(2003) 2 ΑΑΔ 502
[*502]6 Νοεμβρίου, 2003
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝIΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7515)
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή 0.2 γραμμαρίων φυτού κάνναβης ― Κατοχή σκευών για τη λήψη ναρκωτικών, ήτοι μίας πίπας καπνίσματος ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Άμεση παραδοχή, απολογία, συνεργασία με την Αστυνομία ― Άμεμπτη διαγωγή μετά το συμβάν ― Περιστασιακή χρήση των ναρκωτικών ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης δύο μηνών αντίστοιχα ― Μακρά καθυστέρηση στην καταχώρηση του κατηγορητηρίου ― Μείωση της ποινής κατ’ έφεση ώστε ο εφεσείων που εξέτισε σχεδόν το ήμισυ της ποινής του να αποφυλακισθεί άμεσα.
Ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Μακρά καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε τις συντρέχουσες ποινές φυλάκισης δύο μηνών που του είχαν επιβληθεί αντίστοιχα σε κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών και κατοχής σκευών για τη λήψη ναρκωτικών. Υποστήριξε ότι οι ποινές απολήγουν να είναι υπερβολικές καθόσον το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι ήταν μόνο περιστασιακός και όχι εθισμένος χρήστης και ότι επρόκειτο για πολύ “μαλακό ναρκωτικό”. Κυρίως δε ότι υπήρξε μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης, ήτοι έντεκα ολόκληροι μήνες μετά τη διάπραξη των αδικημάτων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η μακρά καθυστέρηση, σε υπόθεση μειωμένης σοβαρότητας όπως η παρούσα, απέληγε να είναι τόσο αδικαιολόγητη όσο και δυσμενής για τον εφεσείοντα ο οποίος είχε να αντιμετωπίσει στην καθημερινή ζωή [*503]του τη συνεχή προοπτική καταδίκης του για την εν λόγω υπόθεση, και δη ενδεχόμενη ποινή φυλάκισης η οποία και τελικά του επεβλήθη, ως απειλή και αγωνία. Παράλληλα η αδικαιολόγητα μακρά καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης υποβίβαζε έτι περαιτέρω την ήδη μειωμένη σοβαρότητά της και αναδείκνυε τους μετριαστικούς παράγοντες, ιδιαιτέρως την έλλειψη προηγουμένων καταδικών και την έμπρακτη μεταμέλεια και αναμόρφωση του εφεσείοντα, σε παράγοντες που δικαιολογούσαν επιεικέστερη ποινή.
2. Ενόψει των συνθηκών της παρούσας υπόθεσης, οι επιβληθείσες ποινές απολήγουν να είναι υπερβολικές ώστε η έφεση να επιτυγχάνει και οι επιβληθείσες ποινές να παραμερίζονται. Ο εφεσείων, ο οποίος έχει ήδη σχεδόν εκτίσει το ήμισυ της επιβληθείσας ποινής να αποφυλακισθεί άμεσα.
Η έφεση επιτράπηκε.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 4165/03), ημερ. 8/10/03, με την οποία του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές δίμηνης φυλάκισης σε αντίστοιχες κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών και κατοχής σκευών για τη λήψη ναρκωτικών.
Α. Σαουρής, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Παπαμιλτιάδους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Ο Εφεσείων είναι παρών.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραπονείται για συντρέχουσες ποινές δίμηνης φυλάκισης οι οποίες του επιβλήθησαν σε αντίστοιχες κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών και κατοχής σκευών για τη λήψη ναρκωτικών. Το ναρκωτικό ήταν 0,2 γραμμάρια φυτού κάνναβης, το δε σκεύος για τη λήψη ναρκωτικών ήταν μία πίπα καπνίσματος. Αυτά ανευρέθησαν στην οικία του εφεσείοντα σε έρευνα που έγινε με τη συγκατάθεσή του κατόπιν πληροφοριών. Με την ανεύρεσή τους, ο εφεσείων παραδέχθη αμέσως λέγοντας “Εν μια ψιλή, είμαι χρήστης.” Συνεπή στάση παραδοχής ενοχής και [*504]συνεργασίας τήρησε ο εφεσείων στο μετέπειτα στάδιο της διερεύνησης της υπόθεσης όπως και τελικά στο Δικαστήριο οπότε και του επεβλήθη ποινή επί της δικής του παραδοχής. Ο ευπαίδευτος συνήγορός του, μάλιστα, είχε τονίσει στην αγόρευσή του προς μετριασμό της ποινής ότι ο εφεσείων, όταν διαπράχθησαν τα αδικήματα, δεν ήταν παρά μόνο περιστασιακός χρήστης, παύοντας έκτοτε να είναι καθόλου χρήστης και αποδεικνύοντας τούτο με τη μετέπειτα συμπεριφορά του κατά το μεσολαβήσαν διάστημα του ενάμιση έτους. Σε αυτή τη βάση, σε συνάρτηση και με την έλλειψη προηγούμενων καταδικών αλλά και τη φύση και ποσότητα του ναρκωτικού, ζητήθηκε η επιείκεια του Δικαστηρίου.
Το Δικαστήριο δεν παραγνώρισε το γεγονός ότι ο εφεσείων είχε την κάνναβη για δική του χρήση, παραπέμποντας και στη νομολογία που καθορίζει ως λιγότερο έντονο το στοιχείο της αποτροπής στην περίπτωση χρηστών από ότι στην περίπτωση εμπόρων ναρκωτικών, με ανάλογο αντίκρισμα στην ποινή. Πέραν τούτου, έλαβε υπόψη του και τα ακόλουθα προς μετριασμό της ποινής.
“ - την παραδοχή του Κατηγορουμένου, η οποία ήταν άμεση και ως εκ τούτου βαρύνουσας σημασίας,
- την απολογία του,
- τη συνεργασία του με την αστυνομία,
- το καθαρό ποινικό του μητρώο,
- το γεγονός ότι η ανευρεθείσα ποσότητα ναρκωτικών ήταν πολύ μικρή,
- τις οικογενειακές και προσωπικές του περιστάσεις,
- και το γεγονός ότι η διαγωγή του μετά το συμβάν ήταν άμεμπτη.”
Όπως η έφεση συζητήθηκε ενώπιόν μας, το παράπονο του εφεσείοντα επικεντρώνεται όχι τόσο στο ότι οι ποινές θα ήσαν υπερβολικές αυτές καθ’ αυτές, που θα ήταν και δύσκολο να υποστηριχθεί έχοντας υπόψη τη νομολογία, αλλά στο ότι αυτές απολήγουν να είναι υπερβολικές καθόσον το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ορισμένες άλλες πτυχές της υπόθεσης πέραν εκείνων που το ίδιο ανέφερε ότι έλαβε υπόψη του. Συγκεκριμένα, εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, αν και ελήφθη υπόψη ότι ο εφεσείων ήταν χρήστης, δεν ελήφθη υπόψη ότι ήταν μόνο περιστασιακός και όχι εθισμένος χρήστης και το ότι επρόκειτο για πολύ “μαλακό” ναρκωτικό. Κυρίως δε, ότι υπήρξε μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης.
Οι δύο πρώτες αναφορές δεν καταδεικνύουν λανθασμένη καθοδήγηση του Δικαστηρίου. Ότι επρόκειτο για “μαλακό” ναρκωτικό εί[*505]ναι διάχυτο στην όλη απόφαση, έστω και αν δεν αναφέρθη ρητώς από τον ευπαίδευτο Δικαστή μεταξύ των μετριαστικών παραγόντων, αντανακλάται δε και στο ύψος της επιβληθείσας ποινής. Ότι ο εφεσείων ήταν μόνο περιστασιακός χρήστης, όπως είχε αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος του και δεν είχε αμφισβητήσει ο εκπρόσωπος της αστυνομίας, θα είχε κάποια σημασία που όμως απέληγε να είναι δευτερεύουσας φύσης καθόσον εν πάση περιπτώσει ελήφθη υπόψη το άμεμπτο της συμπεριφοράς του εφεσείοντα μετά από τη διάπραξη των αδικημάτων και μέχρι τη δίκη του.
Η τρίτη αναφορά όμως αναδεικνύει σοβαρότερο θέμα. Όπως προκύπτει από την πληροφόρησή μας, η έρευνα που αποκάλυψε τα αδικήματα έγινε στις 8.4.2002, που είναι και ο αναφερόμενος στο κατηγορητήριο χρόνος διάπραξης των αδικημάτων. Το κατηγορητήριο όμως δεν κατεχωρήθη παρά μόνο έντεκα ολόκληρους μήνες μετά, στις 7.3.2003. Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία δεν ήταν σε θέση να δώσει την παραμικρή εξήγηση, ούτε ασφαλώς δικαιολόγηση, για αυτή τη μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώρηση κατηγορητηρίου που αφορούσε μια πολύ απλή υπόθεση στην οποία όλα τα λιγοστά στοιχεία ήσαν εξαρχής στα χέρια της αστυνομίας αλλά και με δεδομένη τη στάση απόλυτης συνεργασίας του εφεσείοντα. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πρόκειτο για υπόθεση που αφορούσε μια ελαχιστότατη ποσότητα κάνναβης και που έτσι δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή, η μακρά καθυστέρηση απέληγε να είναι τόσο αδικαιολόγητη όσο και δυσμενής για τον εφεσείοντα ο οποίος είχε να αντιμετωπίσει στην καθημερινή ζωή του τη συνεχή προοπτική καταδίκης του για την εν λόγω υπόθεση, και δη ενδεχόμενη ποινή φυλάκισης η οποία και τελικά του επεβλήθη, ως απειλή και αγωνία. Παράλληλα, η αδικαιολόγητα μακρά καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπόθεσης υποβίβαζε έτι περαιτέρω την ήδη μειωμένη σοβαρότητά της και αναδείκνυε τους μετριαστικούς παράγοντες, ιδιαιτέρως την έλλειψη προηγουμένων καταδικών και την έμπρακτη μεταμέλεια και αναμόρφωση του εφεσείοντα, σε παράγοντες που δικαιολογούσαν επιεικέστερη ποινή.
Υπό αυτές τις συνθήκες φρονούμε ότι, στο σύνολο των στοιχείων που συνθέτουν την εικόνα της υπόθεσης, οι επιβληθείσες ποινές απολήγουν να είναι, συγκριτικά και με βάση το μέτρο που ο ευπαίδευτος Δικαστής καθόρισε, υπερβολικές ώστε η έφεση να επιτυγχάνει και οι επιβληθείσες ποινές να παραμερίζονται. Ο εφεσείων έχει ήδη εκτίσει σχεδόν ένα μήνα, που είναι και το ήμισυ, της επιβληθείσας ποινής. Κρίνοντας ότι έχει τιμωρηθεί επαρκώς, θα διατάξουμε την άμεση αποφυλάκισή του.
Η έφεση επιτρέπεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο