Semio Production Ltd, Παναγιώτης Γεωργίου Λαπέρτας ν. (Aρ. 2) (2003) 2 ΑΑΔ 249

(2003) 2 ΑΑΔ 249

[*249]27 Μαΐου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΛΑΠΕΡΤΑΣ,

Εφεσείων,

v.

SEMIO PRODUCTION LTD. (ΑΡ. 2),

Εφεσιβλήτων.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7288)

 

Μαρτυρία ― Ενώπιον του Εφετείου ― Προϋποθέσεις παραχώρησης άδειας προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου ― Κατά πόσο παρείχετο δυνατότητα προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου κατ’ επίκληση των προνοιών του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60), στην παρούσα έφεση.

Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος από το Επαρχιακό Δικαστήριο στην κατηγορία έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα και καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης δύο μηνών.  Με ειδοποίηση έφεσης αμφισβητεί την καταδίκη του.  Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι κατά τη διεξαγωγή της δίκης ο εφεσείων στερήθηκε των δικαιωμάτων που του εξασφαλίζουν οι παρα. (β) και (γ) του Άρθρου 30.3 του Συντάγματος.

Εκκρεμούσης της έφεσης ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για την παροχή άδειας προσαγωγής της μαρτυρίας που θα έθετε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου αν του δινόταν η ευκαιρία επικαλούμενος τις πρόνοιες του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) ο Νόμος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δικαίωμα προσαγωγής μαρτυρίας κατ’ έφεση περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες όπου η μαρτυρία, της οποίας η προσαγωγή επιδιώκεται ενώπιον του Εφετείου, υφίστατο κατά το χρόνο της δίκης αλλά δεν ήταν γνωστή στον κατηγορούμενο ούτε μπορούσε να καταστεί γνωστή με τη λήψη λογικών μέτρων προς εντοπισμό της.

[*250]2.      Η προσαγωγή μαρτυρίας κατ’ έφεση αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και όχι μέσο συμπλήρωσης κενών στη μαρτυρία που προσάγεται ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου.

3.  Μαρτυρία που προκύπτει μετά τη δίκη δεν είναι παραδεκτή κάτω από το Άρθρο 25(3) του Νόμου, εφόσον η προσαγωγή της δεν θα μπορούσε να είχε οποιεσδήποτε επιπτώσεις στην ετυμηγορία του δικάζοντος δικαστηρίου, η κρίση της οποίας αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.

4.  Στην προκείμενη περίπτωση όχι μόνο η μαρτυρία της οποίας η προσαγωγή επιδιώκεται ενώπιον του Εφετείου υπήρχε και ήταν γνωστή στον κατηγορούμενο, αλλά αυτή δεν προσήχθη κατά τη δίκη.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Simadhiakos v. Police (1961) C.L.R. 64,

P. I. Kolias v. Police (1963) 1 C.L.R. 52,

Petri v. Police (1968) 2 C.L.R. 40,

Athinis v. Republic (1989) 2 C.L.R. 214,

Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 396,

Pernell κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1998) 2 Α.Α.Δ. 177,

Μιχαηλίδη ν. Πουργουρίδη (2000) 1 Α.Α.Δ. 328,

Ρόπας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 294.

Αίτηση.

Αίτηση από τον κατηγορούμενο, ο οποίος κρίθηκε ένοχος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, (Υπόθεση Αρ. 30635/00), ημ. 18/4/02, στην κατηγορία της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα και καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο μηνών, για άδεια προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του εφετείου εκκρεμούσης της έφεσης εναντίον της καταδίκης του.

Σ. Δράκος, για τον Εφεσείοντα-αιτητή.

[*251]Εφεσείων παρών.

Καμία εμφάνιση, για τους Εφεσίβλητους-καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..

ΠΙΚΗΣ, Π.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε τον εφεσείοντα ένοχο στην κατηγορία έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρισμα και τον καταδίκασε σε φυλάκιση δύο μηνών. Με ειδοποίηση έφεσης την οποίαν υπέβαλε αυτοπροσώπως, ο εφεσείων αμφισβητεί την καταδίκη του και διακηρύττει την αθωότητά του χωρίς όμως να παρέχει λόγους προς τούτο. Λόγοι δόθηκαν από το δικηγόρο, που ορίστηκε να τον υπερασπίσει, στο διάγραμμα που υπέβαλε προς υποστήριξη της έφεσης.

Ο πρώτος λόγος έφεσης αφορά το έγκυρο της δίκης.  Προβάλλεται  ότι κατά τη διεξαγωγή της ο εφεσείων στερήθηκε των δικαιωμάτων που του εξασφαλίζουν οι παρα. (β) και (γ) του Άρθρου 30.3 του Συντάγματος, δηλαδή του δικαιώματος να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του δικαστηρίου και του δικαιώματος να προσαγάγει μαρτυρία προς υποστήριξή τους, αντίστοιχα. Η στέρηση αυτή προέκυψε από την εσφαλμένη, κατά την εισήγησή του, άρνηση του δικαστηρίου να αναβάλει την ακρόαση της υπόθεσης στο στάδιο της υπεράσπισης, ώστε να καταστεί δυνατή η προσέλευση και συνακόλουθα η κατάθεση μάρτυρα υπεράσπισης.

Εκκρεμούσης της έφεσης ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για την παροχή άδειας προσαγωγής της μαρτυρίας που θα έθετε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου αν του δινόταν η ευκαιρία. Προς υποστήριξη του αιτήματός του επικαλέστηκε σειρά αποφάσεων επεξηγηματικών των προνοιών του άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60), ο Νόμος, που παρέχουν τη δυνατότητα προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου. - Stelios Michael Simadhiakos v. The Police (1961) C.L.R. 64· P.I. Kolias v. The Police (1963) 1 C.L.R. 52· Michael Antoni Petri v. The Police (1968) 2 C.L.R. 40· Athinis v. Republic (1989) 2 C.L.R. 214· Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 396· Pernell κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1998) 2 Α.Α.Δ. 177· Μιχαηλίδη ν. Πουργουρίδη (2000) 1 Α.Α.Δ. 328.  Ρόπας κ.ά  ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 294.

[*252]Η επιχειρηματολογία του εφεσείοντος απολήγει στην ακόλουθη πρόταση. Εφόσον δεν του παρασχέθηκε η δυνατότητα παρουσίασης της συγκεκριμένης μαρτυρίας ενώπιον του δικάσαντος Δικαστηρίου, δικαιολογείται η παροχή ανάλογης ευκαιρίας σ’ αυτό να το πράξει ενώπιον του Εφετείου ώστε να πληρωθεί το κενό που αφέθηκε. Η θέση αυτή προσκρούει στο σκοπό του άρθρου 25(3) του Νόμου, ως έχει ερμηνευθεί και εφαρμοστεί. Η κατ’ έφεση διαδικασία δεν αποτελεί υποκατάστατο της διαδικασίας ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου, του κριτή της ποινικής ευθύνης του κατηγορουμένου για την κατηγορία που του προσάπτεται. Η αρμοδιότητα και η δικαιοδοσία του πρωτόδικου δικαστηρίου και του Εφετείου είναι διακριτέες και μη εφαπτόμενες. Αρμοδιότητα του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι η κρίση της ενοχής ή μη του κατηγορουμένου και του Εφετείου, η θεώρηση της ορθότητας της ετυμηγορίας του δικάσαντος δικαστηρίου. Δικαίωμα προσαγωγής μαρτυρίας κατ’ έφεση περιορίζεται, ως διευκρινίζει κατά συρροή η νομολογία, στις περιπτώσεις εκείνες όπου η μαρτυρία περί ης ο λόγος υφίστατο κατά το χρόνο της δίκης, αλλά δεν ήταν γνωστή στον κατηγορούμενο ούτε μπορούσε να καταστεί γνωστή με τη λήψη λογικών μέτρων προς εντοπισμό της. Σε εκείνη την περίπτωση μπορεί να γίνει αποδεχτή η κατάθεση μαρτυρίας κατ’ έφεση ενώπιον του Εφετείου εφόσον  ήθελε κριθεί ότι θα μπορούσε, κατά λογική πρόβλεψη, να είχε επιπτώσεις στην ετυμηγορία του πρωτόδικου δικαστηρίου.

Η νομολογία σταθερά υποστηρίζει ότι η προσαγωγή μαρτυρίας κατ’ έφεση αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και όχι μέσο συμπλήρωσης κενών στη μαρτυρία που προσάγεται ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου. Αντικείμενο της εξουσίας για την ακρόαση μαρτυρίας κατ’ έφεση δεν είναι η επέκταση της δικαιοδοσίας του Εφετείου σε δικάζον δικαστήριο. 

Στην Pernell (ανωτέρω), διασαφηνίζεται ότι μη υπαρκτή κατά το χρόνο της δίκης μαρτυρία, ή ακριβέστερα μαρτυρία που προκύπτει μετά τη δίκη, δεν είναι παραδεκτή κάτω από το άρθρο 25(3) του Νόμου, εφόσον η προσαγωγή της δεν θα μπορούσε να είχε οποιεσδήποτε επιπτώσεις στην ετυμηγορία του δικάζοντος δικαστηρίου, η κρίση της οποίας αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.  Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση εκείνη είναι χαρακτηριστικό: (σελ. 187)

«Η προσαγωγή μαρτυρίας που δεν υφίστατο κατά το χρόνο διεξαγωγής της δίκης, είναι, εξ αντικειμένου, άσχετη με το αποτέλεσμα της δίκης. Τέτοια μαρτυρία δε θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση της κατηγορίας και τη διαπίστωση της [*253]ποινικής ευθύνης του κατηγορουμένου. Επίσης, δεν μπορεί να συσχετισθεί προς τα επίδικα θέματα της έφεσης, που έχουν ως άξονα τη δίκη και το αποτέλεσμα.» (σελ. 187)

Αντικείμενο της έφεσης είναι η αναθεώρηση, υπό το πρίσμα των λόγων έφεσης, της πρωτόδικης απόφασης σε συνάρτηση πάντα με τη διαδικασία που οδήγησε σ’ αυτή. Στην προκείμενη υπόθεση όχι μόνο η μαρτυρία της οποίας η προσαγωγή επιδιώκεται ενώπιον του Εφετείου υπήρχε και ήταν γνωστή στον κατηγορούμενο, αλλά αυτή δεν προσήχθη κατά τη δίκη. Εάν όντως καταδειχθεί ότι κατά τη δίκη ο εφεσείων στερήθηκε του θεμελιώδους δικαιώματός του προσαγωγής μαρτυρίας σχετικής προς τα επίδικα θέματα, η διαπίστωση αυτή θα έχει τις πρέπουσες επιπτώσεις στην έκβαση της έφεσης. Ό,τι ο εφεσείων επιχειρεί με την παρούσα αίτηση είναι να προκαταλάβει αρνητικό γι’  αυτόν αποτέλεσμα της έφεσης, που είναι ανεπίτρεπτο. 

Η αίτηση κρίνεται ανεδαφική και απορρίπτεται.

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο