(2005) 2 ΑΑΔ 31
[*31]2 Φεβρουαρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
CHIGOZIE EZENWA EMEGOAKOR,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7595)
Ναρκωτικά ― Κατοχή κοκαΐνης με σκοπό την προμήθειά της σε τρίτα πρόσωπα ― Επικύρωση καταδίκης κατ’ έφεση.
Το βράδυ της 4.4.2003, ο εφεσείων, στην προσπάθειά του να διαφύγει από τους αστυφύλακες της Υ.ΚΑ.Ν. που τον παρακολουθούσαν, θεάθηκε να ρίχνει από το περιτοίχισμα γραφείων που συνόρευαν με τον ανοικτό χώρο όπου βρισκόταν με άλλα δύο πρόσωπα στην περιοχή Αγίων Ομολογητών στη Λευκωσία μια πλαστική σακκούλα που περιείχε κοκαίνη.
Ο εφεσείων, ύστερα από ακροαματική διαδικασία, βρέθηκε ένοχος από το Ε. Δ. Λευκωσίας για κατοχή 79 γραμμαρίων και 415 χιλιοστών του γραμμαρίου κοκαίνη (1η κατηγορία) με σκοπό την προμήθειά της σε άλλα πρόσωπα (2η κατηγορία).
Ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε κατ’ έφεση ότι:
1) Η μη ενασχόληση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στον τρόπο και χρόνο που βρέθηκε η σακούλα με τα ναρκωτικά στα χέρια του εφεσείοντος, δημιουργεί κενό στη μαρτυρία και αποτελεί στοιχείο που κλονίζει τη δίκη.
2) Το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει κατά πόσο ο εφεσείων είχε γνώση του περιεχομένου της σακκούλας, στοιχείο απαραίτητο για να αποδειχθεί κατοχή βάσει του Άρθρου 32(3)(β) του Ν. 29/77 και της σχετικής νομολογίας.
[*32]3) Δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσείων κατείχε τα ναρκωτικά με σκοπό προμήθειάς τους σε άλλα πρόσωπα και όχι για δική του χρήση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η μεταφορά της σακούλας στη σκηνή δεν ενέχει οποιαδήποτε σημασία ενόψει του ευρήματος του Δικαστηρίου, το οποίο στηρίχθηκε στη μαρτυρία των αστυνομικών που βρίσκονταν εκεί, ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ο εφεσείων είχε στα χέρια του τη συγκεκριμένη σακούλα την οποία και πέταξε όταν αντιλήφθηκε την Αστυνομία. Μέσα δε στη σακούλα υπήρχε η κοκαίνη, για την κατοχή της οποίας κατηγορήθηκε.
2. Η εκδοχή του εφεσείοντος ήταν ότι δεν είχε στην κατοχή του τη σακούλα. Αφ’ ης στιγμής η εκδοχή του εφεσείοντα δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, αλλά, αντίθετα, έγινε αποδεκτή η εκδοχή της κατηγορούσας αρχής ότι αυτός είχε στην κατοχή του τη σακούλα, και την πέταξε μόλις αντιλήφθηκε την αστυνομία, το Δικαστήριο δε μπορούσε παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων γνώριζε το περιεχόμενο της σακούλας.
3. Η μόνη λογική εξήγηση που προκύπτει αναπόφευκτα από τα δεδομένα και τη μεγάλη ποσότητα είναι πως σκοπός του κατηγορουμένου ήταν να προμηθεύσει την κοκαίνη σε άλλα πρόσωπα. Η πιθανότητα τα ναρκωτικά να κατείχοντο για δική του χρήση δεν ήταν μόνο ασυμβίβαστη με τη θέση του ότι δεν ήταν χρήστης ναρκωτικών αλλά και με την όλη υπεράσπισή του.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 301.
Έφεση εναντίον Καταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθεση Αρ. 2090/03) ημερ. 12/1/04, με την οποία βρέθηκε ένοχος και καταδικάστηκε ότι στις 4/4/03 στην περιοχή Αγίων Ομολογητών, στη Λευκωσία, είχε στην κατοχή του 79 γραμμάρια και 415 χιλιοστά του γραμμαρίου κοκαΐνη (1η κατηγορία), με σκοπό την προμήθειά της σε άλλα πρόσωπα (2η κατηγορία).
Α. Σαουρής, για τον Εφεσείοντα.
[*33]Η. Στεφάνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, ύστερα από ακροαματική διαδικασία, βρέθηκε ένοχος από το Ε.Δ. Λευκωσίας ότι, στις 4.4.2003, στην περιοχή των Αγίων Ομολογητών, στη Λευκωσία, είχε στην κατοχή του 79 γραμμάρια και 415 χιλιοστά του γραμμαρίου κοκαΐνη (1η κατηγορία), με σκοπό την προμήθειά της σε άλλα πρόσωπα (2η κατηγορία). Σύμφωνα με τη μαρτυρία, όπως την αποδέχθηκε το Δικαστήριο, το βράδυ της 4.4.2003 ο εφεσείων βρισκόταν υπό παρακολούθηση, στα πλαίσια συντονισμένης επιχείρησης της Υ.ΚΑ.Ν, μετά από πληροφορία ότι ασχολείτο με τη διακίνηση ναρκωτικών. Περί την 22.10 ώραν της ίδιας μέρας, ο εφεσείων εισήλθε σε ανοικτό χώρο μπροστά από τα γραφεία της Νομικής Υπηρεσίας και του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών. Ο χώρος περικλείεται από ένα περιτοίχισμα μπροστά από τα εν λόγω γραφεία και τις παράλληλες οδούς Σαχτούρη και Απελλή. Ο εφεσείων παρακολουθείτο από το ΜΚ1 Αστυφ. 1436 Α. Ελευθερίου, που βρισκόταν στη μια πλευρά του ανοικτού χώρου, στην οδό Σαχτούρη, και το ΜΚ2 Αστυφ. 1165 Β. Νικολάου, που βρισκόταν στην άλλη πλευρά του ανοικτού χώρου, στην οδό Απελλή. Σε κάποιο στάδιο ο εφεσείων θεάθηκε να συναντάται με δύο πρόσωπα. Τότε, ο Αστυφ. Α. Ελευθερίου άρχισε να τον πλησιάζει μαζί με έναν άλλο συνάδελφό του. Μόλις ο εφεσείων και τα δύο άλλα πρόσωπα αντιλήφθηκαν τους αστυφύλακες προσπάθησαν να διαφύγουν τρέχοντας. Ο Α. Ελευθερίου έπιασε τον εφεσείοντα από τη μέση ενώ τον είδε, σχεδόν ταυτόχρονα, να ρίχνει μια πλαστική σακούλα προς το περιτοίχισμα μπροστά από τα γραφεία. Ο Β. Νικολάου είδε τον Α. Ελευθερίου να πιάνει τον εφεσείοντα από τη μέση, τον δε εφεσείοντα να σηκώνει το χέρι του και να ρίχνει προς το περιτοίχισμα μια πλαστική σακούλα. Στο μεταξύ τα δύο άλλα πρόσωπα κατόρθωσαν να διαφύγουν παρά το ότι είχαν καταδιωχθεί από άλλους αστυνομικούς. Η σακούλα περιείχε την κοκαΐνη, αντικείμενο των κατηγοριών στο Δικαστήριο.
Προβάλλονται τρεις λόγοι έφεσης.
Ο πρώτος λόγος έφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έστρεψε την προσοχή του στο ερώτημα πώς και πότε βρέθηκε η σακούλα με τα ναρκωτικά στα χέρια του εφεσείοντα. Αν δηλαδή την έφερε μαζί του ή του δόθηκε στη σκηνή από τα άλλα [*34]πρόσωπα. Σύμφωνα με το δικηγόρο του εφεσείοντα, η μη ενασχόληση του Δικαστηρίου με αυτό το ζήτημα αφήνει “ένα κενό που μόνο υποθέσεις μπορεί να γίνουν για να καλυφθεί. Είναι στοιχείο που κλονίζει την καταδίκη.” Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Η άγνοια των μαρτύρων κατηγορίας για το πώς και πότε βρέθηκε η σακούλα στα χέρια του εφεσείοντα και, συνακόλουθα, η μη ενασχόληση του Δικαστηρίου με αυτό το ζήτημα δεν αφήνει οποιοδήποτε κενό στη μαρτυρία για την κατοχή της σακούλας από τον εφεσείοντα. Είτε η σακούλα μεταφέρθηκε στη σκηνή από τον εφεσείοντα είτε του δόθηκε εκεί από τα άλλα πρόσωπα, γεγονός παραμένει, και τούτο είναι εύρημα του Δικαστηρίου στη βάση της μαρτυρίας των Α. Ελευθερίου και Β. Νικολάου, ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ο εφεσείων είχε στα χέρια του τη συγκεκριμένη σακούλα την οποία και πέταξε όταν αντιλήφθηκε την Αστυνομία. Μέσα δε στη σακούλα υπήρχε η κοκαΐνη, για την κατοχή της οποίας κατηγορήθηκε.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης είναι ότι, και αν ακόμη πράγματι ο εφεσείων κατείχε και πέταξε τη σακούλα όταν αντιλήφθηκε την αστυνομία, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έστρεψε την προσοχή του στο ερώτημα κατά πόσο ο εφεσείων “είχε γνώση για το περιεχόμενο της σακούλας στοιχείο απαραίτητο για να αποδειχθεί κατοχή βάσει του άρθρου 32(3)(β) του Ν.29/77 και σχετικής νομολογίας”. Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Η εκδοχή του εφεσείοντα ενώπιον του Δικαστηρίου δεν ήταν ότι δε γνώριζε το περιεχόμενο της σακούλας, αλλά ότι ουδέποτε είχε στην κατοχή του τη σακούλα. Αφ’ ης στιγμής η εκδοχή του εφεσείοντα δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, αλλά, αντίθετα, έγινε αποδεκτή η εκδοχή της κατηγορούσας αρχής ότι αυτός είχε στην κατοχή του τη σακούλα, και την πέταξε μόλις αντιλήφθηκε την αστυνομία, το Δικαστήριο δε μπορούσε παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων γνώριζε το περιεχόμενο της σακούλας.
Ο τελευταίος λόγος έφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε τον εφεσείοντα ένοχο στη 2η κατηγορία της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Σύμφωνα με το δικηγόρο του εφεσείοντα, “Αν η έλλειψη εξήγησης για κατοχή με σκοπό την προσωπική χρήση εκ μέρους του εφεσείοντα οδηγούσε σε καταδίκη του για κατοχή με σκοπό την προμήθεια, τότε αυτό θα σήμαινε ότι χωρίς άλλο κάποιος θα καταδικαζόταν μόνο και μόνο γιατί αρνείται ενοχή στην κατηγορία της απλής κατοχής.” Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι αποδείχθηκε ο “σκοπός προμήθειας” από πλευράς του εφεσείοντα για το λόγο ότι, όπως ανέφερε, “Η ποσότητα των 79.415 γρ. κοκαΐνης είναι μεγάλη ώστε να συνάδει με προσωπική χρήση. Τέτοια ή άλλη, άλλω[*35]στε, εξήγηση δεν έδωσε ο κατηγορούμενος που επέλεξε να πείσει πως δεν είχε καμιά σχέση με την κοκαΐνη. Η μόνη λογική εξήγηση που προκύπτει αναπόφευκτα από τα δεδομένα και τη μεγάλη ποσότητα είναι πως σκοπός του κατηγορουμένου ήταν να προμηθεύσει την κοκαΐνη σε άλλα πρόσωπα.” Όντως, η γραμμή υπεράσπισης του εφεσείοντα, ήδη από την κατάθεσή του στην Αστυνομία (Τεκμήριο 2), ήταν ότι ούτε είχε δει ούτε είχε χρησιμοποιήσει ποτέ ναρκωτικά. Ορθά, επομένως, το Δικαστήριο έκρινε ότι το σκεπτικό της Παναγιώτης Δημητρίου Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 301, ίσχυε και στην περίπτωσή του.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο