Yaacoub Hossam Taleb ν. Δημοκρατίας (2014) 2 ΑΑΔ 165

ECLI:CY:AD:2014:B198

(2014) 2 ΑΑΔ 165

[*165]19 Μαρτίου, 2014

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

HOSSAM TALEB YAACOUB,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 72/2013)

 

 

Ποινικός Κώδικας ― Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων ― Εφεσείων μέλος της οργάνωσης Hezbollah εκτελούσε οδηγίες της με συγκεκριμένο σχεδιασμό, παρακολουθώντας χώρους ισραηλινών συμφερόντων στην Κύπρο ― Επικύρωση καταδικαστικής απόφασης Κακουργιοδικείου με την οποία εκρίθη ότι πράξεις του εφεσείοντα καθιστούσαν την οργάνωση στην οποία μετείχε, «εγκληματική» εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β του Κεφ.154 και ότι ο ίδιος είχε συμμετοχή - Απόφαση κατά πλειοψηφία ― Προσμέτρηση παράγοντα ύπαρξης στρατιωτικού σκέλους της οργάνωσης που σκοπούσε στην τέλεση ποινικών αδικημάτων ― Γνώση των παράνομων και διακηρυγμένων σκοπών ή δραστηριοτήτων της οργάνωσης, από τον εφεσείοντα ― Μειοψηφούσα κατάληξη περί εσφαλμένης κρίσης για ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης ― Απόφανση μειοψηφίας ότι ο χαρακτηρισμός μιας οργάνωσης ως «εγκληματικής» συναρτάται αποκλειστικά με τους σκοπούς σύστασης και λειτουργίας της και όχι από τις μεμονωμένες ενέργειες  μέλους της, έστω και αν αυτές έγιναν κατ’ εντολή της ― Διαφωνία μειοψηφίας και ως προς τα συμπεράσματα που θα μπορούσαν να εξαχθούν από την ύπαρξη  προπαρασκευστικών πράξεων.

 

Ποινικός Κώδικας ― Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων ― Άρθρα 63Α και 63Β του Κεφ. 154 ― Το αδίκημα δυνάμει του Άρθρου 63Α συντελείται με την απλή συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, χωρίς οποιαδήποτε άλλη πράξη, ενώ δυνάμει του Άρθρου 63Β(1)(β) απαιτείται συμμετοχή με πράξη εγκληματικής οργάνωσης, την οποία θα έπρεπε λογικά ο εφεσείων να γνωρίζει ότι συνδέεται με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινι[*166]κού αδικήματος ― Σημασία προπαρασκευαστικών πράξεων.

 

Ποινικό δίκαιο ― Εγκληματική οργάνωση ― Ποιες πράξεις καθιστούν την οργάνωση «εγκληματική» εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β του Κεφ. 154 ― Νομολογία Ε.Δ.Α.Δ.

 

Ποινικό δίκαιο ― Εύλογη γνώση ― Το συστατικό στοιχείο της εύλογης γνώσης για κάτι, δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την ύπαρξη γνώσης για «την ύπαρξη του ή να εθελοτυφλεί κάποιος ή να κλείνει τα μάτια του μπροστά στην πραγματικότητα».

 

Λέξεις και Φράσεις ― «Εγκληματική οργάνωση» στα Άρθρα 63Α και 63Β του Κεφ. 154.

 

Ο εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού, οκτώ κατηγορίες. Αθωώθηκε σε τρεις από αυτές και κρίθηκε ένοχος στις υπόλοιπες.

 

Οι πέντε κατηγορίες στις οποίες κρίθηκε ένοχος αφορούσαν συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση (2η και 3η κατηγορία), κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.), συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων (4η και 5η κατηγορία) κατά παράβαση του Άρθρου 63Β του Π.Κ. και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (6η κατηγορία), κατά παράβαση διατάξεων του σχετικού Νόμου του 2007 (Ν.188(1)/07 όπως τροποποιήθηκε). Του επεβλήθη σωρευτικώς η ποινή των 4 χρόνων φυλάκισης από 7.7.12 μόνο στις κατηγορίες 4 και 5.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου και την οποία σε μεγάλο βαθμό αποδέχθηκε, ο εφεσείων ο οποίος κατάγεται από το Λίβανο, είναι κάτοχος λιβανικής και σουηδικής υπηκοότητας και από το 2007 είναι μέλος της Οργάνωσης Hezbollah η οποία ιδρύθηκε στο Λίβανο το 1982, ως απάντηση στην εισβολή του ισραηλινού στρατού στα νότια εδάφη της χώρας.

 

Στρατολογήθηκε από την Οργάνωση το 2007 και αφού έτυχε στρατιωτικής και άλλης εκπαίδευσης – όπως το να δημιουργεί ιστορίες κάλυψης για απόκρυψη των πραγματικών του σκοπών – του ανατέθηκαν μυστικές αποστολές σε διάφορες χώρες. Μεταξύ αυτών και η Κύπρος, την οποία επισκέφθηκε συνολικά 8 φορές.

 

Κατά την εκτέλεση αυτών των αποστολών, με οδηγίες της Οργάνωσης που του διαβιβάζονταν μέσω κάποιου εντολέα Aiman που ήταν ο σύνδεσμος/χειριστής του, προέβη στις εξής ενέργειες όπως ο ίδιος τις [*167]περιέγραψε στις καταθέσεις που έδωσε στην Αστυνομία ύστερα από τη σύλληψη του στην Κύπρο ύστερα από σχετικές πληροφορίες:-

 

1.  Εντόπισε ανοικτό χώρο πίσω από το παλαιό νοσοκομείο Λεμεσού, τον οποίο μελέτησε, φωτογράφισε και σχεδίασε και στη συνέχεια παρέδωσε το σχεδιάγραμμα και την κάρτα μνήμης των φωτογραφιών στον ως άνω Aiman.

 

2.  Μελέτησε, φωτογράφισε και σχεδίασε την περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο Golden Arches στη Λεμεσό και αφού εφοδιάστηκε και με διαφημιστικά φυλλάδια του εν λόγω ξενοδοχείου, παρέδωσε ό,τι ετοίμασε ή συνέλεξε στο ίδιο πρόσωπο.

 

3.  Σημείωσε σε χάρτη της Κύπρου σημεία Internet Cafe σε Λεμεσό και Λευκωσία και στη συνέχεια κοινοποίησε τα εν λόγω σημεία στον Aiman με e-mail, από Internet Cafe που δεν είχε κάμερες που να κατέγραφαν τα στοιχεία των πελατών τους.

 

4.  Αγόρασε σε διαφορετικές ημερομηνίες και από διαφορετικά περίπτερα 3 κάρτες κινητής τηλεφωνίας, τις οποίες ακολούθως παρέδωσε στην οργάνωση.

 

5.  Σημείωσε σε χάρτη σημεία συνάντησης σε Λεμεσό και Λάρνακα, και στη συνέχεια παρέδωσε το χάρτη ως οι οδηγίες που έλαβε.

 

6.  Ερεύνησε κατά πόσο λειτουργούσαν στη Λεμεσό ισραηλινά εστιατόρια όπου σύχναζαν Εβραίοι και αφού διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν τέτοια εστιατόρια ενημέρωσε ανάλογα τον προαναφερόμενο χειριστή.

 

Σε ότι αφορούσε στην αποστολή του εφεσείοντα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 2012, το Κακουργιοδικείο δέχτηκε ότι αυτή απέβλεπε κυρίως στη συλλογή πληροφοριών για συγκεκριμένη πτήση αεροπορικής εταιρείας ισραηλινών συμφερόντων, καθώς επίσης και για 2 ξενοδοχεία στην Αγία Νάπα. Ειδικά για την πτήση, το Κακουργιοδικείο, κατέληξε σε εύρημα ότι ο εφεσείοντας, ακολουθώντας τις οδηγίες που πήρε από την Οργάνωση μέσω του χειριστή Aiman, κατασκόπευσε σε δύο περιπτώσεις την άφιξη του αεροπλάνου που διενεργούσε την πτήση στο διεθνές αεροδρόμιο Λάρνακας και στη συνέχεια την επιβίβαση των επιβατών του αεροπλάνου σε λεωφορεία, τα οποία θα τους μετέφεραν στον προορισμό τους.

 

Όπως παραδέχτηκε και ο εφεσείοντας - τα στοιχεία με την πτήση και τα λεωφορεία, τα κατέγραψε με κωδικό τρόπο στα σχετικά [*168]τεκμήρια που κατατέθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

Στη βάση των πιο πάνω μεταξύ άλλων ευρημάτων, αλλά και των εν γένει αποκαλύψεων του εφεσείοντα στις ανακριτικές του καταθέσεις, το Κακουργιοδικείο οδηγήθηκε σε εξαγωγή σειράς συμπερασμάτων για την ενοχή του.

 

Συνοψίζοντας σημεία της κατάθεσης του εφεσείοντος, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο εφεσείων - κατηγορούμενος αναφέρθηκε στην ιδεολογία και στους σκοπούς της οργάνωσης Hezbollah αρνούμενος ότι υποστηρίζει την τρομοκρατία παρόλο που δέχεται τον ένοπλο αγώνα για απελευθέρωση του Λιβάνου από το Ισραήλ. Για τις αποστολές στην Κύπρο ανέφερε συγκεκριμένα ότι η θέση του ήταν ότι οι αποστολές που εκτέλεσε, δεν αποσκοπούσαν στην ετοιμασία τρομοκρατικού κτυπήματος στην Κύπρο.

 

Το Κακουργιοδοκείο αφού επαναξιολόγησε τις ομολογίες του εφεσείοντος, οι οποίες προηγουμένως σε δίκη εντός δίκης είχαν κριθεί θεληματικές, απέρριψε την ένορκη μαρτυρία του εφεσείοντος για το εντελώς τυχαίο όλων των ενεργειών του στο αεροδρόμιο Λάρνακας και αλλού και κατέληξε ότι το εύρημα του για τη θεληματικότητα και την αλήθεια των ομολογιών του, δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του.

 

To κατά πόσο οι προαναφερθείσες πράξεις του εφεσείοντα καθιστούσαν την Οργάνωση «εγκληματική» εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β, ήταν για το Κακουργιοδικείο ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, καθότι, όπως επεσήμανε, η ύπαρξη «εγκληματικής οργάνωσης» συνιστούσε προϋπόθεση για στοιχειοθέτηση των αδικημάτων των εν λόγω άρθρων.

 

Έκρινε ότι, η διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το Ισραήλ (νέο μανιφέστο -κατατεθέν ως τεκμήριο) ως και ο διακηρυγμένος σκοπός εξαφάνισης του Ισραήλ (παλαιό μανιφέστο - κατατεθέν ως τεκμήριο ), σε συνάρτηση με το γεγονός ότι οι μυστικές αποστολές του εφεσείοντα είχαν να κάνουν με ισραηλινούς στόχους καθιστούσαν την οργάνωση εγκληματική, σ’ ότι αφορούσε όχι άλλες σκόρπιες ενέργειες όπως επιχειρήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή, αλλά σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου που αφορούσαν την Κύπρο.

 

Απορρίπτοντας τη θέση του εφεσείοντα ότι ο σκοπός του αγώνα της Οργάνωσης είναι η απελευθέρωση του Λιβάνου, παρατήρησε ότι η θέση αυτή δεν συμβιβάζεται με την παρακολούθηση ειρηνι[*169]κών στόχων του εχθρού στο εξωτερικό, αλλά με τη διάπραξη συγκεκριμένων αδικημάτων.

 

Αφού αξιολόγησε θετικά τη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, καθώς επίσης και του εμπειρογνώμονα, ΜΚ29, σχετικά με την οργάνωση Hezbollah, το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχο τον εφεσείοντα στις πέντε από τις οκτώ κατηγορίες που αντιμετώπιζε και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 4 χρόνων στις δύο κατηγορίες (4 και 5) για συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων, ενώ δεν του επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στις υπόλοιπες τρεις κατηγορίες, θεωρώντας ότι αυτές καλύπτονταν από τα γεγονότα των δύο κατηγοριών στις οποίες του επέβαλε ποινή.

 

Ο εφεσείων αμφισβήτησε με την  έφεση την καταδίκη του.

 

Λόγοι έφεσης 1 και 5:

 

α)  Υπήρξε εσφαλμένη ερμηνεία του Άρθρου 108 του Κεφ. 155 και λανθασμένα απορρίφθηκε η εισήγηση της Υπεράσπισης ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν μπορούσε να αντικαταστήσει το αρχικό κατηγορητήριο, με το οποίο παραπέμφθηκε ο εφεσείων στο Κακουργιοδικείο, με νέο, το οποίο περιελάμβανε διαφορετικές κατηγορίες.

 

β)  Η μη έγκαιρη παροχή της Έκθεσης του εμπειρογνώμονα, της Κατηγορούσας Αρχής, ΜΚ29, συνιστούσε ρήγμα στη δίκη καθιστώντας την μη δίκαιη.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Ερωτοκρίτου Δ. συμφωνούσας και της Μιχαηλίδου Δ.:

 

1.  Ο λόγος έφεσης δεν ευσταθούσε. Το Κακουργιοδικείο έχοντας υπόψη το λεκτικό του Άρθρου 108 του Κεφ. 155 και ιδιαίτερα τη χρησιμοποίηση στο συγκεκριμένο άρθρο των λέξεων «προσθήκη» ή «υποκατάσταση», ορθά έκρινε ότι δεν ετίθετο θέμα έλλειψης δικαιοδοσίας, εφόσον το ίδιο το άρθρο έδιδε εξουσία στον Γενικό Εισαγγελέα είτε να προσθέσει νέα αδικήματα, είτε να υποκαταστήσει ποινικά αδικήματα για τα οποία το κατηγορούμενο πρόσωπο παραπέμφθηκε σε δίκη, νοουμένου ότι τα νέα ή τα τροποποιηθέντα αδικήματα προέκυπταν από τις καταθέσεις που λήφθηκαν και οι οποίες δόθηκαν στον κατηγορούμενο σύμφωνα με το Άρθρο 94 του Κεφ. 155.

 

2.  Στην ουσία εκείνο που συνέβη, ήταν ότι μειώθηκε ο αριθμός των [*170]κατηγοριών από 17 σε 8. Όμως η ουσία των κατηγοριών δεν είχε αλλάξει.

 

3.  Ούτε στο στάδιο της έφεσης η Υπεράσπιση προσέθεσε οτιδήποτε καινούργιο που να διαφοροποιούσε τα πιο πάνω.

 

4.  Ορθά υπέδειξε το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του, ότι ο ισχυρισμός περί μη δίκαιης δίκης δεν αποφασίζεται κατά τρόπο αφηρημένο, αλλά πάντοτε σε συνάρτηση με όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης.

 

5.  Ως επίσης ορθή ήταν στην προκειμένη περίπτωση η κατάληξη ότι  δεν είχε αποδειχθεί ότι υπήρξε οποιοσδήποτε πραγματικός επηρεασμός του εφεσείοντος.

 

6.  Αντίθετα, τα στοιχεία του φακέλου φανέρωναν ότι η Κατηγορούσα Αρχή ενήργησε καλόπιστα ως προς τον χειρισμό της Έκθεσης του συγκεκριμένου εμπειρογνώμονα.

 

7.  Στις 18.1.2013 η Υπεράσπιση λόγω διήμερης καθυστέρησης στην παράδοση της Έκθεσης, ζήτησε αναβολή για να μελετήσει την Έκθεση, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε.

 

8.  Μάλιστα η Υπεράσπιση ζήτησε ενόψει του περιεχομένου της Έκθεσης να αντεξετάσει συγκεκριμένο μάρτυρα, «μετά» που θα κατέθετε ο εμπειρογνώμονας. Και αυτό το αίτημα έγινε δεκτό.

 

9.  Η Υπεράσπιση ζήτησε επίσης χρόνο για να συμβουλευθεί δικό της εμπειρογνώμονα και το Κακουργιοδικείο αποδέχθηκε και αυτό το αίτημα.

 

10. Στο τέλος της κατάθεσης του εμπειρογνώμονα, η Υπεράσπιση δεν ζήτησε να επανεξετάσει οποιοδήποτε μάρτυρα, ενόψει των όσων προέκυψαν από την κατάθεση της Έκθεσης του συγκεκριμένου μάρτυρα.

 

11. Υπό τις περιστάσεις, δεν προέκυπτε ότι είχε επηρεαστεί το δικαίωμα του εφεσείοντος για δίκαιη δίκη. Εν πάση περιπτώσει, τόσο η Έκθεση όσο και η σχετική μαρτυρία λήφθηκαν υπόψη από το Κακουργιοδικείο σε πολύ περιορισμένο βαθμό.

 

Λόγοι έφεσης 3, 4 και 8:

 

α)  Ήταν εσφαλμένα τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι [*171]υπήρξε συστηματική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων, ως επίσης και η θεώρηση του να δεχθεί τον ΜΚ29 ως εμπειρογνώμονα για τη δομή της οργάνωσης, λειτουργία και στόχους της Hezbollah.

 

β)  Περαιτέρω εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι οι καταθέσεις του εφεσείοντα ήταν θεληματικές διότι δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία δημοσιογράφου (ΜΥ1 στη δίκη εντός δίκης) σε σχέση με την παρέμβαση ξένων υπηρεσιών στο ανακριτικό έργο.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Ερωτοκρίτου Δ. συμφωνούσας και της Μιχαηλίδου Δ.:

 

1.  Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθούσε. Ο συνήγορος του εφεσείοντος με αναφορά στην παρακολούθηση, χρησιμοποιούσε τους όρους «Ισραηλινός στόχος» και «Ισραηλινοί πολίτες» ως να ήταν οι ίδιοι. Όμως δεν είναι έτσι. Το Κακουργιοδικείο ήταν προσεκτικό στη διατύπωση των ευρημάτων του και έκανε αναφορά σε παρακολούθηση «Ισραηλινών στόχων» ή «στόχων ισραηλινών συμφερόντων» και όχι σε παρακολούθηση «Ισραηλινών πολιτών».

 

2.  Πέραν τούτου, οι ενέργειες του εφεσείοντος δεν πρέπει να ειδωθούν μεμονωμένες, αλλά στην ολότητά τους και σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία.

 

3.  Από την ενώπιον του Κακουργιοδικείου μαρτυρία υπήρχε πληθώρα μαρτυρικού υλικού, ότι ο εφεσείων παρακολουθούσε ή προσπαθούσε να εντοπίσει στόχους οι οποίοι σχετίζονταν άμεσα με ισραηλινά συμφέροντα.

 

4.  Ορθά το Κακουργιοδικείο αποδέχθηκε ως εμπειρογνώμονα τον μάρτυρα ΜΚ29, για τη δομή της οργάνωσης, λειτουργία και στόχους της Hezbollah, εφόσον η εισήγηση  περί του αντιθέτου, στην ουσία παραγνωρίζει τις τροποποιήσεις που επήλθαν στον περί Αποδείξεως Νόμο, Κεφ. 9, ο οποίος δεν αποκλείει την εξ ακοής μαρτυρία a priori, ανάλογα βέβαια με το σκοπό για τον οποίο προσφέρεται.

 

5.  Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και με το δίκαιο της απόδειξης όπως ίσχυε πριν από την κατάργηση του κανόνα κατά της λήψης εξ ακοής μαρτυρίας, η αναφορά από εμπειρογνώμονα ή η στήριξη της άποψής του στην επιστημονική εργασία άλλων επιστημόνων ή ερευνητών, δεν παραβίαζε τον σχετικό κανόνα.

 

6.  Το Κακουργιοδικείο αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία του ΜΚ29.  [*172]Δέχθηκε μερικώς την εισήγηση της υπεράσπισης και δεν έδωσε καμιά βαρύτητα στα όσα ο συγκεκριμένος μάρτυρας κατάθεσε για τις τρομοκρατικές επιθέσεις κ.λ.π., τα οποία απέδιδε στη Hezbollah.

 

7.  Όμως ορθώς αντιμετώπισε με διαφορετικό τρόπο τα όσα ο ΜΚ29 κατάθεσε σε σχέση με τους αξιωματούχους της Hezbollah, τους σκοπούς και τη δομή της οργάνωσης, αφού ήταν ερευνητής του θέματος και η υπεράσπιση δεν κατάφερε να θέσει υπό αμφισβήτηση τα προσόντα του.

 

8.  Αναφορικά με την αμφισβήτηση της θεληματικότητας των καταθέσεων του εφεσείοντα, τίποτε δεν προέκυπτε από τη μη λήψη υπόψη της μαρτυρίας δημοσιογράφου που κατέθεσε στη δίκη εντός δίκης, ώστε να ετίθετο υπό αμφιβολία η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι οι καταθέσεις του εφεσείοντος ήταν θεληματικές.

 

Λόγοι έφεσης 2 και 7:

 

Εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο καταδίκασε τον εφεσείοντα στα αδικήματα στη δεύτερη και τρίτη κατηγορία, ήτοι «της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, με την εκτέλεση αποστολής εν σχέση με ισραηλινούς πολίτες που βρίσκονταν στην Κυπριακή Δημοκρατία», κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Κεφ. 154, καθώς και στα αδικήματα στην τέταρτη και πέμπτη κατηγορία, ήτοι της συμμετοχής και αποδοχής διάπραξης εγκλήματος, κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1)(β), (2) και (3), δεδομένου ότι δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας ότι η Hezbollah είναι εγκληματική οργάνωση και ότι κατά τους ουσιώδεις χρόνους βρίσκονταν στην Κύπρο ισραηλινοί πολίτες εναντίον των οποίων θα μπορούσε να εκτελέσει αποστολή.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Ερωτοκρίτου Δ. συμφωνούσας και της Μιχαηλίδου Δ.:

 

1.  Το αδίκημα δυνάμει του Άρθρου 63Α συντελείται με την απλή συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, χωρίς οποιαδήποτε άλλη πράξη, ενώ δυνάμει του Άρθρου 63Β(1)(β) απαιτείται συμμετοχή με πράξη εγκληματικής οργάνωσης, την οποία θα έπρεπε λογικά να γνωρίζει ότι συνδέεται με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος.

 

2.  Το πρώτο ερώτημα που θα έπρεπε να απαντηθεί είναι κατά πόσον η Hezbollah είναι «οργάνωση» και αν ναι κατά πόσον είναι «εγκληματική».

[*173]3.      Όπως ορθά εξήγησε το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του, υπάρχει αρκετή μαρτυρία από την οποία με ασφάλεια μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ήταν διαρθρωμένη ομάδα πέραν των τριών ατόμων η οποία φαινόταν να είχε κοινές πεποιθήσεις και να αγωνίζεται για την πραγμάτωση των ίδιων στόχων.

 

4.  Συγκεκριμένα στοιχεία μαρτυρίας και ονόματα μελών της οργάνωσης, ήταν διάσπαρτα στις γραπτές καταθέσεις του εφεσείοντος. Σ' αυτές περιγράφει τον τρόπο που στρατολογήθηκε και εκπαιδεύτηκε στη Hezbollah.

 

5.  Ήταν ορθή η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι πρόκειται για διαρθρωμένη ομάδα μεγάλου αριθμού ατόμων και ότι μέρος των δραστηριοτήτων της καλύπτονται από πλήρη μυστικότητα, ότι το στρατιωτικό μέρος της συγκεκριμένης οργάνωσης έχει οπλισμό και ότι παρέχει στα μέλη της μυστικά στρατιωτική εκπαίδευση.

 

6.  Το Κακουργιοδικείο στη συνέχεια αναφέρεται στις πράξεις του εφεσείοντος στην Κύπρο. Ήταν ακόμα ορθή η θεώρηση του Κακουργιοδικείου ότι οι πράξεις αυτές του εφεσείοντος κάθε άλλο από αθώες ήταν και ότι ο εφεσείων θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι η συστηματική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων στην Κύπρο (αεροδρόμιο, λεωφορεία, ξενοδοχεία, η λήψη μυστικών και κωδικοποιημένων οδηγιών για ενέργειες στην Κύπρο, η δημιουργία σεναρίων συγκάλυψης ή ψεύτικης ταυτότητας (cover story) στην Κύπρο, εξεύρεση Internet café χωρίς συστήματα ασφάλειας), συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος.

 

7.  Για να απαντήσει στο ερώτημα κατά πόσο η οργάνωση μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εγκληματική, δυνάμει του Άρθρου 63Β(3) του Κεφ. 154, το Κακουργιοδικείο στηρίχθηκε όχι μόνο στις οδηγίες της οργάνωσης προς τον εφεσείοντα, αλλά και στις πράξεις του καθώς και στη διακηρυγμένη εχθρότητα της οργάνωσης προς το Ισραήλ και στον επίσης διακηρυγμένο στόχο της οργάνωσης για εξαφάνιση με οποιοδήποτε τρόπο του Ισραήλ που προέκυπταν από τα μανιφέστα που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. Για να αποφασίσει το θέμα, άντλησε επίσης βοήθεια από δύο υποθέσεις του ΕΔΑΔ στις οποίες εκρίθη ότι η άρνηση ύπαρξης ενός κράτους από μόνη της υποδηλοί δυνατότητα ανεξέλεγκτης βίας και ότι η πρόσκληση στη βία με θρησκευτική τάση δεν μπορεί να ενταχθεί στην έννοια του αγώνα για δικαιοσύνη και ενάντια στην καταπίεση.

 

8.  Κατά συνέπεια, ήταν ορθή η κατάληξη του Κακουργιοδικείου, δυνάμει του Άρθρου 63Β(3) του Κεφ. 154, ότι το στρατιωτικό σκέ[*174]λος της οργάνωσης Hezbollah, στο οποίο αυστηρώς περιορίζεται το συγκεκριμένο εύρημα, ήταν εγκληματικό με την έννοια ότι απώτερος σκοπός ήταν η τέλεση ποινικών αδικημάτων.

 

9.  Η ορθότητα της καταδίκης στη δεύτερη και τρίτη κατηγορία δεν παρουσίαζε προβλήματα, εφόσον ενώπιον του Εφετείου, εκείνο που στην ουσία έθεσε υπό αμφισβήτηση ο δικηγόρος του εφεσείοντος, ήταν η κήρυξη της οργάνωσης ως εγκληματικής και όχι κατά πόσον ο Εφεσείων συμμετείχε σ' αυτήν.

 

10. Ενόψει της κατάληξης στο πιο πάνω θέμα, ήταν ορθή η καταδίκη του εφεσείοντος στο αδίκημα της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση. Όπως ορθά τονίζεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, με την απόδειξη απλής συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 63Α και επομένως η καταδίκη ήταν ορθή και ασφαλής.

 

11. Ορθή ήταν και η καταδίκη του εφεσείοντος στις κατηγορίες της συμμετοχής του εφεσείοντος και της αποδοχής εκ μέρους του διάπραξης εγκλήματος, κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1)(β). Το εύρημα του Κακουργιοδικείου ότι υπήρχε γενικά γνώση από πλευράς εφεσείοντος των παράνομων σκοπών ή δραστηριοτήτων της οργάνωσης ήταν ορθό, αφού η φύση των οδηγιών, η μυστικότητα και ο αυστηρός κωδικοποιημένος τρόπος που αυτές αποστέλλονταν και ο μυστικός τρόπος που ο εφεσείων τις εκτελούσε στην Κύπρο, σε συνάρτηση με τους δεδηλωμένους σκοπούς και στόχους της οργάνωσης, την όλη δομή και λειτουργία της, ήταν αρκετά για να του αποδοθεί η απαιτούμενη γνώση των παράνομων σκοπών ή δραστηριοτήτων της οργάνωσης.

 

12. Το Κακουργιοδικείο ερμήνευσε ορθά το απαιτούμενο στοιχείο της εύλογης γνώσης την οποία συνέδεσε όχι μόνο με την ύπαρξη εκ μέρους του γνώσης γενικά για τους σκοπούς και στόχους της οργάνωσης, αλλά και με τα όσα ο ίδιος όφειλε εύλογα να γνωρίζει για τις δικές του πράξεις που εκτελούνταν πάντοτε για λογαριασμό της οργάνωσης.

 

13. Το συμπέρασμα του ότι ο εφεσείων γνώριζε ότι ο σκοπός των ενεργειών του ήταν η τέλεση ποινικών αδικημάτων, ήταν όχι μόνο αναπόφευκτο, αλλά είναι και ορθό.

 

Λόγος έφεσης 6:

 

Το Κακουργιοδικείο έσφαλε όταν απέρριψε τη θέση της Υπερά[*175]σπισης ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε τις κατηγορίες πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Ερωτοκρίτου Δ. συμφωνούσας και της Μιχαηλίδου Δ.:

 

1.  Το Κακουργιοδικείο ορθά θεώρησε ότι η στόχευση των ενεργειών του εφεσείοντος σε ισραηλινά συμφέροντα ήταν αρκετή και το αν υπήρχαν ή όχι συγκεκριμένοι ισραηλινοί πολίτες στην Κύπρο κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν άσχετο. Εν πάση περιπτώσει, υπήρχε μαρτυρία ότι σε ορισμένα από τα ξενοδοχεία για τα οποία ο εφεσείων συνέλεγε στοιχεία κατά καιρούς, διέμεναν και ισραηλινοί πολίτες.

 

2.  Συνεπώς, η παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων όπως για παράδειγμα η παρακολούθηση πτήσεων προερχόμενων από το Ισραήλ και η επιβίβαση των επιβατών σε λεωφορεία ήταν, αρκετή για σκοπούς απόδειξης των λεπτομερειών.

 

3.  Ο εφεσείων είχε πρόθεση να συλλέξει πληροφορίες για τους επιβάτες Ισραηλινών αεροσκαφών, στα οποία εύλογα αναμένετο να υπήρχαν Ισραηλινοί πολίτες και ήταν αχρείαστο να αποδειχθεί ειδικά ότι τη δεδομένη στιγμή υπήρχαν Ισραηλινοί πολίτες στην Επικράτεια της Κύπρου, αφού η παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων ήταν για σκοπούς του Άρθρου 63Α και Β αρκετή.

 

4.  Από το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, δεν προέκυψαν οποιαδήποτε κενά και ούτε υπήρξαν οποιεσδήποτε αμφιβολίες ως προς την ενοχή του Εφεσείοντος.

 

5.  Αντίθετα, από το συγκεκριμένο υλικό, προέκυπτε δικαστική βεβαιότητα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας για την ενοχή του.

 

Από το Εφετείο εκδόθηκε επιπλέον διιστάμενη απόφαση μειοψηφίας και αναφορικά με τους ως άνω λόγους έφεσης, αποφασίστηκε ότι:

 

Β. Υπό: Χριστοδούλου Δ.:

 

1.  Πριν από την τοποθέτηση περί του κατά πόσον ορθά κρίθηκε πως η Οργάνωση Hezbollah είναι εγκληματική εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β του Π.Κ. θα έπρεπε να γίνει χρήσιμη αναφορά στον σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε ο Νόμος 12(1)/2002, o [*176]οποίος ενσωμάτωσε στον Π.Κ. τα επίδικα άρθρα.

 

2.  Προσδιορίζεται στο προοίμιο του, όπου αναφέρει ότι οι σκοποί του είναι για εναρμόνιση με την Κοινή Δράση 98/733/ΔΕΥ της 21ης Δεκεμβρίου του 1998 που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει του Άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε. L351 της 29.12.1998, 6.1-3).

 

3.  Πράγματι με την ενσωμάτωση των Άρθρων 63Α και 63Β στον Π.Κ. έχει επιτευχθεί ο διακηρυγμένος από το προοίμιο του Νόμου 12(1)/2012 σκοπός, αφού με το Άρθρο 63Α ορίζεται ως ποινικό αδίκημα η συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και με το Άρθρο 63Β(3) αποδίδεται στον όρο «εγκληματική οργάνωση» έννοια κατ’ ουσία ταυτόσημη με την έννοια που αποδίδεται στον όρο από την Κοινή Δράση.

 

4.  Σε ότι αφορούσε στο ζήτημα αν ορθά το Κακουργιοδικείο έκρινε την Οργάνωση ως εγκληματική στη βάση – ουσιαστικά – της διακηρυγμένης εχθρότητας της με το Ισραήλ «… σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου που αφορούν την Κύπρο», το Κακουργιοδικείο φαίνεται να μην κήρυξε την Οργάνωση εγκληματική για τους εν γένει σκοπούς και δράση της, αλλά περιορισμένα και σε «… συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου στην Κύπρο».

 

5.  Ο τρόπος όμως αυτός που το Κακουργιοδικείο προσέγγισε το ζήτημα, είναι εκτός της εννοίας του όρου «εγκληματική οργάνωση» που δίδεται από το Άρθρο 63Β (3). Για τον προφανή λόγο ότι ο χαρακτηρισμός μιας οργάνωσης ως «εγκληματικής» συναρτάται αποκλειστικά με τους σκοπούς σύστασης και λειτουργίας της οργάνωσης, και όχι από τις μεμονωμένες ενέργειες κάποιου μέλους της. Έστω και αν αυτές έγιναν κατ’ εντολή της.

 

6.  Το δεύτερο, θα αποτελούσε, ενδεχομένως, στοιχείο μαρτυρίας το οποίο, σε συσχετισμό με άλλα στοιχεία μαρτυρίας, δυνατό να οδηγούσε σε συμπέρασμα ότι η οργάνωση είναι εγκληματική, αλλά από τη στιγμή που οι Δικαστικές Αρχές ενός κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνουν μία οργάνωση εγκληματική αυτό συνεπάγεται Δικαστική διακήρυξη ότι η συγκεκριμένη οργάνωση έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Hezbollah ως οργάνωση, που αδιαμφισβήτητα είναι, συμμε[*177]τέχει με μέλη της στην Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία ενός κράτους (του Λιβάνου) καθόλα αναγνωρισμένου από τη διεθνή κοινότητα.

 

7.  Δεν είναι όμως αυτή η κρίση του Κακουργιοδικείου αφού, λανθασμένα κατέληξε σε συμπέρασμα ότι η Οργάνωση είναι εγκληματική όχι γιατί έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων, αλλά λόγω της διακηρυγμένης εχθρότητας της με το Κράτος του Ισραήλ, σε συνάρτηση με συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου στην Κύπρο. Κατ’ ακολουθία της κατάληξης αυτής, είναι προφανές ότι το υπόβαθρο επί του οποίου στηρίχθηκε η καταδίκη του εφεσείοντα παρουσίαζε εγγενή προβλήματα, κρίση που θα δικαιολογούσε παρέμβαση από το Εφετείο.

 

8.  Παρά όμως την πιο πάνω κατάληξη, θα έπρεπε να γίνει και αναφορά σχετικά με την καταδίκη του εφεσείοντα στις κατηγορίες 4 και 5, οι οποίες αφορούν στα αδικήματα της συμμετοχής και αποδοχής διάπραξης εγκλημάτων κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1). Το Κακουργιοδικείο, σε σχέση με τις δοθείσες λεπτομέρειες του Κακουργιοδικείου, χαρακτήρισε τις πράξεις του εφεσείοντα στην Κύπρο – ουσιαστικά παρακολουθήσεις Ισραηλινών – προπαρασκευαστικές και με αναφορά στην διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το λαό του Ισραήλ κατέληξε ότι ο σκοπός των πράξεων του ήταν τα «… αδικήματα, απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς πυροβόλων όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά.»

 

9.  Η μαρτυρία που αποδέχτηκε το Κακουργιοδικείο δεν του έδιδε τη δυνατότητα να καταλήξει με ασφάλεια σε τέτοιο συμπέρασμα. Επί του προκειμένου το διαχρονικό αξίωμα του Ποινικού Δικαίου ότι η εμπλοκή ενός κατηγορούμενου στην προετοιμασία διάπραξης ή στη διάπραξη συγκεκριμένου αδικήματος δεν πρέπει να εικάζεται, αλλά να προκύπτει με βεβαιότητα ως αποτέλεσμα της απόδειξης από την Κατηγορούσα Αρχή κάθε στοιχείου της κατηγορίας πέραν από κάθε λογική αμφιβολία και κατ’ εφαρμογή του αξιώματος αυτού δεν επιτρέπονται υποθέσεις όσο εύλογες και εάν είναι.

 

10. Στην παρούσα όμως περίπτωση, φαίνεται ότι το αξίωμα αυτό δεν εφαρμόστηκε στην πλήρη του διάσταση, αφού οι παρακολουθήσεις Ισραηλιτών από τον εφεσείοντα σε συνδυασμό με την διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το λαό του Ισραήλ – η οποία εχθρότητα, όπως ορθά επεσήμανε το Κακουργιοδικείο, δεν είναι αδίκημα ούτε μπορεί να τύχει άνευ εταίρου «καταδίκη» ή έστω κριτικής, αφού ακριβώς έχει να κάμει με την ιστορία και τις [*178]μνήμες κάθε λαού – δεν μπορούσαν άνευ ετέρου να οδηγήσουν σε ασφαλές συμπέρασμα ότι οι πράξεις του εφεσείοντα ήταν προπαρασκευαστικές τέλεσης αδικημάτων απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά, ως οι λεπτομέρειες των υπό αναφορά κατηγοριών.

 

11. Επομένως, το υπό κρίση συμπέρασμα ήταν λανθασμένο αφού ως θέμα λογικής οι παρακολουθήσεις θα μπορούσαν να γίνονταν και για άλλους λόγους, και όχι αποκλειστικά για σκοπούς προπαρασκευής για διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στις λεπτομέρειες των εν λόγω κατηγοριών.

 

12. Κατ’ ακολουθία τούτων, στη βάση της μαρτυρίας που αποδέχτηκε το Κακουργιοδικείο, λανθασμένα κατέληξε ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε πέραν από κάθε λογική αμφιβολία την ενοχή του Κατηγορουμένου στις κατηγορίες 4 και 5.

 

13. Ενόψει των πιο πάνω  παρήλκε η εξέταση του λόγου έφεσης περί παραβίασης του δικαιώματος δίκαιης δίκης.

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

R. v. Abadon [1983] 1 All ER 364,

 

Hizb Ut-Tahrir a.ο. v. Germany, ECHR Case No. 31098/08, ημερ. 12.6.2012,

 

Mahaina ν. The Secretary of State for the Home Department, Upper Tribunal (Immigration and Asylum Chambers), Appeal No. IA/21631/2011,

 

Σωφρονίου Λτδ ν. Δήμου Στροβόλου (1991) 2 Α.Α.Δ. 369,

 

Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 145,

 

Regina v. Rogers [2007] Times 1, March,

 

Regina v. Rogers [2007] UKHL 8 [2007] 2 WLR,

 

Χριστοδούλου κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 443,

 

Ομήρου ν. Δημοκρατίας ( 2001) 2 Α.Α.Δ. 506,

[*179]Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 485.

 

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

 

Έφεση από τον Κατηγορούμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παρπόττα, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 17714/12), ημερομηνίας 28/3/13.

 

Α. Γεωργιάδης, για τον Εφεσείοντα.

 

Α. Κανναουρίδης, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από εμένα και με αυτή συμφωνεί και η Δικαστής Δ. Μιχαηλίδου. Ο Δικαστής Μ. Χριστοδούλου, θα δώσει δική του διιστάμενη απόφαση.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού, οκτώ κατηγορίες. Αθωώθηκε σε τρεις από αυτές και κρίθηκε ένοχος στις υπόλοιπες. Δύο από αυτές (κατηγορίες 2 και 3) αφορούσαν συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, δύο (κατηγορίες 4 και 5) αφορούσαν τη συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλήματος, κατά παράβαση του Άρθρου 63Β του Κεφ. 154, ενώ η τελευταία (κατηγορία 6) αφορούσε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση των διατάξεων του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007 (Ν. 188(Ι)/2007), όπως αυτός τροποποιήθηκε από το Νόμο 58(Ι)/2010.

 

Η μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου και την οποία σε μεγάλο βαθμό αποδέχθηκε, ο Εφεσείων ο οποίος κατάγεται από τον Λίβανο, ήταν τότε ηλικίας 24 ετών.  Ήταν κάτοχος τόσο λιβανέζικου όσο και σουηδικού διαβατηρίου και διέμενε από τις 3.7.2012 που αφίχθηκε στην Κύπρο, σε μικρό ξενοδοχείο στη Λεμεσό. Υπήρχαν πληροφορίες ότι ανήκε σε τρομοκρατική οργάνωση, γι’ αυτό και η αστυνομία στις 7.7.2012 προχώρησε μετά από δικαστικό ένταλμα στη σύλληψή του. Στην πρώτη του κατάθεση [Τεκμήριο 4(19)] που έδωσε αυθημερόν, ανέφερε [*180]ότι είναι έμπορος και επισκέφθηκε την Κύπρο με σκοπό να αγοράσει κυπριακά προϊόντα για να τα εξάξει στο Λίβανο. Είχε ήδη αγοράσει χυμούς από το εργοστάσιο ΚΕΑΝ και προσπάθησε να βρει τρόπους να τους στείλει στο Λίβανο. Στην ίδια κατάθεση περιέγραψε τις κινήσεις του τις μέρες που βρισκόταν στην Κύπρο και αρνήθηκε ότι είναι μέλος οποιασδήποτε οργάνωσης και ότι προτίθετο να προβεί σε οποιεσδήποτε εγκληματικές πράξεις στην Κύπρο. Κατά τη σύλληψή του, κατείχε 2.000 ευρώ, 16.100 κορώνες Σουηδίας, 300 δολάρια ΗΠΑ, 20 λίρες Αγγλίας και 11.000 λίρες Λιβάνου. Σε έρευνα στα προσωπικά του αντικείμενα παραλήφθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:-

 

1. Μια χειρόγραφη σημείωση [Τεκμήριο 3(11)] στην οποία αναγράφονταν τα στοιχεία της ισραηλινής πτήσης ARKIA ΙZ167 μαζί με άλλες πληροφορίες. Ο Εφεσείων ανέφερε ότι δεν ήξερε τι είναι και ότι συνήθως παίρνει σημειώσεις για όλα.

 

2. Ένα μικρό κόκκινο σημειωματάριο [Τεκμήριο 3(2)].

 

3. Ένα τουριστικό χάρτη της Λάρνακας στον οποίο υπήρχε ένα σημείο σε κύκλο με μελάνι. Ο Εφεσείων εξήγησε ότι το σημείο αφορούσε σ’ ένα κατάστημα που γύρευε.

 

Την επόμενη ημέρα (8.7.2012), κατά τη διάρκεια περαιτέρω ανάκρισης ως προς τη χειρόγραφη σημείωση [Τεκμήριο 3(11)] που περιείχε στοιχεία συγκεκριμένης ισραηλινής πτήσης, ο Εφεσείων ανέφερε ότι έγραψε τη σημείωση ενώ βρισκόταν στη Σουηδία και ότι δεν σημαίνει τίποτε και ούτε γνώριζε ότι επρόκειτο για ισραηλινή εταιρεία.

 

Στις 11.7.2012 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον Εφεσείοντα στην οποία επέμεινε στην άγνοια του για τα όσα του καταλόγιζε η αστυνομία σε σχέση με συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Αργά την ίδια ημέρα (11.7.2012) λήφθηκε δεύτερη ανακριτική κατάθεση (Τεκμήριο 5Α) από τον Εφεσείοντα, ο οποίος ανέφερε ότι τη χειρόγραφη σημείωση που εντοπίστηκε στην κατοχή του την έγραψε ο ίδιος μετά που κάποιος λιβάνιος με το όνομα «Rami» του ζήτησε πληροφορίες για την εν λόγω πτήση, στην Κύπρο. Για το σκοπό αυτό έλαβε από τον Rami το χρηματικό ποσό των $500 με την υπόσχεση να του δώσει άλλα $500 όταν θα του διαβίβαζε τις πληροφορίες σχετικά με την ισραηλινή πτήση.

 

Την επόμενη ημέρα, 12.7.2012, λήφθηκε τρίτη ανακριτική κα[*181]τάθεση στην οποία ο Εφεσείων ανέφερε ότι τα ξημερώματα της 7.7.2012 βρισκόταν στο αεροδρόμιο Λάρνακας και παρακολουθούσε την άφιξη επιβατών της πτήσης ARKIA IZ167 των Ισραηλινών Αερογραμμών και το μεταφορικό μέσο με το οποίο αναχώρησαν από το αεροδρόμιο. Σημείωσε με κωδικούς τους αριθμούς εγγραφής των δύο τουριστικών λεωφορείων στο σημειωματάριο του. Στη συνέχεια εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο κρυπτογράφησε τους αριθμούς εγγραφής των δύο λεωφορείων.

 

Στις 13.7.2012 μετά από περαιτέρω ανάκριση ο Εφεσείων ανέφερε ότι είναι μέλος της Hezbοllah, εκπαιδεύτηκε στη χρήση όπλων και εκρηκτικών υλών, στις παρακολουθήσεις και στο να φτιάχνει ιστορίες κάλυψης (cover stories). Επίσης ανέφερε ότι η Hezbollah τον έστειλε σε διάφορες αποστολές στην Αττάλεια της Τουρκίας, στη Λυών της Γαλλίας και στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, κυρίως για παράδοση και παραλαβή αντικειμένων/δεμάτων.  Την Κύπρο, όπως εξήγησε, επισκέφθηκε τέσσερις φορές για να δημιουργήσει επιχειρηματική δραστηριότητα για κάλυψη (cover story) για σκοπούς της Οργάνωσης.

 

Στις 14.7.2012 λήφθηκε τέταρτη ανακριτική κατάθεση (Τεκμήριο 6) στην οποία ο Εφεσείων επιβεβαίωσε τα όσα ομολόγησε προφορικώς την προηγούμενη ημέρα. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι υπήρξε «ενεργό μέλος της Hezbollah από το 2007» και ότι στρατολογήθηκε το 2007 σε μυστικές επιχειρήσεις από κάποιο Λιβάνιο ονόματι «Reda». Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσιο το απόσπασμα από τη συγκεκριμένη κατάθεση του, στην οποία επεξηγείται ο ρόλος του στην Κύπρο:-

 

«Τον Δεκέμβριο του 2011 και το Γενάρη του 2012 ήρθα στην Κύπρο με οδηγίες του ΑΙΜΑΝ (του νέου του εκπαιδευτή) για να δημιουργήσω το cover-story για να μπορώ να λειτουργώ ελεύθερα για λογαριασμό της Χισμπολλάχ. Το cover-story ήταν το εμπόριο και προσπάθησα να δραστηριοποιηθώ με οποιοδήποτε τρόπο. Το ίδιο έκανα και τώρα τον Ιούλιο του 2012 κατά την άφιξη μου στην Κύπρο. Επίσης με οδηγίες της οργάνωσης προσπάθησα να εξασφαλίσω στοιχεία για ενοικίαση αποθήκης και πόσα στοιχίζει. Επίσης η αγορά χυμών από την ΚΕΑΝ ήταν μέρος του cover-story καθώς και η προσπάθεια μου να εγγράψω εταιρεία στην Κύπρο. Όλα αυτά τα έκανα μετά από ξεκάθαρες οδηγίες της Χισμπολλάχ για να έχω την Κύπρο ως βάση και να μπορώ να εξυπηρετώ την οργάνωση αλλά δεν γνωρίζω για ποιο λόγο ακριβώς. Ίσως για να τους δίδω πληροφορίες για διάφορα πράγματα, ίσως για να προβούν σε οποιαδήποτε [*182]εγκληματική πράξη, ίσως για να αποθηκεύσουν όπλα και εκρηκτικά αλλά πραγματικά δεν ξέρω το λόγο, δεν μπορώ να ξέρω, στην οργάνωση επικρατεί πλήρης μυστικότητα. Η τωρινή μου αποστολή στην Κύπρο εκτός από το στήσιμο του cover-story ήταν αν τους δώσω τις πληροφορίες για την πτήση της ARKIA IZ167 όπως ανάφερα και στην προηγούμενη μου κατάθεση και να εξασφαλίσω τα φυλλάδια των δύο ξενοδοχείων CLEOPATRA και ΑΜΑΝΤΗΕΑ στην Αγία Νάπα. Αυτά ήταν οδηγίες του ΑΙΜΑΝ. Μου είπε επίσης να δω πως φεύγουν από το αεροδρόμιο Λάρνακας οι επιβάτες της ARKIA και έτσι αφού παρακολούθησα τους είδα να μπαίνουν σε δύο λεωφορεία τουριστικά. Έγραψα τα στοιχεία των δύο λεωφορείων στο κόκκινο μου σημειωματάριο με κωδικούς, όπως σας το εξήγησα πριν προφορικά. Να διευκρινίσω κάτι που είπα στην προηγούμενη μου κατάθεση όσον αφορά τις ώρες που φαίνονται στην χειρόγραφη σημείωση που βρήκατε στα πράγματα μου. Αν κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Κύπρο, λάμβανα SMS για τον καιρό, όφειλα να μεταβώ την ίδια μέρα στις Φοινικούδες Λάρνακος, την 1800 ώρα για να συναντήσω κάποιον. Αν δεν ήταν εκεί θα έπρεπε να μεταβώ στις Φοινικούδες την επόμενη μέρα την 1400 ώρα και αν πάλι δεν ήταν εκεί θα έπρεπε να πάω στον ίδιο τόπο την επόμενη και ώρα 10.30 για τη συνάντηση. Δεν έχω συνεργάτες στην Κύπρο. Για όλα τα ταξίδια μου στην Ευρώπη χρησιμοποιούσα το Σουηδικό μου διαβατήριο. Από την Χισμπολλάχ παίρνω μισθό $600 ΗΠΑ το μήνα από το 2010. Δεν μετέφερα ούτε έχω κρυμμένα εκρηκτικά ή όπλα οπουδήποτε στην Κύπρο ή αλλού».

(Ο τονισμός είναι του Κακουργιοδικείου)

 

Σε περαιτέρω προφορική ανάκριση στις 15.7.2012 ο Εφεσείων ανέφερε ότι εκτός από τις περιπτώσεις που ανέφερε σε προηγούμενες καταθέσεις του, εκτέλεσε ακόμα έξι αποστολές στην Κύπρο κατά το Δεκέμβριο του 2011 με οδηγίες της οργάνωσης Hezbollah.

 

Την ίδια ημέρα (15.7.2012) ο Εφεσείων σχεδίασε σε χαρτί [Τεκμήρια 3(6) και 3(7)], τους χώρους του παλαιού Νοσοκομείου Λεμεσού, της Κεντρικής Αστυνομίας και της Τροχαίας Λεμεσού, καθώς και την περιοχή όπου βρίσκεται το ξενοδοχείο Golden Arches. Τα σημεία αυτά, όπως εξήγησε, ήταν τα σημεία που η Hezbollah του ζήτησε σε προηγούμενες αποστολές να επισκεφθεί, να φωτογραφίσει και να σχεδιαγραφήσει.

 

Στις 16.7.2012 λήφθηκε και πέμπτη ανακριτική κατάθεση (Τεκμήριο 7), στην οποία ο Εφεσείων εξήγησε με λεπτομέρεια τις έξι αποστολές που του ανατέθηκαν από την Hezbollah. Στη συγκεκριμένη κατάθεση ο Εφεσείων ανέφερε ότι νόμιζε ότι η μονάδα του στη Hezbollah ήταν η 900η και το δικό του προσωνύμιο στην οργάνωση ήταν «Wael». Το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του παραθέτει διάφορα αποσπάσματα από τη συγκεκριμένη κατάθεση (Τεκμήριο 7), τα οποία μεταφέρουμε εδώ και τα οποία είναι αποκαλυπτικά των ενεργειών του Εφεσείοντος:-

 

«Κατά την εκπαίδευση μου από τον ΑΙΜΑΝ μου έδωσε να καταλάβω ότι θα έρχομαι συχνά στην Κύπρο. Ήθελε να στήσω εδώ την επιχείρηση – βιτρίνα με το εμπόριο, για να μπορώ να εξυπηρετώ τους σκοπούς της οργάνωσης δηλαδή να εκτελώ τις αποστολές που θα μου αναθέτουν. Δεν γνωρίζω όμως τους σκοπούς της οργάνωσης για την Κύπρο. Εγώ απλά προσπάθησα να εκτελέσω τις αποστολές που του έβαλαν. Ο ΑΙΜΑΝ μου υπέδειξε ότι εκτός από το στήσιμο της εμπορικής επιχείρησης στην Κύπρο, έπρεπε να δημιουργήσω κοινωνική ζωή και να κάνω φίλους για κάλυψη. Η ιστορία που είπα σε προηγούμενη μου κατάθεση για κάποιον RAMI, όπως καταλαβαίνεις δεν είναι αλήθεια.* Δεν υπάρχει αυτό το όνομα, ούτε ισχύουν τα γεγονότα για το ότι με έστειλε στην Κύπρο για το ποσό των $1000. Κατά την τελευταία μου επίσκεψη στην Κύπρο τώρα, έχω επισκεφθεί με το αυτοκίνητο την περιοχή του Λιμανιού Λεμεσού. Ο σκοπός μου ήταν μόνο να κοιτάζω για να ενοικιάσω αποθήκη και επίσης να βρω ναυτιλιακή εταιρεία για να στείλω στο Λίβανο τους χυμούς που αγόρασα. Πήγα στην εν λόγω περιοχή 3-4 φορές αλλά δεν κατέβηκα πουθενά. Ήθελα απλά να πάρω μια ιδέα της περιοχής. Το έκανα αυτό δηλαδή να κοιτάζω για αποθήκη κατόπιν οδηγιών του ΑΙΜΑΝ. Μου είπε δηλαδή ότι ενδιαφέρεται να μάθει για τιμή και την κατάσταση των αποθηκών. Δεν μου είπε το λόγο ούτε και ρώτησα. Δεν έχω οποιουσδήποτε συνεργάτες στην Κύπρο. Δεν αγόρασα ούτε ενοικίασα αποθήκη.  Δεν έχω κρυμμένα πουθενά στην Κύπρο ή αλλού όπλα και εκρηκτικά. Κατά την επίσκεψη μου στην Κύπρο τον Δεκέμβριο του 2011, ήταν για να εκτελέσω έξι αποστολές κατόπιν οδηγιών του ΑΙΜΑΝ. Μου ζήτησε να πάω να δω και να πάρω μια ιδέα ενός ανοικτού χώρου πίσω από το παλαιό Νοσοκομείο Λεμεσού. Ήθελε να του πω αν υπάρχουν κάμερες, αν πληρώνεις για να μπεις, αν αφήνεις το κλειδί του αυτοκινήτου σε κάποιον, αν ο χώρος ελέγχεται από security, αν είναι πολυσύχναστο μέρος κ.λ.π.. Μου ζήτησε επίσης να μελετήσω το χώρο, να βγάλω φωτογραφίες και όταν πάω πίσω στο Λίβανο να είμαι σε θέση να κάμω ένα τοπογραφικό της περιοχής. Εγώ επισκέφθηκα το χώρο αυτό δύο φορές κατά το Δεκέμβριο του 2011, μελέτησα το χώρο, έβγαλα φωτογραφίες με τη φωτογραφική μου και όταν πήγα στο Λίβανο έδωσα την κάρτα μνήμης στον ΑΙΜΑΝ. Επίσης του σχεδίασα την περιοχή. Είναι το ίδιο σχέδιο περίπου με αυτό που σας σχεδίασα χθες και δείχνει το παλιό νοσοκομείο, την αστυνομία και την τροχαία».*

 

…………………………………………………………………….

 

«Η δεύτερη μου αποστολή το Δεκέμβριο του 2011 ήταν να μελετήσω την περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο GOLDEN ARCHES στη Λεμεσό και να πάρω διαφημιστικά φυλλάδια του ξενοδοχείου αυτού στον ΑΙΜΑΝ. Μου είπε να λάβω φωτογραφίες και να είμαι σε θέση να του κάνω σχεδιάγραμμα. Πήγα στην περιοχή έκανα φωτογραφίες του ξενοδοχείου εξωτερικά και της γύρω περιοχής. Δεν πήρα φυλλάδια διότι διαπίστωσα ότι το ξενοδοχείο ήταν υπό ανακαίνιση και εκτός λειτουργίας.  Όταν πήγα στο Λίβανο, έδωσα την memory card όπως είπα και πριν στον ΑΙΜΑΝ και του σχεδίασα την περιοχή. Είναι περίπου το ίδιο σχέδιο που σας έκανα εδώ χθες. Είναι το σχέδιο που μου δείχνεις τώρα και το οποίο υπογράφω. Δεν γνωρίζω τους σκοπούς της οργάνωσης πάνω σε αυτό το θέμα, ούτε γιατί με έστειλαν σε αυτή την αποστολή.** Τώρα που θυμάμαι αυτή η αποστολή μου ήταν το Γενάρη του 2012 όταν είχα έρθει ξανά στην Κύπρο.

 

Η τρίτη αποστολή, τον Δεκέμβριο του 2011, ήταν με οδηγίες του ΑΙΜΑΝ να εντοπίσω μερικά Ίντερνετ Café στη Λεμεσό και Λευκωσία. Έκανα έρευνα και εντόπισα τρία Ίντερνετ Καφέ στη Λεμεσό και 3-4 στη Λευκωσία. Στη Λευκωσία είχα διανυκτερεύσει για δύο νύχτες στο DELPHI HOTEL. Γύρισα με τα αυτοκίνητα και εντόπισα τα Ίντερνετ καφέ. Δεν θυμάμαι τώρα τις τοποθεσίες ή τις οδούς. Στη Λεμεσό είχα εντοπίσει και τα τρία στον παραλιακό δρόμο. Το ένα είναι δίπλα από το DEBENHAMS ενώ τα άλλα δύο δεν θυμάμαι. Όταν πήγα πίσω στο Λίβανο, υπέδειξα σε χάρτη που αγόρασα από εδώ, τα σημεία των Ίντερνετ καφέ στον ΑΙΜΑΝ. Θέλω να σημειώσω ότι όταν έστελνα email στον ΑΙΜΑΝ, κοίταζα να χρησιμοποιώ [*185]Ίντερνετ Καφέ που δεν είχε κάμερες και που δεν καταγράφονταν τα στοιχεία των πελατών».

 

……………………………………………………………………

 

«Η τέταρτη μου αποστολή τον Δεκέμβρη του 2011 ήταν να αγοράσω 3 SIM card κινητού τηλεφώνου και να τις παραδώσω στον ΑΙΜΑΝ όταν θα επέστρεφα, πράγμα το οποίο έκαμα……»

 

……………………………………………………………………

 

«Η πέμπτη μου αποστολή τον Δεκέμβρη του 2011 ήταν να βρω με οδηγίες του ΑΙΜΑΝ ένα σημείο συνάντησης στην Λεμεσό και ένα στην Λάρνακα. Βρήκα στη Λεμεσό τον ζωολογικό κήπο σαν ένα καλό σημείο συνάντησης και στη Λάρνακα έξω από το κάστρο στο δρόμο των Φοινικούδων. Και τα δύο σημεία τα μάρκαρα στο χάρτη όταν πήγα πίσω στο Λίβανο και συνάντησα τον ΑΙΜΑΝ. Δεν μου είπε τον λόγο που χρειαζόταν τα σημεία συνάντησης».

 

Όπως περαιτέρω αναφέρει στην κατάθεσή του, η έκτη αποστολή που του ανατέθηκε από τον ΑΙΜΑΝ τον Δεκέμβρη του 2011, ήταν να βρει στη Λεμεσό Ισραηλίτικα εστιατόρια «στα οποία οι Εβραίοι τρώνε “KOSHIER”». Από έρευνα του στο internet δεν βρήκε κάτι τέτοιο και όταν επέστρεψε στο Λίβανο το ανέφερε στον ΑΙΜΑΝ.

 

Με άλλες καταθέσεις ο Εφεσείων υπέδειξε σε τουριστικούς χάρτες της Λεμεσού και Λευκωσίας τα Internet Café τα οποία δεν διέθεταν κάμερες ασφαλείας.

 

Στις 22.7.2012 λήφθηκε και έκτη ανακριτική κατάθεση (Τεκμήριο 8), στην οποία ο Εφεσείων προέβη σε περαιτέρω ανάλυση της οργάνωσης Hezbollah και έδωσε στοιχεία για το πώς κρυπτογραφούσε διάφορα στοιχεία. Παραθέτουμε τα σχετικά μέρη της κατάθεσης του, όπως αυτά παρατίθενται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου:-

 

«Δεν συμφωνώ με την τρομοκρατία και δεν θα δεχόμουν ποτέ να λάβω μέρος σε τρομοκρατική επίθεση. Δεν πιστεύω ότι αυτές οι αποστολές που εκτέλεσα στην Κύπρο αποσκοπούσαν στην ετοιμασία τρομοκρατικού κτυπήματος στην Κύπρο».

 

«…. Όσον αφορά τις λέξεις Kawasaki και Laamborghini που [*186]βρέθηκαν στο σημειωματάριο μου, εγώ τις έγραψα και είναι για να θυμάμαι τα νούμερα των δύο λεωφορείων που παράλαβαν τους επιβάτες της πτήσεις ARKIA IZ 167. Από τις λέξεις αυτές εξάγονται τα γράμματα KWK και LAA που είναι οι πινακίδες των δύο λεωφορείων. Επίσης έγραψα τον αριθμό 81825073217 για να θυμάμαι τους αριθμούς των δύο λεωφορείων. Συγκεκριμένα αν αφαιρούσα δύο μονάδες από τον πρώτο, τρίτο, πέμπτο, έβδομο, ένατο και εντέκατο αριθμό θα έβγαινε ο αριθμός 663 και 505 που είναι οι αριθμοί των δύο λεωφορείων. Δηλαδή το ένα λεωφορείο είναι KWK663 και το άλλο LAA505. Τα έγραψα με αυτό τον τρόπο για να μην υποψιαστεί κανένας σε περίπτωση που τα έβλεπε. Αυτό το έκανα στις 07/07/12 στο αεροδρόμιο Λάρνακος. Η πτήση της ARKIA IZ167 είχε έρθει στις 00:50 και σε λίγα λεπτά είδα τους επιβάτες που βγήκαν από το αεροδρόμιο και μπήκαν στα δύο λεωφορεία, σε διάστημα 15 λεπτών περίπου από την ώρα που έφτασε το αεροπλάνο. Αμέσως μετά έφυγα και εγώ για Λεμεσό με το λεωφορείο. Παρόλο που οι οδηγίες του ΑΙΜΑΝ ήταν να δω την ώρα άφιξης της πτήσης και το πώς φεύγουν οι επιβάτες, εγώ από μόνος μου σκέφτηκα να γράψω και τα νούμερα των λεωφορείων. Όσον αφορά την πτήση ARKIA IZ167 στις 03/07/2012, σύμφωνα με τον ΑΙΜΑΝ έφτανε στις 18.00.  Πήγα στο αεροδρόμιο την 17.30 ώρα, άλλαξα το αυτοκίνητο ενοικίασης γιατί πραγματικά είχε πρόβλημα με το aircondition και κοιτάζοντας τον πίνακα αφίξεων είδα ότι η πτήση έφτανε στις 21.45. Μετέβηκα στη Λάρνακα για περίπατο και πήγα πίσω στο αεροδρόμιο την 21.30 ώρα. Είδα τους επιβάτες της ARKIA να βγαίνουν από το αεροδρόμιο και να πηγαίνουν προς το λεωφορείο. Έφυγα και εγώ χωρίς να κάνω οτιδήποτε άλλο. Όσον αφορά τις οδηγίες του ΑΙΜΑΝ να εξασφαλίσω πληροφορίες για το χώρο στάθμευσης πίσω από το νοσοκομείο Λεμεσού, ισχύουν όσα είπα προηγουμένως. Δεν γνωρίζω το λόγο που ήθελαν τις πληροφορίες αυτές. Γνωρίζω όμως ότι συνήθως η οργάνωση χρησιμοποιεί μεγάλους χώρους στάθμευσης για παράδοση και παραλαβή αυτοκινήτων και δεμάτων. Τα έμαθα στην εκπαίδευση μου. Ο ΑΙΜΑΝ φαινόταν να γνωρίζει τον τόπο αυτό διότι μου τον έδειξε σε χάρτη και απ’ ότι κατάλαβα, λανθασμένα νόμιζε ότι είναι μεγάλο πάρκινγκ που χωρεί 500 αυτοκίνητα. Μετά την αποστολή μου του εξήγησα ότι είναι μικρός χώρος για το νοσοκομείο. Δεν γνωρίζω πως ο ΑΙΜΑΝ ήξερε τον τόπο αυτό, ούτε τον ρώτησα. Δεν πιστεύω ότι ήθελαν τον χώρο αυτό για να γίνει οποιαδήποτε εγκληματική ενέργεια».

 

Το Κακουργιοδικείο συνοψίζοντας άλλα σημεία της κατάθεσης του Εφεσείοντος, αναφέρει το εξής στη σελ. 28 της απόφασής του:-

[*187]«Στην ίδια κατάθεση ο κατηγορούμενος αναφέρεται στην ιδεολογία και στους σκοπούς της οργάνωσης Hezbollah αρνούμενος ότι υποστηρίζει την τρομοκρατία παρόλο που δέχεται τον ένοπλο αγώνα για απελευθέρωση του Λιβάνου από το Ισραήλ.  Για τις αποστολές στην Κύπρο αναφέρει και τα ακόλουθα: «δεν πιστεύω ότι αυτές οι αποστολές που εκτέλεσα στην Κύπρο αποσκοπούσαν στην ετοιμασία τρομοκρατικού κτυπήματος στην Κύπρο. Ήταν συλλογή πληροφοριών για τους Εβραίους όπως η οργάνωση μου κάνει σε όλο τον κόσμο…. Εγώ εκπαιδεύτηκα από την οργάνωση στην χρήση όπλων γιατί εκτός από τον πολιτικό αγώνα η οργάνωση κάνει και στρατιωτικό αγώνα».

 

Η υπόλοιπη μαρτυρία, η οποία αφορά κυρίως τις πτήσεις της ARKIA και τα διάφορα ξενοδοχεία στα οποία αναφέρθηκε ο Εφεσείων, συνοψίζεται από το Κακουργιοδικείο στα πιο κάτω ευρήματα στα οποία προέβη:-

 

1. Η Αεροπορική Εταιρεία ARKIA είναι Ισραηλινών συμφερόντων και τα αεροπλάνα της εκτελούν δρομολόγια μόνο από Τελ Αβίβ προς Λάρνακα και αντίστροφα. Η συγκεκριμένη εταιρεία από 1.1.2012 μέχρι 7.7.2012 εκτέλεσε συνολικά 267 πτήσεις από Ισραήλ προς Κύπρο και αντίστροφα, με μέσο όρο επιβατών 70-80 άτομα ανά πτήση. Η εθνικότητα των επιβατών δεν προέκυπτε από τα στοιχεία του αεροδρομίου Λάρνακας. Η συγκεκριμένη εταιρεία τείνει να αλλάζει τις προγραμματισμένες ώρες άφιξης και αναχώρησης των αεροσκαφών της.

 

2. Στις 3.7.2012 και γύρω στις 03.00 το λεωφορείο LAA505 παρέλαβε ρώσους τουρίστες από ξενοδοχεία στον Πρωταρά-Αγ. Νάπα και τους μετέφερε γύρω στις 05.00 στο αεροδρόμιο Λάρνακας για μονοήμερη εκδρομή στο Ισραήλ. Μετά την επιστροφή των τουριστών, το ίδιο λεωφορείο τους παρέλαβε από το αεροδρόμιο Λάρνακας για να τους μεταφέρει στα ξενοδοχεία τους. Οι συγκεκριμένες εκδρομές γίνονται από ισραηλινή αεροπορική εταιρεία και κατά τη μεταφορά των τουριστών αναρτάται στον ανεμοθώρακα του λεωφορείου πινακίδα η οποία αναγράφει «Israel by air».

 

3. Η πτήση με αρ. IZ167 της αεροπορικής εταιρείας ARKIA στις 3.7.2012 και ώρα 21.37 αφίχθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας, προερχόμενη από το Τελ Αβίβ.

 

4. Άλλη πτήση της αεροπορικής εταιρείας ARKIA με αρ. ΙΖ167 [*188]αναχώρησε στις 6.7.2012 από το αεροδρόμιο του Τελ Αβιβ και αφίχθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας στις 7.7.2012 και ώρα 00.47 ώρα Κύπρου, μεταφέροντας κυρίως τουρίστες από τη Ρωσία οι οποίοι είχαν ταξιδεύσει με πρωινή πτήση στο Ισραήλ για μονοήμερη επίσκεψη.

 

5. Τα τουριστικά λεωφορεία KWK663 και LAA505 εκμισθώθηκαν για να παραλάβουν στις 6.7.2012 και γύρω στις 23.45 από το αεροδρόμιο Λάρνακας τους πιο πάνω ρώσους τουρίστες που επέστρεφαν από το Ισραήλ με την πτήση της ARKIA και να τους μεταφέρει στα ξενοδοχεία τους στη Λεμεσό και Πάφο όπου διέμεναν. Η παραλαβή των τουριστών έγινε λίγο μετά τα μεσάνυχτα, δηλαδή στις 7.7.2012. Ορισμένοι επιβάτες, ανάλογα με τον προορισμό τους, επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο KWK663 ενώ οι υπόλοιποι στο λεωφορείο LAA505.

 

6. Τα ξενοδοχεία Anthea και Cleopatra στην Αγ. Νάπα και το ξενοδοχείο Golden Arches στη Λεμεσό κατά την ουσιώδη τουριστική περίοδο φιλοξενούσαν ισραηλινούς και άλλους τουρίστες, προερχόμενους από το Ισραήλ.

 

7. Αποτελεί κοινό έδαφος ότι ο Εφεσείων κατά τις επίδικες μέρες και ώρες άφιξης των πιο πάνω πτήσεων βρισκόταν στο αεροδρόμιο Λάρνακας. Ο Εφεσείων στις 3.7.2012 ενοικίασε αυτοκίνητο ενοικίασης από το αεροδρόμιο Λάρνακας, μέχρι 6.7.2012, ενώ στις 6-7.7.2012 και πάλιν βρισκόταν στο αεροδρόμιο Λάρνακος και επέστρεψε με το λεωφορείο της γραμμής το οποίο αναχώρησε από το αεροδρόμιο Λάρνακας γύρω στις 1.00 στις 7.7.2012 και έφθασε στη Λεμεσό γύρω στις 2.00.

 

Ως προς τη λιβανέζικη οργάνωση Hezbollah κατάθεσε ο Δρ. Magnus Norell (M.K.29). Θα αναφερθούμε στη μαρτυρία του σε ξεχωριστή ενότητα. Αρκεί όμως να αναφέρουμε ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας χαρακτήρισε την οργάνωση εγκληματική, πολιτική, στρατιωτική και κοινωνική και ότι το στρατιωτικό μέρος διακρίνεται από μυστικότητα αναφορικά με τη διάρθρωση και λειτουργία του.

 

Η υπεράσπιση

 

Ο Εφεσείων μετά που κλήθηκε σε απολογία επέλεξε να δώσει ένορκη μαρτυρία. Παραθέτουμε διάφορα αποσπάσματα από την απόφαση του Κακουργιοδικείου, τα οποία θεωρούμε αντιπροσω[*189]πευτικά της ένορκης μαρτυρίας του Εφεσείοντος. Όπως αναφέρει το Κακουργιοδικείο ο Εφεσείων:-

 

«….είναι Λιβάνιος στην καταγωγή, Μουσουλμάνος, θρήσκος, χωρίς όμως να υποστηρίζει το φανατικό Ισλάμ. Είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας γενικού εμπορίου General Trading Zone.  Ανάφερε σε διάφορα σημεία της γραπτής του μαρτυρίας ότι είχε διάφορες επαφές στην Κύπρο εμπορικού περιεχομένου εκτός από αυτές που αναφέρθηκαν προηγουμένως δηλαδή της ΚΕΑΝ και του Jack Man. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε σε επαφές που είχε με την ΚΕΟ και τα γαλακτοκομικά με την εταιρεία ΑΛΑΜΠΡΑ και άλλες εταιρείες. Σε σχέση με τις επαφές που είχε με τον λογιστή Μ.Κ.19 Αλέξη Δημητρίου ανέφερε ότι όντως τον Δεκέμβρη του 2011 του τηλεφώνησε και τον συνάντησε αλλά ποτέ δεν του έστειλε ούτε έλαβε οποιοδήποτε e-mail ούτε χρησιμοποίησε ποτέ το όνομα Greig Karam.

 

Σε σχέση με τις δοθείσες σ’ αυτόν οδηγίες η θέση του ενόρκως ήταν ότι λάμβανε αυτές τις οδηγίες από τον ΑΙΜΑΝ τον οποίο δεν είδε ποτέ του «γιατί πάντα φορεί μάσκα». Συγκεκριμένα ανέφερε ότι τον Δεκέμβρη του 2011 και τον Ιανουάριο του 2012 του ζητήθηκαν από τον ΑΙΜΑΝ τα εξής, να ελέγξει τη διαδικασία στάθμευσης ενός αυτοκινήτου πίσω από το παλιό Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, αν είχε κάμερες στο χώρο στάθμευσης ή αν είχε φρουρά ασφαλείας και άλλα συναφή. Όντως πήγε στον χώρο και φωτογράφισε το χώρο στάθμευσης. Του ζητήθηκε επίσης να πάρει του ΑΙΜΑΝ δύο κάρτες SIM όπως και έκαμε.  Ακόμα επισκέφθηκε το ξενοδοχείο Golden Arches και το φωτογράφισε ενώ οι οδηγίες του ΑΙΜΑΝ ήταν να το επισκεφθεί και να λάβει φυλλάδια. Φυλλάδιο ωστόσο δεν μπορούσε να εξασφαλίσει γιατί το ξενοδοχείο ήταν υπό ανακαίνιση. Του ζητήθηκε επίσης να εντοπίσει Internet Café στη Λεμεσό και Λευκωσία. Ποτέ ωστόσο δεν έστειλε στον ΑΙΜΑΝ e-mail από την Κύπρο ή πληροφορίες από οποιοδήποτε Internet Café. Επίσης ο ΑΙΜΑΝ του ζήτησε να εντοπίσει δύο τόπους συνάντησης ένα στην Λεμεσό και ένα στην Λάρνακα πράγμα το οποίο ο κατηγορούμενος έκανε προσθέτοντας ότι κατά την τελευταία του επίσκεψη ο ΑΙΜΑΝ του ανέφερε ότι εάν τον χρειαζόταν επειγόντως θα λάμβανε ένα μήνυμα και κάποιος θα τον συναντούσε σ’ ένα από αυτά τα μέρη. Επίσης ο ΑΙΜΑΝ του ζήτησε να εντοπίσει εστιατόρια με το φαγητό Coshier, όμως δεν κατάφερε να εντοπίσει οτιδήποτε.

 

Δεν ρώτησε τον ΑΙΜΑΝ για τον σκοπό όλων αυτών των ερευ[*190]νών. Σε σχέση με την Hezbollah ανέφερε τα ακόλουθα: εργαζόταν για την Hezbollah περίπου για 4 χρόνια και τίποτε από αυτά που έκαμε δεν οδήγησε σε οποιοδήποτε έγκλημα. Είναι μέλος της Hezbollah από το 2007, είχε εκπαιδευτεί στα όπλα και πώς να ενεργεί υπό κάλυψη και παρακολούθηση. Το όνομα του στην οργάνωση είναι WAEL και ο μόνος του σύνδεσμος είναι ο ΑΙΜΑΝ ο οποίος ήταν «η μόνη του επαφή στην οργάνωση» και όλα του τα έξοδα και τα ταξίδια πληρώνονταν απ’ αυτόν.

 

Σε διάφορα μέρη της κατάθεσης του αναφέρεται σε πιέσεις και εκφοβισμούς που υπέστη από διάφορα άτομα τα οποία κατονομάζει κατά την διάρκεια των ανακρίσεων αναιρώντας ή τροποποιώντας μέρη των καταθέσεων του τονίζοντας σε όλες τις περιπτώσεις ότι ουδέποτε θα διέπραττε αδίκημα και κανένας δεν θα μπορούσε να τον αναγκάσει να το πράξει. Να επισημάνουμε ότι σε σχέση με το σχεδιαγράφημα του χώρου του αστυνομικού σταθμού και του Golden Arches η θέση του επί της ένορκης του μαρτυρίας ήταν περίπου ότι ξεγελάστηκε από κάποιο ΙΑΝ ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που αναγνώριζε και διάβαζε ο κατηγορούμενος ένα χάρτη και του έδωσε κόλλες ζητώντας του να σχεδιάσει διάφορες περιοχές μεταξύ των οποίων το σπίτι του στο Λίβανο, το σπίτι του πατέρα του στην Σουηδία και την περιοχή του ξενοδοχείου Golden Arches και τον χώρο στάθμευσης του παλιού Νοσοκομείου.  Αυτό συνέβη στις 15.7.12 όταν τον ανάκριναν οι Mark και Ian.  Σύμφωνα πάντα με τον κατηγορούμενο μετά από λίγες ώρες ένας αστυνομικός του ΤΑΕ ήλθε κρατώντας αυτές τις κόλλες και του ζήτησε να τις υπογράψει, ενώ λίγο μετά του έφερε δύο τουριστικούς χάρτες Λεμεσού και Λευκωσίας ζητώντας του να σημειώσει πάνω όλα τα Internet Café που ήξερε. Ο ΑΙΜΑΝ δεν του ζήτησε να σχεδιάσει τις περιοχές αυτές γιατί είχε χάρτες για τις περιοχές που είναι πιο ακριβείς και πιο λεπτομερείς από οποιοδήποτε σχέδιο που μπορούσε να κάμει ο ίδιος γι’ αυτόν.

 

Σε σχέση με τα δύο ξενοδοχεία ανάφερε ότι δεν ξέρει που βρίσκονται στην Αγ. Νάπα. Ακόμη υπήρξε η θέση του ότι ο ΑΙΜΑΝ του ζήτησε να πάρει μία ιδέα για τιμές αποθηκών αλλά δεν του ζήτησε να ενοικιάσει αποθήκη στην Κύπρο. Στην τελευταία του δε επίσκεψη στην Κύπρο επιπρόσθετα της εργασίας του έπρεπε να πάρει φυλλάδια από τα ξενοδοχεία Cleopatra και Amanthea και να δώσει πληροφορίες ή να επιβεβαιώσει τις ώρες της πτήσης ARKIA ΙΖ167 την 3.7.12 στις 18.00 και στις 6.7.12 στις 18.25. Δεν γνώριζε όμως το σκοπό αυτών των αποστολών.

[*191]Θεωρούμε σκόπιμο σ’ αυτό το σημείο να μεταφέρουμε αυτούσιο απόσπασμα από τις ενόρκως προβαλλόμενες θέσεις του κατηγορουμένου αναφορικά κυρίως με την πτήση ARKIA και την παρουσία του στο αεροδρόμιο κατά τον ουσιώδη χρόνο των πιο πάνω ημερομηνιών.

 

«Πήγα στο αεροδρόμιο τις ημερομηνίες 03/07/2012 και 06/07/2012 όπου ενοικίασα αυτοκίνητο από την EUROPCAR από το Τμήμα Αφίξεων του αεροδρομίου, όταν έφτασα στην Κύπρο στις 03/07/2012 νωρίς το πρωί. Το κλιματιστικό του αυτοκινήτου που νοικίασα δεν λειτουργούσε κανονικά οπόταν επέστρεψα την ίδια ημέρα κατά τις 17.30 για να αλλάξω το αυτοκίνητο. Ενώ άλλαζαν το αυτοκίνητο πήγα στο FLO CAFFE στον ίδιο όροφο των «αφίξεων» στην ανοικτή περιοχή για να πάρω ένα φλιτζάνι καφέ και να καπνίσω ένα τσιγάρο. Επίσης επέστρεψα στο αεροδρόμιο την ίδια ημέρα κατά τις 21.30 για να δω ότι η πτήση αφίχθηκε στις 21.45. Επίσης πήγα στο ίδιο καφέ και πάλι πήρα ένα φλιτζάνι καφέ, την δεύτερη φορά που πήγα εκεί δεν κινήθηκα γύρω στο αεροδρόμιο, ούτε ακολούθησα τους επιβάτες ή πήρα οποιεσδήποτε πληροφορίες για οποιοδήποτε λεωφορείο ή οτιδήποτε άλλο. Στις 06/07/2012 πήγα στο αεροδρόμιο κατά τις 18.00 όπου επέστρεψα το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο από την EUROPCAR και πήρα το λεωφορείο για την Λάρνακα. Πέρασα την ώρα μου στην Λάρνακα ανάμεσα στα καταστήματα και στον παραλιακό μέχρι τις 22.45 όταν και πήρα το λεωφορείο για το αεροδρόμιο. Το λεωφορείο κατά την διαδρομή για να επιστρέψει στο αεροδρόμιο εγκλωβίστηκε στο δρόμο των Φοινικούδων, λόγω κάποιου αυτοκινήτου που είχε αποκόψει το δρόμο. Το λεωφορείο έφτασε στο αεροδρόμιο κατά τις 23.15 όπου το λεωφορείο για την Λεμεσό είχε αναχωρήσει από το αεροδρόμιο. Οπόταν έπρεπε να περιμένω για το επόμενο λεωφορείο για την Λεμεσό, που ήταν την 01.00 της 07/07/2012. Πέρασα την ώρα μου από την ώρα 23.15 μέχρι την ώρα 01.00 στο εστιατόριο “DINNER ON AIR”, στον όροφο αναχωρήσεων του αεροδρομίου Λάρνακας. Πέρασα την ώρα μου εκεί χωρίς να κινούμαι τριγύρω. Επιβιβάστηκα στο λεωφορείο που θα πήγαινε στην Λεμεσό και είδα τους επιβάτες της ARKIA IZ167 να επιβιβάζονται σε δύο λεωφορεία απέναντι από το λεωφορείο που θα πήγαινε Λεμεσό. Είδα τις πινακίδες εγγραφής των δύο λεωφορείων και τις έβαλα στο μυαλό μου.  Στο δρόμο για την Λεμεσό, έβγαλα το κόκκινο σημειωματάριο μου και στην τελευταία σελίδα έγραψα “Laa505” και “KwK663”. Κοιτάζοντας τις λέξεις “Laa”  και “KwK” μου φανήκαν όμοιες με τις “Laambourgini” και “Kawasaki” οπόταν [*192]έσβησα τα “Laa505”  και “KwK663” από την τελευταία σελίδα και έγραψα σε άλλη σελίδα τις λέξεις “Laambourgini” και “Kawasaki”, ενώ ήμουν στο λεωφορείο. Κράτησα τους αριθμούς «505» και «663» στο μυαλό μου, δευτερόλεπτα μετά όταν κοίταζα το κόκκινο σημειωματάριο μου είδα την σειρά των αριθμών που είναι ο κωδικός αριθμός του ίντερνετ στο ξενοδοχείο PETROU BROS στη Λάρνακα, οπόταν έγραψα τους αριθμούς με παρόμοιο τρόπο με την σειρά αριθμών του κωδικού του ίντερνετ. Τα έκανα όλα ως παιχνίδι ή διασκέδαση (τον τρόπο κωδικοποίησης) και έτυχε ότι τα ονόματα ήταν κοντά ή παρόμοια με τις πινακίδες εγγραφής του λεωφορείου. Οι ώρες των αεροπλάνων ή των λεωφορείων δεν δόθηκαν σε κανέναν και δεν είχα σκοπό αν τα δώσω σε κανέναν εντός Κύπρου ή από την Κύπρο προς το Λίβανο ή αλλού. Το σημείωμα που βρέθηκε στις αποσκευές μου, το έγραψα στο Λίβανο όπου μου ζητήθηκε από τον ΑΙΜΑΝ να μάθω γι’ αυτόν τις ακριβείς ώρες αφίξεων της πτήσης ARKIA IZ167. Ο ΑΙΜΑΝ ποτέ δεν μου είπε ότι η ARKIA είναι ονομασία Ισραηλίτικης αεροπορικής εταιρείας.  Μου είχε ζητηθεί μόνο να μάθω τις ώρες αφίξεων».

 

Ο Εφεσείων στην κυρίως εξέταση του αναφέρθηκε και στο μανιφέστο της Ηezbollah. Η σχετική μαρτυρία του συνοψίστηκε ως εξής από το Κακουργιοδικείο, στη σελίδα 43 της απόφασής του:-

 

«Στα πλαίσια της κυρίως εξέτασης του ο κατηγορούμενος ανάφερε ότι από το 2009 έχει στην κατοχή του το μανιφέστο της Hezbollah «The New Hezbollah Manifesto – November 2009» το οποίο και κατέθεσε. Το έγγραφο αυτό είναι πολυσέλιδο και δεν είναι και ολίγα τα σημεία τα οποία αναφέρονται στο Ισραήλ και σ’ αυτό που ονομάζουν σιωνιστική οντότητα (zionist entity). Το έγγραφο αρχίζει ως εξής:

 

“Hezbollah´s new political document aims to define the political vision of the party”.

 

Σ’ όλες τις σελίδες του εγγράφου επιβεβαιώνεται η αντιπαλότητα και εχθρότητα με το Ισραήλ και τους συμμάχους του. Κατηγορηματικά απορρίπτεται οποιοσδήποτε συμβιβασμός με το Ισραήλ ή η αναγνώριση της νομιμότητας του. Αυτή η θέση σύμφωνα με το νέο μανιφέστο είναι οριστική, έστω και αν όλοι αναγνωρίζουν το Ισραήλ.

 

Σχεδόν σ’ όλες τις σελίδες του κειμένου το μανιφέστο ομιλεί για το Ισραήλ, τους άνομους σκοπούς του σε σχέση με τον Αρα[*193]βικό κόσμο τον οποίο καλεί σε αντίσταση και ενότητα για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ο οποίος προέρχεται από το Ισραήλ. Υπάρχουν δε επαινετικές αναφορές στο ρόλο του Ιράν και της Συρίας στον αγώνα εναντίον του Ισραήλ.»

 

Η κρίση του Κακουργιοδικείου

 

Το Κακουργιοδοκείο αφού επαναξιολόγησε τις ομολογίες του Εφεσείοντος, οι οποίες προηγουμένως σε δίκη εντός δίκης είχαν κριθεί θεληματικές, απέρριψε την ένορκη μαρτυρία του Εφεσείοντος για το εντελώς τυχαίο όλων των ενεργειών του στο αεροδρόμιο Λάρνακας και αλλού και κατέληξε ότι το εύρημα του για την θεληματικότητα και την αλήθεια των ομολογιών του Εφεσείοντος δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του. Αφού αξιολόγησε θετικά τη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, καθώς επίσης και του εμπειρογνώμονα, Μ.Κ. 29, για την οργάνωση Hezbollah, το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχο τον Εφεσείοντα στις πέντε από τις οκτώ κατηγορίες που αντιμετώπιζε και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 4 χρόνων στις δύο κατηγορίες (4 και 5) για συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων, ενώ δεν του επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στις υπόλοιπες τρεις κατηγορίες, θεωρώντας ότι αυτές καλύπτονταν από τα γεγονότα των δύο κατηγοριών στις οποίες του επέβαλε ποινή.

 

Η έφεση

 

Ο Εφεσείων δεν προσβάλλει την ποινή που του επιβλήθηκε, αλλά την καταδίκη του. Οι οκτώ λόγοι έφεσης μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις ενότητες. Η πρώτη εντάσσεται στα πλαίσια της δίκαιης δίκης και αφορά κατά κύριο λόγο σε διαδικαστικά θέματα (λόγοι έφεσης 1 και 5), η δεύτερη στην εσφαλμένη αξιολόγηση και αποδοχή μαρτυρίας (λόγοι έφεσης 3, 4 και 8), η τρίτη ενότητα στο εύρημα του δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων συμμετείχε σε εγκληματική οργάνωση (λόγοι έφεσης 2 και 7) και η τέταρτη που σχετίζεται με το επίπεδο απόδειξης (λόγος έφεσης 6). Βέβαια η τρίτη ενότητα αποτελεί τον πυρήνα των λόγων έφεσης. Όμως θα πρέπει πρώτα να εξετάσουμε τις δύο πρώτες ενότητες.

 

Δίκαιη Δίκη – Λόγοι έφεσης 1 και 5

 

Ο πρώτος λόγος σύμφωνα με την Ειδοποίηση Έφεσης, αφορά στη λανθασμένη ερμηνεία του Άρθρου 108 του Κεφ. 155 και στην απόρριψη της εισήγησης της Υπεράσπισης ότι η Κατηγορούσα [*194]Αρχή δεν μπορούσε να αντικαταστήσει το αρχικό κατηγορητήριο, με το οποίο παραπέμφθηκε ο Εφεσείων στο Κακουργιοδικείο, με νέο το οποίο περιλάμβανε διαφορετικές κατηγορίες.

 

Ο λόγος έφεσης κατά την άποψή μας δεν ευσταθεί. Πρωτοδίκως ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα υποστήριξε ότι η ενέργεια της Κατηγορούσας Αρχής να αντικαταστήσει το Κατηγορητήριο συνιστούσε έλλειψη και κατάχρηση εξουσίας και παραβίαζε το δικαίωμα του πελάτη του για δίκαιη δίκη. Το Κακουργιοδικείο έχοντας υπόψη το λεκτικό του Άρθρου 108 του Κεφ. 155 και ιδιαίτερα τη χρησιμοποίηση στο συγκεκριμένο Άρθρο των λέξεων «προσθήκη» ή «υποκατάσταση», ορθά κατά την άποψή μας έκρινε ότι δεν ετίθετο θέμα έλλειψης δικαιοδοσίας, εφόσον το ίδιο το άρθρο έδιδε εξουσία στον Γενικό Εισαγγελέα είτε να προσθέσει νέα αδικήματα, είτε να υποκαταστήσει ποινικά αδικήματα για τα οποία το κατηγορούμενο πρόσωπο παραπέμφθηκε σε δίκη, νοουμένου ότι τα νέα ή τα τροποποιηθέντα αδικήματα προκύπτουν από τις καταθέσεις που λήφθηκαν και οι οποίες δόθηκαν στον κατηγορούμενο σύμφωνα με το Άρθρο 94 του Κεφ. 155. Πέραν τούτου, είναι επίσης ορθή η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι δεν είχε τεθεί ενώπιον του οποιοδήποτε υλικό που να υποστηρίζει την εισήγηση της Υπεράσπισης ότι ο Γενικός Εισαγγελέας ενήργησε κακόπιστα και εκτός του μαρτυρικού υλικού, προσάπτοντας τις νέες κατηγορίες. Εν πάση περιπτώσει στην ουσία εκείνο που συνέβη είναι ότι μειώθηκε ο αριθμός των κατηγοριών από 17 σε 8. Οι πλείστες κατηγορίες στο νέο κατηγορητήριο παρέμειναν οι ίδιες με αυτές που προϋπήρχαν στο κατηγορητήριο με το οποίο παραπέμφθηκε ο Εφεσείων, ενώ ορισμένες από αυτές τροποποιήθηκαν με την προσθήκη σ’ αυτές, για σκοπούς διευκρίνισης, κάποιων νέων άρθρων και κάποιων νέων στοιχείων στις λεπτομέρειες αδικημάτων. Όμως η ουσία των κατηγοριών δεν είχε αλλάξει. Ούτε στο στάδιο της έφεσης η Υπεράσπιση προσέθεσε οτιδήποτε καινούργιο που να διαφοροποιεί τα πιο πάνω. Ούτε βέβαια μας έχει υποδειχθεί και ούτε και εμείς εντοπίσαμε οτιδήποτε που να παραβιάζει το δικαίωμα του Εφεσείοντος για δίκαιη δίκη.

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης η Υπεράσπιση παραπονείται ότι η μη παροχή έγκαιρα της Έκθεσης του εμπειρογνώμονα, της Κατηγορούσας Αρχής, Μ.Κ. 29, συνιστούσε ρήγμα στη δίκη καθιστώντας την μη δίκαιη.

 

Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Όπως ορθά υποδεικνύει το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του, ο ισχυρισμός περί μη δίκαιης δίκης δεν αποφασίζεται κατά τρόπο αφηρημένο, αλλά πά[*195]ντοτε σε συνάρτηση με όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης. Είναι επίσης απόλυτα ορθή η παρατήρηση ότι για να στοιχειοθετηθεί ο ισχυρισμός για μη διεξαγωγή δίκαιης δίκης θα πρέπει να αποδειχθεί ότι πράγματι ο Εφεσείων είχε επηρεαστεί δυσμενώς. Συμφωνούμε με την κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν είχε αποδειχθεί ότι υπήρξε οποιοσδήποτε πραγματικός επηρεασμός του Εφεσείοντος. Αντίθετα, τα στοιχεία του φακέλου φανερώνουν ότι η Κατηγορούσα Αρχή ενήργησε καλόπιστα ως προς τον χειρισμό της Έκθεσης του συγκεκριμένου εμπειρογνώμονα. Από νωρίς ενημερώθηκε η Υπεράσπιση ότι θα κατέθετε ο Μ.Κ. 29. Η Έκθεση του τελικά δόθηκε στην Υπεράσπιση την Τετάρτη 16.1.2013, αντί τη Δευτέρα 14.1.2013 που είχε συμφωνηθεί με την Υπεράσπιση. Στις 18.1.2013 η Υπεράσπιση λόγω αυτής της διήμερης καθυστέρησης, ζήτησε αναβολή για να μελετήσει την Έκθεση, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε. Η Έκθεση δεν ήταν μεγάλη. Αποτελείτο από 23 σελίδες. Ήδη στις 18.1.2013 ο κ. Γεωργιάδης δήλωσε ότι την διάβασε πολύ προσεκτικά 1-2 φορές (σελ. 351 και 353 των πρακτικών) και έδωσε και αντίγραφο στον Εφεσείοντα για να τη σχολιάσει. Μάλιστα η Υπεράσπιση ζήτησε ενόψει του περιεχομένου της Έκθεσης να αντεξετάσει το μάρτυρα Κώστα Αντρέου, «μετά» που θα κατέθετε ο εμπειρογνώμονας.  Και αυτό το αίτημα έγινε δεκτό. Η Υπεράσπιση ζήτησε επίσης χρόνο για να συμβουλευθεί δικό της εμπειρογνώμονα και το Κακουργιοδικείο αποδέχθηκε και αυτό το αίτημα, με αποτέλεσμα να αναδομηθούν οι ημερομηνίες συνέχισης της ακρόασης από τις 23 και 24.1.2012 στις 28 και 29.1.2013. Εν πάση περιπτώσει, στο τέλος της κατάθεσης του Μ.Κ. 29, η Υπεράσπιση δεν ζήτησε να επανεξετάσει οποιοδήποτε μάρτυρα, ενόψει των όσων προέκυψαν από την κατάθεση της Έκθεσης του συγκεκριμένου μάρτυρα.

 

Υπό τις περιστάσεις, δεν βλέπουμε πώς έχει επηρεαστεί το δικαίωμα του Εφεσείοντος για δίκαιη δίκη από τη διήμερη καθυστέρηση στην παράδοση της Έκθεσης του Μ.Κ. 29. Εν πάση περιπτώσει, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τόσο η Έκθεση όσο και η μαρτυρία του Μ.Κ. 29 λήφθηκαν υπόψη από το Κακουργιοδικείο σε πολύ περιορισμένο βαθμό, με αποτέλεσμα η εισήγηση να εξασθενεί ακόμη περισσότερο.

 

Εσφαλμένη αποδοχή μαρτυρίας και εσφαλμένα ευρήματα – Λόγοι έφεσης 3, 4 και 8

 

Το Κακουργιοδικείο στη σελίδα 68 της απόφασης του διατυπώνει τα πιο κάτω συμπεράσματα:-

«Οι πιο πάνω πράξεις του κατηγορούμενου στην Κύπρο είναι [*196]δεδομένες. Εκείνο που παραμένει να αποφασισθεί είναι αν αυτές οι παρακολουθήσεις Ισραηλινών στόχων με τις οδηγίες της οργάνωσης Hezbollah μπορούν να στοιχειοθετήσουν το πλαίσιο των συνδεδεμένων μεταξύ τους Άρθρων 63Α και Β, πρωτίστως.

 

Οι πράξεις μεμονωμένες και κυρίως συνολικά θεωρούμενες οδηγούν στα ακόλουθα συμπεράσματα:

 

(α)  συστηματική και μυστική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων στην Κύπρο (αεροδρόμιο, την συγκεκριμένη πτήση, λεωφορεία με τους επιβάτες της πτήσεως, ξενοδοχεία που διαμένουν Ισραηλινοί τουρίστες κ.λ.π.). Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση της υπεράσπισης επί το ότι στα λεωφορεία στις συγκεκριμένες ώρες υπήρχαν Ρώσοι τουρίστες και όχι Ισραηλινοί έχει σημασία αφού πρόκειται για πτήση Ισραηλινών συμφερόντων.

 

(β)  οδηγίες επί του προκειμένου για τις επιμέρους ενέργειες εκ μέρους της οργάνωσης ομοίως μυστικές και κωδικοποιημένες.

 

(γ)  κωδικοποιημένος και μυστικός τρόπος ενεργειών και επικοινωνίας του κατηγορούμενου με την Οργάνωση και τον χειριστή του.

 

(δ)  αδιαμφισβήτητες κινήσεις δημιουργίας cover story για την δικαιολόγηση της παρουσίας του κατηγορουμένου στην Κύπρο (όπως επαφές με τον Μ.Κ.19 λογιστή Δημητρίου, ή τον Διευθυντή της ΚΕΑΝ ή τον έμπορο στη Λάρνακα για είδη σουβενίρ).

 

(ε)  η εξεύρεση – εντοπισμός Internet café τα οποία να μην διαθέτουν σύστημα ασφάλειας ώστε να επικοινωνεί με τον χειριστή ή μέλη της Οργάνωσης του. Και επίσης τέτοια που να μην διαθέτουν σύστημα καταγραφής στοιχείων πελατών.

 

Για όλα τα πιο πάνω δεν προκύπτει λογικά μια «αθώα εξήγηση» που θα αφαιρούσε από τις πιο πάνω ενέργειες του κατηγορουμένου την πρόθεση στο επίπεδο που θέτει ο ίδιος ο νόμος.  Τουναντίον, αποδεικνύουν, όπως θα εξηγήσουμε και πιο κάτω, ότι συνιστούν πράξεις οι οποίες θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με την διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος.»

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο Εφεσείων προσβάλλει τα πιο πάνω ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι υπήρξε συστη[*197]ματική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων. Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του, ένα τέτοιο εύρημα δεν δικαιολογείται καθότι:-

 

(α)  Οι ώρες πτήσεων της ARKIA είναι δημόσιες και δεν υπήρχε λόγος για τον Εφεσείοντα να τις παρακολουθεί.

 

(β)  Δεν υπήρχε καμία απολύτως μαρτυρία ότι ο Εφεσείων προέβη σε παρακολούθηση ξενοδοχείου που διέμεναν σ’ αυτό Ισραηλινοί πολίτες. Σύμφωνα με τη θέση της υπεράσπισης, στα ξενοδοχεία στα οποία έγινε αναφορά, διέμεναν τουρίστες από διάφορες χώρες.

 

(γ)  Η εξασφάλιση διαφημιστικών φυλλαδίων δεν οδηγεί αυτόματα σε εύρημα συστηματικής παρακολούθησης.

 

(δ)  Δεν υπήρξε μαρτυρία ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο υπήρχαν στην Κύπρο Ισραηλινοί πολίτες και επομένως δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί εύρημα για παρακολούθησή τους.

 

(ε)  Ούτε η κωδικοποίηση στοιχείων, η εξεύρεση Internet café και χώρων στάθμευσης οδηγεί λογικά σε συμπέρασμα για συστηματική παρακολούθηση «ισραηλινών πολιτών» στην Κύπρο.

 

Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Κατ’ αρχάς ο συνήγορος του Εφεσείοντος με αναφορά στην παρακολούθηση, χρησιμοποιούσε τους όρους «Ισραηλινός στόχος» και «Ισραηλινοί πολίτες» ως να ήταν οι ίδιοι. Όμως δεν είναι έτσι. Το Κακουργιοδικείο ήταν προσεκτικό στη διατύπωση των ευρημάτων του και έκανε αναφορά σε παρακολούθηση «Ιραηλινών στόχων» ή «στόχων ισραηλινών συμφερόντων» και όχι σε παρακολούθηση «Ισραηλινών πολιτών». Πέραν τούτου, οι ενέργειες του Εφεσείοντος δεν πρέπει να ειδωθούν μεμονωμένες, αλλά στην ολότητά τους και σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία. Από την ενώπιον του Κακουργιοδικείου μαρτυρία υπάρχει πληθώρα μαρτυρικού υλικού, ότι ο Εφεσείων παρακολουθούσε ή προσπαθούσε να εντοπίσει στόχους οι οποίοι σχετίζονταν άμεσα με ισραηλινά συμφέροντα.  Για παράδειγμα είναι οι πτήσεις της Ισραηλινής εταιρείας ARKIA, τα ξενοδοχεία στα οποία διέμεναν όχι μόνο Ισραηλινοί πολίτες αλλά και τουρίστες που επισκέπτονταν το Ισραήλ, Ισραηλινά εστιατόρια (τα οποία όμως δεν εντόπισε στη Λεμεσό) και λεωφορεία που μετέφεραν επιβάτες από τις πτήσεις της ARKIA. Εν πάση περιπτώσει, η παρακολούθηση των συγκεκριμένων στόχων ήταν ένα μόνο μέρος της αλυσίδας που συνέθετε τις ενέργειες του [*198]Εφεσείοντος με ένα από τους κύριους στόχους του να δημιουργήσει στην Κύπρο εμπορική δραστηριότητα υπό κάλυψη, ώστε να διευκολύνει τους σκοπούς της οργάνωσης στην οποία ανήκε.

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η θεώρηση του πρωτόδικου δικαστηρίου να δεχθεί τον Μ.Κ. 29 ως εμπειρογνώμονα για τη δομή της οργάνωσης, λειτουργία και στόχους της Hezbollah. Συγκεκριμένα ο Εφεσείων παραπονείται ότι τα θέματα για τα οποία κατέθεσε ο Μ.Κ. 29 «είναι θέματα συνήθους μαρτυρίας, γεγονότων και όχι ειδημοσύνης». Πέραν τούτου, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εισηγήθηκε ότι η μαρτυρία του M.K. 29 θα έπρεπε να είχε απορριφθεί στην ολότητά της, γιατί αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία.

 

Κατά την κρίση μας, ορθά το Κακουργιοδικείο απέρριψε την εισήγηση, εφόσον αυτή στην ουσία παραγνωρίζει τις τροποποιήσεις που επήλθαν στον περί Αποδείξεως Νόμο, Κεφ. 9, ο οποίος δεν αποκλείει την εξ ακοής μαρτυρία a priori, ανάλογα βέβαια με το σκοπό για τον οποίο προσφέρεται. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και με το δίκαιο της απόδειξης όπως ίσχυε πριν την κατάργηση του κανόνα κατά της λήψης εξ ακοής μαρτυρίας, η αναφορά από εμπειρογνώμονα ή η στήριξη της άποψής του στην επιστημονική εργασία άλλων επιστημόνων ή ερευνητών, όπως αναφέρθηκε στη R. v. Abadon [1983] 1 All ER 364 δεν παραβίαζε τον σχετικό κανόνα. Κατά την κρίση μας το Κακουργιοδικείο αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία του Μ.Κ. 29. Δέχθηκε μερικώς την εισήγηση του κ. Γεωργιάδη και δεν έδωσε καμιά βαρύτητα στα όσα ο συγκεκριμένος μάρτυρας κατάθεσε για τις τρομοκρατικές επιθέσεις, επιθέσεις αυτοκτονίας, ξέπλυμα χρήματος, δολοφονίες κ.ά., τα οποία απέδιδε στη Hezbollah. Όπως πολύ ορθά επισημαίνει το Κακουργιοδικείο, οι πληροφορίες του μάρτυρα γι’ αυτά τα θέματα προέρχονταν από ένα ρευστό πλαίσιο πληροφοριών και εξ ακοής μαρτυρία και γι’ αυτό ορθά επέλεξε να μην δώσει καμιά βαρύτητα σ’ αυτή την πτυχή της μαρτυρίας του Μ.Κ. 29.

 

Όμως το Κακουργιοδικείο αντιμετώπισε με διαφορετικό τρόπο τα όσα ο Μ.Κ. 29 κατάθεσε σε σχέση με τους αξιωματούχους της Hezbollah, τους σκοπούς και τη δομή της οργάνωσης και ορθώς θα λέγαμε, αφού ο Μ.Κ. 29 ήταν ερευνητής του θέματος και η υπεράσπιση δεν κατάφερε να θέσει υπό αμφισβήτηση τα προσόντα του. Συμφωνούμε με τη θεώρηση του Κακουργιοδικείου ότι τα πλείστα από αυτά τα στοιχεία της μαρτυρίας είναι ιστορικά και ερευνητικά, π.χ. τα όσα κατάθεσε ο Μ.Κ. 29 σχετικά με παλαιό και νέο μανιφέστο της οργάνωσης, και οι γνώσεις του μάρ[*199]τυρα στηρίζονταν όχι από τις εκτεταμένες έρευνες που έκανε, αλλά και από επισκέψεις του στο Λίβανο και από επαφές με μέλη της ίδιας της Hezbollah. Με δεδομένη την περιορισμένη έκταση της μαρτυρίας του Μ.Κ. 29 που δέχθηκε το Κακουργιοδικείο και την περιορισμένη βαρύτητα που έδωσε σ’ αυτή, θεωρούμε ανεδαφικά τα παράπονα του Εφεσείοντος ως προς την αποδοχή μέρους της μαρτυρίας του Μ.Κ. 29 και τα περιορισμένα ευρήματα που προέκυψαν από αυτή.

 

Με τον λόγο έφεσης 8 ο οποίος είναι και ο τελευταίος αυτής της ενότητας, ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι το Κακουργιοδικείο λανθασμένα έκρινε ότι οι καταθέσεις του ήταν θεληματικές και ότι οδηγήθηκε σ’ αυτό το εσφαλμένο εύρημα διότι δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία της δημοσιογράφου Στεφανίας Σάββα (Μ.Υ.1 στη δίκη εντός δίκης) σε σχέση με την παρέμβαση ξένων υπηρεσιών στο ανακριτικό έργο.

 

Έχουμε εξετάσει και αυτό το λόγο έφεσης, αλλά δεν βρίσκουμε έρεισμα. Η δημοσιογράφος του Ρ.Ι.Κ. επικαλούμενη το δημοσιογραφικό της απόρρητο, δεν αποκάλυψε τις πηγές πληροφόρησής της. Ενόψει τούτου, το Κακουργιοδικείο ορθά έκρινε ότι δεν θα προσέδιδε καμία σημασία στη μαρτυρία της. Η μάρτυρας στη συνέχεια δεν κλήθηκε ως μάρτυρας στην κυρίως δίκη. Κατά την άποψή μας η μαρτυρία της ορθά αποκλείστηκε στη δίκη εντός δίκης, αφού ήταν φανερό ότι ο Εφεσείων δεν ανακρίθηκε «αποκλειστικά» από πράκτορες ξένων υπηρεσιών, όπως ανέφερε το ρεπορτάζ της Στεφανίας Σάββα. Η μαρτυρία ενώπιον του Κακουργιοδικείου ήταν ότι οι ανακρίσεις έγιναν από κύπριους ανακριτές, οι οποίοι και κατέθεσαν στο δικαστήριο. Τίποτε δεν προκύπτει από τη μη λήψη της μάρτυρος Στεφανίας Σάββα στη δίκη εντός δίκης, ώστε να τεθεί υπό αμφιβολία η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι οι καταθέσεις του Εφεσείοντος ήταν θεληματικές.

 

Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση – Λόγοι έφεσης 2 και 7

 

Ερχόμαστε τώρα στον πυρήνα των λόγων έφεσης, λόγοι 2 και 7, οι οποίοι αφορούν στο κατά πόσον το Κακουργιοδικείο ορθά καταδίκασε τον Εφεσείοντα στα αδικήματα στη δεύτερη και τρίτη κατηγορία, ήτοι «της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση …. Με την εκτέλεση αποστολής εν σχέση με ισραηλινούς πολίτες που βρίσκονταν στην Κυπριακή Δημοκρατία», κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Κεφ. 154, καθώς και στα αδικήματα στην τέταρτη και πέμπτη κατηγορία, ήτοι της συμμετοχής και αποδοχής διάπραξης εγκλήματος, κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1)(β), (2) και (3).

[*200]Εκ μέρους του Εφεσείοντος προβάλλεται ο ισχυρισμός:- (α) ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας ότι η Hezbollah είναι εγκληματική οργάνωση και ότι κατά τους ουσιώδεις χρόνους βρίσκονταν στην Κύπρο ισραηλινοί πολίτες εναντίον των οποίων θα μπορούσε να εκτελέσει αποστολή.

 

Προτού προχωρήσουμε θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα Άρθρα 63Α και 63Β του Κεφ. 154 τα οποία προβλέπουν ότι:-

 

«63Α. Όποιος συμμετέχει σε εγκληματική οργάνωση, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση τριών ετών.

 

63Β.—(1) Όποιος, έχοντας γνώση των παρανόμων σκοπών ή των δραστηριοτήτων εγκληματικής οργάνωσης—

 

(α) Συμμετέχει με οποιαδήποτε ενέργεια του σε οποιαδήποτε παράνομη πράξη εγκληματικής οργάνωσης· ή

 

(β) συμμετέχει με οποιαδήποτε πράξη εγκληματικής οργάνωσης, η οποία θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος,

είναι ένοχος κακουργήματος που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δέκα χρόνια ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.

 

(2) Το δικαστήριο δύναται να εκδικάζει αδικήματα που προβλέπονται από το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εγκληματική οργάνωση ευρίσκεται ή δραστηριοποιείται εν όλων ή εν μέρει εκτός της Δημοκρατίας.

 

(3) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ο όρος ‘εγκληματική οργάνωση’ σημαίνει διαρθρωμένη ομάδα τριών ή περισσοτέρων προσώπων η οποία έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων που τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστο τριών ετών.»

 

Το αδίκημα δυνάμει του Άρθρου 63Α συντελείται με την απλή συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, χωρίς οποιαδήποτε άλλη πράξη, ενώ δυνάμει του Άρθρου 63Β(1)(β) απαιτείται συμμετοχή με πράξη εγκληματικής οργάνωσης, την οποία θα έπρεπε λογικά να γνωρίζει ότι συνδέεται με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος.  

[*201]Το πρώτο ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσουμε είναι κατά πόσον η Hezbollah είναι «οργάνωση» και αν ναι κατά πόσον είναι «εγκληματική». Έχουμε με προσοχή εξετάσει όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας και έχουμε καταλήξει ότι με βάση τις ομολογίες του Εφεσείοντος και την υπόλοιπη μαρτυρία και ιδιαίτερα αυτή της Μ.Κ. 29, το Κακουργιοδικείο ορθά κατά την άποψή μας κατέληξε ότι η Hezbollah έχει τα χαρακτηριστικά οργάνωσης.  Όπως πολύ ορθά εξηγεί το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του, υπάρχει αρκετή μαρτυρία από την οποία με ασφάλεια μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ήταν διαρθρωμένη ομάδα πέραν των τριών ατόμων η οποία φαίνεται να είχε κοινές πεποιθήσεις και αγωνίζεται για την πραγμάτωση των ίδιων στόχων. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε λεπτομερώς σε συγκεκριμένα στοιχεία μαρτυρίας και ονόματα μελών της οργάνωσης, αφού τέτοια είναι διάσπαρτα στις γραπτές καταθέσεις του Εφεσείοντος και ιδιαίτερα στις ανακριτικές καταθέσεις ημερ. 14.7.2012 (Τεκμ. 6) και 16.7.2012 (Τεκμ. 7). Περιοριζόμαστε να αναφέρουμε ότι σ’ αυτές περιγράφει τον τρόπο που στρατολογήθηκε στη Hezbollah από κάποιον Reda το 2007. Στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε από κάποιον Wamid στις μυστικές επιχειρήσεις που θα λάμβανε μέρος. Στη συνέχεια, την εκπαίδευση του Εφεσείοντος ανέλαβε κάποιος Yousef, άλλο μέλος της οργάνωσης. Ο Yousef για 5-7 μήνες του έμαθε πώς να διαχειρίζεται την προσωπική του ζωή και δραστηριότητες, ώστε να μην κινεί υποψίες και τον εκπαίδευσε επίσης στη δημιουργία επιχειρήσεων υπό κάλυψη. Κάποιος Mahdi, ήταν το τέταρτο μέλος της οργάνωσης που τον εκπαίδευσε και του ανέθεσε και την πρώτη του αποστολή για λογαριασμό της Hezbollah. Στην κατάθεσή του ημερ. 16.7.2012 (Τεκμ. 7), αναφέρθηκε και σε άλλα άτομα όπως ο Aiman ή Ragheb ο οποίος σε όλες τις επαφές με τον Εφεσείοντα φορούσε κουκούλα.

 

Στην κατάθεση του ημερ. 22.7.2012 (Τεκμ. 8) ο Εφεσείων ανέφερε τα εξής:-

 

«Γνωρίζω την ιδεολογία και τους σκοπούς της οργάνωσης Χισμπολλάχ. Δημιουργήθηκε το 1982 για να προστατεύσει τα Λιβανικά εδάφη λόγω της Ισραηλινής κατοχής. Προστατεύει τα εδάφη του Λιβάνου με όλα τα νόμιμα μέσα. Τα μέσα αυτά για μένα είναι ο ένοπλος αγώνας, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις και ο πολιτικός τρόπος. Πιστεύω στον αγώνα της Χισμπολλάχ μέχρι την απελευθέρωση του Λιβάνου…. από το Ισραήλ. Δεν πιστεύω ότι αυτές οι αποστολές που εκτέλεσα στην Κύπρο αποσκοπούσαν στην ετοιμασία τρομοκρατικού κτυπήματος στην Κύπρο. Ήταν συλλογή πληροφοριών για τους Εβραίους όπως η οργάνωση μου κάνει σε όλο τον κόσμο….  Εγώ εκπαιδεύτηκα από την οργάνωση στην χρήση όπλων γιατί εκτός από τον πολιτικό αγώνα η οργάνωση κάνει και στρατιωτικό αγώνα.»

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, θεωρούμε ορθή την κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι πρόκειται για διαρθρωμένη ομάδα μεγάλου αριθμού ατόμων και ότι μέρος των δραστηριοτήτων της καλύπτονται από πλήρη μυστικότητα, ότι το στρατιωτικό μέρος της συγκεκριμένης οργάνωσης έχει οπλισμό και ότι παρέχει στα μέλη της μυστικά στρατιωτική εκπαίδευση.

 

Το Κακουργιοδικείο στη συνέχεια αναφέρεται στις πράξεις του Εφεσείοντος στην Κύπρο. Συμφωνούμε με τη θεώρηση του Κακουργιοδικείου ότι οι πράξεις αυτές του Εφεσείοντος κάθε άλλο από αθώες ήταν και ότι ο Εφεσείων θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι η συστηματική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων στην Κύπρο (αεροδρόμιο, λεωφορεία, ξενοδοχεία, η λήψη μυστικών και κωδικοποιημένων οδηγιών για ενέργειες στην Κύπρο, η δημιουργία σεναρίων συγκάλυψης ή ψεύτικης ταυτότητας (cover story) στην Κύπρο, εξεύρεση Internet café χωρίς συστήματα ασφάλειας για ασφαλή επικοινωνία με την οργάνωση), συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος.

 

Με δεδομένες τις οδηγίες της οργάνωσης προς τον Εφεσείοντα και τα υπόλοιπα στοιχεία μαρτυρίας, το Κακουργιοδικείο εξέτασε κατά πόσο η οργάνωση μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εγκληματική, δυνάμει του Άρθρου 63Β(3) του Κεφ. 154* .

 

Το Κακουργιοδικείο για να απαντήσει στο ερώτημα στηρίχθηκε όχι μόνο στις οδηγίες της οργάνωσης προς τον Εφεσείοντα, αλλά και στις πράξεις του καθώς και στη διακηρυγμένη εχθρότητα της οργάνωσης προς το Ισραήλ (νέο μανιφέστο) και στον επίσης διακηρυγμένο στόχο της οργάνωσης για εξαφάνιση με οποιοδήποτε τρόπο του Ισραήλ (παλαιό μανιφέστο). Για να αποφασίσει το θέμα, άντλησε επίσης βοήθεια από δύο υποθέσεις. Με την πρώτη – Hizb Ut-Tahrir and others v. Germany, Case No. 31098/08, ημερ. 12.6.2012 – το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η άρνηση [*203]ύπαρξης ενός κράτους από μόνη της υποδηλοί δυνατότητα ανεξέλεγκτης βίας.  Στη δεύτερη υπόθεση – Mahaina v. Secretary of State for the Home Department, First-Tier Tribunal (Immigration and Asylum Chamber), Applic. Number IA/21631/2011, ημερ. 25.10.2011 – κρίθηκε ότι «η πρόσκληση στη βία με θρησκευτική τάση δεν μπορεί να ενταχθεί στην έννοια του αγώνα για δικαιοσύνη και ενάντια στην καταπίεση» (βλ. σελ. 8 της πιο πάνω απόφασης). Κατά συνέπεια, κανένα από τα επιχειρήματα του ευπαίδευτου δικηγόρου του Εφεσείοντος είναι ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση την κατάληξη του Κακουργιοδικείου, δυνάμει του Άρθρου 63Β(3) του Κεφ. 154, ότι το στρατιωτικό σκέλος της οργάνωσης Hezbollah, στο οποίο αυστηρώς περιορίζεται το συγκεκριμένο εύρημα, ήταν εγκληματικό με την έννοια ότι απώτερος σκοπός ήταν η τέλεση ποινικών αδικημάτων. Όπως ορθά αναφέρει το Κακουργιοδικείο, ο αόριστος ισχυρισμός του Εφεσείοντος στην κατάθεση του, Τεκμ. 8, ότι ο σκοπός της οργάνωσης ήταν «να ενημερώνεται για τους εβραίους σ’ όλο τον κόσμο» δεν μπορεί να γίνει αποδεχτή, αφού όχι μόνο υποτιμά την κοινή λογική, αλλά και υποβαθμίζει κατά πολύ τόσο τις ενέργειες του στρατιωτικού σκέλους της οργάνωσης, όσο και αυτές που ανέλαβε και εκτέλεσε ο Εφεσείων στην Κύπρο για λογαριασμό της. Περαιτέρω η συγκεκριμένη εκπαίδευση την οποία έτυχε ο Εφεσείων, οι οδηγίες που του δίδονταν, καθώς και οι μετέπειτα ενέργειες του Εφεσείοντος στην Κύπρο για εκτέλεση των οδηγιών της οργάνωσης, όπως αυτές προκύπτουν από τις ομολογίες του, καθιστούν το πιο πάνω εύρημα απόλυτα ασφαλές και ορθό.

 

Με δεδομένη την ορθότητα του ευρήματος του Κακουργιοδικείου ότι η οργάνωση ήταν εγκληματική, θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε τα υπόλοιπα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων δυνάμει του Άρθρου 63Α και 63Β(1)(β) του Κεφ. 154.

 

Η ορθότητα της καταδίκης στη δεύτερη και τρίτη κατηγορία δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα, εφόσον ενώπιον μας εκείνο που στην ουσία έθεσε υπό αμφισβήτηση ο δικηγόρος του Εφεσείοντος ήταν η κήρυξη της οργάνωσης ως εγκληματικής και όχι κατά πόσον ο Εφεσείων συμμετείχε σ’ αυτήν. Ενόψει της κατάληξης μας στο πιο πάνω θέμα, κατά την άποψή μας είναι ορθή η καταδίκη του Εφεσείοντος στο αδίκημα της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση. Όπως ορθά τονίζεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, με την απόδειξη απλής συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 63Α και επομένως η καταδίκη κρίνεται ορθή και ασφαλής.

[*204]Ορθή κρίνεται και η καταδίκη του Εφεσείοντος στις κατηγορίες της συμμετοχής του Εφεσείοντος και της αποδοχής εκ μέρους του διάπραξης εγκλήματος, κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1)(β). Το εύρημα του Κακουργιοδικείου ότι υπήρχε γενικά γνώση από πλευράς Εφεσείοντος των παράνομων σκοπών ή δραστηριοτήτων της οργάνωσης είναι ορθό, αφού η φύση των οδηγιών, η μυστικότητα και ο αυστηρός κωδικοποιημένος τρόπος που αυτές αποστέλλονταν και ο μυστικός τρόπος που ο Εφεσείων τις εκτελούσε στην Κύπρο, σε συνάρτηση με τους δεδηλωμένους σκοπούς και στόχους της οργάνωσης, την όλη δομή και λειτουργία της, ήταν αρκετά για να του αποδοθεί η απαιτούμενη γνώση των παράνομων σκοπών ή δραστηριοτήτων της οργάνωσης.

 

Το συγκεκριμένο αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (β) του Άρθρου 63Β(1), προβλέπει για πρόσθετη προϋπόθεση ότι ο Εφεσείων συμμετείχε με πράξη της εγκληματικής οργάνωσης, που θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέεται με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Το Κακουργιοδικείο κατά την άποψή μας ερμήνευσε ορθά το απαιτούμενο στοιχείο της εύλογης γνώσης την οποία συνέδεσε όχι μόνο με την ύπαρξη εκ μέρους του γνώσης γενικά για τους σκοπούς και στόχους της οργάνωσης, αλλά και με τα όσα ο ίδιος όφειλε εύλογα να γνωρίζει για τις δικές του πράξεις που εκτελούνταν πάντοτε για λογαριασμό της οργάνωσης. Το Κακουργιοδικείο με αναφορά στη Σωφρονίου Λτδ ν. Δήμου Στροβόλου (1991) 2 Α.Α.Δ. 369, εύλογα υπέδειξε ότι το συστατικό στοιχείο της εύλογης γνώσης για κάτι, δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την ύπαρξη γνώσης για «την ύπαρξη του ή να εθελοτυφλεί ή να κλείνει τα μάτια του μπροστά στην πραγματικότητα». Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει προβληθεί οποιοδήποτε επιχείρημα που να θέτει υπό αμφιβολία την πιο κάτω κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι:-

 

«Εδώ τα στοιχεία των ιδίων των ενεργειών του κατηγορουμένου, οι απευθείας δοθείσες οδηγίες, η μυστικότητα, ο τρόπος και η ιδιότητα του κατηγορούμενου ως μέλους μιας οργάνωσης που έχει ως εχθρό της το Ισραήλ σε συνάρτηση με την συγκεκριμενοποίηση των στόχων ως Ισραηλινών, περιστασιακά θεμελιώνουν την γνώση του κατηγορούμενου και συνάμα στοιχειοθετείται η γνώση του για τους σκοπούς της οργάνωσης σύμφωνα με το εδάφιο 63(Β)(1), γνώση που εν προκειμένων συμπίπτει με αυτό που όφειλε λογικά να γνωρίζει με βάση το εδάφιο (β). Ας μην ξεχνούμε ότι ο κατηγορούμενος ανήκε στην οργάνωση αυτή από χρόνια (από το 2007) και έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση μυστική επίσης για χρόνια. Επίσης είναι δεδομένο [*205]ότι κατά πάντα χρόνο ελάμβανε αμοιβή από την οργάνωση.  Δεν πρόκειται δηλαδή για περιστασιακή ιδιότητα, αντίθετα πρόκειται για μόνιμη και σοβαρή ιδιότητα.

 

Είναι εξάλλου φανερό από σκόρπιες αναφορές στις διάφορες καταθέσεις του ότι το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικού αδικήματος και εκ των ιδίων των ενεργειών του ήταν κάτι που τουλάχιστον δεν απέκλειε. Μπορούμε να δώσουμε ως παραδείγματα τα κάτωθι:

 

(α) Από το Τεκμ. 5 – κατάθεση ημερ. 11/7/12 (23.10) όπου λέει τα εξής: «πραγματικά δεν ξέρω γιατί έκαμα αυτά τα πράγματα.  Φοβόμουν διότι ήταν φανερό ότι υπήρχε κάτι παράξενο και ότι κάτι κακό σχεδίαζαν να κάνουν. Δεν ξέρω τι ακριβώς, πιθανόν να ρίξουν κάτω κάποιο αεροπλάνο, αλλά δεν ξέρω, απλά υποψιάζομαι» (να σημειωθεί βέβαια σ’ αυτή την κατάθεση δεν παραδέχεται την ανάμειξη του ίδιου στη Hezbollah και την εμπλοκή κάποιου Rami τον οποίο παρουσιάζει ότι του δίνει τις οδηγίες που αντικαθιστά στην επόμενη κατάθεση με σαφείς οδηγίες χειριστή της Hezbollah).

 

(β) Τεκμ. 6 – κατάθεση 14/7/12 όπου πλέον δέχεται ότι είναι ενεργό μέλος της Hezbollah και περαιτέρω λέει πως όλα όσα έκανε με ξεκάθαρες οδηγίες της Hezbollah στην Κύπρο, «…ίσως για να προβούν σε οποιανδήποτε εγκληματική πράξη, ίσως για να αποθηκεύσουν όπλα και εκρηκτικά, δεν ξέρω το λόγο.»

 

Αν ήταν αθώα η εξήγηση του ή αν μπορούσε να ήταν αθώα δεν κρίνεται in abstracto αλλά συγκεκριμένα (βλ. Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 145 σελ. 231). Εν προκειμένω, δεν υπάρχει καν αθώα εξήγηση.»

 

Πέραν των πιο πάνω, με τα οποία συμφωνούμε απόλυτα, το Κακουργιοδικείο σημείωσε και την πρόσθετη σημασία που έχουν στο υπό συζήτηση θέμα και τα ηθελημένα ψεύδη του Εφεσείοντος στις πρώτες τρεις καταθέσεις του μεταξύ 7 και 11.7.2012, στις οποίες αρνείται κάθε ανάμειξη στα όσα του καταλογίζονταν, ιδιαίτερα σε σχέση με την παρακολούθηση των πτήσεων της ARKIA.

 

Συνεπώς, το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο Εφεσείων γνώριζε ότι ο σκοπός των ενεργειών του ήταν η τέλεση ποινικών αδικημάτων, ήταν όχι μόνο αναπόφευκτο, αλλά είναι και ορ[*206]θό. Όπως ορθά αναφέρει το Κακουγιοδικείο:-

«Οι συγκεκριμένες πράξεις του κατηγορούμενου εμφανώς στόχευαν σε συλλογή πληροφοριών συστηματικού και επιχειρησιακού χαρακτήρα (λήψη φωτογραφιών, χαρτογράφηση περιοχών, εξέταση στόχων και διαδρομών). Τι άλλο μπορεί να καταδεικνύεται από αυτή την ενδελεχή προετοιμασία εκτός ετοιμασία για κάποιου είδους επίθεση είτε σε σταθερούς στόχους είτε εν κινήσει (όπως π.χ. οι επιβάτες στο μεταφορικό τους μέσο) είτε όταν φθάνουν στον προορισμό τους σε ξενοδοχεία;

 

Εμφανώς ακόμη προκύπτει ότι η δυνατότητα μυστικής επιχειρησιακής επικοινωνίας μεταξύ του κατηγορούμενου (ή άλλου προσώπου μελλοντικά) και του χειριστή του εδώ είναι ωφέλιμη και εξηγείται η χρήση internet café ή χρήση προπληρωμένης κάρτας κινητής τηλεφωνίας ή δυνατότητα καλυμμένης συνάντησης για λήψη περαιτέρω οδηγιών ή τα κωδικοποιημένα μηνύματα «για τον καιρό» τα οποία περιγράφει στις καταθέσεις του.»

 

Απομένει να εξετάσουμε και το τελευταίο συστατικό στοιχείο του αδικήματος, δυνάμει του Άρθρου 63Β(1)(β) ως προς τα ποινικά αδικήματα που θα έπρεπε ο Εφεσείων να γνώριζε τον σκοπό της διάπραξής τους. Έχουμε εξετάσει τον τρόπο που προσέγγισε το θέμα το Κακουργιοδικείο. Παραθέτουμε ακόμα ένα απόσπασμα από την εκκαλούμενη απόφαση (σελ. 75-76), με το οποίο συμφωνούμε, χωρίς να χρειάζεται να προσθέσουμε οτιδήποτε:-

 

«Το τελευταίο ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι αν μπορούμε να καταλήξουμε με ασφάλεια ως προς το ποια ποινικά αδικήματα θα έπρεπε ο κατηγορούμενος να γνωρίζει ότι υπήρχε σκοπός διάπραξης τους. Τονίζεται, ως εκ του περισσού, το ότι δεν χρειάζεται να αποδειχθεί για τα Άρθρα 63 σαφής συμφωνία για διάπραξη αδικήματος (όπως χρειάζεται στη συνωμοσία), ούτε χρειάζεται να αποδειχθεί άμεσα ο σχεδιασμός του συγκεκριμένου αδικήματος (εδώ της απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς όπλων ως διαζευκτική δυνατότητα).

 

Είναι φανερό ότι η μυστικότητα στις ενέργειες του κατηγορούμενου δεν αφορά μόνο το τι έκανε στο παρόν παρακολουθώντας τους στόχους. Είναι φανερό ότι δημιουργούσε ερείσματα μυστικότητας για το μέλλον σε σχέση με τους στόχους όπως η διασφάλιση της επικοινωνίας με την Οργάνωση (με internet café, με εξ αρχής κωδικοποιημένους τρόπους βλ. τα emails, μη[*207]νύματα για τον καιρό κ.ά.) αυτό δεν φαίνεται ανεξάρτητο με την ανάγκη σχεδιαγράφησης της αστυνομίας Λεμεσού, του χώρου στάθμευσης και του περιβάλλοντος χώρου, όπως επίσης και του ξενοδοχείου Golden Arches βεβαίως.

 

Γιατί να θεωρηθεί ότι όλα αυτά ήταν απλώς για ενημέρωση για την βάση δεδομένων της Hezbollah; Είναι αυτό λογικό; Βεβαίως και όχι, ειδικά αν αυτό συνταιριαστεί με το σκοπό της οργάνωσης, τον αφανισμό του Ισραήλ (πρώτο μανιφέστο) ή έστω την εχθρότητα με το Ισραήλ (νέο μανιφέστο).

 

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για την εχθρότητα της οργάνωσης με το λαό του Ισραήλ λόγω της εθνικότητας του ακόμη και αν δεν λαμβάνετο υπόψη ο διακηρυγμένος στόχος του αφανισμού του Ισραήλ ως προσδιορίζεται στο πρώτο μανιφέστο. (βλ. Regina v. Rogers (Philip) [2007] Times 1, March, Regina v. Rogers [2007] UKHL 8, [2007] 2 WLR, η υπόθεση ασχολείται με την έννοια της εχθρότητας πάνω σε εθνικά χαρακτηριστικά παρότι βέβαια αφορά πλαίσιο άλλης νομοθεσίας. Βλέπετε ειδικά το λόγο της Lady Hale). Γι’ αυτό έχει στην κρινόμενη περίπτωση ιδιαίτερη βαρύτητα ότι οι στόχοι είναι ισραηλινοί.

 

Εύλογα αναρωτιέται κάποιος πως συμβαδίζει η αναφορά του κατηγορούμενου για τον αγώνα της Hezbollah με σκοπό την απελευθέρωση του Λιβάνου με την παρακολούθηση ισραηλινών στόχων σε μια ξένη χώρα; Γιατί μια ένοπλα δομημένη ομάδα που αγωνίζεται για την ελευθερία της χώρας της, θα έπρεπε να παρακολουθεί ειρηνικούς στόχους του εχθρού της στο εξωτερικό, σε μια άλλη τρίτη χώρα;

 

Είναι περαιτέρω λογικό ότι ο σκοπός που ο κατηγορούμενος όφειλε να γνωρίζει για τις ενέργειες του ήταν τα συγκεκριμένα αδικήματα, απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς πυροβόλων όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά. η δυνατότητα κατοχής, χρήσης και μεταφοράς όπλων περαιτέρω πηγάζει από το ακλόνητο συμπέρασμα ότι η Οργάνωση διαθέτει μεγάλο αριθμό οπλισμού και ο κατηγορούμενος εκπαιδεύτηκε στη χρήση αυτών από την ίδια την οργάνωση.

 

Ο προσδιορισμός των συγκεκριμένων σκοπών δεν γίνεται – στην αποδεικτική διαδικασία – με τον τρόπο που το Δικαστήριο θα λειτουργούσε για να στοιχειοθετήσει την τέλεση ή ακόμα την απόπειρα τέλεσης των αδικημάτων αυτών. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν συμβατό με την λογική ερμηνεία της διάταξης. Αλλά ούτε και με την ιστορική ανάγκη της ένθεσης του Άρθρου 63 του Ποινικού Κώδικα.*

 

Αν αυτό ήταν η πρόθεση του νομοθέτη η τέλεση του αδικήματος ή η απόπειρα διάπραξης ποινικού αδικήματος θα περιλαμβάνετο στο λεκτικό του νόμου. Από την στιγμή που αυτό δεν γίνεται στην βάση της γραμματικής ερμηνείας** του Ποινικού Νόμου, κρίνουμε ότι και οι προπαρασκευαστικές πράξεις είναι όντως αρκετές για να καταδείξουν το σκοπό διάπραξης των αδικημάτων ακόμη και στα αρχικά στάδια αυτών αλλά όχι βέβαια τα ίδια τα αδικήματα, ούτε ακόμη και το στάδιο απόπειρας διάπραξης τους.

 

Πριν την τελική μας κατάληξη θέλουμε να επισημάνουμε δύο σημεία. Θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν όφειλε να αποδείξει ότι τα αδικήματα αυτά τω όντι θα τελούντο. Εκείνο που πρέπει να αποδείξει – και το έπραξε – είναι ο σκοπός διάπραξης τους. Είναι εξίσου δυνατόν ο σκοπός αυτός να ματαιώνετο ή να ανακαλείτο ή να πραγματοποιείτο ή να πραγματοποιείτο εν μέρει. Αυτός είναι αστάθμητος παράγοντας, αφού ομιλούμε για προπαρασκευαστικές πράξεις.  Ωστόσο, όπως υποδείξαμε ήδη, ο σκοπός έχει αποδειχθεί στα πλαίσια των σχετικών παραγράφων που εντάσσονται στο Άρθρο 63 του Ποινικού Κώδικα.

 

Νιώθουμε ακόμη την ανάγκη να αναφέρουμε ότι η εχθρότητα – αντιπαλότητα με ένα άλλο λαό δεν είναι βέβαια αδίκημα ούτε μπορεί να τύχει άνευ ετέρου «καταδίκης» ή έστω κριτικής, αφού ακριβώς έχει να κάμει με την ιστορία και τις μνήμες κάθε λαού. Όμως ο συνδυασμός της αντιπαλότητας αυτής με ενέργειες όπως οι παρούσες σίγουρα οδηγούν σ’ άλλο συμπέ[*209]ρασμα, το οποίο είναι νομικού και μόνο περιεχομένου. Όπως ακριβώς έγινε στην κρινόμενη υπόθεση.»

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω με τα οποία συμφωνούμε, καταλήγουμε ότι οι λόγοι έφεσης 2 και 7 δεν ευσταθούν.

 

Το επίπεδο απόδειξης – Λόγος έφεσης 6

 

Τέλος, έχουμε εξετάσει στα πλαίσια του λόγου έφεσης 6 την εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου του Εφεσείοντος ότι το Κακουργιοδικείο έσφαλε όταν απέρριψε τη θέση της Υπεράσπισης ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε τις κατηγορίες πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Τα κεντρικά επιχειρήματα είναι ότι ήταν εσφαλμένη η αποδοχή της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα της Κατηγορούσας Αρχής, Μ.Κ. 29, και των διαφόρων στοιχείων μαρτυρίας ότι η Hezbollah είναι εγκληματική οργάνωση. Έχουμε ήδη εξετάσει τα δύο επιχειρήματα και θεωρούμε αχρείαστο να προσθέσουμε οτιδήποτε. Ο συνήγορος του Εφεσείοντος κατ’ επανάληψη τόνισε ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε ότι στην Κύπρο υπήρχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο Ισραηλινοί πολίτες.  Έχουμε απαντήσει και αυτό το ερώτημα, αλλά θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι το Κακουργιοδικείο ορθά θεώρησε ότι η στόχευση των ενεργειών του Εφεσείοντος σε ισραηλινά συμφέροντα ήταν αρκετή και το αν υπήρχαν ή όχι συγκεκριμένοι ισραηλινοί πολίτες στην Κύπρο κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν άσχετο. Εν πάση περιπτώσει, υπήρχε μαρτυρία ότι σε ορισμένα από τα ξενοδοχεία για τα οποία ο Εφεσείων συνέλεγε στοιχεία κατά καιρούς, διέμεναν και ισραηλινοί πολίτες.

 

Συνεπώς, η παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων όπως για παράδειγμα η παρακολούθηση πτήσεων προερχόμενων από το Ισραήλ και η επιβίβαση των επιβατών σε λεωφορεία ήταν, κατά την άποψή μας, αρκετή για σκοπούς απόδειξης των λεπτομερειών. Ο Εφεσείων είχε πρόθεση να συλλέξει πληροφορίες για τους επιβάτες Ισραηλινών αεροσκαφών στα οποία εύλογα αναμένετο να υπήρχαν Ισραηλινοί πολίτες και κατά την άποψή μας ήταν αχρείαστο να αποδειχθεί ειδικά ότι τη δεδομένη στιγμή υπήρχαν Ισραηλινοί πολίτες στην Επικράτεια της Κύπρου, αφού η παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων ήταν για σκοπούς του Άρθρου 63Α και Β αρκετή.

 

Κατά την κρίση μας, από το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, δεν προέκυψαν οποιαδήποτε κενά και ούτε υπήρξαν οποιεσδήποτε αμφιβολίες ώστε να τίθεται θέμα [*210]ύπαρξης αμφιβολίας ως προς την ενοχή του Εφεσείοντος. Αντίθετα, από το συγκεκριμένο υλικό προκύπτει δικαστική βεβαιότητα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας για την ενοχή του (βλ. Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506).

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: O 25χρονος εφεσείοντας κατάγεται από το Λίβανο, είναι κάτοχος λιβανέζικης και σουηδικής υπηκοότητας και από το 2007 είναι μέλος της Οργάνωσης ΗΕΖΒΟLLAH (στο εξής «η Οργάνωση»), η οποία ιδρύθηκε στο Λίβανο το 1982 ως απάντηση στην εισβολή του ισραηλινού στρατού στα νότια εδάφη της χώρας.

 

Με την ένταξη του στην Οργάνωση – όπως ο ίδιος ανάφερε – έτυχε στρατιωτικής και άλλης εκπαίδευσης και στη συνέχεια του ανατέθηκαν αποστολές σε διάφορες χώρες. Μεταξύ αυτών και η Κύπρος, την οποία άρχισε να επισκέπτεται από το Δεκέμβριο του 2011 ως (υπό κάλυψη) έμπορας. Προφανώς, όμως, οι δραστηριότητες του παρακολουθούνταν και όταν αρχές Ιουλίου του 2012 επισκέφθηκε την Κύπρο για τελευταία φορά, η αστυνομία εξασφάλισε εναντίον του εντάλματα σύλληψης και έρευνας στη βάση πληροφοριών ότι ανήκε σε τρομοκρατική οργάνωση και σχεδίαζε τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον ισραηλινών ή ευρωπαϊκών αντιπροσωπειών που βρίσκονταν στην Κύπρο.

 

Τα εντάλματα εκδόθηκαν στις 7.7.12 και αυθημερόν ερευνήθηκε το δωμάτιο του ξενοδοχείου Chrielka, στη Λεμεσό, στο οποίο διέμενε, ενώ ο ίδιος συνελήφθη και μεταφέρθηκε στα γραφεία του ΤΑΕ Λεμεσού όπου και ανακρίθηκε.

 

Συνολικά, πέραν από τις προφορικές ανακρίσεις, του λήφθηκαν και 5 ανακριτικές καταθέσεις, από τις οποίες οι πιο σημαντικές ήταν οι ανακριτικές καταθέσεις ημερ. 14, 16 και 22.7 (τεκμ. 6, 7 και 8 αντίστοιχα) όπου, αφενός, αποκάλυπτε το ρόλο που του ανέθεσε η Οργάνωση να διαδραματίσει στην Κύπρο και, αφετέρου, εξηγούσε τις καταγραφές σε ένα κόκκινο σημειωματάριο (τεκμ. 3(2)) και μία χειρόγραφη σημείωση (τεκμ. 3(1)) που είχαν παραληφθεί από την αστυνομία κατά την έρευνα του δωματίου του στο ξενοδοχείο Chrielka. Είναι στη βάση αυτών των στοιχείων που ο εφεσείοντας παραπέμφθηκε σε απευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου, με το κατηγορητήριο της παραπομπής να περιέχει 17 κατηγορίες. Όμως, το κατηγορητήριο που καταχωρήθηκε στο Κακουργιοδικείο περιείχε 8 κατηγορίες, γεγονός που [*211]προκάλεσε την αντίδραση της Υπεράσπισης η οποία πρόβαλε ότι η «διαφοροποίηση» συνιστούσε κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής. Το Κακουργιοδικείο, ωστόσο, απέρριψε την σχετική ένσταση και ως αποτέλεσμα της δίκης που επακολούθησε στη βάση του Κατηγορητηρίου που καταχωρήθηκε στο Κακουργιοδικείο, ο εφεσείοντας αθωώθηκε στις τρεις από τις οκτώ κατηγορίες που αντιμετώπιζε.

 

Οι πέντε κατηγορίες στις οποίες κρίθηκε ένοχος αφορούσαν συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση (2η και 3η κατηγορία), κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.), συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων (4η και 5η κατηγορία) κατά παράβαση του Άρθρου 63Β του Π.Κ. και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (6η κατηγορία), κατά παράβαση διατάξεων του σχετικού Νόμου του 2007 (Ν.188(1)/07 όπως τροποποιήθηκε) και του επεβλήθη σωρευτικώς η ποινή των 4 χρόνων φυλάκισης από 7.7.12 μόνο στις κατηγορίες 4 και 5. Τα παράπονα του όμως δεν αφορούν την ποινή αλλά την καταδίκη, την οποία προσβάλλει με 8 λόγους έφεσης. Ουσιαστικά, όμως, ισχυρίζεται ότι το Κακουργιοδικείο (α) λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η HEZBOLLAH είναι εγκληματική οργάνωση και ότι οι ενέργειες του απέδιδαν στον ίδιο και στην Οργάνωση εγκληματικό σκοπό, (β) λανθασμένα έκρινε ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε τις σχετικές κατηγορίες αφού δεν τέθηκε ενώπιον του ίχνος μαρτυρίας για ύπαρξη ισραηλινών στην Κύπρο ή περί «απαγωγής προσώπου, υποβολή του σε βαριά βλάβη ή επίθεση ή μεταφορά εκρηκτικών υλών ή πυροβόλων…» όπως διαλαμβάνεται στις λεπτομέρειες των εν λόγω κατηγοριών που αφορούν τα αδικήματα των Άρθρων 63Α και 63Β του Ποινικού Κώδικα και, (γ) λανθασμένα απέρριψε την εισήγηση της Υπεράσπισης ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα του εφεσείοντα για δίκαιη δίκη, αφενός, λόγω της παράλειψης της Κατηγορούσας Αρχής να εφοδιάσει έγκαιρα την Υπεράσπιση με την κατάθεση του Μ.Κ. 29 – του Dr Magnus Norrel ο οποίος κατέθεσε στο Κακουργιοδικείο ως εμπειρογνώμονας σε σχέση με την Οργάνωση – και, αφετέρου, λόγω του ότι η δίκη δεν διεξήχθη στη βάση του κατηγορητηρίου της παραπομπής κατά παράβαση του Άρθρου 108 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155.

 

Πρώτα, όμως, σύνοψη των ευρημάτων και συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε το Κακουργιοδικείο στη βάση των οποίων στηρίχθηκε και η καταδίκη του. Με την επισήμανση πως – όπως αναγνωρίστηκε και από το Κακουργιοδικείο – η ενοχή του εφεσείοντα κρίθηκε “κύρια και συντριπτικά στη βάση των ομολογιών [*212]του”, ενώ η μαρτυρία του Μ.Κ. 29 έγινε δεκτή “πολύ περιορισμένα” και μόνο σ’ ότι αφορούσε “αυστηρά τα ιστορικά – ερευνητικά της στοιχεία” τα οποία – όπως παρατηρεί το Κακουργιοδικείο – δεν αμφισβητήθηκαν στην ουσία τους. Με αυτές λοιπόν τις επισημάνσεις συνοψίζω τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, αρχίζοντας από εκείνα τα στοιχεία της μαρτυρίας του Μ.Κ. 29 τα οποία έγιναν αποδεκτά ως σχετιζόμενα με την ίδρυση, σκοπό και δομή της Οργάνωσης.

 

Η ΗΕΖΒΟLLAH ιδρύθηκε το 1982 και μέσω του μανιφέστου της, το οποίο δημοσιοποιήθηκε το 1985 και σε αγγλική μετάφραση/περίληψη το 1987, διακήρυττε ότι ο σκοπός της ήταν ο αφανισμός του Ισραήλ. Το εν λόγω, όμως, μανιφέστο αντικαταστάθηκε το 2009 από νέο, στο οποίο ναι μεν δεν προβάλλεται ως σκοπός της Οργάνωσης ο αφανισμός του Ισραήλ, αλλά με αυτό δεν αναιρείται ή ανακαλείται το πρώτο μανιφέστο.

 

Με την πάροδο του χρόνου η Οργάνωση απέκτησε μεγάλη δύναμη και θεωρείται ο πιο ισχυρός πολιτικός, κοινωνικός και στρατιωτικός παράγοντας στο Λίβανο. Σε βαθμό μάλιστα που ο στρατός της θεωρείται πιο ισχυρός και από τον εθνικό στρατό του Λιβάνου, χώρα στην οποία η Οργάνωση συμμετέχει με μέλη της τόσο στη Βουλή όσο και στην Κυβέρνησή.  Παρολ’ αυτά – παρά το γεγονός, δηλαδή, ότι συμμετέχει στη Βουλή και κυβέρνηση ενός κράτους καθόλα αναγνωρισμένου από τη διεθνή κοινότητα – κράτη όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, ο Καναδάς και το Ισραήλ την χαρακτηρίζουν ως τρομοκρατική οργάνωση και η όλη υφή της αποκαλύπτει ότι εχθρός της είναι το Ισραήλ.

 

Ο εφεσείοντας στρατολογήθηκε από την Οργάνωση το 2007 και αφού έτυχε στρατιωτικής και άλλης εκπαίδευσης – όπως το να δημιουργεί ιστορίες κάλυψης για απόκρυψη των πραγματικών του σκοπών – του ανατέθηκαν μυστικές αποστολές σε διάφορες χώρες. Μεταξύ αυτών και η Κύπρος, την οποία επισκέφθηκε συνολικά 8 φορές και κατά τις επισκέψεις του χρησιμοποιούσε πάντα το σουηδικό διαβατήριο. Η πρώτη επίσκεψη ήταν αναγνωριστικής φύσεως και πραγματοποιήθηκε το 2009, ενώ κατά τους μήνες Δεκέμβριο του 2011 και Ιανουάριο του 2012 πραγματοποίησε στην Κύπρο άλλες 6 αποστολές. Κατ’ αυτές, με οδηγίες της Οργάνωσης που του διαβιβάζονταν μέσω κάποιου Aiman που ήταν ο σύνδεσμος/χειριστής του:-

 

1. Εντόπισε ανοικτό χώρο πίσω από το παλαιό νοσοκομείο Λεμεσού, τον οποίο μελέτησε, φωτογράφισε και σχεδίασε και στη [*213]συνέχεια παρέδωσε το σχεδιάγραμμα και την κάρτα μνήμης των φωτογραφιών στον Αiman.

 

2. Μελέτησε, φωτογράφισε και σχεδίασε την περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο Golden Arches στη Λεμεσό και αφού εφοδιάστηκε και με διαφημιστικά φυλλάδια του εν λόγω ξενοδοχείου, παρέδωσε ό,τι ετοίμασε ή συνέλεξε στον Aiman.

 

3. Σημείωσε σε χάρτη της Κύπρου σημεία Internet Cafe σε Λεμεσό και Λευκωσία και στη συνέχεια κοινοποίησε τα εν λόγω σημεία στον Αiman με e-mail, από Internet Cafe που δεν είχε κάμερες που να κατέγραφαν τα στοιχεία των πελατών τους.

 

4. Αγόρασε σε διαφορετικές ημερομηνίες και από διαφορετικά περίπτερα 3 κάρτες κινητής τηλεφωνίας, τις οποίες ακολούθως παρέδωσε στον Αiman.

 

5. Σημείωσε σε χάρτη σημεία συνάντησης σε Λεμεσό και Λάρνακα, και στη συνέχεια παρέδωσε το χάρτη στον Aiman και

 

6. Ερεύνησε κατά πόσο λειτουργούσαν στη Λεμεσό ισραηλινά εστιατόρια όπου σύχναζαν Εβραίοι και αφού διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν τέτοια εστιατόρια ενημέρωσε ανάλογα τον Aiman.

 

Τώρα, σ’ ότι αφορά την αποστολή του Εφεσείοντα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 2012, το Κακουργιοδικείο δέχτηκε ότι αυτή απέβλεπε κυρίως στη συλλογή πληροφοριών για τη πτήση ΙΖ167 της ισραηλινών συμφερόντων αεροπορικής εταιρείας ΑΡΚΙΑ, καθώς επίσης και για τα ξενοδοχεία Cleopatra και Anthea στην Αγία Νάπα. Ειδικά για την πτήση, το Κακουργιοδικείο, κατέληξε σε εύρημα ότι ο εφεσείοντας, ακολουθώντας τις οδηγίες που πήρε από την Οργάνωση μέσω του Aiman, κατασκόπευσε σε δύο περιπτώσεις την άφιξη του αεροπλάνου που διενεργούσε την πτήση στο διεθνές αεροδρόμιο Λάρνακας και στη συνέχεια την επιβίβαση των επιβατών του αεροπλάνου σε λεωφορεία, τα οποία θα τους μετέφεραν στον προορισμό τους. Απ’ αυτές, η πρώτη άφιξη έγινε στις 21.30 της 3.7 και η δεύτερη στις 00.50 της 7.7.12 και - όπως παραδέχτηκε και ο εφεσείοντας - τα σχετικά με τη πτήση και τα λεωφορεία στοιχεία τα κατέγραψε με κωδικό τρόπο στα τεκμ. 3(1) και 3(2).

 

Στη βάση των πιο πάνω ευρημάτων, αλλά και των εν γένει αποκαλύψεων του εφεσείοντα στις ανακριτικές του καταθέσεις, το Κακουργιοδικείο οδηγήθηκε σε εξαγωγή σειράς συμπερασμάτων [*214]τα οποία και παρατίθενται αυτούσια.

«Δεν προκύπτει λοιπόν καμιά αμφιβολία από τα πιο πάνω ότι πρόκειται για διαρθρωμένη ομάδα μεγάλου αριθμού προσώπων με πολλές δραστηριότητες. Και μάλιστα μέρος αυτών των δραστηριοτήτων καλύπτεται από άκρα μυστικότητα, έχει οπλισμό και παρέχει στα μέλη της και στρατιωτική εκπαίδευση και πάλι μυστική. Η αναφορά του κατηγορούμενου σε κουκούλες είναι χαρακτηριστική. Προκύπτει δε ότι η έδρα της οργάνωσης είναι στο Λίβανο και ότι η στρατολόγηση του κατηγορούμενου – μυστική πάντα – λαμβάνει χώρα από την οργάνωση και περιλαμβάνει στρατιωτική με μυστικό πάντα τρόπο εκπαίδευση, χειρισμό όπλων κ.λ.π.. Κατά πάντα χρόνο δε έχει διάφορους χειριστές που του δίδουν οδηγίες μυστικών αποστολών σε διάφορες χώρες. Κατά δε το τελευταίο διάστημα χειριστής του ήταν ο ΑΙΜΑΝ.

 

Οι πιο πάνω πράξεις του κατηγορούμενου στην Κύπρο είναι δεδομένες. Εκείνο που παραμένει να αποφασισθεί είναι αν αυτές οι παρακολουθήσεις Ισραηλινών στόχων με τις οδηγίες της οργάνωσης Hezbollah μπορούν να στοιχειοθετήσουν το πλαίσιο των συνδεδεμένων μεταξύ τους Άρθρων 63Α και Β, πρωτίστως.

 

Οι πράξεις μεμονωμένες και κυρίως συνολικά θεωρούμενες οδηγούν στα ακόλουθα συμπεράσματα:

 

(α) συστηματική και μυστική παρακολούθηση Ισραηλινών στόχων στην Κύπρο (αεροδρόμιο, την συγκεκριμένη πτήση, λεωφορεία με τους επιβάτες της πτήσεως, ξενοδοχεία που διαμένουν Ισραηλινοί τουρίστες κ.λ.π.). Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση της υπεράσπισης επί το ότι στα λεωφορεία στις συγκεκριμένες ώρες υπήρχαν Ρώσοι τουρίστες και όχι Ισραηλινοί έχει σημασία αφού πρόκειται για πτήση Ισραηλινών συμφερόντων.

 

(β) οδηγίες επί του προκειμένου για τις επιμέρους ενέργειες εκ μέρους της οργάνωσης ομοίως μυστικές και κωδικοποιημένες.

 

(γ) κωδικοποιημένος και μυστικός τρόπος ενεργειών και επικοινωνίας του κατηγορούμενου με την Οργάνωση και τον χειριστή του.

 

(δ) αδιαμφισβήτητες κινήσεις δημιουργίας cover story για την δικαιολόγηση της παρουσίας του κατηγορούμενου στην [*215]Κύπρο (όπως επαφές με τον Μ.Κ.19 λογιστή Δημητρίου, ή τον Διευθυντή της ΚΕΑΝ ή τον έμπορο στη Λάρνακα για είδη σουβενίρ).

 

(ε) η εξεύρεση – εντοπισμός internet cafe τα οποία να μην διαθέτουν σύστημα ασφάλειας ώστε να επικοινωνεί με τον χειριστή ή μέλη της Οργάνωσης του. Και επίσης τέτοια που να μην διαθέτουν σύστημα καταγραφής στοιχείων πελατών.

 

Για όλα τα πιο πάνω δεν προκύπτει λογικά μια «αθώα εξήγηση» που θα αφαιρούσε από τις πιο πάνω ενέργειες του κατηγορουμένου την πρόθεση στο επίπεδο που θέτει ο ίδιος ο νόμος. Τουναντίον, αποδεικνύουν, όπως θα εξηγήσουμε και πιο κάτω, ότι συνιστούν πράξεις οι οποίες θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με την διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος.»

 

To κατά πόσο οι προαναφερθείσες πράξεις του εφεσείοντα καθιστούσαν την Οργάνωση «εγκληματική» εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β, ήταν για το Κακουργιοδικείο ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, καθότι – όπως ορθά επεσήμανε – η ύπαρξη «εγκληματικής οργάνωσης» συνιστούσε προϋπόθεση για στοιχειοθέτηση των αδικημάτων των εν λόγω άρθρων. Έκρινε ότι η διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το Ισραήλ (νέο μανιφέστο) ως και ο διακηρυγμένος σκοπός εξαφάνισης του Ισραήλ (παλαιό μανιφέστο), σε συνάρτηση με το γεγονός ότι οι μυστικές αποστολές του εφεσείοντα είχαν να κάνουν με ισραηλινούς στόχους «… καθιστούν την οργάνωση εγκληματική σ’ ότι αφορά όχι άλλες σκόρπιες ενέργειες όπως επιχειρήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή, αλλά σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου που αφορούν την Κύπρο» και, απορρίπτοντας τη θέση του εφεσείοντα ότι ο σκοπός του αγώνα της Οργάνωσης είναι η απελευθέρωση του Λιβάνου, παρατήρησε ότι η θέση αυτή δεν συμβιβάζεται με την παρακολούθηση ειρηνικών στόχων του εχθρού στο εξωτερικό, αλλά με τη διάπραξη συγκεκριμένων αδικημάτων. Παρατίθεται σχετικά αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την προσβαλλόμενη απόφαση:

 

«Εύλογα αναρωτιέται κάποιος πως συμβαδίζει η αναφορά του κατηγορούμενου για τον αγώνα της Hezbollah με σκοπό την απελευθέρωση του Λιβάνου με την παρακολούθηση ισραηλινών στόχων σε μια ξένη χώρα; Γιατί μια ένοπλα δομημένη ομάδα που αγωνίζεται για την ελευθερία της χώρας της, θα έπρεπε [*216]να παρακολουθεί ειρηνικούς στόχους του εχθρού της στο εξωτερικό, σε μια άλλη τρίτη χώρα;

 

Είναι περαιτέρω λογικό ότι ο σκοπός που ο κατηγορούμενος όφειλε να γνωρίζει για τις ενέργειες του ήταν τα συγκεκριμένα αδικήματα, απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς πυροβόλων όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά. Η δυνατότητα κατοχής, χρήσης και μεταφοράς όπλων περαιτέρω πηγάζει από το ακλόνητο συμπέρασμα ότι η Οργάνωση διαθέτει μεγάλο αριθμό οπλισμού και ο κατηγορούμενος εκπαιδεύτηκε στη χρήση αυτών από την ίδια την οργάνωση.»

 

Βοήθεια για την πιο πάνω κατάληξη άντλησε το Κακουργιοδικείο και από απόφαση του ΕΔΑΔ ημερ. 12.6.12 στην υπόθεση Apl. No.31098/08 Hizb Ut-Zahrir and others against Germany, όπου το Δικαστήριο έκρινε πως η άρνηση συγκεκριμένης Ισλαμικής Οργάνωσης, μέλη της οποίας ήταν οι αιτητές, για την ύπαρξη ενός κράτους υποδηλεί αφ’ εαυτής δυνατότητα ανεξέλεγκτης βίας, ως και από απόφαση του Αγγλικού Upper Tribunal (Immigration and Asylum Chambers) στην υπόθεση Appeal No. IA/21631/2011 μεταξύ Raed Salah Mahaina and The Secretary of State for the Home Department, όπου παρατηρήθηκε πως η πρόσκληση στη βία με θρησκευτική τάση δεν μπορεί να ενταχθεί στην έννοια του αγώνα για δικαιοσύνη και ενάντια στην καταπίεση.

 

Το Κακουργιοδικείο, λοιπόν, κατέληξε ότι οι στόχοι – σκοποί της Οργάνωσης σε συνάρτηση με τις ενέργειες του εφεσείοντα στην Κύπρο την καθιστούσαν «εγκληματική οργάνωση», συμπέρασμα που αποτελεί πρώτιστο στόχο της έφεσης. Επιγραμματικά, είναι θέση του εφεσείοντα ότι στη βάση της μαρτυρίας που δέχθηκε το Κακουργιοδικείο – τηρουμένης της θέσης της ότι δεν θα έπρεπε να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στη μαρτυρία του Μ.Κ. .29 – δεν αποδείχθηκε ότι η Οργάνωση είναι «εγκληματική» και κατά συνέπεια εξέλειπε το υπόβαθρο για στοιχειοθέτηση των κατηγοριών στις οποίες κρίθηκε ένοχος. Αντίθετη, βεβαίως, είναι η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου της εφεσίβλητης, ο οποίος, υπεραμυνόμενος της ορθότητας της απόφασης του Κακουργιοδικείου,  εισηγήθηκε ότι στη βάση της προσαχθείσας μαρτυρίας ορθώς το Κακουργιοδικείο κατέληξε ότι η Οργάνωση είναι «εγκληματική».

 

Μελέτησα την απόφαση του Κακουργιοδικείου και τις εκατέρωθεν εισηγήσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων επί του θέματος – [*217]αν δηλαδή ορθά κρίθηκε πως η Οργάνωση είναι εγκληματική εν τη εννοία των Άρθρων 63Α και 63Β του Π.Κ. – αλλά προτού εκφέρω την επί τούτου ετυμηγορία μου θα ‘ταν χρήσιμο να αναφερθώ στον σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε ο Νόμος 12(1)/2002, o οποίος ενσωμάτωσε στον Π.Κ. τα επίδικα άρθρα. Προσδιορίζεται στο προοίμιο του, όπου αναφέρει ότι οι σκοποί του είναι για εναρμόνιση με την Κοινή Δράση 98/733/ΔΕΥ της 21ης Δεκεμβρίου του 1998 που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει του Άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε. L351 της 29.12.1998, 6.1-3). Όπως, μεταξύ άλλων, διακηρύσσεται στην εν λόγω Κοινή Δράση:

 

«ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

 

Έχοντας υπόψη:

 

Τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το Άρθρο Κ.3, παράγραφος 2, στοιχείο β),

 

την έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου για το οργανωμένο έγκλημα, η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Άμστερνταμ της 16ης και 17ης Ιουνίου 1997, και ιδίως τη σύσταση αριθ. 17 του σχεδίου δράσης,

 

Εκτιμώντας ότι το Συμβούλιο θεωρεί ότι η σοβαρότητα και η εξέλιξη ορισμένων μορφών οργανωμένης εγκληματικότητας καθιστούν αναγκαία την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις: διακίνηση ναρκωτικών, εμπορία ανθρώπων, τρομοκρατία, παράνομη διακίνηση έργων τέχνης, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σοβαρά οικονομικά εγκλήματα, εκβιασμός και άλλες πράξεις βίας στρεφόμενες κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας του ατόμου είτε προξενούσες συλλογικό κίνδυνο για άτομα,

 

Εκτιμώντας ότι, για την αντιμετώπιση των διαφόρων κινδύνων που απειλούν τα κράτη μέλη, απαιτείται μια κοινή προσέγγιση της συμμετοχής στις δραστηριότητες των εγκληματικών οργανώσεων,

 

…………………………………………………………………..

[*218]

ΘΕΣΠΙΖΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ:

 

Άρθρο 1

 

Για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δράσης, ως «εγκληματική οργάνωση» νοείται η εγκαθιδρυμένη επί ένα χρονικό διάστημα και διαρθρωμένη ένωση περισσοτέρων των δύο προσώπων, που δρουν από κοινού προκειμένου να διαπράξουν αξιόποινες πράξεις που επισύρουν ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρο ασφαλείας στερητικό της ελευθερίας μεγίστης διαρκείας τουλάχιστον τεσσάρων ετών, ή βαρύτερη ποινή, εφόσον οι εν λόγω αξιόποινες πράξεις αποτελούν αυτοσκοπό ή μέσον για τον προσπορισμό περιουσιακών ωφελημάτων και, ενδεχομένως, για τον αθέμιτο επηρεασμό της λειτουργίας δημόσιων αρχών.

 

Στις αναφερθείσες στο πρώτο εδάφιο αξιόποινες πράξεις περιλαμβάνονται και οι αναφερόμενες στο Άρθρο 2 της σύμβασης Europol καθώς και στο παράρτημά της και οι οποίες επισύρουν ποινή τουλάχιστον ισοδύναμη προς την προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο.

 

Άρθρο 2

 

…………………………………………»

 

Πράγματι με την ενσωμάτωση των Άρθρων 63Α και 63Β στον Π.Κ. έχει επιτευχθεί ο διακηρυγμένος από το προοίμιο του Νόμου 12(1)/2012 σκοπός, αφού με το Άρθρο 63Α ορίζεται ως ποινικό αδίκημα η συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και με το Άρθρο 63Β(3) αποδίδεται στον όρο «εγκληματική οργάνωση» έννοια κατ’ ουσία ταυτόσημη με την έννοια που αποδίδεται στον όρο από την Κοινή Δράση. Παρατίθεται επί τούτου αυτούσια τα υπό αναφορά άρθρα:-

 

«63Α. Όποιος συμμετέχει σε εγκληματική οργάνωση, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση τριών ετών.

 

63Β.(1) Όποιος, έχοντας γνώση των παρανόμων σκοπών ή των δραστηριοτήτων εγκληματικής οργάνωσης-

 

(α) Συμμετέχει με οποιαδήποτε ενέργεια του σε οποιαδήποτε [*219]παράνομη πράξη εγκληματικής οργάνωσης ή

(β) συμμετέχει με οποιαδήποτε πράξη εγκληματικής οργάνωσης, η οποία θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέεται με  οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος,

 

Είναι ένοχος κακουργήματος που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δέκα χρόνια ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.

 

(2) Το δικαστήριο δύναται να εκδικάζει αδικήματα που προβλέπονται από το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εγκληματική οργάνωση ευρίσκεται ή δραστηριοποιείται εν όλων ή εν μέρει εκτός της Δημοκρατίας.

 

(3) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ο όρος ‘εγκληματική οργάνωση’ σημαίνει διαρθρωμένη ομάδα τριών ή περισσοτέρων προσώπων η οποία έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων που τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστο τριών ετών.»

 

Έχοντας παραθέσει εν είδη εισαγωγής τα πιο πάνω, προχωρώ σε διατύπωση της ετυμηγορίας μου σ’ ότι αφορά το ζήτημα αν ορθά το Κακουργιοδικείο έκρινε την Οργάνωση ως εγκληματική στη βάση – ουσιαστικά – της διακηρυγμένης εχθρότητας της με το Ισραήλ «… σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου που αφορούν την Κύπρο». Δηλαδή, απ’ ότι έχω αντιληφθεί, το Κακουργιοδικείο φαίνεται να μην κήρυξε την Οργάνωση εγκληματική για τους εν γένει σκοπούς και δράση της, αλλά περιορισμένα και σε «… συνάρτηση με τις συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου στην Κύπρο». Ο τρόπος όμως αυτός που το Κακουργιοδικείο προσέγγισε το ζήτημα, κατά την άποψή μου, είναι εκτός της εννοίας του όρου «εγκληματική οργάνωση» που δίδεται από το Άρθρο 63Β (3). Για τον προφανή λόγο ότι ο χαρακτηρισμός μιας οργάνωσης ως «εγκληματικής» συναρτάται αποκλειστικά με τους σκοπούς σύστασης και λειτουργίας της οργάνωσης, και όχι από τις μεμονωμένες ενέργειες κάποιου μέλους της. Έστω και αν αυτές έγιναν κατ’ εντολή της. Το δεύτερο, θα αποτελούσε, ενδεχομένως, στοιχείο μαρτυρίας το οποίο, σε συσχετισμό με άλλα στοιχεία μαρτυρίας, δυνατό να οδηγούσε σε συμπέρασμα ότι η οργάνωση είναι εγκληματική, αλλά από τη στιγμή που οι Δικαστικές Αρχές ενός κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνουν μία οργάνωση εγκληματική αυτό συνεπάγεται Δικαστική διακήρυξη ότι η συγκεκριμένη οργάνωση έχει συσταθεί [*220]και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Hezbollah ως οργάνωση, που αδιαμφισβήτητα είναι, συμμετέχει με μέλη της στην Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία ενός κράτους (του Λιβάνου) καθόλα αναγνωρισμένου από τη διεθνή κοινότητα. Δεν είναι όμως αυτή η κρίση του Κακουργιοδικείου αφού, λανθασμένα κατά την άποψή μου, κατέληξε σε συμπέρασμα ότι η Οργάνωση είναι εγκληματική όχι γιατί έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων, αλλά λόγω της διακηρυγμένης εχθρότητας της με το Κράτος του Ισραήλ, σε συνάρτηση με συγκεκριμένες ενέργειες του κατηγορούμενου στην Κύπρο. Κατ’ ακολουθία της κατάληξης αυτής, είναι προφανές ότι το υπόβαθρο επί του οποίου στηρίχθηκε η καταδίκη του εφεσείοντα παρουσιάζει εγγενή προβλήματα, κρίση που θα δικαιολογούσε κατά την άποψή μου παρέμβαση από το Εφετείο.

 

Παρά όμως την πιο πάνω κατάληξη, θεωρώ χρήσιμο να αφιερώσω και λίγες γραμμές σε σχέση με την καταδίκη του εφεσείοντα στις κατηγορίες 4 και 5, οι οποίες αφορούν τα αδικήματα της συμμετοχής και αποδοχής διάπραξης εγκλημάτων κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1). Όπως σχετικά αναφέρεται στις λεπτομέρειες του κατηγορητηρίου, ο εφεσείοντας, σε άγνωστη για την Κατηγορούσα Αρχή ημερομηνία, μεταξύ 1.11.11 και 30.1.12 (4η κατηγορία) και μεταξύ 1.7.12 και 7.7.12 (5η κατηγορία) στη Λάρνακα, Λευκωσία, Λεμεσό, Λίβανο ή αλλαχού «… έχοντας γνώση των παράνομων σκοπών ή δραστηριοτήτων εγκληματικής οργάνωσης συμμετείχεν με πράξεις εγκληματικής οργάνωσης οι οποίες θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο με την διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος δηλαδή απαγωγή προσώπου με σκοπό υποβολής του σε βαριά βλάβη ή επίθεση προκαλούσα βαριά σωματική βλάβη ή μεταφορά εκρηκτικών υλών ή μεταφορά πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β1, Β2, Β3 στην Κυπριακή Δημοκρατία εναντίον ισραηλινών πολιτών.» Το Κακουργιοδικείο, σε σχέση με τις πιο πάνω λεπτομέρειες, χαρακτήρισε τις πράξεις του εφεσείοντα στην Κύπρο – ουσιαστικά παρακολουθήσεις Ισραηλιτών – προπαρασκευαστικές και με αναφορά στην διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το λαό του Ισραήλ κατέληξε ότι ο σκοπός των πράξεων του ήταν τα «… αδικήματα, απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς πυροβόλων όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά.»

 

Διεξήλθα με προσοχή το σκεπτικό του Κακουργιοδικείου στη βάση του οποίου κατέληξε στο υπό αναφορά συμπέρασμα και δεν μπορώ να συμφωνήσω ότι η μαρτυρία που αποδέχτηκε του έδιδε τη δυνατότητα να καταλήξει με ασφάλεια σε τέτοιο συμπέρασμα.  [*221]Υπενθυμίζω επί του προκειμένου το διαχρονικό αξίωμα του Ποινικού Δικαίου ότι η εμπλοκή ενός κατηγορούμενου στην προετοιμασία  διάπραξης ή στη διάπραξη συγκεκριμένου αδικήματος δεν πρέπει να εικάζεται, αλλά να προκύπτει με βεβαιότητα ως αποτέλεσμα της απόδειξης από την Κατηγορούσα Αρχή κάθε στοιχείου της κατηγορίας πέραν από κάθε λογική αμφιβολία και κατ’ εφαρμογή του αξιώματος αυτού δεν επιτρέπονται υποθέσεις όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. και Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 485). Στην παρούσα όμως περίπτωση φαίνεται ότι το αξίωμα αυτό δεν εφαρμόστηκε στην πλήρη του διάσταση, αφού οι παρακολουθήσεις Ισραηλιτών από τον εφεσείοντα σε συνδυασμό με την διακηρυγμένη εχθρότητα της Οργάνωσης με το λαό του Ισραήλ – η οποία εχθρότητα, όπως ορθά επεσήμανε το Κακουργιοδικείο, δεν είναι αδίκημα ούτε μπορεί να τύχει άνευ εταίρου «καταδίκη» ή έστω κριτικής, αφού ακριβώς έχει να κάμει με την ιστορία και τις μνήμες κάθε λαού – δεν μπορούσαν άνευ ετέρου να οδηγήσουν σε ασφαλές συμπέρασμα ότι οι πράξεις του εφεσείοντα ήταν προπαρασκευαστικές τέλεσης αδικημάτων απαγωγής, επίθεσης, μεταφοράς όπλων ή οποιωνδήποτε από αυτά, ως οι λεπτομέρειες των υπό αναφορά κατηγοριών. Θεωρώ, επομένως, το υπό κρίση συμπέρασμα λανθασμένο αφού ως θέμα λογικής οι παρακολουθήσεις θα μπορούσαν να γίνονταν και για άλλους λόγους, και όχι αποκλειστικά για σκοπούς προπαρασκευής για διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στις λεπτομέρειες των εν λόγω κατηγοριών. Κατ’ ακολουθία τούτων, έχω την άποψη, ότι στη βάση της μαρτυρίας που αποδέχτηκε το Κακουργιοδικείο λανθασμένα κατέληξε ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε πέραν από κάθε λογική αμφιβολία την ενοχή του Κατηγορουμένου στις κατηγορίες 4 και 5 και, με όλο τον προσήκοντα σεβασμό προς την απόφαση της πλειοψηφίας, θα έκαμνα αποδεκτή την έφεση σ’ ότι αφορά την καταδίκη του εφεσείοντα και σ’ αυτές τις κατηγορίες.

 

Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ αχρείαστο να εξετάσω το λόγο έφεσης που αφορά το παράπονο του εφεσείοντα ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα του για δίκαιη δίκη.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο