Kotlyarenko Dmitry ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 269

(2009) 2 ΑΑΔ 269

[*269]15 Απριλίου, 2009

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

DMITRY KOTLYARENKO,

Εφεσείων,

v.

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου.

(Ποινική Έφεση Αρ. 66/2009)

 

Φυγόδικοι ― Διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου ― Φύση διαδικασίας ― Συνιστά “πολιτική διαδικασία”, συνυφασμένη με την πολιτική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, οι αποφάσεις στο πλαίσιο της άσκησης της οποίας υπόκεινται σε έφεση βάσει του Άρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60).

Φυγόδικοι ― Διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου ― Χρόνος έναρξης διαδικασίας έκδοσης ― Αρχίζει από την έκδοση του προσωρινού εντάλματος σύλληψης.

Φυγόδικοι ― Σύλληψη φυγοδίκου για σκοπούς έκδοσης ― Δικαστική προστασία ― Παρέχεται από το Άρθρο 11.7 του Συντάγματος ― Προσωρινή σύλληψη ― Άρθρο 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων, που κυρώθηκε με βάση το Άρθρο 169 του Νόμου 95/70.

Ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας εξέδωσε προσωρινό ένταλμα σύλληψης με βάση το οποίο συνελήφθη ο αλλοδαπός Dmitry Kotlyarenko κάτοχος Αμερικανικού διαβατηρίου, στις 30.3.2009. Την ίδια μέρα υποβλήθηκε αίτηση για έκδοσή του στη Ρωσία, δυνάμει του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν.97/70), στο εξής «ο Νόμος», για να δικαστεί για αδικήματα απάτης που διέπραξε στη Ρωσία, μεταξύ 2005 – 2008. Η συνήγορος για τη Δημοκρατία εξασφάλισε διάταγμα κράτησης του εφεσείοντος μέχρι τις 27.4.2009, ημέρα κατά την οποία το Δικαστήριο ανέβαλε την αίτηση, ώστε να προσκομιστούν τα αναγκαία έγγραφα και να κατατεθεί η εξουσιοδότηση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. Ο [*270]εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση του Δικαστηρίου να διατάξει την κράτησή του μέχρι τις 27.4.2009, με την παρούσα ποινική έφεση.

Η δικηγόρος η οποία εκπροσώπησε το Γενικό Εισαγγελέα υποστήριξε, ότι οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει του Νόμου θεωρείται πολιτική και όχι ποινική, και ως εκ τούτου η παρούσα έφεση πρέπει να απορριφθεί.

Αντίθετα, ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε την επιλογή του μέτρου της ποινικής έφεσης, αφού η παρούσα έφεση δεν στρέφεται κατά της διαδικασίας έκδοσης, η οποία, κατά την άποψή του δεν έχει ακόμη ξεκινήσει.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου για έκδοση φυγοδίκου, έχει ήδη αρχίσει από της εκδόσεως του προσωρινού εντάλματος σύλληψης.

2.  Τα ίδια τα πρακτικά του πρωτόδικου Δικαστηρίου επιβεβαιώνουν ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο ανέλαβε δικαιοδοσία εντός των πλαισίων του Νόμου. Η πλευρά του εφεσείοντος δεν είχε διαφορετική άποψη σε κανένα στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας. Γι’ αυτό και το πρωτόδικο δικαστήριο, ενεργώντας μέσα στα πλαίσια του Νόμου, ανέβαλε τη διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου για τις 27.4.2009, ώστε να δοθεί χρόνος να προσκομιστούν όλα τα αναγκαία έγγραφα.

3. Η διαδικασία στο πλαίσιο του Νόμου δεν συνιστά ποινική διαδικασία στα πλαίσια του Άρθρου 148 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155.

4.  Είναι φανερό από τις πρόνοιες του Νόμου, ότι δεν μπορεί το θέμα της προσωρινής σύλληψης και κράτησης, να διαχωριστεί από την υπόλοιπη διαδικασία για έκδοση φυγοδίκου.

5.  Όλα τα δικαιώματα προσώπου το οποίο συλλαμβάνεται δυνάμει του Νόμου διασφαλίζονται πλήρως τόσο από τον ίδιο το Νόμο, όσο και από τη σχετική Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων του 1970. Στην Κύπρο, τα δικαιώματα αυτά διασφαλίζονται πλήρως, με τις υφιστάμενες διαδικασίες.

6.  Ο εφεσείων μπορούσε να προσβάλει την πρωτόδικη απόφαση, με το ορθό ένδικο μέσο, στα πλαίσια της πολιτικής δικαιοδοσίας [*271]στην οποία η αποκρυσταλλωμένη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου εντάσσει θέματα φυγοδίκων.

7.  Ο Νόμος παρέχει σε πρόσωπο που θέλει να αμφισβητήσει την κράτησή του, επαρκή ένδικα μέσα τα οποία συνάδουν απόλυτα τόσο με το Σύνταγμα όσο και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κυπριακή Δημοκρατία v. Kolesnikov (2008) 1 A.A.Δ. 594,

Zamin (1983) 2 C.L.R. 188,

Αστυνομία v. Feras a.o. (1990) 2 Α.Α.Δ. 14,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 361,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 136,

Martinenko (2002) 1(B) Α.Α.Δ. 1191,

Nasrulloyev v. Russia, Case No. 656/06 ημερομηνίας 11.1.08.

Έφεση εναντίον Διατάγματος Kράτησης.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Φιλίππου, E.Δ.), (Aίτηση Aρ. 1/09), ημερομηνίας 30/3/09.

Κ. Βελάρης με Ε. Κονναρή και Στ. Λεμής με Β. Αδαμίδου για Ν. Χρ. Αναστασιάδη, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Λοϊζίδου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛAΪΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων, είναι κάτοχος Αμερικανικού διαβατηρίου, με το όνομα Dmitry Kotlyarenko. Στις 24.3.2009, η [*272]Ιντερπόλ Μόσχας, με μήνυμα της, πληροφόρησε τις αρχές της Δημοκρατίας, ότι ο Dmitry Kotlyarenko, καταζητείται από τις Ρωσικές αρχές για υποθέσεις απάτης που διέπραξε στη Ρωσία, μεταξύ 2005-2008.  Το πιο πάνω όνομα,  τοποθετήθηκε από τότε στον κατάλογο καταζητουμένων προσώπων.

Ο Εφεσείων στις 29.3.2009, αφίχθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας με πτήση από το Παρίσι. Μετά από έλεγχο των στοιχείων του, διαπιστώθηκε ότι το όνομα του ήταν καταχωρημένο στον κατάλογο καταζητούμενων προσώπων. Ως αποτέλεσμα τούτου, οι αρχές εξασφάλισαν από τον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, προσωρινό ένταλμα σύλληψης, με βάση το οποίο ο Εφεσείων, στις 30.3.2009, συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας.

Αυθημερόν, παρουσιάστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, όπου υποβλήθηκε αίτηση για έκδοση του Εφεσείοντος στη Ρωσία, δυνάμει του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν. 97/70), στο εξής «ο Νόμος»). Στη διαδικασία που ακολούθησε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία, ζήτησε από το δικαστήριο όπως, μέχρι να αποσταλούν τα έγγραφα από τη Ρωσία, ενδείκνυται η κράτηση του Εφεσείοντος λόγω: (α) της σοβαρότητας του αδικήματος και της προβλεπόμενης 15χρονης ποινής φυλάκισης και (β) τυχόν απόλυση του υπό όρους, εγκυμονεί κινδύνους να μην παρουσιαστεί στο δικαστήριο κατά τη δικάσιμο που θα όριζε το δικαστήριο, με αποτέλεσμα η Κυπριακή Δημοκρατία να μείνει εκτεθειμένη, αφού δεν θα μπορεί να εκτελέσει τις διεθνείς τις υποχρεώσεις. Από την άλλη, η συνήγορος του Εφεσείοντος, ζήτησε από το πρωτόδικο δικαστήριο την απόλυση του πελάτη της υπό όρους, εν αναμονή των εγγράφων από τη Ρωσία.

Το πρωτόδικο δικαστήριο ανέβαλε την αίτηση για ακρόαση, στις 27.4.2009, ώστε να προσκομιστούν τα αναγκαία έγγραφα και να κατατεθεί και η εξουσιοδότηση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. Ενόψει της σοβαρότητας των αδικημάτων, για τα οποία υποβλήθηκε το αίτημα για έκδοση του Εφεσείοντος, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο διαφυγής του, το δικαστήριο διέταξε την κράτηση του, μέχρι την επόμενη δικάσιμο.

Ο Εφεσείων επέλεξε τη διαδικασία της ποινικής έφεσης, για να προσβάλει την απόφαση του δικαστηρίου να διατάξει την κράτηση του μέχρι τις 27.4.2009. Πρόκειται για την παρούσα έφεση.

[*273]Κατά την έναρξη της διαδικασίας ενώπιον μας, τέθηκε θέμα κατά πόσο η διαδικασία της ποινικής έφεσης είναι το ενδεδειγμένο ένδικο μέσο για αμφισβήτηση απόφασης δικαστηρίου στα πλαίσια διαδικασίας, δυνάμει του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου.

Η δικηγόρος για τον Εφεσίβλητο, Γενικό Εισαγγελέα, εισηγήθηκε ότι σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει του πιο πάνω Νόμου, θεωρείται πολιτικής φύσης και όχι ποινικής και ως εκ τούτου η παρούσα έφεση, ως ποινική, θα πρέπει να απορριφθεί. Κατά την άποψή της, δεν μπορεί να διαχωριστεί η διαδικασία κράτησης από την υπόλοιπη διαδικασία για την έκδοση ενός φυγοδίκου.

Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα, προσπάθησε να πείσει ότι η επιλογή του μέτρου της ποινικής έφεσης ήταν ορθή, αφού η παρούσα έφεση δεν στρέφεται κατά της διαδικασίας έκδοσης, η οποία κατά την άποψη του δεν έχει ακόμα ξεκινήσει. Στρέφεται, είπε, κατά του διατάγματος κράτησης και του τρόπου που το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια. Οι δύο διαδικασίες, είπε, είναι εντελώς διαφορετικές η μία από την άλλη.

Το θέμα που εγείρεται, το οποίο άπτεται της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δεν είναι καινούργιο. Κατά καιρούς εγείρεται ενώπιον του Δικαστηρίου, με διάφορες μορφές. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το ερώτημα που τίθεται είναι αν ο έλεγχος απόφασης πρωτόδικου δικαστηρίου, σε διαδικασία δυνάμει του Νόμου για έκδοση φυγοδίκων, γίνεται με πολιτική έφεση ή με προνομιακό ένταλμα. Στο σύντομο χρόνο που είχαμε στη διάθεση μας, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε υπόθεση στην οποία να έγινε εισήγηση ότι η αναθεώρηση πρωτόδικης απόφασης σε διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου, μπορεί να γίνει με το ένδικο μέσο της ποινικής έφεσης. Όλες οι υποθέσεις που εξετάσαμε, πλην δύο, στις οποίες θα αναφερθούμε πιο κάτω, αφορούσαν πολιτική διαδικασία, στην οποία η πρωτόδικη απόφαση αμφισβητήθηκε από τον φυγόδικο με αίτημα για έκδοση προνομιακού εντάλματος και στη συνέχεια με πολιτική έφεση. Εντοπίσαμε μόνο μία υπόθεση, στην οποία το δίλημμα ήταν μεταξύ πολιτικής έφεσης και προνομιακού εντάλματος. Όμως η αμφισβήτηση της ορθότητας της απόφασης δεν προήλθε από τον φυγόδικο αλλά από τη Δημοκρατία, γεγονός που την διαφοροποιεί από τις υπόλοιπες. (Βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Kolesnikov (2008) 1 A.A.Δ. 594).

[*274]Η εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου του Εφεσείοντος ότι η διαδικασία της ποινικής έφεσης είναι το ορθό μέτρο, είναι κατά την άποψή μας, αβάσιμη.  Στην ουσία, επιδιώκει την ανατροπή της μέχρι σήμερα αποκρυσταλλωμένης νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος. Στην υπόθεση Zamin (1983) 2 C.L.R. 188, στα πλαίσια διαδικασίας έκδοσης φυγοδίκου, υποβλήθηκε νομικό ερώτημα στο Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 148 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Το Ανώτατο Δικαστήριο αρνήθηκε να αναλάβει δικαιοδοσία, δυνάμει του Άρθρου 148, τονίζοντας ότι η διαδικασία στα πλαίσια νόμου περί έκδοσης φυγοδίκων, δεν συνιστά ποινική διαδικασία στα πλαίσια του Άρθρου 148, του Κεφ. 155. Παρόμοια ήταν η θέση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Αστυνομία ν. Feras and Others (1990) 2 A.A.Δ. 14, στην οποία υιοθετήθηκε ο δικαστικός λόγος της Zamin. Επιβεβαίωση των αποφασισθέντων στις πιο πάνω δύο υποθέσεις, έγινε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 361, στην οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε αίτηση για έκδοση φυγοδίκου. Ο Γενικός Εισαγγελέας, καταχώρησε αίτηση για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari και Mandamus, η οποία όμως απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ο Γενικός Εισαγγελέας, καταχώρησε πολιτική έφεση, με την οποία αμφισβήτησε την απόρριψη του αιτήματος του για έκδοση προνομιακού εντάλματος. Στα πλαίσια της έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η διαδικασία για έκδοση φυγοδίκου δεν συνιστά ποινική διαδικασία, αλλά εντάσσεται στα πλαίσια της πολιτικής διαδικασίας. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση, το οποίο ομιλεί από μόνο του:-

«Ο όρος “πολιτική διαδικασία”, στο πλαίσιο του Ν.14/60, περιλαμβάνει κάθε διαδικασία άλλη από ποινική. Ο όρος “ποινική διαδικασία” περιλαμβάνει κάθε διαδικασία ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου, η οποία έχει ως αντικείμενο την τιμωρία ατόμου για αδίκημα που προκύπτει από παράβαση νόμου. Ανάλογος είναι ουσιαστικά ο προσδιορισμός της πολιτικής και ποινικής διαδικασίας που προβλέπεται αντίστοιχα στους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς και τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155. Προκύπτει από τον ορισμό των αντίστοιχων όρων στο Ν.14/60 ότι κάθε διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου άλλη από ποινική συνιστά εξ ορισμού πολιτική διαδικασία. Η διάκριση η οποία γίνεται μεταξύ ποινικής και πολιτικής διαδικασίας και η διαίρεση των διαδικασιών των πρωτοδικών δικαστηρίων σε ποινικές και πολιτικές αντανακλά την πατροπαράδοτη διάκριση του Αγγλικού δικαίου μεταξύ ποινικής και πολιτικής διαδικασίας [*275]και των δικαιοδοσιών των πρωτόδικων δικαστηρίων, αστικών και ποινικών, στις οποίες ανάγονται. Η διαίρεση του συνόλου της δικαιοδοσίας των πρωτοδίκων δικαστηρίων της Αγγλίας σε αστική και ποινική τονίστηκε στη Re Norways Applications (Nos 1 and 2) [1989] 1 All E.R. 745, (H.L.). Η διαίρεση αυτή αντανακλάται και στις αντίστοιχες διαδικασίες, ποινική και πολιτική.

……………………………………………………………………

Η διαδικασία για την έκδοση φυγοδίκου δε σκοπεί στην τιμωρία του φυγοδίκου, προβλέπεται από το νόμο και συνιστά ένα από τους τρόπους έγερσης “αγωγής”. Συνεπώς, συνιστά πολιτική διαδικασία συνυφασμένη με την πολιτική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου οι αποφάσεις στο πλαίσιο της άσκησης της οποίας υπόκεινται σε έφεση βάσει του Άρθρου 25(1) του Ν. 14/60

Δεν μπορούμε να δεχθούμε την εισήγηση του κ. Βελάρη ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει ξεκινήσει η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου και ότι το μόνο θέμα που εξετάστηκε ήταν η σύλληψη και κράτηση του Εφεσείοντος. Τα ίδια τα πρακτικά του πρωτόδικου δικαστηρίου, επιβεβαιώνουν ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο ανέλαβε δικαιοδοσία στα πλαίσια του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970. Σε κανένα στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας, η πλευρά του Εφεσείοντος είχε διαφορετική άποψη. Γι’ αυτό και το πρωτόδικο δικαστήριο, ενεργώντας μέσα στα πλαίσια του Νόμου, ανέβαλε τη διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου για τις 27.4.2009, ώστε να δοθεί χρόνος να προσκομιστούν όλα τα αναγκαία έγγραφα.

Η διαδικασία που ακολουθήθηκε, ήταν σύμφωνη με το Νόμο 97/70. Επειδή δεν είχε ακόμη εκδοθεί η εξουσιοδότηση του Υπουργού, το προσωρινό ένταλμα σύλληψης εκδόθηκε δυνάμει του Άρθρου 8(1)(β) του Νόμου, δηλαδή από Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου, αντί από Επαρχιακό Δικαστή, δυνάμει του Άρθρου 8(1)(α). Με την έκδοση του προσωρινού εντάλματος σύλληψης, ξεκίνησε και η διαδικασία για την έκδοση του φυγοδίκου. Η διαδικασία που ακολουθείται σε τέτοιες περιπτώσεις, γίνεται δυνάμει του Άρθρου 9 του Νόμου, το οποίο καθορίζει τις εξουσίες του Δικαστηρίου ενώπιον του οποίου θα προσαχθεί ο συλληφθείς για να αποφασίσει για την κράτηση του ή όχι. Το συγκεκριμένο άρθρο, προβλέπει, τόσο για την περίπτωση μη προσκόμισης σε εκείνο το στάδιο της εξουσιοδότησης, όσο και για την αντίθετη περίπτωση.  [*276]Όμως, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου για έκδοση του φυγοδίκου, έχει ήδη αρχίσει από της εκδόσεως του προσωρινού εντάλματος σύλληψης.

Είναι φανερό από τις πρόνοιες του Νόμου, ότι δεν μπορεί το θέμα της προσωρινής σύλληψης και κράτησης, να διαχωριστεί από την υπόλοιπη διαδικασία για έκδοση φυγοδίκου.

Δεν διαφωνούμε με τον κ. Βελάρη ότι σε περιπτώσεις που εξετάζεται θέμα κράτησης ενός υπόπτου, πρώτιστο έργο του Δικαστηρίου είναι η διασφάλιση του ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας του ατόμου που απορρέει από το Άρθρο 11 του Συντάγματος και το Άρθρο 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όμως, όλα τα δικαιώματα ενός προσώπου, το οποίο συλλαμβάνεται δυνάμει του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου, διασφαλίζονται πλήρως τόσο από τον ίδιο το Νόμο, όσο και από τη σχετική Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων του 1970.  Στην Κύπρο, τα δικαιώματα αυτά διασφαλίζονται πλήρως, με τις υφιστάμενες διαδικασίες.

Ο Εφεσείων, όπως υποδείξαμε, μπορούσε να προσβάλει την πρωτόδικη απόφαση, με το ορθό ένδικο μέσο, στα πλαίσια της πολιτικής δικαιοδοσίας στην οποία η νομολογία εντάσσει θέματα φυγοδίκων. Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 136, ο Στυλιανίδης, Δ., όπως ήταν τότε, απορρίπτοντας παρόμοια εισήγηση, ανέφερε τα εξής:-

«“Οι διατάξεις των παραγράφων 11.6 και 5(3) και κατά συνέπεια και το Άρθρο 24 δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση συλλήψεως ή κρατήσεως προσώπου για το σκοπό έκδοσης του.

Στην Αίτηση Αρ. 7317/75 William Posnett Lynas v. Switzerland D & R 6 141, στη σελ. 167 η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είπε:-

“It is obvious from the wording of this provision that it does not refer to detention pending extradition. In fact Article (1) (c) deals with deprivation of liberty with a view to bringing arrested persons before the competent court. This provision combined with Article 5(3) thus refers to detention on remand and not detention pending extradition, the purpose of which is to facilitate an extradition after receiving a request from a foreign state. Moreover, detention pending extradition is dealt with in a specific provision namely Article 5(1)(f).

[*277]The Commission thus draws the conclusion that Article 5(3) does not apply to detention pending extradition.

It remains to consider whether any other provision of the Convention authorises the Commission to consider the length of detention pending extradition.

In this connection it may be noticed that Article 5(1)(f) clearly permits the Commission to decide on the lawfulness (“lawful detention/detention reguliere”) of a person against whom action is being taken with a view to extradition (une procedure d’ extradition est en cours). The wording of both the French and English texts makes it clear that only the existence of extradition proceedings justifies deprivation of  liberty in such a case. It follows that if for example the proceedings are not conducted with the requisite diligence or if the detention results from some misuse of authority it ceases to be justifiable under Article 5(1)(f). Within these limits the Commission might therefore have cause to consider the length of time spent in detention pending extradition from the point of view of the above cited provision. The Commission therefore considers that the complaint raised in the instant case cannot be rejected as incompatible with the provisions of the Convention within the meaning of Article 27(2).”

(Bλ., επίσης Eur. Court H.R. De Wilde, Ooms and Versyp Cases (“Vagrancy” Cases) Series A (1971) σελ. 39).

Η παράγραφος 6 του Άρθρου 11 του Συντάγματος και η παράγραφος 3 του Άρθρου 5 της ΕΣΔΑ έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις προσώπων που συλλαμβάνονται για τους λόγους που προβλέπονται στο Άρθρο 5(1)(c) της ΕΣΔΑ και στο Άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος, το οποίο έχει:-

“(γ) συλλήψεως ή κρατήσεως ατόμου ενεργουμένης προς τον σκοπόν προσαγωγής αυτού ενώπιον της αρμοδίας κατά νόμον αρχής επί τη ευλόγω υπονοία ότι διέπραξεν αδίκημα ή οσάκις η σύλληψις ή κράτησις θεωρηθή ευλόγως αναγκαία προς παρεμπόδισιν διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά την διάπραξιν αυτού,”

Δικαστική προστασία σε συλλαμβανόμενο ή κρατούμενο πρόσωπο για σκοπό έκδοσης παρέχει η παράγραφος 7 του Άρθρου 11 του Συντάγματος.

Δεν είναι χωρίς ουσιαστική σημασία το γεγονός ότι το Άρθρο 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Έκδοσης Φυγοδίκων που έγινε [*278]στο Παρίσι στις 13 Δεκεμβρίου, 1957, και κυρώθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με βάση το Άρθρο 169, (βλ. Νόμο Αρ. 95/70), προνοεί για την προσωρινή σύλληψη.

Η παράγραφος 4 του Άρθρου 16 αναφέρεται στην απελευθέρωση από την προσωρινή σύλληψη.

Δύο χρονικές προθεσμίες προνοούνται. Μια δυνητική 18 ημερών με την εκπνοή της οποίας ο κρατούμενος είναι δυνατό να απελευθερωθεί, εάν δεν ληφθούν τα δικαιολογητικά στοιχεία από την αιτούσα χώρα που προβλέπονται στο Άρθρο 12, και μια υποχρεωτική προθεσμία 40 ημερών με την εκπνοή της οποίας αφήνεται ελεύθερος. Η παράγραφος αυτή προβλέπει ότι ο καταζητούμενος μπορεί να αφεθεί προσωρινά ελεύθερος και πριν την εκπνοή των πιο πάνω προθεσμιών. Όμως, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για παρεμπόδιση της διαφυγής του.”»

Παρόμοιο ζήτημα εξετάστηκε στην υπόθεση Martinenko (2002) 1(B) A.A.Δ. 1191 στην οποία ο Κρονίδης, Δ. υιοθέτησε τα λεχθέντα στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1), πιο πάνω.

Τα όσα αναφέρθηκαν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Nasrulloyev v. Russia, Case. No. 656/06, ημερομηνίας 11.1.08, σχετικά με την αβεβαιότητα του δικονομικού πλαισίου για αμφισβήτηση πρωτόδικης απόφασης, δεν συμφωνούμε ότι εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση.  Στην προκειμένη περίπτωση, η διαδικασία προσβολής πρωτόδικης απόφασης, είναι σαφής, τόσο από τον ίδιο το Νόμο, όσο και από τη νομολογία. Κατά την άποψή μας, ο περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμος παρέχει σε πρόσωπο που θέλει να αμφισβητήσει την κράτησή του, επαρκή ένδικα μέσα τα οποία συνάδουν απόλυτα τόσο με το Σύνταγμα όσο και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.  Κατά την άποψή μας, δεν υπάρχει νομική αβεβαιότητα ως προς τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί.

Με βάση όλα τα πιο πάνω, το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της ποινικής έφεσης.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο