Σύλλογος Ανόρθωσης Αμμοχώστου ν. Διευθυντή Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας (2014) 2 ΑΑΔ 411

ECLI:CY:AD:2014:B419

(2014) 2 ΑΑΔ 411

[*411]24 Ιουνίου, 2014 

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΟΡΘΩΣΗΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,

 

Εφεσείουσα,

 

ν.

 

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητου.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 147/2011)

 

 

Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Κατά πόσον ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο καταδίκασε την εφεσείουσα για αδικήματα αναφορικά με ζητήματα ασφάλειας στους χώρους εργασίας ― Επέμβαση Εφετείου λόγω υποβόσκουσας αμφιβολίας.

 

Λέξεις και Φράσεις ― «Εργοδότης» στο Άρθρο 2 του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου αρ. 89(Ι)/96, ως τροποποιήθηκε.

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Κενά στη μαρτυρία ― Δικαιούται να τα εκμεταλλευτεί προς όφελος του ο κατηγορούμενος ― Δεν έχει οποιαδήποτε ευθύνη ή βάρος να αποδείξει οτιδήποτε, όταν η κατηγορούσα αρχή δεν καταφέρνει να υπερβεί το αποδεικτικό βάρος που η ίδια έχει.

 

Απόδειξη ― Αμφιβολία ― Εάν το Δικαστήριο παραμένει με μια, έστω υποβόσκουσα αμφιβολία, ως προς την απόδειξη των κατηγοριών και των συστατικών στοιχείων αυτών, η στοιχειοθέτηση τους δεν μπορεί να εξαχθεί ως γενικότερη ή ακόμη και ως εύλογη εντύπωση ― Η αθώωση είναι αναπόφευκτη.

 

Η εφεσείουσα καταδικάστηκε ύστερα από ακροαματική διαδικασία σε δύο κατηγορίες που σχετίζονται με την ασφάλεια στους χώρους εργασίας. Της επιβλήθηκαν χρηματικές ποινές €500 και €4.000.

 

Τα γεγονότα που οδήγησαν στην ποινική της δίωξη, αφορούσαν στον τραυματισμό ενός κινηματογραφιστή, ο οποίος επεσυνέβη στο στάδιο Αντώνης Παπαδόπουλος στη Λάρνακα όπου η εφεσείουσα [*412]ασχολείτο στις 27.1.2007, με τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικού αγώνα.

 

Η διαπίστωση του πρωτόδικου  Δικαστηρίου ήταν ότι πράγματι υπήρχε ελλειμματική ασφάλεια στο χώρο ημιτελούς άδειας πισίνας – που ανεγειρόταν σε χώρο εντός του σταδίου-, όπου τραυματίστηκε ο κινηματογραφιστής. Η άδεια πισίνα ήταν βάθους τριών μέτρων και δεν είχε καθόλου περίφραξη, με ελλιπή φωτισμό στον ισόγειο χώρο, ο οποίος καλυπτόταν με μια μοναδική φλωρέντζα 40 εκ. Ο χώρος της πισίνας έπρεπε να ήταν περιφραγμένος με σταθερό κιγκλίδωμα ύψους τουλάχιστον 10 εκ.. Οι κώνοι που υπήρχαν γύρω από την πισίνα δεν προστάτευαν το χώρο, ούτε και παρείχαν μέσο αναχαίτισης από πτώση εντός της.

 

Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την καταδίκη της με πέντε συναπτούς λόγους οι οποίοι στράφηκαν κατά της κατ’ ισχυρισμόν πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας, της λανθασμένης εξαγωγής των συμπερασμάτων που οδήγησαν στην καταδίκη, της ένταξης της ιδιότητας της εφεσείουσας στην έννοια του «εργοδότη», της μη απόδειξης των κατηγοριών και της αντιστροφής του βάρους απόδειξης.

 

Δεν αμφισβητήθηκαν με την έφεση τα όσα ελλειμματικά διαπιστώθηκαν στη βάση κυρίως της μαρτυρίας των δύο επιθεωρητών εργασίας και ασφάλειας.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Εκείνο που πρωτίστως εισηγήθηκε η εφεσείουσα ήταν η θέση της περί της εσφαλμένης ένταξης της στην έννοια του «εργοδότη», θέση που πρόβαλε και πρωτοδίκως κατά το εκ πρώτης όψεως στάδιο και απερρίφθη με αποτέλεσμα να κληθεί προς υπεράσπιση. Δεν παρουσίασε όμως καμιά δική της μαρτυρία προς υπεράσπιση της, προφανώς διότι το όλο ζήτημα εξαντλείται σε νομική επιχειρηματολογία.

 

2.  Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ορισμός του «εργοδότη» όπως απαντάται στο Άρθρο 2, δεν είναι και πολύ δόκιμος. Επιτρέπει τη διατήρηση αμφιβολιών ως προς την επακριβή έννοια του δεύτερου σκέλους αυτού.

 

3.  Στην υπό κρίση περίπτωση, ο κινηματογραφιστής αναμφίβολα δεν είχε σχέση εργασίας με την εφεσείουσα. Το ερώτημα συνεπώς ήταν αν η περίπτωση ενέπιπτε στο δεύτερο σκέλος του ορισμού.

 

4.  Εδώ υπεισέρχετο το ζήτημα του καθορισμού της οντότητας της ίδιας της εφεσείουσας και της σχέσης της, νομικά βεβαίως, με το [*413]στάδιο που επισυνέβη το ατύχημα.

 

5.  Δεν οδηγήθηκε προς τούτο μαρτυρία από την κατηγορούσα αρχή ως οφειλόταν. Η απόδειξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και των λεπτομερειών αυτής εναπόκειται βεβαίως στην κατηγορούσα αρχή. Δεν επιτρέπονται υποθέσεις όσον εύλογες και να είναι.

 

6.  Οι πρώτοι τέσσερεις μάρτυρες κατηγορίας δεν μπορούσαν να γνωρίζουν τη νομική υπόσταση της εφεσείουσας ή την επακριβή σχέση της με το στάδιο.

 

7.  Η κατάθεση του Μ.Κ. 1, Επιθεωρητή Εργασίας ότι ο χώρος όπου έγινε το ατύχημα είναι ιδιοκτησία του Συλλόγου Ανόρθωσις Αμμοχώστου, ήταν εξ ακοής και χωρίς παραπομπή στα δεδομένα που υποστήριζαν τη μαρτυρία αυτή. Παραδεκτά γεγονότα ως προς το ζήτημα δεν κατατέθηκαν. Μόνο ο Μ.Ε.5, ανεφέρθηκε στο θέμα και αυτό κατά τις ερωτήσεις στην αντεξέταση.

 

8.  Από τη σχετική κατάθεση του μάρτυρα τέθηκε εν αμφιβόλω η ίδια η σχέση της εφεσείουσας με το στάδιο, αλλά και την όλη διαχείριση του χώρου και των κτιρίων.

 

9.  Μετά την πιο πάνω μαρτυρία, η κατηγορούσα αρχή δεν παρουσίασε άλλη μαρτυρία που να εξηγήσει ποια είναι η εφεσείουσα, πώς, και πού είναι εγγεγραμμένη, αν είναι εγγεγραμμένο σωματείο ή σύλλογος, δυνάμει ποιου Νόμου ή αν είναι εμπορική επωνυμία μιας άλλης οντότητας ή εταιρείας.

 

10. Ούτε διευκρινίστηκε ποια ήταν η άλλη εταιρεία ονόματι «Αθλητικό Κέντρο Αντώνης Παπαδόπουλος» και η σχέση της με την εφεσείουσα.

 

11. Η σχετική προς τούτο συλλογιστική, του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παραγνώρισε την αρχή ότι κάθε κατηγορία αποδεικνύεται από την κατηγορούσα αρχή και όχι από την υπεράσπιση.

 

12. Αμφότερες οι κατηγορίες περιελάμβαναν την έννοια του «εργοδότη» και συναρτώνταν προς παραλείψεις της εφεσείουσας ως εργοδότη να έχει γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων και να κατασκευάσει ή να διατηρήσει κατάλληλη και ικανοποιητικής αντοχής περίφραξη στην ημιτελή πισίνα.

 

13. Ο Μ.Κ.5 άφησε εύλογα ερωτηματικά ως προς τον ιδιοκτήτη ή υπεύθυνο των κτιριακών εγκαταστάσεων ή εν γένει την ταυτότητα [*414]της νομικής οντότητας που διαχειρίζεται το στάδιο. Η εφεσείουσα, ως είπε, έχει δηλωμένη ως έδρα, το συγκεκριμένο γήπεδο, το οποίο της το παραχωρεί κάποια εταιρεία.

 

14. Τα πιο πάνω κενά ή αμφιβολίες δεν μπορούσαν παρά να επενεργήσουν προς όφελος της εφεσείουσας. Εδώ δεν υπήρχε καμιά άλλη μαρτυρία που να πιστοποιούσε την ιδιότητα της εφεσείουσας.

 

15. Με τη δημιουργηθείσα ρωγμή στη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής, η απόδειξη των κατηγοριών σε συνάρτηση με την έννοια του «εργοδότη» δεν έφθασε το υψηλό επίπεδο που απαιτείται.

 

16. Παρέμεινε υποβόσκουσα αμφιβολία όπως η φράση έχει επεξηγηθεί στη νομολογία, με αποτέλεσμα η εφεσείουσα να δικαιούτο σε αθώωση.

 

Η εφεσείουσα αθωώθηκε και απαλλάχθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Ζ. Δημητρίου και Υιοί (Ανυψωτικά) Λτδ (2006) 2 Α.Α.Δ. 467,

 

Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363,

 

Ιωάννου ν. Σαμουρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ.  299,

 

Σάκκος ν.  Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 510,

 

Θωμά ν. Εφόρου Προστιθέμενης Αξίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 152, ECLI:CY:AD:2014:B185,

 

R. v. Cooper [1969] 1 All E.R. 32,

 

Munteanu v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 459,

 

Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 326,

 

Ανδρονίκου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486,

 

Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 221,

 

Parris v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 186,

 

[*415]Miller v. Minister of Pensions [1947] 2 All E.R. 372,

 

Vedat v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 1.

 

Έφεση εναντίον ποινής.

 

Έφεση από την Κατηγορούμενη εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Φιλίππου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 2699/11), ημερομηνίας 29/7/11.

 

Χρ. Πουτζιουρής, για την Εφεσείουσα.

 

Α. Χατζηκύρου, για τον Εφεσίβλητο.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η εφεσείουσα κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε μετά από ακροαματική διαδικασία σε δύο κατηγορίες που σχετίζονται με την ασφάλεια στους χώρους εργασίας. Της επιβλήθηκε η χρηματική ποινή των €500 στην πρώτη κατηγορία και των €4.000 στη δεύτερη. Ως αποτέλεσμα εφεσιβάλλει τώρα την καταδίκη της (όχι την ποινή), με πέντε συναπτούς λόγους οι οποίοι βάλλουν κατά της κατ’ ισχυρισμόν πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας, της λανθασμένης εξαγωγής των συμπερασμάτων που οδήγησαν στην καταδίκη, της ένταξης της ιδιότητας της εφεσείουσας στην έννοια του «εργοδότη», της μη απόδειξης των κατηγοριών και της αντιστροφής του βάρους απόδειξης.

 

Οι κατηγορίες που αντιμετώπισε η εφεσείουσα είχαν διατυπωθεί ως εξής:

 

«ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 

Παράλειψη εργοδότη να έχει στη διάθεσή του γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργοδοτουμένων του ή και τρίτων προσώπων, κατά παράβαση των Κανονισμών 2, 4(1) και 4(2) των περί Διαχείρισης Θεμάτων Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Κανονισμών του 2002 και των Άρθρων 2, 3, 13, 38 και 53(1) των περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμων του 1996 έως 2003.

[*416]ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος Σύλλογος στις 27/01/07 στο στάδιο Αντώνης Παπαδόπουλος στη Λάρνακα, ενώ ήταν εργοδότης και ασχολείτο με τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικού αγώνα, παρέλειψε να έχει στη διάθεση του γραπτή εκτίμηση των υφιστάμενων κατά την εργασία κινδύνων για την ασφάλεια και υγεία των εργοδοτουμένων του ή και τρίτων προσώπων, οι οποίοι δημιουργούνται από ή σε σχέση με τον τρόπο που διεξάγει τις δραστηριότητες του. Παρέλειψε επίσης να καθορίσει τα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα όπως αυτά πρέπει να καθοριστούν με βάση την πιο πάνω γραπτή εκτίμηση των κινδύνων.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 

Παράλειψη διεξαγωγής των δραστηριοτήτων του εργοδότη με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται, καθόσον είναι ευλόγως εφικτό, πως πρόσωπα που μπορεί να επηρεαστούν από τις δραστηριότητες του να μην εκτίθενται σε κίνδυνο, κατά παράβαση του Άρθρου 13(5) και των Άρθρων 2, 3, 13, 38, 53(1) και 54 των περί Ασφάλειας και Υγείας στην εργασία Νόμων του 1996 έως 2003.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος Σύλλογος στον ίδιο τόπο και χρόνο όπως αναφέρεται στην πρώτη κατηγορία, ενώ ήταν εργοδότης και ασχολείτο με τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικού αγώνα, παρέλειψε να κατασκευάσει ή να διατηρήσει κατάλληλη και ικανοποιητικής αντοχής περίφραξη σε ημιτελή πισίνα που βρισκόταν μέσα στον εσωτερικό χώρο των Δυτικών κερκίδων του σταδίου Αντώνης Παπαδόπουλος στην επαρχία Λάρνακα, με αποτέλεσμα ο κινηματογραφιστής Πανίκκος Ανδρονίκου, ενώ περπατούσε μέσα στον εσωτερικό χώρο των Δυτικών κερκίδων σε ανύποπτο χρόνο να πέσει μέσα στην ημιτελή πισίνα και να τραυματιστεί στη σπονδυλική στήλη.»

 

Τα γεγονότα που οδήγησαν στην ποινική δίωξη της εφεσείουσας διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από μια πολυσέλιδη απόφαση να ήταν, συνοπτικά, τα ακόλουθα: η εφεσείουσα ασχολείτο στις 27.1.2007 στο στάδιο Αντώνης Παπαδόπουλος στη Λάρνακα με τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικού αγώνα.  Το στάδιο στη δυτική πλευρά διαθέτει κερκίδες με κατασκευή από σκυρόδεμα στην πίσω πλευρά των οποίων υπάρχουν δύο θύρες.  [*417]Από τη μια εισέρχονται οι φίλαθλοι και από την άλλη οι κινηματογραφιστές που συνεργάζονται με την εταιρεία LTV Lumiere Ltd. Η δεύτερη αυτή θύρα κατ’ εξουσιοδότηση του προέδρου της εφεσείουσας, ανοίγετο μόνο από τον Νίκο Ευαγγέλου, Μ.Κ. 5, διαχειριστή των κυλικείων του σταδίου, στα εξουσιοδοτημένα άτομα της Lumiere για να κινηματογραφούν τους αγώνες. Η θύρα αυτή οδηγεί σε ένα μεγάλο υπόγειο, εσωτερικά των κερκίδων, όπου βρισκόταν τότε μια ημιτελής και χωρίς περίφραξη πισίνα διαστάσεων 50x20x3 μέτρων, με τα σίδερα της σιδηροσύνδεσης να προεξέχουν επικίνδυνα. Παραπλεύρως της πισίνας, ένας διάδρομος πλάτους 10-12 μέτρων οδηγεί στη θύρα κινδύνου του αγωνιστικού χώρου και καταλήγει στον ίδιο τον αγωνιστικό χώρο.

 

Ο Παναγιώτης Ανδρονίκου, Μ.Κ.3, αυτοεργαζόμενος κινηματογραφιστής και συνεργαζόμενος με τη Lumiere, θα κινηματογραφούσε την ημέρα εκείνη τον αγώνα. Γύρω στις 3.30 μ.μ., όταν υπήρχε ακόμη φυσικό φως, έκαμε την πιο πάνω διαδρομή και εισήλθε στον αγωνιστικό χώρο για να προετοιμάσει τα σύνεργα του. Επέστρεψε γύρω στις 17.50, σε συνθήκες πλέον σκοταδιού, χρησιμοποιώντας την ίδια είσοδο και ακολουθώντας την ίδια διαδρομή με τρεις άλλους συναδέλφους του. Μετά από 15-20 μέτρα, περπατώντας σε χώρο που δεν είχε ούτε τεχνητό φωτισμό, έχασε τον προσανατολισμό του, βρέθηκε αιφνίδια στο κενό και κατέπεσε στην πισίνα με συνακόλουθο τον επώδυνο τραυματισμό του στον σπόνδυλο μη δυνάμενος πλέον να εκτελεί ως και προηγουμένως την εργασία του. Είχε εκτελέσει την ίδια εργασία κινηματογράφησης για 15-20 φορές, αλλά όλα εν καιρώ ημέρας. Η διαδρομή που ακολούθησε κατά τον επίδικο χρόνο ήταν υποχρεωτική, αλλά τα φώτα και οι προβολείς του γηπέδου δεν φώτιζαν καθόλου το χώρο της πισίνας. Ποτέ δεν του είχε υποδειχθεί από οποιοδήποτε υπεύθυνο του σταδίου οποιαδήποτε άλλη διαδρομή, ούτε υπήρχε άλλη είσοδος για να εισέλθουν τα τηλεοπτικά συνεργεία και να περάσουν τα απαραίτητα καλώδια. Δεν υπήρχαν ούτε οποιεσδήποτε απαγορευτικές πινακίδες στο χώρο της θύρας εισόδου.

 

Η κατηγορούσα αρχή πέραν των δύο πιο πάνω μαρτύρων προώθησε την υπόθεση της με ακόμη τρεις μάρτυρες, δύο εκ των οποίων ήταν επιθεωρητές εργασίας και ασφάλειας στο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας και στο Επαρχιακό Γραφείο Λάρνακας, αντίστοιχα. Ο τρίτος ήταν ένας άλλος ελεύθερος επαγγελματίας κινηματογραφιστής που είχε μεταβεί με το θύμα στο στάδιο για σκοπούς της κινηματογράφησης.

 

Η διαπίστωση του Δικαστηρίου ήταν ότι πράγματι υπήρχε ελ[*418]λειμματική ασφάλεια στο χώρο της πισίνας, η οποία δεν είχε καθόλου περίφραξη, με ελλιπή φωτισμό στον ισόγειο χώρο, ο οποίος καλυπτόταν με μια μοναδική φλωρέντζα 40 εκ. Ο χώρος της πισίνας έπρεπε να ήταν περιφραγμένος με σταθερό κιγκλίδωμα ύψους τουλάχιστον 10 εκ.. Οι κώνοι που υπήρχαν γύρω από την πισίνα δεν προστάτευαν το χώρο, ούτε και παρείχαν μέσο αναχαίτισης από πτώση εντός της πισίνας βάθους τριών μέτρων.

 

Δεν αμφισβητούνται τα όσα ελλειμματικά διαπιστώθηκαν στη βάση κυρίως της μαρτυρίας των δύο επιθεωρητών εργασίας και ασφάλειας. Εκείνο που πρωτίστως εισηγείται η εφεσείουσα είναι η λανθασμένη ένταξη της στην έννοια του «εργοδότη», θέση που πρόβαλε και πρωτοδίκως κατά το εκ πρώτης όψεως στάδιο και απερρίφθη με αποτέλεσμα να κληθεί προς υπεράσπιση. Δεν παρουσίασε όμως καμιά δική της μαρτυρία προς υπεράσπιση της, προφανώς διότι το όλο ζήτημα εξαντλείται σε νομική επιχειρηματολογία.

 

Ο περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμος αρ. 89(Ι)/96, ως τροποποιήθηκε, μέχρι τις 13.3.2009 όταν καταχωρήθηκε το κατηγορητήριο, ορίζει την έννοια του «εργοδότη» ως εξής:

 

« “εργοδότης” σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συνδέεται με σχέση εργασίας με τον εργοδοτούμενο και έχει την ευθύνη για το υποστατικό, την επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση και περιλαμβάνει και πρόσωπο που δεν έχει άλλα εργοδοτούμενα πρόσωπα, αλλά διεξάγει οικονομική δραστηριότητα ή διευθύνει την επιχείρηση του με σκοπό κερδοσκοπικό ή μη.»

 

Να σημειωθεί ότι ο ορισμός άλλαξε μεταγενέστερα με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 33(Ι)/2011.

 

Περαιτέρω δυνάμει του Άρθρου 3(1), ο Νόμος «….. εφαρμόζεται σε χώρους εργασίας, υποστατικά, επιχειρήσεις, εγκαταστάσεις, και σε όλους τους δημόσιους ή ιδιωτικούς τομείς δραστηριοτήτων (βιομηχανίες, γεωργικές, εμπορικές, διοικητικές, εκπαιδευτικές, πολιτικές δραστηριότητες, δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών αναψυχής κλπ)», ενώ με το Άρθρο 3(2), ο Νόμος εφαρμόζεται «και (σε) οποιαδήποτε άλλη περίπτωση όπου διεξάγεται επιχείρηση ή άλλη δραστηριότητα για σκοπούς κέρδους.». Το δε Άρθρο 13 προνοεί για τις γενικές υποχρεώσεις των εργοδοτών και το Άρθρο 38 δίδει την εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να εκδίδει Κανονισμούς προς εφαρμογή του Νόμου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε την ευθύνη στην εφεσεί[*419]ουσα στη βάση του δευτέρου σκέλους του ορισμού «εργοδότης», θεωρώντας ότι είχε την ευθύνη λήψης μέτρων προστασίας και ασφάλειας έναντι του Π. Ανδρονίκου, του θύματος του ατυχήματος, στον οποίο επέτρεψε να εισέλθει στο χώρο του σταδίου έστω και δεν ήταν υπάλληλος της. Παρέπεμψε δε στην απόφαση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ζ. Δημητρίου και Υιοί (Ανυψωτικά) Λτδ (2006) 2 Α.Α.Δ. 467. Η εφεσείουσα παραπονείται ότι δεν υπήρξε μαρτυρία ότι είναι «εργοδότης», είτε εν τη εννοία του πρώτου σκέλους του ορισμού, είτε εν τη δευτέρα εννοία. Δεν υπήρξε εισηγείται σχέση εργασίας με οποιονδήποτε και ιδιαιτέρως με τον παραπονούμενο-θύμα του ατυχήματος, αλλά ούτε και καλύπτεται από τη μαρτυρία που δόθηκε ότι η εφεσείουσα διεξάγει «επιχείρηση», όρος που δεν περιλαμβάνει τις αθλητικές δραστηριότητες.  Ούτε και υπήρξε μαρτυρία περί της οντότητας της εφεσείουσας ή της ιδιότητας της ή της σχέσης της με το στάδιο.

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ορισμός του «εργοδότη» όπως απαντάται στο Άρθρο 2, δεν είναι και πολύ δόκιμος. Επιτρέπει τη διατήρηση αμφιβολιών ως προς την επακριβή έννοια του δεύτερου σκέλους αυτού. Είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς την έννοια εργοδότη που δεν έχει «άλλα» εργοδοτούμενα πρόσωπα. Ακόμη, και της συμπερίληψης «προσώπου» στον ορισμό «εργοδότη» που δεν έχει εργοδοτούμενα πρόσωπα και μάλιστα «άλλα», υπονοώντας ότι ήδη υπάρχει κάποιος εργοδοτούμενος. Έπειτα, αν η διεύρυνση του όρου «εργοδότης» έγινε για να καλύψει περιπτώσεις προσώπων που ευρίσκονται στο χώρο του εργοδότη εισερχόμενα σ’ αυτόν ως επισκέπτες ή αδειούχοι ή με την πρόσκληση ή ανοχή του ιδιοκτήτη ή υπεύθυνου του χώρου, τότε αυτή η κάλυψη εκφεύγει της παραδοσιακής έννοιας του «εργοδότη», ενώ υπάρχουν άλλες αρχές δικαίου για να αποδώσουν ευθύνη σε τέτοιες περιπτώσεις.

 

Στην υπό κρίση περίπτωση, ο Π. Ανδρονίκου αναμφίβολα δεν είχε σχέση εργασίας με την εφεσείουσα. Το ερώτημα συνεπώς είναι αν η περίπτωση εμπίπτει στο δεύτερο σκέλος του ορισμού.  Εδώ υπεισέρχεται το ζήτημα του καθορισμού της οντότητας της ίδιας της εφεσείουσας και της σχέσης της, νομικά βεβαίως, με το στάδιο που επισυνέβη το ατύχημα. Δεν οδηγήθηκε προς τούτο μαρτυρία από την κατηγορούσα αρχή ως οφειλόταν. Η απόδειξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και των λεπτομερειών αυτής εναπόκειται βεβαίως στην κατηγορούσα αρχή. Δεν επιτρέπονται, ως είναι παγίως νομολογημένο, υποθέσεις όσον εύλογες και να είναι, (Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363, Ιωάννου ν. Σαμουρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 299, Σάκκος ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 510 και Θωμά ν. Εφόρου Προστιθέμενης Αξίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 152, ECLI:CY:AD:2014:B185).

[*420]Οι πρώτοι τέσσερεις μάρτυρες κατηγορίας δεν μπορούσαν να γνωρίζουν τη νομική υπόσταση της εφεσείουσας ή την επακριβή σχέση της με το στάδιο. Η κατάθεση του Κυριάκου Πατέρα, Μ.Κ. 1, Επιθεωρητή Εργασίας 2ης τάξης, στο Τεκμ. 1 ότι ο χώρος όπου έγινε το ατύχημα είναι ιδιοκτησία του Συλλόγου Ανόρθωσης Αμμοχώστου, είναι εξ ακοής και χωρίς παραπομπή στα δεδομένα που υποστηρίζουν τη μαρτυρία αυτή. Παραδεκτά γεγονότα ως προς το ζήτημα δεν κατατέθηκαν. Μόνο ο Ν. Ευαγγέλου, Μ.Ε.5, ανεφέρθη στο θέμα και αυτό κατά τις ερωτήσεις στην αντεξέταση.  Μεταφέρεται εδώ αυτούσιο το σχετικό πρακτικό:

 

«Ε.  Κύριε μάρτυρα, θέλω να μας πείτε ακριβώς ποια η σχέση σας με το Αντώνης Παπαδόπουλος, το Σωματείο Ανόρθωσης.

 

Α.   Σήμερα ή παλιά;

 

Ε.   Από το 2005 μέχρι σήμερα.

 

Α.   Το 2005 μέχρι το 2007 είχα συμβόλαιο όσον αφορά τη διαχείριση των καντίνων. Από το 2007-2009 ήμουν υπάλληλος της εταιρείας και σήμερα εργάζομαι ως αυτοτελώς εργαζόμενος. Έχω στην διαχείριση μου μια καντίνα.

 

Ε.   Ποιας εταιρείας;

 

Α.   Του αθλητικού κέντρου Αντώνης Παπαδόπουλος.

 

Ε.   Θέλετε να μας πείτε ότι υπάρχει εταιρεία η οποία είναι ιδιοκτήτρια και διαχειρίζεται το στάδιο;

 

Α.   Σίγουρα.

 

Ε.   Όχι ο Σύλλογος Ανόρθωσης Αμμοχώστου αυτό καθ’ αυτό;

 

Α.   Όσον αφορά τα κτιριακά αν δεν απατώμαι ανήκουν στην εταιρεία.

 

Ε.   Γιατί τότε η Ανόρθωση αγωνίζεται στο συγκεκριμένο γήπεδο;

 

Α.   Είναι δηλωμένη ως έδρα.

[*421]Ε. Την οποία παραχωρεί η εταιρεία;

 

Α.    Ναι.

 

Ε.   Γνωρίζετε τι σχέση έχει ο κύριος Παντελή με την συγκεκριμένη εταιρεία;

 

Α.   Ήταν πρόεδρος της εταιρείας.

 

Ε.   Εσάς ποιος σας έδωσε την εντολή να ανοίξετε την πόρτα την συγκεκριμένη μέρα;

 

Α.   Ο κύριος Παντελή.

 

Ε.   Και όλες τις άλλες φορές;

 

Α.   Ακριβώς.

 

Ε.    Ως υπάλληλος της εταιρείας, ποιος σας προσέλαβε;

 

Α.    Ο κύριος Παντελή.»

 

Από την πιο πάνω κατάθεση του μάρτυρα τέθηκε συνεπώς εν αμφιβόλω η ίδια η σχέση της εφεσείουσας με το στάδιο, αλλά και την όλη διαχείριση του χώρου και των κτιρίων. Μετά την πιο πάνω μαρτυρία, η κατηγορούσα αρχή δεν παρουσίασε άλλη μαρτυρία που να εξηγήσει ποια είναι η εφεσείουσα, πώς, και πού είναι εγγεγραμμένη, αν είναι εγγεγραμμένο σωματείο ή σύλλογος, δυνάμει ποιου Νόμου ή αν είναι εμπορική επωνυμία μιας άλλης οντότητας ή εταιρείας. Ούτε διευκρινίστηκε ποια είναι η άλλη εταιρεία ονόματι «Αθλητικό Κέντρο Αντώνης Παπαδόπουλος» και η σχέση της με την εφεσείουσα.

 

Το Δικαστήριο αποφάσισε επί του θέματος ότι ο «Μ.Ε.5 αόριστα έκαμε αναφορά» σε κάποια εταιρεία και ότι «θα ανέμενε κανείς ένα τέτοιο σημαντικό ζήτημα η Υπεράσπιση δεν θα το άφηνε να τεθεί κατ’ εντελώς τυχαίο τρόπο από το διαχειριστή των καντίνων του σταδίου ο οποίος παρουσιάστηκε ως υπεύθυνος των εγκαταστάσεων του σταδίου στους Επιθεωρητές ….». Και αργότερα ότι, «Αν το στάδιο “Αντώνης Παπαδόπουλος” ανήκε κατά τον επίδικο χρόνο και το διαχειριζόταν κάποια εταιρεία αυτό θα έπρεπε να είχε δηλωθεί εξ αρχής στους Επιθεωρητές Μ.Κ.1 και 2 που είχαν επισκεφθεί το χώρο αμέσως μετά το ατύχημα και όχι αντίθετα να δηλώνεται ότι ανήκε στον Σύλλο[*422]γο. Ο Μ.Κ.5 ήταν σαφής ότι τις οδηγίες για τη διέλευση των ανθρώπων της LTV από τη συγκεκριμένη μεταλλική πόρτα τις έδιδε ο ίδιος ο κ. Παντελή που ήταν ο πρόεδρος του Συλλόγου, επ’ αυτού δεν άφησε καμιά αμφιβολία.»

 

Η πιο πάνω συλλογιστική, με όλη την εκτίμηση στο πρωτόδικο δικαστήριο, παραγνώρισε την αρχή ότι κάθε κατηγορία αποδεικνύεται από την κατηγορούσα αρχή και όχι από την υπεράσπιση. Και ότι κενά στη μαρτυρία ή στη διαπίστωση των πρωταρχικών γεγονότων δικαιούται να τα εκμεταλλευτεί προς όφελος του ο κατηγορούμενος, ο οποίος δεν έχει οποιαδήποτε ευθύνη ή βάρος να αποδείξει οτιδήποτε, όταν η κατηγορούσα αρχή δεν καταφέρνει να υπερβεί το αποδεικτικό βάρος που η ίδια έχει. Εάν το Δικαστήριο παραμένει με μια, έστω υποβόσκουσα αμφιβολία, ως προς την απόδειξη των κατηγοριών και των συστατικών στοιχείων αυτών, η στοιχειοθέτηση τους δεν μπορεί να εξαχθεί ως γενικότερη ή ακόμη και ως εύλογη εντύπωση. Η αθώωση είναι αναπόφευκτη, (R. v. Cooper [1969] 1 All E.R. 32 και Munteanu v.  Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 459).

 

Αμφότερες οι κατηγορίες περιλαμβάνουν την έννοια του «εργοδότη» και συναρτώνται προς παραλείψεις της εφεσείουσας ως εργοδότη να έχει γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων και να κατασκευάσει ή να διατηρήσει κατάλληλη και ικανοποιητικής αντοχής περίφραξη στην ημιτελή πισίνα. Ο Μ.Κ.5 άφησε εύλογα ερωτηματικά ως προς τον ιδιοκτήτη ή υπεύθυνο των κτιριακών εγκαταστάσεων ή εν γένει την ταυτότητα της νομικής οντότητας που διαχειρίζεται το στάδιο. Η εφεσείουσα, ως είπε, έχει δηλωμένη ως έδρα, το συγκεκριμένο γήπεδο, το οποίο της το παραχωρεί κάποια εταιρεία.

 

Τα πιο πάνω κενά ή αμφιβολίες δεν μπορούσαν παρά να επενεργήσουν προς όφελος της εφεσείουσας. Ο Ν. Ευαγγέλου ήταν μάρτυρας κατηγορίας και ως τέτοιος προτάθηκε από την κατηγορούσα αρχή ότι προωθούσε την αλήθεια της κατάθεσης του σε όλα τα σημεία, (Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 326.) Δεν ήταν εύλογο για το Δικαστήριο να αντιμετωπίσει τη μαρτυρία αυτή αποσπασματικά μη αποδεχόμενο στην ουσία το μέρος της μαρτυρίας που έθετε εν αμφιβόλω την ταυτότητα του εργοδότη ως προς το συστατικό στοιχείο της ευθύνης, έστω και αν αυτή η μαρτυρία προήλθε από τον διαχειριστή των κυλικείων.  Δεν είναι εδώ η περίπτωση όπου το Δικαστήριο μπορεί να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας της κατηγορούσας αρχής και να απορρίψει άλλο, στο πλαίσιο των ορθών νομολογιακών [*423]κατευθύνσεων, (Ανδρονίκου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486 και Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 221). Εδώ δεν υπήρχε καμιά άλλη μαρτυρία που να πιστοποιεί την ιδιότητα της εφεσείουσας. Ούτε η υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ζ. Δημητρίου και Υιοί (Ανυψωτικά) Λτδ – ανωτέρω – στην οποία παρέπεμψε το Δικαστήριο βοηθά το εδώ ζητούμενο ως προς τη νομική οντότητα της εφεσείουσας. Εκεί ήταν δεδομένη η ιδιοκτησία του ανυψωτικού μηχανήματος.

 

Είναι γεγονός ότι ο Ν. Ευαγγέλου στην κατάθεση του, Τεκμήριο 3, ανέφερε ότι το στάδιο είναι ιδιοκτησία του «σωματείου Ανόρθωση» και ότι τον είχε εργοδοτήσει ως υπάλληλο ο πρόεδρος του σωματείου Ανόρθωση Ανδρέας Παντελή, ως υπεύθυνο των γηπεδικών εγκαταστάσεων. Αυτή η κατάθεση δεν επίλυε το ζήτημα της πραγματικής ιδιοκτησίας του σταδίου. Εκεί έγινε λόγος για «σωματείο», ενώ η εφεσείουσα ως κατηγορούμενη χαρακτηρίζεται ως «Σύλλογος». Το ότι στον Ν. Ευαγγέλου είχε ανατεθεί η ευθύνη για τις γηπεδικές εγκαταστάσεις δεν απαντά το κρίσιμο ερώτημα της ιδιοκτησίας αυτών των εγκαταστάσεων.

 

Η κατηγορούσα αρχή δεν φρόντισε κατά τη διάρκεια της αναδίπλωσης της δικής της μαρτυρίας να οδηγήσει σχετική μαρτυρία, δεν κάλεσε τον Ανδρέα Παντελή ως μάρτυρα και δεν αμφισβήτησε ποσώς το μάρτυρα της, Ν. Ευαγγέλου, ως προς τα όσα ο ίδιος κατέθεσε, με οποιονδήποτε τρόπο ή ακόμη και με άλλη μαρτυρία, (Parris v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 186).

 

Με τη δημιουργηθείσα ρωγμή στη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής, η απόδειξη των κατηγοριών σε συνάρτηση με την έννοια του «εργοδότη» δεν έφθασε το υψηλό επίπεδο που απαιτείται από τη διαχρονικά επιβεβαιωμένη φόρμουλα «beyond reasonable doubt», (Murphy on Evidence 8η έκδ. σελ. 102-104 και Miller v. Minister of Pensions [1947] 2 All E.R. 372).  

 

Παρέμεινε υποβόσκουσα αμφιβολία όπως η φράση έχει επεξηγηθεί στη νομολογία, (Vedat v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 1) με αποτέλεσμα η εφεσείουσα να δικαιούται σε αθώωση.

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η εφεσείουσα αθωώνεται και απαλλάττεται. Οι πρωτοδίκως επιβληθείσες ποινές ακυρώνονται.

 

Η εφεσείουσα αθωώνεται και απαλλάττεται.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο