Ιωάννου Κωνσταντίνος Ελευθερίου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 582

(2004) 2 ΑΑΔ 582

[*582]10 Νοεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7581)

 

Ποινή ― Κατοχή εκρηκτικών υλών, ήτοι μιας αμυντικής χειροβομβίδας, δύο πυροκροτητών, τριών αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών τύπου υδροσωλήνα και μιας χειροβομβίδας αγνώστου τύπου κατά παράβαση του Άρθρου 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54 ― Απόπειρα καταστροφής περιουσίας με αμυντική χειροβομβίδα, κατά παράβαση του Άρθρου 325 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Κατοχή αεροβόλου όπλου χωρίς πιστοποιητικό εγγραφής κατά παράβαση των Άρθρων 7(1)(β)(6)(β) και 28 του περί Πυροβόλων Όπλων Νομου 38/74, όπως τροποποιήθηκε ― Εθελοντική αποκάλυψη των αδικημάτων μέσα στα πλαίσια επιθυμίας του εφεσείοντος για την απαρχή νέας ζωής ― Παραδοχή ― Πάροδος μεγάλης χρονικής περιόδου από τη διάπραξη των αδικημάτων ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Προσωπικές περιστάσεις εφεσείοντος συνέθεταν μια ευνοϊκή εικόνα για τον ίδιο ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης: 2½ χρόνων, 2 χρόνων, 2½ χρόνων και 2½ χρόνων αντίστοιχα, σε κάθε κατηγορία αναφορικά με την κατοχή εκρηκτικών υλών, 3 χρόνων στην κατηγορία απόπειρας καταστροφής περιουσίας με αμυντική χειροβομβίδα και 2 μηνών στην κατηγορία κατοχής αεροβόλου όπλου ― Κρίθηκαν έκδηλα υπερβολικές και μειώθηκαν κατ’ έφεση σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 16, 12, 16 και 16 μηνών σε κάθε κατηγορία αναφορικά με την κατοχή εκρηκτικών υλών και 18 μηνών φυλάκισης στην κατηγορία απόπειρας καταστροφής περιουσίας.

Ποινή ― Αναστολή ποινής φυλάκισης ― Προϋποθέσεις που καθιερώθηκαν με τον περί της Υφ’ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμο του 1972 όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 186(Ι)/2003, Άρθρο 3(2) ― Η προϋπόθεση για εξαιρετικές περιστάσεις δεν συμπεριλαμβάνεται.

[*583]Στα πλαίσια διενέργειας αστυνομικών ανακρίσεων για τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού στη Λεμεσό στις 8.1.2001, ο εφεσείων, εναντίον του οποίου δεν είχε προκύψει τίποτε το ενοχοποιητικό, αποκάλυψε στην Αστυνομία ότι συμμετείχε σε διάφορα παρόμοια προηγούμενα ποινικά αδικήματα. Μετά τη συμπλήρωση της κατάθεσης του ο εφεσείων συνελήφθηκε και ακολούθως οδήγησε τους ανακριτές του σε διάφορες τοποθεσίες που είχαν σχέση με τα αδικήματα που είχε αποκαλύψει.

Το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχο τον εφεσείοντα σε 4 κατηγορίες για κατοχή εκρηκτικών υλών, μια κατηγορία για απόπειρα καταστροφής περιουσίας με αμυντική χειροβομβίδα και μία κατηγορία για κατοχή αεροβόλου όπλου χωρίς πιστοποιητικό εγγραφής και του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης (οι οποίες αναφέρονται αντίστοιχα για κάθε κατηγορία στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις) κυμαινόμενες μεταξύ 3 ετών και 2 μηνών. Ο εφεσείων εφεσίβαλε τις ποινές ως έκδηλα υπερβολικές δεδομένης της μεγάλης χρονικής περιόδου που έχει παρέλθει από τη διάπραξη των αδικημάτων, της εθελοντικής αποκάλυψής τους και των ευνοϊκών προσωπικών του συνθηκών. Ισχυρίστηκε επίσης ότι οι ποινές θα έπρεπε να ανασταλούν.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχθηκε την έφεση αναφορικά με το ύψος των επιβληθεισών ποινών και αποφάνθηκε ότι:

1. Η ενθάρρυνση προσώπων που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματικές πράξεις να προβαίνουν σε ομολογίες βοηθώντας την Αστυνομία στην εξιχνίαση εγκλημάτων, εμπίπτει μέσα στα πλαίσια του δημόσιου συμφέροντος. Έτσι μπορεί να λεχθεί ότι η επίδειξη επιείκειας αποτελεί μια πρακτική αμοιβή για την ενθάρρυνση αποκάλυψης πληροφοριών που οδηγούν στην εξιχνίαση ποινικών αδικημάτων.

2. Η εκούσια αποκάλυψη από τον εφεσείοντα των στοιχείων που οδήγησαν στην καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης δεν εκτιμήθηκε ορθά στον καθορισμό του ύψους της ποινής. Επομένως οι επιβληθείσες ποινές μειώνονται σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 16, 12, 16 και 16 μηνών στις κατηγορίες κατοχής εκρηκτικών υλών και 18 μηνών στην κατηγορία απόπειρας καταστροφής περιουσίας.

3. Το Κακουργιοδικείο έλαβε δεόντως υπόψη τα ελαφρυντικά του εφεσείοντος και δεν κατέληξε σε εσφαλμένη απόφαση όταν απέρριπτε αίτημά του για έκδοση διατάγματος αναστολής της επιβληθείσας ποινής. Τα συμπεράσματά του ήταν απόλυτα ορθά και δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τυχόν επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή τους.

Η έφεση επιτράπηκε μερικώς.

[*584]Αναφερόμενη υπόθεση:

Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 1 Α.Α.Δ. 355.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού, (Υπόθεση Αρ. 18878/2002), ημερομηνίας 14/1/2004, με την οποία βρέθηκε ένοχος, κατόπιν παραδοχής, για παραβάσεις άρθρων του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54, του Άρθρου 325 του Κεφ. 154 και των Άρθρων 7(1)(β), (6)(β) και 28 του περί Πυροβόλων Όπλων Νόμου, Ν. 38/74, όπως τροποποιήθηκε, και του επιβλήθηκαν στις 15/1/2004, ποινές φυλάκισης 2½ χρόνων στην κατηγορία της κατοχής μιας αμυντικής χειροβομβίδας (1η κατηγορία), 3 χρόνων στην κατηγορία απόπειρας καταστροφής με αμυντική χειροβομβίδα (2η κατηγορία), 2 χρόνων στην κατηγορία κατοχής δύο πυροκροτητών χωρίς άδεια (4η κατηγορία), 2½ χρόνων στην κατηγορία κατοχής τριών αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (6η κατηγορία), ως ποινών έκδηλα υπερβολικών καθώς και εναντίον του εσφαλμένου της απόφασης για μη αναστολή των ποινών φυλάκισης.

Α. Ευτυχίου και για Κ. Σαββίδη, για τον Εφεσείοντα.

Χ. Χρυσάνθου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α) Τα γεγονότα.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα διαφόρων ποινών φυλάκισης που του επιβλήθηκαν από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού αναφορικά με κατοχή εκρηκτικών υλών. Πιο συγκεκριμένα ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή στις πιο κάτω κατηγορίες:

1η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Κατοχή μιας αμυντικής χειροβομβίδας χωρίς άδεια (κατά παράβαση του άρθρου 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νό[*585]μου Κεφ. 54),

2η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Απόπειρα καταστροφής περιουσίας με αμυντική χειροβομβίδα (κατά παράβαση του άρθρου 325 του Κεφ. 154),

4η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Κατοχή δύο πυροκροτητών χωρίς άδεια (κατά παράβαση του άρθρου 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54),

6η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Κατοχή τριών αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών τύπου υδροσωλήνα (κατά παράβαση του άρθρου 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54),

8η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Κατοχή μιας χειροβομβίδας άγνωστου τύπου (κατά παράβαση του άρθρου 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54),

10η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Κατοχή αεροβόλου όπλου χωρίς πιστοποιητικό εγγραφής (κατά παράβαση των άρθρων 7(1)(β)(6)(β) και 28 του περί Πυροβόλων Όπλων Νόμου 38/74, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 166/87).

Μετά την παραδοχή του εφεσείοντος στις πιο πάνω κατηγορίες, η Κατηγορούσα Αρχή ανέστειλε την ποινική δίωξη και ο εφεσείων απηλλάγηκε από τις κατηγορίες 3, 5, 7, 9 και 11.

Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως είχαν παρουσιασθεί από την Κατηγορούσα Αρχή η Αστυνομία, στα πλαίσια της διενέργειας ανακρίσεων για την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού στη Λεμεσό στις 8/1/2001, κάλεσε προς ανάκριση και τον εφεσείοντα. Μετά τη συμπλήρωση της ανάκρισης η οποία δεν κατέληξε σε οτιδήποτε ενοχοποιητικό για τον εφεσείοντα, ο τελευταίος προθυμοποιήθηκε να συνεργαστεί με την Αστυνομία σχετικά με παρόμοιες παλιές ανεξιχνίαστες για την Αστυνομία υποθέσεις. Προς τούτο προέβηκε αμέσως σε μια θεληματική κατάθεση αποκαλύπτοντας τη συμμετοχή του σε διάφορα παρόμοια προηγούμενα ποινικά αδικήματα. Μετά τη συμπλήρωση της κατάθεσης του ο εφεσείων συνελήφθηκε και ακολούθως οδήγησε τους ανακριτές του σε διάφορες τοποθεσίες που είχαν σχέση με τα αδικήματα που είχε αποκαλύψει.

[*586]Σύμφωνα με την αποκαλυπτική ενοχοποιητική κατάθεση του εφεσείοντος, ο τελευταίος είχε πάρει τις δύο χειροβομβίδες από τον πατέρα του, που τις είχε φυλαγμένες από το 1974. Έριξε την πρώτη χειροβομβίδα στις 18/11/97 στο αυτοκίνητο κάποιου προσώπου που σχετιζόταν με την πρώην αρραβωνιαστικιά του, προκαλώντας στο όχημα ζημιές ύψους £300. Τη δεύτερη χειροβομβίδα την κατέστρεψε ρίχνοντάς την σε ένα άδειο οικόπεδο στον Άγιο Σύλα στον Ύψωνα. Για την έκρηξη αυτή δεν υπήρξε οποιαδήποτε καταγγελία στην Αστυνομία και δεν ανευρέθηκε οποιοδήποτε τεκμήριο στο χώρο που υπέδειξε ο εφεσείων. Τους δύο πυροκροτητές τους είχε κατασκευάσει ο ίδιος και το 1997 τους έδωσε σε ένα τρίτο πρόσωπο. Τους τρεις αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς τύπου υδροσωλήνα τους είχε επίσης κατασκευάσει ο ίδιος και το 1997-98 τους παρέδωσε σε ένα τρίτο πρόσωπο. Το αεροβόλο του το είχε παραδώσει ένα πρόσωπο που δεν κατονόμασε, για αποπληρωμή μηχανολογικής εργασίας που είχε κάμει προς όφελος του προσώπου αυτού.

Μετά την παράθεση των γεγονότων από την Κατηγορούσα Αρχή και των ελαφρυντικών στοιχείων εκ μέρους του εφεσείοντος, το Κακουργιοδικείο καταδίκασε τον εφεσείοντα σε ποινές φυλάκισης

  (i) 2½ χρόνων στην κατηγορία της κατοχής μιας αμυντικής χειροβομβίδας (1η κατηγορία),

 (ii) 3 χρόνων στην κατηγορία απόπειρας καταστροφής με αμυντική χειροβομβίδα (2η κατηγορία),

(iii) 2 χρόνων στην κατηγορία κατοχής δύο πυροκροτητών χωρίς άδεια (4η κατηγορία),

(iv) 2½ χρόνων στην κατηγορία κατοχής τριών αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (6η κατηγορία),

(v)  2½ χρόνων για την κατοχή μιας χειροβομβίδας (8η κατηγορία) και

(vi) 2 μηνών στην κατηγορία κατοχής αεροβόλου όπλου χωρίς πιστοποιητικό εγγραφής (10η κατηγορία).

(β) Η έφεση.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι

[*587](i) Οι ποινές ήταν υπέρμετρα υπερβολικές γιατί το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τη μεγάλη χρονική περίοδο που έχει παρέλθει από τη διάπραξη των αδικημάτων, την εθελοντική αποκάλυψη των αδικημάτων, όπως επίσης και τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος και ότι

(ii)          Οι ποινές φυλάκισης θα έπρεπε να ανασταλούν.

(i) Οι ποινές φυλάκισης ήταν υπέρμετρα υπερβολικές.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί τα αδικήματα τα οποία διέπραξε ο εφεσείων έλαβαν χώρα το 1997, επτά δηλαδή χρόνια προηγουμένως, κατόπιν της δικής του ομολογίας. Είναι η θέση του εφεσείοντος ότι το χρονικό αυτό διάστημα των επτά χρόνων, η εθελοντική αποκάλυψη των αδικημάτων, όπως επίσης και οι προσωπικές του συνθήκες, δεν αξιολογήθηκαν ορθά στον καθορισμό της ποινής φυλάκισης. Το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη τον παράγοντα της καθυστέρησης, σημειώνοντας ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ της διάπραξης των αδικημάτων και της επιβολής της ποινής “είναι ιδιαζόντως μεγάλο”, αφού πρόκειται “για αδικήματα που διαπράχθηκαν πριν 6-7 χρόνια”. Όμως το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι παρά το χρονικό αυτό διάστημα η επιβολή της ποινής φυλάκισης ήταν επιβεβλημένη, υιοθετώντας το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Γ. Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 1 Α.Α.Δ. 355 (σ. 361):

“Έχει νομολογηθεί ότι η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, ειδικά αναφορικά με το είδος της ποινής, δηλαδή αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Εκτός στις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο, είναι ανεπιθύμητη η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα της διάπραξης του αδικήματος – (βλ., μεταξύ άλλων Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου (1991) 2 Α.Α.Δ. 5, σελ. 10 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Τέλλα (1991) 2 Α.Α.Δ. 71, σελ. 77)”

Αναφορικά με τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη στον καθορισμό του χαρακτήρα και του ύψους των ποινών ότι ο εφεσείων,

(i) Οικειοθελώς και αυτοβούλως απεκάλυψε στην Αστυνομία τη διάπραξη των αδικημάτων,

[*588](ii)     Είναι λευκού ποινικού μητρώου,

(iii)        Έχει προβεί σε παραδοχές των κατηγοριών στο Δικαστήριο,

(iv)        Είχε υποστεί σοβαρά τραύματα σε τροχαίο ατύχημα το 1998, με επακόλουθο την εμφάνιση διαταραχών νευρολογικής φύσης,

όπως επίσης και την ευνοϊκή εικόνα που παρουσιάζει γι’ αυτόν η Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Ταυτόχρονα όμως το Κακουργιοδικείο, αφού σημείωσε τη σοβαρότητα των αδικημάτων και την αναγκαιότητα επιβολής αυστηρών αποτρεπτικών ποινών, κατέληξε στην επιβολή των ποινών φυλάκισης, η ορθότητα της χρονικής διάρκειας των οποίων αμφισβητείται.

Η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με την έκταση της ποινής δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Ο εφεσείων μετά τη συμπλήρωση της ανάκρισης στην οποία υποβλήθηκε για ποινικές υποθέσεις που ήταν άσχετες με την παρούσα διαδικασία και αφού δεν προέκυψε οτιδήποτε ενοχοποιητικό εναντίον του, αποφάσισε να προβεί σε μια θεληματική κατάθεση για να βοηθήσει την Αστυνομία να εξιχνιάσει άλλες παλιές υποθέσεις που παρέμεναν εκκρεμούσες, δηλώνοντας ότι, “Επειδή παντρεύτηκα και θέλω να σταθώ στην οικογένεια μου αποφάσισα να ξεκόψω από τούτες τες παλιοδουλειές που έμπλεξα παλιά και θέλω να σου πω ούλλη την αλήθκεια για να ποκαθαρίσω.”

Ακολούθως, αφού προέβηκε σε μια αναφορά στην εκ μέρους του κατασκευή μερικών βομβών χρησιμοποιώντας τις εμπειρίες του για την κατασκευή εκρηκτικών που απέκτησε από τη θητεία του στο στρατό, αποκάλυψε και τις λεπτομέρειες πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η καταχώριση των κατηγοριών της παρούσας υπόθεσης, τις οποίες έχει παραδεχθεί. Σαν επίλογο της θεληματικής του κατάθεσης ο εφεσείων δήλωσε ότι, “Τούτα που σου είπα πιο πάνω είναι ότι έκαμα τζαι γνωρίζω. Είπα τζαι καθάρισα επειδή θέλω να αλλάξω στράταν.”

Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος συνθέτουν μια ευνοϊκή εικόνα για τον ίδιο. Ο εφεσείων αφού φοίτησε μέχρι τη Γ΄ τάξη Γυμνασίου μεταγράφηκε στην Τεχνική Σχολή, αφού η επίδοση του στα μαθήματα ήταν χαμηλή και ειδικεύτηκε ως μηχανικός αυτοκινήτων. Ακολούθως εργάστηκε αρχικά ως μηχανικός και αργότερα στην επιχείρηση εκτροφής κατόπουλων του πατέρα του. Το 1997 αρραβωνιάστηκε αλλά ο αρραβώνας του διαλύθηκε μετά από [*589]οκτώ μήνες. Το 1998 είχε εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα με αποτέλεσμα να υποστεί κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Παρέμεινε σε κωματώδη κατάσταση για έξι μήνες και η νοσηλεία του κράτησε ένα χρόνο. Μετά το δυστύχημα παρουσιάζει κενά στη μνήμη του. Ο εφεσείων παντρεύτηκε το 2000 μια κοπέλα από τις Φιλιππίνες που είχε ένα παιδί από προηγούμενο δεσμό της στην Κύπρο. Μαζί με την πιο πάνω ο εφεσείων απέκτησε ένα παιδί ηλικίας σήμερα 4½ χρόνων, ενώ ταυτόχρονα έχει αναλάβει και την ανατροφή του άλλου παιδιού της γυναίκας του. Ο ίδιος εργάζεται στην επιχείρηση του πατέρα του κερδίζοντας £480 μηνιαίως, ενώ η γυναίκα του εργάζεται το πρωΐ στο Υδροπάρκο (κερδίζοντας £600 μηνιαίως) και τα απογεύματα σε κατάστημα κατασκευής έτοιμων φαγητών (κερδίζοντας £400 μηνιαίως).

Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια η προσέγγιση του Κακουργιοδικείου κρίνεται αυστηρή. Η εκούσια αποκάλυψη από τον εφεσείοντα των στοιχείων που οδήγησαν στην καταχώριση της παρούσας υπόθεσης δεν έχει εκτιμηθεί ορθά στον καθορισμό του ύψους της ποινής. Αναμφίβολα τα αδικήματα τα οποία αποκάλυψε ο εφεσείων είναι σοβαρά και η σοβαρότητά τους επιβάλλει την ποινή φυλάκισης. Όμως η θεληματική ομολογία του εφεσείοντος μέσα στα πλαίσια της δήλωσης του για την απαρχή μιας νέας ζωής δεν μπορεί παρά να έχει τον ανάλογο αντίκτυπο στην έκταση της ποινής. Η ενθάρρυνση προσώπων που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματικές πράξεις να προβαίνουν σε ομολογίες βοηθώντας την Αστυνομία στην εξιχνίαση εγκλημάτων, εμπίπτει μέσα στα πλαίσια του δημόσιου συμφέροντος. Έτσι μπορεί να λεχθεί ότι η επίδειξη επιείκειας αποτελεί μια πρακτική αμοιβή για την ενθάρρυνση αποκάλυψης πληροφοριών που οδηγούν στην εξιχνίαση ποινικών αδικημάτων. (Βλ. “Sentencing in Cyprus” του Γ. Πική, σελ. 28).

Στην παρούσα περίπτωση η εθελοντική αποκάλυψη από τον εφεσείοντα στοιχείων που οδήγησαν στην εξιχνίαση ποινικών αδικημάτων που είχαν διαπραχθεί από τον ίδιο, που ήταν άγνωστα και/ή παρέμειναν ανεξιχνίαστα στους φακέλους της Αστυνομίας πρέπει να αντικατοπτρίζεται στο ύψος της ποινής. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια οι ποινές φυλάκισης μειώνονται ως ακολούθως:

  (i)        16 μήνες φυλάκιση στην 1η κατηγορία,

 (ii)        18 μήνες φυλάκιση στη 2η κατηγορία,

(iii)        12 μήνες φυλάκιση στην 4η κατηγορία,

(iv)        16 μήνες φυλάκιση στην 6η κατηγορία,

 (v)        16 μήνες φυλάκιση στην 8η κατηγορία,

(vi)          2 μήνες φυλάκιση στην 10η κατηγορία (όπως προηγουμένως).

[*590]Οι πιο πάνω ποινές θα συντρέχουν.

(ii) Η μη αναστολή των ποινών φυλάκισης είναι λανθασμένη.

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντος ότι η απόφαση του Κακουργιοδικείου να μην αναστείλει τις επιβληθείσες ποινές φυλάκισης είναι λανθασμένη. Και τούτο γιατί,

  (i)         Τα αδικήματα διαπράχθηκαν πριν από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα,

 (ii)         Εξιχνιάστηκαν μετά την αποκάλυψη τους από τον εφεσείοντα,

(iii)         Οι συνέπειες που προέκυψαν ήταν ελάχιστες ή ανύπαρκτες,

(iv)         Ήταν μεμονωμένα περιστατικά σε σχέση με την υπόλοιπη ζωή του εφεσείοντος και δεν σχετίζονταν με το οργανωμένο έγκλημα.

Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η σύναψη γάμου από τον εφεσείοντα μετά τη διάπραξη των αδικημάτων και η δημιουργία οικογένειας με δύο ανήλικα παιδιά ηλικίας 5 και 1½ χρόνων (το ένα από προηγούμενο δεσμό της συζύγου του), σε συνδυασμό με τα σοβαρά τραύματα που υπέστηκε σε τροχαίο ατύχημα το 1998 και την έλλειψη προηγούμενων καταδικών, είναι στοιχεία που μπορούσαν να οδηγήσουν στην αναστολή των ποινών φυλάκισης.

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί του Υφ’ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου (αρ. 95/72 όπως είχε τροποποιηθεί με το Νόμο 41(1)/97), μια ποινή φυλάκισης μπορούσε να ανασταλεί από ένα δικαστήριο έχοντας υπόψη “τις εξαιρετικές περιστάσεις της υπόθεσης ή τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου”. Η απαίτηση για εξαιρετικές περιστάσεις δεν συμπεριλήφθηκε στη νέα τροποποίηση του Νόμου 95/72 με το Νόμο 186(Ι)/2003, το άρθρο 3(2) του οποίου προνοεί ότι,

“Το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορουμένου.”

Το Κακουργιοδικείο εξετάζοντας την πιθανότητα αναστολής της ποινής φυλάκισης έλαβε υπόψη την εισήγηση του εφεσείοντος [*591]ότι έχει διαρρεύσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από τη διάπραξη των αδικημάτων, ότι ο εφεσείων διάγει έκτοτε ένα σταθερό και έντιμο βίο δημιουργώντας τη δική του οικογένεια και ότι έχει υποστεί σοβαρά τραύματα ως αποτέλεσμα του ατυχήματος που είχε το 1998. Όμως το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα πιο πάνω στοιχεία δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως στοιχεία που μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αναστολή της ποινής. Όπως σημειώθηκε στη σχετική απόφαση,

“Σε σχέση με τούτο θα πρέπει να πούμε ότι έχουμε πράγματι λάβει σοβαρά υπόψη αυτούς τους παράγοντες και στον υπολογισμό του ύψους της ποινής έγινε πρόνοια έτσι ώστε ο κατηγορούμενος να επανενταχθεί στην κοινωνία και να επανέλθει στη ζωή που έχει δημιουργήσει τώρα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η αναστολή όμως της εκτέλεσης των ποινών, είναι κατά την άποψη μας υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης μέτρο απρόσφορο λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας των αδικημάτων, της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξη τους και της αναγκαιότητας αποτροπής. Τα προσωπικά δε περιστατικά του κατηγορούμενου και τα όλα περιστατικά της υπόθεσης δεν θα δικαιολογούσαν κατά την άποψη μας τέτοια ενέργεια.”

Οι αρχές που διέπουν την αναστολή μιας ποινής φυλάκισης έχουν καθιερωθεί καθαρά σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δεν εξυπηρετείται κανένας σκοπός με την επανάληψή τους. Από ό,τι έχει προβληθεί ενώπιον μας δεν έχουμε πειστεί ότι το Κακουργιοδικείο κατέληξε σε εσφαλμένη απόφαση. Τα συμπεράσματα ήταν απόλυτα ορθά και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τυχόν επέμβαση μας. Η εισήγηση απορρίπτεται.

Συνακόλουθα η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο