Suresh Crisnatha Rangajeeva ν. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 485

(2006) 2 ΑΑΔ 485

[*485]14 Noεμβρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

SURESH CRISNATHA RANGAJEEVA,

Εφεσείων,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 33/2006)

 

Ποινή ― Διαφοροποίηση ― Συγκατηγορούμενοι ― Η επιβολή μεγαλύτερης ποινής στον εφεσείοντα από την ποινή που επιβλήθηκε στον συγκατηγορούμενό του εδικαιολογείτο πλήρως ενόψει των ελαφρυντικών στοιχείων που υπήρχαν μόνο στην περίπτωση του συγκατηγορούμενου του εφεσείοντος.

Ο εφεσείων και ο συγκατηγορούμενός του κρίθηκαν ένοχοι για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος και ληστεία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης 9 ετών, ενώ στον συγκατηγορούμενό του, ο οποίος είχε παραδεχθεί ενοχή, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 7 ετών.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.

Το μόνο ζήτημα που προβλημάτισε ιδιαίτερα το Εφετείο ήταν το κατά πόσο ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποίησε την ποινή που επέβαλε σε κάθε ένα από τους δύο συγκατηγορούμενους.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο ρόλος του εφεσείοντος δεν ήταν ούτε μικρότερος, ούτε λιγότερο ουσιαστικός από το ρόλο των τριών άλλων προσώπων που συμμετείχαν στη ληστεία, ένας από τους οποίους ήταν ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα. Οι άλλοι δύο ήταν πρόσωπα που διέφυγαν στο εξωτερικό παίρνοντας μάλιστα μαζί τους και ποσό περίπου £11.000, που είχαν αποκομίσει από τη ληστεία.

2.  Το διαφοροποιητικό στοιχείο που δικαιολογούσε και την επιβολή [*486]μεγαλύτερης ποινής στον εφεσείοντα από την ποινή του συγκατηγορούμενού του ήταν ότι ο συγκατηγορούμενος παραδέχθηκε ενοχή στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας, δείχνοντας έτσι έμπρακτα τη μεταμέλειά του και συνεργαζόμενος με τις διωκτικές αρχές, ενώ ο εφεσείων σε δύο περιπτώσεις πρόβαλε ψευδείς ισχυρισμούς στις αρμόδιες αρχές, στοχεύοντας να συσκοτίσει την όλη συμμετοχή του στη διάπραξη των αδικημάτων και να απαλλαγεί της ποινικής ευθύνης που τον βάραινε εξ αιτίας του ουσιαστικού ρόλου που διαδραμάτισε στη διάπραξη της ληστείας.

Η έφεση απορρίφθηκε. Εκδόθηκε διαταγή όπως τα έξοδα των μεταφραστριών καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Υπόθεση Αρ. 25209/04), ημερομηνίας 14.2.06.

Μ. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Παπαγαπίου, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον  Νικολάτο, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Mελετήσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία, λάβαμε υπόψη το ρόλο του εφεσείοντα στη διάπραξη των αδικημάτων της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος και της ληστείας, καθώς και όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία του εφεσείοντα και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο πολύ ορθά στάθμισε τόσο το ρόλο του εφεσείοντα στη διάπραξη των αδικημάτων, όσο και όλους τους ελαφρυντικούς παράγοντες.

Κατά την κρίση μας η επιβολή ποινής φυλάκισης 9 ετών στον εφεσείοντα ήταν εντός των ορθών πλαισίων.  Το ουσιαστικό παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι στον ίδιο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 9 ετών, ενώ σε συγκατηγορούμενο του, ο οποίος είχε παραδεχθεί ενοχή στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 7 ετών. 

[*487]Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο ρόλος του εφεσείοντα ως του προσώπου που χρησιμοποίησε το δικό του αυτοκίνητο κατά τη διάρκεια της ληστείας και οδήγησε το αυτοκίνητο με σκοπό τη διαφυγή των τριών άλλων προσώπων που μετείχαν στη ληστεία, δεν ήταν ούτε μικρότερος, ούτε λιγότερο ουσιαστικός από το ρόλο των τριών άλλων προσώπων που συμμετείχαν στη ληστεία, ένας από τους οποίους ήταν ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα και άλλοι δύο ήταν πρόσωπα που διέφυγαν στο εξωτερικό  παίρνοντας μάλιστα μαζί τους και ποσό περίπου £11.000, που είχαν αποκομίσει από τη ληστεία. 

Το μόνο ζήτημα που μας προβλημάτισε ιδιαίτερα ήταν το κατά πόσο ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε την ποινή του συγκατηγορούμενου του εφεσείοντα στα 7 χρόνια, ενώ δεν έπραξε το ίδιο με τον εφεσείοντα. Είναι παραδεκτή αρχή του δικαίου ότι πρόσωπα που παραδέχονται την ενοχή τους και μάλιστα στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας, δείχνοντας έτσι έμπρακτα και τη μεταμέλειά τους και συνεργάζονται μάλιστα και με τις διωκτικές αρχές, δικαιούνται σε μείωση της ποινής, που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν η πρέπουσα.  Στην προκειμένη περίπτωση ο εφεσείων σε δύο περιπτώσεις πρόβαλε ψευδείς ισχυρισμούς στις αρμόδιες αρχές.  Στην πρώτη περίπτωση ανέφερε ότι ο ίδιος ήταν θύμα απαγωγής και ότι το αυτοκίνητο του, με το οποίο διέφυγαν οι άλλοι δράστες ήταν αντικείμενο κλοπής. Στη δεύτερη περίπτωση ο εφεσείων έδωσε ψευδή στοιχεία ως προς την ταυτότητα των άλλων δραστών.

Θεωρούμε ότι οι ενέργειες αυτές του εφεσείοντα ήταν καλά προσχεδιασμένες και σκοπό είχαν την απαλλαγή του από την ποινική ευθύνη που τον βάραινε εξαιτίας του ουσιαστικού ρόλου που ο ίδιος διαδραμάτισε στη διάπραξη του σοβαρού εγκλήματος της ληστείας, το οποίο δυστυχώς στην Κύπρο βρίσκεται σε έξαρση, ιδιαίτερα κατά την τελευταία χρονική περίοδο.  Γι’ αυτούς τους λόγους θεωρούμε ότι η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα ήταν ορθή και δίκαιη και εντός των αποδεκτών πλαισίων και ως εκ τούτου δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για επέμβαση του Εφετείου.

Η έφεση απορρίπτεται. Τα έξοδα των μεταφραστριών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

Η έφεση απορρίπτεται. Εκδίδεται διαταγή όπως τα έξοδα των μεταφραστριών καταβληθούν από τη Δημοκρατία.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο