Κέρκης Γιάννης ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 433

(2010) 2 ΑΑΔ 433

[*433]22 Ιουλίου, 2010

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΕΡΚΗΣ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 38/2009)

 

Ποινή ― Σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων ― Άσεμνη επίθεση εναντίον κοριτσιού ― Άσεμνη επίθεση εναντίον αγοριού ― Εφεσείων ηλικίας 22 ετών με περιορισμένη νοητική ικανότητα εκμεταλλεύθηκε σεξουαλικά κορίτσι ηλικίας 8 ετών, εναντίον του οποίου επιτέθηκε επίσης, άσεμνα, έχοντας τέσσερα χρόνια προηγουμένως διαπράξει της ίδιας φύσης αδικήματα εναντίον αγοριού ηλικίας 9 ετών ― Παραδοχή ― Μεταμέλεια ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Διάρρευση αρκετού χρόνου από τη διάπραξη των αδικημάτων ― Επιβολή διαδοχικών ποινών φυλάκισης δυόμιση ετών και δεκαοκτώ μηνών ― Το σύνολο των ποινών χαρακτηρίστηκε ως αυστηρό αλλά δεν κρίθηκε έκδηλα υπερβολικό, ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου για μείωση του.

Ποινή ― Διαδοχικές ποινές ― Οι βασικές αρχές είναι ότι δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές για κατηγορίες που ουσιαστικά συνιστούν μια ενιαία συμπεριφορά και ότι εν πάσει περιπτώσει το σύνολο των διαδοχικών ποινών που ενδεχομένως να επιβληθούν θα πρέπει να βρίσκεται σε αναλογία προς τη σοβαρότητα των επί μέρους κατηγοριών.

Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος ύστερα από δική του παραδοχή σε κατηγορίες για εκμετάλλευση ανήλικης ηλικίας 8 ετών, εναντίον της οποίας επιτέθηκε, επίσης, άσεμνα κατά παράβαση των Άρθρων 2, 4 και 10 του περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας Θυμάτων Νόμου του 2007 (Ν.87(Ι)/2007), Άρθρων 151 και 35 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και του περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Νόμου του 1987 [*434](Ν.166/87) – κατηγορίες 1 και 4. Επίσης ότι μεταξύ 1.1.2004 και 31.12.2004 εκμεταλλεύτηκε σεξουαλικά ανήλικο ηλικίας 9 ετών, εναντίον του οποίου επιτέθηκε επίσης, άσεμνα – (Άρθρα 2, 3(1)(γ) και 2(β) του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου του 2000 (Ν.3(Ι)/2000), Άρθρα 152 και 35 του Κεφ.154 και Ν.166/87 – κατηγορίες 5 και 7). Οι ποινές που επιβλήθηκαν αφορούν τις κατηγορίες 1 και 5. Στις άλλες δύο κατηγορίες δεν επιβλήθηκε ποινή.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της ποινής που του επιβλήθηκε, θεωρώντας την ως έκδηλα υπερβολική, λόγω της διαταγής για έκτιση διαδοχικά των ποινών φυλάκισης των δυόμισι ετών και των δεκαοκτώ μηνών που του επιβλήθηκαν, η μεν πρώτη για τα αδικήματα που διέπραξε στις 12.6.08 εναντίον ανήλικου κοριτσιού ηλικίας 8 ετών, η δε δεύτερη για τα αδικήματα που διέπραξε μεταξύ 1.1.2004 και 31.12.2004 εναντίον ανήλικου αγοριού ηλικίας 9 ετών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε την ανάγκη για επιβολή αυστηρών ποινών ώστε να αποτρέπεται η διάπραξη αδικημάτων τα οποία στρέφονται εναντίον παιδιών και αφορούν σε ένα τομέα της ζωής τους τον οποίον ακόμα αυτά δεν είναι φυσιολογικά και ψυχολογικά έτοιμα να βιώσουν και τα οποία κατά κανόνα αφήνουν ψυχολογικά τραύματα σε αυτά.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στις αρχές που έχουν καθιερωθεί από τη σχετική νομολογία στο θέμα της επιβολής αποτρεπτικών ποινών, χαρακτήρισε μεν την επιβληθείσα ποινή ως αυστηρή, όμως δεν διαπίστωσε ότι αυτή στο σύνολό της είναι έκδηλα υπερβολική, ώστε να δικαιολογείται η επέμβασή του.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 141,

Μ.Θ. ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 174,

Γενικός Εισαγγελέας  ν. Παπαγεωργίου (2007) 2 Α.Α.Δ. 514,

Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,

Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525,

[*435]Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342,

Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123,

Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Παναγή, Π.Ε.Δ., Ζωμενής, Α.Ε.Δ., Δαυΐδ, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 9269/2008), ημερομηνίας 26/2/2009.

Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Πασιαρδή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

O Εφεσείων είναι παρών.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τη Δικαστή Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, ο οποίος αντιμετώπιζε ενώπιον του Κακουργοδικείου που συνεδριάζει στη Λάρνακα επτά συνολικά κατηγορίες, παραδέχθηκε δύο μόνο από αυτές.  Ακολούθησε διεξαγωγή από το Κακουργιοδικείο σχετικής έρευνας αναφορικά με το κατά πόσο αυτός ήταν σε θέση να παρακολουθήσει τη δικαστική διαδικασία - (Άρθρο 70, του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155). Κρίθηκε ικανός, παραδέχθηκε ακόμη δύο κατηγορίες και οι υπόλοιπες αναστάληκαν από την Κατηγορούσα Αρχή. Οι κατηγορίες που παραδέχθηκε και στις οποίες κρίθηκε ένοχος αφορούσαν σεξουαλικά αδικήματα, για τα οποία του επιβλήθηκαν διαδοχικές ποινές φυλάκισης δυόμισι ετών και δεκαοκτώ μηνών. Συγκεκριμένα, παραδέχθηκε ότι, στις 12/6/2008, εκμεταλλεύθηκε σεξουαλικά παιδί - πρόκειται για την ανήλικη Φ.Σ. ηλικίας 8 χρονών, εναντίον της οποίας επιτέθηκε, επίσης, άσεμνα - (Άρθρα 2, 4 και 10 του περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας Θυμάτων Νόμου του 2007, (Ν. 87(Ι)/2007), Άρθρα 151 και 35  του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Νόμος του 1987, (Ν. 166/87) - κατηγορίες 1 και 4) - και μεταξύ 1/1/2004 και 31/12/2004 εκμεταλλεύθηκε σεξουαλικά ανήλικο πρό[*436]σωπο - πρόκειται για το Ν.Ν., ηλικίας 9 χρονών, εναντίον του οποίου επιτέθηκε, επίσης, άσεμνα - (Άρθρα 2, 3(1)(γ) και 2(β) του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου του 2000, (Ν. 3(Ι)/2000), Άρθρα 152 και 35 του Κεφ. 154 και Ν. 166/87 - κατηγορίες 5 και 7). Οι ποινές που επιβλήθηκαν αφορούν τις κατηγορίες 1 και 5.  Στις άλλες δύο κατηγορίες δεν επιβλήθηκε ποινή.

Ο εφεσείων, με την παρούσα έφεση, αμφισβητεί την ορθότητα της ποινής που του επιβλήθηκε. Την θεωρεί έκδηλα υπερβολική, λόγω της διαταγής για τη διαδοχικότητά της.

Τα γεγονότα που περιέβαλλαν τη διάπραξη των αδικημάτων, όπως αυτά καταγράφονται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, είχαν ως εξής:-

«Στις 12.6.08 ενώ η μητέρα της Φ βρισκόταν στο σπίτι της σε κάποια στιγμή εισήλθε στο σπίτι η Φ, ηλικίας 8 ετών, η οποία ευρισκόταν έξω και έπαιζε με φίλη της ζητώντας από τη μητέρα της να κάμει αμέσως μπάνιο. Η Φ, στη συνέχεια άρχισε να κλαίει και είπε στην μητέρα της ότι ένα αγόρι την αγαπά. Αφού ηγέρθηκαν υποψίες στη μητέρα της Φ, κατέβασε το παντελόνι που η τελευταία φορούσε διαπιστώνοντας τότε ότι στο εσώρουχο της υπήρχαν αντρικά σπέρματα. Αμέσως ζήτησε από την Φ να της δώσει λεπτομέρειες για το τι είχε συμβεί ενώ βγαίνοντας μαζί της στο δρόμο η Φ της υπέδειξε τον κατηγορούμενο, ο οποίος βρισκόταν σε κοντινή απόσταση, ως το πρόσωπο που την ενόχλησε προηγουμένως. Εντόπισαν τυχαία περιπολικό της Αστυνομίας και αφού η μητέρα της Φ εξήγησε στον αστυφύλακα που επέβαινε σε αυτό τι είχε συμβεί με την Φ και τον κατηγορούμενο ο αστυφύλακας της επέδωσε την ίδια στιγμή ιατρική βεβαίωση και την κάλεσε να επισκεφθεί το Νοσοκομείο Λάρνακας.

Αφού η Φ εξετάστηκε στο Νοσοκομείο Λάρνακας διαπιστώθηκε ότι ο παρθενικός υμένας και η πρωκτική και περιπρωκτική χώρα ελέγχονταν φυσιολογικά.  Παράλληλα παραλήφθηκε το εσώρουχο της για εξετάσεις DNA.

Την επόμενη μέρα, 13.06.08, ο κατηγορούμενος συνελήφθη από την Αστυνομία. Αφού του εξηγήθηκαν οι λόγοι της σύλληψης του και του επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο αυτός απάντησε: ‘Όχι’. Ακολούθως διεξάχθηκε κατόπιν συγκατάθεσης του κατηγορούμενου έρευνα της κατοικίας του στα πλαίσια [*437]της οποίας εντοπίστηκε σε ερμάρι λερωμένων ρούχων στο μπάνιο της κατοικίας ένα εσώρουχο. Αφού υποδείχθηκε στον κατηγορούμενο και του επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο αυτός απάντησε: ‘Εν τούτο που εφόρουν που επήα με την μητσιά’.  Το εσώρουχο παραλήφθηκε ως τεκμήριο.

Την ίδια ημέρα ενώ λαμβανόταν από την Αστυνομία ανακριτική κατάθεση του κατηγορούμενου, αυτός σε κάποιο στάδιο ενοχοποιούσε τον εαυτό του. Του επιστήθηκε η προσοχή στον Νόμο και αυτός εξέφρασε την επιθυμία και συνέχισε με θεληματική κατάθεση.

Από την Φ και τον κατηγορούμενο λήφθηκαν παρειακά επιχρίσματα για σκοπούς εξέτασης DNA.

Ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε την ίδια ημέρα και αφού του εξηγήθηκαν οι λόγοι της σύλληψης του και του επιστήθηκε η προσοχή στον Νόμο αυτός απάντησε: ‘Τι να πω’.

Την ίδια μέρα λήφθηκε από την Φ οπτικογραφημένη κατάθεση κατά την οποία ανέφερε ότι αργά το απόγευμα της 12.06.08 που υπήρχε λίγο φως και ενώ έφευγε από το πάρκο όπου έπαιζε με μια άλλη φιλενάδα της και πήγαινε προς το σπίτι της, συνάντησε τον κατηγορούμενο ο οποίος την έπιασε από το χέρι σφικτά και της είπε ότι την αγαπά και να πάει μαζί του.  Την οδήγησε στο Δημοτικό σχολείο Κελιών όπου της κατέβασε το παντελόνι που φορούσε και κατέβασε και ο ίδιος το παντελόνι του. Ακολούθως και ενώ του είχε πλάτη έβαλε το χέρι του μέσα στο εσώρουχο της, την χάιδεψε και την φίλησε στα γεννητικά της όργανα και στον πρωκτό. Ακολούθως, αφού ακούμπησε το πέος του στον πρωκτό της, εκσπερμάτωσε στο σώμα της.

..........................................................................................................

Την 14.06.08 ο κατηγορούμενος κατόπιν δικής του επιθυμίας οδήγησε την Αστυνομία στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου Κελιών όπου προέβηκε σε υποδείξεις.

Κατόπιν επιστημονικών εξετάσεων στο εσώρουχο της Φ εντοπίστηκαν σπερματικά κύτταρα τα οποία ταυτίζονται με το γενετικό υλικό του κατηγορουμένου.

Την ίδια ημέρα η μητέρα του παραπονούμενου στις κατηγορίες 5 και 7, στον οποίο θα αναφερόμαστε ως «Ν», κατήγγειλε [*438]στην Αστυνομία ότι πριν από τέσσερα χρόνια όταν ο γιος της, ο Ν, ήταν εννιά χρονών ο κατηγορούμενος τον παρενόχλησε σεξουαλικά.

Την 15.06.08 λήφθηκε από τον Ν οπτικογραφημένη κατάθεση κατά την οποία ανάφερε ότι κατά το έτος 2004 στα Κελιά ο κατηγορούμενος τον παρέσυρε σε απόμερο μέρος της αυλής του Δημοτικού Σχολείου Κελιών όπου του ζήτησε να του κάμει στοματικό έρωτα. Ενώ ο Ν, τότε ηλικίας 9 ετών, αρνήθηκε, ο κατηγορούμενος κρατώντας τον διά της βίας κοντά του, του κατέβασε το παντελόνι και ακουμπώντας το πέος του στον πρωκτό του Ν εκσπερμάτωσε.

Ανακρινόμενος σχετικά την ίδια μέρα ο κατηγορούμενος εξέφρασε την επιθυμία να προβεί σε θεληματική κατάθεση.  Στην κατάθεσή του, την οποία κατέγραψε ο ίδιος, παραδέχεται ενοχή.

Ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε και αφού του εξηγήθηκαν οι λόγοι της σύλληψης του και του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο απάντησε ‘Τίποτε να πω’.

Ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες.»

Το Κακουργιοδικείο, με σκοπό να καταλήξει στην αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή, αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων, με αναφορά στην προβλεπόμενη γι’ αυτά ποινή - (φυλάκιση κατά ανώτατο όριο: για τα αδικήματα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης είκοσι ετών και για τα αδικήματα της άσεμνης επίθεσης δύο ετών) - και στην ανάγκη η ποινή που θα επέβαλλε να εξυπηρετούσε το δημόσιο συμφέρον, χωρίς να παραβλεφθούν οι προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα.  Αφού έλαβε υπόψη του τον τρόπο με τον οποίο ο εφεσείων διέπραξε τα αδικήματα - οδηγούσε τους ανήλικους σε μέρος που να μη γίνεται αντιληπτός - τους ελαφρυντικούς γι αυτόν παράγοντες - ηλικία 22 χρονών, παραδοχή και μεταμέλεια, λευκό ποινικό μητρώο, περιορισμένη νοητική ικανότητα, χρόνος που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων των κατηγοριών 5 και 7 και ηλικία του κατά τη διάπραξή τους - και νομολογία* σε σχέση με παρόμοιας φύσης υποθέσεις, ενδεικτική του μέτρου τιμωρίας των συγκεκριμένων αδικημάτων, επέβαλε [*439]στον εφεσείοντα τις ποινές που έχουμε προαναφέρει.

Η έφεση επικεντρώθηκε στην εισήγηση ότι η διαδοχική ποινή των 18 μηνών φυλάκισης που επιβλήθηκε για το αδίκημα της κατηγορίας 5, υπό τις περιστάσεις του εφεσείοντα, καθιστούν τη συνολική ποινή έκδηλα υπερβολική. Ο ευπαίδευτος συνήγορός του, αγορεύοντας ενώπιόν μας, δεν αμφισβήτησε τη σοβαρότητα των αδικημάτων και την ανάγκη που επισημάνθηκε από το Κακουργιοδικείο για την επιβολή αποτρεπτικής ποινής. Εισηγήθηκε, όμως, ότι η διαδοχική ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα, δεδομένου του εξαιρετικά χαμηλού δείκτη νοημοσύνης του, ο οποίος βεβαιώνεται από κλινικό ψυχολόγο, και των λοιπών ελαφρυντικών παραγόντων που δέχθηκε το Κακουργοδικείο, είναι υπερβολική. Ο εφεσείων, υπέβαλε, στην πραγματικότητα, καίτοι είναι 22 χρονών, έχει νοημοσύνη παιδιού. Με την επιβολή της διαδοχικής ποινής των 18 μηνών για το αδίκημα της 5ης κατηγορίας, το οποίο, μάλιστα, διαπράχθηκε πριν από αρκετά χρόνια και όταν αυτός ήταν ηλικίας 17 χρονών, ουσιαστικά, μετατράπηκε η ποινή των δυόμισι ετών που επιβλήθηκε σε ποινή τεσσάρων ετών.

Η κ. Πασιαρδή, για την εφεσίβλητη, με αναφορά στις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων και σε νομολογία, υποστήριξε την ορθότητα της απόφασης. 

Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι η επιβολή της ποινής είναι καθήκον του πρωτόδικου δικαστηρίου και ότι το εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταφαίνεται ότι αυτή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής, ή έκδηλα υπερβολική, ή ανεπαρκής και δεν ικανοποιεί τους σκοπούς του νόμου - (βλ. Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245· Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525· Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342).

Το θέμα της επιβολής διαδοχικών ποινών απασχόλησε κατ’ επανάληψη το Ανώτατο Δικαστήριο.  Στη Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123, γίνεται αναφορά σε αγγλική νομολογία, όπου παρέχονται για το ζήτημα αυτό κατευθυντήριες γραμμές.  Βασική αρχή είναι ότι δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές για κατηγορίες που, ουσιαστικά, αποτελούν μέρος μιας ενιαίας συμπεριφοράς και τούτο, για να μην οδηγείται η συνολική ποινή που επιβάλλεται σε υπερβολή. Ταυτόχρονα, το σύνολο των διαδοχικών ποινών που επιβάλλονται πρέπει να είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα των επί μέρους κατηγοριών. Με άλλα λόγια, η συνολική ποινή δεν πρέπει να είναι υπερβολική - (βλ. Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443).

[*440]Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο εφεσείων από τη φύση τους - εξ ου και η προβλεπόμενη γι’ αυτά ποινή - είναι σοβαρά και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται από τα δικαστήρια. Ιδιαίτερα τα αδικήματα των κατηγοριών 1 και 5, τα οποία στρέφονται εναντίον παιδιών και αφορούν σε έναν τομέα της ζωής τους, τον οποίο ακόμα αυτά δεν είναι φυσιολογικά και ψυχολογικά έτοιμα να βιώσουν, πρέπει να τιμωρούνται με αποτρεπτικές ποινές, σε μια προσπάθεια καταστολής τους, λόγω και των ψυχολογικών τραυμάτων που, κατά κανόνα, αφήνουν σ’ αυτά, πάντοτε, βέβαια, σε συνάρτηση με τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξή τους και το πρόσωπο του δράστη.

Στην παρούσα υπόθεση, παρά την ομοιότητα των συστατικών στοιχείων των κατηγοριών, τα γεγονότα τους δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως μέρος του ιδίου επεισοδίου, στρέφονται δε εναντίον διαφορετικών προσώπων, χωρίς οποιαδήποτε χρονική ή άλλη διασύνδεση μεταξύ τους. Ο εφεσείων, παρά τη μειωμένη νοημοσύνη του, γνώριζε τι ακριβώς έπραττε, γι’ αυτό επέλεξε, για να ικανοποιήσει τις ορέξεις του, να απομονώσει τα παιδιά, τα οποία, λόγω: είτε φόβου, είτε ντροπής, είτε άγνοιας για το τι θα συνέβαινε, δεν κατόρθωσαν να αντιδράσουν αποτελεσματικά. Το πόσο η Φ. για το ό,τι είχε υποστεί αισθανόταν αποστροφή και αηδία φαίνεται από την άμεση αντίδρασή της, όταν βρέθηκε στο σπίτι της.  Ζήτησε να κάμει μπάνιο και άρχισε να κλαίει. 

Έχουμε εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή την επιβληθείσα ποινή, υπό το φως που προσδιορίζει η νομολογία και δε διαπιστώνουμε το Κακουργιοδικείο να μην έστρεψε την προσοχή του και να μη συνυπολόγισε ορθά κάθε τι που θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο στην επιμέτρησή της. Παρά το αυστηρό της, δε διαπιστώνουμε αυτή στο σύνολό της να είναι έκδηλα υπερβολική, ώστε να δικαιολογείται επέμβασή μας.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

*           Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 141· Μ.Θ. ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 174· Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπαγεωργίου (2007) 2 Α.Α.Δ. 514.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο