Militos Trading Ltd ν. Αθηνάς Μαλέκκου (2012) 2 ΑΑΔ 609

(2012) 2 ΑΑΔ 609

[*609]15 Οκτωβρίου, 2012

[ΝΙΚΟΛΑÏΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

MILITOS TRADING LIMITED,

Εφεσείοντες,

v.

ΑΘΗΝΑΣ ΜΑΛΕΚΚΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 150/2009)

 

Ποινικός Κώδικας ― Έκδοση επιταγής χωρίς αντίκρισμα κατά παράβαση του Άρθρου 305(Α)(1) του Ποινικού Κώδικα ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης με την οποία απορρίφθηκε ιδιωτική ποινική υπόθεση επί τω ότι δεν αποδείχθηκε ο χρόνος κατά τον οποίο υπογράφηκαν οι επίδικες επιταγές και συνακόλουθα ούτε η συνέργεια της εφεσίβλητης, η οποία επιτελείται κατά τον χρόνο της υπογραφής ― Δεν είχε προς τούτο αποδειχθεί ούτε και η πρόθεση της.

Εφετείο ― Παρατήρηση Εφετείου αναφορικά με το φαινόμενο της ασταθούς, πολλαπλής απόδοσης νομικών όρων, στα Ελληνικά.

Με την έφεση αμφισβητήθηκε απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία αθωώθηκε η εφεσίβλητη στην κατηγορία έκδοσης σωρείας επιταγών, οι οποίες αφού παρουσιάστηκαν στην τράπεζα εντός εύλογου χρόνου από την ημερομηνία που κατέστησαν πληρωτέες, δεν εξοφλήθηκαν λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων του εκδότη τους. Πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, το κατηγορητήριο όσον αφορούσε  στη συγκατηγορούμενη εταιρεία, αποσύρθηκε.

Το δικαστήριο, ύστερα από την ακροαματική διαδικασία, κατέληξε ότι υπήρχε κενό όσον αφορούσε στο χρόνο κατά τον οποίο υπογράφηκε κάθε μια από τις επίδικες επιταγές και δεδομένου ότι ο χρόνος υπογραφής επιταγών ήταν κρίσιμος για τη διαπίστωση της ύπαρξης πρόθεσης εκ μέρους της κατηγορουμένης, κατέληξε στην αθώωσή της.

Με την έφεση υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι:

[*610]α)      Το δικαστήριο λανθασμένα παρέλειψε να λάβει υπ’ όψιν ουσιαστικό μέρος της μαρτυρίας προβαίνοντας σε συμπεράσματα τα οποία καταφαίνονταν ως εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή δεν υποστηρίζονταν από αξιόπιστη μαρτυρία. 

β) Υπήρξε περιστατική μαρτυρία που απεδείκνυε το χρόνο υπογραφής των συγκεκριμένων επιταγών και την ύπαρξη πρόθεσης της εφεσίβλητης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Όπως ορθά επεσήμανε και το πρωτόδικο δικαστήριο, η αποδιδόμενη στην εφεσίβλητη συνέργεια στην έκδοση ακάλυπτης επιταγής συνίστατο στο γεγονός ότι αυτή υπέγραψε την επιταγή. Η συνέργεια επιτελείται κατά το χρόνο της υπογραφής της επιταγής.

2.  Δεν ήταν ορθή η θέση των εφεσειόντων ότι η ημερομηνία υπογραφής των επιταγών ήταν η ημερομηνία η οποία εμφαινόταν στις επιταγές. Αυτή η ημερομηνία αντιπροσώπευε την ημερομηνία κατά την οποία ήταν πληρωτέες. Μάρτυρας κατηγορίας, κατέθεσε ότι η εφεσίβλητη του εξέδωσε νέες μεταχρονολογημένες επιταγές.

3.  Ελλείψει μαρτυρίας για το χρόνο υπογραφής των επιταγών, δεν αποδεικνυόταν και η πρόθεση της εφεσίβλητης.

4.  Δεν υπήρξε περιστατική μαρτυρία που να απεδείκνυε τον χρόνο υπογραφής των συγκεκριμένων επιταγών και την ύπαρξη πρόθεσης της εφεσίβλητης.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γενικός Εισαγγελέας ν. Θεοδώρου (2002) 2 Α.Α.Δ. 9,

Παυλόπουλος ν. Skopy Shoe Factory Ltd (2003) 2 Α.Α.Δ. 261.

Έφεση εναντίον αθωωτικής απόφασης.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λυκούργου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 9744/07), ημερομηνίας 2/7/2009.

Α. Φράγκου (κα), για Χρ. Μιτσίδη, για τους Εφεσείοντες.

[*611]Κ. Ευσταθίου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση προσβάλλει την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία αθωώθηκε η εφεσίβλητη.

Η εφεσίβλητη ήταν Διευθύντρια της εταιρείας Thekona Graphic Arts Printers Ltd και κατηγορήθηκε ότι υπό την ιδιότητά της αυτή συνέδραμε την έκδοση σωρείας επιταγών, οι οποίες αφού παρουσιάστηκαν στην τράπεζα εντός εύλογου χρόνου από την ημερομηνία που κατέστησαν πληρωτέες, δεν εξοφλήθηκαν λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων του εκδότη τους. Πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, το κατηγορητήριο όσον αφορά την εταιρεία Thekona Graphic Arts Printers Ltd, αποσύρθηκε.

Το δικαστήριο, ύστερα από την ακροαματική διαδικασία, κατέληξε ότι υπάρχει κενό όσον αφορά το χρόνο κατά τον οποίο υπογράφηκε κάθε μια από τις επίδικες επιταγές και δεδομένου ότι ο χρόνος υπογραφής επιταγών είναι κρίσιμος για τη διαπίστωση της ύπαρξης πρόθεσης εκ μέρους της κατηγορουμένης, κατέληξε στην αθώωσή της.

Το δικαστήριο είχε σημειώσει προηγουμένως ότι η συνδρομή της εφεσίβλητης στην έκδοση κάθε μιας από τις επίδικες επιταγές είναι αξιόποινη μόνο αν αυτή, κατά το χρόνο της υπογραφής είχε πρόθεση να επιφέρει αυτό που η πράξη της επάγεται. Εφ’ όσον ο χρόνος αυτός είναι άγνωστος, είναι αδύνατον να αξιολογηθούν άλλα γεγονότα ή δείγματα συμπεριφοράς της, ικανά να πείσουν, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, πως η εφεσίβλητη γνώριζε τα ουσιώδη γεγονότα και άρα είχε την ανάλογη πρόθεση. Το γεγονός, κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, της υπογραφής των επίδικων επιταγών εκ μέρους της εταιρείας, οι οποίες δεν εξοφλήθηκαν λόγω ανεπαρκών υπολοίπων, δεν είναι αρκετό. Απαιτείται επιπλέον μαρτυρία για το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα η υπογραφή κάθε επιταγής. Μόνο έτσι είναι δυνατή η αξιολόγηση άλλων γεγονότων και συμπεριφορών για να εξαχθεί η γνώση και η πρόθεση της εφεσίβλητης κατά το χρόνο της εκάστοτε συνέργειας, κατά το χρόνο της εκάστοτε κατ’ ισχυρισμό αδικοπραγίας. Υποθέσεις ή υποψίες περί της γνώσης της εφεσίβλητης δεν είναι αρκετές. Ακόμα και η εύλογη υποψία δεν εξομοιώνεται με μαρτυρία (Γενικός Εισαγγελέας v. [*612]Θεοδώρου (2002) 2 Α.Α.Δ. 9, 16).

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι το δικαστήριο λανθασμένα παρέλειψε να λάβει υπ’ όψιν ουσιαστικό μέρος της μαρτυρίας προβαίνοντας σε συμπεράσματα τα οποία καταφαίνονται ως εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή δεν υποστηρίζονται από αξιόπιστη μαρτυρία. Το δικαστήριο, επισημαίνουν, ενώ αποδέχτηκε τη μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 ως αξιόπιστη και έκρινε ως αποδεδειγμένο γεγονός ότι οι επιταγές υπογράφηκαν από την εφεσίβλητη, την απάλλαξε γιατί δεν αποδείχθηκε ο χρόνος κατά τον οποίο υπογράφηκε κάθε μια από τις επιταγές.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία ο χρόνος υπογραφής των επιταγών αποδεικνύεται από τη μαρτυρία του Μ.Κ.1. Αποδεικνύεται ότι όταν κάποιες επιταγές που είχε εκδώσει πριν η εταιρεία έληξαν, ο Μ.Κ.1 τις πήρε στην εφεσίβλητη η οποία εξέδωσε νέες, επίσης μεταχρονολογημένες. Το πρωτόδικο δικαστήριο, καταλήγουν οι εφεσείοντες, πλημμελώς απέρριψε το μέρος αυτό της μαρτυρίας του Μ.Κ.1.

Στην περίπτωση έκδοσης επιταγής από εταιρεία, εκδότης είναι η εταιρεία και όχι ο διευθυντής ή ο σύμβουλος ο οποίος την υπογράφει και ο οποίος ενεργεί υπό την αντιπροσωπευτική του ιδιότητα.  Είναι δυνατόν σύμβουλος που υπογράφει την επιταγή να υπέχει ποινική ευθύνη ως συνεργός, νοουμένου ότι αποδεικνύεται η πρόθεσή του σε σχέση με τη συνέργεια και τις περιστάσεις του αδικήματος.

Όπως σωστά επισημαίνει και το πρωτόδικο δικαστήριο, η αποδιδόμενη στην εφεσίβλητη συνέργεια στην έκδοση ακάλυπτης επιταγής συνίσταται στο γεγονός ότι αυτή υπέγραψε την επιταγή. Η συνέργεια επιτελείται κατά το χρόνο της υπογραφής της επιταγής (Παυλόπουλος v. Skopy Shoe Factory Ltd (2003) 2 Α.Α.Δ. 261).

Δεν είναι ορθή η θέση των εφεσειόντων ότι η ημερομηνία υπογραφής των επιταγών είναι η 23.11.2006. Αυτή είναι η ημερομηνία η οποία εμφαίνεται στις επιταγές και αντιπροσωπεύει την ημερομηνία κατά την οποία ήταν πληρωτέες, μια και ο ίδιος ο Μ.Κ.1 κατέθεσε ότι η εφεσίβλητη του εξέδωσε νέες μεταχρονολογημένες επιταγές. Ελλείψει μαρτυρίας για το χρόνο υπογραφής των επιταγών, δεν αποδεικνύεται και η πρόθεση της εφεσίβλητης.

Εν όψει όλων των πιο πάνω, η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί αφού ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι δεν έχει αποδειχθεί η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος. Δεν συμφωνούμε με τους εφεσείοντες ότι υπήρξε περιστατική μαρτυρία που απο[*613]δεικνύει το χρόνο υπογραφής των συγκεκριμένων επιταγών και την ύπαρξη πρόθεσης της εφεσίβλητης. Κανένα από τα προβαλλόμενα επιχειρήματα στο δεύτερο λόγο έφεσης δεν απαντά στο βασικό ερώτημα του χρόνου υπογραφής των επιταγών.

Στην παρούσα υπόθεση και δεν εννοούμε μόνο στην απόφαση, ο όρος «mens rea» αποδόθηκε στα ελληνικά με διάφορους τρόπους. «Υποκειμενική υπόσταση» που κατά τη γνώμη μας, είναι και το ορθό, αλλά και «ένοχη πρόθεση», «νοητικό στοιχείο» ή «ένοχη διάνοια». Ακόμα τα αδικήματα απόλυτης ευθύνης «αποδόθηκαν ως αδικήματα βασικής πρόθεσης». Το φαινόμενο της ασταθούς, πολλαπλής απόδοσης στα ελληνικά νομικών όρων, είναι επαναλαμβανόμενο. Ίσως να έχει επιτέλους επέλθει ο χρόνος αντιμετώπισης, με κάποιο τρόπο, του προφανούς προβλήματος, το οποίο υφίσταται από τη ψήφιση του περί Επισήμων Γλωσσών της Κυπριακής Δημοκρατίας Νόμου του 1988, Ν.67/1988, όπως έχει τροποποιηθεί.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο