Γιωργαλλή Ελένη ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 21

(2004) 2 ΑΑΔ 21

[*21]23 Ιανουαρίου, 2004

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΕΛΕΝΗ ΓΙΩΡΓΑΛΛΗ,

Εφεσείουσα,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7453)

 

Αμελής οδήγηση ― Καταδίκη οδηγού αυτοκινήτου για αμελή οδήγηση, όταν, κατά την προσπάθειά της να στρίψει από λεωφόρο σε πάροδο δεξιά, απέκοψε την πορεία μοτοσικλετιστή ο οποίος ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση και τον οποίο παρέλειψε να δει ενώ είχε αυτή τη δυνατότητα ― Τα συμπεράσματα και οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα γεγονότα συμφωνούσαν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη ― Το Εφετείο δεν διαπίστωσε βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί την επέμβασή του προς ανατροπή των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Η εφεσείουσα οδηγούσε αυτοκίνητο στη λεωφόρο Κ. Μάτση με κατεύθυνση το συνοικισμό Λειβαδιών στην Επαρχία Λάρνακας με πρόθεση να εισέλθει σε δεξιά πάροδο σε σχέση με την πορεία της.  Τη στιγμή που επιχειρούσε να στρίψει με αργή κίνηση δεξιά στην πάροδο, το αυτοκίνητό της συγκρούστηκε με μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού η οποία ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση επί της λεωφόρου. Το πλάτος της λεωφόρου στο σημείο της σύγκρουσης ήταν 8 μέτρα.  Η σύγκρουση έγινε στη δεξιά πλευρά της λεωφόρου και σε απόσταση 7,70 μ. από την αριστερή πλευρά του δρόμου σε σχέση με την πορεία της εφεσείουσας.  Η ορατότητα της εφεσείουσας υπολογίστηκε στα 150 μ. περίπου από το σημείο του δυστυχήματος. Ο μοτοσικλετιστής υπέστη σωματικές κακώσεις από τη σύγκρουση.

Η εφεσείουσα κρίθηκε ένοχη κατηγορίας για αμελή οδήγηση, επειδή, στην προσπάθειά της να εισέλθει στην πάροδο, απόφραξε την πορεία της μοτοσικλέτας.  Η ενέργεια της εφεσείουσας κρίθηκε ότι συνιστούσε αμέλεια αναγόμενη σε παράλειψη άσκησης της φροντί[*22]δας και μέριμνας που η εφεσείουσα όφειλε υπό τις περιστάσεις στον οδηγό της μοτοσικλέτας.  

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της καταδίκης της για αμελή οδήγηση.

Αποφασίστηκε ότι:

Τα συμπεράσματα και οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα γεγονότα συνάδουν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη.  Δεν διαπιστώνεται βάσιμος λόγος που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των ευρημάτων στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Σωκράτους ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 1,

Triftarides v. Police (1968) 2 C.L.R. 140,

Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 202,

Charalambous v. Police (1982) 2 A.A.Δ. 134,

Ξιπτέρα ν. Κυπριανού (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1696,

Κουμής ν. Χίνη (2000) 1 Α.Α.Δ. 383,

Constantinou v. Katsouris (1975) 2 C.L.R. 188.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθεση Αρ. 1232/2002), ημερομηνίας 19/5/2003, με την οποία βρέθηκε ένοχη αμελούς οδήγησης με αποτέλεσμα την εμπλοκή της, στις 2/6/2002, σε τροχαίο ατύχημα με μοτοσυκλέτα μεγάλου κυβισμού.

Σ. Δράκος, για την Εφεσείουσα.

Κ. Λοΐζου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

[*23]ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα βρέθηκε ένοχη σε κατηγορία για αμελή οδήγηση και το δικαστήριο της επέβαλε ποινή προστίμου. Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της καταδίκης. Στο εφετήριο περιλαμβάνονται δέκα λόγοι έφεσης που αφορούν στην αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων και της μαρτυρίας καθώς και στην ορθότητα των συμπερασμάτων και διαπιστώσεων του δικάσαντος δικαστηρίου επί των γεγονότων της υπόθεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης θίγεται επίσης θέμα που άπτεται του τρόπου διεξαγωγής της διαδικασίας. Η εφεσείουσα αποδίδει στο δικαστήριο μεροληπτική σε βάρος της παρέμβαση, πλημμέλεια ασυμβίβαστη προς την ορθή ενάσκηση των καθηκόντων του δικαστηρίου.

Η κατηγορία για αμελή οδήγηση διατυπώθηκε εναντίον της εφεσείουσας με αφορμή τροχαίο δυστύχημα που έγινε στις 2.6.2002 στο χωριό Λειβάδια της επαρχίας Λάρνακας. Η εφεσείουσα, οδηγούσε αυτοκίνητο επί της λεωφόρου Κ. Μάτση με κατεύθυνση το συνοικισμό Λειβαδιών και με πρόθεση να εισέλθει στην οδό Καρπασίας, δεξιά πάροδο της λεωφόρου σε σχέση με την πορεία της. Τη στιγμή που η εφεσείουσα επιχειρούσε να στρίψει με αργή κίνηση δεξιά στην πάροδο, το αυτοκίνητό της συγκρούστηκε με μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού η οποία, καθώς διαπιστώθηκε, ερχόταν εξ αντιθέτου επί της λεωφόρου. Η σύγκρουση έγινε στη δεξιά πλευρά της λεωφόρου και σε απόσταση 7,70 μ. από την αριστερή πλευρά του δρόμου σε σχέση με την κατεύθυνση της εφεσείουσας. Το πλάτος της λεωφόρου στο μέρος που έγινε το δυστύχημα είναι 8 μέτρα. Η μοτοσικλέτα κτύπησε με δύναμη στην αριστερή πίσω πλευρά του αυτοκινήτου της εφεσείουσας. Ο καιρός ήταν αίθριος, η μέρα φωτεινή, η άσφαλτος ξηρή και η ορατότητα της εφεσείουσα υπολογίστηκε στα 150 μ. περίπου  από το σημείο του δυστυχήματος.

Εξαιτίας του δυστυχήματος, ο μοτοσικλετιστής υπέστη σωματικές κακώσεις και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο για περίθαλψη. Όταν κλήθηκε να καταθέσει στο δικαστήριο για τις συνθήκες του δυστυχήματος, ανέφερε πως δεν θυμόταν τίποτε. Στο δικαστήριο παρουσιάστηκε σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος και φωτογραφίες που λήφθηκαν στα πλαίσια των αστυνομικών εξετάσεων.

Η εφεσείουσα κατέθεσε ότι σταμάτησε στο ύψος της παρόδου αναμένοντας να περάσει ένα αυτοκίνητο που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση. Όταν πέρασε το αυτοκίνητο και ο δρόμος ήταν πλέον καθαρός άρχισε να στρίβει με χαμηλή ταχύτητα δεξιά για να εισέλθει στην πάροδο. Προτού το αυτοκίνητο της εισέλθει στην πάροδο έγινε η σύγκρουση με τη μοτοσικλέτα την οποία δεν είδε προηγουμένως.

Ο κ. Τζιρκαλλής (ΜΕ3) είναι εκτιμητής ζημιών οχημάτων και ειδικός ερευνητής τροχαίων δυστυχημάτων. Ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε ότι η ορατότητα από το σημείο της τελικής θέσης του αυτοκινήτου της εφεσείουσας ήταν 100 μ. και σύμφωνα με τη δική του εκτίμηση το αυτοκίνητο μετατοπίστηκε λόγω της σύγκρουσης κατά 14,6 μ. και όχι κατά 5 μ. όπως εκτίμησε ο αστυνομικός εξεταστής. Εδώ πρέπει να παρεμβάλουμε ότι η εφεσείουσα συμφώνησε με το σημείο σύγκρουσης που έχει σημειωθεί στο σχέδιο που ετοίμασε η αστυνομία. Ενόψει τούτου θεωρούμε πως η ακριβής απόσταση μετατόπισης του αυτοκινήτου δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για τους σκοπούς της υπόθεσης. Ο μάρτυρας στη βάση πραγματικών δεδομένων χρησιμοποίησε δύο μαθηματικούς τύπους για να προσδιορίσει την ταχύτητα της μοτοσικλέτας. Σύμφωνα με  μαθηματικούς υπολογισμούς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ταχύτητα της μοτοσικλέτας με βάση την πρώτη εξίσωση ήταν 116 χαω και με βάση τη δεύτερη 119,85 χαω. Εχουμε και πάλι την άποψη ότι οι ανάγκες της υπόθεσης δεν απαιτούσαν εξειδικευμένους υπολογισμούς για την ανεύρεση της ταχύτητας της μοτοσικλέτας ενόσω υπήρχαν άλλα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης στη βάση των οποίων θα μπορούσε να δοθεί απάντηση στο ζητούμενο δηλαδή, κατά πόσο η εφεσείουσα υπήρξε αμελής κατά τον κρίσιμο χρόνο και κάτω από τις δοσμένες συνθήκες.

Η εφεσείουσα ομολόγησε ότι δεν είδε τη μοτοσικλέτα άνκαι είχε ορατότητα 150 μ. και ότι η σύγκρουση έγινε όταν το αυτοκίνητό της βρισκόταν σχεδόν στο σημείο της συμβολής της παρόδου. Το κτύπημα της μοτοσικλέτας στην αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου ήταν βίαιο, γεγονός το οποίο, με βάση την πείρα και τη λογική, υποδηλώνει ότι η μοτοσικλέτα εκινείτο επί της Κ. Μάτση με κάποια ταχύτητα από κατεύθυνση αντίθετη εκείνης του αυτοκινήτου της εφεσείουσας. Η σύγκρουση των δύο οχημάτων έγινε στην πλευρά του δρόμου στην οποία εκινείτο η μοτοσικλέτα. Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού συνεκτίμησε τα πιο πάνω γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν τον πυρήνα των διαπιστώσεων του και με σωστή αναφορά στη νομολογία* η οποία διέπει το θέμα της αμέλειας των [*25]οδηγών μηχανοκινήτων οχημάτων κατέληξε στο λογικό συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα στην προσπάθειά της να εισέλθει στην πάροδο, απόφραξε την πορεία της εξ αντιθέτου ερχόμενης μοτοσικλέτας. Η ενέργεια της εφεσείουσας κρίθηκε ότι συνιστούσε αμέλεια αναγόμενη σε παράλειψη άσκησης της φροντίδας και μέριμνας που η εφεσείουσα όφειλε υπό τις περιστάσεις στον οδηγό της μοτοσικλέτας. Οταν η απόφραξη του δρόμου  συνδέεται ευθέως με το δυστύχημα και αποτελεί μέρος των γενεσιουργών αιτίων που το προκάλεσαν δικαιολογείται η απόδοση ευθύνης. Βλ. Ξιπτέρα ν. Κυπριανού (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1696, Κουμής ν. Χίνη (2000) 1 Α.Α.Δ. 383.

Η ποινική ευθύνη της εφεσείουσας για αμελή οδήγηση ορθά εντοπίστηκε στην παράλειψή της να ασκήσει το καθήκον της προσοχής και δέουσας παρατηρητικότητας που βαρύνει πάντοτε όλους τους οδηγούς κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Βλ.Constantinou v. Katsouris (1975) 2 C.L.R. 188. Στην προκείμενη περίπτωση η εφεσείουσα παρέλειψε να δει τη μοτοσικλέτα ενώ διατηρούσε αυτή τη δυνατότητα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε με προσοχή το σύνολο της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν του και την αξιοπιστία των μαρτύρων. Τα συμπεράσματα και οι διαπιστώσεις αναφορικά με τα γεγονότα συνάδουν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη. Δεν διαπιστώνουμε βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των ευρημάτων στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο.

Το παράπονο της εφεσείουσας για μεροληπτική παρέμβαση του δικαστηρίου δεν έχει τεκμηριωθεί. Εχουμε διεξέλθει τα πρακτικά της διαδικασίας και δεν εντοπίσαμε ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί το παράπονο. Εξάλλου στο διάγραμμα αγόρευσης του ευπαίδευτου δικηγόρου της εφεσείουσας δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά επί του θέματος ούτε παρέχονται στοιχεία προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού.

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο