Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού ν. Κώστα Σωφρονίου (2008) 2 ΑΑΔ 803

(2008) 2 ΑΑΔ 803

[*803]9 Δεκεμβρίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΚΩΣΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,

Eφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Aρ. 256/2007)

 

Ποινική Δικονομία ― Κατηγορητήριο ― Ελαττωματικότητα κατηγορητηρίου ― Υποβολή ενστάσεων ― Άρθρο 66 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 ― Εφαρμοστέες αρχές.

Ποινική Δικονομία ― Κατηγορητήριο ― Λεπτομέρειες αδικημάτων ― Απουσία ιδιότητας με την οποία κατηγορείται ο κατηγορούμενος ― Τρόπος θεραπείας.

Κέντρα αναψυχής ― Λειτουργία κέντρου κατά παράβαση των οδηγιών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, για μέτρα ασφάλειας πυρός, κατά παράβαση των περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμών του 1986, Kαν. 11 (9) και 32 ― Κατά πόσο εστοιχειοθετείτο το αδίκημα.

Ο εφεσίβλητος αθωώθηκε και απαλλάχθηκε σε κατηγορίες για «λειτουργία κέντρου κατά παράβαση των οδηγιών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για μέτρα ασφάλειας πυρός, κατά παράβαση των περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμών του 1986, Kαν. 11 (9) και 32». Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την ακρόαση της υπόθεσης, αποδέχθηκε την εισήγηση του συνηγόρου του εφεσίβλητου ότι οι Κανονισμοί στους οποίους βασίστηκαν οι κατηγορίες δεν δημιουργούν αδικήματα και παραμέρισε το κατηγορητήριο. Ο συνήγορος του εφεσίβλητου υπέδειξε περαιτέρω ότι στις λεπτομέρειες των αδικημάτων δεν προσδιοριζόταν η ιδιότητα υπό την οποία εδιώκετο ο πελάτης του.

Ο εφεσείων, ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, καταχώρησε έφεση μετά από άδεια του Γενικού Εισαγγελέα.

[*804]Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η ένσταση του εφεσείοντος σε σχέση με το στάδιο κατά το οποίο υποβλήθηκε το αίτημα για παραμερισμό του κατηγορητηρίου στη βάση του ότι οι Κανονισμοί στους οποίους βασίστηκαν οι κατηγορίες δεν δημιουργούν αδικήματα, δεν ευσταθεί. Οι πρόνοιες του Άρθρου 66 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, προβλέπουν ότι οποιεσδήποτε ενστάσεις ενδεχομένως υποβληθούν για «τυπικό μειονέκτημα» (formal defect) θα πρέπει να υποβάλλονται προτού ο εφεσίβλητος – κατηγορούμενος απαντήσει στις κατηγορίες. Στην παρούσα περίπτωση είναι σαφές ότι το μειονέκτημα είναι ουσιαστικό και επηρεάζει την εγκυρότητα του κατηγορητηρίου, οπόταν ο κατηγορούμενος είναι ελεύθερος να εγείρει ένσταση στο κατηγορητήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

2.  Σε σχέση με την απουσία αναφοράς στις λεπτομέρειες των αδικημάτων της ιδιότητας υπό την οποία κατηγορείται ο εφεσίβλητος, θα μπορούσαν να είχαν ζητηθεί περαιτέρω λεπτομέρειες.

3.  Ο Κανονισμός 11 (9) της Κ.Δ.Π. 265/86 απλώς ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εξασφαλίζεται η προστασία κατά του πυρός και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, με βάση τις πρόνοιες του Κανονισμού 32 δημιουργείται ποινικό αδίκημα για παραβίαση οποιωνδήποτε οδηγιών έχουν δοθεί με βάση τον Κανονισμό 11 (9).

     Όπως παρατήρησε και το πρωτόδικο Δικαστήριο «ποινικές συνέπειες του Κανονισμού 32 της Κ.Δ.Π. 265/86 δύνανται να επισύρουν μόνο παραβάσεις διατάξεων αυτής της ίδιας της κανονιστικής διοικητικής πράξης».

4. Οι κατηγορίες ήταν ανυπόστατες, αφού οι σχετικοί Κανονισμοί δεν δημιουργούσαν οποιοδήποτε αδίκημα και κατά συνέπεια ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο παραμέρισε το κατηγορητήριο.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Έφεση εναντίον Aθωωτικής Aπόφασης.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λυκούργου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 29005/06), ημερομηνίας 30/11/07.

[*805]Π. Λιβέρας, για τον Eφεσείοντα.

Κ. Μαυραντώνης, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Ο εφεσίβλητος, κατηγορούμενος 1, στην πρωτόδικη διαδικασία, αντιμετώπιζε τέσσερεις κατηγορίες για «λειτουργία κέντρου κατά παράβαση των οδηγιών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για μέτρα ασφάλειας πυρός, κατά παράβαση των περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμών του 1986, Kαν. 11(9) και 32».

Ο κατηγορούμενος δεν παραδέχθηκε τις κατηγορίες και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 20.11.07, κατά την οποία ο ευπαίδευτος συνήγορός του υπέβαλε εισήγηση για παραμερισμό του κατηγορητηρίου, προβάλλοντας ότι οι Κανονισμοί στους οποίους βασίστηκαν οι κατηγορίες δεν δημιουργούν αδικήματα.  Περαιτέρω, υποδείχθηκε ότι στις λεπτομέρειες των αδικημάτων δεν προσδιορίζεται η ιδιότητα υπό την οποία ο εφεσίβλητος εδιώκετο.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι το αίτημα υποβλήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση και θα έπρεπε να απορριφθεί, προσθέτοντας πως τέτοιο αίτημα θα έπρεπε, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 66 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, να είχε υποβληθεί προτού ο εφεσίβλητος-κατηγορούμενος απαντήσει στις κατηγορίες. Υποστήριξε, τέλος, πως οι Κανονισμοί 11(9) και 32 της Κ.Δ.Π. 265/86 ήταν επαρκείς για τη θεμελίωση των επίδικων αδικημάτων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε τις θέσεις του δικηγόρου υπεράσπισης και έκρινε ότι, πράγματι, οι πιο πάνω Κανονισμοί δεν αποκάλυπταν οποιοδήποτε αδίκημα για την παραβίαση των οδηγιών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Με βάση αυτή την κατάληξη, το κατηγορητήριο παραμερίστηκε και ο εφεσίβλητος-κατηγορούμενος 1 αθωώθηκε και απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες.

Μετά από άδεια του Γενικού Εισαγγελέα, καταχωρήθηκε η έφεση αυτή από τον εφεσείοντα, τον Κυπριακό Οργανισμό Του[*806]ρισμού. Οι δικηγόροι καταχώρησαν γραπτά διαγράμματα, στα οποία εξέθεσαν τις θέσεις τους και περιορίστηκαν σε αυτά.

Όσον αφορά τη θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσίβλητου, ότι στις λεπτομέρειες των αδικημάτων δεν αναφέρεται με ποια ιδιότητα κατηγορείται ο εφεσίβλητος, παρατηρούμε πως αυτό δεν μπορεί να ευσταθήσει, αφού θα μπορούσε να είχαν ζητηθεί περαιτέρω λεπτομέρειες επί του θέματος.

Αναφορικά με το στάδιο, στο οποίο έγινε η ένσταση για το κατηγορητήριο, παραθέτουμε τις πρόνοιες του Άρθρου 66, στο οποίο βασίστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα.  Τούτο προνοεί τα ακόλουθα:

«Οποιαδήποτε ένσταση στο κατηγορητήριο ή σε κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο για οποιοδήποτε εκ πρώτης όψεως τυπικό μειονέκτημα αυτού προβάλλεται αμέσως μετά την ανάγνωση στον κατηγορούμενο του κατηγορητηρίου ή του κατηγορητηρίου που καταχωρίστηκε στο Κακουργιοδικείο και προτού αυτός απαντήσει σε αυτό αλλά όχι αργότερα.»

Είναι προφανές, κατά την άποψη μας, ότι το άρθρο αυτό αφορά, όπως στο ίδιο αναφέρεται, «τυπικό μειονέκτημα» (formal defect). Όπως υποδεικνύει ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου με αναφορά στο σύγγραμμα Loizou & Pikis «Criminal Procedure in Cyprus», το μειονέκτημα πρέπει να είναι τυπικό. Εάν αυτό είναι ουσιαστικό και επηρεάζει την εγκυρότητα του κατηγορητηρίου, ο κατηγορούμενος είναι ελεύθερος να εγείρει ένσταση στο κατηγορητήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Στην παρούσα περίπτωση είναι σαφές ότι το μειονέκτημα είναι ουσιαστικό.

Θα προχωρήσουμε τώρα να εξετάσουμε αν πράγματι οι Κανονισμοί επί των οποίων βασίστηκαν οι κατηγορίες δημιουργούν οποιαδήποτε αδικήματα ή όχι.

Ο Κανονισμός 11(9) της Κ.Δ.Π. 265/86, προνοεί τα ακόλουθα:

«Η κατά του πυρός προστασία δέον να εξασφαλίζεται συμφώνως προς τας εκάστοτε ισχυούσας οδηγίας της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας».

[*807]Ο Κανονισμός 32 διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

«Πας όστις παραβαίνει οιανδήποτε των διατάξεων των παρόντων Κανονισμών ή παραλείπει να συμμορφωθή προς αυτήν, εκτός εάν άλλως προνοήται εν τοις παρούσι Κανονισμοίς, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις πρόστιμον μη υπερβαίνον τας τριακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.»

Προκύπτει σαφώς από τα πιο πάνω, ότι ο Κανονισμός 11(9) απλώς ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εξασφαλίζεται η προστασία κατά του πυρός και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, με βάση τις πρόνοιες του Κανονισμού 32 δημιουργείται ποινικό αδίκημα για παράβαση οποιωνδήποτε οδηγιών έχουν δοθεί με βάση τον Κανονισμό 11(9).

Όπως παρατήρησε και το πρωτόδικο Δικαστήριο «ποινικές συνέπειες του Κανονισμού 32 της Κ.Δ.Π. 265/86 δύνανται να επισύρουν μόνον παραβάσεις διατάξεων αυτής της ίδιας της κανονιστικής διοικητικής πράξης.»

Όπως επισημάναμε πιο πάνω, ο Κανονισμός 11(9) δεν συνιστά τέτοια διάταξη, αφού είναι απλώς ρυθμιστικός του τρόπου που θα πρέπει να εξασφαλίζεται η κατά του πυρός προστασία. 

Έτσι, προκύπτει σαφώς ότι οι κατηγορίες ήταν ανυπόστατες, αφού οι σχετικοί Κανονισμοί δεν δημιουργούσαν οποιοδήποτε αδίκημα και κατά συνέπεια ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο παραμέρισε το κατηγορητήριο.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο