Γεωργίου Γεώργιος Ανδρέα ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 10

(2008) 2 ΑΑΔ 10

[*10]21 Ιανουαρίου, 2008

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 85/2007)

 

Ποινικός Κώδικας ― Επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Κοινή επίθεση, κατά παράβαση του Άρθρου 242 του ιδίου κώδικα ― Κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε ευρήματα αξιοπιστίας που δεν είχαν ασφαλές έρεισμα, κατέστησε αναγκαία την επέμβαση του Εφετείου.

Απόδειξη ― Αντιφατική μαρτυρία ― Ετυμηγορία ενοχής κατηγορουμένου στη βάση αλληλοσυγκρουόμενης μαρτυρίας μαρτύρων που είχαν κριθεί αξιόπιστοι ― Ακυρώθηκε κατ’ έφεση.

Απόδειξη ― Αντεξέταση από την Κατηγορούσα Αρχή, στο στάδιο επανεξέτασης ― Πότε είναι επιτρεπτή.

Απόδειξη ― Μάρτυρες ― Μαρτυρία μαρτύρων που έχουν συμφέρον στην έκβαση υπόθεσης ― Πρέπει να εξετάζεται με περισσότερη προσοχή.

Ο εφεσείων, ειδικός αστυφύλακας κατά τον ουσιώδη χρόνο, βρέθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες για επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 και σε μια κατηγορία για κοινή επίθεση, κατά παράβαση του Άρθρου 242 του ιδίου κώδικα.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 μηνών σε κάθε μια από τις κατηγορίες της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής [*11]βλάβης και ενός μηνός φυλάκισης στην κατηγορία της κοινής επίθεσης.

Τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα, όπως τα αποδέχτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, διαδραματίστηκαν το βράδυ της 20.1.03 στην οδό Ανεξαρτησίας στη Λεμεσό, όπου ο Μ.Κ.1 ηλικίας τότε 17 ετών, ήταν συνοδηγός αυτοκινήτου με ένδειξη ΔΟΚΙΜΗ – TEST που οδηγούσε ο Μ.Κ.2, ηλικίας 25 ετών και όπου ο εφεσείων και ένας άλλος αστυφύλακας, Μ.Υ.1, διενεργούσαν έλεγχο της τροχαίας. Ο εφεσείων που κρατούσε φανάρι, έκανε σήμα στον Μ.Κ.2 να σταματήσει. Αυτός σταμάτησε, οπόταν ο εφεσείων τον κάλεσε να βγει έξω από το αυτοκίνητο, πράγμα που έπραξε. Σε ερώτηση που υπέβαλε προς τον Μ.Κ.2 ο εφεσείων, σχετικά με το τι κάνουν τέτοια ώρα και γιατί το αυτοκίνητο δεν έχει πινακίδες εγγραφής, ο Μ.Κ.2 απάντησε «Τι σε κόφτει τι κάμνουμε». Τότε ο εφεσείων είπε στον Μ.Κ.2 ότι είναι υπό σύλληψη και όταν ο τελευταίος ρώτησε «γιατί», ο εφεσείων του έδωσε τέσσερα χαστούκια στο πρόσωπο και, με το γόνατό του, τον κτύπησε στα γεννητικά όργανα. Ο εφεσείων κτύπησε στο αριστερό φρύδι τον Μ.Κ.1 με το σιδερένιο φανάρι που κρατούσε, όταν ο Μ.Κ.1 ζήτησε το λόγο γιατί να κτυπήσει το φίλο του. Ο Μ.Κ.1 έσπρωξε τον εφεσείοντα και ο εφεσείων του ανέφερε ότι είναι υπό σύλληψη και του έβαλε χειροπέδες. Στη συνέχεια οι δύο νεαροί μεταφέρθηκαν στο Τμήμα Μικροπαραβάσεων του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Λεμεσού, όπου ο εφεσείων, μετά από μια αισχρή φράση που είπε ο Μ.Κ.1 σε σχέση με αυτόν, αντέδρασε και τον ξανακτύπησε στο κεφάλι με το σιδερένιο φανάρι που κρατούσε με αποτέλεσμα να σχιστεί και να τρέχει αίμα. Όταν δέχθηκε το κτύπημα ο Μ.Κ.1 ήταν καθισμένος, με τα χέρια δεμένα με χειροπέδες και στην παρουσία πολλών αστυνομικών που ήσαν στο γραφείο. Ο Μ.Κ.1 στην προσπάθειά του να αμυνθεί, προκάλεσε στον εφεσείοντα τα τραύματα που φαίνονται στο ιατρικό πιστοποιητικό (τεκμ.25).

Οι θέσεις της Κατηγορούσας Αρχής και του εφεσείοντος διΐσταντο σε σχέση με τον χρόνο και τον τρόπο πρόκλησης των τραυμάτων που ο Μ.Κ.1 και ο εφεσείων είχαν υποστεί.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε την εκδοχή της Κατηγορούσας Αρχής και απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντος, αναφέροντας πως οι αντιφάσεις που υπήρχαν σ’ αυτή δεν ήσαν ουσιώδεις ούτε και επηρέαζαν την αξιοπιστία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2.

Ο εφεσείων αμφισβήτησε την ορθότητα της απόφασης με την παρούσα έφεση. Οι προωθηθέντες λόγοι έφεσης αφορούν άμεσα ή έμμεσα την αξιοπιστία των μαρτύρων.

[*12]

Ουσιαστικό θέμα στην όλη υπόθεση ήταν το κατά πόσο ο Μ.Κ.1 έφερε χειροπέδες, όπως ο ίδιος διατείνετο, ή κατά πόσο, ίσχυε η περί αντιθέτου θέση του εφεσείοντος. Ο Μ.Κ.2 ανέφερε πως ο ίδιος δεν έφερε χειροπέδες και ότι δεν θυμόταν αν είχε ή όχι χειροπέδες ο Μ.Κ.1.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η εκδοχή του Μ.Κ.2 ότι τα ξημερώματα της 21.1.03 εκείνος και ο Μ.Κ.1 επιτέθηκαν   και κτύπησαν στην οδό Ανεξαρτησίας τον εφεσείοντα, είναι αντίθετη με την εκδοχή του Μ.Κ.1 ότι σε κανένα στάδιο δεν έπραξαν κάτι τέτοιο.

2.  Ο μεγάλος αριθμός «Δεν θυμούμαι» από τον οποίο χαρακτηρίζονταν η μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 δεν θεωρήθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι επηρέαζαν την αξιοπιστία τους, ενώ αντίθετα αυτό γίνεται για την περίπτωση του εφεσείοντος και του αστυνομικού Μ.Υ.1.

3.  Το Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να είχε επιτρέψει μεταγενέστερη αντεξέταση από την Κατηγορούσα Αρχή του Μ.Κ.2 στο στάδιο της επανεξέτασης, αφού αυτός δεν κηρύχθηκε εχθρικός μάρτυρας, δίδοντας έτσι στην Κατηγορούσα Αρχή την ευκαιρία να επανορθώσει όσα κατέθεσε διαφορετικά ο Μ.Κ.2 κατά την αντεξέτασή του από τον δικηγόρο του εφεσείοντος, αφού υιοθέτησε τώρα ως ορθά τα όσα ανέφερε στην αρχική του κατάθεση.

4.  Όπως προέκυψε από τη μαρτυρία που έγινε δεκτή πρωτοδίκως, οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 προέβησαν στην σχετική καταγγελία μετά από συμβουλή των δικηγόρων τους Μ.Κ.5 και Μ.Κ.6 και μετά που οι ίδιοι είχαν κατηγορηθεί για επίθεση και εξύβριση των αστυνομικών (του εφεσείοντος και του Μ.Υ.1)  προκαλώντας τους πραγματική σωματική βλάβη κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, και κρίθηκαν ένοχοι, μετά από ακροαματική διαδικασία, και τιμωρήθηκαν με συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6 και 2 μηνών αντίστοιχα, με αναστολή, σε δύο κατηγορίες επίθεσης και πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης. Η μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 έπρεπε να εξεταστεί υπό το φως του πιο πάνω γεγονότος αφού τώρα οι ισχυρισμοί τους ότι δεν προκάλεσαν οποιαδήποτε τραύματα στον εφεσείοντα, δεν πρέπει να ευσταθούν. Ήταν μάρτυρες που είχαν κάποιο συμφέρον στην όλη έκβαση της υπόθεσης και έπρεπε η μαρτυρία τους να εξεταστεί με περισσότερη προσοχή. Τα γεγονότα ενώπιον [*13]του Δικαστηρίου ήταν τέτοια που δεν απέκλειαν την πιθανότητα να προκλήθηκαν τα τραύματα του Μ.Κ.1 κατά την προσπάθεια του εφεσείοντος να αμυνθεί στο επεισόδιο που δημιουργήθηκε κατά την εκτέλεση καθήκοντος. Ούτε θα έπρεπε να αποκλεισθεί η πιθανότητα ότι ο εφεσείων έλεγε την αλήθεια όταν κατέθεσε ότι ανέσυρε ρόπαλο και όχι φανάρι.

5.  Η μαρτυρία των μαρτύρων της Κατηγορούσας Αρχής αποδεικνύει ότι ο Μ.Κ.1 αλλά και ο εφεσείων είχαν τραύματα, αλλά όχι τον τρόπο πρόκλησής τους. Η όλη υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής βασιζόταν στη μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2, η οποία όμως, ενόψει των λόγων που αναφέρονται ανωτέρω, έπασχε. Επομένως δεν ήταν ασφαλές για το πρωτόδικο Δικαστήριο να δεχθεί ως αξιόπιστη τη μαρτυρία τους, καταλήγοντας έτσι σε ευρήματα που δεν είχαν ασφαλές έρεισμα.

Η έφεση επιτράπηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Νικολαΐδης v. Αστυνομίας (Aρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 645,

Νικολαΐδης v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 271,

Τυμπιώτης v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 612,

Γιάλλουρος κ.ά. v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 320,

Moussoulides v. Republic (1983) 2 C.L.R. 336,

Papachrysostomou v. Police (1988) 2 C.L.R. 50.

Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kίζη, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Αρ. 4446/04), ημερομηνίας 28/3/07 και 4/4/07.

Χρ. Χατζηλοΐζου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Πασιαρδή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

[*14]Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, που ήταν ο 1ος κατηγορούμενος, κρίθηκε ένοχος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στην υπόθεση 4446/2004 σε δύο κατηγορίες (την 1η και 2η) για επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και σε μια κατηγορία (την 3η) για κοινή επίθεση κατά παράβαση του άρθρου 242 του Ποινικού Κώδικα και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 μηνών στην 1η και 2η κατηγορία και φυλάκιση ενός μηνός στην 3η κατηγορία. Οι κατηγορίες 1 και 2 αφορούν επίθεση εναντίον του Μιχάλη Χατζηχριστοδούλου και η κατηγορία 3 εναντίον του Μιχάλη Θεοδούλου.

Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση

Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως τα αποδέχτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, το βράδυ της 20/1/03 ο Μιχάλης Χατζηχριστοδούλου (Μ.Κ.1) ηλικίας τότε 17 ετών, ήταν συνοδηγός σε αυτοκίνητο που οδηγούσε ο φίλος του Μιχάλης Θεοδούλου (Μ.Κ.2) ηλικίας 25 ετών. Το αυτοκίνητο είχε πινακίδες με ένδειξη ΔΟΚΙΜΗ-TEST.  Ενώ ταξίδευαν κατά τις πρωϊνές ώρες της 21/1/03 στην οδό Ανεξαρτησίας στη Λεμεσό, υπήρχαν δυο ένστολοι αστυνομικοί με κίτρινα φωσφορούχα γιλέκα και με αυτοκίνητο της αστυνομίας σταματημένο και διενεργούσαν έλεγχο της τροχαίας. Ο ένας ήταν ο Ειδικός Αστυφύλακας 5259 Γεώργιος Γεωργίου (ο εφεσείων) και ο άλλος ο αστυφύλακας 4079 Σάββας Τρύφωνος, ο 2ος κατηγορούμενος στην πρωτόδικη διαδικασία, ο οποίος αθωώθηκε και απαλλάγηκε κατά το στάδιο της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και αργότερα κατέθεσε ως πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης (Μ.Υ.1). Ο εφεσείων, που κρατούσε φανάρι, έκανε σήμα στον οδηγό να σταματήσει. Ο οδηγός, που ήταν ο Θεοδούλου,  σταμάτησε μπροστά από το αστυνομικό όχημα, οπότε ο εφεσείων τον κάλεσε να βγεί έξω από το αυτοκίνητο, πράγμα που έπραξε. Ο εφεσείων τον ρώτησε «Τι κάμνετε έτσι ώρα και γιατί το αυτοκίνητο δεν έχει πινακίδες εγγραφής;» και ο Θεοδούλου του απάντησε «Τι σε κόφτει τι κάμνουμε.». Ο εφεσείων είπε στον Θεοδούλου ότι είναι υπό σύλληψη και ο Θεοδούλου ρώτησε «γιατί» οπότε ο εφεσείων του έδωσε τέσσερα χαστούκια στο πρόσωπο και, με το γόνατό του, τον κτύπησε στα γεννητικά όργανα. Τότε, κατέβηκε και ο Μιχάλης Χατζηχριστοδούλου από το αυτοκίνητο και αφού πήγε κοντά στον εφεσείοντα ζήτησε το λόγο γιατί να κτυπήσει το φίλο του.  Ο εφεσείων χωρίς ν’ [*15]απαντήσει, γύρισε προς τον Χατζηχριστοδούλου και με το σιδερένιο φανάρι που κρατούσε, τον κτύπησε στο αριστερό φρύδι από το οποίο άρχισε να τρέχει αίμα. Αυτός έσπρωξε τον εφεσείοντα και ο εφεσείων του ανάφερε ότι είναι υπό σύλληψη και του έβαλε χειροπέδες. Στη σκηνή του επεισοδίου έφθασαν κι’ άλλοι αστυνομικοί και αφού έβαλαν τόσο τον Χατζηχριστοδούλου όσο και το Θεοδούλου στο αστυνομικό όχημα, τους μετάφεραν στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού, στο γραφείο του Τμήματος Μικροπαραβάσεων. Εκεί μαζεύτηκαν καμιά δεκαριά αστυνομικοί. Ένας, που ήταν με πολιτική περιβολή, ρώτησε τον Χατζηχριστοδούλου τί είχε το μάτι του και αιμορραγούσε και ο Χατζηχριστοδούλου, δείχνοντας τον εφεσείοντα απάντησε «μου κτύπησε τούτο το πουτανόπαιδο με το φανάρι». Ο εφεσείων αντέδρασε λέγοντας «ποιός εν ο γιος της πουτάνας» και τον ξανακτύπησε με το σιδερένιο φανάρι στο κεφάλι με αποτέλεσμα να σχιστεί και να τρέχει αίμα. Όταν δέχθηκε το κτύπημα ο Χατζηχριστοδούλου ήταν καθισμένος, με τα χέρια δεμένα με χειροπέδες και στην παρουσία πολλών αστυνομικών που ήσαν στο γραφείο. Ο Χατζηχριστοδούλου στην προσπάθεια του να αμυνθεί, προκάλεσε στον εφεσείοντα τα τραύματα που φαίνονται στο ιατρικό πιστοποιητικό (τεκμ.25) της ιατρού Ελένης Θωμά (Μ.Κ.11).

Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην οδό Ανεξαρτησίας στοιχειοθετούν την 1η κατηγορία, όταν ο εφεσείων κτύπησε με το φανάρι τον Χατζηχριστοδούλου και του προκάλεσε επιφανειακό θλαστικό τραύμα στο φρύδι.

Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο γραφείο Μικροπαραβάσεων όπου ο εφεσείων κτύπησε για δεύτερη φορά τον Μ.Κ.1 με το φανάρι και του προκάλεσε θλαστικό τραύμα στη βρεγματική χώρα, έκτασης 3 εκ.(το οποίο και συνερράφη με 4 ραφές) στοιχειοθετούν τη 2η κατηγορία.

Αναφορικά με την 3η κατηγορία το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι αυτή στοιχειοθείται από το γεγονός ότι στην οδό Ανεξαρτησίας ο εφεσείων κτύπησε τον Μιχάλη Θεοδούλου δίνοντας του 4 χαστούκια στο πρόσωπο καθώς και στα γεννητικά όργανα με το γόνατο του.

Λόγοι έφεσης

Ο εφεσείων με την παρούσα έφεση προσβάλλει την καταδίκη του προβάλλοντας διάφορους λόγους έφεσης. Ο πρώτος λόγος [*16]έφεσης αφορά ισχυρισμό για προκατάληψη του πρωτόδικου δικαστηρίου, ο οποίος όμως λόγος αποσύρθηκε. Με τους 2, 3, 4, 7 και 8 λόγους έφεσης βασικά αμφισβητείται το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 ήταν αξιόπιστοι μάρτυρες και ότι εσφαλμένα κρίθηκε αναξιόπιστος ο εφεσείων του οποίου η εκδοχή υποστηριζόταν από τους  Μ.Κ.9 και 11 και τα τεκμ. 21-25. Το δικαστήριο δεν προέβη σε εύρημα πώς προηγήθηκαν τα τραύματα του εφεσείοντα που ο ίδιος είχε αναφέρει ότι ήσαν από επίθεση του Μ.Κ.1. Η μαρτυρία του Μ.Κ.2 παρόλο που χαρακτηριζόταν από πολλά «δεν θυμούμαι», εντούτοις έγινε πιστευτή.

Με τον 5ο λόγο γίνεται ισχυρισμός για κακοδικία για το λόγο ότι το δικαστήριο επέτρεψε στην εφεσίβλητη (κατηγορούσα αρχή), στο στάδιο της επανεξέτασης, να αντεξετάσει τον Μ.Κ.2.  Με τον 6ο λόγο προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το δικαστήριο προέβη σε ιατρικά ευρήματα για το πώς προκλήθηκαν τα τραύματα του Μ.Κ.1, και τούτο χωρίς ιατροδικαστική ή άλλη επιστημονική μαρτυρία που να επιβεβαιώνει τον τρόπο που προκλήθηκαν τα τραύματα.

Εξέταση λόγων έφεσης

Οι προωθηθέντες λόγοι έφεσης αφορούν άμεσα ή έμμεσα την αξιοπιστία μαρτύρων. Είναι σαφώς νομολογημένο ότι θέματα αξιολόγησης μαρτυρίας είναι κατ’ εξοχή έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου και το Δικαστήριο τούτο σπάνια επεμβαίνει, εκτός στις αραιές περιπτώσεις που καθιέρωσε η νομολογία.  Επεμβαίνει μόνο όταν τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου συγκρούονται με την κοινή λογική ή δεν συνάδουν με τη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί. Σε μια τέτοια περίπτωση το Εφετείο έχει διακριτική ευχέρεια να επέμβει και να ανατρέψει τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου και να προβεί το ίδιο στα δικά του συμπεράσματα. Τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου εκτός αν είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη μαρτυρία αυτή ως αξιόπιστη (βλ. μεταξύ άλλων Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας (Aρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 645, Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 271, Τυμπιώτης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 612 και Γιάλλουρος κ.ά. ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 320.)

Πρωτόδικα ήταν η θέση της Κατηγορούσας Αρχής (εφεσίβλητης) ότι τα τραύματα που είχε ο Μ.Κ.1 στο αριστερό [*17]φρύδι προκλήθηκαν εκεί στην οδό Ανεξαρτησίας που ανέκοψαν το όχημα του Μ.Κ.2 με κτύπημα που επέφερε ο εφεσείων με το φανάρι που κρατούσε εναντίον του Μ.Κ.1. Η θέση της υπεράσπισης (εφεσείοντα) ήταν ότι ο Μ.Κ.1 του είχε επιτεθεί οπότε ο εφεσείων αναγκάσθηκε να ανασύρει το ρόπαλο του και στην προσπάθεια του να κτυπήσει τον Μ.Κ.1 στον βραχίονα, κατά λάθος κτυπήθηκε ο Μ.Κ.1 στο φρύδι λόγω κάποιας κίνησης που είχε κάμει.

Αναφορικά με το τραύμα στη βρεγματική χώρα του Μ.Κ.1, η θέση του εφεσείοντα ήταν ότι στο γραφείο το Τμήματος Μικροπαραβάσεων που είχαν μεταφέρει τον Μ.Κ.1 αυτός του επιτέθηκε και τον έπιασε από το λαιμό οπότε τόσο ο εφεσείων όσο και ο Μ.Κ.1 έπεσαν στα τραπέζια και καρέκλες του γραφείου και στη συνέχεια στο πάτωμα με αποτέλεσμα το τραύμα στην βρεγματική χώρα. Αντίθετα η θέση της εφεσίβλητης ήταν ότι όταν κάποιος εκεί στο γραφείο ρώτησε τον Μ.Κ.1 τι είχε το μάτι του, αυτός δείχνοντας και υβρίζοντας τον εφεσείοντα είπε ότι αυτός του το έκανε, οπότε ο εφεσείων του επιτέθηκε και τον ξανακτύπησε με το φανάρι.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού εξέτασε την ενώπιον του μαρτυρία, προτίμησε ως ορθή την εκδοχή της εφεσίβλητης και απέρριψε αυτή του εφεσείοντα και του μάρτυρα του (πρώην συγκατηγορούμενου). Το πρωτόδικο δικαστήριο ανέφερε ότι παρόλο που στη μαρτυρία και ιδιαίτερα των παραπονουμένων Μ.Κ.1 Μιχάλη Χατζηχριστοδούλου και Μ.Κ.2 Μιχάλη Θεοδούλου, υπήρχαν κάποιες αντιφάσεις αυτές αφορούσαν μικρολεπτομέρειες και σύμφωνα με νομολογία, στην οποία έκανε αναφορά, αυτές δεν επηρέαζαν την αξιοπιστία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2.

Εξετάσαμε τα όσα περιέχονται στο διάγραμμα της πλευράς του εφεσείοντα και τα όσα ανέπτυξε ενώπιον μας ο συνήγορος του και για τους λόγους που εξηγούμε στη συνέχεια, καταλήγουμε ότι η παρούσα είναι κατάλληλη υπόθεση για επέμβαση του Εφετείου τούτου στα ευρήματα αξιοπιστίας των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2.

Ουσιαστικό θέμα στην όλη υπόθεση ήταν και το κατά πόσο ο Μ.Κ.1 έφερε χειροπέδες. Ο ίδιος είπε «ναι» ενώ η θέση του εφεσείοντα ήταν ότι δεν είχε χειροπέδες. Ο Μ.Κ.2 σε ένα μέρος της μαρτυρίας του είπε ότι ο ίδιος δεν ήταν δεμένος με χειροπέδες και ότι δεν θυμάται αν είχε ή όχι χειροπέδες ο Μ.Κ.1. [*18]Στην επανεξέταση, επιτράπηκε στην Κατηγορούσα Αρχή να τον αντεξετάσει με σκοπό την κήρυξή του σε εχθρικό μάρτυρα. Ανάφερε τώρα ότι αρχικά ήταν σε ξεχωριστό δωμάτιο και, όταν αργότερα είδε τον Μ.Κ.1, είχε, όπως και ο ίδιος (Μ.Κ.2) χειροπέδες.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της ιατρού Ελένης Θωμά (Μ.Κ.11) την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη, ο εφεσείων παρουσίαζε γραμμικές εκδορές, δυο στο λαιμό δεξιά 2 εκ. και 3 εκ., τρεις εκδορές 1 εκ, 2εκ και 4 εκ. στο αριστερό αυτί και δύο στον αριστερό αντιβραχίονα και παραπονέθηκε επίσης για πονοκέφαλο και ζαλάδα. Συμφωνούμε με την εισήγηση του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ανάλαβε το ρόλο εμπειρογνώμονα για να καταλήξει ότι επειδή ο εφεσείων και ο Μ.Κ.1 δεν είχαν εκδορές σε άλλα μέρη του σώματος τους, δεν υποστηριζόταν η εκδοχή του εφεσείοντα ότι του είχε επιτεθεί ο Μ.Κ.1 τόσο στην οδό Ανεξαρτησίας όσο και εκεί στο Γραφείο Μικροπαραβάσεων. Ότι είχε γίνει κάποιο επεισόδιο εκείνο το βράδυ μεταξύ των αστυνομικών (του εφεσείοντα και Μ.Υ.1) και των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 προκύπτει και από τη μαρτυρία του Μ.Κ.2.  Κατά την αντεξέταση ερωτήθηκε ως εξής:

«Ε. Κύριε μάρτυς, είναι η θέση των κατηγορουμένων ότι το βράδυ εκείνο, ξημερώματα της 21/1/03 τους επιτεθήκατε και τους εξυβρίσατε εσύ και ο φίλος σου στην οδό Ανεξαρτησίας.  Η θέση και των δυο κατηγορουμένων είναι ότι στις 21/1/03 στον Οδό Ανεξαρτησίας τους επιτέθηκες εσύ και ο φίλος σου ο Μιχάλης ΧατζηΧριστοδούλου, τους κτυπήσατε, εξ’ ου και κατηγορηθήκατε, τι έχεις να πεις, συμφωνείς;

Α. Ναι.»

Η απάντηση αυτή είναι αντίθετη με την εκδοχή του Μ.Κ.1 ότι σε κανένα στάδιο δεν έχει επιτεθεί εναντίον του εφεσείοντα. Ο ισχυρισμός του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι εσφαλμένα έκρινε το δικαστήριο ότι τα τραύματα που είχε ο εφεσείων τα προκάλεσε ο Μ.Κ.1 στην προσπάθεια του να αμυνθεί, ενόψει του ισχυρισμού του Μ.Κ.1 ότι δεν κτύπησε τον εφεσείοντα, αλλά απλώς τον έσπρωξε, κρίνεται ορθός.

Περαιτέρω έχουμε προσέξει ότι η μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 χαρακτηριζόταν από μεγάλο αριθμό «Δεν θυμούμαι» τα οποία όμως δεν θεωρήθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι [*19]επηρέαζαν την αξιοπιστία τους, ενώ αντίθετα αυτό γίνεται για την περίπτωση του εφεσείοντα και του Μ.Υ.1, αστυνομικού 4079 Σάββα Τρύφωνος (πρώην συγκατηγορουμένου του εφεσείοντα). Δικαιολόγησε το δικαστήριο τα «δεν θυμούμαι» του Μ.Κ.2 ενόψει του ισχυρισμού του ότι λόγω κάποιου δυστυχήματος που υπέστη, είχε επηρεαστεί η μνήμη του. Όμως και αν ακόμα αυτό είναι ορθό, η αδυναμία της μνήμης του Μ.Κ.2 δεν πρέπει να επενεργεί σε βάρος του εφεσείοντα.

Αναφορικά με τον Μ.Κ.2 το δικαστήριο επέτρεψε μεταγενέστερη αντεξέταση από την Κατηγορούσα Αρχή, στο στάδιο της επανεξέτασης. Σε κάποιο βαθμό αυτό είναι επιτρεπτό με προοπτική να διαφανεί κατά πόσο ο μάρτυρας θα κηρυχθεί εχθρικός ή όχι. Βέβαια αν κηρυχθεί εχθρικός τότε και η αξιολόγηση της μαρτυρίας του διέπεται από ιδιαίτερα κριτήρια.  Εδώ ο Μ.Κ.2 δεν κηρύχθηκε εχθρικός αλλά με εκτεταμένη αντεξέταση στο στάδιο της επανεξέτασης η Κατηγορούσα Αρχή επανόρθωσε όσα κατάθεσε διαφορετικά ο Μ.Κ.2 κατά την αντεξέταση του από το δικηγόρο του εφεσείοντα, αφού υιοθέτησε τώρα ως ορθά τα όσα είχε αναφέρει στην αρχική του κατάθεση. Κρίνουμε ότι τέτοια πορεία δεν έπρεπε να είχε επιτραπεί. Επομένως το παράπονο του 5ου λόγου έφεσης είναι δικαιολογημένο.

Αναφορικά με το επεισόδιο στο Γραφείο Μικροπαραβάσεων, σύμφωνα με την όλη μαρτυρία φαίνεται να υπήρχαν εκεί αρκετά άτομα. Όμως ο μόνος μάρτυρας που κλήθηκε ήταν ο παραπονούμενος (Μ.Κ.1). Ο Μ.Κ.2, όπως ο ίδιος κατάθεσε, ήταν σε διπλανό δωμάτιο και δεν είχε δει είτε τον εφεσείοντα να κτυπά τον Μ.Κ.1, είτε τον Μ.Κ.1 να επιτίθεται του εφεσείοντα.  Αντιλήφθηκε απλώς ότι ο Μ.Κ.1 φιλονικούσε με τους αστυνομικούς. Από την όλη μαρτυρία φάνηκε επίσης ότι οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 αρχικά δεν κατάγγειλαν στην Αστυνομία την υπόθεση, ενώ οι ίδιοι είχαν κατηγορηθεί για επίθεση και εξύβριση των αστυνομικών στις 2400 ώρα της 23/1/03 με 01.00 της 22/1/03. Την καταγγελία έκαναν μετά από συμβουλή των δικηγόρων τους Μ.Κ.5 και Μ.Κ.6. Μάλιστα ο Μ.Κ.2 όταν έφευγαν από τον αστυνομικό σταθμό, είχε αναφέρει ότι δεν είχαν παράπονο. Σημειώνουμε ότι ενώ ο Μ.Κ.2 στην κύρια εξέταση μίλησε με σαφήνεια ότι στην οδό Ανεξαρτησίας, όταν τους σταμάτησε η Αστυνομία, ο εφεσείων του έδωσε 4 χαστούκια και με το γόνατο του κτύπησε στα γεννητικά όργανα, κατά την αντεξέταση είπε τα εξής:

[*20]«Ε. Μας είπες ότι έγινε μια σύγκρουση με τους αστυνομικούς μέσα στην Ανεξαρτησίας την ημέρα εκείνη. Εκεί στη σύγκρουση που έγινε με τους αστυνομικούς κτυπήθηκες καθόλου εσύ αν θυμάσαι, πες μου.

Α. Δεν μπορώ να απαντήσω, δεν θυμούμαι να πω κάτι που δεν θυμούμαι.»

Σίγουρα η πιο πάνω απάντηση δεν υποστηρίζει τον ισχυρισμό ότι ο εφεσείων του έδωσε 4 χαστούκια και τον κτύπησε στα γεννητικά όργανα με το γόνατο του.

Βέβαια ο Μ.Κ.2 ανέτρεψε τα πιο πάνω όταν επιτράπηκε στην Κατηγορούσα Αρχή, στο στάδιο της επανεξέτασης να προβεί σε νέα λεπτομερή εξέτασή του που όπως ήδη αναφέραμε είχε πάρει τη μορφή αντεξέτασης αλλά χάνεται εν τέλει η εμπιστοσύνη στο μάρτυρα.

Σημειώνουμε εδώ ότι όπως προέκυψε από μαρτυρία που έγινε δεκτή πρωτοδίκως, για το ίδιο επεισόδιο οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 αντιμετώπισαν την ποινική υπόθεση αρ. 11856/03 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού όπου κατηγορήθηκαν ότι επιτέθηκαν στους αστυνομικούς (του εφεσείοντα και Σάββα Τρύφωνος Μ.Υ.1) και τους προκάλεσαν πραγματική σωματική βλάβη κατά παράβαση του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, όταν οι τελευταίοι τους ανέκοψαν στην οδό Ανεξαρτησίας για έλεγχο τροχαίας. Οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 δεν παραδέχθηκαν ενοχή και μετά από ακροαματική διαδικασία κρίθηκαν ένοχοι στις 22/8/05. Ήταν δηλαδή το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Μ.Κ.1 σε δύο περιπτώσεις (κατηγορίες 6 και 10) επιτέθηκε και προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη στον αστυφύλακα 5259, δηλαδή τον εφεσείοντα στην παρούσα. Του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6 μηνών και 2 μηνών αντίστοιχα αλλά με αναστολή. Η ίδια ποινή επιβλήθηκε για παρόμοιες κατηγορίες (την 1η και 5η) στον Μ.Κ.2 Μιχάλη Θεοδούλου. Έπρεπε λοιπόν η μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 να εξεταστεί και υπό το φως του γεγονότος αυτού αφού τώρα οι ισχυρισμοί τους ότι δεν προκάλεσαν οποιαδήποτε τραύματα στον εφεσείοντα, δεν πρέπει να ευσταθούν. Ήταν μάρτυρες που είχαν κάποιο συμφέρον στην όλη έκβαση της υπόθεσης και έπρεπε η μαρτυρία τους να εξεταστεί με περισσότερη προσοχή.  (βλ. Moussoulides v. Republic (1983) 2 C.L.R. 336 και Papachrysostomou v. Police (1988) 2 C.L.R. 50). Τα γεγονότα που ήσαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ήσαν τέτοια που δεν [*21]απέκλειαν την πιθανότητα να προκλήθηκαν τα τραύματα του Μ.Κ.1 κατά την προσπάθεια του εφεσείοντα να αμυνθεί στο επεισόδιο που είχε δημιουργηθεί μέσα στα πλαίσια εκτέλεσης των καθηκόντων του. Ο ισχυρισμός του ότι είχε ανασύρει ρόπαλο με το οποίο δημιουργήθηκε το τραύμα στο φρύδι του Μ.Κ.1 και όχι φανάρι, όπως ισχυριζόταν ο τελευταίος, δεν νομίζουμε να ήταν κάτι που είναι υπέρ του εφεσείοντα με την έννοια ότι το ρόπαλο είναι πιο αποτελεσματικό «όπλο» παρά το φανάρι. Επομένως διερωτώμαστε γιατί να αποκλεισθεί η πιθανότητα να έλεγε την αλήθεια ότι είναι ρόπαλο που ανέσυρε και όχι φανάρι.

Δε διέφυγε της προσοχής μας ότι η μαρτυρία πολλών μαρτύρων της Κατηγορούσας Αρχής έγινε αποδεκτή και δεν αμφισβητείται αυτό το εύρημα. Όμως η μαρτυρία τους, αυτό που αποδεικνύει είναι ότι ο Μ.Κ.1 αλλά και ο εφεσείων, είχαν τα τραύματα που έχουμε ήδη αναφέρει, αλλά όχι το πώς αυτά προκλήθηκαν. Αναφερόμαστε στους Μ.Κ.3 και 9 φωτογράφους, Μ.Κ.4 και 11 Δρ. Ευθυμίου και Δρ. Ελένη Θωμά αντίστοιχα, Μ.Κ.5 και 6 δικηγόρους Μάκη και Χάρη Αναστασίου και Μ.Κ.8 πατέρα του Μ.Κ.1. Η όλη υπόθεση της εφεσίβλητης βασιζόταν ουσιαστικά στους Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 η μαρτυρία των οποίων έπασχε για τους λόγους που αναφέραμε. Καταλήγουμε λοιπόν ότι δεν ήταν ασφαλές για το πρωτόδικο δικαστήριο να δεχθεί ως αξιόπιστη τη μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2, με αποτέλεσμα και τα ευρήματα που στηρίχθηκαν στη δική τους εκδοχή, να μην έχουν ασφαλές έρεισμα.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η καταδίκη και ποινή του εφεσείοντα παραμερίζονται.

H έφεση επιτρέπεται.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο