ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2007) 2 ΑΑΔ 281

(2007) 2 ΑΑΔ 281

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 62/2007)

 

31 Μαΐου 2007

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ,

Εφεσείων,

- ν. -

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

---------------------------

Σάββας Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Λ. Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Ο Εφεσείων είναι παρών.

---------------------------

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση

του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Το απόγευμα της 31 Ιανουαρίου 2006 ο εφεσείων οδηγούσε αυτοκίνητο σε χωματόδρομο στην περιοχή «Πλαζ» Γεροσκήπου, με επιβάτη στο μπροστινό κάθισμα.  Μέλη της αστυνομίας, τα οποία ανήκαν στην Υπηρεσία Καταδίωξης Ναρκωτικών, πεζοί και με οχήματα προσπάθησαν να το ανακόψουν.  Όταν του έκλεισαν τον δρόμο, ο εφεσείων οδήγησε με οπίσθια ταχύτητα και, καταδιωκόμενος, εισήλθε σε παρακείμενο χωράφι όπου εν συνεχεία, κινούμενος με εμπρόσθια ταχύτητα, συγκρούστηκε με αστυνομικό όχημα που τον καταδίωκε. Ενόσω το αυτοκίνητο του εφεσείοντος εκινείτο μέσα στο χωράφι, μέλη της αστυνομίας αντιλήφθηκαν ότι πετάχθηκαν από αυτό δύο σακουλάκια. Διαπιστώθηκε ότι το ένα περιείχε δύο σφαίρες πιστολιού και το άλλο, σύμφωνα με την αστυνομία, ναρκωτικές ουσίες. Προχωρώντας, ο εφεσείων επανήλθε στο χωματόδρομο από το πιο βολικό σημείο.  Είχε τοποθετηθεί εκεί αστυνομικός ο οποίος προσπάθησε να τον ανακόψει αλλά την τελευταία στιγμή αναγκάστηκε να παραμερίσει, ενώ άλλοι αστυνομικοί πυροβολούσαν εναντίον του αυτοκινήτου του εφεσείοντος. Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου ο εν λόγω αστυνομικός υπέστη στο πρόσωπο μικρό τραυματισμό ο οποίος αποδόθηκε σε ενέργειες του εφεσείοντος.

 

Ο εφεσείων κατάφερε να διαφύγει. Το αυτοκίνητο του εντοπίστηκε την επόμενη ημέρα εγκαταλελειμμένο.  Βρέθηκαν μέσα 105 φυσίγγια κυνηγετικού όπλου και, σε τροχόσπιτο όπου ο εφεσείων διέμενε, βρέθηκαν τα ακόλουθα: μια σφαίρα 7,62 χλμ  σε κουτί με διάφορα μικροπράγματα, μια συσκευή εκκένωσης ηλεκτρικού ρεύματος και μια συσκευή εκτόξευσης επιβλαβούς αερίου, δηλαδή αερίου προσωρινής αδρανοποίησης προσώπων, όπως και χρυσαφικά και ρολόγια για  τα οποία η αστυνομία υποψιάστηκε ότι  ήταν κλοπιμαία. 

 

            Ενώπιον του Κακουργιοδικείου προσάφθηκαν εν τέλει εναντίον του εφεσείοντος δέκα κατηγορίες:

            1η κατηγορία: απόπειρα φόνου του αστυνομικού που τραυματίστηκε•

2η κατηγορία: συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος•

3η κατηγορία: κατοχή και μεταφορά, χωρίς άδεια, εκρηκτικών υλών ήτοι                            των δύο σφαιρών πιστολιού και  των 105 φυσιγγίων•

4η κατηγορία: κατοχή, χωρίς άδεια, εκρηκτικών υλών, ήτοι της σφαίρας στο τροχόσπιτο•

5η κατηγορία: κακόβουλης ζημίας ύψους £938 στο αστυνομικό αυτοκίνητο•

6η κατηγορία: παράνομη κατοχή περιουσίας, ήτοι χρυσαφικά και ρολόγια•

7η κατηγορία: κατοχή συσκευής εκκένωσης ηλεκτρικού ρεύματος και συσκευής εκτόξευσης επιβλαβούς αερίου•

8η κατηγορία: αμελής οδήγηση•

9η κατηγορία: οδήγηση μηχανοκινήτου οχήματος χωρίς ασφάλεια υπέρ τρίτου•

10η κατηγορία: πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης του αστυνομικού στον οποίο αναφέρεται η 1η κατηγορία.

 

Για το σακουλάκι ναρκωτικών ουσιών καταχωρίστηκε και προωθήθηκε στο Κακουργιοδικείο άλλη ποινική υπόθεση, η ακρόαση της οποίας εκκρεμεί ακόμα.  Το Κακουργιοδικείο πληροφορήθηκε περί τούτου στο τελικό στάδιο και  σημείωσε με έκπληξη τον εν λόγω δικονομικό χειρισμό για τον οποίο ούτε στο στάδιο της έφεσης δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση.  Όποια και αν ήταν η σκέψη για την καταχώριση χωριστών υποθέσεων, δεν φαίνεται να λάμβανε υπόψη το  πρόβλημα διεξαγωγής δίκης δύο φορές για το ίδιο περιστατικό.

 

            Η 2η κατηγορία της συνωμοσίας αποσύρθηκε.  Ο εφεσείων παραδέχθηκε την 4η κατηγορία (της σφαίρας στο τροχόσπιτο), την 7η κατηγορία (των συσκευών) και την 9η κατηγορία (της οδήγησης χωρίς ασφαλιστική κάλυψη).  Για τις άλλες κατηγορίες διεξήχθη ακρόαση.  Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες.  Το Κακουργιοδικείο αθώωσε και απάλλαξε τον εφεσείοντα σε όλες πλην της 8ης για αμελή οδήγηση προς την οποία προφανώς εκ παραδρομής δεν κατηύθυνε την προσοχή του, στη δε 3η τον βρήκε ένοχο μόνο σε σχέση με τα 105 φυσίγγια, όχι και τις δύο σφαίρες πιστολιού, λέγοντας ότι το σακουλάκι με τις σφαίρες θα μπορούσε να το είχε ρίξει ο επιβάτης χωρίς συνέργεια του εφεσείοντος.  Παρατηρούμε εδώ ότι, ενώ η Δημοκρατία δεν εφεσίβαλε αυτή την κατάληξη για το ένα σακουλάκι, για το δεύτερο, το οποίο σύμφωνα με τη μαρτυρία ρίχθηκε κάτω από τις ίδιες συνθήκες, εκκρεμεί η άλλη υπόθεση, προφανώς αναμένοντας εκδίκαση από Κακουργιοδικείο με διαφορετική σύνθεση και με το ενδεχόμενο, απαραδέκτως, διαφορετικής κατάληξης.  Επειδή δε ο εφεσείων παραπονέθηκε, σε σχέση με τις κατηγορίες στις οποίες αθωώθηκε, πως αδίκως είχε διωχθεί, σημειώνουμε ότι στην κατηγορία πρόκλησης σωματικής βλάβης η εκδοχή της αστυνομίας απορρίφθηκε γιατί ο τραυματισμός του αστυνομικού φαινόταν να προκλήθηκε όχι από τον εφεσείοντα αλλά από αστυνομικούς των οποίων η μαρτυρία, πως άρχισαν να  πυροβολούν επειδή τέθηκε σε κίνδυνο η ζωή του συναδέλφου τους, δεν έγινε δεκτή.

 

            Το Κακουργιοδικείο, θεωρώντας ότι οι περιστάσεις απαιτούσαν αποτρεπτικές ποινές, επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης εννέα μηνών για τα 105 κυνηγετικά φυσίγγια, εννέα μηνών για τη  σφαίρα στο τροχόσπιτο και έξι μηνών για τις δύο συσκευές.  Για την οδήγηση χωρίς ασφαλιστική κάλυψη αποστέρησε τον εφεσείοντα του δικαιώματος να κατέχει ή να αποκτήσει άδεια οδήγησης μηχανοκινήτου οχήματος για περίοδο δεκαοκτώ μηνών.  Επιπλέον, το Κακουργιοδικείο ενεργοποίησε και διέταξε να εκτιθούν διαδοχικά δύο ανασταλείσες συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τριών μηνών, οι οποίες είχαν επιβληθεί στις 30 Ιουλίου 2004, ενάμιση χρόνο πριν από τα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης, σε κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών στην ποινική υπόθεση 6344/01 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου.

 

Σε σχέση με τα 105 φυσίγγια, το Κακουργιοδικείο σημείωσε ότι ο εφεσείων κατείχε άδεια κυνηγίου, εξέφρασε όμως την άποψη ότι αυτό δεν αποτελούσε μετριαστικό παράγοντα και υπέδειξε ότι δεν επρόκειτο για περίπτωση όπου ο εφεσείων πήγαινε για κυνήγι  ή επέστρεφε.  Πρόσθεσε συναφώς ότι η μεταφορά των φυσιγγίων

 «δεν μπορεί να εκληφθεί ως γεγονός ασύνδετο με την απόφαση του ….. να διαφύγει του αστυνομικού ελέγχου».

 

            Για την περίπτωση της μιας σφαίρας, η οποία περιεγράφη ως του είδους που η Εθνική Φρουρά χρησιμοποιεί σε πεδία βολής, το Κακουργιοδικείο σχολίασε ως εξής την εξήγηση του εφεσείοντος ότι είτε αυτός την είχε βάλει εκεί είτε κάποιος άλλος και παρέμεινε ξεχασμένη:

«…. η απουσία προβολής συνθηκών απόκτησης και κράτησης της που θα έτειναν να μετριάσουν τη σοβαρότητα του αδικήματος αφήνει τον κατηγορούμενο 1 εκτεθειμένο έστω και αν αυτή κατεχόταν στο τροχόσπιτο του και όχι επί του προσώπου του.»

 

            Ως προς τις συσκευές, τις οποίες ο εφεσείων χαρακτήρισε ως συσκευές προσωπικής αυτοάμυνας, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη, όπως ανέφερε, ότι ο εφεσείων δεν τις είχε μαζί του έτοιμες για χρήση αλλά φυλαγμένες στο χώρο διαμονής του.  Θεώρησε, ωστόσο, πως πιο πολύ είχε σημασία το ότι κατέχονταν «από το συγκεκριμένο κατηγορούμενο»:

«Από την άλλη, δεν έχουμε την περίπτωση που ένα τέτοιο spray βρίσκεται στη τσάντα μιας κοπέλας που είναι αναγκασμένη να κυκλοφορεί μόνη σε ερημικές περιοχές.  Τα αντικείμενα κατέχονταν από το συγκεκριμένο κατηγορούμενο και δεν πρέπει να αγνοείται η εικόνα του προσώπου του κατηγορούμενου 1 που αναδεικνύεται μέσα από το σύνολο των κατηγοριών που αποδείχθηκαν εναντίον του και την εν γένει συμπεριφορά του προς Νόμο και την ευταξία.»

 

 

            Το Κακουργιοδικείο, συσχετίζοντας τις κατηγορίες στις οποίες ο εφεσείων ήταν ένοχος με εκείνες στις οποίες είχε αθωωθεί, έλαβε γενικότερα  υπόψη ότι για περίοδο πλέον του ενός έτους αυτός τελούσε υπό την αγωνία και την ανασφάλεια την οποία προκαλούσε η κατηγορία απόπειρας φόνου  αλλά εξέφρασε συνάμα την άποψη ότι:

       «Η απόφαση προώθησης των κατηγοριών στις οποίες αθωώθηκε ο κατηγορούμενος 1 είχαν ως έναυσμα την ούτως ή άλλως καταδικαστέα οδική συμπεριφορά του.»

 

 

            Με την έφεση προβάλλεται ότι οι επιβληθείσες ποινές είναι έκδηλα υπερβολικές, χωρίς αντιστοιχία με τα δεδομένα, δηλαδή τις πραγματικές λεπτομέρειες των αδικημάτων, και ότι αυτές συναρτήθηκαν περισσότερο με τις υποψίες για το άτομο του εφεσείοντος, τις οποίες προκάλεσαν στο Κακουργιοδικείο οι γενικότερες περιστάσεις.  Επικρίνεται εξ άλλου η μη αποδοχή της εκδοχής του για τη μια σφαίρα.  Προβάλλεται επίσης ότι δεν εδικαιολογείτο η ενεργοποίηση της ανασταλείσας ποινής φυλάκισης επειδή, κατά τον εφεσείοντα, η ποινή αφορούσε σε αδικήματα διαφορετικής φύσης και σε άλλη φάση της ζωής του και επειδή δεν λήφθηκε υπόψη ότι διαπράχθηκαν το 2001, πολλά χρόνια προηγουμένως.

 

            Σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες για τα φυσίγγια, τη σφαίρα και τις συσκευές, μας φαίνεται ότι πράγματι οι επιβληθείσες ποινές αντανακλούσαν, σε μεγάλο βαθμό, την κακή εντύπωση την οποία το Κακουργιοδικείο είχε σχηματίσει για τον «συγκεκριμένο κατηγορούμενο» μέσα στο πλαίσιο αστυνομικής εκδοχής η οποία δεν έγινε δεκτή ως προς ουσιώδεις πτυχές.  Κατά την άποψη μας τα εν λόγω αδικήματα, όπως εξ αντικειμένου προσδιορίζονταν από τα δικά τους γεγονότα, χωρίς τη σκιά  υποψίας για γενικότερες παράνομες δραστηριότητες με τις οποίες εν προκειμένω δεν συνδέθηκαν, δεν δικαιολογούσαν τις ποινές τις οποίες το Κακουργιοδικείο προόριζε ως αποτρεπτικές.  Συνεπώς θεωρούμε  αυτές τις  ποινές  έκδηλα υπερβολικές.  Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την ποινή στέρησης της άδειας οδηγού για περίοδο 18 μηνών.  Το ότι οι περιστάσεις επέβαλλαν τη στέρηση δεν μπορεί βάσιμα να αμφισβητηθεί, η δε περίοδος στέρησης δεν ήταν, κατά την άποψη μας, πέραν του μέτρου.

            Αναφορικά με την ενεργοποίηση της ανασταλείσας ποινής φυλάκισης, παραμένει άγνωστο το πώς το Κακουργιοδικείο θα κατέληγε στο θέμα αν, χωρίς τη γενικότερη υποψία για το ποιόν του εφεσείοντος, οι κατηγορίες για τα φυσίγγια, τη σφαίρα και τις συσκευές αντικρίζονταν με άλλο φως.  Σε ένα δε τέτοιο  θέμα δεν ενδείκνυται να προχωρήσουμε με δικές μας εκτιμήσεις.

 

  Καταλήγουμε, σε σχέση με τις κατηγορίες στις οποίες επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης, ότι η περίοδος πρέπει να περιοριστεί ώστε ο εφεσείων να μπορεί σήμερα να απολυθεί, και ότι η διαταγή ενεργοποίησης της ανασταλείσας ποινής  πρέπει να παραμεριστεί.  Επομένως, σ΄ αυτή  την έκταση, η έφεση επιτυγχάνει με διαταγή αναλόγως.  Σε ό,τι αφορά την ποινή στέρησης άδειας οδηγού η έφεση απορρίπτεται.

 

                                                                                    Δ.

 

                                                                                    Δ.

 

                                                                                    Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο