Δημητρίου Ιάκωβος Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 46

(2004) 2 ΑΑΔ 46

[*46]3 Φεβρουαρίου, 2004

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΙΑΚΩΒΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7540)

 

Ποινή ― Κλοπή ― Πλαστογραφία εγγράφου ― Κυκλοφορία πλαστού εγγράφου ― Απόσπαση περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων ― Πλαστοπροσωπία ― Εφεσείων έκλεψε επιταγή £52,80 των Κοινωνικών Ασφαλίσεων την οποία αφού πλαστογράφησε, έθεσε σε κυκλοφορία και με ψευδείς παραστάσεις και πλαστοπροσωπία απέσπασε αγαθά και χρήματα ― Ομολογία και παραδοχή ― Αποζημίωση του δικαιούχου ― Μία προηγούμενη καταδίκη για παρόμοια αδικήματα ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης 3, 6, 6, 3 και 4 μηνών αντίστοιχα ― Δεν κρίθηκαν έκδηλα υπερβολικές.

Ποινή ― Αποτρεπτική ποινή ― Πρέπει να επιβάλλεται αναφορικά με το αδίκημα της κλοπής και πλαστογραφίας επιταγών, κυκλοφορίας τους, απόσπασης περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων και πλαστοπροσωπίας, ενόψει της έξαρσης στη διάπραξή τους.

Ο εφεσείων καταδικάσθηκε μετά από παραδοχή σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3, 6, 6, 3 και 4 μηνών αντίστοιχα, για τη διάπραξη των ακόλουθων αδικημάτων: κλοπής, πλαστογραφίας εγγράφου, κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, απόσπασης περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων και πλαστοπροσωπίας, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Η εγκληματική δράση του εφεσείοντος στην παρούσα υπόθεση συνίσταται στην κλοπή μιας επιταγής £52,80 των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, την οποία αφού πλαστογράφησε την έθεσε σε κυκλοφορία. Με ψευδείς παραστάσεις και πλαστοπροσωπία παρέδωσε την επιταγή σε ανυποψίαστο πρόσωπο αποσπώντας από αυτό αγαθά και χρήματα ίσης αξίας με το ποσό της επιταγής. Έδωσε θεληματική κατάθεση στην [*47]αστυνομία, ομολόγησε τις πράξεις του και ζήτησε συγνώμη. Ο εφεσείων βαρύνεται με μια προηγούμενη καταδίκη για παρόμοιες υποθέσεις για την οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι χρόνων η οποία μειώθηκε από το Εφετείο στα τέσσερα χρόνια.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την ποινή του ως έκδηλα υπερβολική.  Υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στους ακόλουθους δύο παράγοντες:

(α) στην πάροδο πέραν των τριών ετών μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος και της επιβολής της ποινής και (β) στην αποζημίωση του παραπονούμενου πριν την έναρξη της ποινικής δίωξης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Στην εκκαλούμενη απόφαση καταγράφονται οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος και φαίνεται ξεκάθαρα ότι λήφθηκαν και αυτές υπόψη ως παράγων για μετριασμό της ποινής.

2.  Το ποσό για το οποίο γίνεται λόγος είναι τόσο μικρό που σίγουρα δεν θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση του Δικαστηρίου στον καθορισμό της ποινής. Εξάλλου, η αποζημίωση του θύματος δεν αποτελεί βαρυσήμαντο στοιχείο. Ορθά επισημαίνει το Δικαστήριο ότι παρουσιάζεται επιτακτική η ανάγκη της αναχαίτισης και αποτροπής διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων με την επιβολή αποτρεπτικών ποινών χάριν της προστασίας των συναλλαγών που διεξάγονται με τη χρήση και κυκλοφορία των επιταγών ενόψη της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξή τους.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ιωάννου άλλως Μουσικός ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286,

Τσιακουρή ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 439,

Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2001) 2 A.A.Δ. 540,

Μενελάου ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 248.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα ο οποίος βρέθηκε ένοχος, κατόπιν παραδοχής σε κατηγορίες για κλοπή, πλαστογραφία εγγράφου, [*48]κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, απόσπαση περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων και πλαστοπροσωπία κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθεση Αρ. 10773/02), ημερομηνίας 30/10/2003, με την οποία του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3, 6, 6, 3 και 4 μηνών αντίστοιχα σε κάθε κατηγορία, ως ποινές έκδηλα υπερβολικές.

Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα.

Ηλ. Στεφάνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε κατηγορίες για κλοπή, πλαστογραφία εγγράφου, κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, απόσπαση περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων και πλαστοπροσωπία κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3, 6, 6, 3 και 4 μηνών αντίστοιχα σε κάθε κατηγορία. Με την παρούσα έφεση προσβάλλει την ποινή ως έκδηλα υπερβολική. Η αιτιολογία που αναφέρεται στο λόγο έφεσης διατυπώνεται ως εξής:

«Το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε κατά την επιβολή της ποινής ως προς το ότι δεν έλαβε επαρκώς υπόψιν ότι παρήλθαν πέραν των τριών (3) ετών από την διάπραξη του αδικήματος μέχρι την επιβολή της ποινής και εν τω μεταξύ είχαν αλλάξει ριζικά οι προσωπικές συνθήκες του Εφεσείοντα, αφού συνήψε γάμο και εξασφάλισε μόνιμη εργασία.

Περαιτέρω το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε κατά το ότι δεν έλαβε καθόλου υπόψιν ένα ουσιαστικό μετριαστικό παράγοντα, ήτοι ότι ο Εφεσείων αποζημίωσε τον παραπονούμενο και μάλιστα έξι (6) σχεδόν μήνες πριν την έναρξη της ποινικής δίωξης, γεγονός το οποίο το δικαστήριο το αντιπαρήλθε χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στην απόφαση, ως εάν να μην υπήρχε ή ως εάν να μην ετέθη κατά την αγόρευση προς μετριασμό της ποινής, ενώ είχε αναφερθεί, ο εισαγγελέας το επιβεβαίωσε και η σχετική απόδειξη κατετέθη ως τεκμήριο.»

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων μεταξύ 1.7.2001 και 31.7.2001 σε άγνωστη ημερομηνία για την Κατηγορούσα Αρχή, ο εφεσείων έκλεψε μια επιταγή £52,80 των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και αφού την πλαστογράφησε την έθεσε σε κυκλοφορία. Με ψευδείς παραστάσεις και πλαστοπροσωπία παρέδωσε την επιταγή σε ανυποψίαστο πρόσωπο από το οποίο απέσπασε χρήματα και αγαθά, ίσης αξίας με το ποσό της επιταγής. Σε θεληματική κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, ομολόγησε τις πράξεις του και ζήτησε συγνώμη. Βαρύνεται με προηγούμενη καταδίκη για παρόμοιες υποθέσεις για την οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι χρόνων η οποία μειώθηκε από το Εφετείο στα τέσσερα χρόνια.

Το πρωτόδικο δικαστήριο, κατόπιν ορθής αναφοράς των αρχών* οι οποίες διέπουν το θέμα της επιμέτρησης της ποινής σε παρόμοιες υποθέσεις, έλαβε υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής ότι και οι πέντε κατηγορίες αφορούσαν στο μικρό ποσό μιας επιταγής και το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την ημέρα διάπραξης των αδικημάτων μέχρι την επιβολή της ποινής. Το δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη ότι ο εφεσείων ομολόγησε αμέσως τις πράξεις του στην αστυνομία ότι είναι ηλικίας 52 χρόνων και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Παράλληλα, λήφθηκαν υπόψη η σοβαρότητα του αδικήματος και η έξαρση στη διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων. Ορθά επισημαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση ότι η προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντα περιόρισε τα περιθώρια της επιείκειας στην οποία θα εδικαιούτο αν δεν βαρυνόταν με αυτή την προηγούμενη καταδίκη. Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω στοιχεία, το δικαστήριο αποφάσισε ότι η αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για όλες τις κατηγορίες ήταν η  ποινή της άμεσης φυλάκισης.

Το παράπονο του εφεσείοντα ότι δεν λήφθηκε επαρκώς υπόψη η πάροδος μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την επιβολή της ποινής δεν ευσταθεί γιατί στην εκκαλούμενη απόφαση γίνεται λόγος για την καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί και σαφώς προκύπτει ότι η καθυστέρηση προσμέτρησε ως παράγων μετριαστικός της ποινής. Στην εκκαλούμενη απόφαση καταγράφονται οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα και ξεκάθαρα φαίνεται ότι λήφθηκαν και αυτές υπόψη ως παράγων για μετριασμό της ποινής. Είναι γεγονός ότι στην απόφαση δεν αναφέρεται ρητά ότι λήφθηκε υπόψη η πληρωμή του ποσού της επιταγής στο δικαιούχο πριν από την επιβολή της ποινής. [*50]Το ποσό για το οποίο γίνεται λόγος είναι τόσο μικρό που σίγουρα δεν θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση του δικαστηρίου στον καθορισμό της ποινής. Εξάλλου, η αποζημίωση του θύματος δεν αποτελεί βαρυσήμαντο στοιχείο. Βλ. Ανδρέας Κ. Μενελάου άλλως Καραμανλής ν. Αστυνομίας (2000) 2 A.A.Δ. 248. Ορθά επισημαίνει το δικαστήριο ότι η διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις και ως εκ τούτου παρουσιάζεται επιτακτική η ανάγκη της αναχαίτισης και αποτροπής διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων χάριν της προστασίας των συναλλαγών που διεξάγονται με τη χρήση και κυκλοφορία των επιταγών.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο