Βασιλείου Λάμπρος ν. Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 254

(2012) 2 ΑΑΔ 254

[*254]4 Μαΐου, 2012

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 159/2009)

 

Ναρκωτικά ― Επικύρωση ποινής φυλάκισης δώδεκα χρόνων σε κατηγορίες για εισαγωγή και κατοχή  με σκοπό την προμήθειά ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως «Β», ρητίνης κάνναβης βάρους 11 κιλών και 501,7 γραμμαρίων ― Συμπέρασμα ότι ο εφεσείων είχε υπό τον έλεγχό του τα ναρκωτικά και ότι η φυσική κατοχή των ναρκωτικών δεν αποτελούσε προϋπόθεση για στήριξη της καταδίκης ― Άρθρο 2(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/1977 ως έχει τροποποιηθεί.

Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Τα ευρήματα αξιοπιστίας είναι αλληλένδετα με τη συνολική εκτίμηση της μαρτυρίας και των προεκτάσεων της που συναρτάται με την αντικειμενική όψη των πραγμάτων.

Ποινή ― Μείωση για ανθρωπιστικούς λόγους ― Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στη μείωση της ποινής για λόγους ανθρωπιστικούς που προκύπτουν μετά την καταδίκη και την επιβολή ποινής από το πρωτόδικο δικαστήριο ― Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει απαραιτήτως να αποδεικνύονται σοβαροί λόγοι που να δικαιολογούν ένα τέτοιο διάβημα.

Ο εφεσείων αμφισβήτησε την καταδίκη και την ποινή δωδεκαετούς φυλάκισης που του επιβλήθηκε αφού βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, σε κατηγορίες που αφορούσαν εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως «Β», ρητίνης κάνναβης βάρους 11 κιλών και 501,7 γραμμαρίων και κατοχή με σκοπό την προμήθειά του σε τρίτα πρόσωπα.

Ο εφεσείων συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας όταν παρέλαβε δύο πακέτα στα οποία υπήρχαν συσκευασμένα έξι μικρά τρα[*255]πεζάκια αραβικού τύπου που είχαν αποσταλεί στην Κύπρο αεροπορικώς από το Λίβανο. Ο εφεσείων ήταν ο αποστολέας και ο παραλήπτης των εν λόγω εμπορευμάτων.

Η εκδοχή που ο εφεσείων προώθησε ενόρκως με τη μαρτυρία του ήταν ότι ενώ βρισκόταν στο Λίβανο όπου είχε μεταβεί για να αγοράσει εξαρτήματα αυτοκινήτων, δέχθηκε τηλεφώνημα από κάποιο εμπορικό συνεργάτη του από την Ιταλία, ο οποίος τον παρακάλεσε να μεριμνήσει για τη μεταφορά στην Κύπρο 6 μικρών τραπεζιών αραβικού τύπου για σκοπούς έκθεσης.

Η εκδοχή αυτή, αποτέλεσε το μόνο ουσιώδες στήριγμα της υπεράσπισης του εφεσείοντα και η σχετική προς τούτο προσαχθείσα  μαρτυρία  κρίθηκε αναξιόπιστη.

Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:

α) Ήταν εσφαλμένη η αξιολόγηση της μαρτυρίας.

β) Το Κακουργιοδικείο δεν εφάρμοσε σωστά τις αρχές που διέπουν την ποινική δίκη καθότι ουσιώδη κενά της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής παραγνωρίστηκαν χωρίς να εξεταστεί ο λόγος για τον οποίο η Αστυνομία παρέλειψε να παρουσιάσει μαρτυρία για τη συμπλήρωση των εν λόγω κενών που στο τέλος συμπληρώθηκαν με απλές εικασίες.

γ)  Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα άλλαξαν σημαντικά λόγω νέων γεγονότων που προέκυψαν μετά την καταδίκη και την επιβολή της ποινής, γεγονός που δικαιολογούσε τη μείωση της ποινής.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά διαπίστωσε ότι ο εφεσείων προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποστασιοποιηθεί από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορήθηκε.

2. Το σύνολο των ενεργειών του εφεσείοντα στο Λίβανο αποκάλυπτε τη γνώση του για τα ναρκωτικά. Ο εφεσείων ήταν το πρόσωπο που διευθέτησε την αποστολή των δύο πακέτων στην Κύπρο και για το σκοπό αυτό πήγε στο γραφείο της εταιρείας με το οποίο συνεργαζόταν και από αυτούς παρέλαβε το δελτίο αποστολής των πακέτων και τη σχετική απόδειξη πληρωμής.

3. Εύλογα μπορούσε κάποιος να διερωτηθεί γιατί χρειάστηκε η ισχυ[*256]ριζόμενη μεσολάβηση του εφεσείοντα για την αποστολή των πακέτων στην Κύπρο. Επί αυτού δεν δόθηκε καμιά πειστική απάντηση. Ενόψει τούτου, το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων είχε υπό τον έλεγχό του τα ναρκωτικά και ότι η φυσική κατοχή των ναρκωτικών δεν αποτελούσε προϋπόθεση για στήριξη της καταδίκης ήταν το μόνο λογικό συμπέρασμα υπό τις περιστάσεις.

4. Το πρωτόδικο δικαστήριο επιμελώς ασχολήθηκε με την αξιολόγηση της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν του. Οι διαπιστώσεις του επί των γεγονότων συνήδαν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη και ορθώς αποτέλεσε τη βάση επί της οποίας στηρίχθηκε η καταδίκη του εφεσείοντα.

5. Τα όσα προβλήθηκαν περί λανθασμένης ή πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας αφορούσαν εντελώς επουσιώδη θέματα τα οποία ουδόλως μετέβαλλαν την ουσία της υπόθεσης.

6. Τα φερόμενα κατά τον εφεσείοντα ως «κενά» της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής ήταν ανύπαρκτα. Ο υπαινιγμός ότι τα τραπεζάκια δυνατό να ανταλλάχθηκαν, ορθώς απορρίφθηκε από το Κακουργιοδικείο ως υποθετικό σενάριο και ως ερχόμενο σε σύγκρουση με παραδοχές του εφεσείοντα.

7. Το Κακουργιοδικείο σημείωσε ακόμα και τη μαρτυρία ότι σύμφωνα με τις έρευνες της Ιντερπόλ του Λιβάνου τόσο το  πρόσωπο το οποίο επικαλέστηκε ο εφεσείων ότι του ζήτησε να μεριμνήσει για τη μεταφορά των τραπεζιών, όσο και οι εταιρείες με τις οποίες ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι συνεργαζόταν, ήταν ανύπαρκτα πρόσωπα.

8. Ο θάνατος της συζύγου του εφεσείοντα και το προκύπτον θέμα της φροντίδας κλπ. της ανήλικης θυγατέρας του δεν αποτελούσαν βάσιμο λόγο για μείωση της ποινής χωρίς ο,τιδήποτε άλλο.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Βασιλείου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 385,

Περικλέους v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 34,

Ιωάννου άλλως ‘Τίτος’ κ.ά. v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 409,

[*257]Αθηνής v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 256,

Σιβιτανίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 2 A.A. 166,

Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1056,

Μουζάκης v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 220.

Έφεση κατά της Καταδίκης και της Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Παναγή, Π.Ε.Δ. , Ζωμενή, Α.Ε.Δ., Δαυίδ, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 11140/08), ημερομηνίας 23/7/09.

Π. Παυλίδης, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Πασιαρδή, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, βρέθηκε ένοχος σε τρεις κατηγορίες που αντιστοίχως αφορούσαν εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως «Β» (1η κ/ρία), κατοχή του εν λόγω φαρμάκου (2η κ/ρία) και κατοχή με σκοπό την προμήθειά του σε τρίτα πρόσωπα χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (3η κ/ρία). Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 12 ετών στις κατηγορίες 1 και 3 και καμιά ποινή στη 2η κατηγορία επειδή τα σχετικά με αυτή γεγονότα εμπεριέχονται στα γεγονότα της 3ης κατηγορίας. (Βλ. Βασιλείου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 385 και Περικλέους v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 34.)

Οι επιστημονικές εξετάσεις κατέδειξαν ότι τα ναρκωτικά, αντικείμενο των κατηγοριών, ήταν ρητίνη κάνναβης βάρους 11 κιλών και 501,7 γραμμαρίων. Ο εφεσείων συνελήφθη στις 28.6.2008 στο αεροδρόμιο Λάρνακας κατά την παραλαβή δύο πακέτων στα οποία υπήρχαν συσκευασμένα έξι εξάγωνα μικρά τραπεζάκια αραβικού τύπου που είχαν αποσταλεί στην Κύπρο αεροπορικώς από το Λίβανο. Ο εφεσείων ήταν ο αποστολέας και ο παραλήπτης των εν λόγω εμπορευμάτων. Οι τελωνειακοί λειτουργοί του αεροδρομίου έκριναν σκόπιμο να διενεργήσουν [*258]ακτινοδιαγνωστικούς ελέγχους στα τραπεζάκια λόγω υποψίας ότι έκρυβαν στο εσωτερικό τους ναρκωτικά. Γνώριζαν ότι παρόμοια τραπεζάκια είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για μεταφορά ναρκωτικών και ότι ο εφεσείων ήταν ύποπτος για πράξεις που σχετίζονταν με ναρκωτικά. Επειδή οι έλεγχοι κατέδειξαν την ύπαρξη ύποπτων αντικειμένων στο εσωτερικό των τραπεζιών, τελωνειακός λειτουργός, με τη συγκατάθεση του εφεσείοντα, έσπασε ένα από τα τραπεζάκια και όντως στο εσωτερικό του, βρέθηκαν σκευάσματα ναρκωτικών. Ακολούθως έσπασαν και τα υπόλοιπα όπου και σε αυτά εντοπίστηκαν σκευάσματα ναρκωτικών. Συνολικά βρέθηκαν 36 πλάκες ρητίνης κάνναβης, αντικείμενο των κατηγοριών. Αφού επεστήθη η προσοχή του εφεσείοντα στο νόμο αυτός απάντησε «εγώ δεν ξέρω τίποτε, έφερα τα τραπεζάκια για έκθεση».

Η εκδοχή που ο εφεσείων προώθησε ενόρκως με τη μαρτυρία του είναι ότι ενώ βρισκόταν στο Λίβανο όπου είχε μεταβεί για να αγοράσει εξαρτήματα αυτοκινήτων, δέχθηκε τηλεφώνημα από κάποιο Πιέρο, εμπορικό συνεργάτη του από την Ιταλία, ο οποίος τον παρακάλεσε να μεριμνήσει για τη μεταφορά στην Κύπρο 6 μικρών τραπεζιών αραβικού τύπου για σκοπούς έκθεσης. Όπως του είπε, θα επικοινωνούσε μαζί του κάποιος Μοχάμετ ο οποίος θα του παρέδιδε τα τραπεζάκια. Πράγματι, ο Μοχάμετ επικοινώνησε με τον εφεσείοντα και ύστερα από αλλεπάλληλες μεταξύ τους συνεννοήσεις και με την εμπλοκή κάποιου Ναπίλ, οδηγού ταξί, τα δύο πακέτα με τα τραπεζάκια στάληκαν στην Κύπρο μέσω γραφείου αποστολής δεμάτων με την επωνυμία Breakaway, γνωστού στον εφεσείοντα αφού μέσω του εν λόγω γραφείου είχε αποστείλει προηγουμένως στην Κύπρο εξαρτήματα και ελαστικά αυτοκινήτου. Προτού ο εφεσείων αναχωρήσει για την Κύπρο πήγε με τον Ναπίλ στο γραφείο της Breakaway όπου παρέλαβε το δελτίο αποστολής των δύο πακέτων που στάληκαν στην Κύπρο και τη σχετική απόδειξη πληρωμής ημερ. 23.6.2008. Ο εφεσείων, την επομένη της αφίξεως του στην Κύπρο, τηλεφώνησε στα γραφεία της Middle East Airlines και πληροφορήθηκε ότι τα δύο πακέτα ήταν ήδη στην Κύπρο. Αυθημερόν (28.6.2008) πήγε στο αεροδρόμιο Λάρνακας συνοδευόμενος από ένα φίλο του και κάποιο εκτελωνιστή για την εκτελώνιση και παραλαβή των πακέτων με τα τραπεζάκια που την επομένη επρόκειτο να τοποθετηθούν σε έκθεση. Κατά τον τελωνειακό έλεγχο διαδραματίστηκαν τα προαναφερόμενα γεγονότα στη βάση των οποίων στηρίχθηκαν οι κατηγορίες εναντίον του εφεσείοντα.

Ο εφεσείων κατέθεσε ενόρκως ότι ταξίδευε συχνά στο Λίβανο λόγω των εμπορικών του δραστηριοτήτων αλλά και λόγω της [*259]σχέσης που διατηρούσε με κάποια κοπέλα που διέμενε στο Λίβανο. Επιστρέφοντας στην Κύπρο από το Λίβανο έτυχε να υποβληθεί σε αρκετές περιπτώσεις σε εξονυχιστικούς ελέγχους από λειτουργούς του τελωνείου χωρίς ποτέ να προκύψει ο,τιδήποτε το επιλήψιμο. Η ουσία της εκδοχής του εφεσείοντα είναι ότι όλες οι ενέργειες του στο Λίβανο και στην Κύπρο που σχετίζονταν με την αποστολή και παραλαβή των δύο πακέτων αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση του Πιέρο ύστερα από σχετική παράκληση του τελευταίου. Ο ίδιος (ο εφεσείων) δεν γνώριζε ο,τιδήποτε για τα ναρκωτικά που ήταν κρυμμένα στα τραπεζάκια. Η εκδοχή του όπως αυτή αναδύεται μέσα από τη μαρτυρία του αποτέλεσε το μόνο ουσιώδες στήριγμα της υπεράσπισης του. Ωστόσο, η μαρτυρία αυτή κρίθηκε αναξιόπιστη. Το Κακουργιοδικείο στηρίχθηκε αποκλειστικά στα ουσιώδη σημεία της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής και επί αυτής της μαρτυρίας κατέληξε στο τελικό συμπέρασμα ενοχής του εφεσείοντα.

Ο εφεσείων με τρεις λόγους έφεσης αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης που αφορά στην καταδίκη και με ένα ακόμη λόγο αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης για την ποινή. Κοινή συνισταμένη των λόγων έφεσης 1 και 2 αποτελεί το θέμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και τα επιμέρους παράπονα για πλημμέλειες του Κακουργιοδικείου που αφορούν στο θέμα της αξιολόγησης. Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εφεσείων παραπονείται ότι το Κακουργιοδικείο δεν εφάρμοσε σωστά τις αρχές που διέπουν την ποινική δίκη καθότι ουσιώδη κενά της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής παραγνωρίστηκαν χωρίς να εξεταστεί ο λόγος για τον οποίο η Αστυνομία παρέλειψε να παρουσιάσει μαρτυρία για τη συμπλήρωση των εν λόγω κενών που στο τέλος συμπληρώθηκαν με απλές εικασίες. Με τον τελευταίο λόγο έφεσης προβάλλεται ισχυρισμός ότι οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα άλλαξαν σημαντικά λόγω νέων γεγονότων που προέκυψαν μετά την καταδίκη και την επιβολή της ποινής πράγμα που δικαιολογεί τη μείωση της ποινής την οποία ο εφεσείων δεν θεωρεί υπερβολική.

Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά διαπίστωσε ότι ο εφεσείων προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποστασιοποιηθεί από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορήθηκε. Αναφέρεται συναφώς ότι ενώ η θέση του ήταν ότι ο Πιέρο του ζήτησε για πρώτη φορά στις 13.6.2008 να μεριμνήσει για τη μεταφορά των επίδικων τραπεζιών στην Κύπρο, ο εκτελωνιστής Λευτέρης Ανδρέου (Μ.Κ.11), η μαρτυρία του οποίου κρίθηκε αξιόπιστη, κατέθεσε ότι ο εφεσείων από τις 10.6.2008, δηλαδή πριν την επικοινωνία του εφεσείοντα με τον Πιέρο, του ανέφερε ότι θα τον χρειαζόταν εντός [*260]των ημερών για την εκτελώνιση εμπορευμάτων.

Η μαρτυρία για τα γεγονότα που προηγήθηκαν της άφιξης των πακέτων στην Κύπρο προήλθε αποκλειστικά από τον εφεσείοντα και από κάποια έγγραφα που παρουσιάστηκαν στο Κακουργιοδικείο. Για όσα διαδραματίστηκαν μετά την άφιξη των πακέτων στην Κύπρο, δόθηκε μαρτυρία και από τις δύο πλευρές. Αυτό που προέκυψε ως αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι ο εφεσείων, ως ο παραλήπτης των πακέτων, μετέβη στο αεροδρόμιο Λάρνακας στις 28.6.2008 για να παραλάβει τα πακέτα. Με βάση τα έγγραφα αποστολής προέκυψε ότι αποστολέας των πακέτων ήταν ο εφεσείων ο οποίος ωστόσο, αμφισβήτησε αυτή την ιδιότητα. Σχετικά με αυτή τη πτυχή του θέματος ο εφεσείων πρόβαλε αντιφατικούς ισχυρισμούς και ανεδαφικές δικαιολογίες οι οποίες καταγράφονται στην εκκαλούμενη απόφαση. Το σύνολο των ενεργειών του εφεσείοντα στο Λίβανο αποκαλύπτει τη γνώση του για τα ναρκωτικά. Ο εφεσείων ήταν το πρόσωπο που διευθέτησε την αποστολή των δύο πακέτων στην Κύπρο και για το σκοπό αυτό πήγε στο γραφείο της Breakaway με το οποίο συνεργαζόταν και από αυτούς παρέλαβε το δελτίο αποστολής των πακέτων και τη σχετική απόδειξη πληρωμής. Εύλογα μπορεί κάποιος να διερωτηθεί γιατί χρειάστηκε η μεσολάβηση του εφεσείοντα για την αποστολή των πακέτων στην Κύπρο ενώ αυτό μπορούσε να γίνει απευθείας από το Μοχάμετ και μάλιστα με παραλήπτη το πρόσωπο που θα ήταν και ο τελικός αποδέκτης σύμφωνα με τη δήθεν υπόδειξη του Πιέρο. Επί αυτού δεν δόθηκε καμιά πειστική απάντηση. Ενόψει τούτου, θεωρούμε ότι το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων είχε υπό τον έλεγχό του τα ναρκωτικά ήταν το μόνο λογικό συμπέρασμα υπό τις περιστάσεις και ότι η φυσική κατοχή των ναρκωτικών δεν αποτελούσε προϋπόθεση για στήριξη της καταδίκης. Βλ. Άρθρο 2(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου, Ιωάννου άλλως ‘Τίτος’ κ.ά. v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 409 και Αθηνής v. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 256.

Το πρωτόδικο δικαστήριο επιμελώς ασχολήθηκε με την αξιολόγηση της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν του. Οι διαπιστώσεις του επί των γεγονότων συνάδουν πλήρως με τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη και ορθώς αποτέλεσε τη βάση επί της οποίας στηρίχθηκε η καταδίκη του εφεσείοντα. Στη Σιβιτανίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 166 επαναλήφθηκε η αρχή ότι «Τα ευρήματα αξιοπιστίας είναι αλληλένδετα με τη συνολική εκτίμηση της μαρτυρίας και των προεκτάσεων της και συναρτάται με την αντικειμενική όψη των πραγμάτων (βλ. Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα [*261](1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1056 και Μουζάκης v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 220).».

Θεωρούμε πως δεν υπάρχει έστω και το παραμικρό περιθώριο επέμβασης προς ανατροπή των ευρημάτων του Κακουργιοδικείου είτε αυτά αφορούν σε θέματα αξιοπιστίας είτε στα γεγονότα της υπόθεσης. Τα όσα ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα αναφέρει στην αγόρευσή του περί λανθασμένης ή πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας αφορούν εντελώς επουσιώδη θέματα τα οποία ουδόλως μεταβάλλουν την ουσία της υπόθεσης. Για παράδειγμα, δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία για τους σκοπούς της υπόθεσης ή καλύτερα για την υπεράσπιση του εφεσείοντα αν ήταν ο Άλφα ή ο Βήτα που εισηγήθηκε το σπάσιμο των τραπεζιών μετά τον ακτινοδιαγνωστικό έλεγχο ούτε θα είχε οποιαδήποτε σημασία ποιος ήταν ο ακριβής αριθμός του διαβατηρίου του εφεσείοντα. Αυτά τα θέματα όπως και κάποια άλλα επίσης ήσσονος σημασίας που θίγει ο δικηγόρος του εφεσείοντα στην αγόρευσή του μπορεί να συνιστούν επουσιώδεις διαφορές οι οποίες ωστόσο καθόλου δεν δικαιολογούν επέμβαση του Εφετείου.

Καθόσον αφορά τον τρίτο λόγο έφεσης αυτός κρίνεται ως παντελώς αβάσιμος. Το Κακουργιοδικείο εξέτασε όλες τις πτυχές της υπόθεσης και τα φερόμενα κατά τον εφεσείοντα ως «κενά» της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής είναι ανύπαρκτα. Διαπιστώθηκε ότι ο εφεσείων ταξίδεψε 82 φορές στο Λίβανο και ότι γνώριζε τον Ναπίλ ο οποίος ήταν ο προσωπικός του ταξιτζής. Ο υπαινιγμός ότι τα τραπεζάκια δυνατό να ανταλλάχθηκαν ορθώς απορρίφθηκε από το Κακουργιοδικείο ως υποθετικό σενάριο και ως ερχόμενο σε σύγκρουση με παραδοχές του εφεσείοντα. Παρόλο ότι η Ιντερπόλ εντόπισε τον Μοχάμετ στο Λίβανο και απέστειλε τη φωτογραφία του στην Κύπρο εντούτοις ο εφεσείων δεν τον αναγνώρισε όταν η αστυνομία του παρουσίασε την εν λόγω φωτογραφία γεγονός το οποίο ευλόγως δημιούργησε ερωτηματικά αν όντως η εκδοχή του ήταν αληθινή. Το Κακουργιοδικείο σημειώνει ακόμα και τη μαρτυρία ότι σύμφωνα με τις έρευνες της Ιντερπόλ του Λιβάνου τόσο ο Πιέρο όσο και οι εταιρείες με τις οποίες ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι συνεργαζόταν είναι ανύπαρκτα πρόσωπα. Θεωρούμε επομένως ότι το Κακουργιοδικείο εξέτασε κάθε σχετική πτυχή της υπόθεσης χωρίς να διαπιστώσει οποιοδήποτε ουσιώδες κενό στην υπόθεση των εφεσιβλήτων.

Ο τελευταίος λόγος έφεσης ουσιαστικά αποτελεί εισήγηση για μείωση της ποινής λόγω γεγονότων που προέκυψαν μετά την επιβολή της ποινής πρωτοδίκως. Ο εφεσείων δεν έθεσε ενώπιόν μας [*262]οποιαδήποτε στοιχεία στη βάση των οποίων θα μπορούσε να υποστηριχθεί δικαιολογημένα και πειστικά η μείωση της ποινής για ανθρωπιστικούς έστω λόγους. Ο θάνατος της συζύγου του εφεσείοντα και το προκύπτον θέμα της φροντίδας κλπ της ανήλικης θυγατέρας του δεν αποτελούν βάσιμο λόγο για μείωση της ποινής χωρίς ο,τιδήποτε άλλο. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στη μείωση της ποινής για λόγους ανθρωπιστικούς που προκύπτουν μετά την καταδίκη και την επιβολή ποινής από το πρωτόδικο δικαστήριο. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει απαραιτήτως να αποδεικνύονται σοβαροί λόγοι που να δικαιολογούν ένα τέτοιο διάβημα.

Η έφεση τόσο κατά της καταδίκης όσο και κατά της ποινής απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο