσωπικά αλλά στον Παντελή.

 Ε.  Τούτα τα λεφτά που έδωσες στον Παντελή με προορισμό όπως είπες στον 1ον κατηγορούμενο, πού τα βρήκες;

 Α.  Δούλεψα τα.

Ε.Όταν λες δούλεψες τα, τι δουλειά έκαμνες;

Α.Έκαμνα σεξ με άνδρες.»

Τα ευρήματα του Δικαστηρίου περί συμφωνίας του εφεσείοντος με τον Μ.Κ.3, να φέρει ο πρώτος τις γυναίκες στην Κύπρο για εκπόρνευση και να τις διαθέσει στο δεύτερο έναντι ανταλλάγματος £300 για την κάθε μια, με το οποίο εν προκειμένω στοιχειοθετήθηκε το «αποζείν εκ των κερδών πορνείας» των κατηγοριών εκμετάλλευσης αλλά και  με το οποίο συνδέθηκε η κατηγορία της συνωμοσίας, αντανακλούν τη μαρτυρία του συναυτουργού Μ.Κ.3 αλλά δεν προκύπτουν, καθώς μας φαίνεται, από τη μαρτυρία των δύο γυναικών. Το κατά πόσο, με βάση τη δική τους μαρτυρία ως προς τις διάφορες περιπτώσεις επικοινωνίας τους με τον εφεσείοντα στοιχειοθετείτο το αδίκημα συνομωσίας, και το κατά πόσο με τα όποια χρήματα που πληρώθηκαν σε αυτόν, είτε απ’ ευθείας όπως οι £140.= είτε μέσω του Μ.Κ.3 – δεδηλωμένα για την πληρωμή του εισιτηρίου – αποδεικνύετο ότι αποζούσε από τα κέρδη πορνείας, το Δικαστήριο δεν το συζήτησε και ούτε απετέλεσε το αιτιολογικό έρεισμα της καταδίκης. Θεωρούμε πως δεν  είναι έργο δικό μας στην έφεση η προσέγγιση της υπόθεσης από μια τέτοια σκοπιά η οποία δεν απασχόλησε πρωτόδικα, εφόσον μάλιστα τα διαθέσιμα στοιχεία δεν οδηγούν, κατά την άποψή μας, σε προφανή λύση. Καταλήγουμε λοιπόν ότι η καταδίκη του εφεσείοντος δεν μπορεί να υποστηριχθεί.

Η έφεση επιτυγχάνει. Ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάσσεται.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Προσεγγίζω διαφορετικά, και οδηγούμαι στην αντίθετη κατάληξη από τους αδελφούς Δικαστές. Έχω τη γνώμη πως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων και στις τρεις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, είναι ορθή.

[*101]

Τα γεγονότα της υπόθεσης εκτίθενται με λεπτομέρεια στην απόφαση του δικαστή Νικολάου, δεν χρειάζεται να τα επαναλάβω. Συμφωνώ πως ο πρωτόδικος Δικαστής, για τους λόγους που εξηγεί ο Νικολάου Δ., δεν έδωσε στον εαυτό του την καθορισμένη από τη νομολογία προειδοποίηση αναφορικά με την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Κ.3, συναυτουργού στα αδικήματα τα οποία αντιμετώπιζε ο εφεσείων. Το ζήτημα όμως αποκτά, στην κρίση μου, θεωρητική σημασία γιατί η μαρτυρία του ΜΚ3 δεν ήταν η μόνη που προσκομίστηκε στο δικαστήριο για να αποδεικτεί η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής εναντίον του εφεσείοντα. Η μαρτυρία των δυο γυναικών ΜΚ1 και ΜΚ2, που ήλθαν στην Κύπρο για να επιδοθούν, βάσει σχεδίου, στην πορνεία και η οποία έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, απέδειξε και τις τρεις κατηγορίες εναντίον του εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Φρονώ μάλιστα πως η μαρτυρία της κάθε μιας ξεχωριστά οδηγούσε προς το ίδιο αποτέλεσμα, για τους λόγους που εξηγώ παρακάτω:

Όταν οι μάρτυρες ΜΚ1 και ΜΚ2 έφθασαν στο αεροδρόμιο Λάρνακας τους παρέλαβαν ο ΜΚ3 και ο εφεσείων, ο οποίος μάλιστα συστήθηκε στη μια απ’ αυτές ως Spartak, το άτομο που τους λέχθηκε στην πατρίδα τους πως θα συναντούσαν με την άφιξη τους στο αεροδρόμιο της Λάρνακας. Ο εφεσείων και ο ΜΚ3 οδήγησαν τις δυο κοπέλες σε διαμέρισμα στη Λάρνακα.  Εκεί, ο ίδιος ο εφεσείων τις ρώτησε αν γνώριζαν το σκοπό που ήλθαν στην Κύπρο και του απάντησε καταφατικά, για να επιδοθούν δηλαδή στην πορνεία, ασχολία που άρχισαν αμέσως. Όταν οι κοπέλες απάντησαν στον εφεσείοντα πως γνώριζαν το σκοπό της άφιξης τους στην Κύπρο, αυτός τους είπε πως θα έπρεπε να του επιστρέψουν τα χρήματα, που ανέρχονταν σε £700 για το εισιτήριο τους.  Η ΜΚ1 ανέφερε στη μαρτυρία της πως από τις εισπράξεις της εκπόρνευση της έδωσε σε μια περίπτωση στον ίδιο τον εφεσείοντα £140 και στον ΜΚ3 £60. 

Είναι γεγονός πως το σχέδιο σύνταξης της απόφασης του πρωτόδικου δικαστή δεν είναι ικανοποιητικό. Η επισήμανση των στοιχείων της μαρτυρίας που οδήγησε στην καταδικαστική απόφαση, και που αναμένεται να φαίνονται με καθαρότητα σ΄αυτή, δεν έχει στην προσβαλλόμενη απόφαση αυτό το προσόν.  Ιδιαίτερα στα καταληκτικά συμπεράσματα. Τα στοιχεία όμως αυτά αναφέρονται στα ευρήματα του Δικαστή. Έτσι διαβάζουμε στην απόφαση:

«Τις εισπράξεις τις μοίρασε στον κατηγορούμενο και στον [*102]Παντελάκη. Έδωσε ΛΚ140 στον κατηγορούμενο και £60 στον Παντελή.»

Η αναφορά αυτή στην απόφαση προέρχεται από τη μαρτυρία της ΜΚ1, που εφόσον έγινε αποδεκτή αποδείκνυε την ενοχή του εφεσείοντα στις κατηγορίες για αποζείν από τα κέρδη πορνείας.  Η μαρτυρία επίσης και των δύο κοπέλων, που συνόψισα πιο πάνω, αποδείκνυε και την κατηγορία της συνωμοσίας. Δεν έχει, στην κρίση μου, καμιά σημασία αν το ποσό των £140 δόθηκε έναντι των εισιτηρίων του ταξιδιού των κοπέλων, ή ήταν στη βάση του καταρτισθέντος κοινού σχεδίου εκπόρνευσής τους, για το κοινό όφελος του εφεσείοντα και ΜΚ3. Να σημειώσω εδώ και την εκδοχή του ίδιου του εφεσείοντα, την οποία απέρριψε ο πρωτόδικος Δικαστής για επαρκείς λόγους. Ο εφεσείων ισχυρίστηκε πως λίγο ή πολύ τίποτε δε γνώριζε για τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Το μόνο που έκανε ήταν να αναλάβει ως αντιπρόσωπος φίλου του από τη Ρωσία που είχε ταξιδιωτικό γραφείο να εισπράξει το αντίτιμο των εισιτηρίων από κάποιους ταξιδιώτες που έφτασαν στην Κύπρο. Τηλεφώνησε σε άγνωστες του κοπέλες για να διευθετήσει συνάντηση γι΄αυτό το σκοπό. Τελικά δεν εισέπραξε τίποτε.

Η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας ως σύνολο, και το σχεδίασμα της δομής της απόφασης του, μολονότι μη ικανοποιητικό, εντούτοις αναδύεται σ’ αυτή η ορθή προσέγγιση του Δικαστή στα νομικά σημεία της υπόθεσης, και στην αξιολόγηση της μαρτυρίας. (Adamos Charitonos and others v. The Republic (1971) 2 C.L.R. 40).

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα, πολύ ορθά κατά την άποψη μου, είχε αντιληφθεί τη σημασία της μαρτυρίας των δυο κοπέλων.  Γι’ αυτό και εισηγήθηκε ενώπιόν μας:

(α)   πως πρέπει να θεωρηθούν οι ίδιες ως συναυτουργές στα αδικήματα που αντιμετώπιζε ο εφεσείων, και επομένως να αντικριστεί η μαρτυρία τους σε αυτό το πρίσμα και

(β)   λόγω της ιδιότητας τους, ως πόρνες, δεν έπρεπε να γίνουν πιστευτές από το Δικαστήριο.

Για την προώθηση της πρώτης εισήγησης ο δικηγόρος του εφεσείοντα αναφέρθηκε στην υπόθεση John Stewart [1986] 83 Cr.App.R. 327.  Yποστήριξε πως, σύμφωνα με τα λεχθέντα στην πιο πάνω απόφαση η πόρνη είναι συναυτουργός του κατηγορουμένου που κατηγορείται για αποζείν από τα κέρδη πορνείας.    Δεν [*103]είναι ορθή αυτή η θέση, όπως υποδεικνύεται στο σύγγραμμα Phipson on Evidence, 14th ed., 14-11, p.309. Στην υπόθεση Steward η μάρτυρας, πόρνη, κρίθηκε ως συναυτουργός του κατηγορουμένου για το λόγο μόνο ότι τον βοηθούσε ως αντιπρόσωπός του, εισπράττοντας τα ενοίκια από άλλες πόρνες που, μαζί με την ίδια, ενοίκιαζαν διαμερίσματα ιδιοκτησίας του κατηγορουμένου. Αναφορικά με τη δεύτερη εισήγηση, απλώς λέγω πως η αξιοπιστία ενός μάρτυρα δεν κρίνεται από την όποια ιδιότητα, κοινωνική υπόσταση ή επαγγελματική του ενασχόληση, αλλά από το σεβασμό και προσήλωση του στην αλήθεια κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του ενώπιον του Δικαστηρίου.

Τελειώνω, επαναλαμβάνοντας, πως η μαρτυρία των ΜΚ1 και ΜΚ2 από μόνη της και ξεχωριστά η κάθε μια ορθά οδήγησαν στην καταδίκη του εφεσείοντα. Παρενθεντικά να πω ότι η μαρτυρία τους επιβεβαιώνει και αυτή του ΜΚ3, για την αποδοχή της οποίας, όπως είπα, δέχομαι πως το δικαστήριο δεν έδωσε προηγουμένως την κατά τη νομολογία καθορισμένη προειδοποίηση.

Για τους πιο πάνω λόγους θα απέρριπτα την έφεση. 

Υπάρχει και λόγος έφεσης εναντίον της ποινής. Ενόψει της κατάληξης του Δικαστηρίου δεν πρόκειται να αναφέρω τίποτε επ’ αυτού.

Η έφεση επιτυγχάνει κατά πλειοψηφία.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο