Κουννάς Ανδρέας Ηλία και Άλλος ν. Δημοκρατίας (2007) 2 ΑΑΔ 423

(2007) 2 ΑΑΔ 423

[*423]15 Οκτωβρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

(Ποινική Έφεση Αρ. 198/2007)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΗΛΙΑ ΚΟΥΝΝΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 211/2007)

ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινικές Εφέσεις Aρ. 198/2007, 211/2007)

 

Ποινική Δικονομία ? Διαταγή για κράτηση υποδίκων μέχρι την εκδίκαση των υποθέσεών τους ενώπιον του Κακουργιοδικείου ? Έφεση εναντίον σχετικών διαταγών ? Κριτήρια τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν από το παραπέμπον Δικαστήριο ? Κατά πόσο το Δικαστήριο εξετάζει τη μαρτυρία με στόχο να καταλήξει σε διαπιστώσεις επί της ουσίας των κατηγοριών οι οποίες παραπέμπονται για εκδίκαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

Οι εφεσείοντες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κατηγορίες συνωμοσίας για διάπραξη κακουργήματος, κατοχής ναρκωτικών, κατοχής ναρκωτικών με σκοπό την προμήθειά τους, μεταφοράς πυροβόλων όπλων και κλεπταποδοχής, παραπέμφθηκαν σε απ’ ευθείας δίκη από [*424]το Κακουργιοδικείο που θα συνέλθει στη Λεμεσό στις 14.11.2007. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διέταξε την προφυλάκισή τους.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση.

Ο δικηγόρος του πρώτου εφεσείοντος εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο δεν ανέλυσε την ενώπιόν του μαρτυρία κάτι που αν έκανε θα διαπίστωνε αντιφάσεις μεταξύ της μαρτυρίας των αστυνομικών, ενώ δεν αναφέρθηκε καθόλου στη μαρτυρία του εφεσείοντος.

Ο δικηγόρος του δεύτερου εφεσείοντος εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο έσφαλε γιατί δεν λειτούργησε στη βάση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ιδιαίτερα της υπόθεσης Carlo Kazanjian v. Δημοκρατίας, (2002) 2 Α.Α.Δ. 326.

Αποφασίστηκε ότι:

1) Στην παρούσα διαδικασία το Δικαστήριο εξετάζει μόνο κατά πόσο από το αποδεικτικό υλικό που έχει ενώπιόν του, αναδεικνύεται το ενδεχόμενο καταδίκης του κατηγορούμενου.

2) Το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη (α) τα αντικειμενικά δεδομένα, με την έννοια πως αυτά άπτονται της σοβαρότητας των κατηγοριών και την εκ πρώτης όψεως πιθανολόγηση καταδίκης στη βάση του μαρτυρικού υλικού που παραβιάζεται ενώπιόν του και (β) τα υποκειμενικά δεδομένα, όπως οι οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορούμενου, η κατάσταση της υγείας του, η ηλικία του, το ποινικό του μητρώο, το ενδεχόμενο διάπραξης αδικημάτων αν αφεθεί ελεύθερος, ο ενδεχόμενος επηρεασμός μαρτύρων, οι δεσμοί που έχει με τη χώρα διαμονής του και η ύπαρξη ή μη στοιχείων που να δείχνουν πρόθεση εκ μέρους του να μη εμφανιστεί στη δίκη. Όλα τα πιο πάνω κριτήρια των υπό αναφορά στοιχείων προσμετρούν ανάλογα με τη βαρύτητά τους, για να καταλήξει το Δικαστήριο στην απόφασή του. Έτσι έγινε στην παρούσα υπόθεση σε αντίθεση με την υπόθεση Kazanjian, (ανωτέρω).

3) Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποτίμησε ορθά όλα τα σχετικά στοιχεία, όπως εκτίθενται ανωτέρω, γι’ αυτό και δεν δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου για ανατροπή της απόφασης προφυλάκισης των εφεσειόντων.

Οι εφέσεις απορρίφθηκαν.

[*425]Αναφερόμενη Υπόθεση:

Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326.

Εφέσεις εναντίον Διατάγματος Κράτησης.

Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθ. Αρ. 16384/07), ημερομηνίας 7/9/07.

Λ. Κοϊνάς, για τον Εφεσείοντα στην Ποιν. Έφεση Αρ. 198/07.

Α. Χαραλάμπους με Παφίτη, για τον Εφεσείοντα στην Ποιν. Έφεση Αρ. 211/07.

Ο. Σοφοκλέους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη Δημοκρατία.

Ex tempore

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Οι εφεσείοντες παραπέμφθηκαν σε απ΄ευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου που θα συνέλθει στη Λεμεσό στις 14.11.2007. Βαρύνονται με κατηγορίες που αφορούν σε συνωμοσία για διάπραξη κακουργήματος, κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, κατοχή του ίδιου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια του, μεταφορά πυροβόλων όπλων και κλεπταποδοχή.  Οι εφεσείοντες έφεραν ένσταση στην προφυλάκιση τους μέχρι την ημερομηνία που θα εμφανιστούν ενώπιον του Κακουργιοδικείου, το Δικαστήριο όμως αποδεχόμενο σχετικό αίτημα της κατηγορούσας αρχής, εξέδωσε διάταγμα προφυλάκισης τους.

Στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται αναφορά στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που διέπει το θέμα. Συνοψίζεται επίσης το ουσιαστικό αποδεικτικό υλικό εις βάρος των εφεσειόντων, από το οποίο και αναδεικνύεται πως οι εφεσείοντες συνελήφθησαν ουσιαστικά επ’ αυτοφόρω να περισυλλέγουν από προκαθορισμένο σημείο, ηλεκτρικό πάσσαλο στο δρόμο Λεμεσού-Πλατρών σακούλι στο οποίο περιεχόταν μεγάλη ποσότητα κάνναβης και ένα μεγάλο σακούλι σκουπιδιών μέσα στο οποίο υπήρχαν δύο στρατιωτικά τυφέκια.

Η Αστυνομία ενεργούσε βάσει πληροφοριών και σύμφωνα με τη μαρτυρία, συνέλαβε τους εφεσείοντες τη στιγμή που έπαιρναν τα αντικείμενα. Ο πρώτος εφεσείων ήταν ο οδηγός του αυτοκινή[*426]του και ο δεύτερος συνοδηγός. Ο δικηγόρος του πρώτου εφεσείοντος εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο δεν ανέλυσε την ενώπιον του μαρτυρία, κάτι που αν έκανε θα διαπίστωνε πως υπήρχαν αντιφάσεις μεταξύ της μαρτυρίας των αστυνομικών ενώ δεν έκανε καθόλου αναφορά στην κατάθεση του ιδίου του εφεσείοντος. Υποδείξαμε στο συνήγορο πως αν το Δικαστήριο έκανε κάτι τέτοιο αυτό θα σήμαινε ότι θα ελάμβανε χώρα η έναρξη της δίκης ενώπιον του πριν την εκδίκαση της υπόθεσης από το αρμόδιο Δικαστήριο, δηλαδή το Κακουργιοδικείο. Η νομολογία, ευθυγραμμισμένη επί του σημείου αυτού, λέγει πως το Δικαστήριο σ’ αυτή τη διαδικασία εξετάζει μόνο κατά πόσο από το αποδεικτικό υλικό που έχει ενώπιον του, αναδεικνύεται το ενδεχόμενο καταδίκης του κατηγορούμενου.

Ο δικηγόρος του δεύτερου εφεσείοντος εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο έσφαλε γιατί δεν λειτούργησε στη βάση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ιδιαίτερα της υπόθεσης Carlo Kazanjian ν. Δημοκρατίας (2002)2 Α.Α.Δ. 326. Ας μας επιτραπεί να συνοψίσουμε τη νομολογία, λέγοντας εξ’ αρχής πως σ’ αυτή τίθενται ορισμένα στοιχεία και κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη και προσμετρούν στη λήψη της απόφασης του Δικαστηρίου επί του επίδικου ζητήματος. Οι περιστάσεις όμως της κάθε υπόθεσης ποικίλλουν και επομένως υπάγονται στη νομολογιακή αρχή ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της. Δύο κατά τη γνώμη μας είναι τα κεφάλαια στα οποία εμπεριέχονται τα υπό κρίση στοιχεία. Το πρώτο αναφέρεται σε αντικειμενικά δεδομένα, με την έννοια πως αυτά άπτονται της σοβαρότητας των κατηγοριών και την εκ πρώτης όψεως πιθανολόγηση του ενδεχόμενου καταδίκης, στη βάση του μαρτυρικού υλικού ενώπιον του Δικαστηρίου. Το άλλο κεφάλαιο ανάγεται σε υποκειμενικά δεδομένα, όπως οι οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορουμένου, η κατάσταση της υγείας του, η ηλικία του, το ποινικό του μητρώο, το ενδεχόμενο διάπραξης  αδικημάτων αν αφεθεί ελεύθερος, ο ενδεχόμενος επηρεασμός μαρτύρων οι δεσμοί που έχει με τη χώρα διαμονής του και η ύπαρξη ή μη στοιχείων που να δείχνουν πρόθεση εκ μέρους του να μη εμφανιστεί στη δίκη. Όλα τα πιο πάνω κριτήρια των υπό αναφορά στοιχείων προσμετρούν ανάλογα με τη βαρύτητα τους, για να καταλήξει το Δικαστήριο στην απόφαση του. Έτσι έγινε στην υπόθεση που εξετάζουμε, σε αντίθεση με την υπόθεση Kazanjian, που αναφέρεται πιο πάνω, όπου το Εφετείο παρατήρησε πως:

«.....το κακουργιοδικείο παρέλειψε να αξιολογήσει τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος μέσα στα πλαίσια της εξέτασης του κινδύνου μη προσέλευσης του κατά τη δικάσιμο. Οι [*427]προσωπικές περιστάσεις που τέθηκαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου ως στοιχεία υπέρ της προσέλευσης στη δίκη παρέμειναν αναπάντητα. Αυτά θα έπρεπε να αξιολογηθούν μέσα στα πλαίσια του κινδύνου μη προσέλευσης του στο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο».

Η αποτίμηση των στοιχείων όπως τα θέτουμε πιο πάνω, εναπόκειται στο πρωτόδικο δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν παρουσιάζεται ενώπιον του σφάλμα ή λαθεμένη εφαρμογή αρχής, κάτι που δεν έγινε στις εφέσεις που συζητήσαμε, οι οποίες και γι’ αυτό το λόγο απορρίπτονται.

Οι εφέσεις απορρίπτονται.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο