Μιχαηλίδης Νίκος Σωκρ. ν. Δημοκρατίας (2006) 2 ΑΑΔ 83

(2006) 2 ΑΑΔ 83

[*83]2 Φεβρουαρίου, 2006

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΝΙΚΟΣ ΣΩΚΡ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 53/2005)

 

Ποινή ― Απαγωγή προσώπου με σκοπό αυτό να τύχει τέτοιας μεταχείρισης ώστε να τεθεί σε κίνδυνο και να υποβληθεί σε βαριά βλάβη, κατά παράβαση των Άρθρων 247 και 251 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Επίθεση με πραγματική σωματική βλάβη κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού κώδικα ― Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα ― Ο εφεσείων υπέβαλε την παραπονούμενη σε σκληρή κακοποίηση τόσο πριν όσο και μετά την απαγωγή της με πρόσχημα ότι αυτή δεν ήταν πρόθυμη να καταβάλει στη μητέρα του χρηματικό ποσό που της όφειλε, γεγονός που, κατ’ ισχυρισμόν, του προκάλεσε έντονη συναισθηματική φόρτιση ― Τέσσερις προηγούμενες καταδίκες για παρόμοια αδικήματα ― Παραδοχή ― Κάποια συνεργασία με την Αστυνομία ― Καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης ― Επιβολή διάφορων συντρέχουσων ποινών φυλάκισης ― Εφεσιβλήθηκε , ως έκδηλα υπερβολική, η ποινή φυλάκισης των 4 ετών για την κατηγορία της απαγωγής και των 3 ετών για την κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης ― Το Εφετείο δεν επενέβη.

Το βράδυ της 3ης.4.2005, ο εφεσείων, κατηγορούμενος 1 με τη μητέρα του, κατηγορούμενη 2, μετέβησαν από τη Λευκωσία σε μπυραρία στη Λάρνακα όπου εργαζόταν η παραπονούμενη 1. Ο εφεσείων και η παραπονούμενη 1 είχαν δεσμό μερικούς μήνες πριν και για κάποιο χρονικό διάστημα έμεναν στο σπίτι της κατηγορούμενης 2. Η παραπονούμενη 1 ήθελε να χωρίσει με τον εφεσείοντα αλλά αυτός δεν την άφηνε ήσυχη. Οι κατηγορούμενοι 1 και 2 ζήτησαν από την δεύτερη παραπονούμενη η οποία εργαζόταν στο ίδιο μπαρ με την παραπονούμενη 1 να πληρώσει το ποσό των £400, που όπως ισχυρίζετο η κατηγορούμενη 2 της όφειλε η παραπονούμενη 1 και να το αποκόπτει από το μισθό της. [*84]Αυτή αρνήθηκε. Ο εφεσείων τότε πλησίασε την παραπονούμενη 1 και της ζήτησε να τον ακολουθήσει εκτός της μπυραρίας. Αυτή αρνήθηκε, ο εφεσείων την άρπαξε από τα μαλλιά και με βίαιο τρόπο την τράβηξε κάτω από το κάθισμα που καθόταν και την έσυρε προς την έξοδο της μπυραρίας. Η παραπονούμενη 2 η οποία προσέτρεξε στη βοήθεια της παραπονούμενης 1, ανακόπηκε στην έξοδο από την κατηγορούμενη 2, η οποία αφού της πέταξε ένα στακτοδοχείο και ένα ποτήρι, πιάστηκε στα χέρια μαζί της. Η κατηγορούμενη 3, αδελφή του εφεσείοντος και κόρη της κατηγορούμενης 2, στην έξοδο της μπυραρίας επιτέθηκε στην παραπονούμενη 2, τραβώντας την από τα μαλλιά. Οι βίαιες πράξεις των κατηγορουμένων εναντίον της παραπονούμενης 1, συνεχίστηκαν και στο αυτοκίνητο στο οποίο ο εφεσείων έβαλε την παραπονούμενη 1, κατά τη διαδρομή από Λάρνακα προς Λευκωσία, με πιο έντονα τα κτυπήματα που της κατέφερε ο εφεσείων στο πρόσωπο, όπως και στην περιοχή Κοτσιάτη όπου ο εφεσείων κατέβασε την παραπονούμενη 1 από το αυτοκίνητο και οι τρεις κατηγορούμενοι την κτυπούσαν με τα χέρια και τα πόδια σε διάφορα σημεία του σώματος της για 20 λεπτά μέχρι που αυτή λιποθύμησε. Ο εφεσείων συνέχισε να κτυπά την παραπονούμενη 1 και όταν έφθασαν στο σπίτι όπου διέμενε με την κατηγορούμενη 2, ασταμάτητα μέχρι το πρωί. Η παραπονούμενη 1 είχε υποστεί πολλαπλούς τραυματισμούς στο πρόσωπο και στο σώμα. Σήμερα έχει αποθεραπευθεί.

Το Κακουργιοδικείο απέρριψε τον ισχυρισμό του εφεσείοντος ότι ενεργούσε κάτω από συναισθηματική φόρτιση. Η συναισθηματική φόρτιση συνδέθηκε με το γεγονός ότι η παραπονούμενη 1 δεν ήταν πρόθυμη να καταβάλει στη μητέρα του εφεσείοντος το ποσό των £400 που της όφειλε.

Ο εφεσείων, με την παρούσα έφεση, εφεσιβάλλει ως έκδηλα υπερβολικές, τις ποινές που του επιβλήθηκαν από το Κακουργιοδικείο, μετά από παραδοχή, στην κατηγορία της απαγωγής, 4 έτη φυλάκισης, και στην κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, 3 έτη φυλάκισης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος παρέμβασής του στις επιβληθείσες ποινές και απέρριψε την έφεση.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Υπόθεση Αρ. 4694/02), ημερομηνίας 18/2/05.

[*85]Ο Εφεσείων παρουσιάζεται προσωπικά.

Ε. Κλεόπα, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κωνσταντινίδης, Δ..

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε κατηγορίες για απαγωγή προσώπου με σκοπό αυτό να τύχει τέτοιας μεταχείρισης ώστε να τεθεί σε κίνδυνο να υποβληθεί σε βαριά βλάβη, κατά παράβαση των άρθρων 247 και 251 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, επίθεση με πραγματική σωματική βλάβη, κατά παράβαση του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, και πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Συγκατηγορούμενοί του ήταν η μητέρα του, η οποία παραδέχθηκε ενοχή σε δύο κατηγορίες για επίθεση με πραγματική σωματική βλάβη, και η αδελφή του, η οποία παραδέχθηκε ενοχή σε δύο κατηγορίες για κοινή επίθεση κατά παράβαση του άρθρου 242 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στους κατηγορούμενους διάφορες συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, αλλά ασκήθηκε έφεση μόνο από τον εφεσείοντα ο οποίος, στην ειδοποίηση έφεσης, χαρακτηρίζει ως υπερβολική την ποινή της φυλάκισης των τεσσάρων ετών για την κατηγορία της απαγωγής και των τριών ετών για την κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης. Στην κατηγορία για την επίθεση με πραγματική σωματική βλάβη που καλυπτόταν από την κατηγορία για την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, δεν επιβλήθηκε ποινή.

Εγκρίθηκε αίτημα του εφεσείοντα για νομική αρωγή και διορίστηκε δικηγόρος της εκλογής του για να τον εκπροσωπήσει. Στην πορεία ο εφεσείων δήλωσε πως δεν ήθελε τις υπηρεσίες είτε του συνηγόρου που διορίστηκε είτε οποιουδήποτε άλλου δικηγόρου. Τονίσαμε στον εφεσείοντα πως αν η απόφασή του να μην εκπροσωπηθεί από δικηγόρο είχε οποιαδήποτε σχέση με την αμοιβή του, θα έπρεπε να έχει υπόψη του πως η οποιαδήποτε αμοιβή του δικηγόρου θα καταβληθεί από τη Δημοκρατία στο πλαίσιο της νομικής αρωγής που ήδη είχε εγκριθεί. Ο εφεσείων επέμενε πως δεν ήθελε τις υπηρεσίες δικηγόρου και πως επιθυμούσε να χειριστεί την υπόθεσή του προσωπικά.

[*86]Καλέσαμε, επομένως, τον εφεσείοντα να επιχειρηματολογήσει υπέρ της έφεσής του, αλλά πρέπει να σημειώσουμε από την αρχή πως τίποτε από όσα είπε δε θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνθέτει οποιασδήποτε μορφής επιχείρημα σε σχέση με οτιδήποτε περιλαμβανόταν στην πρωτόδικη απόφαση και, εν τέλει, σε σχέση με το σκεπτικό στη βάση του οποίου το Κακουργιοδικείο επιμέτρησε την ποινή. Ο εφεσείων περιορίστηκε σε γενικά παράπονα πως η ποινή ήταν υπερβολική ή πως δεν του δόθηκε μια περαιτέρω ευκαιρία για να καταβάλει ποσό στην παραπονούμενη ώστε εκείνη να δηλώσει πως δεν είχε παράπονο. Ακούσαμε, εν τούτοις, και την άλλη πλευρά, η οποία, με παραπομπή σε κάθε επιμέρους πτυχή της πρωτόδικης απόφασης και στη νομολογία σε σχέση με τους παράγοντες που είναι σχετικοί προς την επιμέτρηση της ποινής, ιδιαίτερα σε υποθέσεις αυτής της φύσης, υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση.

Το Κακουργιοδικείο χαρακτήρισε την περίπτωση ως μια από τις σοβαρότερες μορφές εγκλημάτων βίας και τα γεγονότα δικαιολογούν πλήρως αυτή την αποτίμηση. Ο εφεσείων επέδειξε πρωτοφανή σκληρότητα και υπέβαλε την παραπονούμενη, χωρίς υπερβολή, σε βασανιστική και εξευτελιστική μεταχείριση του χειρίστου είδους για δεκαπέντε περίπου ώρες. Αντί άλλης περιγραφής, μεταφέρουμε το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:

“Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τα εξέθεσε ενώπιον μας η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής είναι σε συντομία τα ακόλουθα:

Η Κατηγορούμενη 2 είναι μητέρα των Κατηγορούμενων 1 και 3. Η πρώτη παραπονούμενη, Παρασκευούλλα Δημητρίου, στην οποία θα αναφερόμαστε ως «η παραπονούμενη», κατά τον Απρίλιο 2002 εργαζόταν στην μπιραρία «Acapulco» στη Λάρνακα. Μερικούς μήνες πριν από τις 3.4.02 είχε συνάψει δεσμό με τον Κατηγορούμενο 1. Για κάποιο χρονικό διάστημα έμενε μαζί με τον Κατηγορούμενο 1 στο σπίτι της Κατηγορούμενης 2. Η παραπονούμενη ήθελε να χωρίσει με τον Κατηγορούμενο 1 αλλά αυτός δεν την άφηνε ήσυχη. Τότε αποφάσισε με τη βοήθεια κάποιου φίλου της να εγκατασταθεί στη Λάρνακα και να βρει δουλειά εκεί.

Στις 3.4.02, η Κατηγορούμενη 2, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με την παραπονούμενη, αποφάσισε να μεταβεί στη Λάρνακα για να εισπράξει το ποσό των £400 που ισχυρίζετο ότι της όφειλε η παραπονούμενη. Έτσι, γύρω στις 8.30μ.μ. της ίδιας ημέρας μετέβηκε μαζί με τον Κατηγορούμενο 1 στην μπι[*87]ραρία «Acapulco». Αφού εισήλθαν στην μπιραρία, πλησίασαν τη δεύτερη παραπονούμενη, Κεντριστάκη, στην οποία θα αναφερόμαστε ως «η Κεντριστάκη», η οποία βρισκόταν πίσω από το μπαρ. Μπροστά από το μπαρ βρισκόταν η παραπονούμενη μαζί με ένα πελάτη και συνομιλούσαν. Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 ζήτησαν από την Κεντριστάκη να πληρώσει το ποσό των £400 και να το αποκόπτει από το μισθό της παραπονούμενης. Η Κεντριστάκη δεν δέχτηκε. Τότε ο Κατηγορούμενος 1 πλησίασε την παραπονούμενη και της ζήτησε να τον ακολουθήσει εκτός της μπιραρίας. Η τελευταία αρνήθηκε και ο Κατηγορούμενος 1 την άρπαξε από τα μαλλιά και με βίαιο τρόπο την τράβηξε κάτω από το κάθισμα που αυτή καθόταν. Η παραπονούμενη άρχισε να καλεί σε βοήθεια ενώ ο Κατηγορούμενος 1, χωρίς να την αφήσει, συνέχισε να τη σέρνει προς την έξοδο της μπιραρίας φωνάζοντας και υβρίζοντας την. Η Κεντριστάκη προσέτρεξε σε βοήθεια της παραπονούμενης αλλά ανακόπηκε στην έξοδο της μπιραρίας από την Κατηγορούμενη 2, η οποία, αφού της πέταξε ένα σταχτοδοχείο και ένα γυάλινο ποτήρι, πιάστηκε στα χέρια μαζί της. Όταν έγινε αυτό, ο Κατηγορούμενος 1, είχε ήδη σύρει την παραπονούμενη έξω από την μπιραρία. Κατά τη συμπλοκή της Κεντριστάκη με την Κατηγορούμενη 2 στην έξοδο της μπιραρίας, επιτέθηκε στην Κεντριστάκη και η Κατηγορούμενη 3 τραβώντας την από τα μαλλιά. Η Κατηγορούμενη 2 κτύπησε την Κεντριστάκη με τα χέρια της προκαλώντας της μικρό τραύμα εκδορά στο δείκτη του αριστερού της χεριού. Στη συνέχεια όλοι οι Κατηγορούμενοι τράπηκαν σε φυγή. Ο Κατηγορούμενος 1 δια της βίας πήρε μαζί του την παραπονούμενη η οποία συνέχισε να καλεί σε βοήθεια.

Στη συνέχεια, ο Κατηγορούμενος 1 έβαλε την παραπονούμενη στο αυτοκίνητο το οποίο οδηγείτο από τον Χαράλαμπο Τρουλιώτη (πρώην Κατηγορούμενο 4). Καθ’ όλη τη διαδρομή από τη Λάρνακα προς τη Λευκωσία ο Κατηγορούμενος 1 κτυπούσε την παραπονούμενη. Οι Κατηγορούμενες 2 και 3 κάθονταν στο πίσω κάθισμα μαζί με την παραπονούμενη οι οποίες επίσης την κτυπούσαν με τα χέρια στο σώμα χωρίς να της προκαλέσουν οποιαδήποτε τραύματα. Τα κτυπήματα – γροθιές που η παραπονούμενη δεχόταν στο πρόσωπο από τον Κατηγορούμενο 1 ο οποίος καθόταν στο μπροστινό κάθισμα του συνοδηγού, ήταν πιο έντονα. Στη συνέχεια, μετέβηκαν σε απόμερη περιοχή του χωριού Κοτσιάτης όπου ο Κατηγορούμενος 1 κατέβασε την παραπονούμενη από το αυτοκίνητο. Ακολούθως, και οι τρεις Κατηγορούμενοι την κτυπούσαν με τα χέρια και τα πόδια σε διάφορα σημεία του σώματος της για 20 περίπου λεπτά μέχρι λιποθυμίας της. Τα κτυπήματα [*88]που η Κατηγορούμενη 2 κατάφερε στην παραπονούμενη της προκάλεσαν εκχύμωση πλάτους 3 εκ. και μήκους 7,5 εκ. στον αριστερό έξω βραχίονα. Αφού την συνέφεραν, οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 έριξαν την παραπονούμενη στο πίσω κάθισμα του ίδιου αυτοκινήτου και μετέβηκαν, όλοι μαζί, στη Λακατάμια. Εκεί, απεχώρησε η Κατηγορούμενη 3 και ο Χαράλαμπος Τρουλιώτης, αφήνοντας τους Κατηγορούμενους 1 και 2 στο σπίτι που αυτοί διέμεναν μαζί με την παραπονούμενη. Στη συνέχεια, ο Κατηγορούμενος 1 οδήγησε την παραπονούμενη στο υπνοδωμάτιο του όπου συνέχισε να την κτυπά. Την πήρε από τα μαλλιά και κτυπούσε το μέτωπο της στο πάτωμα μέχρι που έχασε πάλι τις αισθήσεις της. Αργά το βράδυ όταν η παραπονούμενη έχασε τις αισθήσεις της από τα κτυπήματα που δεχόταν, τη μετέφερε ο Κατηγορούμενος 1 στο Νοσοκομείο Λευκωσίας όπου εξετάστηκε από τη Δρα. Αίγλη Γιαπανά. Ζητήθηκε από την παραπονούμενη να παραμείνει στο Νοσοκομείο για νοσηλεία, αλλά ο Κατηγορούμενος 1 την πίεσε και υπέγραψε εξιτήριο. Στη συνέχεια, ο Κατηγορούμενος 1 μετέφερε την παραπονούμενη στο σπίτι της Κατηγορούμενης 2 όπου συνέχισε να την κτυπά ασταμάτητα μέχρι το πρωί.”

Μεταφέρουμε, επίσης, με την επεξήγηση πως από ευτυχή συγκυρία, όπως εξηγήθηκε, δεν υπέστη η παραπονούμενη ανεπανόρθωτες βλάβες, τις διαπιστώσεις της ιατροδικαστού που εξέτασε την παραπονούμενη, όπως αυτές καταγράφονται στην πρωτόδικη απόφαση:

“Η παραπονούμενη εξετάστηκε στα γραφεία του ΤΑΕ Λάρνακας από την ιατροδικαστή Ελένη Αντωνίου η οποία διαπίστωσε τα ακόλουθα τραύματα:

“Ολόκληρο το πρόσωπο φέρει έντονη εξοίδηση καθώς επίσης και πρόσφατες εκχυμώσεις. Περιοφθαλμικά φέρει μεγάλες εκχυμώσεις και έντονο οίδημα άνω και κάτω βλεφάρων με αποτέλεσμα τα μάτια να είναι προς το παρόν κλειστά προσπάθεια διάνοιξης των οφθαλμών θα επιφέρει έντονη αιμορραγία. Η αριστερή παρειά φέρει εκχυμώσεις του φάρδους 0.6 εκατοστά και μήκους 7 εκατοστών περίπου. Στον αριστερόν πρόσθιο θώρακα φέρει μικροεκχύμωση η οποία μόλις αρχίζει να φαίνεται. Στο αριστερό έξω βραχίονα φέρει εκχύμωση φάρδους 3 εκατοστών και μήκους 7.5 εκατοστών. Στην αριστερή αντιβραχιόνιο περιοχή φέρει διάχυτες εκχυμώσεις. Στην αριστερή μέση μασχαλιαία περιοχή φέρει εκχύμωση ως έχει από βίζαγμα. Στα άνω και κάτω χείλη υπάρχει μεγάλο οίδημα και στην έσω επιφάνεια τόσο των άνω και των κάτω χειλέων φέρει θλαστικά τραύματα πιθανόν από έντονη συμπίεση [*89](εξωγενή) των χειλέων επί των δοντιών. Εκ των όλων τραυμάτων συνάγεται ότι το εν λόγω άτομο Παρασκευούλλα εκτυπήθη βίαια με αμβλύ όργανο (γροθιές, ξύλο, σωλήνα). Σύμφωνα με το μέγεθος των τραυμάτων πιστεύω ότι χρειάζεται Ιατρικής Παρακολούθησης και παρακαλώ όπως μεταφερθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας.”

Η παραπονούμενη σήμερα έχει αποθεραπευτεί.”

Το Κακουργιοδικείο έστρεψε την προσοχή του προς κάθε σχετικό παράγοντα. Ιδιαίτερα στην καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην εκδίκαση της υπόθεσης, στην παραδοχή του εφεσείοντα, έστω και αν αυτή δεν ήταν άμεση, στην κάποια συνεργασία του με την Αστυνομία και στις προσωπικές του περιστάσεις, περιλαμβανομένου και του γεγονότος πως βαρυνόταν με τέσσερις προηγούμενες καταδίκες, όπως σημειώνεται, όχι για ομοειδή αδικήματα. Στάθηκε, επίσης, στον ιδιαίτερο ισχυρισμό του εφεσείοντα πως ενήργησε κάτω από έντονη συναισθηματική φόρτιση. Η συναισθηματική φόρτιση συνδέθηκε με το γεγονός ότι η παραπονούμενη δεν ήταν πρόθυμη να καταβάλει στη μητέρα του εφεσείοντα το ποσό των £400 που της όφειλε. Δε βλέπουμε πως τέτοιας μορφής διαφορά θα μπορούσε λογικά να στηρίξει ισχυρισμό για συναισθηματική φόρτιση, πολύ λιγότερο τέτοιας μορφής που να συνδεθεί προς όσα απαράδεκτα ακολούθησαν. Εν πάση περιπτώσει, το Κακουργιοδικείο, ορθά επεσήμανε πως ο εφεσείων υπέβαλε την παραπονούμενη σε παρατεταμένη κακοποίηση, μάλιστα και μετά την απόλυσή της από το Νοσοκομείο, με τη σωστή κατάληξη πως αυτή δεν ήταν περίπτωση διάπραξης του αδικήματος αυθόρμητα και ανεξέλεγκτα εξαιτίας της συναισθηματικής φόρτισης.

Για το αδίκημα της απαγωγής ο νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης μέχρι δέκα ετών και για το αδίκημα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, όπως ίσχυε τότε, φυλάκισης μέχρι επτά ετών. Το Κακουργιοδικείο καθοδηγήθηκε ορθά σε σχέση με τις αρχές και ορθά κατέληξε πως άρμοζε στην περίπτωση η επιβολή ποινής φυλάκισης που θα τόνιζε την έντονη αποδοκιμασία για αυτού του είδους την εγκληματική συμπεριφορά. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος για τον οποίο θα μπορούσαμε να παρέμβουμε. Δε θεωρούμε ότι η ποινή που επιβλήθηκε ήταν έκδηλα υπερβολική, και η έφεση απορρίπτεται.

Η�έφεση απορρίπτεται.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο