(2009) 2 ΑΑΔ 446
[*446]10 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΝΙΟΒΗ ΠΑΡΟΥΤΗ,
Εφεσείουσα,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 215/2007)
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας σε υπόθεση απόπειρας φόνου (Άρθρο 214 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154) και τέλεσης πράξεων που σκοπεύουν την πρόκληση αναπηρίας ή βαριάς σωματικής βλάβης (Άρθρο 228 (α) του ιδίου Κώδικα) ― Δεν τεκμηριώθηκε λόγος επέμβασης του Εφετείου.
Ποινικός Κώδικας ― Απόπειρα φόνου ― Άρθρο 214 (α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Πρόθεση ― Ειδική πρόθεση (specific intent) ― Ανάγκη να αποδειχθεί η πρόθεση διάπραξης του πλήρους (complete) αδικήματος ― Ύπαρξη αμφιβολίας στο μυαλό του Κακουργιοδικείου ως προς το ποια ήταν η πραγματική πρόθεση της εφεσείουσας κατά τον ουσιώδη χρόνο ― Προσμέτρησε επιεικώς υπέρ της εφεσείουσας.
Ποινικός Κώδικας ― Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ― Άρθρο 228(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Απόδειξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας της πρόθεσης της εφεσείουσας να διαπράξει το εν λόγω αδίκημα.
Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Απόπειρα φόνου ― Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ― Η διαπίστωση συγκεκριμένης πρόθεσης διάπραξης του ενός εκ των δύο αδικημάτων έπρεπε να είχε οδηγήσει στην απαλλαγή και αθώωση της κατηγορούμενης στην κατηγορία που αφορούσε το άλλο αδίκημα.
Απόδειξη ― Περιστατική μαρτυρία ― Απόπειρα φόνου ― Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ― Καταδίκη στηριζόμενη σε περιστατική [*447]μαρτυρία.
Κακουργιοδικείο ― Παράταση θητείας Κακουργιοδικείου ― Κατά πόσο επηρέασε τη νομιμότητα συγκρότησής του και/ή τις εξουσίες του για συνέχιση και συμπλήρωση της ακρόασης υπόθεσης.
Τη νύκτα της 21ης Νοεμβρίου 2006 η Λίνα Κουρίδου μεταφέρθηκε στις Α´ Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου, φέροντας τραύματα στο σώμα, στο πρόσωπο και στην κεφαλή. Στην πλάτη της ήταν καρφωμένο βέλος ψαροντούφεκου. Σε ερωτήσεις των γιατρών να μάθουν τι ακριβώς είχε συμβεί η Λίνα είπε ότι της επιτέθηκε φίλη της και περιέγραψε ακροθιγώς τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε πληγεί με το βέλος του ψαροντούφεκου καθώς και για το πώς τραυματίστηκε στα άλλα μέρη του σώματός της. Αναφέρθηκε επίσης και σε προσπάθεια της φίλης της να την πνίξει. Για την υπόθεση συνελήφθη το ίδιο βράδυ η εφεσείουσα ως ύποπτη για διάπραξη αδικημάτων σε βάρος της Λίνας Κουρίδου.
Τα γεγονότα της υπόθεσης διαδραματίστηκαν στο μικρό δωμάτιο του μπάνιου της οικίας της εφεσείουσας στην Πάφο όταν η εφεσείουσα και η Λίνα ήταν μόνες στο σπίτι.
Η εφεσείουσα πρόβαλε ως υπεράσπιση ότι ο τραυματισμός της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός και μετά από πρόκληση της Λίνας με λόγια και ύβρεις τα οποία την εξόργισαν και έχασε τον αυτοέλεγχό της.
Η Κατηγορούσα Αρχή απέκλεισε το τυχαίο γεγονός ως αιτία τραυματισμού της Λίνας και επειδή η παραπονούμενη δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τι γινόταν αμέσως πριν το περιστατικό ούτε και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες προκλήθηκε ο τραυματισμός της με το βέλος, προσκόμισε περιστατική μαρτυρία για να αποδείξει την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (mens rea). Με περιστατική μαρτυρία προσπάθησε και η υπεράσπιση να αποδείξει ότι ο τραυματισμός της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου συνιστούσε τυχαίο γεγονός και δεν οφειλόταν σε σκόπιμη ενέργεια.
Το Κακουργιοδικείο αξιολόγησε τη μαρτυρία της παραπονούμενης ως αξιόπιστη και υποστηριζόμενη από την πραγματική μαρτυρία. Το Κακουργιοδικείο, αποδέχθηκε την εκδοχή της παραπονουμένης και κατέληξε στα δικά του συμπεράσματα και διαπιστώσεις μεταξύ των οποίων ήσαν και τα ακόλουθα:
Η εφεσείουσα με ηθελημένη ενέργεια προκάλεσε το κάρφωμα του [*448]βέλους στο σώμα της παραπονούμενης.
Η παραπονούμενη ενώ βρισκόταν όρθια μπροστά στο νιπτήρα του μπάνιου για να πλύνει το πρόσωπό της, δέχθηκε το κτύπημα με το βέλος στην αριστερή της πλευρά με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στο 12ο θωρακικό σπόνδυλο.
Αμέσως μετά το πλήγμα της με το βέλος η παραπονούμενη αντίκρυσε μπροστά της την εφεσείουσα να στέκεται κάτω από τον παραστατό της πόρτας του μπάνιου. Ένοιωσε να μουδιάζουν τα πόδια της και πέφτοντας προς τα κάτω δέχθηκε κτύπημα στο κεφάλι με τη χειρολαβή του ψαροντούφεκου που κρατούσε η εφεσείουσα.
Από το κτύπημα με το ψαροντούφεκο στην κεφαλή της παραπονούμενης προκλήθηκε ο τραυματισμός της στο τριχωτό της βρεγματικής χώρας. Η παραπονούμενη έπεσε στη γωνιά κάτω από το ντουλαπάκι μεταξύ του νιπτήρα και μπάνιου και ενδεχομένως κτύπησε στην κεφαλή.
Μετά τη πτώση της παραπονούμενης στο πάτωμα η εφεσείουσα προσπάθησε να την πνίξει με τα χέρια της. Στη συνέχεια η εφεσείουσα τοποθέτησε μια πετσέτα στο πρόσωπο της παραπονούμενης κρατώντας τις δύο άκριες δεξιά και αριστερά προσπαθώντας να της αποκόψει την αναπνοή λέγοντας «να πεθάνεις». Η παραπονούμενη προσπάθησε να απομακρύνει τα χέρια της εφεσείουσας από το λαιμό και το πρόσωπό της οπότε η τελευταία τη κτύπησε στο πρόσωπο προκαλώντας της τραύμα στο μάτι και άλλο με δάγκωμα στο χέρι.
Η εφεσείουσα καταδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο για απόπειρα φόνου στη βάση στοιχείων τα οποία, κατά την κρίση του, οδηγούσαν στο μόνο λογικό συμπέρασμα της ύπαρξης συγκεκριμένης πρόθεσης θανάτωσης του θύματος.
Το Κακουργιοδικείο αφού εξέτασε κατά πόσο με τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του μπορούσε να αποδειχθεί η κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα βρήκε ένοχη την εφεσείουσα και σ’ αυτή την κατηγορία. Διαπιστώθηκε ότι, «Η πρόθεση πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης εμπεριέχεται στην ήδη διαπιστωθείσα πρόθεση θανάτωσης της παραπονουμένης. Η ενέργεια του καρφώματος εξ επαφής του βέλους στην πλάτη της παραπονούμενης δεν ήταν τυχαία. Η πράξη ήταν ηθελημένη όπως και το αποτέλεσμα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης επιδιωκόμενο ως μέσο προώθησης του απώτερου σκοπού της θανάτωσης της παραπονουμένης.»
[*449]Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση του Κακουργιοδικείου. Μεταξύ των λόγων έφεσης, ήσαν και οι ακόλουθοι:
1. Το Κακουργιοδικείο όταν εξέδιδε την εκκαλούμενη απόφαση είχε απεκδυθεί της εξουσίας του εφόσον η θητεία του είχε λήξει και η δημοσίευση της θητείας του στην Επίσημη Εφημερίδα έγινε μεταγενέστερα.
2. Το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα διαπίστωσε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η εφεσείουσα είχε ταυτόχρονα δύο ειδικές προθέσεις ήτοι, την ειδική πρόθεση η οποία αποτελεί συστατικό του αδικήματος της απόπειρας φόνου κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα και την ειδική πρόθεση, συστατικό του αδικήματος του τραυματισμού με πρόθεση κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα.
3. Δεν αποδείχθηκε η αντικειμενική υπόσταση (actus reus) του εγκλήματος ούτε και η υποκειμενική υπόσταση (mens rea) του εγκλήματος.
4. Λανθασμένα το Κακουργιοδικείο μετέθεσε στους ώμους της εφεσείουσας το βάρος αποδείξεως.
5. Το Κακουργιοδικείο δεν αξιολόγησε σωστά τη μαρτυρία και η απόφασή του στερείται αιτιολογίας.
6. Το κατηγορητήριο έπασχε από πολλαπλότητα.
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την απόφαση του Κακουργιοδικείου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η δημοσίευση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την παράταση της θητείας του Κακουργιοδικείου στην Επίσημη Εφημερίδα συνιστά επουσιώδη τύπο. Η ουσία του πράγματος έγκειται στο χρόνο λήψης της εν λόγω απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο ως η αρμόδια αρχή. Προκύπτει ότι η εν λόγω απόφαση λήφθηκε έγκαιρα δηλαδή, πριν από τη λήξη της θητείας του Κακουργιοδικείου και συνεπώς δεν υπήρξε κενό εξουσίας του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την εκδίκαση κλπ. της υπόθεσης.
2. Το Κακουργιοδικείο, με βάση το μαρτυρικό υλικό που είχε ενώπιόν του έπρεπε να είχε προσδιορίσει ποια ήταν η συγκεκριμένη πρόθεση της εφεσείουσας κατά τον κρίσιμο χρόνο. [*450]Αν διαπιστωνόταν συγκεκριμένη πρόθεση διάπραξης του ενός αδικήματος έπρεπε να είχε ακολουθήσει η χωρίς άλλο απαλλαγή και αθώωση της εφεσείουσας στην κατηγορία που αφορούσε το άλλο αδίκημα εφόσον η απόδειξη ειδικής πρόθεσης διάπραξης του ενός, αποκλείει την ταυτόχρονη ύπαρξη ειδικής πρόθεσης για τη διάπραξη του άλλου.
3. Η υποβόσκουσα αμφιβολία του Κακουργιοδικείου, η οποία προκύπτει από την απόφασή του για την ποινή, ως προς το κατά πόσο υπήρχε ή όχι ειδική πρόθεση θανάτωσης του θύματος είναι δίκαιο να προσμετρήσει επιεικώς υπέρ της εφεσείουσας παραμερίζοντας την καταδίκη και την ποινή στην κατηγορία της απόπειρας φόνου. Ωστόσο, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η πρόθεση της εφεσείουσας ήταν να προκαλέσει στη Λίνα βαριά σωματική βλάβη στην έννοια του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα. Σαφώς δεν επρόκειτο για μια γενική πρόθεση πρόκλησης βλάβης. Η δράση και η όλη συμπεριφορά της εφεσείουσας όπως αναδύονται από την πλοκή των γεγονότων που συνθέτουν το περιστατικό, αποκαλύπτουν πέρα από κάθε λογική αμφιβολία ότι η εφεσείουσα ηθελημένα επιδίωξε να προκαλέσει στο θύμα βαριά σωματική βλάβη ενεργώντας προς τούτο με συγκεκριμένη πρόθεση επιφέροντας στο θύμα κτυπήματα που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση των σοβαρών βλαβών και κακώσεων που οι γιατροί εντόπισαν στο σώμα της Λίνας αμέσως μετά το περιστατικό.
4. Η μαρτυρία εξετάστηκε στο σύνολό της και ορθά διαπιστώθηκε πως δεν είχε κανένα έρεισμα η θέση της υπεράσπισης περί τυχαίου γεγονότος.
5. Η Κατηγορούσα Αρχή είχε το βάρος να αποδείξει ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα πράγμα που πέτυχε με τη δύναμη της μαρτυρίας που προσκόμισε.
6. Δεν τεκμηριώθηκε οποιοσδήποτε λόγος για επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των ευρημάτων τόσο αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων όσο και με τα γεγονότα της υπόθεσης.
7. Το κατηγορητήριο ήταν σαφές. Καθιστούσε ευθύς εξ αρχής γνωστή την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής, χωρίς κίνδυνο παραπλάνησης ή αδικίας της εφεσείουσας.
Η πρωτόδικη απόφαση, κατά την έκταση που αφορά στην καταδίκη της εφεσείουσας στην κατηγορία της απόπειρας φόνου, παραμερίζεται και η εφεσείουσα απαλλάσσεται και αθωώνεται στην εν [*451]λόγω κατηγορία. Ακυρώνεται συνακόλουθα και η ποινή φυλάκισης που το Κακουργιοδικείο επέβαλε στην εφεσείουσα σ’ αυτή την κατηγορία. Κατά τα λοιπά η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση επιτράπηκε μερικώς ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Αθηνής v. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41,
Barbera, Messegue and Jabardo v. Spain [1989] 11 EHRR 360,
Pefkos a.o. v. The Republic (1961) C.L.R. 340,
Ονουφρίου v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 560,
Μενελάου v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 407,
Andreou v. The Republic (1977) 2 C.L.R. 81.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης και Ποινής.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Kακουργιοδικείου Πάφου (Mιχαηλίδου, Π.E.Δ., Mαλαχτός, A.E.Δ., Λιμνατίτου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 14852/06), ημερομηνίας 28/9/07.
Ν. Παναγιώτου, για την Εφεσείουσα.
Σ. Μάτσας, Eισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Το βράδυ της 21.11.2006 η Λίνα Κουρίδου μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στις Α΄ Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου τραυματισμένη στο σώμα, στο πρόσωπο και στην κεφαλή. Στην πλάτη της ήταν καρφωμένο βέλος ψαροντούφεκου. Όταν η ιατρός Βασιλείου (ΜΚ23) ρώτησε τη Λίνα πώς τραυματίστηκε, αυτή απάντησε ότι κτυπήθηκε κατά λάθος από ψαροντούφεκο που περιεργαζόταν με φίλη της που δεν κατονόμασε. Όταν ρωτήθηκε για τα τραύματα στο πρόσωπο, εξήγησε πως όταν κτυπήθηκε από το ψαροντούφεκο, έπεσε κάτω και κτύπησε. Στο μεταξύ, είδαν και άλλοι γιατροί τα τραύματα της Λίνας οι οποίοι [*452]φαίνεται πως δεν πίστεψαν ότι αυτά προκλήθηκαν όπως η Λίνα περιέγραψε στην ιατρό Βασιλείου. Κατόπιν επιμονής τους να μάθουν την αλήθεια, η Λίνα είπε ότι η φίλη της, επιτέθηκε εναντίον της και ακροθιγώς περιέγραψε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε πληγεί με το βέλος του ψαροντούφεκου καθώς και για το πώς τραυματίστηκε στα άλλα μέρη του σώματός της. Αναφέρθηκε επίσης και σε προσπάθεια της φίλης της να την πνίξει.
Η εφεσείουσα συνελήφθη το ίδιο βράδυ ως ύποπτη για διάπραξη αδικημάτων σε βάρος της Λίνας Κουρίδου. Ασκήθηκε εναντίον της ποινική δίωξη και κατόπιν δίκης, βρέθηκε ένοχη στις κατηγορίες απόπειρας φόνου (Άρθρο 214 Π.Κ.), τέλεσης πράξεων που σκοπεύουν την πρόκληση αναπηρίας ή βαριάς σωματικής βλάβης (Άρθρο 228(α) Π.Κ.), πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης (Άρθρο 231 Π.Κ.) και τραυματισμού (Άρθρο 234(α) Π.Κ.). Το Κακουργιοδικείο της επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6, 3, 2 και ενός έτους αντίστοιχα. Με την παρούσα έφεση, η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης και επιδιώκει τον παραμερισμό της.
Τα γεγονότα της υπόθεσης διαδραματίστηκαν στο μικρό δωμάτιο του μπάνιου της οικίας της εφεσείουσας στην οδό Λάμπρου Σιέπη αρ. 20 στην Πάφο όταν η εφεσείουσα και η φίλη της Λίνα Κουρίδου ήταν μόνες στο σπίτι. Η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής είναι ότι ενώ η Λίνα βρισκόταν στο δωμάτιο του μπάνιου με ανοιχτή την πόρτα, όρθια μπροστά στον καθρέφτη του νιπτήρα ασχολούμενη με την αποτρίχωση του προσώπου της, η εφεσείουσα επιτέθηκε εναντίον της, τραυματίζοντάς την με το βέλος ψαροντούφεκου που βρέθηκε καρφωμένο στην πλάτη της. Η Λίνα ένιωσε μούδιασμα στα πόδια και κτύπημα στην κεφαλή. Έπεσε στο πάτωμα και σχεδόν αμέσως η εφεσείουσα έπεσε από πάνω της. Η εφεσείουσα προσπάθησε να την πνίξει και να επιτύχει περαιτέρω εισχώρηση του βέλους στο σώμα της. Ενώ το επεισόδιο βρισκόταν σε εξέλιξη, επενέβησαν οι γονείς της εφεσείουσας και απάλλαξαν τη Λίνα από τα χέρια της κόρης τους.
Η εφεσείουσα πρόβαλε ως υπεράσπιση ότι ο τραυματισμός της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός. Ισχυρίστηκε ότι είχε προκληθεί έντονα από τη Λίνα με λόγια και ύβρεις με αποτέλεσμα να εξοργιστεί και να χάσει τον έλεγχό της. Κτύπησε τη Λίνα στο πρόσωπο με τη γροθιά του αριστερού της χεριού ενώ κρατούσε στο άλλο χέρι το ψαροντούφεκο με το βέλος έξω από τη θαλάμη. Η Λίνα αντιδρώντας, όρμησε κατά πάνω της και ακολούθησε συμπλοκή. [*453]Πέφτοντας η Λίνα στο πάτωμα τραυματίστηκε στο κεφάλι και κατ’ άγνωστο τρόπο, εντελώς τυχαία, το βέλος του ψαροντούφεκου εισήλθε στην πλάτη της.
Η Κατηγορούσα Αρχή προσπάθησε να αποδείξει ότι ο τραυματισμός της παραπονούμενης με το βέλος του ψαροντούφεκου δεν οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός αλλά σε σκόπιμη και ηθελημένη ενέργεια της εφεσείουσας. Επειδή η παραπονούμενη δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τι γινόταν πίσω της αμέσως πριν το περιστατικό ούτε και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες προκλήθηκε ο τραυματισμός της με το βέλος, η Κατηγορούσα Αρχή για να αποδείξει την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (mens rea) προσκόμισε περιστατική μαρτυρία. Με περιστατική μαρτυρία προσπάθησε και η υπεράσπιση να αποδείξει ότι ο τραυματισμός της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου συνιστούσε τυχαίο γεγονός και δεν οφειλόταν σε σκόπιμη ενέργεια.
Σημαντικό μέρος της μαρτυρίας αποτελούν οι καταθέσεις που έδωσε η παραπονούμενη στην Αστυνομία καθώς και η διά ζώσης μαρτυρία της στο δικαστήριο. Σημαντική επίσης είναι και η εικόνα που παρουσίασε η εφεσείουσα σε κατάθεσή της που έδωσε στην Αστυνομία την ημέρα του επεισοδίου. Όταν η εφεσείουσα κλήθηκε από το Κακουργιοδικείο να προβάλει την υπεράσπισή της, επέλεξε, ως είχε δικαίωμα, να προβεί σε ανώμοτη δήλωση. Θεωρούμε χρήσιμη την παράθεση της μαρτυρίας των δυο γυναικών.
Η παραπονούμενη στην πρώτη κατάθεσή της στην Αστυνομία ημερ. 22.11.2006 (τεκμ. 52) αναφέρει,
«………………………………………………………………………………………………….Εγώ άνοιξα τη βρύση και όπως έσκυψα να βάλω νερό στο πρόσωπο μου και ξαφνικά ένοιωσα ένα πράγμα να καρφώνεται μέσα μου πίσω στην πλάτη μου και αμέσως μούδιασαν τα πόδια μου και γέμισαν οι τόποι αίματα. Εγώ δεν εκατάλαβα πώς εβρέθηκα ξαπλωμένη στο πάτωμα. Το κεφάλι μου ήταν προς τα ερμαράκια του νιπτήρα και το βλέμμα μου προς τα πάνω και βλεπα τη Νιόβη που ήταν αγριεμένη με τα μάτια της γουρλωτά. Η Νιόβη έκατσε πάνω μου, ανοίγοντας τα πόδια της, δηλαδή με καβαλίτσεψε και μου είπε κρατώντας σφιχτά τα χέρια με τα χέρια της και με ψυχρό τρόπο μου είπε: «εν να πεθάνεις, εν μπορώ άλλο να σε αντέξω». Εγώ κλαίοντας εφώναζα βοήθεια και αυτή με έσφιγγε παραπάνω. Εγώ την παρακαλούσα να με αφήσει και δεν θα έλεγα τίποτα σε κανένα και αυτή μου είπε «εν να σε σκοτώσω [*454]τζαι μετά εν να αυτοκτονήσω» και αμέσως με τα δυο της τα χέρια με άρπαξε από το λαιμό και με έσφιγγε τόσο δυνατά που δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Εγώ τραβούσα τα χέρια της να τα φύγω με τα δικά μου χέρια και η Νιόβη είπε «Άτε γαμώτο εν φκαίνει η ψυσιή της, πόσην ώρα;» Μετά άρκεψε να μου κτυπά με τα χέρια της το πρόσωπο μου και μετά γονάτισε πάνω στο στήθος μου και με χτυπούσε πάλι στο πρόσωπο. Εγώ πονούσα από παντού και η Νιόβη πήρε μια πετσέτα της οποίας θυμούμαι το χρώμα που ήταν πορτοκαλί και την έβαλε στο πρόσωπο μου και την πίεζε και δεν μπορούσα να αναπνεύσω και χτυπούσα με τα τακούνια των μπότων μου πάνω στους τοίχους. Ξαφνικά άκουσα τη φωνή της μάμας της Νιόβης που φώναζε: «Νιόβη τι κάμνεις; Νιόβη τι κάμνεις;» και η Νιόβη της είπε «άφης με μάμα εν να τη σκοτώσω».»
Κατά τη μεταφορά της παραπονούμενης στο νοσοκομείο Πάφου ο αστυφύλακας Χ. Ιωάννου (ΜΚ26) κατέγραψε αυτά που η Λίνα του είπε σχετικά με το περιστατικό. Πρόκειται για τη γραπτή κατάθεση του εν λόγω αστυφύλακα (τεκμ. 73) το περιεχόμενο της οποίας παρατίθεται:
«Μόλις μπήκε στην πόρτα του αποχωρητηρίου άκουσε θόρυβο προερχόμενο από πίσω της και κάτι να καρφώνεται στην πλάτη της. Έπεσε στο έδαφος και κάπου χτύπησε το κεφάλι της και τότε η Νιόβη ήρθε από πάνω της και άρχισε να σπρώχνει το σίδερο που ήταν καρφωμένο στην πλάτη της προσπαθώντας να το βάλει πιο βαθιά στο σώμα της. Ακολούθως της άρπαξε με τα χέρια της το λαιμό και την έσφιγγε δυνατά για να την πνίξει και μετά ταυτόχρονα της έβαλε μαντιλιά στη μύτη για να σταματήσει την αναπνοή της και της έλεγε «να πεθάνεις, να πεθάνεις». Η Λίνα αντιστάθηκε και ανάπνευσε και η Νιόβη Παρούτη την χτύπησε στο πρόσωπο και την δάγκωσε στο χέρι.»
Η παραπονούμενη στη διά ζώσης μαρτυρία της στο δικαστήριο μεταξύ άλλων ανέφερε και τα ακόλουθα:
«Α. Ήμουν στο νιπτήρα που επλύνισκα τα χέρια μου και άκουσα ένα κρατς και είδα κάτι να καρφώνεται στην πλάτη μου και γύρισα προς τα πίσω και είδα τη Νιόβη και της είπα: «Τι κάμνεις Νιόβη;» Και ένιωσα κάτι και έπεσα και ένιωθα κάτι να μου κτυπά στο κεφάλι, κλάσματα δευτερολέπτου.
Ε. Είδες τι ήταν αυτό το κάτι που σε κτύπησε;
Α. Ένα μαύρο πράγμα, σκιά.
[*455]Ε. Σε ποιο σημείο του κεφαλιού;
Α. Αριστερά εδώ.
(Η μάρτυρας δείχνει επάνω μπροστινό μέρος του κεφαλιού της πάνω από τον κρόταφο στην αριστερή πλευρά του κεφαλιού στο τριχωτό του κεφαλιού).
Ε. Κοιτάξετε το Τεκμήριο 47 τη φωτογραφία 9 και τη φωτογραφία 10. Αυτό που φαίνεται στις φωτογραφίες έχει οποιαδήποτε σχέση με το κτύπημα;
Α. Ναι, με το κτύπημα που μου έκαμε η Νιόβη.
Ε. Προήλθε αυτό που φαίνεται στις φωτογραφίες;
Α. Ναι.
Ε. Μετά το κτύπημα και μετά από αυτό που ένιωσες και αυτό που είπατε στη Νιόβη τι έγινε μετά;
Α. Εγώ ήμουν κάτω προς στιγμή πρέπει να έχασα τις αισθήσεις μου την ώρα που έπεφτα. Μόλις έπεσα είχα επαφή με το περιβάλλον η Νιόβη ήταν κοντά μου έκατσε πάνω μου και άρχισε να μου κτυπά και το πράγμα που ήταν καρφωμένο στην πλάτη μου και προσπαθούσε και το ξανάβαλε πιο βαθιά γονάτισε πάνω μου, έμπιε τα νύχια της δάγκωσε με δαμέ (η μάρτυρας δείχνει παράμεσο δεξιού χεριού, 3η φάλαγγα) γιατί την ώρα που ήταν πάνω μου έβαλε τα χέρια της στο λαιμό και προσπαθούσε να με πνίξει και μου έλεγε: «Ατε γαμωτη μου πόση ώρα να βγει η ψυχή σου», και εγώ προσπαθούσα με το δεξί μου χέρι, γιατί η πλευρά μου η αριστερή παρέλυσε, να φύγω τα χέρια της από το λαιμό, γι’ αυτό με δάγκωσε και στο χέρι.
Ε. Το δεξί;
Α. Ναι, εδώ. (Η μάρτυρας δείχνει στο κάτω μέρος δεξιού πήχη). Μετά επειδή έτρεχε αίμα από το κεφάλι μου εγλιάζαν τα χέρια της Νιόβης που προσπαθούσε να με πνίξει και επήρε την πετσέτα που ήταν στην τουαλέτα και έβαλε την στο πρόσωπο μου, στη μύτη μου και έσφιγγε με και εγώ νόμισα ότι πέθανα. Έβαλε μου την πετσέτα και έσφιγγε με να πεθάνω, σε μια φάση εγκατέλειψα, ένιωθα ότι επεθάνισκα δεν ανάπνεα καθόλου και άκουσα μια φωνή, ήταν η μάμα της και της είπε: «τι κάνεις» και τράβησε την πόρτα και είπε της: «αφήσμε με να τη σκοτώσω» και μετά ήλθε ο πατέρας της Νιόβης και τράβησε την από πάνω μου.»
Η εφεσείουσα στην κατάθεσή της ημερ. 21.11.06 (τεκμ. 37) ανέφερε:
«………………………………………………………………………………………………….Εγώ ενώ η Λίνα ήταν στο [*456]αποχωρητήριο πήρα από δίπλα από το ερμάρι ένα ψαροντούφεκο χρώματος μαύρου το οποίο το αγόρασα γύρω στις £65 πριν περίπου μια εβδομάδα από ένα κατάστημα που βρίσκεται κοντά στο κατάστημα Αυλόγυρος κοντά στο σπίτι μου με σκοπό να το κάνω δώρο στον αδελφό μου το Σίμο τα Χριστούγεννα. Το πήρα και της είπα της Λίνας «έλα να δεις τι έπιασα για τον Σίμο». Κατευθύνθηκα προς το αποχωρητήριο και προσπαθούσα να βάλω το σιδερένιο βέλος εντός του ψαροντούφεκου. Ακούμπησα το πίσω μέρος του ψαροντούφεκου στη λεκάνη μου και με τα δυο μου χέρια προσπαθούσα να βάλω το βέλος στο ψαροντούφεκο κρατώντας ένα πλαστικό με το οποίο οπλίζει το ψαροντούφεκο αφού το βέλος μπροστά είχε δελφινιέρα. Σε κάποια στιγμή κατά την προσπάθεια μου να το οπλίσω μου ξέφυγε και το βέλος κτύπησε τη Λίνα πίσω στην πλάτη. Η Λίνα αμέσως έπεσε στο πάτωμα και άρχισε να τρέμει. Από το σώμα της έτρεχε αίμα. Εγώ αμέσως άρχισα και φώναζα βοήθεια. Με άκουσαν οι γονείς μου και ήρθαν κάτω. Πριν να έρθουν οι γονείς μου εγώ μετακίνησα τη Λίνα έξω από το αποχωρητήριο και την έβαλα να ξαπλώσει. .……………....... Κατά το ατύχημα η Λίνα ήταν γυρισμένη με την πλάτη προς το μέρος μου βλέποντας στον καθρέφτη. Το ψαροντούφεκο τώρα πρέπει να είναι στο σπίτι μου. Με τη Λίνα είμαστε παιδικές φίλες και λυπάμαι για ότι έγινε. Ήταν ατύχημα και σε καμιά περίπτωση δεν το έκαμα σκόπιμα.»
Το Κακουργιοδικείο ασχολήθηκε ενδελεχώς με όλες τις πτυχές της μαρτυρίας. Αξιολόγησε τη μαρτυρία της παραπονουμένης ως αξιόπιστη και υποστηριζόμενη από την πραγματική μαρτυρία. Το Κακουργιοδικείο, αποδεχόμενο την εκδοχή της παραπονουμένης, κατέληξε στα δικά του συμπεράσματα και διαπιστώσεις που συνοπτικά παραθέτουμε.
Η εφεσείουσα με ηθελημένη ενέργεια προκάλεσε το κάρφωμα του βέλους στο σώμα της παραπονούμενης. Ωστόσο, δεν αποδείχθηκε πέρα από κάθε λογική αμφιβολία ότι τούτο έγινε με αεροβολισμό. Η επιβαρυντική αυτή παράμετρος, όπως τη χαρακτήρισε το Κακουργιοδικείο, δεν αποδείχθηκε ικανοποιητικά.
Η προσαγωγή της παραπονούμενης στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας για την αφαίρεση του βέλους, κρίθηκε αναγκαία λόγω της γειτνίασης του τραύματος με το σπόνδυλο και την εν γένει φύση της περιοχής όπου υπάρχουν απολήξεις σπονδύλου και νεύρων.
[*457]Η παραπονούμενη ενώ βρισκόταν όρθια μπροστά στο νιπτήρα του μπάνιου για να πλύνει το πρόσωπό της, δέχθηκε το κτύπημα με το βέλος στην αριστερή της πλευρά. Οι γιατροί Βορκάς και Βασιλείου έδωσαν σαφή περιγραφή του τραύματος ήτοι Θ12, 12ο θωρακικό σπόνδυλο είσοδος δελφινιέρας 3,5 εκ. (τεκμ. 64).
Η παραπονούμενη μόλις δέχθηκε το πλήγμα με το βέλος έκανε μισή στροφή προς τα δεξιά και αντίκρισε μπροστά της την εφεσείουσα να στέκεται κάτω από τον παραστατό της πόρτας του μπάνιου. Ένιωσε να μουδιάζουν τα πόδια της και πέφτοντας προς τα κάτω δέχθηκε κτύπημα στο κεφάλι με τη χειρολαβή του ψαροντούφεκου που η εφεσείουσα κρατούσε με τρόπο που θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει χωρίς να εμποδίζεται από το ύψος του ταβανιού ή της πόρτας. Σχετικά με αυτό το ζήτημα, το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν πολλοί και διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορούσε να κρατηθεί το ψαροντούφεκο και όχι ένας και μοναδικός, όπως υποστήριξε η υπεράσπιση.
Από το κτύπημα με το ψαροντούφεκο στην κεφαλή της παραπονούμενης προκλήθηκε ο τραυματισμός της στο τριχωτό της βρεγματικής χώρας. Η παραπονούμενη έπεσε στη γωνιά κάτω από το ντουλαπάκι μεταξύ νιπτήρα και μπάνιου. Το Κακουργιοδικείο δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να είχε προκληθεί κτύπημα στην κεφαλή κατά τη πτώση, όπως αρχικά περιέγραψε το θύμα. Καθώς παρατηρεί, το ένα δεν αποκλείει το άλλο δηλαδή, η εφεσείουσα να είχε κτυπήσει πέφτοντας αφού προηγήθηκε το κτύπημα από το κάτω μέρος του ψαροντούφεκου.
Μετά τη πτώση της παραπονούμενης στο πάτωμα, η εφεσείουσα γονάτισε πάνω της και την έπιασε από το λαιμό προσπαθώντας να την πνίξει με τα χέρια της. Η εφεσείουσα πήρε στη συνέχεια μια πετσέτα που βρισκόταν στο χώρο του μπάνιου, την τοποθέτησε στο πρόσωπο του θύματος κρατώντας τις δύο άκριες δεξιά και αριστερά προσπαθώντας να της αποκόψει την αναπνοή λέγοντάς «να πεθάνεις». Όλο αυτό το διάστημα η παραπονούμενη, παρά την αδυναμία, που ήταν φυσικό να ένιωθε λόγω του τραύματος στο πλευρό και στην κεφαλή, προσπάθησε να αναπνεύσει, κινώντας την κεφαλή δεξιά και αριστερά καλώντας συνάμα σε βοήθεια. Στη φάση αυτή, προσπάθησε να απομακρύνει τα χέρια της εφεσείουσας από το λαιμό και το πρόσωπό της οπότε η τελευταία τη κτύπησε στο πρόσωπο προκαλώντας της τραύμα στο μάτι και άλλο με δάγκωμα στο χέρι.
[*458]Στη σκηνή προσέτρεξαν οι γονείς της εφεσείουσας όπου είδαν την τελευταία πάνω από το θύμα. Παρά τις προσπάθειες της μητέρας της εφεσείουσας να αποσπάσει την κόρη της από το θύμα αυτή επέμενε να ολοκληρώσει το έργο της λέγοντας «άφησμε να την σκοτώσω». Τελικά ο πατέρας της εφεσείουσας κατόρθωσε να την αποσπάσει από το θύμα αλλά αυτή συνέχισε να φωνάζει σε έξαλλη κατάσταση.
Αβοήθητη η παραπονούμενη προσπάθησε να συρθεί έξω από το χώρο του μπάνιου με το βέλος καρφωμένο στην αριστερή της πλευρά, στηριζόμενη στο δεξιό αγκώνα και γέρνοντας το σώμα της στη δεξιά πλευρά. Το Κακουργιοδικείο σημειώνει ότι τα σημάδια που διαπίστωσε η γιατρός Βασιλείου, εκχύμωση στην πρόσθια χώρα του δεξιού αγκώνα και στο αριστερό γόνατο, επιβεβαιώνουν και ενισχύουν τον τρόπο κίνησης του θύματος στο χώρο του μπάνιου.
Το Κακουργιοδικείο συμπέρανε ότι η μεγαλύτερη αιμορραγία πρέπει να προκλήθηκε από το τραύμα της κεφαλής χωρίς να αποκλείεται και αιμορραγία από το τραύμα που προκάλεσε το βέλος. Η θέση του Δρα Σταυριανού ότι το τραύμα από το βέλος ήταν επωματισμένο και δεν αιμορράγησε ή δεν αιμορραγούσε δεν έγινε δεκτή. Σχετικά με αυτό το θέμα το Κακουργιοδικείο σημειώνει την αντιφατική μαρτυρία του Δρα Σταυριανού. Ταυτόχρονα το Κακουργιοδικείο αναφέρεται και στη μαρτυρία του γιατρού Βορκά ο οποίος δεν απέκλεισε αιμορραγία εξ αιτίας του συγκεκριμένου τραύματος.
Καθόσον αφορά τις κηλίδες αίματος που βρέθηκαν στο χώρο του μπάνιου, το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου είναι ότι οι εν λόγω κηλίδες κατά πάσα πιθανότητα ήταν από τη μύτη του θύματος που σε κάποια στιγμή αιμορράγησε από το κτύπημα στο πρόσωπο και έπεσαν στο πάτωμα την ώρα που το θύμα κινήθηκε για να βγει από το μπάνιο.
Το Κακουργιοδικείο θέλοντας να υπογραμμίσει ότι δεν ισχύει το απόλυτο καθόσον αφορά τα διαδραματισθέντα αναφέρει: «Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε πως εδώ δεν επρόκειτο για δύο στατικά σώματα, όπως ηλεκτρικοί πάσσαλοι σε πλήρη ακινησία. Επρόκειτο για ένα σώμα που κινείτο και μόνο μια βιτεοκάμερα θα μπορούσε να απεικονήσει την ακριβή κίνηση της παραπονούμενης λεπτό προς λεπτό. Παρατήρηση που ισχύει για όλες τις θέσεις ή στάσεις του σώματος των εμπλεκομένων, σημείο στο οποίο στάθηκε ιδιαιτέρως η υπεράσπιση. Η παρατήρησή μας [*459]αυτή γίνεται χωρίς να παραγνωρίζουμε το αποδεικτικό βάρος που πάντοτε βρίσκεται στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής και το οποίο βρίσκουμε πως έχει αποσείσει.»
Η παραπονούμενη κατά την έξοδό της από τη γωνιά του μπάνιου κινήθηκε για λίγο προς τα εμπρός, πέρασε μπροστά από το νιπτήρα και στη συνέχεια έκανε στροφή προς τα δεξιά και με τον ίδιο πάντα τρόπο κινήθηκε προς την πόρτα. Εκεί ακούμπησε την αιματωμένη κεφαλή της στη δεξιά πλευρά της πόρτας σύμφωνα με την πορεία της, αφήνοντας το αιματωμένο εντύπωμα των μαλλιών της ενώ γυρίζοντας, στηρίχθηκε με την αριστερή της παλάμη στην αριστερή πλευρά της πόρτας αφήνοντας το παλαμικό της αιματωμένο αποτύπωμα. Κατά την κρίση του Κακουργιοδικείου, αυτή ακριβώς η κίνηση επεξηγεί απολύτως γιατί και πώς οι κηλίδες στο πάτωμα παρέμειναν ανέπαφες.
Το Κακουργιοδικείο αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα ενήργησε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας με τον πιο πάνω τρόπο, εξέτασε κατά πόσο η εν λόγω μαρτυρία μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια στην καταδίκη της εφεσείουσας. Η απάντηση επί του προκειμένου ήταν καταφατική. Κρίθηκε ότι η ενοχή της εφεσείουσας ήταν το μόνο λογικό συμπέρασμα, αποκλειομένης κάθε άλλης λογικής εξήγησης. Βλ. Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41.
Η απόφαση του Κακουργιοδικείου προσβάλλεται ως εσφαλμένη και η ετυμηγορία του ως επισφαλής. Οι λόγοι έφεσης που ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας ανέπτυξε ενώπιόν μας κατά την ακρόαση της έφεσης συνοψίζονται ως ακολούθως:
(α) Το Κακουργιοδικείο όταν εξέδιδε στις 18.9.2007 την εκκαλούμενη απόφαση είχε απεκδυθεί της εξουσίας του εφόσον η θητεία του είχε λήξει στις 10.9.2007 και η δημοσίευση της θητείας του στην Επίσημη Εφημερίδα έγινε μεταγενέστερα δηλαδή στις 21.9.2007.
(β) Το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα διαπίστωσε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η εφεσείουσα είχε ταυτόχρονα δύο ειδικές προθέσεις ήτοι, την ειδική πρόθεση η οποία αποτελεί συστατικό του αδικήματος της απόπειρας φόνου κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα και την ειδική πρόθεση, συστατικό του αδικήματος του τραυματισμού με πρόθεση κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα.
[*460](γ) Το συμπέρασμα ότι η υπεράσπιση «ουσιαστικά δεν έθεσε θέσεις» είναι εσφαλμένο. Η εκδοχή της εφεσείουσας περί τυχαίου γεγονότος, των συνθηκών και των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, εμπεριέχει θέσεις οι οποίες συνιστούν υπεράσπιση η οποία βάσιμα μπορούσε να οδηγήσει σε αθωωτική απόφαση.
(δ) Δεν υπάρχει εύρημα του Κακουργιοδικείου αναφορικά με τον τρόπο που η εφεσείουσα επέφερε (δήθεν) το πλήγμα με το βέλος και συνεπώς δεν αποδείχθηκε η αντικειμενική υπόσταση (actus reus) του εγκλήματος και κατ’ επέκταση δεν αποδείχθηκε ούτε και η υποκειμενική υπόσταση (mens rea) του εγκλήματος.
(ε) Εσφαλμένα το Κακουργιοδικείου προέβη σε δύο αντιφατικές διαπιστώσεις αναφορικά με την ύπαρξη προσχεδιασμού. Ενώ στην απόφαση επί της ουσίας διαπιστώνει την ύπαρξη προσχεδιασμού, στην απόφαση για την ποινή αντινομικά αναφέρει πως «δεν έχουμε προβεί σε θετικό εύρημα προσχεδιασμού εξ ου και θα επιμετρήσουμε την ποινή στη βάση που εισηγείται ο συνήγορος της κατηγορουμένης ότι δηλαδή επρόκειτο για περιστατικό που εξελίχθηκε χωρίς να είχε προσχεδιαστεί από την κατηγορουμένη».
(στ) Το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα απέκλεισε άλλα πιθανά συμπεράσματα αναφορικά με το mens rea και εσφαλμένα κατέληξε ότι το μόνο λογικό συμπέρασμα ήταν αυτό της πρόθεσης θανάτωσης.
(ζ) Η άρνηση του Κακουργιοδικείου να εγκρίνει αίτημα της υπεράσπισης για να δοθούν περισσότερες και καλύτερες λεπτομέρειες αναφορικά με τον προσδιορισμό του actus reus σε κάθε περίπτωση, επηρέασε αρνητικά το δικαίωμα της εφεσείουσας για δίκαιη δίκη ενώ η τρίτη κατηγορία στερείται λεπτομερειών σε ό,τι αφορά τη βαριά σωματική βλάβη.
(η) Λανθασμένα το Κακουργιοδικείο μετέθεσε το βάρος απόδειξης στους ώμους της εφεσείουσας. Η Κατηγορούσα Αρχή είχε το βάρος να αποδείξει ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα προς ανατροπή της υπεράσπισης του τυχαίου ατυχήματος που πρόβαλε η υπεράσπιση.
[*461](θ) Το Κακουργιοδικείο δεν αξιολόγησε σωστά τη μαρτυρία και η απόφαση στερείται αιτιολογίας.
(ι) Δεν αποδείχθηκε με ιατρική μαρτυρία βαριά σωματική βλάβη στην έννοια του νόμου.
(ια) Το κατηγορητήριο έπασχε από πολλαπλότητα η δε επιβολή ποινών και στις τέσσερις κατηγορίες που είχαν ως πραγματική βάση τα γεγονότα της ίδιας παράνομης πράξης συνιστά νομικό σφάλμα με αρνητική επίδραση στα συνταγματικά δικαιώματα της εφεσείουσας.
(ιβ) Η εφεσείουσα δεν έτυχε δίκαιης δίκης επειδή οι μάρτυρες που κατέθεσαν απλά υιοθέτησαν τις γραπτές καταθέσεις τους στην αστυνομία που έγιναν τεκμήρια. Η εν λόγω διαδικασία έγινε κατ’ επίκληση του Άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου το οποίο αντιβαίνει στις πρόνοιες του Άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στη νομολογία του ΕΔΑΔ. Βλ. Barbera, Messegue and Jabardo v. Spain [1989] 11 EHRR 360.
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την απόφαση του Κακουργιοδικείου. Η θέση τους είναι ότι το Κακουργιοδικείο κατόπιν ορθής αξιολόγησης της μαρτυρίας και ορθής καθοδήγησης ως προς τη διαπίστωση των συστατικών στοιχείων των εγκλημάτων που αντιστοίχως αφορούν οι κατηγορίες, κατέληξε στο ορθό συμπέρασμα ενοχής της εφεσείουσας στις κατηγορίες που αντιμετώπισε.
Το γεγονός ότι η παράταση της θητείας του Κακουργιοδικείου δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 21.9.2007 δεν επηρέασε είτε τη νομιμότητα της συγκρότησης του Κακουργιοδικείου είτε τις εξουσίες του για συνέχιση και συμπλήρωση της ακρόασης της υπόθεσης. Η δημοσίευση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την παράταση της θητείας του Κακουργιοδικείου στην Επίσημη Εφημερίδα συνιστά επουσιώδη τύπο. Η ουσία του πράγματος έγκειται στο χρόνο λήψης της εν λόγω απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο ως η αρμόδια αρχή. Προκύπτει ότι η εν λόγω απόφαση λήφθηκε έγκαιρα δηλαδή, πριν από τη λήξη της θητείας του Κακουργιοδικείου και συνεπώς δεν υπήρξε κενό εξουσίας του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την εκδίκαση κλπ. της υπόθεσης.
[*462]Το Κακουργιοδικείο με αναφορά στη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων καθώς και στην υπόλοιπη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη, εξέτασε κατά πόσο η διάτρηση του σώματος της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου σε βάθος 3 εκατοστών ήταν το αποτέλεσμα αεροβολισμού ή άλλης πράξης ή ενέργειας της εφεσείουσας. Το Κακουργιοδικείο μελέτησε το σύνολο της μαρτυρίας που αφορούσε στο συγκεκριμένο θέμα και κατέληξε σε λογικά συμπεράσματα. Ο αεροβολισμός ημιτελούς βολής δεν αποκλείστηκε, «νοουμένου ότι το βέλος βρήκε και διείσδυσε το σώμα της παραπονούμενης χωρίς να εξέλθει πλήρως της θαλάμης». Το εν λόγω συμπέρασμα λογικά συνάδει και με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη και οπωσδήποτε είναι κάτι το οποίο θα μπορούσε υπό τις περιστάσεις να είχε συμβεί. Ωστόσο, το Κακουργιοδικείο ορθά σημειώνει ότι τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του ούτε αποκλείουν εξ αντικειμένου ένα τέτοιο γεγονός ούτε όμως και το επιβεβαιώνουν ως τη μόνη εξήγηση εφόσον, ακόμη και η άμεση μαρτυρία της παραπονούμενης δεν υποστηρίζει θετικά τη θέση περί αεροβολισμού. Ενόψει των πιο πάνω, το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε πως δεν μπορούσε εξ αντικειμένου να αποκλειστεί με βάση την περιστατική μαρτυρία το ενδεχόμενο αεροβολισμού με ημιτελή βολή ή ότι το πλήγμα έγινε με το χέρι χρησιμοποιώντας το βέλος ως μαχαίρι.
Συστατικό στοιχείο του αδικήματος της απόπειρας φόνου (Άρθρο 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154) είναι η ύπαρξη συγκεκριμένης πρόθεσης θανάτωσης του θύματος με την παράνομη ενέργεια που επιχειρείται. Στην έννοια της απόπειρας, ενυπάρχει το στοιχείο της πρόθεσης για την ολοκλήρωση του εγκλήματος του φόνου. Βλ. Pefkos and Others v. The Republic (1961) C.L.R. 340. Στις περιπτώσεις όπου η πρόθεση δεν αποδεικνύεται άμεσα με ομολογία, η ύπαρξη αυτού του στοιχείου μπορεί να αποδειχθεί με περιστατική μαρτυρία (προπαρασκευαστικές πράξεις, ελατήριο, δηλώσεις του κατηγορουμένου, όπλο που χρησιμοποιήθηκε, επιμονή στην επίθεση, φύση των πράξεων και ενεργειών του δράστη που συνθέτουν την επίθεση, φύση των τραυμάτων που προκλήθηκαν σε συνάρτηση και προς το μέρος του σώματος του θύματος στο οποίο τα τραύματα εντοπίστηκαν κλπ.) Βλ. Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41, Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 560 και Μενελάου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 407.
Το Κακουργιοδικείο με αναφορά στην προμνησθείσα νομολογία, εξέτασε κατά πόσο υπήρχαν τέτοια στοιχεία μαρτυρίας στη [*463]βάση των οποίων θα μπορούσε να τεκμηριωθεί βάσιμα η συγκεκριμένη πρόθεση της εφεσείουσας για το φόνο της Λίνας, ως το μόνο λογικό συμπέρασμα, αποκλειομένων άλλων λογικών εξηγήσεων. Στα πλαίσια αυτής της διεργασίας, το Κακουργιοδικείο εντόπισε στοιχεία τα οποία κατά την κρίση του, οδηγούσαν στο μόνο λογικό συμπέρασμα της ύπαρξης συγκεκριμένης πρόθεσης θανάτωσης του θύματος από την εφεσείουσα. Τα στοιχεία αυτά παρατίθενται πιο κάτω με τη σειρά που εκτίθενται στην εκκαλούμενη απόφαση:
1. «Η αγορά του ψαροντούφεκου και ο χρόνος στον οποίο αυτό αγοράστηκε: Επρόκειτο για ένα κοινό ψαροντούφεκο που δεν αναμένεται να το αγοράσει κάποιος ως δώρο σ’ ένα πρόσωπο που έχει στην κατοχή του πολλά τέτοια όπλα και ασχολείται με το άθλημα συστηματικά. Αγοράστηκε γύρω στις 14 Νοεμβρίου, πολλές μέρες πριν τα Χριστούγεννα, χωρίς να προβληθεί λόγος γιατί τέτοια σπουδή για ένα κοινό αντικείμενο.
Το είδος του ψαροντούφεκου με δελφινιέρα και η διατριτικότητα της δελφινιέρας.
2. Το μέρος του σώματος στο οποίο η παραπονούμενη τραυματίστηκε: δεν επρόκειτο για τα πάνω ή κάτω άκρα του θύματος, αλλά σε μια περιοχή του σώματος με ζωτικά όργανα όπως τα νεφρά, η κοιλιακή χώρα ή άλλα ανατομικά μέρη του σώματος όπως η σπονδυλική στήλη.
3. Η σοβαρότητα του πιο πάνω τραύματος και οι ενδεχόμενες επιπλοκές του.
4. Το αμέσως επόμενο βίαιο κτύπημα με το ψαροντούφεκο στο τριχωτό της κεφαλής.
5. Οι περιβάλλουσες συνθήκες και οι βίαιες ενέργειες που επακολούθησαν: αν η κατηγορουμένη δεν είχε πρόθεση θανάτωσης της φίλης της τότε θα ήταν φυσικό μόλις έβλεπε τα αίματα που έτρεχεν από το κεφάλι και το σώμα της να σταματήσει και η οργή της να είχε καταλαγιάσει.
6. Οι φράσεις που εκστόμιζε η κατηγορούμενη σε όλη τη διάρκεια του επεισοδίου αλλά και μετά τη λήξη του όπως τις διατυπώσαμε πιο πάνω.
7. Το γεγονός ότι η κατηγορούμενη παρά το ότι είχε επαρκή ευ[*464]καιρία ή δυνατότητα να εγκαταλείψει την απόφαση της μετά την είσοδο των γονιών της συνέχισε δια λόγων και έργων να εμμένει σε αυτή. Το τελευταίο κρίνουμε ότι έχει σημασία αναφορικά με τη διαμόρφωση σαφούς πρόθεσης θανάτωσης και τη διαπίστωση της.
8. Οι κλειστές πόρτες του σπιτιού.
9. Η σθεναρή της επιθυμία φανερή διά λόγων και έργων να πεθάνει το θύμα που έφτανε μέχρι την αφαίρεση της δικής της ζωής.
10. Η αποφασιστικότητα και η ψυχρότητα της κατηγορουμένης.»
Το Κακουργιοδικείο αφού εξέτασε κατά πόσο με τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του μπορούσε να αποδειχθεί η κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα βρήκε ένοχη την εφεσείουσα και σ’ αυτή την κατηγορία. Διαπιστώθηκε ότι, «Η πρόθεση πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης εμπεριέχεται στην ήδη διαπιστωθείσα πρόθεση θανάτωσης της παραπονουμένης. Η ενέργεια του καρφώματος εξ επαφής του βέλους στην πλάτη της παραπονουμένης δεν ήταν τυχαία. Η πράξη ήταν ηθελημένη όπως και το αποτέλεσμα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης επιδιωκόμενο ως μέσο προώθησης του απώτερου σκοπού της θανάτωσης της παραπονουμένης.»
Η κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα είχε συγχρόνως πρόθεση θανάτωσης της Λίνας αλλά και πρόθεση να προκαλέσει σ’ αυτή βαριά σωματική βλάβη «ως μέσο προωθήσεως του απώτερου σκοπού της θανάτωσης της παραπονουμένης» είναι λανθασμένη. Πρόκειται για δύο χωριστά αδικήματα για τη θεμελίωση των οποίων, μεταξύ άλλων, αντιστοίχως απαιτείται η απόδειξη της ύπαρξης συγκεκριμένης (ειδικής) πρόθεσης. Το στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης (mens rea) των εν λόγω αδικημάτων είναι διαφορετικό. Η διαπίστωση ύπαρξης της απαιτούμενης συγκεκριμένης πρόθεσης (specific intent) που αφορά στο ένα αδίκημα, σαφώς αποκλείει την ύπαρξη ταυτοχρόνως της απαιτούμενης συγκεκριμένης πρόθεσης που αφορά και στο άλλο αδίκημα και αντιστρόφως. Το πρωτόδικο δικαστήριο, με βάση το μαρτυρικό υλικό που είχε ενώπιόν του έπρεπε να είχε προσδιορίσει ποια ήταν η συγκεκριμένη πρόθεση της εφεσείουσας κατά τον κρίσιμο χρόνο. Αν διαπιστωνόταν συγκεκριμένη πρόθεση διάπραξης του ενός αδι[*465]κήματος έπρεπε να είχε ακολουθήσει η χωρίς άλλο απαλλαγή και αθώωση της εφεσείουσας στην κατηγορία που αφορούσε το άλλο αδίκημα εφόσον η απόδειξη ειδικής πρόθεσης διάπραξης του ενός, αποκλείει την ταυτόχρονη ύπαρξη ειδικής πρόθεσης για τη διάπραξη του άλλου. Βλ. Panayiotis Chr. Andreou v. The Republic (1977) 2 C.L.R. 81.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας υπέβαλε ότι το πιο πάνω σφάλμα υποδηλώνει την ύπαρξη αμφιβολίας στο μυαλό του Κακουργιοδικείου ως προς το ποια ήταν η πραγματική πρόθεση της εφεσείουσας κατά τον ουσιώδη χρόνο και εισηγήθηκε πως η αμφιβολία αυτή θα πρέπει να οδηγήσει στην αθώωση της εφεσείουσας και στις δύο κατηγορίες από το Εφετείο. Η εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Τα πραγματικά γεγονότα, η συμπεριφορά, η δράση και οι ενέργειες της εφεσείουσας, προσδιορίστηκαν σωστά και ακριβοδίκαια από το Κακουργιοδικείο. Αυτό που τώρα απομένει είναι να εξεταστεί, κατά πόσο τα εν λόγω στοιχεία στοιχειοθετούν την ύπαρξη της απαιτούμενης συγκεκριμένης πρόθεσης για τη θεμελίωση του ενός ή του άλλου αδικήματος. Εναπόκειται στο Εφετείο να προβεί στην ανάλογη αποτίμησή τους και να καταλήξει στο δικό του συμπέρασμα.
Το συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα είχε πρόθεση να σκοτώσει τη Λίνα θα ήταν λογικό, αποκλειομένης κάθε άλλης λογικής εξήγησης, αν το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του για την ποινή δεν απέκλειε την ύπαρξη προσχεδιασμού των πράξεων και ενεργειών της εφεσείουσας, διαπίστωση η οποία δεν φαίνεται να συνάδει με τα προμνησθέντα στοιχεία (1) και (8) ανωτέρω τα οποία, μεταξύ άλλων, προσμέτρησαν στην κρίση του Κακουργιοδικείου περί ύπαρξης ειδικής πρόθεσης για τη θανάτωση του θύματος. Το στοιχείο (1) της αγοράς και του χρόνου της αγοράς του ψαροντούφεκου και το στοιχείο (8) που αναφέρεται στις κλειστές πόρτες του διαμερίσματος, περισσότερο παραπέμπουν σε προσχεδιασμό φόνου παρά σε προσχεδιασμό πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα. Όμως, επειδή δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί σε ποιο βαθμό προσμέτρησαν αυτοί οι παράγοντες στο μυαλό του Κακουργιοδικείου, ως στοιχεία προσχεδιασμού, τόσο για τη θανάτωση του θύματος όσο και για την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, θεωρούμε πως δεν πρέπει να επικυρώσουμε τη διαπίστωση του δικάσαντος δικαστηρίου περί ύπαρξης ειδικής πρόθεσης θανάτωσης του θύματος, ενόψει και του γεγονότος ότι το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του για την ποινή αναίρεσε την προηγούμενη διαπίστωση του περί προσχεδιασμού του φόνου. Η υποβόσκουσα αμφιβολία αναφορι[*466]κά με αυτή τη πτυχή της υπόθεσης είναι δίκαιο να προσμετρήσει επιεικώς υπέρ της εφεσείουσας παραμερίζοντας την καταδίκη και την ποινή στην κατηγορία της απόπειρας φόνου. Ωστόσο, δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι η πρόθεση της εφεσείουσας ήταν να προκαλέσει στη Λίνα βαριά σωματική βλάβη στην έννοια του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα. Σαφώς δεν επρόκειτο για μια γενική πρόθεση πρόκλησης βλάβης. Η δράση και η όλη συμπεριφορά της εφεσείουσας όπως αναδύονται από την πλοκή των γεγονότων που συνθέτουν το περιστατικό, αποκαλύπτουν πέρα από κάθε λογική αμφιβολία ότι η εφεσείουσα ηθελημένα επιδίωξε να προκαλέσει στο θύμα βαριά σωματική βλάβη ενεργώντας προς τούτο με συγκεκριμένη πρόθεση επιφέροντας στο θύμα κτυπήματα που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση των σοβαρών βλαβών και κακώσεων που οι γιατροί εντόπισαν στο σώμα της Λίνας αμέσως μετά το περιστατικό.
Το παράπονο της εφεσείουσας ότι το Κακουργιοδικείο παρέλειψε να εξετάσει τις θέσεις της υπεράσπισης παρέμεινε ατεκμηρίωτο. Δεν έχει τεθεί ενώπιόν μας οτιδήποτε το ουσιαστικό με το οποίο να τεκμηριώνεται ο πιο πάνω ισχυρισμός. Αντιθέτως προκύπτει ότι το Κακουργιοδικείο εξέτασε ενδελεχώς όλες τις θέσεις και εισηγήσεις της υπεράσπισης και έδωσε απαντήσεις σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα της υπόθεσης. Η μαρτυρία εξετάστηκε στο σύνολό της και ορθά διαπιστώθηκε πως δεν είχε κανένα έρεισμα η θέση της υπεράσπισης περί τυχαίου γεγονότος. Η θέση αυτή αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα της υπεράσπισης και η απόρριψή της συμπαρέσυρε και τις επιμέρους εισηγήσεις. Για τα θέματα αυτά το Κακουργιοδικείο έδωσε σαφείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις η ορθότητα των οποίων δεν επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση.
Το Κακουργιοδικείο αφού απέκλεισε τη θέση της εφεσείουσας ότι το πλήγμα με το βέλος στο σώμα του θύματος οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός δεν απέκλεισε ότι αυτό προκλήθηκε από ημιτελή βολή ή με το χέρι ως να ήταν μαχαίρι. Είτε επρόκειτο για τη μια είτε για την άλλη περίπτωση η βλάβη ή ο τραυματισμός ήταν το αποτέλεσμα που η εφεσείουσα επιδίωξε και πέτυχε με ηθελημένη ενέργειά της. Ενόψει των πιο πάνω θεωρούμε ότι οι λόγοι έφεσης 4-6 δεν μπορούν να επιτύχουν και απορρίπτονται.
Το θέμα του προσχεδιασμού έχει ήδη εξεταστεί και θεωρούμε ότι παρέλκει η όποια άλλη συζήτηση με αναφορά στο λόγο έφεσης 7. Με όσα έχουν ήδη ειπωθεί αναφορικά με την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των αδικημάτων της απόπειρας φόνου και της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης καλύπτονται και οι [*467]λόγοι έφεσης 8 και 9 και συνεπώς θεωρούμε αχρείαστη την όποια επανάληψη.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι η άρνηση του Κακουργιοδικείου να διατάξει όπως δοθούν περισσότερες και καλύτερες λεπτομέρειες στην υπεράσπιση επηρέασε δυσμενώς το δικαίωμα της εφεσείουσας για δίκαιη δίκη. Εξειδικεύθηκε ότι το παράπονο αφορούσε στην έλλειψη λεπτομερειών σχετικά με το actus reus των αδικημάτων. Η κατάσταση αυτή έδωσε την ευκαιρία στην Κατηγορούσα Αρχή να αναπροσαρμόζει συνεχώς τη θέση της γεγονός το οποίο επηρέασε την αποτελεσματική υπεράσπιση της εφεσείουσας. Το παράπονο είναι αβάσιμο. Το κατηγορητήριο εμπεριέχει όλα τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία προδιαγραφόταν η γραμμή που θα ακολουθούσε η Κατηγορούσα Αρχή κατά τη δίκη. Η υπεράσπιση προώθησε σταθερά, από αρχή μέχρι τέλους, τη γραμμή του «τυχαίου γεγονότος». Δεν προκύπτει ότι η εφεσείουσα υποχρεώθηκε να αναπροσαρμόσει την υπεράσπισή της καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Αβάσιμο θεωρούμε και τον ισχυρισμό ότι το Κακουργιοδικείο λανθασμένα μετέθεσε το βάρος απόδειξης στους ώμους της εφεσείουσας. Η Κατηγορούσα Αρχή είχε το βάρος να αποδείξει ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα πράγμα που πέτυχε με τη δύναμη της μαρτυρίας που προσκόμισε.
Καθόσον αφορά τα επιμέρους παράπονα για κακή ή λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας θεωρούμε ότι τα παράπονα αυτά είναι παντελώς αβάσιμα. Το Κακουργιοδικείο αξιολόγησε επιμελώς τη μαρτυρία και κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα και διαπιστώσεις τόσο αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων όσο και με τα γεγονότα της υπόθεσης. Θεωρούμε πως δεν υπάρχει έδαφος για επέμβαση προς ανατροπή των σχετικών ευρημάτων.
Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η απόφαση του Κακουργιοδικείου είναι αναιτιολόγητη. Αναφέρεται ειδικά στη διαπίστωση ότι ηθελημένα η εφεσείουσα προκάλεσε τον τραυματισμό της Λίνας με το βέλος και εισηγείται ότι αυτή η διαπίστωση είναι αυθαίρετη. Σχετικά με αυτό το θέμα το Κακουργιοδικείο παρέθεσε σειρά στοιχείων που έλαβε υπόψη για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το πλήγμα στο σώμα της Λίνας με το βέλος του ψαροντούφεκου δεν οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός όπως δεν οφείλονταν σε τυχαίο γεγονός και όλα τα άλλα κτυπήματα που επέφερε η εφεσείουσα στο θύμα.
Ανεδαφικός είναι και ο ισχυρισμός περί πολλαπλότητας του κατηγορητηρίου. Η παράνομη συμπεριφορά της εφεσείουσας με [*468]διαφορετικές εκφάνσεις καθιστούσαν δικαιολογημένη τη διατύπωση τεσσάρων χωριστών κατηγοριών. Επρόκειτο για ένα σαφές κατηγορητήριο που καθιστούσε ευθύς εξ αρχής γνωστή την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής χωρίς κίνδυνο παραπλάνησης ή αδικίας της εφεσείουσας.
Ο ισχυρισμός ότι η εφεσείουσα δεν έτυχε δίκαιης δίκης επειδή οι μάρτυρες απλά υιοθέτησαν τις γραπτές καταθέσεις τους στην αστυνομία που έγιναν τεκμήρια εγκαταλείφθηκε.
Η έφεση επιτρέπεται μερικώς. Η πρωτόδικη απόφαση, κατά την έκταση που αφορά στην καταδίκη της εφεσείουσας στην κατηγορία της απόπειρας φόνου, παραμερίζεται και η εφεσείουσα απαλλάσσεται και αθωώνεται στην εν λόγω κατηγορία. Ακυρώνεται συνακόλουθα και η ποινή φυλάκισης που το Κακουργιοδικείο επέβαλε στην εφεσείουσα σ’ αυτή την κατηγορία. Κατά τα λοιπά η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση επιτρέπεται μερικώς ως ανωτέρω.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο