Πισσούριος Ιωάννης Βάσου ν. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 178

(2006) 2 ΑΑΔ 178

[*178]5 Μαΐου, 2006

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΣΟΥ ΠΙΣΣΟΥΡΙΟΣ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 147/2005)

 

Παγίδευση κατηγορουμένου ― Κατά πόσο σημειώθηκε υποκίνηση του κατηγορουμένου από τις Αστυνομικές Αρχές προς διάπραξη αδικήματος κατοχής, προμήθειας και χρήσης ναρκωτικών, με σκοπό την παγίδευσή του και την προσαγωγή του ενώπιον του Δικαστηρίου ― Εφαρμοστέες αρχές ως προς το θέμα της υποκίνησης κατηγορουμένου στη διάπραξη αδικήματος.

Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της καταδίκης του εφεσείοντος σε υπόθεση κατοχής, προμήθειας και χρήσης κάνναβης κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων των περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμων και Κανονισμών. Ο εφεσείων θεωρεί λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση, γιατί καθώς ισχυρίζεται, το Δικαστήριο δεν αξιολόγησε σωστά τη μαρτυρία σύμφωνα με την οποία, αποδεικνύεται ο ανεπίτρεπτος σχεδιασμός και οι μέθοδοι που εφάρμοσε η αστυνομία προκειμένου να επιτύχει υποκίνησή του στο έγκλημα, την παγίδευση και σύλληψή του.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο αστυνομικός ΜΚ4, προσήγγισε τον εφεσείοντα, κατόπιν έγκρισης των ανωτέρων του, με την πρόφαση ότι ήθελε να προμηθευτεί ναρκωτικά. Στην πρώτη συνάντησή τους, ο εφεσείων του πώλησε ξηρή κάνναβη βάρους 7,61 γρ. έναντι του ποσού των £50. Στη συνέχεια, ο ΜΚ4, κατόπιν σχετικής έγκρισης, πήρε εντολή να αγοράσει από τον εφεσείοντα 250 γρ. κάνναβης και διευθετήθηκε δεύτερη συνάντηση. Κατά την ώρα της συναλλαγής αυτής, η Αστυνομία συνέλαβε τον εφεσείοντα, εκτελώντας επιχείρηση σύλληψής του στην οποία συμμετείχαν και μέλη της ΥΚΑΝ Αρχηγείου. Ο εφεσείων τραυματίστηκε ελαφρά στη μύτη κατά την προσπάθειά του να διαφύγει τη σύλληψη. Ακολούθησε έρευνα της περιοχής όπου εντοπίστηκε ακόμα μια τσάντα με ποσότητα κάνναβης και ο εφεσείων ομολόγησε ότι ήταν δική του. [*179]Στην κατοχή του εφεσείοντα βρέθηκε επίσης και μια «σιδερογροθιά».

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

1.  Δεν έχει προκύψει από τη μαρτυρία ότι υπήρξε πρόκληση από την Αστυνομία στη διάπραξη του αδικήματος. Η σειρά των γεγονότων που έλαβαν χώραν δεν ήταν ασυνήθιστη ούτε η αστυνομία πρόσφερε στον εφεσείοντα ελατήρια που δεν συνδέονται συνήθως με τη διάπραξη του αδικήματος, ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι σημειώθηκε υποκίνηση του εφεσείοντος από τη αστυνομία στη διάπραξη του αδικήματος.

2.  Σχετικά με το θέμα της υποκίνησης, οι αρχές που εφαρμόζονται, διατυπώθηκαν στην πρόσφατη απόφαση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Οδυσσέα Κανάρη, από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία ανασκόπησε την κυπριακή νομολογία επί του θέματος, υπό το φως της Texeira De Castro v. Portugal και της R. v. Looseley.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κανάρη (Αρ. 1) (2005) 2 Α.Α.Δ. 105,

Texeira De Castro v. Portugal 44/1997/828/1034/E CHR 533,

R. v. Looseley [2001] 4 All E.R. 897.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Υπόθεση Αρ. 2380/03), ημερομηνίας 10/5/05.

Ν. Παπαμιλτιάδους, για τον Εφεσείοντα.

Α. Μαππουρίδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κραμβής.

[*180]

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Εναντίον του εφεσείοντα απαγγέλθηκαν εννέα κατηγορίες για αδικήματα κατοχής, προμήθειας και χρήσης κάνναβης κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων των περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμων και Κανονισμών. Ο εφεσείων παραδέχθηκε τις κατηγορίες 7, 8 και 9 που αφορούσαν κατοχή και χρήση μικρών ποσοτήτων κάνναβης ενώ αρνήθηκε ενοχή στις υπόλοιπες. Κατόπιν δίκης, κρίθηκε ένοχος και σ’ αυτές τις κατηγορίες και στο τέλος του επιβλήθηκαν για κάθε κατηγορία συντρέχουσες ποινές φυλάκισης από 10 ημέρες μέχρι 18 μήνες.

Η έφεση στρέφεται μόνο εναντίον της καταδίκης. Ο εφεσείων θεωρεί λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση γιατί, καθώς ισχυρίζεται, το δικαστήριο δεν αξιολόγησε σωστά τη μαρτυρία σύμφωνα με την οποία, αποδεικνύεται ο ανεπίτρεπτος σχεδιασμός και οι μέθοδοι που εφάρμοσε η αστυνομία προκειμένου να επιτύχει υποκίνηση του στο έγκλημα, την παγίδευση και σύλληψή του.

Τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, όπως έχουν διαπιστωθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο, συνοψίζονται στη συνέχεια.

Ύστερα από πληροφορία που πήρε η αστυνομία ότι ο εφεσείων διακινούσε ναρκωτικά, αστυνομικός, κατόπιν έγκρισης των ανωτέρων του, επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικά, προσποιούμενος ότι ήθελε να προμηθευτεί ναρκωτικά. Ο εφεσείων προσφέρθηκε να τον προμηθεύσει 5 γραμμάρια κάνναβη στην τιμή των £50. Διευθετήθηκε συνάντηση σε συγκεκριμένο μέρος κατά την οποία ο εφεσείων πώλησε και παρέδωσε στον αστυνομικό (ΜΚ4) ξηρή κάνναβη βάρους 7,61 γρ. και ο τελευταίος πλήρωσε στον εφεσείοντα £50. Ο εφεσείων είπε στον αστυνομικό ότι μπορούσε να τον προμηθεύσει με άλλα 250 γραμμάρια κάνναβης το επόμενο βράδυ. Ο ίδιος αστυνομικός, κατόπιν σχετικής έγκρισης, πήρε εντολή να αγοράσει από τον εφεσείοντα 250 γρ. κάνναβης. Ο αστυνομικός αφού επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον εφεσείοντα, συμφώνησαν να συναντηθούν ξανά το βράδυ στο ίδιο μέρος για την αγοραπωλησία των ναρκωτικών. Η αστυνομία, σχεδίασε στο μεταξύ επιχείρηση σύλληψης του εφεσείοντα κατά την ώρα της συναλλαγής στην οποία θα συμμετείχαν μέλη της ΥΚΑΝ Αρχηγείου. Στις 11.30 μ.μ. έφτασε στο σημείο της συνάντησης ο αστυνομικός και σε δύο, τρία λεπτά ήλθε και ο εφεσείοντας με μοτοσικλέτα. Ο εφεσείων ζήτησε από τον αστυνομικό να τον ακολουθήσει σε άλλο μέρος για να του παραδώσει τα ναρκωτικά. Ο αστυνομικός τον ακολούθησε με ιδιωτικό αυτοκίνητο μέχρι που έφθασαν στο χώρο στάθμευσης οχημάτων του ξενοδοχείου “KALLISTOS”. Προς το ίδιο μέρος κινήθηκαν και τα μέλη της [*181]ΥΚΑΝ που λάμβαναν μέρος στην επιχείρηση. Ο αστυνομικός βγήκε από το αυτοκίνητο και ο εφεσείων του είπε να τον ακολουθήσει. Αφού περπάτησαν περίπου 50 μέτρα, ο εφεσείων του υπέδειξε μια τσάντα πλαστική κάτω από δέντρο την οποία και παρέλαβε. Ο αστυνομικός αποκάλυψε την ταυτότητά του και αφού τον πληροφόρησε για τα αδικήματα που διέπραξε, του επέστησε την προσοχή του στο νόμο. Ο εφεσείων δεν απάντησε και προσπάθησε να διαφύγει. Επενέβησαν άλλα μέλη της ΥΚΑΝ που είχαν έλθει στο μέρος και ο αστυνομικός (ΜΚ4) βοηθούμενος από άλλους συναδέλφους του ακινητοποίησε και συνέλαβε τον εφεσείοντα. Στην προσπάθεια των αστυνομικών να ακινητοποιήσουν τον εφεσείοντα, ο τελευταίος έπεσε στο έδαφος και τραυματίστηκε ελαφρά στη μύτη και σχίστηκε λίγο το παντελόνι του. Ακολούθησε έρευνα της περιοχής όπου εντοπίστηκε ακόμα μια τσάντα με ποσότητα κάνναβης και ο εφεσείων ομολόγησε ότι ήταν δική του. Στην κατοχή του εφεσείοντα βρέθηκε επίσης και μια «σιδερογροθιά».

Οι πιο πάνω διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου συνάδουν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη. Εδώ θα υπενθυμίσουμε την πάγια αρχή ότι η ευθύνη για την αξιολόγηση της μαρτυρίας ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν διαπιστώνει ότι τα ευρήματα του δικάσαντος δικαστηρίου είναι αντίθετα με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας ή δεν συνάδουν με την κοινή λογική.

Εξετάσαμε όλη τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του το πρωτόδικο δικαστήριο, τις διαπιστώσεις του επί των γεγονότων και της αξιοπιστίας των μαρτύρων σε συνάρτηση βέβαια με ό,τι ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα έθεσε ενώπιόν μας. Δεν έχουμε διαπιστώσει την ύπαρξη βάσιμου λόγου ο οποίος θα δικαιολογούσε επέμβαση προς ανατροπή διαπιστώσεων που αφορούν είτε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας είτε στα ευρήματα επί των γεγονότων. Τα κρίσιμα σημεία των γεγονότων της  υπόθεσης είναι σχεδόν όμοια με τα γεγονότα της Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Οδυσσέα Κανάρη (Αρ. 1) (2005) 2 Α.Α.Δ. 105, όπου η Πλήρης Ολομέλεια, ανασκόπησε την κυπριακή νομολογία επί του θέματος και υπό το φως της Texeira De Castro v. Portugal 44/1997/828/1034/E CHR 533 και της R. v. Looseley [2001] 4 All E.R. 897 κρίθηκε ότι η δράση του αστυφύλακα ο οποίος ενεργούσε δυνάμει εντολών που δόθηκαν αρμοδίως από ανωτέρους του, ύστερα από πληροφορίες ότι ο εφεσίβλητος διακινούσε ναρκωτικά, δεν συνιστούσε υποκίνηση ή ο,τιδήποτε άλλο που θα καθιστούσε τη συμπεριφορά του απαράδεκτη εφόσον η σειρά των γεγονότων που έλαβαν χώραν δεν ήταν ασυνήθιστη.

[*182]Στην παρούσα υπόθεση, ο εφεσείων ενδιαφερόταν σύμφωνα με βάσιμες πληροφορίες της αστυνομίας να εξεύρει αγοραστές για να τους πωλήσει ναρκωτικά. Ο αστυνομικός (ΜΚ4) προσποιούμενος τον αγοραστή, πρόσφερε στον εφεσείοντα ευκαιρία, όχι ασυνήθιστη. Δεν έχει προκύψει από τη μαρτυρία ότι υπήρξε πρόκληση από την αστυνομία στη διάπραξη του αδικήματος. Η σειρά των γεγονότων που έλαβαν χώραν δεν ήταν ασυνήθιστη ούτε η αστυνομία πρόσφερε στον εφεσείοντα ελατήρια που δεν συνδέονται συνήθως με τη διάπραξη του αδικήματος.

Η πιο πάνω κατάληξη αναφορικά με το θέμα της υποκίνησης κλπ του εφεσείοντα από την αστυνομία καθιστά αχρείαστη την όποια συζήτηση σχετικά με τους λοιπούς λόγους έφεσης οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από το ίδιο θέμα.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο