Παφίτη Ευριπίδης Αντρέα ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 684

(2005) 2 ΑΑΔ 684

[*684]16 Δεκεμβρίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΑΝΤΡΕΑ ΠΑΦΙΤΗ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7878)

 

Ποινική Δικονομία ― Επανεκδίκαση υπόθεσης κατά διαταγή Εφετείου ― Ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960 (Ν. 14/60) Άρθρο 25(3) και ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, Άρθρο 145(1)(δ) ― Πότε διατάσσεται επανεκδίκαση και ποίοι παράγοντες διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο.

Ποινική Δικονομία ― Παραδοχή ενοχής ― Όταν τα γεγονότα που αναφέρονται στο πρωτόδικο Δικαστήριο για μετριασμό της ποινής, ισοδυναμούν με μη παραδοχή, το Δικαστήριο οφείλει να απορρίψει την παραδοχή και να προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης ― Παράλειψη του Δικαστηρίου να το πράξει οδηγεί σε παραμερισμό της καταδίκης.

Ποινή ― Εφετείο ― Εξουσία Εφετείου για αύξηση ποινής ― Κατά πόσο, στην απουσία έφεσης από τη Δημοκρατία, το Εφετείο θα θεωρούσε επιθυμητή την ανάληψη τέτοιας πρωτοβουλίας.

Ο εφεσείων καταδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο μετά από δική του παραδοχή για πέντε αδικήματα. Τα δύο αφορούσαν κατοχή 525 γραμμαρίων φυτού κάνναβης και κατοχή με σκοπό την προμήθεια του ναρκωτικού αυτού. Τα υπόλοιπα τρία αφορούσαν την κατοχή και τη μεταφορά πιστολιού και την κατοχή 14 φυσιγγίων τα οποία ευρίσκοντο στη σφαιροθήκη του πιστολιού. Αρχικά ο εφεσείων δεν είχε παραδεχθεί ενοχή σε καμμιά κατηγορία. Άλλαξε όμως απάντηση και παρεδέχθη όταν τροποποιήθηκε η αναφορά στην ποσότητα της κάνναβης από 560 σε 525 γραμμάρια. Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές 6ετούς φυλάκισης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, 3ετούς φυλάκισης στην κα[*685]τηγορία της μεταφοράς πιστολιού και 2ετούς φυλάκισης στην κατηγορία κατοχής φυσιγγίων. Στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης δεν επεβλήθη ποινή.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την καταδίκη του στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια υποστηρίζοντας ότι η παράλειψη του Δικαστηρίου να επισύρει την προσοχή της συνηγόρου στο ότι τα όσα είπε για μετριασμό της ποινής ήταν σε σύγκρουση με την παραδοχή ενοχής του, αφήνει τουλάχιστον αβεβαιότητα ως προς την πρόθεση του να παραδεχθεί την ενοχή του.

Η συνήγορος για τη Δημοκρατία υποστήριξε ότι τα λεχθέντα δεν ήταν αντιφατικά προς την παραδοχή του εφεσείοντος αλλά ότι αποκάλυπταν μόνο λόγους για τους οποίους ο εφεσείων κατέληξε τελικά στην απόφαση να παραδεχθεί ενοχή αφού στάθμισε τα γεγονότα και το νόμο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το νόημα της όλης αναφοράς ήταν αρκούντως ασαφές και το Δικαστήριο έπρεπε να παρέμβει προς διευκρίνιση και να μην επιτρέπει διατήρηση της απάντησης παραδοχής χωρίς την απαιτούμενη βεβαιότητα. Η παράλειψη του Δικαστηρίου να πράξει ως ανωτέρω, οδηγεί στον παραμερισμό της καταδίκης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα.

2.  Η αυστηρή αποκατάσταση των πραγμάτων θα υποδείκνυε ότι πρέπει να καταχωρηθεί μη παραδοχή και να διαταχθεί επανεκδίκαση. Η διαταγή για επανεκδίκαση όμως δεν είναι αυτόματη αλλά εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του Εφετείου με κριτήριο το συμφέρον της δικαιοσύνης. Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου είναι ευρύτατη και κάθε στοιχείο που μπορεί να είναι σχετικό προς το συμφέρον της δικαιοσύνης συνυπολογίζεται.

3.  Στην προκειμένη περίπτωση η επανεκδίκαση δεν θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης. Η επανεκδίκαση θα αφορά βεβαίως μόνο την κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια. Η συνάρτηση της κατηγορίας αυτής προς την όλη έφεση είναι τέτοια που να καταδεικνύει ότι τώρα πρέπει να είναι το τέλος της όλης υπόθεσης.

     Με τον παραμερισμό της καταδίκης και της ακόλουθα επιβληθείσας ποινής στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια και την κατάληξη να μην διαταχθεί επανεκδίκαση, θα [*686]πρέπει βεβαίως να επιβληθεί ποινή στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης. Η ενδεδειγμένη ποινή είναι εκείνη της τριετούς φυλάκισης. Με τούτο ως δεδομένο, δεν θα απασχολήσει η έφεση κατά της ποινής στις κατηγορίες που αφορούν το πιστόλι και τα φυσίγγια καθ’ όσον αυτές δεν υπερβαίνουν τα τρία έτη και θα είναι συντρέχουσες με την ποινή που επιβάλλεται.

4.  Η εισήγηση της συνηγόρου για τη Δημοκρατία για επιβολή συνεχόμενων ποινών από το Εφετείο δεν γίνεται αποδεκτή στην απουσία έφεσης από τη Δημοκρατία με την οποία να εγείρεται το θέμα, ενόψει των σύγχρονων αντιλήψεων βασικών αρχών δικαίου και της γενικής απροθυμίας του Εφετείου να επιβαρύνει τη θέση του εφεσείοντος ο οποίος προσφεύγει στη δικαιοδοσία του παραπονούμενος ότι η επιβληθείσα ποινή είναι υπερβολική.

5.  Η έφεση κατά της καταδίκης της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια επιτυγχάνει και η καταδίκη όπως και η επιβληθείσα ποινή παραμερίζονται. Δεν θα υπάρξει επανεκδίκαση. Επιβάλλεται ποινή τριετούς φυλάκισης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης. Η έφεση κατά της ποινής στις κατηγορίες της μεταφοράς πιστολιού και κατοχής φυσιγγίων απορρίπτεται. Οι επιβληθείσες σε αυτές ποινές θα συντρέχουν με την ποινή στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης.

Η έφεση επιτράπηκε ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Porter v. Aegis Insurance Co. Ltd κ.ά. (2005) 2 Α.Α.Δ. 540,

Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 97.

Έφεση εναντίον Καταδίκης & Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 8/04) ημερομηνίας 17/11/04 με την οποία καταδικάστηκε επί δικής του παραδοχής για πέντε αδικήματα, και του επιβλήθηκε ποινή 6ετούς φυλάκισης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, ενώ στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης δεν επιβλήθηκε ποινή, ποινή 3ετούς φυλάκισης στην κατηγορία της μεταφοράς πιστολιού, ενώ δεν επεβλήθη ποινή στην κατηγορία της κατοχής πιστολιού και 2ετούς φυλάκισης, στην κατηγορία της κατοχής φυσιγγίων.

[*687]Α. Μαρκίδης και Χρ. Χατζηλοΐζου, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Δ. Χατζηχαμπή.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Εφεσείων κατεδικάσθη από το Κακουργιοδικείο επί της δικής του παραδοχής για πέντε αδικήματα.  Τα δύο αφορούσαν την κατοχή 525 γραμμαρίων φυτού κάνναβης και την κατοχή με σκοπό την προμήθεια του εν λόγω ναρκωτικού.  Τα άλλα τρία αφορούσαν την κατοχή και τη μεταφορά πιστολιού και την κατοχή 14 φυσιγγίων τα οποία ευρίσκοντο στη σφαιροθήκη του πιστολιού.  Του επεβλήθη ποινή 6ετούς φυλάκισης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια (στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης δεν του επεβλήθη ποινή αφού η άλλη κατηγορία ήταν η σοβαρότερη και περιλάμβανε τα ίδια γεγονότα).  Του επεβλήθη επίσης ποινή 3ετούς φυλάκισης στην κατηγορία της μεταφοράς πιστολιού (στην κατηγορία της κατοχής πιστολιού δεν του επεβλήθη ποινή για τον ίδιο λόγο) και 2ετούς φυλάκισης στην κατηγορία κατοχής φυσιγγίων. Ευρέθη δε ορθό όπως οι ποινές συντρέχουν με το σκεπτικό ότι, παρά τη διαφορετικότητα των αδικημάτων, τα αδικήματα εξιχνιάσθησαν κατά τη διάρκεια μίας έρευνας της Αστυνομίας και οι συνθήκες που περιέβαλλαν τα αδικήματα που αφορούσαν το πιστόλι και τα φυσίγγια ήσαν ιδιάζουσες. Όντως, ήταν μετά από τη μετάβαση της Αστυνομίας στο σπίτι του Εφεσείοντα, κατόπιν σχετικής πληροφορίας, για διεξαγωγή έρευνας, που ο Εφεσείων παρέδωσε εξ ιδίων του το πιστόλι και τα φυσίγγια, η δε έρευνα της Αστυνομίας απεκάλυψε και την κάνναβη.  Η αντίδραση του Εφεσείοντα ήταν ότι αυτή ήταν για δική του χρήση.

Αρχικά ο Εφεσείων δεν παρεδέχθη οποιαδήποτε κατηγορία ενώπιον του Δικαστηρίου.  Άλλαξε όμως απάντηση και παρεδέχθη όταν τροποποιήθηκε η αναφορά στην ποσότητα της κάνναβης από 560 σε 525 γραμμάρια.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα αγόρευσε για μετριασμό της ποινής, εστιάζοντας την προσοχή του στις κατηγορίες που αφορούσαν το πιστόλι και τα φυσίγγια για να τονίσει ότι ο Εφεσείων εξασφάλισε αυτά για δική του προστασία μετά από δολοφονικές απόπειρες εναντίον του και πληροφορίες ότι η ζωή του ευρίσκετο σε κίνδυνο, όπως προέκυπτε και από μαρτυρία που εδόθη προς τούτο, και όχι για εγκληματικές ενέργειες.  Ως προς [*688]την κάνναβη, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα, πέραν του να παρατηρήσει ότι δεν επρόκειτο για σκληρά ναρκωτικά, είπε τα ακόλουθα:

“Ο κατηγορούμενος είχε γίνει χρήστης και είναι θέση του ότι είναι για δική του χρήση, όμως με την νέα νομολογία βγαίνει αβίαστα τεκμαίρεται από την ποσότητα το αδίκημα της προμήθειας.”

Το δικαστήριο δεν παρενέβη για να διευκρινίσει τα πράγματα.  Και είναι σε τούτο που στηρίζεται η έφεση κατά της καταδίκης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια.  Ήταν καθήκον του Δικαστηρίου, λέγει ο Εφεσείων, όταν ελέχθησαν τα πιο πάνω στα πλαίσια της αγόρευσης για μετριασμό της ποινής, να επισύρει την προσοχή της συνηγόρου στο ότι τα λεχθέντα ήσαν σε σύγκρουση με την παραδοχή ενοχής του Εφεσείοντα.  Η παράλειψη του να πράξει τούτο αφήνει τουλάχιστον αβεβαιότητα ως προς την πρόθεση του Εφεσείοντα να παραδεχθεί την ενοχή του.

Πρόδηλο είναι ότι προκύπτει θέμα ερμηνείας της εν λόγω δήλωσης.  Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία κάλεσε το δικαστήριο να ερμηνεύσει τα λεχθέντα όχι ως ενδεικτικά δεδομένης θέσης του Εφεσείοντα σε σχέση με τον προορισμό των ναρκωτικών και έτσι ως αντιφατικά προς την παραδοχή αλλά ως αποκαλυπτικά μόνο των λόγων για τους οποίους ο Εφεσείων κατέληξε τελικά στην απόφαση να παραδεχθεί ενοχή αφού στάθμισε τα γεγονότα και το νόμο.

Δεν θα θέλαμε να συμφωνήσουμε με τη θέση αυτή, καθ΄όσον δεν παρέχει ασφαλές έδαφος ως προς τη βεβαιότητα με την οποία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται το θέμα.  Είναι γεγονός ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα δεν περιορίσθηκε να πει ότι “Ο κατηγορούμενος είχε γίνει χρήστης και είναι θέση του ότι είναι για δική του χρήση”, που θα ήταν σαφώς σε σύγκρουση με την παραδοχή, αλλά επεκτάθηκε να εξηγήσει “όμως με την νέα νομολογία βγαίνει αβίαστα τεκμαίρεται από την ποσότητα το αδίκημα της προμήθειας”, που θα μπορούσε να ερμηνεύετο όπως εισηγείται η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία.  Θα μπορούσε όμως η αναφορά στο σύνολο της να ερμηνευθεί και άλλως πως, όχι μόνο διότι ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα αναφέρεται στον ενεστώτα (“είναι θέση του”) αλλά κυρίως διότι το δεύτερο σκέλος της αναφοράς μπορεί να αποκαλύπτει λανθασμένη αντίληψη ως προς τη νομολογία.  Εν πάση περιπτώσει, το νόημα της όλης αναφοράς ήταν αρκούντως ασαφές για να καθιστούσε αναγκαία την παρέμβαση του Δικαστη[*689]ρίου προς διευκρίνιση και να μην επιτρέπει διατήρηση της απάντησης παραδοχής με την απαιτούμενη βεβαιότητα.  Έχει λοιπόν έρεισμα η έφεση κατά της καταδίκης.

Αυτό βεβαίως οδηγεί στον παραμερισμό της καταδίκης αλλά συγχρόνως εγείρει το ερώτημα ως προς το τι πρέπει να ακολουθήσει.  Η αυστηρή αποκατάσταση των πραγμάτων θα υποδείκνυε ότι πρέπει να καταχωρηθεί μη παραδοχή και να διαταχθεί επανεκδίκαση.  Η διαταγή για επανεκδίκαση όμως δεν είναι αυτόματη αλλά εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του Εφετείου με κριτήριο το συμφέρον της δικαιοσύνης. Όπως λακωνικά παρατήρησε ο Κωνσταντινίδης, Δ., δίδοντας την απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Assadurian v. Δημοκρατίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 279 στη σελ. 289:

“Δεν είναι όμως πάντοτε δίκαιη η πρόκριση της επανεκδίκασης.”

Υπάρχει πολλή νομολογία προς καθοδήγηση.  Κυρίως παραπέμπει στο ανεπιθύμητο της επανεκδίκασης αν η καθυστέρηση που υπήρξε και αναμένεται να υπάρξει βαραίνει πιο πολύ από την ανάγκη τελικής απόφανσης του Δικαστηρίου επί της ουσίας (αναφορά στη νομολογία γίνεται και στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Porter v. Aegis Insurance Co. Ltd κ.ά. (2005) 2 Α.Α.Δ. 540. Στην προκειμένη περίπτωση δεν συντρέχουν βέβαια τέτοιοι παράγοντες. Δεν υπάρχει υπέρμετρη καθυστέρηση και δεν μπορεί να αναμένεται τέτοια στην επανεκδίκαση, δοθέντος μάλιστα ότι το υπόβαθρο γεγονότων είναι κοινό έδαφος. Ο παράγων της καθυστέρησης όμως δεν είναι το μόνο κριτήριο του τι συνιστά το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Η διακριτική εξουσία του δικαστηρίου είναι ευρύτατη και κάθε στοιχείο που μπορεί να είναι σχετικό προς το συμφέρον της δικαιοσύνης μπορεί να συνυπολογίζεται. Στην Αssadurian ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, ο Κωνσταντινίδης, Δ., με αναφορά στη σχετική νομολογία, υπέδειξε την ευρύτητα και το γενικό περίγραμμα της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου:

“Οι παράγοντες που κατά περίπτωση διαδραματίζουν ρόλο δεν επιδέχονται προκαθορισμό αλλά το κυρίαρχο κριτήριο είναι σταθερό.  Η απόφαση λαμβάνεται με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως αυτό προσδιορίζεται από την εξισορρόπηση της ανάγκης για ορθή εφαρμογή του Νόμου και των επιπτώσεων πάνω στον κατηγορούμενο.”

Στη Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 97, ο Νικήτας, Δ., δίδοντας την απόφαση του Εφετείου βεβαίωσε την ευρύτητα της [*690]αρχής λέγοντας (σ. 102):

“Η εξουσία του δικαστηρίου να διατάζει επανακρόαση ξεπηγάζει από νομοθετικές διατάξεις: βλ. άρθρ. 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60 και το άρθρ. 145(1)(δ) του Κεφ. 155. Ασκείται δε με τα εχέγγυα της δικαστικής κρίσης.  Αναζητήθηκαν από τη νομολογία, όπως και σε άλλους τομείς του δικαίου, οι ισορροπίες μεταξύ αντίθετων σκοπών και αντίθετων αρχών. Απέληξαν δε σε εξισορρόπηση του συμφέροντος του κατηγορουμένου και εκείνου της κοινωνίας στην αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.  Τα κριτήρια δεν καθορίστηκαν εξαντλητικά.  Έχουν ωστόσο προσδιορισθεί από τη νομολογία οι κύριοι παράγοντες, που συνήθως διαμορφώνουν τη γνώμη του δικαστηρίου.”

Είναι η θεωρημένη μας άποψη ότι στην προκειμένη περίπτωση η επανεκδίκαση δεν θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Κυρίως ως εκ της πλοκής της υπόθεσης.  Αν διαταχθεί επανεκδίκαση αυτή θα πάρει κάποιο χρόνο. Η επανεκδίκαση θα αφορά βεβαίως μόνο την κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια. Η υπόλοιπη έφεση θα πρέπει όμως να κριθεί. Στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης δεν επεβλήθη ποινή δεδομένου ότι η ποινή επεβλήθη στην πιο σοβαρή κατηγορία της οποίας τώρα θα διατάσσετο επανεκδίκαση. Η έφεση δεν μπορεί βεβαίως να περιμένει το αποτέλεσμα της επανεκδίκασης.  Αν κατά την επανεκδίκαση ο Εφεσείων αθωωθεί, δεν θα έχει επιβληθεί ποινή ούτε στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης, ενώ αν καταδικασθεί θα του επιβληθεί νέα ποινή η οποία ενδεχομένως να εφεσιβληθεί.  Περαιτέρω, οι ποινές που επεβλήθησαν στις  κατηγορίες που αφορούν το πιστόλι και τα φυσίγγια, αν και ανεξάρτητες, συνδέονται προς τις περιβάλλουσες την εξέταση όλων των αδικημάτων συνθήκες.  Και ως προς αυτές λοιπόν θα ήταν δύσκολο να κριθεί η έφεση ανεξάρτητα από τις κατηγορίες που αφορούν την κάνναβη.  Η συνάρτηση της κατηγορίας της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια προς την όλη έφεση είναι λοιπόν τέτοια που να καταδεικνύει ότι τώρα πρέπει να είναι το τέλος της όλης υπόθεσης.

Με τον παραμερισμό της καταδίκης και της ακόλουθα επιβληθείσας ποινής στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια και την κατάληξη να μην διαταχθεί επανεκδίκαση, θα πρέπει βεβαίως να επιβληθεί ποινή στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης.  Έχουμε σταθμίσει όλα τα γεγονότα υπό το πρίσμα της νομολογίας για να καταλήξουμε ότι η ενδεδειγμένη ποινή είναι εκείνη της τριετούς φυλάκισης.  Με τούτο ως δεδομένο, δεν θα μας απασχολήσει η [*691]έφεση κατά της ποινής στις κατηγορίες που αφορούν το πιστόλι και τα φυσίγγια καθ΄όσον αυτές δεν υπερβαίνουν τα τρία έτη και θα είναι συντρέχουσες με την ποινή που επιβάλλουμε.

Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία εισηγήθηκε, αφού το θέμα ετέθη από το Δικαστήριο, ότι το Δικαστήριο, στα πλαίσια της έφεσης κατά της ποινής, έχει εξουσία να αναθεωρήσει τη διαταγή ότι οι ποινές θα συντρέχουν, στη βάση πάντοτε της επάρκειας του συνόλου της ποινής. Υποδείξαμε ότι, αν και το Εφετείο έχει τέτοια εξουσία, στην απουσία έφεσης από τη Δημοκρατία με την οποία να εγείρεται το θέμα θα θεωρούσαμε γενικά ανεπιθύμητη τέτοια πρωτοβουλία εκ μέρους του Δικαστηρίου με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις βασικών αρχών δικαίου.  Βεβαιώνουμε τη θέση αυτή και τη γενική απροθυμία μας να επιβαρύνουμε τη θέση εφεσείοντα ο οποίος προσφεύγει στη δικαιοδοσία μας παραπονούμενος ότι η επιβληθείσα ποινή είναι υπερβολική.  Μια εύκολη προσφυγή σε τέτοια  παρέμβαση ενδεχομένως να είχε ως συνέπεια την αποθάρρυνση κατάλληλων εφέσεων αφού ο φόβος της προοπτικής επιβάρυνσης της θέσης του Εφεσείοντα, εξωγενής παράγων προς την ουσία της έφεσης, θα ήταν αποτρεπτικός αυτής.

Η έφεση κατά της καταδίκης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης με σκοπό την προμήθεια λοιπόν επιτυγχάνει και η καταδίκη όπως και η ακόλουθα επιβληθείσα ποινή παραμερίζονται.  Δεν θα υπάρξει επανεκδίκαση. Επιβάλλεται ποινή τριετούς φυλάκισης στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης.  Η έφεση κατά της ποινής στις κατηγορίες της μεταφοράς πιστολιού και κατοχής φυσιγγίων απορρίπτεται.  Οι επιβληθείσες σε αυτές ποινές θα συντρέχουν με την ποινή στην κατηγορία της κατοχής κάνναβης.

Η έφεση επιτρέπεται ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο