Φραντζίδης Ανδρέας ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 158

(2008) 2 ΑΑΔ 158

[*158]26 Φεβρουαρίου, 2008

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΡΑΝΤΖΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 210/2007)

 

Ποινή ― Διάρρηξη και κλοπή (19 κατηγορίες) ― Εφεσείων ηλικίας 26 ετών, επιδίδετο συστηματικά στη διάπραξη διαρρήξεων και κλοπών κυρίως από κατοικίες, ακόμα και αμέσως μετά την αποφυλάκισή του για παρόμοια αδικήματα ― Ομολογία ― Δύσκολες προσωπικές περιστάσεις ― Τέσσερις προηγούμενες καταδίκες ― Λήφθηκαν υπόψη 11 υποθέσεις, εννέα από τις οποίες παρόμοιας φύσης ― Επιβολή ποινής φυλάκισης τεσσάρων ετών σε κάθε κατηγορία ― Δεν κρίθηκε έκδηλα υπερβολική.

Η παρούσα έφεση αφορά το ύψος της ποινής φυλάκισης τεσσάρων ετών που επέβαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο στον εφεσείοντα σε κάθε μια από 19 κατηγορίες διαρρήξεων κατοικίας, στις πλείστες των περιπτώσεων κατά τη διάρκεια της νύκτας, και κλοπών.

Η συνήγορος του εφεσείοντος εισηγήθηκε πως η ποινή θα έπρεπε να ήταν πολύ μικρότερης διάρκειας, αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ο εφεσείων δεν είχε εκπροσωπηθεί από δικηγόρο, δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία τόσο στο γεγονός ότι είχε ομολογήσει ενοχή όσο και στις ιδιαίτερες προσωπικές του περιστάσεις. Αναφέρθηκε συναφώς στην έκθεση Κοινωνικής Έρευνας σύμφωνα με την οποία ο εφεσείων αντιμετώπισε προβλήματα εξαιτίας του θανάτου της μητέρας του όταν ήταν ακόμα έντεκα ετών και δεν είχε τη στήριξη που θα αναμενόταν από τον πατέρα του, με αποτέλεσμα, όταν αποφυλακίστηκε, μετά από προηγούμενη καταδίκη, να μην έχει επιλογή αφού αντιμετώπιζε ακόμα και πρόβλημα στέγασης.

[*159]Αποφασίστηκε ότι:

1.  Τα αδικήματα της φύσεως που συστηματικά διέπραττε ο εφεσείων, που αφορούσαν περιουσίες τρίτων, και ταυτόχρονα έπλητταν απευθείας το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών, ήταν πράγματι σοβαρά. Για τον λόγο αυτό οι προσωπικές του περιστάσεις διαδραματίζουν ρόλο ήσσονος σημασίας κατά την επιμέτρηση της ποινής.

2.  Η επιβληθείσα ποινή ήταν η ενδεδειγμένη.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Παναγίδη v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104,

Παναγιώτου (Αντάρτης) v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138,

Μιχαήλ v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 487,

Αργυρού v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 57,

Κλεοβούλου v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ 485,

Xiaojin κ.ά. v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παναγιώτου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 18031/07), ημερομηνίας 17/8/07.

Τ. Άνιφτου, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Παπαμιλτιάδους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Για μεγάλο αριθμό διαρρήξεων κατοικίας, στις πλείστες των περιπτώσεων κατά τη διάρκεια της νύκτας, με συνακόλουθες κλοπές, προσάφθηκαν κατά του εφεσείοντα δεκαεννέα κατηγορίες. Παραδέχθηκε ενοχή και το Δικαστήριο, [*160]κατά την επιμέτρηση της ποινής, έλαβε υπόψη και άλλες έντεκα υποθέσεις, εννέα από τις οποίες παρόμοιας φύσης. Το Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών σε κάθε κατηγορία και η έφεση αφορά στο ύψος αυτής της ποινής.

Η ευπαίδευτη συνήγορος για τον εφεσείοντα, αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράχθηκαν, δέχτηκε πως, κάτω από το σύνολο των περιστάσεων, η ποινή της φυλάκισης ήταν αναπόφευκτη. Η εισήγησή της ήταν πως θα έπρεπε να ήταν πολύ μικρότερης διάρκειας αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ο εφεσείων δεν είχε εκπροσωπηθεί από δικηγόρο, δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία στο γεγονός ότι είχε ομολογήσει ενοχή και στις ιδιαίτερες προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα. Αναφέρθηκε συναφώς στην έκθεση Κοινωνικής Έρευνας σύμφωνα με την οποία ο εφεσείων αντιμετώπισε προβλήματα εξαιτίας του θανάτου της μητέρας του όταν ήταν ακόμα έντεκα ετών και δεν είχε τη στήριξη που θα αναμενόταν από τον πατέρα του, με αποτέλεσμα, όταν αποφυλακίστηκε, μετά από προηγούμενη καταδίκη, να μην έχει επιλογή αφού βρήκε τον εαυτό του ακόμα και να αντιμετωπίζει πρόβλημα στέγασης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασφαλώς είχε υπόψη του πως ο εφεσείων είχε ομολογήσει ενοχή πράγμα που διέτρεχε ολόκληρη τη διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας λήφθηκαν υπόψη, με τη συγκατάθεση του εφεσείοντα, και αριθμός άλλων υποθέσεων. Περαιτέρω, ρητά το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στις προσωπικές του περιστάσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στα όσα και ενώπιόν του ανέφερε ο εφεσείων, ηλικίας τότε 26 ετών, αναφορικά με τη μη στήριξή του από τον πατέρα του μετά την αποφυλάκισή του.

Ο εφεσείων βαρυνόταν με τέσσερις προηγούμενες καταδίκες για παρόμοιας φύσης αδικήματα. Οι δύο τελευταίες σε σχέση με αδικήματα που είχαν διαπραχθεί πριν από την τρίτη καταδίκη του και που προφανώς δεν λήφθηκαν τότε μαζί με άλλες υπόψη. Στις 26.9.2001, αφού λήφθηκε υπόψη και αριθμός άλλων υποθέσεων, του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων. Προκύπτει πως με την αποφυλάκισή του διέπραξε τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε στη συνέχεια, στις 17.2.2004, επίσης σε τρία χρόνια φυλάκιση. Για να ακολουθήσει, και πάλιν, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, η μεγάλη σειρά των αδικημάτων που διέπραξε και που αποτέλεσαν το αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας. Είναι ορθή, συνεπώς, η επισήμανση από το πρωτόδικο Δικαστήριο πως ο εφεσείων δεν εδικαιούτο στην επιείκεια στην οποία, υπό άλλες [*161]συνθήκες, θα εδικαιούτο και πως η ποινή θα έπρεπε να κατοπτρίζει την εξ αντικειμένου σοβαρότητα των αδικημάτων αλλά και την κατά σύστημα διάπραξή τους από τον εφεσείοντα.

Η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσίβλητη υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση με αναφορά στη νομολογία μας σε σχέση με υποθέσεις αυτής της φύσης. (Βλ. Παναγίδη ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104, Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 487, Αργυρού ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 57, Βαρνάβας Ευγένιου Κλεοβούλου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 485 και Xiaojin κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104). Και, πράγματι, δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι βρισκόμαστε μπροστά σε περίπτωση όπου η ποινή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως έκδηλα υπερβολική ώστε να δικαιολογείται παρέμβασή μας. Ασφαλώς, οι προσωπικές περιστάσεις διαδραματίζουν ρόλο αλλά, από την άλλη, τα αδικήματα ήταν σοβαρά. Η διάπραξή τους στρεφόμενη κατά της περιουσίας τρίτων ταυτόχρονα έπληττε απευθείας το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών, όλως ιδιαιτέρως μάλιστα στις περιπτώσεις των νυχτερινών διαρρήξεων κατοικίας.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο