Urgur Mehmet ν. Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 189

(2012) 2 ΑΑΔ 189

[*189]4 Απριλίου, 2012

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

MEHMET URGUR,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 159/2011)

 

Ποινικός Κώδικας ― Τέλεση πράξεων που σκοπεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή την αποτροπή σύλληψης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα ― Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ― Άρθρο 231 ― Επικύρωση ποινών φυλάκισης δυόμιση και δύο χρόνων ― Οι συνθήκες τέλεσης των αδικημάτων προκαλούσαν αποτροπιασμό ― Υπόμνηση Εφετείου περί του ανεδαφικού της έφεσης και για μηδενική ανοχή ― Ανάγκη εκδίκασης υποθέσεων αυτού του είδους, χωρίς καθυστέρηση και επιβολής  αποτρεπτικών ποινών.

Ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Μέθη ― Μπορεί να θεωρηθεί ως ελαφρυντικό στοιχείο αφού εκτιμηθεί μαζί με τα υπόλοιπα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης ― Στην προκειμένη ― Κατά πόσον στην παρούσα υπόθεση το στοιχείο της μέθης θα μπορούσε ενδεχομένως να προσμετρήσει ως παράγων επιβαρυντικός παρά ως μετριαστικός της ποινής.

Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε τέσσερις κατηγορίες με τις κυριότερες να αφορούν μεταξύ άλλων στην πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης.

Του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2½ χρόνων στην κατηγορία που αφορούσε τέλεση πράξεων που σκοπεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή την αποτροπή σύλληψης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα. Στις άλλες δυο κατηγορίες για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 χρόνων στην κάθε κατηγορία. Στην τελευταία κατηγορία για παράνομη είσοδο στη Δημοκρατία του επιβλήθηκε φυλάκιση δύο μηνών.

Τα πραγματικά γεγονότα αφορούσαν σε δύο επεισόδια βίας που [*190]άσκησε ο εφεσείων εναντίον του παραπονούμενου προσώπου, προκαλώντας του βαριές σωματικές βλάβες. Ο τελευταίος ήταν ο πρώην συμβίος γυναίκας, από την οποία εφεσείων και παραπονούμενος, ανέμεναν να επιλέξει με ποιον από τους δύο θα συζούσε.

Με την έφεση που άσκησε εναντίον της ποινής ο εφεσείων ο οποίος χειρίστηκε προσωπικά την υπόθεσή του, υποστήριξε πέραν του αιτήματος του για μείωση της ποινής ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το στοιχείο της μέθης ως παράγοντα μετριαστικό της ποινής.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Το παράπονο αναφορικά με το στοιχείο της μέθης δεν ευσταθούσε γιατί ξεκάθαρα προέκυπτε από το περιεχόμενο της εκκαλούμενης απόφασης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στο στοιχείο της μέθης το οποίο έλαβε υπόψη, ενδεχομένως λανθασμένα, προς όφελος του εφεσείοντα.

2. Έχοντας υπόψη τα περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης, το στοιχείο της μέθης θα μπορούσε ενδεχομένως να προσμετρήσει ως παράγων επιβαρυντικός παρά ως μετριαστικός της ποινής.

3. Κατά τα άλλα, οι συνθήκες τέλεσης των αδικημάτων προκαλούσαν αποτροπιασμό. Το κυρίαρχο στοιχείο στη συμπεριφορά του εφεσείοντα ήταν η έντονη βία που απρόκλητα χρησιμοποίησε εναντίον του παραπονούμενου τόσο κατά το πρώτο όσο και κατά το δεύτερο επεισόδιο.

4. Οι σοβαρές σωματικές βλάβες και κακώσεις που υπέστη το θύμα ως αποτέλεσμα της βάναυσης συμπεριφοράς του εφεσείοντα ήταν το άλλο στοιχείο που χαρακτήριζε την υπόθεση.

5. Τα φαινόμενα βίας που συχνά παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό σε διάφορες εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία.

6. Η έφεση ήταν ανεδαφική. Οι ποινές που το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα ήταν υπό τις περιστάσεις επιεικείς και οπωσδήποτε θα μπορούσαν να ήταν αυστηρότερες.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Τσιολή (1991) 2 Α.Α.Δ. 194.

[*191]Έφεση κατά της Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Κωνσταντίνου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 9335/11), ημερομηνίας 10/8/11.

Εφεσείων προσωπικά.

Α. Κωνσταντίνου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε τέσσερις κατηγορίες και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης. Η πρώτη κατηγορία αφορούσε τέλεση πράξεων που σκοπεύουν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή την αποτροπή σύλληψης κατά παράβαση του Άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2½ χρόνων. Οι άλλες δυο κατηγορίες ήταν για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 χρόνων στην κάθε κατηγορία. Η τελευταία κατηγορία αφορούσε στο αδίκημα της παράνομης εισόδου στη Δημοκρατία της Κύπρου μέσω μη εγκεκριμένου λιμένος κατά παράβαση του Άρθρου 12(1)(5) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και του επιβλήθηκε φυλάκιση δύο μηνών.

Ο εφεσείων άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης. Κατά την πρώτη εμφάνιση του, ζήτησε αναβολή για να εκπροσωπηθεί από τη δικηγόρο που χειρίστηκε την υπόθεση πρωτοδίκως. Δόθηκε η αναβολή αλλά κατά την ορισθείσα δικάσιμο, ο εφεσείων δήλωσε πως δεν επιθυμούσε να έχει δικηγόρο και ότι θα χειριζόταν ο ίδιος την υπόθεσή του.

Τα γεγονότα της υπόθεσης καταγράφονται στην πρωτόδικη απόφαση και με συντομία θα τα επαναλάβουμε. Στις 4.6.2011 ενώ ο εφεσείων βρισκόταν στο σπίτι κάποιας γυναίκας στη Λεμεσό ήρθε ο παραπονούμενος με τον οποίο η εν λόγω γυναίκα συζούσε προηγουμένως και με τον οποίο απέκτησε παιδί. Οι δύο άντρες παρέμειναν με τη γυναίκα στο ίδιο σπίτι μέχρι αυτή να αποφασίσει με ποιο από τους δύο θα συζούσε. Στις 7.6.2011 ενώ έτρωγαν και συζητούσαν, ο παραπονούμενος ζήτησε από την πρώην συμβία του να δηλώσει με [*192]ποιο από τους δύο θέλει να μείνει. Ο εφεσείων, αντιδρώντας άρχισε να κτυπά τον παραπονούμενο με τα χέρια και τα πόδια στο κεφάλι με αποτέλεσμα να τον τραυματίσει. Ο παραπονούμενος μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο όπου διαπιστώθηκε κάταγμα κάτω γνάθου αριστερά, κάταγμα ζυγωματικού αριστερά, καθώς και εκχυμώσεις σε διάφορα μέρη του σώματός του. Κρατήθηκε για νοσηλεία στο χειρουργικό τμήμα του νοσοκομείου από το οποίο εξήλθε λίγες μέρες αργότερα. Τα γεγονότα αυτά αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία στοιχειοθετήθηκε η πρώτη κατηγορία.

Στις 18.6.2011 και ώρα 00.30 η αστυνομία, κατόπιν πληροφορίας, βρήκε τον παραπονούμενο αναίσθητο πάνω σε πεζοδρόμιο στην οδό Λακωνίας στη Λεμεσό. Ο παραπονούμενος μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε θλαστικό τραύμα στον τράχηλο δεξιά, τραυματισμό γλώσσας, αποκόλληση δοντιών, οίδημα και εκχυμώσεις τραχήλου, οίδημα αριστερού αυτιού, αιμάτωμα στη βάση της γλώσσας και στοματικές κακώσεις. Διαπιστώθηκε επίσης επιπλοκή στα κατάγματα που είχε υποστεί κατά το προηγούμενο επεισόδιο. Σε γραπτή κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, ανέφερε ότι το βράδυ της 17.6.2011 είχε μεταβεί στο σπίτι της πρώην συμβίας του όπου βρισκόταν και ο εφεσείων. Εκεί παρέμεινε για τρεις περίπου ώρες, συζητώντας και πίνοντας ζιβανία με τον εφεσείοντα. Σε κάποια στιγμή, ο εφεσείων απρόκλητα άρχισε να τον κτυπά με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις του και να μη θυμάται περισσότερες λεπτομέρειες. Ο εφεσείων συνελήφθη από την αστυνομία και μεταξύ άλλων παραδέχθηκε ότι έφθασε στα κατεχόμενα από την Τουρκία πριν από τέσσερα χρόνια και ότι πέρασε στις ελεύθερες περιοχές πριν από 1½ περίπου χρόνο.

Το παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το στοιχείο της μέθης ως παράγοντα μετριαστικό της ποινής. Ανέφερε συναφώς ότι πριν τη διάπραξη των αδικημάτων τόσο κατά το πρώτο επεισόδιο όσο και κατά το δεύτερο, κατανάλωσε ζιβανία και λόγω μέθης δεν ήταν σε θέση να ελέγχει τον εαυτό του και τις πράξεις του. Το παράπονο δεν ευσταθεί γιατί ξεκάθαρα προκύπτει από το περιεχόμενο της εκκαλούμενης απόφασης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρεται στο στοιχείο της μέθης το οποίο έλαβε υπόψη, ενδεχομένως λανθασμένα, προς όφελος του εφεσείοντα. Στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Τσιολή (1991) 2 Α.Α.Δ. 194, λέχθηκε ότι η μέθη μπορεί να θεωρηθεί ως ελαφρυντικό στοιχείο αφού εκτιμηθεί μαζί με τα υπόλοιπα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης. Έχοντας υπόψη τα περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης θεωρούμε ότι το στοιχείο της μέθης θα μπορούσε ενδεχομένως να προσμετρήσει ως παράγων επιβαρυ[*193]ντικός παρά ως μετριαστικός της ποινής. Όμως αυτή η πτυχή της υπόθεσης δεν θα μας απασχολήσει καθότι η έφεση που έχουμε ενώπιόν μας, ασκήθηκε από τον εφεσείοντα και όχι από το Γενικό Εισαγγελέα οπότε θα ήταν άτοπο να επεκταθούμε περισσότερο. Κατά τα άλλα, οι συνθήκες τέλεσης των αδικημάτων προκαλούν αποτροπιασμό. Το κυρίαρχο στοιχείο στη συμπεριφορά του εφεσείοντα είναι η έντονη βία που απρόκλητα χρησιμοποίησε εναντίον του παραπονούμενου τόσο κατά το πρώτο όσο και κατά το δεύτερο επεισόδιο. Οι σοβαρές σωματικές βλάβες και κακώσεις που υπέστη το θύμα ως αποτέλεσμα της βάναυσης συμπεριφοράς του εφεσείοντα είναι το άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την υπόθεση.

Τα φαινόμενα βίας που συχνά παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό σε διάφορες εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, μας προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία. Η βία στα γήπεδα, στους δρόμους, στην οικογένεια ακόμη και στα σχολεία είναι πλέον θέματα της καθημερινότητας. Προτού αυτά τα φαινόμενα προσλάβουν μεγαλύτερες διαστάσεις και με ολέθριες συνέπειες, κάποιοι πρέπει να προβληματιστούν ώστε εγκαίρως και με τα κατάλληλα μέτρα να αντιμετωπιστεί όσο μπορεί πιο αποτελεσματικά η κατάσταση. Τα δικαστήρια από τη δική τους πλευρά, οφείλουν να μεριμνούν ώστε οι υποθέσεις αυτού του είδους να εκδικάζονται χωρίς καθυστέρηση και να επιβάλλονται στους δράστες αποτρεπτικές ποινές, στέλλοντας έτσι μήνυμα μηδενικής ανοχής.

Επανερχόμενοι στην παρούσα υπόθεση, θεωρούμε ότι η έφεση είναι ανεδαφική. Οι ποινές που το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα είναι υπό τις περιστάσεις επιεικείς και οπωσδήποτε θα μπορούσαν να ήταν αυστηρότερες.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο