Πέτρου Χριστάκης Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2006) 2 ΑΑΔ 331

(2006) 2 ΑΑΔ 331

[*331]7 Ιουλίου, 2006

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΕΤΡΟΥ,

Εφεσείων,

ν.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7661)

 

Απόδειξη ― Περιστατική μαρτυρία ― Ένοπλη ληστεία και κατοχή πυροβόλου όπλου ― Καταδίκη στηριζόμενη σε περιστατική μαρτυρία ― Άρνηση του Εφετείου να επέμβει ― Ποία η σημασία της περιστατικής μαρτυρίας και πότε αποδεικνύει την ενοχή του κατηγορουμένου.

Απόδειξη ― Επιστημονική μαρτυρία ― Μαρτυρία Μοριακού Γενετιστή για ύπαρξη γενετικού υλικού του κατηγορουμένου σε αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ένοπλης ληστείας και ταυτοποίηση του κατηγορουμένου με το δράστη της ληστείας ― Άρνηση του Εφετείου να επέμβει.

Απόδειξη ― Ψεύδη κατηγορουμένου προς την Αστυνομία και στο Δικαστήριο ― Καταφυγή στο ψεύδος προς το σκοπό απόκρυψης κρίσιμων γεγονότων ― Κατατείνει σε ενοχοποιητικά συμπεράσματα.

Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος για ένοπλη ληστεία και κατοχή πυροβόλου όπλου και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 10 χρόνων για την ένοπλη ληστεία. Η καταδίκη του στηρίχθηκε αποκλειστικά σε περιστατική μαρτυρία. Κατέθεσαν για την Κατηγορούσα Αρχή συνολικά 29 μάρτυρες ενώ ο εφεσείων υπερασπίσθηκε με ανώμοτη δήλωση. Αρνήθηκε τόσο στις ανακριτικές του καταθέσεις όσο και στην ανώμοτή του δήλωση ότι είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στην υπόθεση.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την καταδίκη του.

Τα γεγονότα, όπως τα αποδέχτηκε το Κακουργιοδικείο, είναι εν συντομία τα ακόλουθα: Στις 17/1/2002 και περί τις 11:50 π.μ. ο εφεσείων, υπό της απειλή όπλου το οποίο κρατούσε – (δεύτερο όπλο είχε κρεμα[*332]σμένο στο ώμο του) – απέσπασε από υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου στη Λεωφόρο Αμαθούντος στη Λεμεσό, σεβαστό ποσό χρημάτων. Φορούσε μαύρη κουκούλα και γάντια και ζήτησε από υπάλληλο να του γεμίσει με χρήματα πλαστική σακκούλα. Δύο υπάλληλοι έβαλαν στη σακκούλα τα χαρτονομίσματα, ο εφεσείων την πήρε και διέφυγε με αυτοκίνητο Toyota στρίβοντας δεξιά επί της λεωρόρου Αμαθούντος. Για τη ληστεία, χρησιμοποιήθηκαν δύο αυτοκίνητα τα οποία είχαν κλαπεί, χρώματος γκρίζου ασημί. Ο εφεσείων διέφυγε με το Toyota το οποίο και εγκατέλειψε στην οδό Ζωτίμου – 700μ. από τον τόπο της ληστείας. Στη συνέχεια επιβιβάστηκε σε αυτοκίνητο Peugeot, το οποίο βρέθηκε εγκαταλελειμμένο, 300μ. από τον κυκλικό κόμβο Γερμασόγειας με κατεύθυνση προς τη Λεμεσό. Το Toyota εντοπίστηκε από την Αστυνομία, περιλουσμένο με πετρέλαιο, υπήρχαν δε τόσο μέσα όσο και έξω από αυτό, χαρτονομίσματα, προϊόν της ληστείας. Τα αδικήματα διαπράχθηκαν μέσα σε χρονικό διάστημα δύο ωρών που ο εφεσείων απουσίασε από τον χώρο εργασίας του. Εκτελούσε στο μώλο χωματουργικές εργασίες.

Ο εφεσείων, κατά το στάδιο της ανάκρισης, προέβη σε ψευδείς δηλώσεις. Οι δηλώσεις αυτές αφορούσαν στο χρόνο απουσίας του από την εργασία του, στο ότι δεν έφυγε από το μώλο, ενώ θεάθηκε να οδηγεί στην περιοχή Αμαθούντος αυτοκίνητο Peugeot, στο ότι δεν οδηγούσε το Peugeot, ενώ θεάθηκε να το οδηγεί σε χρόνο πολύ πλησίον στο χρόνο της ληστείας και στην περιοχή όπου αυτή διαπράχθηκε. Αρνήθηκε ότι γνώριζε ή οποτεδήποτε μπήκε στο Peugeot, ενώ στο τιμόνι και στο μοχλό των ταχυτήτων του βρέθηκε το γενετικό υλικό του – (D. N. A.). Τέλος, στην ενοχή του προσμέτρησε και το γεγονός ότι στο πλαστικό δοχείο – (Τεκμήριο 15) – που πέταξε ο δράστης πλησίον στο περιλουσμένο με πετρέλαιο Toyota, υπήρχε και πάλι το γενετικό υλικό του.

Οι λόγοι έφεσης που προέβαλε ο εφεσείων αφορούν την αξιολόγηση της επιστημονικής μαρτυρίας σε σχέση με την ύπαρξη του γενετικού υλικού του στα προαναφερθέντα τεκμήρια καθώς και την αξιολόγηση της περιστατικής μαρτυρίας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το Κακουργιοδικείο στήριξε τα ευρήματά του στη μαρτυρία που έκαμε αποδεκτή και αξιολόγησε τόσο τις παραλείψεις όσο και τις αντιφάσεις που διαπίστωσε. Οι λόγοι έφεσης που προβλήθηκαν δεν δικαιολογούν την επέμβαση του Εφετείου στην καθ’ όλα εύλογη και πειστική αξιολόγηση του Κακουργιοδικείου. Ειδικότερα, η αποδοχή της μαρτυρίας όλων όσοι κατέθεσαν σε σχέση με την [*333]εμπλοκή των οχημάτων στη ληστεία και τη διαφυγή του δράστη έγινε με πλήρη επίγνωση της σημασίας των παραλείψεων και αντιφάσεων.

2.  Ως προς την περιγραφή της εμφάνισης του εφεσείοντος και του δράστη της ληστείας, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αντιφάσεις, σε βαθμό που να δημιουργούν αμφιβολία ότι ο δράστης της ληστείας φορούσε μαύρα ρούχα ή ότι ο εφεσείων οδηγούσε το Peugeot, επειδή υπάρχει στη διατύπωση φραστική διαφορά.

3.  Δεν διαπιστώνεται σφάλμα στην προσέγγιση του Κακουργιοδικείου ως προς το ζήτημα της αναγνώρισης του Peugeot.

4.  Δεν έχει διακοπεί η περιστατική μαρτυρία, κατά τρόπο που να δημιουργεί αμφιβολίες για την ενοχή του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Philotas v. Republic (1967) 2 C. L. R. 13,

Αλ-Χάματ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 117,

Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 260,

Γεωργίου άλλως Παφίτης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 444,

Χριστοδούλου άλλως Ρόπας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2000) 2 Α.Α.Δ. 628.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 2952/02), ημερομηνίας 7/4/04.

Γ. Κονναρής, για τον Εφεσείοντα.

Α. Κανναουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστη[*334]ρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου τρεις κατηγορίες: μια για ένοπλη ληστεία - Άρθρα 282 και 283 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154 - μια για κατοχή πυροβόλου όπλου - Άρθρο 3(1)(β)(2)(β) του περί Πυροβόλων Όπλων Νόμου του 1974, (Ν. 38/74), (όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 27/78) - και μια για κλοπή ποσού £430,00 από το αυτοκίνητο HBP 865 - (Άρθρα 255 και 262 του ΚΕΦ. 154).  Κρίθηκε ένοχος στις δύο πρώτες κατηγορίες και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 10 χρόνων για την ένοπλη ληστεία.

Με την έφεση, ο εφεσείων προσβάλλει την καταδίκη του, για λόγους στους οποίους θα αναφερθούμε, αφού πρώτα παραθέσουμε τα γεγονότα, όπως τα αποδέχτηκε το Κακουργιοδικείο, στη βάση των παραδεκτών γεγονότων και της μαρτυρίας την οποία έκρινε αξιόπιστη.  Για τα αδικήματα δεν υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες.  Η καταδίκη του στηρίχτηκε αποκλειστικά σε περιστατική μαρτυρία.  Κατέθεσαν για την Κατηγορούσα Αρχή συνολικά 29 μάρτυρες, ενώ ο εφεσείων περιορίστηκε να υπερασπισθεί με ανώμοτη δήλωση, προβάλλοντας ότι είναι αθώος.

Ο εφεσείων ασχολείται με χωματουργικές εργασίες - εκσκαφές και διατηρεί παρά τα φώτα τροχαίας της Λινόπετρας στη Λεμεσό γραφείο.  Στις 16/1/2002, διευθέτησε με τον εργολάβο Ν. Δημητρίου - Μ.Κ.12 - όπως εκτελέσει για λογαριασμό του εργασίες εκσκαφής στην περιοχή του μόλου Λεμεσού.  Την επομένη, 17/1/2002 και γύρω στις 9.15 π.μ., με τον εκσκαφέα του, πήγε στην περιοχή και άρχισε αμέσως δουλειά.  Φορούσε παντελόνι παραλλαγής, κάπως ξεθωριασμένο, και φανέλα σκούρου χρώματος.  Ενώ εργαζόταν, γύρω στις 10.30 π.μ., δέχθηκε στο κινητό του τηλεφώνημα, σταμάτησε την εργασία του και είπε στο Μ.Κ.12 ότι έπρεπε να φύγει, γιατί ήταν άρρωστη η μητέρα του, θα επέστρεφε, όμως, σύντομα. Έφυγε περπατητός με κατεύθυνση προς την παραλιακή λεωφόρο και επέστρεψε στις 12.30 μ.μ. ακριβώς.  Αυτή τη φορά φορούσε σκούρο μπλε παντελόνι, εργάστηκε για λίγο και έφυγε με τον εκσκαφέα του γύρω στις 12.45 μ.μ. - 12.50 μ.μ.  Περί τις 11.50 π.μ., υπό την απειλή όπλου, το οποίο κρατούσε - (δεύτερο όπλο είχε κρεμασμένο στον ώμο του) - απέσπασε από υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου στη Λεωφόρο Αμαθούντος, παρά το ξενοδοχείο “Four Seasons”, σεβαστό ποσό χρημάτων σε κυπριακές λίρες και ξένα χαρτονομίσματα.  Φορώντας στο κεφάλι του μαύρη κουκούλα με τρύπες στα μάτια και γάντια στα χέρια, μπήκε στο υποκατάστημα και ζήτησε από υπάλληλο να του γεμίσει με χρήματα πλαστική σακούλα.  Δύο υπάλ[*335]ληλοι του υποκαταστήματος έβαλαν στη σακούλα τα χαρτονομίσματα, ο εφεσείων πήρε τη σακούλα και διέφυγε με σταθμευμένο αυτοκίνητο μάρκας Toyota, με Αρ. Εγγραφής  HBP 865, στρίβοντας δεξιά.

Για τη ληστεία, χρησιμοποιήθηκαν δύο αυτοκίνητα, και τα δύο χρώματος γκρίζου ασημί, τα οποία είχαν κλαπεί:  το υπ’ Αρ. HBP 865, μάρκας Toyota, (το “Toyota”), κλάπηκε από τη Γεροσκήπου στις 9/1/2002, και το υπ’ Αρ. HMM 791, μάρκας Peugeot, (το “Peugeot”), κλάπηκε στις 8/1/2002 από τη Λάρνακα.  Ο εφεσείων, από το υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου, διέφυγε με το Toyota, το οποίο και εγκατέλειψε στην οδό Ζωτίμου, (η «Ζωτίμου») - 700 μ. από το σημείο της ληστείας - όπου και ανευρέθη από την Αστυνομία.  Στη συνέχεια, επιβιβάστηκε στο Peugeot, το οποίο ήταν ήδη εκεί σταθμευμένο, κάλυψε απόσταση 2 χλμ. και 700 μ. και έφτασε μέχρι το σημείο του αυτοκινητόδρομου, όπου βρέθηκε εγκαταλελειμμένο, 300 μ. από τον κυκλικό κόμβο της Γερμασόγειας με κατεύθυνση προς Λεμεσό. Όταν το Toyota εντοπίστηκε από την Αστυνομία, ήταν περιλουσμένο εσωτερικά και εξωτερικά με πετρέλαιο, υπήρχαν δε, τόσο μέσα όσο και έξω από αυτό, χαρτονομίσματα, προϊόν της ληστείας.  Πολύ πλησίον, στο πεζοδρόμιο, υπήρχε πεταγμένο πλαστικό δοχείο - Τεκμήριο 15 - με κατάλοιπα πετρελαίου στο εσωτερικό του. 

Πληροφορίες που δόθηκαν στην Αστυνομία αμέσως μετά τη διάπραξη της ληστείας την οδήγησαν, η ώρα 12.50 μ.μ., στο γραφείο του εφεσείοντα, ο οποίος έφτασε σ’ αυτό η ώρα 1.35 μ.μ., για να μεταβεί στη συνέχεια, με τη συγκατάθεσή του, στον Αστυνομικό Σταθμό, όπου του λήφθηκαν δύο ανακριτικές καταθέσεις - μία προτού συλληφθεί και μία μετά τη σύλληψή του, η οποία έγινε η ώρα 4.10 μ.μ.  Αρνείτο κάθε ανάμειξη και δήλωνε ότι από το πρωί φορούσε τα ίδια ρούχα, ότι, λόγω προβλήματος με την οικογένειά του, διέκοψε, γύρω στις 10.00 π.μ., την εργασία του, πήγε στο μόλο για μία περίπου ώρα και κάπνισε τσιγάρα.      

Το Κακουργιοδικείο, για να καταλήξει στην ενοχή του εφεσείοντα, έλαβε υπόψη του, μεταξύ άλλων, ότι αυτός, γύρω στις 11.20 π.μ., έγινε αντιληπτός από δύο τροχονόμους του Κοινοτικού Συμβουλίου Αγίου Τύχωνα, οι οποίοι επέβαιναν μοτοποδηλάτου και τον γνώριζαν, να οδηγεί στη Λεωφόρο Αμαθούντος αυτοκίνητο Peugeot, το οποίο, σε αναγνωριστική παράταξη, στις 21/1/2002, στην Αστυνομική Διεύθυνση Λεμεσού, αναγνώρισαν να είναι το υπ’ Αρ. HMM 791. Ήταν σταματημένος σε φώτα τροχαίας και έφυγε, με επαναστροφή, προς Λεμεσό, όταν το φως άναψε πράσινο. [*336]Το αυτοκίνητο αυτό, ενωρίτερα, την ίδια μέρα, γύρω στις 10.00 π.μ. - 10.15 π.μ., σύμφωνα με το Μ.Κ.8, ήταν σταθμευμένο στη Ζωτίμου, όπου λίγο μετά τη ληστεία εντοπίστηκε το Toyota και, γύρω στις 11.00 π.μ., σύμφωνα με το Μ.Κ16 - Λ. Καζαμία - ο οποίος βρισκόταν στην περιοχή όπου η Ζωτίμου, οδηγείτο έξω από τα όρια του χωματόδρομου και να περνούσε μέσα από λάσπες.  Και ο μάρτυρας αυτός σε αναγνωριστική παράταξη υπέδειξε το αυτοκίνητο HMM 791 ως το Peugeot που είδε να οδηγείται όπως περιέγραψε. 

Ο Μ.Κ.18 είδε το Toyota, γύρω στις 11.40 π.μ. - 11.45 π.μ., να οδηγείται με μεγάλη ταχύτητα και να σταματά στο ασφαλτοστρωμένο μέρος της Ζωτίμου και, στη συνέχεια, να κατεβαίνει από αυτό οπλισμένος κουκουλοφόρος και να πετά κάτι προς τους θάμνους. Στον ίδιο τόπο και χρόνο η Μ.Κ.17, ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητό της προς το ασφαλτοστρωμένο μέρος της Ζωτίμου, είδε εκεί δύο αυτοκίνητα, χρώματος γκρίζου - ασημί, να είναι σταθμευμένα. Το ένα ήταν Peugeot, με αριθμό εγγραφής που άρχιζε από H και μετά MΜ ή MN, και το άλλο saloon, του οποίου δεν θυμόταν τη μάρκα, το αναγνώρισε, όμως, στη φωτογραφία 9 του Τεκμηρίου 1 να είναι το Toyota. Πρόσεξε στο πλευρό της ανοικτής πόρτας του οδηγού του Toyota έναν κουκουλοφόρο, με αυτόματο όπλο στο χέρι του, να κινείται σκυφτός μέσα και έξω από το αυτοκίνητο προς παρακείμενους θάμνους.  Τον είδε, επίσης, να πετά μακριά από το αυτοκίνητο προς τους θάμνους ένα πορτοκαλί δοχείο.  Αργότερα εκεί ανευρέθη το Τεκμήριο 15, το οποίο η μάρτυς αναγνώρισε να είναι παρόμοιο με εκείνο που είδε τον κουκουλοφόρο να πετά. 

Το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι ο οπλισμένος κουκουλοφόρος, ο οποίος θεάθηκε να κατεβαίνει από το Toyota και να πετά το πλαστικό δοχείο - Τεκμήριο 15 - ήταν ο δράστης της ληστείας. Ακολούθως, στηριζόμενο στη μαρτυρία του Μοριακού Γενετιστή, Δρ. Μ. Καριόλου - (Μ.Κ.29) - σύμφωνα με τον οποίο το ανδρικό γενετικό προφίλ του μεικτού D.N.A., που απομονώθηκε από ανθρώπινα κύτταρα στο τιμόνι και το μοχλό ταχυτήτων του Peugeot και στο Τεκμήριο 15, ταυτίζεται με το γενετικό προφίλ του D.N.A., που απομονώθηκε από δύο αποτσίγαρα που κάπνισε ο εφεσείων - κατέληξε ότι ο εφεσείων συνδέεται με τον οδηγό του Toyota και του Peugeot.

Σε σχέση με την ανεύρεση του γενετικού υλικού του εφεσείοντα στο τιμόνι και το μοχλό των ταχυτήτων του Peugeot, αναφέρονται τα εξής:-

«Αυτό το στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας αποκτά ιδιαίτερη [*337]σημασία όταν συνεξετασθεί με τα ακόλουθα περιβάλλοντα στοιχεία άλλης μαρτυρίας ή παραδεκτών γεγονότων:

(i)    Το γεγονός ότι παρόμοιο αυτοκίνητο εκείνου του τύπου, του ίδιου χρώματος και με αριθμό εγγραφής του οποίου τουλάχιστο τα δύο πρώτα γράμματα ήταν τα ίδια, θεάθηκε να βρίσκεται σταθμευμένο πολύ κοντά από το σταθμευμένο Toyota που εγκατέλειψε ο ληστής αφού το περιέλουσε με πετρέλαιο, ενώ το Peugeot ακολούθως εξαφανίστηκε.

(ii)   Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο εκείνο εντοπίστηκε λίγη ώρα μετά τη ληστεία εγκαταλελειμμένο στο κράσπεδο του αυτοκινητόδρομου Λεμεσού - Λευκωσίας, όχι μακριά από το δρόμο όπου αφέθηκε το Toyota και είχε θεαθεί το Peugeot. 

(iii)  Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είχε θεαθεί περί τα 30 λεπτά πριν τη ληστεία να οδηγά βιαστικός αυτοκίνητο ίδιου μοντέλου και ίδιου χρώματος, που δεν του ανήκε, στην περιοχή Αμαθούντος, στα όρια της οποίας βρίσκεται και η τράπεζα.

(iv)  ο γεγονός ότι σε κάποιο χρονικό σημείο μεταξύ 11.00 - 11.55 π.μ. δύο μάρτυρες είδαν αυτοκίνητο εκείνου του μοντέλου και ίδιου χρώματος να οδηγείται με υπερβολική ταχύτητα σε χωμάτινο έδαφος πολύ κοντά στο δρόμο όπου βρέθηκε περιλουσμένο το Toyota και όπου είχε θεαθεί ο δράστης και κοντά ήταν ένα Peugeot.

(v)   Το γεγονός ότι όλοι οι μάρτυρες που κατάθεσαν για τις κινήσεις του πιο πάνω αυτοκινήτου, παρόλο ότι δεν είχαν προσέξει ή συγκρατήσει τους αριθμούς εγγραφής του, εν τούτοις σε αναγνωριστική παράταξη αυτοκινήτων, όλοι υπέδειξαν το HMM791 σαν το αυτοκίνητο που είχαν δει, πλην ενός ο οποίος αδυνατούσε να αναγνωρίσει οποιοδήποτε αυτοκίνητο.

(vi)  Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο Peugeot HMM791 όπως και το Toyota, είχε κλαπεί και αυτό λίγες μέρες προηγουμένως από άλλη επαρχία. 

(vii) Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κατάθεσε στην αστυνομία ότι δεν είχε ποτέ έρθει σε επαφή με το αυτοκίνητο εκείνο, ενώ αυτό αποδείχθηκε να είναι αναληθές αφού και θεάθηκε να το οδηγά εγγύς χρονικά προς τη ληστεία και εντοπίστηκε σ’ αυτό το γενετικό του υλικό.»

Δηλώσεις, επίσης, του εφεσείοντα εκτός Δικαστηρίου - (απαντήσεις του κατά το στάδιο της ανάκρισης) - θεωρήθηκαν ψευδείς και προσμέτρησαν ως ενοχοποιητική περιστατική μαρτυρία, αφού ικανοποιούσαν τα κριτήρια που καθορίζει η νομολογία*.  Επρόκειτο, δηλαδή, για ηθελημένα ψέματα που αφορούσαν σε ουσιώδες ζήτημα, είχαν κίνητρο την επίγνωση της ενοχής και το φόβο της αλήθειας και αποδείχθηκαν με ανεξάρτητη μαρτυρία.  Οι δηλώσεις αυτές αφορούσαν στο χρόνο απουσίας του από την εργασία.  Μίλησε για απουσία μιας ώρας περίπου, ενώ απουσίαζε δύο ώρες, διάστημα που, σύμφωνα με χρονομετρήσεις από αξιόπιστο μάρτυρα - (Μ.Κ.27) - του παρείχε τη δυνατότητα διάπραξης των αδικημάτων.  Θεάθηκε να οδηγεί στην περιοχή Αμαθούντος αυτοκίνητο Peugeot, ενώ είπε ότι δεν έφυγε από το μόλο. Αρνήθηκε ότι οδηγούσε το Peugeot, ενώ θεάθηκε να το οδηγεί σε χρόνο πολύ πλησίον στο χρόνο της ληστείας και στην περιοχή όπου αυτή διαπράχθηκε. Αρνήθηκε ότι γνώριζε ή οποτεδήποτε μπήκε στο Peugeot, ενώ στο τιμόνι και στο μοχλό των ταχυτήτων του βρέθηκε το γενετικό υλικό του - (D.N.A.).  Τέλος, στην ενοχή του προσμέτρησε και το γεγονός ότι στο πλαστικό δοχείο - (Τεκμήριο 15) - που πέταξε ο δράστης πλησίον στο περιλουσμένο με πετρέλαιο Toyota, υπήρχε και πάλι το γενετικό υλικό του. 

Η εκδοχή του εφεσείοντα, σύμφωνα με όσα ανέφερε στις ανακριτικές καταθέσεις του και επανέλαβε, ουσιαστικά, με την ανώμοτη δήλωσή του, είναι ότι καμιά τράπεζα δε λήστεψε, η Αστυνομία, όμως, συνεχώς τον ενοχλεί για τέτοια και άλλα αδικήματα.  Ούτε αυτοκίνητο έκλεψε ή μπήκε μέσα σ’ αυτό, ούτε όπλο είχε.  Για την απουσία του από την εργασία του, είπε ότι είχε πάει στο μόλο, καμιά διακοσαριά μέτρα από αυτή.  Ως προς το πλαστικό δοχείο - Τεκμήριο 15 - είπε ότι:  «... τέτοια έχει πάρα πολλά, χωρίς κανένα έλεγχο και οποιοσδήποτε μπορεί να τα πάρει.».   

Προτού ασχοληθούμε με τους λόγους έφεσης, παραθέτουμε από τη Γεωργίου άλλως Παφίτης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 444 ό,τι εδώ ενδιαφέρει σε σχέση με τη σημασία της περιστατικής μαρτυρίας:- (σελ. 450-451)

«Ποίο το βάρος της περιστατικής μαρτυρίας και πότε, συ[*339]νεκτικά αποτιμούμενη, μπορεί να στοιχειοθετήσει την ενοχή του κατηγορουμένου, αποτέλεσε αντικείμενο ανάλυσης σε πολλές δικαστικές αποφάσεις. Περιστατική είναι η μαρτυρία, η οποία προκύπτει από ή συναρτάται προς τα περιστατικά του εγκλήματος. Αντιδιαστέλλεται προς άμεση μαρτυρία, δηλαδή μαρτυρία η οποία ευθέως αποκαλύπτει τα περιστατικά του εγκλήματος και τον εγκληματία.

Η σημασία της περιστατικής μαρτυρίας και πότε αποδεικνύει την ενοχή του κατηγορουμένου εξηγείται σε πολλές δικαστικές αποφάσεις - (βλ., μεταξύ άλλων, Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R. 73· Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172· Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211· Σάββα ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 258).  Το πρώτο, που διευκρινίζεται, είναι ότι ποιοτικά η περιστατική μαρτυρία δεν υπολείπεται, ούτε είναι υποδεέστερης αξίας από την άμεση μαρτυρία. Η σημασία της έγκειται στα συμπεράσματα, που μπορεί να εξαχθούν από το περιεχόμενό της. Κλασσικό παράδειγμα είναι η παρουσία, όπως στην προκείμενη περίπτωση, δακτυλικών και παλαμικών αποτυπωμάτων.  Αποκαλύπτουν την επαφή του εφεσείοντα με τα σύνεργα του εγκλήματος, γεγονός σχετικό προς το ποιος διέπραξε το έγκλημα, παρόλον που δεν είναι, αφ’ εαυτού, καθοριστικό για την απόδειξη της ενοχής του κατηγορουμένου.  Το γεγονός, συνεκτιμούμενο με άλλα περιστατικά του εγκλήματος, μπορεί να δικαιολογήσει την καταδίκη του κατηγορουμένου εφόσον τα περιστατικά, σωρευτικά αποτιμούμενα, οδηγούν συμπερασματικά στην ενοχή του. Έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, εφόσον δεν επιδέχονται λογικά άλλης ερμηνείας ή εξήγησης από την ενοχή του κατηγορουμένου.»

Ο εφεσείων, με εννιά λόγους έφεσης, αμφισβητεί την ορθότητα της καταδίκης του. 

Θα εξετάσουμε πρώτα τους λόγους έφεσης 5, 7, 8, με τους οποίους αμφισβητείται η ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας του Δρ. Μ. Καριόλου κατά την αντεξέταση, οι εξηγήσεις του οποίου, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, δεν αποκλείουν το γενετικό του υλικό να μεταφέρθηκε με τα γάντια που φορούσε ο δράστης της ληστείας από το πλαστικό δοχείο - Τεκμήριο 15 - στο τιμόνι και το μοχλό ταχυτήτων του Peugeot. Αμφισβητούνται, επίσης, τα συμπεράσματα ως προς το πλαστικό δοχείο - Τεκμήριο 15 - το οποίο, σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, διακινήθηκε νομότυπα.  Είναι η εισήγηση του εφεσείοντα ότι είναι χωρίς σημασία η ανεύρεση του [*340]γενετικού υλικού του στο Τεκμήριο 15, αφού, σε ανοικτό χώρο έξω από το γραφείο του, δοχεία όπως αυτό υπάρχουν πεταγμένα και μπορεί να πάρει όποιος θέλει. 

Διαπιστώνουμε ότι όλα όσα ο συνήγορος επικαλέστηκε ενώπιόν μας, σε σχέση με τη μαρτυρία του Δρ. Μ. Καριόλου, τέθηκαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου και εξετάστηκαν με κάθε προσοχή. Συμφωνούμε με τον τρόπο που αντικρίστηκαν και παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:- 

«Ο συνήγορος υπεράσπισης αμφισβήτησε κάποιες από τις θέσεις τις οποίες πρόβαλε ο Μ.Κ.29 Δρ. Καριόλου.  Για να είμαστε πιο ακριβείς, ο συνήγορος, αξιοποιώντας κάποια μέρη της μαρτυρίας του Μ.Κ.29, εισηγήθηκε ότι η ύπαρξη γενετικού υλικού του κατηγορούμενου στα προαναφερθέντα τεκμήρια, δεν τοποθετούν κατ’ ανάγκη τον κατηγορούμενο ούτε στη σκηνή και στη θέση του δράστη ο οποίος πέταξε το πλαστικό δοχείο, ούτε και στη θέση του οδηγού του αυτοκινήτου HMM 791.

Σύμφωνα με τις εισηγήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης ο Δρ. Καριόλου δέχθηκε ότι είναι δυνατό να μεταφερθεί το γενετικό υλικό κάποιου ατόμου κάπου, χωρίς το άτομο τούτο να έχει πάει ποτέ εκεί. Δέχθηκε ακόμα ότι πρόσωπο που φορεί μάλλινα γάντια, είναι βέβαιο ότι μεταφέρει το γενετικό υλικό κάποιου ατόμου από ένα αντικείμενο σε άλλο χωρίς να αφήνει το δικό του γενετικό υλικό. Με αυτά σαν δεδομένα, ο συνήγορος είχε υποβάλει στον Δρα. Καριόλου σειρά ερωτήσεων οι οποίες βασίζονταν στο εξής σενάριο:  Η διάπραξη της ληστείας έγινε από τρίτο πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο έκλεψε το δοχείο - τεκμήριο 15 από τον ανοικτό χώρο του γραφείου του κατηγορούμενου, οδήγησε το Toyota και διέπραξε τη ληστεία φορώντας μάλλινα γάντια.  Εκεί όπου μετά στάθμευσε το αυτοκίνητο, κατέβασε το τεκμήριο 15 με το δεξί του χέρι, το πήρε με το αριστερό και περιέλουσε το όχημα με πετρέλαιο.  Κατ’ αυτό τον τρόπο, το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου ο οποίος χρησιμοποιούσε το δοχείο - τεκμήριο 15 προηγουμένως, μεταφέρθηκε στα γάντια και των δύο χεριών του δράστη. Μετά, ο δράστης οδηγώντας το Peugeot HMM791, μετέφερε με το δεξί του χέρι το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου στο τιμόνι του και με το αριστερό χέρι στο μοχλό των ταχυτήτων.  Σύμφωνα πάντα με το συνήγορο υπεράσπισης αυτό το σενάριο το δέχθηκε ο Δρ. Καριόλου σαν πιθανό, καθώς και ότι δεν μπορούσε να πει μετά βεβαιότητας ότι τα όσα άλλα ο ίδιος είχε καταθέσει στην κύρια εξέταση του ήταν απολύτως ορθά.

[*341]

Όμως δεν συμμεριζόμαστε την θέση ότι αποδέχθηκε το προαναφερθέν σενάριο, όπως εισηγείται ο συνήγορος.  Ειδικότερα, ή αντίθετα ο μάρτυρας απαντώντας σε σχετική επί μέρους ερώτηση, είχε πει και τα εξής:  Εάν κάποιος άγγιζε το δοχείο - τεκμήριο 15, ανεξάρτητα από το ποιανού υπήρχαν ή όχι κύτταρα σ’ αυτό, θα τα αντικαθιστούσε στη μεγάλη τους πλειοψηφία.  Το τελευταίο άτομο που αγγίζει, αφήνει και την περισσότερη ποσότητα κυττάρων.  Από την άλλη, αν κάποιος φορεί γάντια καθαρά και πάρει το δοχείο - τεκμήριο 15, τότε θα απαλείψει τα όποια κύτταρα υπήρχαν σ’ αυτό και βέβαια δεν θα αφήσει ούτε δικά του ...  Αποτέλεσε τη σαφή θέση του μάρτυρα απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ότι γενετικό υλικό θα μεταφέρετο από το χερούλι στο μοχλό και τιμόνι του HMM791 εάν κάποιος σκούπιζε το πρώτο τεκμήριο και με το ίδιο χαρτί σκούπιζε τα σημεία του HMM791.  Σε τέτοια όμως περίπτωση δεν θα εντοπίζονταν κύτταρα στο χερούλι του τεκμηρίου 15. 

Νομίζουμε ότι με τα πιο πάνω σημεία μαρτυρίας, το υποθετικό σενάριο το οποίο πρόβαλε ο συνήγορος υπεράσπισης δεν φαίνεται να βρίσκει έρεισμα στη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα Μ.Κ.29. Έρεισμα δεν βρίσκει ούτε και σε οποιαδήποτε άλλη επιστημονική μαρτυρία, αφού τέτοια δεν προσφέρθηκε.  Το κυριότερο όμως είναι ότι το υπόβαθρο δεδομένων στο οποίο εδράζεται το σενάριο, δεν βρίσκει έρεισμα σε δοθείσα μαρτυρία. Υπενθυμίζεται ότι καμιά μαρτυρία δεν δόθηκε σύμφωνα με την οποία το δοχείο τεκμήριο 15 ανήκε ή εχρησιμοποιείτο από τον κατηγορούμενο.  Καμιά μαρτυρία δεν δόθηκε έστω ότι παρόμοιο δοχείο ή δοχεία ανήκαν ή εχρησιμοποιούνταν από τον κατηγορούμενο. Στη σχετική αόριστη αναφορά του κατηγορούμενου στην ανώμοτη δήλωση του δεν μπορούμε να προσδώσουμε ιδιαίτερη αξία.  Δεν δόθηκε μαρτυρία ότι κλάπηκε ή ελλείπει τέτοιο δοχείο από τα υποστατικά του κατηγορούμενου ή ότι με τον ένα ή άλλο τρόπο έφθασε στα χέρια κάποιου τρίτου προσώπου.» 

Οι λόγοι έφεσης 5, 7 και 8 απορρίπτονται.

Με τους λόγους έφεσης 1, 2, 3, 4 και 9, ο εφεσείων διατείνεται ότι το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα αξιολόγησε και θεώρησε την περιστατική μαρτυρία ικανοποιητική προς απόδειξη της ενοχής του.  Επέλεξε, υπέβαλε, και αποδέχτηκε μέρος της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρος, χωρίς να πιστώσει την αμφιβολία, η οποία δημιουργείται από το σύνολο της μαρτυρίας, προς όφελός του και ανέμενε αυτός να αποδείξει την αθωότητά του.  Η καθοδήγηση του Κακουργιοδι[*342]κείου αναφορικά με τις προϋποθέσεις ανάδειξης του ψέματος σε ενισχυτική μαρτυρία δεν υποστηρίχθηκε ότι ήταν λανθασμένη, αλλά πως εσφαλμένα η μαρτυρία του εφεσείοντα απορρίφθηκε. Από διάφορα σημεία της μαρτυρίας, υπέβαλε - (των Μ.Κ.12, 14, 15, 16, 19, 27) - καταφαίνεται το ασυμβίβαστο της περιστατικής μαρτυρίας με μία και μόνη εκδοχή, αυτή της  Κατηγορούσας Αρχής, όπως απαιτείται για καταδίκη στη βάση τέτοιας μαρτυρίας.  Υπέδειξε διαφορετικότητα στις αναφορές των Μ.Κ.14 και 15 σε σχέση με την εξωτερική εμφάνιση του εφεσείοντα και την περιγραφή του δράστη, της ληστείας και των οχημάτων που χρησιμοποιήθηκαν, σε βαθμό που δημιουργεί αμφιβολία εάν δράστης είναι ο εφεσείων.  Περιγράφοντας ο Μ.Κ.14 τον εφεσείοντα, είπε ότι:  «Ήταν ξιουρισμένη η κεφαλή του. Ήταν λίγο πιο πασιύς», ενώ ο Μ.Κ.15 είπε ότι:  «Νομίζω είχε μαλλιά, δεν ήταν τέλεια κουρεμένος.  Όχι πολλά, λίγα.».  Για το δράστη της ληστείας, η περιγραφή της ενδυμασίας του ήταν:  Από το Μ.Κ.5 ότι φορούσε μαύρα γάντια, μαύρη κουκούλα, μαύρο σακάκι, παντελόνι τζιν μπλε, από το Μ.Κ.20 στολή μαύρη, από το Μ.Κ.23 μαύρο μπουφάν και κουκούλα και από το Μ.Κ.24 ρούχα σκούρου χρώματος, μπλε - μαύρο μπουφάν και παντελόνι που δεν θυμόταν.  Οι Μ.Κ.14 και 15, ενώ πληροφορήθηκαν για τη ληστεία λίγο μετά τη διάπραξή της και επισκέφθηκαν τη σκηνή, για την επαναστροφή ανέφεραν την επομένη και όταν ο εφεσείων είχε πια συλληφθεί ως ύποπτος.  Το Κακουργιοδικείο, σε αντίθεση με την αμφιβολία που χαρακτηρίζει τη μαρτυρία σε σχέση με το Peugeot, θεώρησε ότι οι μάρτυρες το αναγνώρισαν.

Εσφαλμένη χαρακτήρισε και την αξιολόγηση της μαρτυρίας σε σχέση με την ώρα που οι Μ.Κ.16 και 19 είδαν το Peugeot να οδηγείται.  Σε σχέση με τις χρονομετρήσεις των αποστάσεων, στη βάση των οποίων το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι παρεχόταν στον εφεσείοντα η δυνατότητα διάπραξης του αδικήματος, παραβλέφθηκε, υπέβαλε ο συνήγορός του, το γεγονός ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ότι αυτοκίνητο τον παρέλαβε και τον μετέφερε στο μόλο, όπου η εργασία του, και είναι αδιαμφισβήτητο ότι αυτός διακινήθηκε προς και από την εργασία του με εκσκαφέα. 

Σ’ ό,τι αφορά την αναγνώριση του Peugeot από τη Μ.Κ.17 και αυτή δεν ήταν ικανοποιητική, αφού η μάρτυς, από τη μια, δεν ήταν σε θέση να το αναγνωρίσει στη φωτογραφία, ενώ, από την άλλη, ο Μ.Κ.13 βεβαίωνε ότι την ημέρα της ληστείας του υπέδειξε τα οχήματα που είδε. Επίσης, ο Μ.Κ.18 δεν είδε στη Ζωτίμου δύο οχήματα, όπως κατέθεσε η Μ.Κ.17, και ο Μ.Κ.19 δεν μπορούσε να αναγνωρίσει στη φωτογραφία το Peugeot, το οποίο, όταν παραδόθηκε στον ιδιοκτήτη του, φαινόταν άθικτο, ενώ ο Μ.Κ.10 μίλησε για [*343]εξάρτημα του Peugeot στο χώρο όπου ανευρέθηκε το Toyota.

Έχουμε εξετάσει με προσοχή όσα ο συνήγορος υπέδειξε ως γεγονότα τα οποία δεν αξιολογήθηκαν ορθά, όσο και το σύνολο της μαρτυρίας. Διαπιστώνουμε ότι σχεδόν όλα όσα ενώπιόν μας συζήτησε τα έθεσε και ενώπιον του Κακουργιοδικείου, το οποίο ασχολήθηκε με το κάθε ένα από αυτά, προτού καταλήξει στα ευρήματά του. Το Κακουργιοδικείο προσέγγισε τη μαρτυρία με πλήρη επίγνωση των αρχών ως προς το κάθε επί μέρους θέμα.  Ασχολήθηκε διεξοδικά και επεξήγησε με σαφήνεια πώς το κάθε ένα στοιχείο της μαρτυρίας, από μόνο του αλλά και σε συνδυασμό με άλλα, οδηγούν στα ευρήματά του.  Αξιολόγησε τόσο τις παραλείψεις όσο και τις αντιφάσεις που διαπίστωσε και δε βρίσκουμε στην καθ’ όλα εύλογη και πειστική αξιολόγησή του λόγο που να δικαιολογεί επέμβασή μας.  Ειδικότερα, η αποδοχή της μαρτυρίας όλων όσοι κατέθεσαν σε σχέση με την εμπλοκή των οχημάτων στη ληστεία και τη διαφυγή του δράστη έγινε με πλήρη επίγνωση της σημασίας των παραλείψεων και αντιφάσεων.  Αναφέρεται σχετικά:- 

«Η πιο πάνω μαρτυρία της οποίας κύρια σημεία παραθέσαμε στα πλαίσια της θεματικής αυτής ενότητας συνίσταται είτε από τυπικές παρατηρήσεις αστυνομικών οργάνων που εντόπισαν τα δύο αυτοκίνητα, είτε από περιγραφές ανεξάρτητων αυτοπτών μαρτύρων.  Αυτοί οι δεύτεροι, είναι τελείως αμέτοχοι στην όλη υπόθεση και κανένα δεν είχαν λόγο είτε για να ψευσθούν είτε για να υπερτονίσουν την βεβαιότητα με την οποία κατάθεταν για κάποια θέματα.  Αντίθετα εμφανής ήταν η ειλικρίνεια και η διάθεση τους να μην είναι απόλυτοι εκεί όπου δεν ήσαν σίγουροι για κάτι.»

Ως προς την περιγραφή της εμφάνισης του εφεσείοντα και του δράστη της ληστείας, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αντιφάσεις, σε βαθμό που να δημιουργούν αμφιβολία ότι ο δράστης της ληστείας φορούσε μαύρα ρούχα ή ότι ο εφεσείων οδηγούσε το Peugeot, επειδή υπάρχει στη διατύπωση φραστική διαφορά.  Η ανθρώπινη πείρα διδάσκει ότι δεν μπορεί και δεν αναμένεται άνθρωποι, οι οποίοι γίνονται μάρτυρες γεγονότων της καθημερινότητας και χωρίς σημασία γι’ αυτούς όταν τα παρατηρούν ή απρόβλεπτων συμβάντων, όπως η ληστεία, να τα αποτυπώνουν στη μνήμη τους με την ίδια λεπτομέρεια, αλλά το σημαντικότερο να τα μεταδίδουν κατά τον ίδιον ακριβώς τρόπο.  

Ούτε ως προς το ζήτημα της αναγνώρισης του Peugeot, όπως προσεγγίστηκε από το Κακουργιοδικείο, διαπιστώνουμε σφάλμα.  [*344]Είχε πλήρη επίγνωση των κινδύνων που ελλοχεύουν σε θέματα αναγνώρισης, όταν έλεγε ότι:- 

  (ν)  Το γεγονός ότι όλοι οι μάρτυρες που κατάθεσαν για τις κινήσεις του πιο πάνω αυτοκινήτου, παρόλο ότι δεν είχαν προσέξει ή συγκρατήσει τους αριθμούς εγγραφής του, εν τούτοις σε αναγνωριστική παράταξη αυτοκινήτων, όλοι υπέδειξαν το HMM791 σαν το αυτοκίνητο που είχαν δει, πλην ενός ο οποίος αδυνατούσε να αναγνωρίσει οποιοδήποτε αυτοκίνητο.»

Καταλήγουμε ότι ο εφεσείων δεν έχει, με όσα ενώπιόν μας προώθησε, επιτύχει να καταδείξει ότι η περιστατική μαρτυρία διακόπτεται, κατά τρόπο που να δημιουργεί αμφιβολίες για την ενοχή του.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η�έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο