Deveci Husein ν. Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 80

(2009) 2 ΑΑΔ 80

[*80]12 Φεβρουαρίου, 2009

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

HUSEIN DEVECI,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 149/2008)

 

Ποινή ― Υποβοήθηση διέλευσης προσώπων, υπηκόων τρίτης χώρας από το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας ― Είσοδος στην Κυπριακή Δημοκρατία χωρίς άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης ― Εφεσείων, ηλικίας 20 ετών διέπραξε τα αδικήματα κατά τη διάρκεια της νύκτας στην περιοχή της Άχνας ― Λευκό ποινικό μητρώο, άμεση παραδοχή και συνεργασία με τις διωκτικές αρχές ― Οικογενειακές και προσωπικές περιστάσεις ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης δύο ετών και δύο μηνών αντίστοιχα ― Οι ποινές χαρακτηρίστηκαν μεν αυστηρές, αλλά δεν κρίθηκαν έκδηλα υπερβολικές, και επικυρώθηκαν κατ’ έφεση.

Ποινή ― Αποτρεπτική ποινή ― Ενδείκνυται η επιβολή αποτρεπτικής ποινής στη διάπραξη αδικημάτων κατά παράβαση του Άρθρου 19A του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ.105, όπως τροποποιήθηκε, ειδικά από το Νόμο 8(I)/2007.

Ο εφεσείων, ο οποίος υποστήριζε πως είναι Τουρκοκύπριος και όχι Τούρκος υπήκοος, είχε εισέλθει στη Δημοκρατία διά θαλάσσης, και αποβιβάστηκε, χωρίς την άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης. Είχε επίσης αναλάβει να περάσει υπήκοο τρίτης χώρας, από τις κατεχόμενες περιοχές στις ελεύθερες περιοχές, προκειμένου αυτός να εισέλθει στο έδαφος της Δημοκρατίας, για να εισπράξει αμοιβή $1.000.

Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος μετά από δική του παραδοχή, σε κατηγορία για υποβοήθηση διέλευσης προσώπων, υπηκόων τρίτης χώρας από το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε κατηγορία για [*81]είσοδο στην Κυπριακή Δημοκρατία χωρίς άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ.105, όπως αυτός τροποποιήθηκε ειδικά από το Νόμο 8(I)/2007. Το πρωτόδικο Δικαστήριο του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης δύο ετών και δύο μηνών αντίστοιχα.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την επιβληθείσα ποινή ως έκδηλα υπερβολική.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα του αδικήματος, τη συχνότητα διάπραξής του σε συνδυασμό με τους κινδύνους που προκύπτουν για την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ευημερία του τόπου, τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος, ιδιαίτερα το νεαρό της ηλικίας του, και ορθά κατέληξε στην επιβολή αποτρεπτικής ποινής.

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε ορθά, τόσο σε σχέση με τη σοβαρότητα του αδικήματος με αναφορά στην ποινή των οκτώ ετών που πρόσφατα προέβλεψε ο νομοθέτης για το αδίκημα της πρώτης κατηγορίας όσο και στη συχνότητα που παρατηρείται στη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων και τις επιπτώσεις από αυτά.

3.  Η ποινή ήταν μεν αυστηρή αλλά δεν ήταν έκδηλα υπερβολική σε βαθμό που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου για μείωσή της.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Aμμοχώστου (Γεωργίου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 4054/08), ημερομηνίας 1/8/08.

O Eφεσείων παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Ε. Φλωρέντζου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

[*82]ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κωνσταντινίδης, Δ..

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Το κατηγορητήριο περιλάμβανε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη για υποβοήθηση διέλευσης προσώπων, υπηκόων τρίτης χώρας, από το έδαφος της Δημοκρατίας, κατά παράβαση σχετικών άρθρων του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, όπως αυτός τροποποιήθηκε ειδικά από το Νόμο 8(Ι)/2007. Η δεύτερη για απόπειρα παροχής βοήθειας σε υπηκόους τρίτης χώρας να διαμείνουν στο έδαφος της Δημοκρατίας, επίσης κατά παράβαση σχετικών άρθρων του ίδιου Νόμου. Η τρίτη για είσοδο στη Δημοκρατία της Κύπρου, χωρίς άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης, κατά παράβαση σχετικού άρθρου του ίδιου Νόμου.

Πρωτοδίκως εγκρίθηκε αίτημα του εφεσείοντα για νομική αρωγή και τον εκπροσώπησε δικηγόρος της επιλογής του. Παραδέχτηκε ενοχή στις κατηγορίες 1 και 3 και η κατηγορούσα αρχή απέσυρε τη δεύτερη κατηγορία στην οποία και απαλλάχθηκε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης δύο ετών στην πρώτη κατηγορία και δύο μηνών στην τρίτη κατηγορία. Η έφεση αφορά στην ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα στην πρώτη κατηγορία.

Κατά την ακρόαση της υπόθεσης ενώπιόν μας, παρέστη ο δικηγόρος κ. Σιερίφογλου, ο οποίος, όμως, διευκρίνισε πως δεν θα εκπροσωπήσει τον εφεσείοντα γιατί δεν είναι εγγεγραμμένος δικηγόρος στο Μητρώο. Στην ειδοποίηση έφεσης, που έχει συνταχθεί στην Τουρκική γλώσσα, αλλά έχει μεταφραστεί στην Ελληνική, καταγράφονται οι λόγοι για τους οποίους ο εφεσείων εισηγείται παρέμβασή μας. Ενώπιόν μας δήλωσε πως αναγνωρίζει το λάθος στο οποίο υπέπεσε και πως ορθά καταδικάστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Όπως μας πληροφόρησε, προωθεί την έφεση στη βάση της εισήγησης που περιλαμβάνεται και στην ειδοποίηση έφεσης, ότι η ποινή που του επιβλήθηκε είναι υπερβολική. Κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα αναφερόμασταν στους υπόλοιπους λόγους έφεσης, αλλά, εν προκειμένω, εφόσον ο εφεσείων προωθεί την υπόθεσή του αυτοπροσώπως, μπορούμε να σημειώσουμε, σε σχέση με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης, τα πιο κάτω, σε συντομία:

Ο πρώτος αφορά στην κατά τόπο αρμοδιότητα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ενώ η έφεση αφορά στην ποινή που του επιβλήθηκε αφού είχε παραδεχθεί ενοχή. Εν πάση περιπτώσει, από [*83]τα γεγονότα, όπως αυτά τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν μπορεί να τίθεται τέτοιο ζήτημα. Με τον τρίτο λόγο έφεσης διατυπώνεται παράπονο γιατί δεν είχε ετοιμαστεί έκθεση κοινωνικής έρευνας. Παρατηρούμε ότι, κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας, ο ίδιος ο δικηγόρος του δήλωσε πως δεν χρειαζόταν να ετοιμαστεί, κάτω από τα περιστατικά της περίπτωσης, τέτοια έκθεση. Με τον τέταρτο λόγο έφεσης υποστηρίχθηκε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο επηρεάστηκε από την τουρκική καταγωγή του εφεσείοντα και σημειώνουμε, εν προκειμένω, την προσπάθεια του εφεσείοντα ενώπιόν μας να δείξει πως δεν είναι τούρκος υπήκοος, αλλά Τουρκοκύπριος. Πρωτοδίκως, ο ίδιος ο δικηγόρος του εφεσείοντα δήλωσε στο Δικαστήριο πως ήταν Τούρκος που συνήθιζε να επισκέπτεται τα κατεχόμενα. Εν πάση περιπτώσει, δεν προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση πως προσδόθηκε σημασία στο θέμα. Με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο έφεσης υποβάλλεται το παράπονο πως διεκπεραιώθηκε με ταχύτητα η υπόθεση και, επομένως, δεν του είχε δοθεί εύλογη ευκαιρία να ετοιμαστεί. Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δηλώθηκε, ρητά από το δικηγόρο του, πως ήταν έτοιμος για την υπόθεση την ημέρα που εκείνη ορίστηκε και ακούστηκε.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε τα αδικήματα, ιδιαιτέρως εκείνα της πρώτης κατηγορίας, ως σοβαρά. Για το αδίκημα της πρώτης κατηγορίας το Άρθρο 19Α του Κεφ. 105, όπως αυτό εισάχθηκε με το Νόμο 8(Ι)/2007, προβλέπει ποινή φυλάκισης μέχρι οκτώ έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €34.172 ή και τις δύο ποινές. Αυτή η πρόσφατη πρόβλεψη της μέγιστης ποινής από το νομοθέτη θεωρήθηκε, ως ενδεικτική, αφ’ εαυτής, της σοβαρότητας του αδικήματος. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο τόνισε την ανησυχητική συχνότητα με την οποία διαπράττονται αδικήματα αυτής της φύσης, με αναφορά σε υποθέσεις που τίθενται ενώπιον του σχεδόν καθημερινώς. Αυτή η σοβαρότητα του αδικήματος και η συχνότητα με την οποία αυτό διαπράττεται, σε συνδυασμό με τους κινδύνους που προκύπτουν για την πολιτιστική, την κοινωνική και την οικονομική ευημερία του τόπου, θεώρησε πως έπρεπε να βρει αντανάκλαση στην ποινή και, ενώ έλαβε υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, ειδικά την ηλικία του εφεσείοντα, ο οποίος ήταν 20 ετών, την άμεση παραδοχή του, το λευκό του μητρώο, τη συνεργασία του με τις διωκτικές αρχές και τις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις, έκρινε πως ήταν αρμόζουσα η ποινή που αναφέρθηκε. Αυτά, βέβαια, αφού έλαβε υπόψη και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαπράχθηκαν τα αδικήματα. Αυτές συνοψίζονται ως εξής: Υπήρχε πλη[*84]ροφορία πως θα εισέρχονταν στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας παράνομοι μετανάστες και οι διωκτικές αρχές έθεσαν την περιοχή Άχνας κάτω από παρακολούθηση. Λίγο μετά τα μεσάνυκτα της 23.7.2008 θεάθηκαν να εξέρχονται από την κατεχόμενη Άχνα πέντε πρόσωπα, τα οποία τράπηκαν σε φυγή μόλις αντιλήφθηκαν τους άντρες των διωκτικών αρχών. Καταδιώχθηκαν και ακινητοποιήθηκαν ο εφεσείων και, ταυτόχρονα, ο Jamaliden Bazar. Ο εφεσείων, όπως ο ίδιος ανέφερε σε γραπτή του κατάθεση αργότερα, είχε εισέλθει στη Δημοκρατία, διά θαλάσσης, και αποβιβάστηκε, χωρίς την άδεια του Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης. Στην ίδια κατάθεση ο εφεσείων παραδέχτηκε πως, πράγματι, είχε αναλάβει να περάσει τον Jamaliden Bazar, υπήκοο τρίτης χώρας, από τις κατεχόμενες περιοχές στις ελεύθερες περιοχές, προκειμένου αυτός να εισέλθει στο έδαφος της Δημοκρατίας, για να εισπράξει αμοιβή $1.000.

Ενώπιόν μας ο εφεσείων, που περιγράφεται ως φοιτητής, επανέλαβε την απολογία και τη μεταμέλειά του για τα αδικήματα που διέπραξε, με την εισήγηση, όπως προαναφέραμε, να επέμβει το Ανώτατο Δικαστήριο για να μειώσει την ποινή των δύο ετών.

Η ευπαίδευτη εκπρόσωπος της εφεσίβλητης υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση, ακριβώς τονίζοντας την ιδιαίτερη σοβαρότητα του αδικήματος και τη συχνότητα με την οποία διαπράττονται αδικήματα αυτής της φύσης. Δεν είχε εντοπίσει άλλες παρόμοιας φύσης υποθέσεις, αλλά μας παρέπεμψε σε αριθμό περιπτώσεων στις οποίες, για το ελαφρύτερο αδίκημα της παράνομης εισόδου, επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης μεγαλύτερες των δύο μηνών που επιβλήθηκαν στην παρούσα υπόθεση για την τρίτη κατηγορία.

Το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει κατ’ αρχάς, εφόσον διαπιστώσει πως το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε σφάλμα αρχής. Δεν διαπιστώνουμε τέτοιο σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά καθοδηγήθηκε, τόσο σε σχέση με τη σοβαρότητα του αδικήματος με αναφορά στην ποινή των οκτώ ετών που πρόσφατα προέβλεψε ο νομοθέτης, όσο και στη συχνότητα που παρατηρείται στη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων και τις επιπτώσεις από αυτά. Συμφωνούμε πως, σε περιπτώσεις αυτής της φύσης, επιβάλλεται να έχει η ποινή το στοιχείο της αποτροπής. Συνυπολογίζουμε τη μεγάλη δυσκολία εξιχνίασης όπως και η παρούσα περίπτωση, στην οποία μετά από πληροφορία, χρειάστηκε να αναληφθεί επιχείρηση ανακοπής. [*85]Μετά, το Δικαστήριο μπορεί να επέμβει εφόσον διαπιστώσει πως, ανεξάρτητα από την μη ύπαρξη σφάλματος αρχής, η ποινή είναι εκδήλως υπερβολική. Έχουμε και εμείς εξετάσει το σύνολο των δεδομένων, περιλαμβανομένων των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντα. Η ποινή ήταν, βέβαια, αυστηρή, αλλά δεν είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε πως ήταν εκδήλως υπερβολική για την περίπτωση διάπραξης τέτοιας φύσης αδικήματος, προφανώς, μετά από οργάνωση και έναντι χρηματικής αμοιβής.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο