Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Λάμπρου Xαριλάουκαι Άλλων (2004) 2 ΑΑΔ 479

(2004) 2 ΑΑΔ 479

[*479]23 Σεπτεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

(Ποινική Έφεση Αρ. 7699)

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΛΑΜΠΡΟY ΧΑΡΙΛΑΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 7719)

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ACAPELLA MUSIC STORE LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 7699, 7719)

 

Απόδειξη ― Δικαστική γνώση (judicial notice) ― Δημόσια έγγραφα ― Άρθρο 7 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 ― Κάθε δημόσιο έγγραφο θα πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα .... και θα είναι δικαστικά γνωστό (judicially noticed) ― Έννοια του όρου «δημόσιο έγγραφο» το Άρθρο 7 του Κεφ. 1.

Ερμηνεία νόμων ― Μετάφραση νομοθεσίας ― Το κείμενο της μετάφρασης στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας του Αγγλικού κειμένου των Νόμων που ίσχυαν κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, δεν παράγει, από την ημερομηνία της δημοσίευσης της, νέο νομοθέτημα, αποτελεί απλώς την αυθεντική μετάφραση του Αγγλικού κειμένου του νόμου στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας ― Σε τέτοια περίπτωση το Αγγλικό κείμενο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς ερμηνείας όρου που λήφθηκε από την μετάφραση στα ελληνικά.

[*480]Λέξεις και Φράσεις ― “Register”, στο Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 και στο “Universal Dictionary of the English Language”.

Οι εφεσίβλητοι αντιμετώπιζαν κατηγορία για τη διάπραξη του αδικήματος της εμπορικής εκμετάλλευσης με τη μορφή πώλησης κινηματογραφικών ταινιών, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 4 και 5 του περί Προστασίας της Εμπορικής Εκμετάλλευσης Κινηματογραφικών Ταινιών Νόμου του 1990 (Ν. 159/90) όπως τροποποιήθηκε.

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος οι εφεσίβλητοι στις 16.7.2002 είχαν στην κατοχή τους και εξέθεταν προς πώληση 14 ψηφιακούς βιντεοδίσκους DVD, που περιείχαν κινηματογραφικά έργα που συμπεριλαμβάνοντο στον ετήσιο κατάλογο που καταρτίσθηκε και εκδόθηκε δυνάμει του Άρθρου 4 του Ν. 159/90 και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, αρ. Γνωστοποιήσεως 5807 ημερ. 26.10.2001.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έκαμε αναφορά στο Άρθρο 3 του Νόμου 159/90, σύμφωνα με το οποίο απαγορεύεται να τυγχάνει εμπορικής εκμετάλλευσης κινηματογραφικό έργο το οποίο περιλαμβάνεται στον ετήσιο κατάλογο που καταρτίζεται και εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 4, υπέδειξε ότι δεν καλείται να αποφασίσει κατά πόσο τα επίδικα έργα ήσαν πειρατικά ή όχι αλλά κατά πόσο περιλαμβάνοντο στον κατάλογο που αναγράφεται στις λεπτομέρειες του αδικήματος. Υπέδειξε επίσης, ότι στη μαρτυρία δεν γίνεται αναφορά στο συγκεκριμένο κατάλογο με αποτέλεσμα να παραμένει άγνωστο στο Δικαστήριο αν έχει καταρτισθεί οποιοσδήποτε κατάλογος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 4 του Νόμου, ποιο είναι το περιεχόμενό του και κατά πόσο τα συγκεκριμένα έργα περιλαμβάνοντο στον κατάλογο αυτό. Το Δικαστήριο αθώωσε και απάλλαξε τους εφεσίβλητους στο στάδιο της υποβολής εκ πρώτης όψεως υπόθεσης επειδή δεν είχε αποδειχθεί το συστατικό στοιχείο του αδικήματος «όπως τα έργα αυτά περιλαμβάνονται στον ετήσιο κατάλογο, όπως ρητά προνοεί το άρθρο».

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της αθωωτικής απόφασης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο κατάλογος που αναφέρεται ανωτέρω, αποτελεί “register” εντός της έννοιας του ορισμού “register” στο Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1.

2.  Σύμφωνα με το Άρθρο 7 του Κεφ. 1 κάθε «δημόσιο έγγραφο» «θα πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα ........... και θα εί[*481]ναι δικαστικά γνωστό (judicially noticed). Ο ορισμός «δημόσιο έγγραφο» (“public instrument”) περιλαμβάνει και τον όρο “register”. Ο όρος “register” περιλαμβάνεται στα έγγραφα για τα οποία το Δικαστήριο μπορεί να λάβει δικαστική γνώση (judicial notice).

3.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να λάβει δικαστική γνώση του σχετικού καταλόγου και δεν χρειαζόταν η προσαγωγή μαρτυρίας για απόδειξη της ύπαρξής του.

4.  Η επίδικη γνωστοποίηση αποτελεί μέρος της νομικής βάσης της κατηγορίας. Επομένως το Δικαστήριο μπορούσε να την αναζητήσει από την Επίσημη Εφημερίδα.

Οι εφέσεις επιτράπηκαν. Διατάχθηκε επανεκδίκαση από άλλο Δικαστή.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Jones v. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 355,

Attorney-General v. Panayiotides (1983) 2 C.L.R. 253.

Εφέσεις εναντίον αθωωτικής απόφασης.

Εφέσεις από το Γενικό Eισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Yπόθεση Aρ. 12561/2000), ημερομηνίας 26/4/2004, με την οποία οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι κατηγορήθηκαν επί μιας κατηγορίας για τη διάπραξη του αδικήματος της εμπορικής εκμετάλλευσης με τη μορφή πώλησης κινηματογραφικών ταινιών, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3, 4 και 5 του περί Προστασίας της Eμπορικής Eκμετάλλευσης Kινηματογραφικών Tαινιών Nόμου του 1990 (N. 159/90) όπως έχει τροποποιηθεί, αθωώθηκαν και απαλλάχθηκαν.

Αθ. Κανναουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Ανδρέου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι εκδικάστηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας (το Πρωτόδικο Δικαστήριο) επί μιας κατηγορίας για τη διάπραξη του αδικήματος της εμπορικής εκμετάλλευσης με τη μορφή πώλησης κινηματογραφικών ταινιών, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4 και 5 του περί Προστασίας της Εμπορικής Εκμετάλλευσης Κινηματογραφικών Ταινιών Νόμου του 1990 (Ν. 159/90) όπως έχει τροποποιηθεί.

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος οι εφεσίβλητοι «στις 16.7.2002 στο κατάστημα τους στην οδό Λόρδου Βύρωνος 50, στη Λάρνακα είχαν στην κατοχή τους και εξέθεταν προς πώληση 14 ψηφιακούς βιντεοδίσκους DVD, που περιείχαν κινηματογραφικά έργα που συμπεριλαμβάνοντο στον ετήσιο κατάλογο που καταρτίσθηκε και εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 4 του Νόμου για την προστασία της Εμπορικής Εκμετάλλευσης Κινηματογραφικών Ταινιών, αρ. 159/90 και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, αρ. Γνωστοποιήσεως 5807 ημερ. 26.10.2001 και περιελάμβανε τα ακόλουθα έργα:

«1.    Στον αριθμό 5 της γνωστοποίησης το AMERICA’S SWEETHEART (3 DVD),

2.  Στον αριθμό 9 της γνωστοποίησης το BLACK HAWK DOWN (2 DVD),

3.  Στον αριθμό 16 της γνωστοποίησης το JIMMY NEUTRON (4 DVD),

4.  Στον αριθμό 18 της γνωστοποίησης το MEAN MACHINE (5 DVD).»

Μετά το πέρας της υπόθεσης για την κατηγορία οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον τους επαρκώς ώστε να υποχρεωθούν να προβάλουν υπεράσπιση.

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έκαμε αναφορά στο άρθρο 3* του πιο πάνω Νόμου 159/90, υπέδειξε ότι δεν καλείται να αποφασίσει κατά πόσον τα επίδικα έργα ήσαν πειρατικά ή όχι αλλά κατά πόσον περιλαμβάνοντο στον κατάλογο που αναγράφεται στις λεπτομέρειες του αδικήματος. Υπέδειξε, επίσης, ότι στη μαρτυρία δεν γίνεται αναφορά στο συγκεκριμένο κατάλογο και στο περιεχόμενο του. Ως εκ τούτου – συμπλήρωσε – παραμένει άγνωστο στο Δικαστήριο αν έχει καταρτισθεί οποιοσδήποτε κατάλογος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4 του Νόμου, ποιο είναι το περιεχόμενο αυτού και κατά πόσον τα συγκεκριμένα έργα περιλαμβάνοντο στον κατάλογο αυτό.

Ακολούθως το Πρωτόδικο Δικαστήριο υπενθύμισε ότι συστατικό στοιχείο του αδικήματος είναι «όπως τα έργα αυτά να περιλαμβάνονται στον ετήσιο κατάλογο, όπως ρητά προνοεί το άρθρο». Εν όψει της έλλειψης οποιασδήποτε μαρτυρίας επί του σημείου αυτού το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον των εφεσιβλήτων και τους αθώωσε και απάλλαξε.

Η έφεση.

Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της πιο πάνω αθωωτικής απόφασης. Ο κ. Κανναουρίδης, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, υπέβαλε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε πλημμελώς τον πιο πάνω Νόμο 159/90 και την Γνωστοποίηση με αρ. 5807, επί των πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης. Αυτό γιατί «ο ετήσιος κατάλογος που περιέχει τα κινηματογραφικά έργα, που αφορούν την παρούσα υπόθεση, αναφορά των οποίων γίνεται στη γνωστοποίηση αρ. 5807 της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας ημερ. 26.10.2001, δεν ήταν αναγκαίο να κατατεθεί ως τεκμήριο στο εν λόγω Δικαστήριο, αφού για την ύπαρξη του υπάρχει Δικαστική γνώση (judicial notice)».

Νομικό βάθρο της πιο πάνω θέσης του κ. Κανναουρίδη ήταν το άρθρο 7* του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 σε συνδυασμό με τον ορισμό των όρων «public instrument» («δημόσιο έγγραφο»)** και «register» («αρχείο»)* που συναντούμε στο άρθρο 2 του Κεφ. 1.

Σημειώνουμε ότι ο όρος «αρχείο» έχει ληφθεί από την μετάφραση στα ελληνικά του όρου “register”** από το Αγγλικό Πρωτότυπο του Κεφ. 1. Θεωρούμε ωστόσο ότι η ελληνική μετάφραση – «αρχείο» - του όρου “register” δεν αποδίδει ορθά το νόημα αυτού του όρου. Έχει νομολογηθεί ότι το κείμενο της μετάφρασης στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας του Αγγλικού κειμένου των Νόμων που ίσχυαν κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας – όπως είναι το Κεφ. 1 – δεν παράγει, από την ημερομηνία της δημοσίευσης της, νέο νομοθέτημα, αποτελεί απλώς την αυθεντική μετάφραση του Αγγλικού κειμένου του νόμου στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας (βλ. Jones v. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 355, 360 – απόφαση Αρτεμίδη, Δ., όπως ήταν τότε). Εφόσον το κείμενο της μετάφρασης δεν παράγει νέο νομοθέτημα μπορούμε να καταφύγουμε στο Αγγλικό κείμενο για σκοπούς ερμηνείας του σχετικού όρου.

Σύμφωνα με το “Universal Dictionary of the English Language” “register” σημαίνει “roll, record, catalogue, list, …. a record of events, proceedings, names & c. esp. an official record kept for authoritative reference”.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω κρίνουμε ότι ο κατάλογος που έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 26.10.2001 με αρ. Γνωστοποίησης 5807 αποτελεί “register”  εντός της έννοιας του ορισμού του όρου “register” που βρίσκουμε στο άρθρο 2 του Κεφ. 1. Αυτό γιατί ο εν λόγω κατάλογος τηρείται ή χρησιμοποιείται με βάση την εξουσία που παρέχεται από το άρθρο 3 του Νόμου 159/1990 όπως απαιτείται από το άρθρο 2 του Κεφ. 1 (ορισμός του όρου “register”).

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κεφ. 1 (έχει παρατεθεί στη σελ. 4, πιο πάνω) κάθε «δημόσιο έγγραφο» «θα πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα ... και θα είναι δικαστικά γνωστό (judicially noticed). Ο ορισμός «δημόσιο έγγραφο» (“public instrument”) περιλαμβάνει και τον όρο “register”. Ο όρος “register” περιλαμβάνεται στα έγγραφα για τα οποία το Δικαστή[*485]ριο μπορεί να λάβει δικαστική γνώση (judicial notice).

Στην The Attorney-General of the Republic v. Panayiotides (1983) 2 C.L.R. 253 κρίθηκε ότι το Δικαστήριο μπορούσε να λάβει δικαστική γνώση ειδοποίησης που είχε εκδοθεί δυνάμει του Καν. 55(1) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών, γιατί η ειδοποίηση αποτελούσε «δημόσιο έγγραφο» (“public instrument”), εντός της έννοιας του αρ. 7 του Κεφ. 1 το οποίο – δημόσιο έγγραφο – περιλάμβανε και την ειδοποίηση. Mε αναφορά στα κρατούντα στην Αγγλία όπου η αντίστοιχη του δικού μας άρθρου 7 πρόνοια της Αγγλικής Interpretation Act, 1889 – άρθρο 9 – εφαρμόζεται μόνο στους Νόμους και όχι στα δημόσια έγγραφα, λέχθηκε, επίσης, ότι η ορθή πρακτική, εκτός σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεν αποτελείται από την απόρριψη της κατηγορίας για το λόγο ότι ένα δημόσιο έγγραφο δεν έχει αποδειχθεί δεόντως αλλά το ζήτημα τυγχάνει χειρισμού ως τεχνικό ζήτημα και παρέχεται η ευκαιρία στην Κατηγορούσα Αρχή να αποδείξει το δημόσιο έγγραφο.

Έχουμε, επομένως, την άποψη ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να λάβει δικαστική γνώση του σχετικού καταλόγου και δεν χρειαζόταν η προσαγωγή μαρτυρίας για απόδειξη της ύπαρξής του.

Τέλος θα πρέπει να πούμε, ίσως ως εκ περισσού, ότι όπως είναι διατυπωμένες οι λεπτομέρειες του αδικήματος (βλ. σελ. 2-3, πιο πάνω) η επίδικη γνωστοποίηση αποτελεί μέρος της νομικής βάσης της κατηγορίας. Επομένως το Πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να την αναζητήσει από την Επίσημη Εφημερίδα.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η έφεση επιτρέπεται. Η αθώωση των εφεσιβλήτων παραμερίζεται και διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης κατ’ ανάγκη από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

Οι εφέσεις επιτρέπονται. Διατάσσεται επανεκδίκαση από άλλο Δικαστή.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο