(2007) 2 ΑΑΔ 241
[*241]23 Mαΐου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΟΣ ΚΑΠΠΕΛΟΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 47/2006)
Απόδειξη — Αξιολόγηση μαρτυρίας σε υπόθεση προμήθειας, κατοχής και κατοχής ναρκωτικών (493,6 γραμμαρίων ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης) με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλο, κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77 ως έχει τροποποιηθεί) — Δημιουργούσε ερωτηματικά και εύλογες και ουσιαστικές αμφιβολίες κατά πόσο η μαρτυρία όπως αυτή έγινε αποδεκτή από το Κακουργιοδικείο ήταν τέτοια που οδηγούσε στην καταδίκη του εφεσείοντος με την απαιτούμενη βεβαιότητα — Ακύρωση καταδικαστικής απόφασης κατ’ έφεση.
Απόδειξη — Ομολογία κατηγορουμένου — Είναι επιθυμητό να υποστηρίζεται και από άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία που να καθιστά αυτή αληθοφανή.
Ένταλμα έρευνας — Ναρκωτικά — Καθυστέρηση εκτέλεσης εντάλματος έρευνας — Πρέπει να κρίνεται υπό το φως όλων των γεγονότων της υπόθεσης.
Απόδειξη — Τεκμήρια — Κατά πόσο υπήρχε οποιοδήποτε νομικό κώλυμα για την παρουσίαση των ναρκωτικών και της ζυγαριάς, τα οποία βρέθηκαν στην κατοχή του εφεσείοντος, ως τεκμηρίων στη δίκη.
Στις 2/12/2003 η Αστυνομία, μετά από πληροφορίες ότι ο εφεσείων εμπλέκεται σε διακίνηση ναρκωτικών, εξασφάλισε ένταλμα έρευνας της οικίας, των υποστατικών και του αυτοκινήτου του. Το ένταλμα έρευνας εκτελέστηκε στις 18/12/2003 από άντρες της Υ.Κ.Α.Ν. Λάρνακας οι οποίοι και εντόπισαν τα επίδικα ναρκωτικά καθώς και μια ζυγαριά ακριβείας στη θήκη του μοτοποδηλάτου του εφεσείοντος [*242]το οποίο ήταν εντός της αυλής της οικίας του.
Ο εφεσείων, μετά από ακροαματική διαδικασία κρίθηκε ένοχος στις τρεις ακόλουθες κατηγορίες: (α) για προμήθεια 493,6 γραμμαρίων ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (β) κατοχή της ίδιας ποσότητας και (γ) κατοχή της ίδιας ποσότητας με σκοπό την προμήθειά της σε άλλο πρόσωπο. Για τις κατηγορίες (α) και (β) δεν του επιβλήθηκε ποινή αλλά για την κατηγορία (γ) καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών. Διατάχθηκε επίσης η δήμευση των ναρκωτικών και της ζυγαριάς ακριβείας.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με την καταδίκη. Με τους λόγους έφεσης υποστηρίζεται, όπως και πρωτοδίκως, ότι η Αστυνομία τον παγίδευσε με το να τοποθετήσει τα ναρκωτικά στο μοτοποδήλατό του και στη συνέχεια να εντοπίσει αυτά στην παρουσία του με τρόπο που να τον ενοχοποιεί.
ΜΕ τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης του Κακουργιοδικείου (απόφαση πλειοψηφίας) που αφορά τη δίκη εντός δίκης με βάση την οποία αποφασίστηκε να γίνουν αποδεκτά ως τεκμήρια τα ναρκωτικά και η ζυγαριά.
Ο εφεσείων υποστήριξε επίσης ότι (α) το ένταλμα έρευνας ήταν άκυρο λόγω μεγάλης καθυστέρησης στην εκτέλεσή του, (β) η απόφαση του Κακουργιοδικείου να μην επιτρέψει την επανάκληση μαρτύρων και η ενδιάμεση απόφασή του να μην επιτρέψει στην υπεράσπιση να προσκομίσει μαρτυρία για να δείξει ότι δύο μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής ήταν αναξιόπιστοι ήταν εσφαλμένες και (γ) δεν έτυχε δίκαιης δίκης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι συνθήκες μεταφοράς του εφεσείοντος από την Αστυνομία στην οικία του για σκοπούς έρευνας, δεν συνιστούσαν παράνομη σύλληψη και κράτηση, αφού αυτό έγινε με τη δική του συγκατάθεση. Έτσι, κατά το χρόνο ανεύρεσης των ναρκωτικών και της ζυγαριάς δεν είχε παραβιαστεί οποιοδήποτε συνταγματικό δικαίωμα του εφεσείοντος ώστε να καθίστανται τα ναρκωτικά και η ζυγαριά μη αποδεκτά τεκμήρια στην υπόθεση.
2. Το Κακουργιοδικείο (πλειοψηφία) αποφάσισε ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκαν τα ναρκωτικά δείχνουν ότι η ανεύρεσή τους ήταν αποτέλεσμα υπόδειξης και δήλωσης του εφεσείοντος και όχι αποτέλεσμα έρευνας που διεξήγαγε η αστυνομία δυνάμει [*243]του εντάλματος έρευνας που είχε στην κατοχή της. Όμως λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων (α) και (β) πιο κάτω, προκύπτει πως δεν υπήρχε οποιοδήποτε νομικό κώλυμα για την παρουσίαση των ναρκωτικών και της ζυγαριάς ως τεκμηρίων στην υπόθεση: (α) ότι κατά το χρόνο που εισήλθαν οι άνδρες της ΥΚΑΝ στην οικία του εφεσείοντος υπήρχε σε ισχύ δικαστικό ένταλμα έρευνας και (β) ότι όταν ο εφεσείων δήλωνε (ως αποτέλεσμα δικής τους ερώτησης αν είχε οτιδήποτε το παράνομο σπίτι του) ότι υπήρχαν τα ναρκωτικά στο μοτοποδήλατο, αυτός δεν ήταν υπό παράνομη σύλληψη.
3. Δεν υπήρχε άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία, εκτός από την κατ’ ισχυρισμό υπόδειξη του εφεσείοντος ως προς το πού ήταν τα ναρκωτικά και η ζυγαριά και τη δήλωσή του ότι αγόρασε το χόρτο πριν καμιά ώρα. Η Αστυνομία θα έπρεπε κανονικά να στείλει τόσο τα ναρκωτικά όσο και τη ζυγαριά για δακτυλοσκοπικές εξετάσεις και/ή εξέταση γενετικού υλικού (DNA). Δεν το έπραξε όμως με τη δικαιολογία ότι η υπάρχουσα μαρτυρία ήταν αρκετά δυνατή που καθιστούσε μη αναγκαίο να σταλούν τα τεκμήρια για επιστημονικό έλεγχο εφόσον τα παρέδωσε ο ίδιος ο εφεσείων.
4. Η παράλειψη των ανακριτικών αρχών να στείλουν για επιστημονικές εξετάσεις τα εν λόγω τεκμήρια, δημιουργεί ερωτηματικά. Παρόλο που η αστυνομία είχε στην κατοχή της ένταλμα έρευνας, με βάση τη δική της μαρτυρία, τα ναρκωτικά και η ζυγαριά βρέθηκαν ουσιαστικά κατόπιν υπόδειξης (ομολογίας δηλαδή) του εφεσείοντος. Είναι επιθυμητό μια ομολογία να υποστηρίζεται και από άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία που να καθιστά αυτή αληθοφανή.
5. Ο τρόπος με τον οποίο ενήργησαν οι αστυνομικοί της ΥΚΑΝ σε σχέση με την εκτέλεση του δικαστικού εντάλματος έρευνας δημιουργούσαν τέτοιες συνθήκες που τουλάχιστο θα έπρεπε να άφηναν αμφιβολίες στο πρωτόδικο Δικαστήριο κατά πόσο τα γεγονότα ήσαν όπως τα εξέθεσαν οι μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής ή ο κατηγορούμενος.
6. Ερωτηματικά αιωρούνται και σε σχέση με την καθυστέρηση για 16 μέρες στην διεξαγωγή της έρευνας.
7. Η μαρτυρία την οποία το Κακουργιοδικείο αποδέκτηκε για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος, άφηνε εύλογες και ουσιαστικές αμφιβολίες κατά πόσο τα γεγονότα ήταν όπως τα παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή. Επομένως η καταδίκη του [*244]εφεσείοντος θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η έφεση επιτράπηκε. Η καταδίκη και
η ποινή παραμερίστηκαν.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Υπόθ. Αρ. 13575/03), ημερομηνίας 13/3/06.
Ε. Ευσταθίου με Ν. Μαθηκολώνη, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Θεοδώρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, μετά από ακροαματική διαδικασία, κρίθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας στην υπόθεση αρ. 13575/03 σε τρεις κατηγορίες αναφορικά με παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77 ως έχει τροποποιηθεί), ως εξής: προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Β από άλλο πρόσωπο δηλαδή 493,6 γραμμάρια ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (1η κατηγορία), κατοχή της ίδιας πιο πάνω ποσότητας χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (2η κατηγορία) και κατοχή της ίδιας ποσότητας ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια της σε άλλο πρόσωπο (3η κα?ηγορία). Για την 1η και 2η κατηγορία δεν του επιβλήθηκε ποινή αλλά για την 3η κατηγορία καταδικ?στηκε σε φυλάκιση 5 ετών. Διατάχθηκε επίσης η δήμευση των ναρκωτικών και μιας ζυγαριάς ακριβείας.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με την καταδίκη. Έφεση κατά της ποινής αποσύρθηκε. Με τους λόγους έφεσης ουσιαστικά προβάλλεται η ίδια θέση που είχε προωθηθεί και πρωτόδικα ότι δηλαδή η Αστυνομία (Υπηρεσία Ναρκωτικών) παγίδευσε τον εφεσείοντα με το να τοποθετήσει τα ναρκωτικά στο μοτοποδήλατό του και στη συνέχεια να εντοπίσει αυτά στην παρουσία του με τρόπο που να τον ενοχοποιεί. Πιο συγκεκριμένα ήταν η θέση του εφεσείοντα ότι τα ναρκωτικά τα τοποθέτησαν κάποιοι, κάπου 1 ώρα πριν την έρευνα, στις 18/12/03.
[*245]Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου (απόφαση πλειοψηφίας) με την οποία έγιναν δεκτά ως τεκμήρια τα ναρκωτικά (τεκμ. 9) και μια ζυγαριά ακριβείας (τεκμ. 10). Ισχυρίζεται ο εφεσείων ότι αυτά δεν έπρεπε να γίνουν δεκτά ως τεκμήρια διότι, μεταξύ άλλων λόγων, βρέθηκαν ως αποτέλεσμα παραβίασης συνταγματικού του δικαιώματος. Με τους δεύτερο και 3ο λόγους προσβάλλεται η απόφαση του Κακουργιοδικείου να μην επιτρέψει την επανάκληση μαρτύρων. Με τον 4ο λόγο προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση του Κακουργιοδικείου που δεν επέτρεψε στην υπεράσπιση να προσκομίσει μαρτυρία για να δείξει ότι δυο από τους μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής ήσαν αναξιόπιστοι. Με τον 5ο λόγο προσβάλλεται το εύρημα του δικαστηρίου να κρίνει αξιόπιστους τους μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής και με τον 6ο λόγο προβάλλεται ισχυρισμός ότι ο εφεσείων δεν έτυχε δίκαιης δίκης. Γίνεται ξανά επίκληση λόγων που καλύπτονται από προηγούμενους λόγους έφεσης, όπως για παράδειγμα ο ισχυρισμός ότι εσφαλμένα δεν επέτρεψε το δικαστήριο την επανάκληση μαρτύρων.
Προτού εξετάσουμε τους λόγους της έφεσης το κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα γεγονότα, όπως τα διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο. Ως γεγονότα που κρίθηκαν ότι αποτελούσαν κοινό έδαφος, είναι τα ακόλουθα:
«Την 2/12/03 η αστυνομία μετά από πληροφορίες που είχε ότι ο κατηγορούμενος εμπλέκεται σε διακίνηση ναρκωτικών, αιτήθηκε έκδοση εντάλματος έρευνας (το ένταλμα). Δικαστής εξέδωσε το ένταλμα και εξουσιοδότησε έρευνα της οικίας, υποστατικών και του αυτοκινήτου του κατηγορούμενου υπ’ αρ. εγγραφής ΕΗΒ 411.
Δεκαέξι μέρες αργότερα, την 18.12.03, άνδρες της Υ.Κ.Α.Ν. Λάρνακας με επικεφαλής τον τότε Λοχ. 3655 και σήμερα Υπαστυνόμο Σ. Σολωμονίδη (ο Λοχίας), προχώρησαν στην εκτέλεση του εντάλματος. Ο Λοχίας θεώρησε ορθό αντί να πάει με τους άνδρες του απευθείας στην οικία του κατηγορούμενου, η οποία βρίσκεται στην Αραδίππου, και να την ερευνήσει, να καλέσει τον κατηγορούμενο στον τοπικό Αστυνομικό Σταθμό για να μεταβεί μαζί τους από το Σταθμό αυτό στο σπίτι του. Μέσω υπεύθυνου του Σταθμού ειδοποιήθηκε ο κατηγορούμενος και ήρθε στα γραφεία του Αστυνομικού αυτού Τμήματος. Εκεί συναντήθηκε με το Λοχία και τους άλλους άνδρες της Υ.Κ.Α.Ν. Ο λοχίας τον πληροφόρησε για την ύπαρξη του εντάλματος και στη συνέχεια, όλοι μαζί, μετέβησαν με δύο αστυνομικά οχήματα στο σπίτι του κατηγορούμενου. Αφού εισήλθαν στην αυλή του σπι[*246]τιού αυτού – και κάτω από συνθήκες που αμφισβητούνται και τις εκατέρωθεν θέσεις θα θέσουμε σε κατοπινό στάδιο – εντοπίστηκαν σε θήκη του μοτοποδηλάτου υπ’ αρ. εγγραφής ΚΑΥ228, το οποίο ανήκε στον κατηγορούμενο και το οποίο ήταν εντός της αυλής, τα επίδικα ναρκωτικά και μια ζυγαριά ακριβείας.»
∞ÊÔ‡ ·ÍÈÔÏfiÁËÛ ÙËÓ ÂÓÒÈÔÓ ÙÔ˘ Ì·ÚÙ˘Ú›·, ÙÔ ÚˆÙfi‰ÈÎÔ ‰ÈηÛÙ‹ÚÈÔ, ÚÔ€‚ËÎÂ Î·È ÛÙ· ·ÎfiÏÔ˘ı· Â˘Ú‹Ì·Ù·:
«Η μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη. Ανάλογα είναι εύρημα μας ότι την 18.12.03 τα γεγονότα γύρω από την έρευνα και τον εντοπισμό των ναρκωτικών ουσιών που περιγράφονται στις κατηγορίες έλαβαν χώρα όπως οι μάρτυρες κατηγορίας κατέθεσαν. Είναι βασικό μας εύρημα ότι ο κατηγορούμενος υπέδειξε κάτω από τις συνθήκες που οι μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής παρέθεσαν και έγιναν αποδεκτές από το Δικαστήριο, τις παράνομες ναρκωτικές ουσίες προβαίνοντας ταυτόχρονα στις προφορικές, ενοχοποιητικές, δηλώσεις που επανέλαβαν ενώπιον μας οι ΜΚ2 και ΜΚ3. Η υπόδειξη των ναρκωτικών από τον κατηγορούμενο οδήγησε στον εντοπισμό τους στην κλειδωμένη θήκη του καθίσματος του μοτοποδηλάτου του, το οποίο βρισκόταν σταθμευμένο στην πίσω αυλή της οικίας του.»
ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗΣ
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης του Κακουργιοδικείου (απόφαση πλειοψηφίας) ημερ. 20/12/05 που αφορά τη δίκη εντός δίκης με βάση την οποία αποφασίστηκε ότι τα ναρκωτικά και ζυγαριά μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά ως τεκμήρια. Τα ναρκωτικά σημειώθηκαν ως τεκμ. 9 και η ζυγαριά τεκμ. 10. Ακούστηκαν 4 μάρτυρες για την Κατηγορούσα Αρχή και ο εφεσείων.
Η πλειοψηφία δέχθηκε τη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής της οποίας η θέση ήταν ότι τα ναρκωτικά ανευρέθησαν κατόπιν υπόδειξης του εφεσείοντα και προτού ξεκινήσει η έρευνα με βάση το επίδικο ένταλμα. Είναι η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα, ότι με βάση τη μαρτυρία, όπως τη δέχθηκε η πλειοψηφία του Κακουργιοδικείου, (διαφώνησε ο Πρόεδρος), ότι δηλαδή τα ναρκωτικά τα υπέδειξε ο εφεσείων προτού ξεκινήσει η εκτέλεση του εντάλματος έρευνας, δεν θα έπρεπε να γίνουν δεκτά ως τεκμήρια, διότι είναι μαρτυρία που λήφθηκε κατά παράβαση συνταγματικών δικαιωμάτων του εφεσείοντα αφού κατά το χρόνο αυτό, ο εφεσείων τελούσε υπό παράνομη σύλληψη και κράτηση.
[*247]Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι για να ευσταθήσει ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι ναρκωτικά και ζυγαριά ανευρέθησαν υπό συνθήκες παραβίασης συνταγματικού του δικαιώματος, θα πρέπει πρώτα να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του ότι κατά το χρόνο που βρέθηκαν τα ναρκωτικά αυτός τελούσε υπό παράνομη σύλληψη, θέση που η πλειοψηφία του Κακουργιοδικείου απέρριψε.
Εξετάσαμε τα όσα ανάπτυξε ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα και την ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου μαρτυρία. Βασιζόμενοι σε γεγονότα που φαίνεται να αποτελούσαν κοινό έδαφος, και για τους λόγους που εξηγούμε στη συνέχεια, κρίνουμε ότι, η απόφαση της πλειοψηφίας του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων κατά τη μεταφορά του από τον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου, με αστυνομικό όχημα, μέχρι την οικία του όπου θα διεξαγόταν η έρευνα δεν ισοδυναμούσε με παράνομη σύλληψη, ήταν ορθή. Σε κανένα στάδιο ο εφεσείων αρνήθηκε να συνοδέψει τους αστυνομικούς στην οικία του ή ζήτησε να πάει μόνος του και εμποδίστηκε να το πράξει. Επομένως, ανεξάρτητα από το πώς ο ίδιος υποκειμενικά ένοιωθε όταν συμφώνησε να πάει στην οικία του για σκοπούς έρευνας με τους αστυνομικούς της ΥΚΑΝ, οι συνθήκες μεταφοράς του στην οικία του δεν συνιστούσαν παράνομη σύλληψη και κράτηση. Έτσι, κατά το χρόνο ανεύρεσης των ναρκωτικών και της ζυγαριάς δεν είχε παραβιαστεί οποιοδήποτε συνταγματικό δικαίωμα του εφεσείοντα ώστε να καθίστανται τα ναρκωτικά και η ζυγαριά μη αποδεκτά τεκμήρια στην υπόθεση.
Άλλος ισχυρισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ήταν ότι το ένταλμα έρευνας ήταν άκυρο, λόγω μεγάλης καθυστέρησης στην εκτέλεσή του. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κατά το χρόνο που η αστυνομία μετέφερε τον εφεσείοντα στην οικία του για σκοπούς έρευνας, υπήρχε σε ισχύ δικαστικό ένταλμα έρευνας το οποίο είχε ήδη εκδοθεί από τις 2/12/03, δηλαδή 16 μέρες πριν την εκτέλεσή του. Η όλη επιχειρηματολογία του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ότι η εκτέλεση του εντάλματος έρευνας που δεν έγινε αμέσως, όπως ρητά διαλαμβάνετο σ’ αυτό, αλλά μετά από 16 μέρες, το καθιστά άκυρο, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όπως αναφέρει το Κακουργιοδικείο (και στο σημείο αυτό η ενδιάμεση απόφαση ήταν ομόφωνη), το γεγονός της καθυστέρησης εκτέλεσης του εντάλματος από μόνο του δεν καθιστά το ένταλμα αυτό παράνομο. Βασίστηκε το Κακουργιοδικείο, και ορθά κατά την κρίση μας, στις πρόνοιες του άρθρου 28(3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 με βάση το οποίο ένα ένταλμα παραμένει σε ισχύ μέχρι να εκτελεσθεί ή ακυρωθεί από το Δικαστή και στο άρθρο 29(3) του Ν. 29/77 με βάση το οποίο ένα ένταλμα [*248]που εκδίδεται με βάση το Νόμο αυτό, ισχύει για περίοδο ενός μηνός από την έκδοση του. Επομένως το ένταλμα έρευνας, ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο, σε ισχύ. Αν τώρα η καθυστέρηση εκτέλεσης του εντάλματος για 16 μέρες έχει άλλη επίπτωση στην υπόθεση, ενόψει της γραμμής της υπεράσπισης ότι η ΥΚΑΝ καθυστέρησε σκόπιμα την εκτέλεση για να τους δοθεί η ευκαιρία να τοποθετήσουν τα ναρκωτικά στο μοτοποδήλατο του εφεσείοντα, αυτό είναι άλλο θέμα και θα το εξετάσουμε στη συνέχεια.
Ήταν η θέση των μαρτύρων κατηγορίας (Λοχία 1094 Νικολάου, υπαστυνόμου Σολωμονίδη και αστυφ. 2733 Κωνσταντίνου) ότι μόλις εισήλθαν στην αυλή της οικίας του εφεσείοντα και προτού αρχίσει η έρευνα, ο λοχίας, τότε, Σολωμονίδης ρώτησε τον εφεσείοντα κατά πόσο έχει οτιδήποτε το παράνομο και ο τελευταίος, αφού πλησίασε ένα μοτοποδήλατο με αρ. εγγραφής ΚΑΥ 228 που ήταν σταθμευμένο μέσα στην αυλή της οικίας του (αφού πήγε και έφερε τα κλειδιά από την κουζίνα) είπε «ρε κοπέλια εν δαμέσα που έχω το χόρτο», οπότε, αφού του επεστήθη η προσοχή του στο νόμο, αυτός άνοιξε τη θήκη του μοτοποδηλάτου και τους έδωσε μια πράσινη νάυλον τσάντα, στην οποία, αφού ανοίχθηκε στην παρουσία του, βρέθηκαν τα επίδικα ναρκωτικά και μια ζυγαριά ακριβείας. Το Κακουργιοδικείο (πλειοψηφία) αποφάσισε ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκαν τα ναρκωτικά δείχνουν ότι η ανεύρεση τους ήταν αποτέλεσμα υπόδειξης και δήλωσης του εφεσείοντα και όχι αποτέλεσμα έρευνας που διεξήγαγε η αστυνομία δυνάμει του εντάλματος έρευνας που είχε στην κατοχή της. Όμως λαμβανομένου υπόψη (α) ότι κατά το χρόνο που εισήλθαν οι άνδρες της ΥΚΑΝ στην οικία του εφεσείοντα υπήρχε σε ισχύ δικαστικό ένταλμα έρευνας και (β) ότι όταν ο εφεσείων δήλωνε (ως αποτέλεσμα δικής τους ερώτησης αν είχε οτιδήποτε το παράνομο σπίτι του) ότι υπήρχαν τα ναρκωτικά στο μοτοποδήλατο, αυτός δεν ήταν υπό παράνομη σύλληψη, δεν υπήρχε οποιοδήποτε νομικό κώλυμα για την παρουσίαση των ναρκωτικών και της ζυγαριάς ως τεκμηρίων στην υπόθεση.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, αυτό που παραμένει για εξέταση είναι αν η μαρτυρία όπως αυτή έγινε αποδεκτή από το Κακουργιοδικείο, ήταν τέτοια που οδηγούσε στην καταδίκη του εφεσείοντα με την απαιτούμενη σε τέτοιες περιπτώσεις βεβαιότητα. Τόσο πρωτόδικα, όσο και ενώπιον μας, η θέση του εφεσείοντα ήταν ότι είχε ενοχοποιηθεί από την ίδια την αστυνομία. Ότι δηλαδή η αστυνομία τοποθέτησε, με δικό της πρόσωπο, τα ναρκωτικά.
Εξετάσαμε με προσοχή την όλη υπόθεση. Κατ’ αρχή σημειώ[*249]νουμε ότι άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία, εκτός από την κατ’ ισχυρισμό υπόδειξη του εφεσείοντα ως προς το πού ήταν τα ναρκωτικά και η ζυγαριά και τη δήλωση του ότι αγόρασε το χόρτο πριν καμιά ώρα, δεν υπήρχε. Ενώ η αστυνομία θα έπρεπε κανονικά να στείλει τόσο τα ναρκωτικά (την πλαστική δηλαδή σακούλα μέσα στην οποία αυτά βρίσκονταν) όσο και τη ζυγαριά για δακτυλοσκοπικές εξετάσεις και/ή για εξέταση γενετικού υλικού (DNA), προτίμησε να μην το πράξει. Ο Μ.Κ.2 στην κυρίως δίκη, δικαιολόγησε την παράλειψη αυτή ως εξής: «Με το σκεπτικό ότι βρήκαμε μισό κιλό κάνναβης στην κατοχή του θεωρήσαμε σωστό να μην το κάνουμε» Ο Μ.Κ.3 Λοϊζου δικαιολόγησε την παράλειψη ως εξής: «Μετά την παραλαβή των τεκμηρίων και όταν οδηγηθήκαμε στον Σταθμό η υπάρχουσα μαρτυρία που είχαμε ενώπιον μας ήταν αρκετά δυνατή και έτσι δεν το θεωρήσαμε σωστό, δεν το θεωρήσαμε αναγκαίο να σταλούν τα τεκμήρια για οποιοδήποτε επιστημονικό έλεγχο εφόσον ο ίδιος ο κατηγορούμενος τα παρέδωσε».
Σύμφωνα με τη νομολογία, είναι επιθυμητό μια ομολογία να υποστηρίζεται και από άλλη, ανεξάρτητη μαρτυρία που να καθιστά αυτή αληθοφανή. Το λιγότερο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι η παράλειψη των ανακριτικών αρχών να στείλουν για επιστημονικές εξετάσεις τα εν λόγω τεκμήρια, δημιουργεί ερωτηματικά. Παρόλο που η αστυνομία είχε στην κατοχή της ένταλμα έρευνας, με βάση τη δική της μαρτυρία, τα ναρκωτικά και ζυγαριά βρέθηκαν ουσιαστικά κατόπιν υπόδειξης (ομολογίας δηλαδή) του εφεσείοντα.
Άλλο γεγονός που μας έχει προβληματίσει είναι το εξής: Ενώ οι αστυνομικοί της ΥΚΑΝ είχαν στην κατοχή τους δικαστικό ένταλμα έρευνας και θα μπορούσαν να το εκτελέσουν πηγαίνοντας κατευθείαν στην οικία του εφεσείοντα και μάλιστα αμέσως μετά την εξασφάλιση του από τον δικαστή, επέλεξαν, όπως είπαν, να εφαρμόσουν ένα σχέδιο με βάση το οποίο θα ξεγελούσαν τον εφεσείοντα να πάει στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου, για άγνωστο σ’ αυτόν λόγο, και στη συνέχεια να τον οδηγήσουν στην οικία του όπου θα διεξαγόταν η έρευνα. Η μεταφορά του από τον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου στο σπίτι του έγινε με αστυνομικό όχημα στο οποίο συνοδευόταν από δύο αστυνομικούς της ΥΚΑΝ, (τον αστυφ. 2733 και τον αστυφ. 826), ακολουθούμενο από άλλο αστυνομικό όχημα στο οποίο επέβαιναν ο λοχίας τότε Σολωμονίδης και ο αστυφ. 1011. Η χρήση «κόλπου», όπως ορθά το περιέγραψε ο πρόεδρος του Κακουργιοδικείου στη δική του διϊστάμενη απόφαση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο εφεσείων κλήθηκε να έλθει από το σπίτι του στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου και από εκεί θα πήγαιναν σπίτι του για έρευνα, δημιουργούσαν τέτοιες [*250]συνθήκες που τουλάχιστο θα έπρεπε να άφηναν αμφιβολίες στο πρωτόδικο δικαστήριο κατά πόσο τα γεγονότα ήσαν όπως τα ισχυρίστηκαν οι μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής ή ο κατηγορούμενος.
Ένα άλλο θέμα το οποίο μας απασχόλησε, είναι αυτό της καθυστέρησης των 16 ημερών για να εκτελεστεί το ένταλμα έρευνας. Παρόλο που ένα ένταλμα έρευνας δύναται, στην περίπτωση ναρκωτικών, να είναι σε ισχύ μέχρι και 1 μήνα, η καθυστέρηση εκτέλεσης του πρέπει να κρίνεται υπό το φως όλων των γεγονότων της κάθε υπόθεσης. Στην παρούσα περίπτωση, ενόψει του γεγονότος ότι στον όρκο ημερ. 2/12/03 με βάση τον οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας δηλωνόταν ότι ο εφεσείων «αποκρύπτει στην οικία του μεγάλη ποσότητα κάνναβης την οποία προμηθεύει σε νεαρά άτομα», φράση που εξυπακούει ότι αυτά υπήρχαν στην κατοχή του εφεσείοντα κατά την εν λόγω ημερομηνία, επιβαλλόταν όπως και η εκτέλεση του εντάλματος ήταν χωρίς χρονοτριβή ούτως ώστε να μην αφήνονται περιθώρια προβολής ισχυρισμών όπως αυτών που έχουν εδώ προβληθεί. Αν έτσι είχαν τα πράγματα, τότε προς τι η καθυστέρηση των 16 ημερών στην διεξαγωγή της έρευνας;
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της εφεσίβλητης (κατηγορούσας αρχής) όταν ο εφεσείων πήγε στο Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου ως αποτέλεσμα του «κόλπου» που χρησιμοποίησαν οι άνδρες της ΥΚΑΝ και τον πληροφόρησε ο κ. Σολωμονίδης ότι θα πήγαιναν στο σπίτι του για έρευνα και τον ερώτησε αν έχει να κάνει οτιδήποτε με ναρκωτικά, αυτός αρνήθηκε. Όμως λίγα λεπτά αργότερα μόλις εισήλθαν στην αυλή της οικίας του και ρωτήθηκε ξανά αν έχει οτιδήποτε το παράνομο αυτός αμέσως υπέδειξε τη μοτοσυκλέτα και ομολόγησε ότι υπήρχαν εκεί τα ναρκωτικά, ενέργεια που αφήνει και πάλιν κάποια ερωτηματικά.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, καταλήγουμε ότι η μαρτυρία που ήταν ενώπιον του Κακουργιοδικείου, όπως αυτή έγινε αποδεκτή, ήταν τέτοια που άφηνε εύλογες και ουσιαστικές αμφιβολίες κατά πόσο τα γεγονότα ήταν πράγματι όπως τα παρουσίασε η κατηγορούσα αρχή. Επομένως η καταδίκη του εφεσείοντα θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η καταδίκη και ποινή παραμερίζονται.
Η έφεση επιτρέπεται. Η καταδίκη και η ποινή παραμερίζονται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο